Quantcast
Channel: Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας &Πολιτισμού – ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΑΡΧΕΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Viewing all 1141 articles
Browse latest View live

Το Πανεπιστήμιο αλλιώς

$
0
0

Γιώργος ΣτείρηςΤο Πανεπιστήμιο αλλιώς – Γιώργος Στείρης, Επίκουρος καθηγητής Φιλοσοφίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών


 

 

«Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Δημοσιεύουμε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα» σημείωση του κυρίου Γεωργίου Στείρη, Επίκουρου Καθηγητή Φιλοσοφίας των Μέσων Χρόνων και της Αναγέννησης στη Δύση,Τμήμα Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής, Ψυχολογίας, Φιλοσοφική Σχολή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, με θέμα:

 * «Το Πανεπιστήμιο αλλιώς».

 

Κάθε χρόνο, στα τέλη του Σεπτέμβρη, χιλιάδες νέοι περνούν τις πόρτες των πανεπιστημίων μας με ανάμεικτα αισθήματα. Από την μια ενθουσιασμός και προσδοκίες: αλλάζουν φάση ζωής, έχουν απαλλαγεί από το βασανιστικό Λύκειο, κάνουν όνειρα για το μέλλον, επιδιώκουν την επιστήμη. Από την άλλη προβληματισμός και απογοήτευση: μέτρια έως κακή φήμη του ελλαδικού πανεπιστημίου, προβληματικές υποδομές, ελλείψεις σε όλα τα επίπεδα, αβεβαιότητα για την αξία της σπουδής.

Τα πανεπιστήμια μας αντιμετωπίζουν πάμπολλα προβλήματα και χαρακτηρίζονται από πληθώρα αδυναμιών. Τα περισσότερα είναι γνωστά και πολυσυζητημένα, έχουν αναλυθεί εκτενέστατα οι αιτίες τους και έχουν προταθεί πολυσχιδείς λύσεις, πάντοτε με γνώμονα τις εμπειρίες και την πολιτική θέση του καθενός. Παρά ταύτα, ελάχιστα έχουν γίνει για να αντιμετωπιστεί η κατάσταση, με ευθύνη τόσο της πολιτείας όσο και της ακαδημαϊκής κοινότητας. Δεν σκοπεύω όμως να ασχοληθώ με όλα αυτά, αλλά με κάποιες όψεις του ελλαδικού πανεπιστημίου που θεωρώ ότι δεν έχουν συζητηθεί επαρκώς, συσκοτισμένες από τις διεθνείς αξιολογήσεις των ΑΕΙ που φιλοξενούνται τακτικότατα στα μέσα ενημέρωσης προκαλώντας πηχυαίους τίτλους.

 

Είναι συνεπώς αδύνατον να μιλάμε για πανεπιστήμια σε χώρες που δεν υπάρχει δημοκρατία, άρα ελευθερία γνώμης και δράσης των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας.

 

Το πανεπιστήμιο στην Ελλάδα είναι ένα πραγματικά ελεύθερο πανεπιστήμιο, παρότι κάποιες φορές γίνεται κατάχρηση αυτής της ελευθερίας. Καθηγητές και φοιτητές εκφράζουν ελεύθερα την γνώμη τους, συνδιαλέγονται, αντιπαρατίθενται, στρέφουν την έρευνά τους σε κατευθύνσεις που τους ενδιαφέρουν. Η πανεπιστημιακή κοινότητα δεν είναι αποκομμένη από την ευρύτερη κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα, ελλαδική και διεθνή. Παράγει λόγο, ο οποίος συχνά διεμβολίζει την κοινωνία και ενισχύει τον δημόσιο διάλογο, ασχέτως του αν συμφωνεί ή διαφωνεί κάποιος με το περιεχόμενο του λόγου αυτού. Επίσης, το πανεπιστήμιο είναι ανοικτό σε νέα ρεύματα και τάσεις, φιλόξενο προς την κοινωνία και τις ανησυχίες της. Είναι συνεπώς αδύνατον να μιλάμε για πανεπιστήμια σε χώρες που δεν υπάρχει δημοκρατία, άρα ελευθερία γνώμης και δράσης των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας. Εξίσου σημαντική είναι η στοχοπροσήλωση της ακαδημαϊκής κοινότητας, με ελαχιστότατες εξαιρέσεις, στον ανθρωπισμό, στην προαγωγή του ανθρώπου ως σκοπού κάθε δραστηριότητας.

Μεγάλη μερίδα όμως της κοινής γνώμης ασχολείται μόνο με τα πορίσματα των διεθνών αξιολογήσεων των πανεπιστημίων και καταλήγει σε αφοριστικά συμπεράσματα για τα ελλαδικά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, παραβλέποντας το γεγονός ότι αρκετά από τα υψηλής αξιολόγησης πανεπιστήμια λειτουργούν σε χώρες που δεν υπάρχει δημοκρατία. Επίσης, σε άλλες περιπτώσεις αξιολογούνται θετικότατα ιδρύματα, έστω σε δημοκρατούμενα κράτη, στο οποία η έρευνα και η διδασκαλία καθορίζονται από εξωακαδημαϊκούς παράγοντες και η ακαδημαϊκότητα έχει τεθεί «εντός αγκυλών».

 

Το πανεπιστήμιο στην Ελλάδα είναι ένα πραγματικά ελεύθερο πανεπιστήμιο, παρότι κάποιες φορές γίνεται κατάχρηση αυτής της ελευθερίας.

 

Το πανεπιστήμιο, με την πλήρη έννοια του όρου, οφείλει να είναι και να παραμείνει απροϋπόθετο. Είναι μια πολυτέλεια για την κοινωνία και την πολιτεία, καθώς συστάθηκε εξαρχής για να προκαλεί ανατροπές και να εξασφαλίζει την πρόοδο του ανθρώπου, όχι μια απλή γραμμική εξέλιξη. Είναι συνεπώς αδύνατον να μιλάμε για πανεπιστήμια σε χώρες που δεν υπάρχει δημοκρατία, άρα ελευθερία γνώμης και δράσης των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας. Επιπλέον, δεν είναι πανεπιστήμια κατ’ ουσία αυτά που ετεροκαθορίζονται οικεία βουλήσει. Ο καθένας μπορεί να ονομάσει όπως επιθυμεί τα ιδρύματα αυτά, πανεπιστήμια όμως δεν αξίζουν να λέγονται, όσο ψηλά και αν κατατάσσονται στις αξιολογήσεις, όσο και αν προσφέρουν άψογες υποδομές. Δεν είναι τίποτα περισσότερο από περικαλλείς τάφοι του πνεύματος και του ανθρωπισμού.

Άλλη μια αισιόδοξη όψη των ελλαδικών πανεπιστημίων είναι η σύζευξη επιστημονικότητας και εγκυκλοπαιδισμού. Το εκπαιδευτικό μας σύστημα, από το δημοτικό ήδη, είναι εξαιρετικά απαιτητικό από τον μαθητή, βάναυσο ίσως. Τα παιδιά αντιμετωπίζουν τεράστιο όγκο ύλης, αναντίστοιχο συχνά της ηλικίας τους. Η κατάσταση επιτείνεται στην μέση εκπαίδευση, με αποτέλεσμα οι πολύ καλοί και άριστοι μαθητές, αυτοί δηλαδή που καταφέρνουν να ανταποκριθούν πλήρως, να κατακτούν υψηλότατο επίπεδο γνώσεων (όχι δεξιοτήτων), υπέρτερο εκείνου των μαθητών των περισσοτέρων προηγμένων περιοχών του πλανήτη. Το πανεπιστήμιο στην Ελλάδα είναι ένα πραγματικά ελεύθερο πανεπιστήμιο, παρότι κάποιες φορές γίνεται κατάχρηση αυτής της ελευθερίας.

Επιπλέον, τα παιδιά μας έχουν αφιερώσει άπειρες ώρες εξωσχολικής μελέτης για την εξειδίκευση και διεύρυνση της παιδείας τουςΤα πανεπιστήμια συνεχίζουν στον ίδιο ρυθμό, με τεράστια σε όγκο και εύρος προγράμματα σπουδών, τα οποία εξασφαλίζουν στους πολύ καλούς και άριστους φοιτητές γνωστική υπεροχή έναντι των ομηλίκων τους στον αναπτυγμένο κόσμο. Αρκεί να συγκρίνει κανείς το πρόγραμμα σπουδών του ΕΜΠ ή της Ιατρικής Σχολής Αθηνών με ομοταγή ιδρύματα του εξωτερικού. Αυτή είναι και η απλή εξήγηση της διάκρισης των πολύ καλών και αρίστων φοιτητών μας, όταν αυτοί αποφασίζουν να συνεχίσουν τις σπουδές τους στην αλλοδαπή, ακόμα και στα πλέον φημισμένα πανεπιστήμια.

Δεν είμαστε έξυπνος λαός, όπως αυτάρεσκα βαυκαλιζόμαστε. Απλούστατα, οι φοιτητές μας εκπαιδεύονται καλά ώστε να διαθέτουν εύρος γνώσης και προσωπικότητας. Όσοι καταφέρνουν να ανταποκριθούν στην πίεση του ελλαδικού εκπαιδευτικού συστήματος και συμπληρώσουν τις επιστημονικές τους ελλείψεις σε θέματα κυρίως μεθόδου και έρευνας, απέχουν παρασάγγας σε γνωστικό επίπεδο από τους πτυχιούχους άλλων χωρών. Αυτές οι βάσεις είναι η αρχή της διεθνούς τους επιτυχίας.

Οι πτυχιούχοι μας διαθέτουν σημαντική εγκύκλια παιδεία και μπορούν να ανταποκριθούν αρκετά καλά σε πολλές πλευρές της ζωής, δεν είναι μονοσήμαντες προσωπικότητες και απόλυτα εξειδικευμένοι νόες. Παρά την υστέρηση σε όλους σχεδόν τους ποσοτικοποιημένους αξιολογικούς δείκτες, τα ελληνικά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα εξακολουθούν να επιδιώκουν την δημιουργία καθολικών ανθρώπων, επιμένουν στο σημαντικότερο πρόταγμα του ευρωπαϊκού πολιτισμού.

Χωρίς να παραγνωρίζω και να αρνούμαι τα πάμπολλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα ελλαδικά πανεπιστήμια, όσα μπορεί να σκεφθεί και να καταλογραφήσει κάποιος, θεωρώ ότι οι φοιτητές μας και η ευρύτερη κοινωνία δεν πρέπει να παραγνωρίζουν τις δύο όψεις που προανέφερα. Μένει να παλέψουμε για να διορθώσουμε τις ελλείψεις και να θεραπεύσουμε τις πολλές ανεπάρκειες μας. Δεν πρέπει να αρκεστούμε στο ό,τι έχουμε, σε καμιά περίπτωση.

 

Γιώργος Στείρης

Επίκουρος καθηγητής Φιλοσοφίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

* Τα άρθρο φιλοξενείται και στο Huffpost Greece, 20 Οκτωβρίου 2015.

 


Στο:Ελεύθερο Βήμα Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Γιώργος Στείρης, Γν'ώμες, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Ελεύθερο Βήμα, Πολιτισμός, Το Πανεπιστήμιο αλλιώς

Η σύγχρονη μετανάστευση και η γνώση της Ιστορίας

$
0
0

Σοφία ΠατούραΗ σύγχρονη μετανάστευση και η γνώση της Ιστορίας, Σοφία Πατούρα- Σπανού, Διευθύντρια Ερευνών, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών


 

«Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Δημοσιεύουμε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα» άρθρο της Δρ. Σοφίας Πατούρα- Σπανού, Διευθύντριας Ερευνών, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών με θέμα:

«*Η σύγχρονη μετανάστευση και η γνώση της Ιστορίας»

 

Ο λατίνος ποιητής Οβίδιος, στα ποιήματά του Tristia και Ex Ponto, διεκτραγωδώντας «τους σκυθικούς χειμώνες» της εξορίας του στον Εύξεινο Πόντο, κοντά στις όχθες του Δούναβη, αντιμετωπίζει τον ποταμό άλλοτε ως «προστάτη» και «σωτήρα» των κατοίκων της από ‘δώ πλευράς και άλλοτε πάλι ως «βάρβαρο» και «συνωμότη» αφού τα κρυσταλλωμένα νερά του επιτρέπουν την είσοδο των «βαρβάρων» στον πολιτισμένο κόσμο της Δύσης.

Οβίδιος

Οβίδιος

Αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων που διαδραματίζονται στο Δούναβη, ιδιαίτερα κοντά στις εκβολές του, βλέπει τους λαούς που τον περιβάλλουν ως «έθνη άγρια» και «ανάξια» να μνημονευθούν από το συγγραφικό ταλέντο του. Πέρα από τα προσωπικά του βιώματα στην εξορία, ο μεγάλος λατίνος ποιητής εκφράζει αναμφίβολα την πολιτική ιδεολογία της εποχής του, την ιδεολογία γύρω από τα σύνορα και το ρόλο τους, την ιδεολογία των Ρωμαίων έναντι των ξένων. Εξάλλου, για την πλειονότητα των αρχαίων συγγραφέων ο Δούναβης αποτελεί σύνορο που χωρίζει (απείργει κατά λέξη) τη βαρβαρότητα από τον πολιτισμό.

Η αλυσίδα των ρωμαϊκών οχυρώσεων κατά μήκος του ποταμού που από μόνος του, ως φυσικό φράγμα, δεν εξασφάλιζε την ακεραιότητα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, το περίφημο δηλαδή ρωμαϊκό limes, ήταν για τους ανθρώπους της εποχής η «κόκκινη γραμμή» που χώριζε τους δύο κόσμους: τον πολιτισμένο κόσμο της Δύσης από εκείνον της βαρβαρότητας.

Στους επόμενους, ωστόσο, αιώνες «όταν ο ερημωμένος από ανθρώπους βορράς εξέβαλε τους εισβολείς επάνω μας, όταν όλες οι ακτές του Δούναβη προξενούσαν πολέμους», κατά την ποιητική έκφραση του Κλαύδιου Κλαυδιανού, η εικόνα του Δούναβη και των λαών που τον περιέβαλαν άλλαξε και οι γνώσεις των ανθρώπων εκείνης της μεταβατικής εποχής εμπλουτίστηκαν με νέα στοιχεία. Τα μεταναστευτικά φύλα που κατέκλυζαν τις βόρεια του Δούναβη περιοχές και συνωθούνταν για να περάσουν στη νότια όχθη, εξωθημένα από τους συνεχείς πολέμους με νέους λαούς που κατέφθαναν στα μέρη τους και από την ανάγκη για επιβίωση, αποκτούσαν σιγά-σιγά όνομα· η εικόνα του Δούναβη γινόταν πιο ρεαλιστική, απαλλαγμένη από υπερβολές, μυθοπλασίες και ιδεοληψίες.

Όλο αυτό το συνονθύλευμα των λαών και εθνοτήτων, το μωσαϊκό των πολιτισμών, το αμάλγαμα των γλωσσών, το σκηνικό της σύγχυσης με τις αντιθέσεις και τις αντιφάσεις, τις ωσμώσεις και τις αφομοιώσεις, δημιούργησαν ένα νέο και σύνθετο τοπίο στο σύνορο του Δούναβη. Σιγά-σιγά το άλλοτε ισχυρό και απροσπέλαστο φράγμα του μεγάλου ποταμού έγινε ζώνη επαφής και επικοινωνίας των λαών, τόπος συνάντησης διαφορετικών κόσμων. Ο ίδιος ο Δούναβης αποτελούσε από μόνος του μιαν οικουμένη, μία «Βαβέλ» της εποχής, σύμβολο σύγχυσης αλλά ταυτόχρονα πεδίο ώσμωσης και ενότητας.

Η Μεγάλη Μετανάστευση των Λαών είχε ήδη δρομολογηθεί και ο Δούναβης επρόκειτο να γίνει σύνορο-σύμβολο για την ιστορία του Βυζαντίου αλλά και των λαών της μεσαιωνικής Ευρώπης. Βρισκόμαστε σε μια εποχή κατά την οποία η νεοσύστατη αυτοκρατορία της Ανατολής, μπροστά στο όραμα της νέας πολιτικής ιδεολογίας της, εγκαταλείπει τις ξενοφοβικές αντιλήψεις τής Ρώμης περί ακεραιότητας και καθαρότητας της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και του πολιτισμού της. Ανοίγει τα σύνορά της, διευρύνει την πολυεθνικότητά της και με την ενσωμάτωση νέων πληθυσμιακών ομάδων και λαών εμπλουτίζει την πολυπολιτισμικότητά της.

 

Ο Θεοδόσιος (395 μ.Χ.) διαιρεί τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία σε Ανατολική, με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, και Δυτική, με πρωτεύουσα την Ρώμη. Ακολουθεί η μεγάλη μετανάστευση των Λαών.

Ο Θεοδόσιος (395 μ.Χ.) διαιρεί τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία σε Ανατολική, με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, και Δυτική, με πρωτεύουσα την Ρώμη. Ακολουθεί η μεγάλη μετανάστευση των Λαών.

 

Η ρωμαϊκή αυτοκρατορία μετεξελίσσεται και μεταλλάσσεται σταδιακά, διεκδικώντας πλέον, εκτός της πολιτικής και στρατιωτικής κυριαρχίας, το δικαίωμα της εκπροσώπησης της οικουμενικότητας και του παγκόσμιου πολιτισμού. Η έννοια του ρωμαϊκού συνόρου καταρρίπτεται σιγά-σιγά και η ίδια η αυτοκρατορία καλείται να πληρώσει το τίμημα των δικών της ιδεολογικών και πολιτικών επιλογών περί παγκοσμιότητας και αιωνιότητας.

Οι απολίτιστοι και περιφρονημένοι «βάρβαροι» σπάζουν σιγά-σιγά τα δεσμά της απομόνωσής τους και έρχονται σ’ επαφή με τον πολιτισμένο κόσμο της αυτοκρατορίας. Προσλαμβάνουν στοιχεία του πολιτισμού του, εγκαταλείπουν τα άγρια ήθη τους, προσαρμόζονται στη νέα συναρπαστική γι’ αυτούς πραγματικότητα, και γίνονται, στο διάβα των αιώνων, μαζί με τους λαούς που συναντούν στη Δύση, οι σφυρηλάτες της νέας Ευρώπης.

Η μετεξέλιξη, ωστόσο, της αυτοκρατορίας που ταυτίζεται με δύο κορυφαίες ιστορικές εμπειρίες, τη διάδοση του χριστιανισμού και τη Μεγάλη Μετανάστευση των Λαών, πραγματοποιήθηκε μέσα από μακρές, επίπονες και χρονοβόρες διαδικασίες. Ιδιαίτερα ως προς το ζήτημα της αντιμετώπισης των ξένων – εισβολέων, μεταναστών και προσφύγων – τα κείμενα των συγγραφέων της εποχής απεικονίζουν τη διάσταση που επήλθε τότε στους κόλπους της βυζαντινής κοινωνίας.

Παλαιές και νέες ιδεολογίες και αντιλήψεις αντιπαρατέθηκαν σφοδρά, η πολιτική και η στρατιωτική εξουσία ήρθαν σε ανοικτή σύγκρουση κάποιες φορές, κοινωνικές ομάδες αντέδρασαν ξενοφοβικά και βίαια, η περιφέρεια και οι βόρειες επαρχίες, ως πρώτος χώρος υποδοχής των ξένων, στράφηκαν με δριμύτητα κατά της κεντρικής εξουσίας, την οποία μέμφθηκαν για παραμέληση και εγκατάλειψη, παίρνοντας συχνά την τύχη στα χέρια τους.

Ο ρήτορας Θεμίστιος, πολιτικός σύμβουλος τριών αυτοκρατόρων της πρώιμης βυζαντινής αυτοκρατορίας, σε διαρκή αντιπαράθεση προς τον σύγχρονό του, εκφραστή της ρωμαϊκής συντήρησης και ξενοφοβίας, Συνέσιο, μέσα από τους γνωστούς Λόγους που μας κληροδότησε, έχει δικαιωματικά κερδίσει τον τίτλο του μεγάλου θεωρητικού της νέας πολιτικής πρακτικής της αυτοκρατορίας έναντι των ξένων μεταναστευτικών λαών.

Από τη μια επικαλείται τη λογική και τη ρεαλιστική προσέγγιση των πραγμάτων, και από την άλλη επιστρατεύει το συναίσθημα και την ηθική, μέσ’ από ποικίλα φιλοσοφικά σχήματα περί φιλανθρωπίας, ειρήνης και συμφιλίωσης των λαών. Σε μια διατύπωση πολιτικού ρεαλισμού, περιγράφει με λεπτομέρειες και εκπληκτική ακρίβεια τη φυσική διαμόρφωση του Δούναβη με τις λωρίδες ξηράς και τα έλη που διευκόλυναν τη διέλευση των μεταναστευτικών φύλων και καταλήγει ότι «τίποτε δεν μπορεί να χωρίσει τους Σκύθες (Γότθους) από τούς Ρωμαίους· ούτε ο ποταμός, ούτε τα έλη, ούτε τα φράγματα· αυτά μπορεί κανείς να τα διακόψει, να τα διαπλεύσει και να τα υπερβεί».

Μέσ’ από μια σειρά ερωτημάτων-επιχειρημάτων προς το ακροατήριό του, στα οποία εκείνος ως φιλόσοφος προσδίδει και ιδεολογική διάσταση, αποκαλύπτει τον πολιτικό ρεαλισμό που εμπεριείχε η απόφαση του αυτοκράτορά του Θεοδοσίου να δεχθεί και να εγκαταστήσει τους πρόσφυγες Γότθους στα εδάφη της αυτοκρατορίας: οι έρημες από πληθυσμό αγροτικές περιοχές είχαν ανάγκη από εργατικά χέρια ενώ ο απογυμνωμένος στρατός της αυτοκρατορίας χρειαζόταν ενίσχυση, έστω από τις τάξεις των «βαρβάρων». Εξάλλου η πρόβλεψή του ότι εντός ολίγου χρόνου θα αντιμετωπίσουμε τους Σκύθες (Γότθους) ως ομοσπόνδους, ομοτραπέζους, ομού στρατευομένους, ομού λειτουργούντας, θα επαληθευτεί, καθώς πολλοί Γότθοι θα καταλάβουν σε σύντομο διάστημα καίριες θέσεις και υψηλά αξιώματα στον κρατικό μηχανισμό της αυτοκρατορίας, πολιτικό και στρατιωτικό.

Η πολιτική βούληση και η αποφασιστικότητα της κεντρικής εξουσίας της αυτοκρατορίας και των πνευματικών ταγών της, φαίνεται πως υπερίσχυσαν και κυριάρχησαν για το «κοινό όφελος» (κοινή λυσιτελές). Παρακάμπτοντας σκοπέλους, κατευνάζοντας με ποικίλα μέσα τα πνεύματα στις τάξεις των λαϊκών στρωμάτων που πλήττονταν από την εισδοχή των ξένων στα εδάφη της αυτοκρατορίας και αγνοώντας τις ξενοφοβικές κραυγές των εκπροσώπων της ρωμαϊκής παράδοσης, προσπάθησαν και πέτυχαν ν’ αλλάξουν τον ρου της Ιστορίας και να καταστήσουν την νέα αυτοκρατορία μεγάλη, πολυεθνική και παγκόσμια δύναμη.

Ο Κωνσταντίνος και ο Ευσέβιος υπηρετώντας τη νέα πολιτική φιλοσοφία που οι ίδιοι οικοδόμησαν και εγκαινίασαν από τον 4ο κιόλας αιώνα και λειτουργώντας στο πνεύμα του πολιτικού ρεαλισμού που απαιτούσαν οι καιροί, δικαιώθηκαν με τις επιλογές τους καθώς οι διάδοχοί τους ακολούθησαν το πολιτικό τους όραμα και κατέστησαν πράγματι την αυτοκρατορία μεγάλη και παγκόσμια δύναμη.

 

Έλληνες πρόσφυγες στη Συρία κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1923, μετά τη Συνθήκη της Λωζάνης (Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου). Στη λεζάντα της φωτογραφίας, που προφανώς εικονίζει μια σκηνή συσσιτίου, αναγράφεται ότι οι Αμερικανοί σίτισαν 12.000 Έλληνες.

Έλληνες πρόσφυγες στη Συρία κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1923, μετά τη Συνθήκη της Λωζάνης (Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου). Στη λεζάντα της φωτογραφίας, που προφανώς εικονίζει μια σκηνή συσσιτίου, αναγράφεται ότι οι Αμερικανοί σίτισαν 12.000 Έλληνες.

 

Το σύγχρονο φαινόμενο – για να περάσω στο σήμερα – της μαζικής μετακίνησης πληθυσμών διαφόρων εθνοτήτων, με όλες τις παραμέτρους και τα στοιχεία που εμπερικλείει, παραπέμπει, περισσότερο από κάθε άλλη περίπτωση, σ’ εκείνη την μακρινή χρονικά περίοδο της Μεγάλης Μετανάστευσης των Λαών.

Όλο αυτό το σκηνικό ενός μωσαϊκού λαών, γλωσσών και θρησκειών, που εκτυλίσσεται καθημερινά στις τηλεοπτικές οθόνες μας, σε μια αέναη περιπλάνηση μέσ’ από επικίνδυνα ταξίδια στη θάλασσα, στα ποτάμια και στη στεριά, συχνά μπροστά σε τείχη, σε φράχτες και προτεταμένα όπλα, ανακαλεί στη μνήμη μας την εικόνα που δημιουργούν στη φαντασία του αναγνώστη οι λεπτομερείς και παραστατικές περιγραφές λατίνων και ελλήνων συγγραφέων, γύρω από τα γεγονότα της Μεγάλης Μετανάστευσης των Λαών.

Μπροστά σε αυτό το πρωτόγνωρο για την εποχή μας φαινόμενο, η σημερινή Ενωμένη Ευρώπη στέκεται ακόμη αμφίθυμη και διχασμένη· μέχρι πρότινος αδιάφορη και εθελοτυφλούσα σε αυτό που αργά ή γρήγορα θα προκαλούσαν οι δικές της πολιτικές επιλογές, εναρμονισμένες μ’ εκείνες της μεγάλης συμμάχου της, της υπερατλαντικής δύναμης και όχι μόνο.

Λησμονώντας ότι στο επίκεντρο του πολιτικού της δόγματος περί παγκοσμιοποίησης θα έπρεπε να βρίσκονται οι άνθρωποι και η ελεύθερη μετακίνησή τους, στέκεται αμήχανη, διστακτική και αντιφατική μπροστά στην απόγνωση και την απέλπιδα προσπάθεια χιλιάδων ανθρώπων να κερδίσουν την επιβίωσή τους. Αιφνιδιασμένη από το «κακό» που χτύπησε την πόρτα της και διαρκώς πίσω από τις εξελίξεις, προσπαθεί ν’ αντιμετωπίσει το πρόβλημα με ημίμετρα και ασκήσεις επί χάρτου, με τακτικισμούς και διπλωματικούς ελιγμούς, σε κλίμα αναποφασιστικότητας και σύγχυσης.

Θα έλεγα, κλείνοντας, ότι η Ευρώπη βρίσκεται σήμερα ενώπιον μιας μεγάλης ιστορικής πρόκλησης, παρόμοιας – τηρουμένων των αναλογιών που συνεπάγεται η μεγάλη χρονική απόσταση των γεγονότων- μ’ εκείνη που γνώρισε και εκμεταλλεύθηκε επωφελώς η νέα δύναμη της Ανατολής κατά τη μετάβασή της από τη φθίνουσα ρωμαϊκή στη βυζαντινή αυτοκρατορία.

Θα ήταν, λοιπόν, χρήσιμο η σημερινή Ευρώπη να λάβει υπ’ όψη της ανάλογες ιστορικές εμπειρίες και να μελετήσει καλύτερα τη δική της ευρωπαϊκή ιστορική αφετηρία. Ίσως έτσι μπορέσει ν’ αποκτήσει όραμα για το μέλλον της μέσ’ από πολιτικές ρεαλισμού αλλά και ευαισθησίας απέναντι στον άνθρωπο και την προστασία της ζωής του.

 

Σοφία Πατούρα- Σπανού

Διευθύντρια Ερευνών, Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών

* Τα άρθρο φιλοξενείται και στην Εφημερίδα των Συντακτών, 6 Οκτωβρίου 2015.


Στο:Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις, Ελεύθερο Βήμα Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, παγκοσμιοποίηση, Άρθρο, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Ελεύθερο Βήμα, Θεμίστιος, Ιστορία, Μετανάστευση, Μεγάλη Μετανάστευση των Λαών, Πολιτισμός, Συρία, Σοφία Πατούρα- Σπανού

Βενετσιάνοι Μισθοφόροι Stradioti στη Ναυπλία

$
0
0

Βενετσιάνοι Μισθοφόροι Stradioti στη Ναυπλία – Γιώργος Ρούβαλης


 

Μια πρακτική της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας για αμοιβές των μισθοφόρων στρατιωτών της, εκτός από τις πληρωμές σε μετρητά, που συχνά καθυστερούσαν, σε δημητριακά ή και σε υφάσματα για στολές, ήταν κυρίως η παραχώρηση γαιών για να συντηρήσουν εαυτούς, το άλογό τους (αφού ήταν ιππείς) και την οικογένειά τους. Αυτά δεν ήταν φέουδα, αλλά μπορούσαν να μεταβιβαστούν στα παιδιά τους. Η Βενετία μπορούσε να ανακτήσει ενδεχομένως αργότερα αυτές τις γαίες και να τις παραχωρήσει σε άλλους. Έτσι, πολλοί τέτοιοι stradioti εγκαταστάθηκαν και αρκετοί παρέμειναν στη ναυπλιακή πεδιάδα.

Μπορούμε να ανακαλύψουμε σημερινούς απογόνους τους; Μια σαφής ένδειξη είναι και τα επώνυμά τους, ορισμένα βέβαια εξελληνισμένα. Οι stradioti ήταν Έλληνες, Αλβανοί, Ιταλοί, Δαλματοί, αλλά και Γερμανοί, Γάλλοι, Φλαμανδοί, Μπαταβοί (Ολλανδοί) κ.λπ.

Ο Μερκούριος Μπούας, 1953 Νίκος Εγγονόπουλος. Ανάμεσα στους ξακουστούς στρατιώτες της Αργολίδας μερικοί από τους αρχηγούς των έγιναν ιδιαίτερα ονομαστοί για την ανδρεία τους και διαπρέψανε σε πολεμικά κατορθώματα. Ένας από τους διαπρεπέστερους αυτούς στρατιώτες ήταν ο Μερκούρης-Μαυρίκης Μπούας, που είχε γεννηθεί στ’ Ανάπλι στα 1496.

Ο Μερκούριος Μπούας, 1953 Νίκος Εγγονόπουλος. Ανάμεσα στους ξακουστούς στρατιώτες της Αργολίδας μερικοί από τους αρχηγούς των έγιναν ιδιαίτερα ονομαστοί για την ανδρεία τους και διαπρέψανε σε πολεμικά κατορθώματα. Ένας από τους διαπρεπέστερους αυτούς στρατιώτες ήταν ο Μερκούρης-Μαυρίκης Μπούας, που είχε γεννηθεί στ’ Ανάπλι στα 1496.

Μια εξαντλητική έρευνα του λεπτολόγου ιστοριοδίφη μας, Τάκη Μαύρου (1915-2001), που δημοσιεύτηκε σε έξι συνέχειες στο πλουσιότατο Δελτίο Ιστορικών Μελετών Ναυπλίου, που εξέδιδε τη δεκαετία του ’90 με εκδότη τον Δήμο Ναυπλιέων υπό τον τίτλο «Παλαιά Επώνυμα στη Σύγχρονη Αργολίδα», μας επιτρέπει να σταχυολογήσουμε όσα επώνυμα φαίνονται ότι ανήκουν σε στρατιώτες, είτε από τις αρχειακές παραπομπές για καθέναν, που παραθέτει ο Μαύρος (π.χ. «το επώνυμο αναφέρεται σε κατάσταση στρατιωτών του τάδε έτους»), είτε από την προφανή ιταλική καταγωγή τους. Ο Μαύρος σημειώνει επίσης και τις πόλεις και χωριά όπου απαντάται κάθε επώνυμο.

Εάν λοιπόν η αίσθηση που αποκτούμε διαβάζοντας αυτά τα επώνυμα είναι σωστή, οι σύγχρονοι κάτοχοί τους πρέπει να είναι απόγονοι εκείνων των στρατιωτών, που παρέμειναν τελικά στην Αργολίδα. Τούτο ενισχύει περαιτέρω τους δεσμούς της Ναυπλίας με τη Βενετία: αφού οι απόγονοι των στρατιωτών εκείνων παρέμειναν στα μέρη μας και είναι πλέον εξ’ ολοκλήρου Έλληνες, η καταγωγή των προγόνων τους μας φέρνει ακόμα κοντύτερα στο βενετσιάνικο παρελθόν του Ναυπλίου και της περιοχής μας.

Παραθέτουμε λοιπόν ένα τέτοιο κατάλογο, που είναι πιο περιορισμένος από εκείνον του Τάκη Μαύρου, γιατί κρατήσαμε μόνο όσα επώνυμα στρατιωτών σαφώς αναφέρονται ή όσα νομίζουμε ότι ανήκουν σ’ αυτούς.

Οι στρατιώτες αυτοί συμμετείχαν με μεγάλη ανδρεία σε όλες τις πολεμικές επιχειρήσεις των Ενετών του καιρού τους, εναντίον των Τούρκων. Πολλοί και οι οικογένειές τους βρίσκονταν στην υπηρεσία της Βενετίας για πάνω από 200 ή 300 χρόνια. Για την ανδρεία αυτή, η Βενετία τους τίμησε κατά καιρούς με παράσημα, απονομή της βενετσιάνικης υπηκοότητας και καταφύγιο για τους ίδιους και τις οικογένειές τους στη Μητρόπολη ή σε άλλες ενετικές κτήσεις, όπως στην Κέρκυρα, Κρήτη, Κύπρο, κατά τις δύο πτώσεις του Ναυπλίου σε οθωμανικά χέρια.

Μάλιστα ένας Βενετσιάνος συνθέτης και ποιητής, ο Antonio Molino, έγραψε υμνητικά άσματα για έναν γενναίο τέτοιο στρατιώτη, τον Μανώλη Μπλέσση, το όνομα του οποίου έχει δοθεί και σε ένα δρόμο του Ναυπλίου.

Άρα οι σημερινοί απόγονοί τους πρέπει να είναι περήφανοι για τους ανδρείους προγόνους τους, οι οποίοι όμως συχνά περνούσαν μεγάλες στερήσεις και από την πείνα τους έσωζε μόνο η καλλιέργεια των χωραφιών τους και ενδεχομένως το ψάρεμα.

 

Ακολουθεί ο κατάλογος:

 

ΑΡΓΕΝΤΟΣ (χ. Πασά – Ίναχος). Ένας Αργέντος αναφέρεται στους λογαριασμούς του Σταύρου Ιωάννου, στο Amsterdam, το 1800 (116:181). “Argenti” και Σία: Τούρκος υπήκοος στη Βιέννη, το 1797 (166:49). Ευστράτιος Αργέντης: συλλαμβάνεται στη Βιέννη, το 1797, σαν συνεργός του Ρήγα Φεραίου (174:607). Ένας Δε Αρζέντας, από την Σαντορίνη, υπογράφει ως μάρτυς σε συμβόλαιο δωρεάς το 1645 στη Νάξο (92:89). Και Άγιος Ανδρέας Αργέντης, Χίος το 1465 (264). «Πρωτογερακάρης» Αργ., στη Χίο, στις αρχές του 14ου αι. (265:196).

ΒΑΡΒΕΡΗΣ (Άργος 1849, Δαλαμανάρα, Κρανίδι). Στρατιώτης Zorgi Ververi, αναφέρεται σε κατάσταση στρατιωτών του Ενετικού στρατού, το 1541 (261:353).

ΒΙΓΓΟΣ (Άργος). Ένας «Αντώνης Βίγκος», γεντεκλής (ναύτης), αναφέρεται, το 1809 σε κατάσταση του καπετάν Ρούσου στη Κ/πολη (20:1).

ΒΛΑΣΗΣ (Άργος, Ερμιόνη). Ένας «Γεώργιος Βλάσσης» μνημονεύεται ως στρατιώτης, το 1547, στα Ενετικά Αρχεία (261:437). Το επώνυμο συναντάται στην Ήπειρο από το 1603 (194:33). Ένας «Ντέντες Βλάσης» αναφέρεται σε έγγραφο του Αιγίνης και Ύδρας Αμβροσίου, το 1805 (18:298). «Θεοδόσιος Βλάσσης» αναφέρεται σε συμβόλαιο αγοραπωλησίας τουρκικό του 1817, στο Κουτσοπόδι (203). Οικογένεια Βλάση αναφέρεται σε τουρκικό χοτζέτι του 1818, που επιλύει δικαστική διένεξη στο Διμηνιό της Κορινθίας (11).

ΒΟΝ (ΜΠΟΝ) (Ναύπλιο). Ένας Scipio Bon, σοπρακόμιτος το 1479-1483 με δράση στα νερά του Αργολικού κόλπου, αναφέρεται στα Dispacci da Napoli di Romania (259:123). Το ιταλικό αυτό επώνυμο είναι ευρύτατα διαδεδομένο και σαν ΒΟΝ αλλά και σαν Μπόνος ή Μπόνης.

ΒΡΕΛΛΟΣ (Άργος) Με το επώνυμο Vorello απαντώνται, το 1473, στρατιώτες: Ηλίας, Δημήτριος, Ιωάννης (Ionio;) και Νικόλας (260:11). Χωρίον Βρέλη επαρχίας Καινούργιου (Κρήτη) (286:330).

ΒΡΕΤΤΟΣ (Ερμιόνη, Κρανίδι). Συνηθισμένο βαπτιστικό όνομα κατά τον Μεσαίωνα. Το όνομα Βρετός ή Βρεττός το έδιναν σε νεογέννητα οικογενειών, που είχαν μεγάλη παιδική θνησιμότητα, ελπίζοντας ότι, μ’ αυτό τον τρόπο, θα απέφευγαν το θανατικό ή τη βασκανία (όπως άλλωστε, και τα ονόματα Στυλιανός, Σταμάτης, Στεκούλα –στη Μεσσηνία– κ.α.). Το παιδί, δηλαδή, δεν ανήκε στην οικογένεια και, επομένως, η Θεία Δίκη πιθανόν να το παρέβλεπε. Βρεττό, επίσης, λεγόταν και το έκθετο. Πολλοί στρατιώτες, από αυτούς που αναγράφονται στις καταστάσεις του Ενετικού στρατού, έχουν αυτό το όνομα.

ΓΕΩΡΓΙΛΑΣ (Άργος). «Γεωργιλάς», στρατηγός Καλαβρίας, αναφέρεται το ΣΤΦΞΑ (1053/54) (155:130). «Γεωργιλάς Εμμανουήλ» (πιθανόν στρατιώτης) υποβάλλει έκθεση έμμετρο στις Ενετικές Αρχές, το 1533, περί του τρόπου με τον οποίον μπορούν να καταστρέψουν τους Τούρκους (259:313, 29:195). Τοπωνύμιο στο χωριό Ρεμούσταφα (Αδριανή) Πυλίας (313:243, 29:195). Περισσότερα (29:195-196).

ΓΙΑΝΝΟΥΛΗΣ (Άργος). Γεώργης Γιαννούλης αναφέρεται στον Ενετικό στρατό το 1541. Επίσης, Αποστόλης και Ελένη, το 1547 (261:353, 261:457). Τζώρτζης Γιαννούλης, γιατρός στην Ύδρα το 1803, αναφέρεται σε διαταγή του Γαζή Χουσεΐν καπουδάν πασά (18:38).

ΓΚΙΝΗΣ (Επίδαυρος, Ναύπλιο). Αλβανικό τοπωνύμιο “Ljimi Gjigni” (: το αλώνι του Γκίνη) στο χωριό Χαλκιά της Τριφυλίας (313:327). Στρατιώτης Κων/νος Γκίνης (Gini), αναφέρεται σε Ενετικά έγγραφα το 1535 (260:166). Αντώνιος Βασιλείου Γκίνης: θαρραλέος Σπετσιώτης καπετάνιος ταχυπλόου κιρλαγκίτς (είδος ιστιοφόρου), διασπά τον Εγγλέζικο αποκλεισμό (1793) και μεταφέρει από την Κ/πολη στο γαλλικό λιμάνι Μπριγκανσόν, τον πρεσβευτή της Γαλλίας στην Κ/πολη και 200 γάλλους ναύτες (246).

ΓΚΛΑΒΑΣ (Κρανίδι). “Spectabilis Comes Glava”, άλλοτε κύριος των Αγράφων, αναφέρεται σε Ενετικό έγγραφο του Jacomo Barbarigo, Proveditore Generale Della Morea με χρονολογία 25.6.1465 (259:12). Τοπωνύμιο στην Κεφαλονιά. «Χωράφι του Γκλάβα» στο «Πρακτικόν της Αγιωτάτης Επισκοπής Κεφαλληνίας κλπ» το 1262 (318:53).

ΓΚΟΥΜΑΣ (Άργος, Ναύπλιο). Βαπτιστικό όνομα: Ιάκωβος, Γιακουμής Γκούμας, απαντάται, από το 1524, στο όνομα του στρατιώτη Guma Gia στα Ενετικά Αρχεία (260:132), αλλά και πολλών άλλων. Αλβανικό τοπωνύμιο στη Μεσσηνία, “Kjafaj Guma” (: το πέρασμα του Γκούμα), στο χωριό Ψάρι της Τριφυλίας (313:312), και “Laka Guma” στο Κάτω Κοπανάκι της Τριφυλίας (313:321). Επώνυμο στο Αλουποχώρι (Αγρίδι) Τριφυλίας (17:24). Δημήτριος Γκούμας, προεστώς της Ύδρας, συνυπογράφει ομολογία στις 29.3.1792 στην Ύδρα (17).

ΔΑΜΑΛΑΣ (Καρυά, Άργος). Τοπωνύμιο στην Τροιζήνα. Τοπωνύμιο «στου Δαμαλά» στη Σύρο (73:378). Επώνυμο στη Σύρο: Φραγκίσκος d’ Amalas, ιησουΐτης (1639) (1:593). «Άρχων Ληγουρίου Δαμαλάς» (CA. 1450) (169:11). Ανδρόνικος Ζαχαρία de Damala, μέσα ΙΔ’ αι. (314:472). Το επώνυμο μνημονεύεται μεταξύ των πρώτων μικτών οικογενειών Χίων και Γενοατών, στη Χίο, στις αρχές του 14ου αι. (265:196).

ΔΑΡΜΟΣ, ΝΤΑΡΜΟΣ, και ΝΤΑΡΜΑΣ (Ναύπλιο Κιβέρι). Το επώνυμο προφανώς Βενετσιάνικο, σημαίνει τον εξειδικευμένο στη χρήση κάποιου όπλου, τζάγκρα, βαλίστρα, αρκεβούζια κ.λ.π. βενετό στρατιώτη, σαφώς διαχωριζόμενο από τον FANTI που ήταν ο ιταλός στρατιώτης του πεζικού, τον σολντάτο που ήταν ο στρατιώτης γενικά, και τον Stradioto που ήταν ο έφιππος μισθοφόρος συνήθως Αλβανός ή αλβανόφωνος.

“Le Gente Darme, e Fanti a Squadra”, Μ.Ε.Ι./13,31

“200 Fanti e 20 Homini Darme”, Μ.Ε.Ι. 6/6. Αλλά ενίοτε και οι επαγγελματίες μισθοφόροι, οι σωματοφύλακες Μ.Ε.Ι. 6/6.

Έφιππος stradioti του 15ου αιώνα.

Έφιππος stradioti του 15ου αιώνα.

ΔΕΣΥΛΑΣ (Άργος). Οικογένεια Δεσίλα αναγράφεται στον κώδικα του Αγίου Νικολάου των Λατίνων, στο Αργοστόλι, 2ον ήμισυ του 17ου αι. (294:151). «Θανάσης και Ιωάννης Πάντζας Δεσήλας» «εκ παλαιάς Ηπείρου» υπογράφουν, στις 15.8.1788, έγγραφο προς την Αυτοκράτειρα της Ρωσίας Αικατερίνη, περί πολεμικής συνεργασίας (177:102). Οικογένεια προυχόντων αναφέρεται, στην Πάργα, το 1819 (294:447).

ΔΕΣΥΠΡΗΣ (Ναύπλιο). Γεώργιος De Cipris, αναγράφεται σε διαθήκη του 1497 στην Κρήτη (254:664).

ΔΟΜΑΖΟΣ (Κουτσοπόδι). Πιθανόν από το ιταλικό Tomaso (Θωμάς). Τοπωνύμιο «του Ντουμάζη» στον Άη Γεώργη στα Γουβαλάρια (Άγιος Πέτρος) και του Λάπη ή Μπρέχτη (Ριζοχώρι) της Τριφυλίας (313:301).

ΔΟΡΙΖΑΣ (Ναύπλιο, Άργος). Στρατιώτης Tomaso Doriza αναφέρεται στα σχετικά αρχεία, το 1541 (261:333). Θεόδωρος ιερεύς Δορίζας αναφέρεται, το 1524, στη Ζάκυνθο (104:11).

ΖΑΜΠΑΡΕΛΟΣ (Άργος). Στις 21 Οκτωβρίου του 1508 προτείνεται από τις Ενετικές Αρχές να ζητηθεί η έγκριση του Πάπα για την εκλογή του Παύλου Zabarella σαν (καθολικού) επισκόπου Ναυπλίου (Reg. IU, φ.48V – 236:268). Ζαβαρέλλας «εκ Παταβίου», βιογράφος του οίκου Sanudo (1207-1371) (162:90). Κάμιλλος Σαμπερόλος εκλέγεται μετά του Θωμά Διπλοβαλάτζη, αντιπρόσωπος των Πισαυρηνσίων, παρά τω Πάπα (1511-1515) (201Α:105).

ΖΕΓΚΙΝΗΣ (Άργος). «Ζεγγίνης πελούκμπασης», από την Κορώνη, απαντάται σε έγγραφο της Κοιν. Ύδρας το 1811 (20:165). Τουρκιστί zengin = Ο πλούσιος.

ΖΟΓΙΑΣ και ΖΩΓΙΑΣ (Κρανίδι;).

“Noi Gui do Anguiano Signor di Argues et di Napoli… in compenso di boni agradi et acceittabili servitii, che nostro caro et bene amato Kavalier et compagno il Signor di Zoja noi ha fato…” απαλλάσσεται από την υποχρέωση να συντηρεί 4 έφιππους στρατιώτες. Φρούριο του Ναυπλίου Δεκέμβριος 1364. (314:240). Στον Domino Zorzi de Zoia, ευγενή από το Ναύπλιο, παραχωρούνται, το 1545, γαίες αποδόσεως 900 «μέτρων» σιτηρών στο Λασίθι της Κρήτης, για ανταμοιβή των αγαθών, που εγκατέλειψε στη Napoli di Romania (261:412).

ΖΟΥΓΛΗΣ (Χώνικα, Πυργέλα). Ένας Μάρκος Zogli, Capitano Famosissimo μνημονεύεται με δράση στη Θράκη, επί Βαγιαζήτ, περί το 1510 (262:178).

ΖΩΓΡΑΦΟΣ (Άργος, Ναύπλιο). Ένας στρατιώτης Στέφανος Ζωγράφος αναφέρεται σε έγγραφα του Ενετικού στρατού, από το 1531 (261:354). Κυριάκος Ζωγράφος γράφει και μαρτυρεί έγγραφο αγοραπωλησίας το 1762, της μονής Αγ. Δημητρίου Ρεοντινού (49:213).

ΙΑΤΡΟΥ (Άργος, Κοιλάδα, Ναύπλιο). Κλάδος των Μεδίκων της Ιταλίας, εγκατεστημένος στην Αθήνα από τα τέλη του 14ου αι. (163:97, 164:244). Μεδιτζήδες (:ιατροί) αναφέρονται στο Οίτυλο της Μάνης όπου και ολόκληρη συνοικία, το μισό σχεδόν της κωμόπολης λέγεται, ακόμα και σήμερα, «Γιατριάνικα». Οικογένεια αργυραμοιβών, εβραϊκής καταγωγής, αναφέρονται στο Ηράκλειο Κρήτης, μεταξύ 1360-1414 (302).

Από το παλιό βιβλίο του Νικήτα Νήφου-Λάκωνος «Λακωνική Χορογραφία» (εν Αθήναις εκ της Τυπογραφίας Ιωάν. Αγγελόπουλου 1853, σ. 6), σταχυολογούμε τα εξής:

-6-

Περί του Ιατρού

«Αυτός μεν ήταν αδελφέ ο ιατρός εβραίος

Ήξευρε δε ρωμέϊκα καλά ωσάν ρωμαίος

Αυτός αν δε επρόφθανε ήμουν εγώ χαμένος

και εις την γην στα χώματα με τους νεκρούς θαμένος»

από τους στίχους που ακολουθούν φαίνεται ότι η θεραπεία έλαβε χώρα στο Ναύπλιο:

«Η θέρμη ουν εκόπησε η μέση επονούσε

και πέντε μήνες αδελφέ όλο με τυραννούσε

Αφού δε ιατρεύτηκα εις τ’ Αναπλιού το κάστρον

Ένα χρόνο εκάθησα με της αυγής το άστρον».

Η γνώμη ότι οι Ιατροί της Μάνης (Μεδιτζήδες), κατάγονται από τους Μεδίκους της Ιταλίας είναι άτοπος (201α:268). Επώνυμον Ιατρού, μεταξύ εκείνων που είχαν μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία στη Χαλανδρίτσα (128). Παναγιώτης Ιατρού αναφέρεται στην Ύδρα το 1820, σε έγγραφο της Κοινότητος (22:351), Μιχαήλ και Διονύσιος Ιατροί, έχουν συστήσει εμπορικήν εταιρεία από το 1818 (συμβόλαιο 9353/15.1.1848 του Συμβολαιογράφου Ναυπλίου Αναστ. Κ. Ελαιώνος).

ΚΑΒΑΛΙΕΡΟΣ Κατά τη διάρκεια της Ενετοκρατίας, cavalieri λέγονταν εκείνοι, που είχαν ιδιόκτητο άλογο. Ίσως το επώνυμο να χρονολογείται από τότε.

ΚΑΒΑΛΛΑΡΗΣ (Ναύπλιο). Στη Μεσσηνιακή Μάνη, κοντά στο χωριό Λαγκάδα, υπάρχει ένα μοναστήρι της Παναγίας, που λέγεται «του Καβελλάρη». Η ονομασία πρέπει να είναι παλαιότερη από τη χρονολογία «1673», που βρίσκεται χαραγμένη σε κάποια πέτρα στο μοναστήρι. Λιμπέρης Κ. υπογράφει ομόλογο το 1743 στη Νέδουσα (Μεσ.) (235:106). Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, «κάποτε, τα παιδιά ενός Ιταλού δούκα, που λεγόταν Καβελλάρης, εγκατέλειψαν την πατρίδα τους και κατέφυγαν σ’ αυτή την περιοχή της Μάνης. Ο ένας έγινε γενάρχης της οικογενείας Καπιτσανέα (από το: καπουτσίνος;), και ο δεύτερος έχτισε αυτό το μοναστήρι, του Καβελλάρη».

ΚΑΚΑΡΟΥΚΑΣ (Κρανίδι). Αναφέρεται, μεταξύ των στρατιωτών, στα έγγραφα της Ενετικής Γερουσίας, το 1482 (260:29). Χωριό της επαρχίας Γαστούνης (64:452). Μεταξύ των εγγράφων της Μ. Λουκούς, αναφέρεται: διαθήκη μοναχού Γρηγορίου Κακαρούκα, και πωλητήριο Αγγελίνας Γεωργάκη Κακαρούκα (1817) (61:187). Το όνομα είναι αλβανικό και σημαίνει: κακοκυλημένος (202:192).

ΚΑΚΟΥΡΟΣ (Αχλαδόκαμπος). Στρατιώτης Nicolo Cacouri απαντάται από το 1556. (262:174).

ΚΑΛΑΒΡΟΣ (Ναύπλιο). Το επώνυμο απαντάται, από το 1080, σε έγγραφο της Μονής Ιβήρων (28:130). Τοπωνύμιο παρά την Κίττα Μάνης: «Άη Γεώργης στον Καλαβρό». Τοπωνύμιο στην Κεφαλονιά (318:38). Τοπωνύμιο «στ’ Καλαβρέζ»: στο χωριό Μελισσουργοί της Ηπείρου (282:122). Το 1480, ο Γιαννούλης Καλαβρός, PROCURADOR της επισκοπής Ναυπλίου, δανείζει στον Bartolomeo Minio, PROVEDITOR E CAPITANO a Napoli di Romania, υπέρπυρα CCL (=250) (250:132). «Δημήτρης του Καλαυρού»: το 1509, στο Ναύπλιο (154:274). Σεβασμία Πελαγία, ηγουμένη της μονής της Παναγίας Della Grotta στο Ναύπλιο και χήρα του ποτέ Δαμιανού Καλαυρού: αναφέρεται το 1543 (261:415). Επώνυμο στρατιώτη (1547), καταγόμενου Da Napoli Di Romania (260:455). Νικολός Καλαβρός: συνυπογράφει, το 1679, την «κόποια των υπαρχόντων της αγίας Μονής του Παναγίου Τάφου στο Ναύπλιο» (309:256). «Περιβόλι του Καλαβρού»: στη Χάλαντρη Νάξου, αναφέρεται σε συμβόλαιο του 1654 (93:101). «Καλαβρής»: αναφέρεται στον Κώδικα της μ. Σπηλιώτισσας Ζακύνθου (1605) (126:φ17 σελ. β).

ΚΑΛΑΦΑΤΗΣ (Άργος). Ένας Καλαφάτης αναφέρεται στην Κορώνη, το 1707 (183:55).

ΚΑΛΚΟΥΝΟΣ (Ναύπλιο, κ.α.). «Γερογηάνις Καλκούνης από τον Πύργο»: αναφέρεται σε σημείωση επί του βιβλίου «Μέλισσα» (με χρονολογία 1725) της μονής Κατερινού Μακρυνείας (μητρόπολις Αιτωλίας και Ακαρνανίας) (218:146).

ΚΑΛΟΓΕΡΑΣ (Άργος). Στρατιώτης Ιωάννης Καλογεράς του ποτέ Δημητρίου Da Napoli Di Romania: αναφέρεται το 1556, στα Ενετικά Αρχεία (262:79). Επίσης, Κων/νος του Δημητρίου Calogiera, Da Napoli Di Romania, το 1567 (262:120). «Μιχαήλ Καλογεράς»: μεταξύ των φυγάδων Αθηναίων, παρουσιάζεται στις Ενετικές Αρχές της Κορώνης και ζητά σπίτι να εγκατασταθεί (Αύγουστος 1689) (162:201). Ευστάθιος Καλογεράς: δάσκαλος του γιου του Αλή πασά, στα Ιωάννινα (277:26). Το επώνυμο απαντάται, επίσης, στην Ύδρα το 1807 (19:40).

ΚΑΜΙΖΗΣ (Κρανίδι). «Ο Ισαάκιος, ίνα καταπολεμήση την στάσιν του Βρανά (1187), ηναγκάσθη να δανεισθή σπουδαία ποσά παρά του πρωτοστράτορος Μανουήλ του Καμύτζη» γράφει ο Μιχαήλ Ακομινάτος (142:492), (255:379).

Για τον ίδιο Καμύτζη, ο Σπ. Λάμπρος συνεχίζει: «…Εις ταύτας τας τοπικάς στάσεις, προσθετέα ίσως και η τυρρανίς του Μανουήλ Καμύτζη όστις ετάραττε την καθεστώσαν τάξιν μετά του γαμβρού αυτού του Βλάχου Χρυσού, και δη ούτοι:

»αφιστώσι τα πόρωθεν, διεκπίπτουσι Τεμπών των Θεσσαλικών, των πεδιάδων επιλαμβάνονται, παρακινούσι την Ελλάδα, παλίμβολον τιθέασιν την Πέλοπος».

(142:535). «Οικία του Καμίτζη» αναφέρεται στην Κεφαλονιά, προ του 1262 (318:47). Μονή Καμύτζιανης στα Ιωάννινα, Καμήσια λέγονται στην Ήπειρο τα μαυρομάτικα φασόλια (220:169). Καμίτζης, στη Ζάκυνθο, το 1611 (120:φ20 σελ. β). Camichi: γένος πτηνών (230:945). Καμίτζης: οικογένεια στους Γοράνους της Λακωνίας (72:812).

ΚΑΜΠΙΤΗΣ (Άργος, 1844). Κατηγορία στρατιωτών του Ενετικού στρατού. Οι “Vecchi Stratioti de questo Territorio (Di Napoli Di Romania), chiamati Cambites”.

(: Οι παλιοί στρατιώτες αυτής της περιοχής, της Napoli Di Romania, οι αποκαλούμενοι Καμπίτες) (259:191). «Καμπίτες», επίσης ελέγοντο οι Αλβανοί, που εγκαταστάθηκαν σε τόπους πεδινούς.

ΚΑΝΑΚΗΣ (Άργος, 1848). Κανάκης Γεώργιος: στρατιώτης, το 1543, στον Ενετικό στρατό (261:380). Και βαπτιστικό Κανάκης Πουλομάτης, στο Ναύπλιο, το 1509 (154:273).

ΚΑΝΤΡΕΒΑΣ (Κρανίδι). Στρατιώτης Domenego Candreva: αναφέρεται σε κατάσταση του Ενετικού στρατού, με χρονολογία 1541 (261:336). Και Chiurca Cantreva, επίσης το 1541 (261:337). Καντρέβα: μικρό χωριό (σημερινή Ασέα) του δήμου Βαλτετσίου (επαρχία Μαντινείας νομού Αρκαδίας), που πιθανόν οφείλει την ονομασία του στους παραπάνω στρατιώτες (185:309). Η λέξη είναι αλβανική και σημαίνει: συμμαζωμένος (202:194).

ΚΑΠΑΡΕΛΟΣ (Άργος, Καπαρέλι, κ.α.). Στρατιώτης με το όνομα αυτό αναφέρεται στον Ενετικό στρατό, το 1541 (261: 353).

ΚΑΠΟΥΡΑΛΟΣ (Άργος, Κεφαλάρι). Το επώνυμο απαντάται στην Αργολίδα το 1548 (262:10).

ΚΑΡΑΒΕΛΟΣ (Άργος). Ένας Leonardus Karavello, βενετός ευγενής, αναφέρεται από το 1403 (256:6).

ΚΑΡΑΚΑΛΟΣ (Ίρια, Δρέπανο, Κρανίδι, Ναύπλιο). Οικογένεια Καρκαλάδες αναφέρεται σε επιστολή Σωφρονίου, πατριάρχου Ιεροσολύμων, με χρονολογία 1609 (56:224). Η οικογένεια αυτή προέρχεται από τη Δημητσάνα, όπου απαντάται το επώνυμο σαν Καράκαλος ή Καρκαλάς, που είναι το ίδιο (56:227). Πιθανόν να πρέπει να συνδεθεί με το Βενετσιάνικο επώνυμο Caracala, που εμφανίζεται στην περιοχή της Napoli Di Romania τουλάχιστον από το 1542 (261:363, 261:366). Μονή Αγίου Δημητρίου Καρακαλά στη Ναυπλία. Τοπωνύμιο «της Καρκαλούς»: βόρεια από τη Δημητσάνα. Τοπωνύμιο στο χωριό Μύλοι (Περιβόλια) Τριφυλίας (313:150). «Καρκαλούσα» = η ελονοσία, τπνμ. στο χωριό Λαδά της Μεσσηνίας.

ΚΑΡΜΑΝΙΟΛΑΣ (Ασίνη). Ένας «περίδοξος οπλαρχηγός Καρμανιόλα» εκτελείται από τους Ενετούς, το 1432 (176:266). Carmaniola, ενετός στρατηγός εικονίζεται σε τοιχογραφία του Αντων. Βασιλάκη στο Palazzo Ducale στη Βενετία, δεύτερο ήμισυ του 16ου αι. (201Α:165).

ΚΑΡΟΥΣΟΣ, ΚΑΡΟΥΤΣΟΣ, ΚΑΡΟΥΝΤΖΟΣ και ΚΑΡΟΥΖΟΣ (Άργος, Ναύπλιο). «Αλεξ. Καρούσος», νομομαθής, μεταβαίνει από την Κεφαλονιά στη Βενετία για να υποστηρίξει κάποιο εκκλησιαστικό θέμα στο δεύτερο ήμισυ του 17ου αι. (294:71). «Ευστάθιος Καρούσος», αγιογράφος (1756) στην Κεφαλονιά (105:23). «Ιωάννης Βαπτιστής Καρούσος» αφιερώνει εικόνα του Ιωάννου Προδρόμου στο ναό του Αγ. Γερασίμου, στο Κάστρο της Κεφαλονιάς το 1798 (105:22). Μία κόρη της οικογένειας Καρούτσου, την Κατερίνα, από το Άκοβο της Μεσσηνίας, παντρεύτηκε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Η οικογένεια Καρούτσου υπήρχε, μέχρι πρότινος στο Άκοβο. Πολλά ονόματα Καρούσου σε κατάλογο μελών του Συμβουλίου Κοινότητος Κεφαλονιάς (1593) (201). Caruso λέγεται στα ιταλικά, ο εργάτης μεταλλείων θείου, στη Σικελία.

ΚΑΡΩΝΗΣ (Ναύπλιο). Σε παλιό κατάστιχο του Δημ. Καρώνη γραμμένο περί το 1880 αναγράφεται ότι παλαιότερα το επώνυμο της οικογενείας η οποία κατάγεται από τα Αχούρια της Τριπόλεως, ήταν Κουτσόπαπας, και ότι στις αρχές του αιώνα μετονομάστηκαν σε Καρώνης.

ΚΑΣΝΕΣΗΣ (Ερμιόνη). Στρατιώτης μ’ αυτό το επώνυμο αναφέρεται το 1482, στις τάξεις του Ενετικού στρατού (259:200). «Οικογένεια Κανιώση ή Κανέση»: στη Ζάκυνθο, διατηρούσε τη μονή της Πικριδιώτισσας, στα τέλη του 15ου με αρχές 16ου αι. (104:66).

ΚΑΤΣΑΙΤΗΣ (Ναύπλιο). «Πέτρος Αναγνώστης Κατσαΐτης»: στρατιώτης στην Κεφαλονιά, αναφέρεται στα Ενετικά Αρχεία το 1564 (262:107). «Ευαγγελινός Κατσαΐτης, γιος του Σοφιανού και της Λάουρα Ασσάνη»: σημειώνεται μεταξύ εκείνων, που φοίτησαν στο Ελληνομουσείο του Αγίου Αθανασίου στη Ρώμη, κατά τα έτη 1610 – 1730. Ο Ευαγγελινός Κατσαΐτης είχε γεννηθεί το 1646 (294:416). «Πέτρος Αναγνώστης Κατσαΐτης», λεγόμενος «Μανταλάς», βιβλιογράφος, υπογράφει εκκλησιαστικό βιβλίο (στιχηράριον): «Ετελιώθηκε εις τας 1176 Δεκεμβρίου 2 και το έγραψα εγώ ο Πέτρος αναγνώστης Κατσαΐτης λεγόμενος Μανταλάς» (3:332). Επειδή τοπωνύμιο «του Μανταλά» σώζεται ακόμα στην περιοχή του χωριού Κούτσι (Αργολικό) της Ναυπλίας, και επειδή ένας Πέτρος Κατσαΐτης είναι και ο συγγραφέας του γνωστού θρήνου για την κατάληψη του Ναυπλίου από τους Τούρκους το 1715, παρ’ όλο που υπάρχει μια διαφορά 60 ετών στις δύο χρονολογίες, συγχωρείται ενδεχομένως η υπόθεση ότι πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο (88:286). Το επώνυμο «Μανταλιάς» συναντάται ακόμα σήμερα στη Ζάκυνθο. Περισσότερα (293:229-2).

ΚΑΤΣΑΡΗΣ (Άργος 1854, Πόρτο Χέλι). «Κάτζαριν» ναύκληρον που ταξίδευε στα νερά της Ανατολικής Πελοποννήσου (Μονεμβασία) μνημονεύει ο Μιχαήλ Ακομινάτος (13ος αι.) (142:137). «Μιχαήλ Κατσάρης», Bombardier, αναγράφεται το 1545 στα έγγραφα του Ενετικού στρατού (259:283). Μητροφάνης Κάτζαρης, το 1624, νοτάριος στην Κεφαλονιά (Ανέκδοτος Κώδικας μονής Αγ. Παρασκευής Ταφιού (Κεφαλονιά) φ. 24).

ΚΑΤΣΙΚΗΣ και ΚΑΤΣΙΚΑΣ (Άργος 1849, Ναύπλιο). Όνομα στρατιώτη του Ενετικού στρατού, χρονολογούμενο από το 1543 (261:378). Ένας «Γιάννης Κατσίκης», υπηρέτης του πασά Ασουμάν (Οσμάν;) των Ιωαννίνων, φονεύεται από τους οπαδούς του Διονυσίου (του Σκυλοσόφου), το 1611 (191:83). «Κατσικά», ονομασία χωριού των Ζαγορίων Ηπείρου (135:7). «Κατζήκας» υπογράφει έγγραφο που βρίσκεται στο αρχείο της μ. Ελώνης (67:118). Οικογενειακό επώνυμο στην Αρτσίστα Ζαγορίων (136:197).

ΚΕΡΑΜΙΔΑΣ (Άργος, Κοφίνι, Πασά). Anagnosti Calogheraki Cheramidi, από τη Ζαρνάτα της Μάνης. Το επίθετο αναφέρεται σε κατάσταση, που συνόδευε έγγραφο αναφορά των Βοιτυλιωτών προς την Ενετική Δημοκρατία, το 1690 (118). Συμβολαιογράφο «Κεραμίδη» συναντούμε, το 1697, στην Αργολίδα (119). Ονομασία χωριού στα Ζαγόρια Ηπείρου (132:75). «Κεραμίδης» στο υπ’ αριθ. 3668, -Νοέμβριος 1845-, συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Άργους Αναστ. Μαυροκεφάλου, (Ανέκδοτο Αρχείο συμβολαιογράφου Ν. Ντόκου).

ΚΛΑΔΟΥΡΗΣ και ΚΛΑΔΟΥΡΑΣ (Άργος κ.α.). Αναφέρεται στρατιώτης «Μανώλης Δημητρίου Claduri» σε κατάσταση του Ενετικού στρατού, το 1541 (261:355). «Acladuri» αναφέρεται σε κατάλογο πολιτών από τα Χανιά Κρήτης, που εγκαταστάθηκαν στην Κέρκυρα, τον 17ο αι. (158:454).

ΚΛΙΑΣΟΣ (Άργος). Στρατιώτης «Δημήτριος Κλιάστος» αναφέρεται σε έγγραφα του 1541 των Ενετικών Αρχών (261:356). Η λέξη είναι αλβανική και σημαίνει: κλαψιάρης (202:194).

ΚΟΚΚΙΝΟΣ (Ναύπλιο). «Δημήτριος και Γεώργιος Κόκκινος»: στρατιώτες, αναφέρονται από το 1541 (261:353). Τοπωνύμιο «του Κόκκινου», στο χωριό Κόκκινο της Πυλίας (313:159). «Γεώργης Κόκκινος» αναφέρεται σε προικοσύμφωνο του 1798, στο Λεωνίδιο (178:305).

ΚΟΚΟΤΟΣ (Άργος, 1877). «Θεόδωρο Cocoto» συναντούμε στρατιώτη στον Ενετικό στρατό, το 1541 (261:347). Τοπωνύμιο στο χωριό Καρβούνι Τριφυλίας (313:161).

ΚΟΜΑΣ (Ερμιόνη). Σε έγγραφο των Ενετικών Αρχών, με ημερομηνία 15 Οκτωβρίου 1549, αναφέρεται ένας «Theodosio Coma», στον οποίο χορηγήθηκε μια αποζημίωση 20 δουκάτων (262:23).

ΚΟΜΙΝΗΣ (Ναύπλιο, 1858). Στρατιώτης Cominus απαντάται από το 1492 (260:49).

ΚΟΝΤΟΣ (Ναύπλιο κ.α.). Κόντος ονομαζόταν ο ένας από τους τρεις παιδαγωγούς, που συνόδευσαν τον Μιχαήλ, γιο του Θωμά Παλαιολόγου, δεσπότη του Μορέως, στη Ρώμη, και αργότερα τον συμβούλευσε να καταφύγει στον Μωάμεθ (1465) (152:38). Κόντος ή Κοντός αναφέρεται στρατιώτης, το 1506 (260:81). «Μαρίκος Κόντος» υπογράφει, ως μάρτυς, έγγραφο του μετοχίου του Παναγίου Τάφου (της Αγιά-Μονής), το 1679 (309:257). Τοποθεσία «του Κοντ»: στην Άνω Βίτσα παρά τον αγρό του Κόντου (268:197).

ΚΟΡΩΝΑΙΟΣ (Άργος, Ναύπλιο). Στρατιώτης «Ιωάννης Κορωναίος» αναφέρεται στα Ενετικά Αρχεία, το 1530 (260:148). «Γεώργιος Κωρονέος» αναφέρεται στο «Πρακτικόν κλπ.» της Εκκλησίας Κεφαλληνίας, το 1262 (318:29).

ΚΟΣΜΑΣ (Άργος). Ονομασία χωριού της Κυνουρίας, πάνω στον Πάρνωνα. Σε έγγραφο του Ενετικού Συμβουλίου με χρονολογία 4 Μαρτίου 1571 αναγνωρίζονται μεταξύ των Capitani της Μάνης και ο «Cosma Dimitri», και μεταξύ των πρεσβευτών ο «Antonio Cosma», που ίσως έχουν κάποια σχέση με τους ιδιοκτήτες της περιοχής της Κυνουρίας, που πήρε και το όνομά τους (185:310). Ένας «Κοσμάς», καταγόμενος από την Κορώνη, αναφέρεται το 1514 (183:56). «γεόργιοσ κοσμάσ» συνυπογράφει με άλλους αναφορά προς τις Ενετικές Αρχές, το 1694. Μετά την εγκατάλειψη των Αθηνών από τον Μοροζίνη (Μάρτιος, 1688), ένας ωρισμένος αριθμός Αθηναίων παρακολούθησε τους Ενετούς στο Ναύπλιο. Ένας από τους φυγάδες αυτούς ήταν και ο «γεόργιοσ κοσμάσ». Με το έγγραφο, υποδείκνυαν τον Μπεναλδή σαν κατάλληλο δάσκαλο των παιδιών τους, στην Πάτρα (189:85). «Κοσμάς Αντρέας» αναφέρεται σε προικοσύμφωνο στη Ζάκυνθο το 1706 (126:φ88). «κγοσμάς ιερομόναχος ο μοραΐτης» υπογράφει πρωτόκολλο παραλαβής του λειψάνου της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστης στις 13 Απριλίου 1725 στην Κέρκυρα, ως καθηγούμενος του μοναστηριού της Αγίας Αικατερίνης (157:466). «Γεώργιος Κοσμάς, τρομερός κλέφτης και απόγονος κλεφτών» από το χωριό Αετός Τριφυλίας, συνόδευε τον Γιάννη Κολοκοτρώνη (Ζορμπά) στην επίθεσή του, το φθινόπωρο του 1805, εναντίον του πρωτοσύγκελλου Άνθιμου Ανδριανόπουλου (177:98, 45:121, 72:717). «Γκίκας του Κοσμά» αναγράφεται σε κατάσταση της Κοιν. Ύδρας το 1802 (17:314).

ΚΟΥΖΗΣ και ΚΟΥΤΣΗΣ (Φούρνοι, Δίδυμα). Απαντάται στα Ενετικά Αρχεία, από το 1482 (260:28, 260:76, 260:111, 260:151, 261:353, 261:344, 261:361, 261:362, 261:388). Επώνυμο στρατιώτη, από το 1542 (261:361). Απαντάται συχνά, στον κώδικα της μ. Σπηλιώτισσας Ζακύνθου (126). «Κούτσι»: χωριό της Β. Ηπείρου, και της Αργολίδας.

ΚΟΥΡΤΕΣΗΣ (Άργος, Κρανίδι). Στρατιώτες «Ανδρέας και Νικολός Cortessis» αναφέρονται σε έγγραφα των Ενετικών Αρχών από το 1541. Καταγόντουσαν από την Μονεμβασία (261:352). Χωριό της Ηλείας. Τοπωνύμια «Κορτέση» στα χωριά: Κόκκινο Πυλίας, Βαριμπόμπη (Μοναστήριον) και Τρουκάκη (Πανόραμα) Τριφυλίας (313:168). «Γεώργιος Κουρτέσης ο Σχολάριος» λεγόταν και ο πρώτος διορισμένος από τον Μωάμεθ Β’ πατριάρχης Κ/πόλεως Γεννάδιος.

ΚΟΥΤΟΥΒΑΛΗΣ (Ερμιόνη). «Δημήτριος Κουτούβαλης», στρατιώτης, αναφέρεται στα έγγραφα των Ενετικών Αρχών, από το 1535 (260:166). «Avocato fiscal Dr Co, Lorenzo Cottuvoli» αναφέρεται από τους Ενετούς συνδίκους εξεταστές του Μορέως, σε έγγραφό τους του 1704 (145:815). «Σωφρόνιος Κουτούβαλης», επίσκοπος στην Κεφαλονιά το 1782 (294:67). Σημαντική οικογένεια στη Ζάκυνθο, τουλάχιστον από το 1610 (126:φ. 20 σελ. β).

ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΟΣ (Ναύπλιο). Απαντάται σε κατάσταση, που συνόδευε έγγραφο αναφορά των Βοιτυλιωτών προς την Ενετική Δημοκρατία, το 1690 (118:426, 436). Τοπωνύμιο στη Λιγούδιστα (Χώρα) Τριφυλίας (313:170). Τοποθεσία στη Λαγκάδα Κόνιτσας (283:224).

ΚΥΡΙΑΚΗΣ (Παλ. Επίδαυρος). «Nichiforo Chiriachi» από την Κέρκυρα μνημονεύεται το 1554 (262:64). Ίσως να υπάρχει κάποια σχέση ανάμεσα στους δύο αυτούς κλάδους, της ιδίας πιθανόν οικογένειας. Γιατί, όπως γράφει ο Λ. Βροκίνης, εκείνοι που ακολούθησαν τους Ενετούς, όταν αυτοί εγκατέλειψαν το Ναύπλιο το 1540, ανερχόντουσαν σε 1200, και η περιοχή Επιδαύρου, τότε, περιλαμβανόταν μέσα στα όρια της Napoli di Romania (46:247). Οικογενειακό επώνυμο «Κυργιάκου» στο χωριό Φραγκάδες Ηπείρου (131:243).

ΛΑΚΙΩΤΗΣ (Άργος). «Καπετάν τενετες νάτζος λακιοτης» υπογράφει, στις 15.8.1788, έγγραφο προς την αυτοκράτειρα της Ρωσσίας Αικατερίνη Β’, από την Παλαιά Ήπειρο, περί πολεμικής συνεργασίας κλπ. (177:102).

ΛΑΛΙΩΤΗΣ (Βιβάρι Ναυπλίου). Στα Ενετικά Αρχεία απαντούμε στρατιώτες Pelegrin και Theodoro Laloti da Napoli di Romania σε έγγραφο του 1542 (261:374). Χωριό της Κορινθίας (64:458). «Βουνό του Λαλιώτη»: τοπωνύμιο στο χωριό Φαγιά Ζακύνθου (104:113).

ΛΕΚΑΣ (Άργος, Ναύπλιο κ.α.). Βαπτιστικό όνομα πολλών στρατιωτών, κυρίως αλβανικής καταγωγής, αλλά και επώνυμο. Σε «θύμηση» επί ευαγγελίου της μονής Βίτσης (Δωδώνη Ηπείρου) αναφέρεται ως ιδιοκτήτης του ένας «Γεώργιος Λέκας» ποστέλνικος (ανώτερος υπάλληλος του Υπουργείου Εξωτερικών), το 1626, καταγόμενος από τα Ιωάννινα (267:107). «Ράχη του Λέκα», στο χωριό Σιδερόκαστρο Τριφυλίας και Αλή-Τσελεπή (Κάτω Σαμικόν) Πυλίας (313:178).

ΛΙΟΝΤΑΣ (Κρανίδι, 1851). Ένας Zorzi de Londa, Zitadin de questo luocho (: Thermissi, Castri et Vorsicha) αναφέρεται σε έγγραφο με χρονολογία 15 Απριλίου 1480, του Bartolomeo Minio προς την Ενετική Σύγκλητο (259:119). Σε έγγραφο του 1545, αναφέρεται ο Domino Franco de Londa cittadino nobile da Napoli di Romania και τα παιδιά του Nicolo και Andrea (261:408). Theodosio da Londa cittadino nobile da Napoli, σε έγγραφο του 1545 (261:414), επίσης Manusso Londa και τα παιδιά του Zorzi και Antonio, σε έγγραφο του 1552 (262:41).

ΛΟΥΜΗΣ (Κρανίδι, 1863). Αλβανικό βαπτιστικό όνομα. Απαντάται στους στρατιώτες Lumo Renessi, το 1504 (258:60) και Lumi Prifti, το 1541 (261:337), όπως ασφαλώς και σε άλλους. «Λούμη»: χωριό της περιοχής Σέρβου Γορτυνίας (185:312).

ΛΥΓΟΥΡΙΑΤΗΣ (Άργος 1892, Κούτσι (Αργολικό), Ναύπλιο 1853). Στρατιώτης Nicolo Liguriati da Napoli di Romania απαντάται, το 1542, σε Ενετικά έγγραφα (261-:374). Το επώνυμο απαντάται σε έγγραφα της μονής Αγ. Δημητρίου Ρεοντινού Κυνουρίας, το 1780 (49:233).

ΜΑΤΖΑΒΡΑΚΟΣ (Ναύπλιο, Ίρια). Στον Γεώργιο Maravracco (γρ. Mazavracco;) πρόσφυγα από την Αθήνα, παραχωρείται εγκατάσταση στα χωριά Cari (;) και Zorzi (;) από τις Ενετικές Αρχές (162:330).

ΜΕΝΤΗΣ (Άργος). Ένας Medin αρχηγός του Κροατικού τμήματος που έλαβε μέρος στην υπεράσπιση του Παλαμηδίου αναφέρεται στην έκθεση του Daniel Dolfin (1715). Ένας Μεντής, διάσημος ιππέας από το Άργος σκοτώνεται έξω από την Αθήνα κατά την Επανάσταση.

ΜΕΞΗΣ (Ερμιόνη, Κρανίδι, Πόρτο Χέλι, Τολό). Στρατιώτης Meza (Μέξα) αναφέρεται στα έγγραφα των Ενετικών Αρχών από το 1473 (260:12). Το επώνυμο απαντάται στις Σπέτσες από το 1803 (18:5).

ΜΗΛΙΩΤΗΣ και ΜΥΛΙΩΤΗΣ (Ναύπλιο). Επώνυμο στρατιώτη, το 1544 (261:391). Τοπωνύμιο «του Μηλιώτη» στην Πυλία Μεσσηνίας (313:196). «Χάνι του Μηλιώτη»: βορεινά από τα Φίχτια Αργολίδας. Νικηφόρος Μηλιώτης, ιερεύς, ιδρύει μοναστήρι το 1660 στη Ζάκυνθο (104:116).

ΜΟΘΩΝΙΟΣ (Άργος). Λέγεται ο από την Μεθώνη καταγόμενος. Απαντάται συχνότατα. Ο αρχαιότερος Μοθωνέος, που συνάντησε ο γράφων, είναι ο στο «Πρακτικόν της εκκλησίας της Κεφαλληνίας κλπ.» αναφερόμενος προ του 1262 (318:29).

ΜΟΙΡΑΣ (Επίδαυρος). Γιάννης Μοίρας, σε έγγραφο του 1794, στη Ζάκυνθο (126:φ. 117 σελ. β). Βαπτιστικό σε στρατιώτη του Ενετικού στρατού: Mira Bardi, το 1511 (258:19).

ΜΟΥΡΜΟΥΡΗΣ (Άργος, Ναύπλιο) ή ΜΟΡΜΟΡΗΣ, ή Μούρμουρας στις 28 Δεκεμβρίου 1539 αποστέλλονται στη Βενετία δύο Ναυπλιώτες, ο Ιάκωβος Μόρμορης και ο Γεώργιος Ραμουσάτης, για να περιγράψουν την κακή κατάσταση του Φρουρίου και να ζητήσουν βοήθεια (236:273). Στρατιώτης Εμμανουήλ Μόρμορης Ναυπλιεύς μνημονεύεται στα Ενετικά Αρχεία από το 1570 (46:253). Διαπρέπει σαν αρχηγός των επαναστατών της Β. Ηπείρου (1570).

«Ανήρ γενναίος και ειδήμων των εν Ηπείρω τοποθεσιών» (249:164). Το επώνυμο απαντάται πολλές φορές και στον Κ. Σάθα (262:393). «Τζόρτζις μούρμουρις» υπογράφει συμβόλαιο το 1594 στη Ζάκυνθο (104:52). Το επώνυμο απαντάται σε σημείωση στον κώδικα της μονής Χρυσοπηγής Στεμνίτσας, το 1790 (51:329). Δημήτρης Μούρμουρης αναγράφεται σε «κατάλογο των ανθρώπων οπού θα ‘ρθούν οι καλοκαιρινοί λουφέδες απάνου» στην Ύδρα (αχρονολόγητο, αλλά πιθανόν περί το 1804) (18:138).

«Το οικόσημον του εκ Κυδωνίας Κρήτης Ιωάννου Μόρμορη, ιχθύς ασημένιος επί κυανού πεδίου με τρεις χρυσούς αστέρας» (290Α:373).

ΜΠΑΛΑΜΠΑΝΗΣ (Άργος 1849). Το 1464 (4 Φεβρουαρίου), ο Σούμπασης Balaban, άνθρωπος μεγάλης φήμης και συστημένος από πολλούς καπετάνιους, στρατηγούς και προνοητές, προσλαμβάνεται στις τάξεις του ενετικού στρατού (261:1). Ένας Marco Balaban, τούρκος βαφτισμένος χριστιανός, βρίσκεται ανακατεμένος σε μια υπόθεση κατασκοπείας στην Κορώνη, το 1465 (259:74). Τοποθεσία «Μπαλαμπάνα» λίγο πριν φθάσουμε στο Μούχλι. Τοπωνύμιο «του Βαλαβάνη». Οικισμός του Άργους, εγκαταλελειμένος το 1868 (14). Ο Χατζή Γιάννης Εμμανουήλ Μπαλαμπάνος, από τα Ψαρά, υπογράφει πωλητήριο έγγραφο στις 25.7.1797 στο Ζητούνι (Λαμία) (17:282).

ΜΠΑΛΑΦΑΡΑΣ (Άργος). Σε μια Agnese Malafara da Napoli και τα παιδιά της Σωτηριανό και Γιαννάκη, που γεννήθηκαν στο Ναύπλιο, παραχωρείται κάποια θέση στο Ριάλτο της Βενετίας (262:459).

ΜΠΑΡΔΗΣ (Άργος 1851, Δίδυμα). Στα Ενετικά Αρχεία, στρατιώτης Pierro Bardi αναφέρεται το 1541 (261:338). Στρατιώτης Gigni Bardi, το 1544 (261:392). Αλβανικό τοπωνύμιο «Laka Bardi» στο χωριό Βαριμπόμπη της Τριφυλίας (313:321). Η λέξη είναι αλβανική και σημαίνει λευκός.

ΜΠΑΣΤΑΣ (Άργος). Επώνυμο οικογένειας στρατιωτών, από το 1512 (260:XIV). Τοπωνύμιο «του Μπάστα» στο χωριό Λογγά της Πυλίας. Όνομα μιας αλβανικής φάρας της νοτίου Αλβανίας αλλά και της Ιταλίας (313:295). Χωριό της Αρκαδίας.

ΜΠΑΤΑΒΟΣ (Ναύπλιο). Μπαταβοί ελέγοντο και λέγονται ακόμα οι Ολλανδοί, που κατάγονται από την Batavia. Το επώνυμο ίσως είναι εθνικής καταγωγής σημαντικό, όπως το Φράγκος, Ρούσσος, Αρβανίτης κλπ. Λαϊκή έκφραση σημαίνει τον ανόητο.

ΜΠΕΛΟΚΑΣ (Άργος). Στις 2 Ιουνίου 1512, αναχωρούν από τη Βενετία τα πλοία ιδιοκτησίας Γεωργίου Ψαρά και Ιωάννου Belocha, που μεταφέρουν εφόδια στο Ναύπλιο (236:268). Μία Κατερίνα Belocha απαντάται το 1548 στα Ενετικά Αρχεία (262:11). Laurenzio Belochio: έχει χαράξει το όνομά του σε μια κολώνα της Αγ. Μονής Ναυπλίου (Bel’ Ochio: αυτός, που έχει ωραία μάτια). Επιτύμβια πλάκα με την επιγραφή: (1630) ΚΥΜΗΤΥΡΙΟΝ ΤΟΥ / ΟΣΙΟΤΑΤΟΥ / ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΜΠΕΛΟΚΑ / ΕΚ ΧΩΡΑΣ ΝΑΥΠΛΙΟΥ: βρίσκεται εντοιχισμένη στη νότια πλευρά του καθολικού της μονής Αρτοκοστάς Κυνουρίας (13:259). Ο Νικηφόρος Μπελόκας, με το κοσμικό όνομα Νικόλαος, υπήρξε ο ανακαινιστής της μονής, το 1617, όπως αναγράφει σχετικό σιγίλλιο (13:262).

ΜΠΕΝΟΣ (Άργος). Λατινικό βαπτιστικό όνομα, αργότερα και επώνυμο (119). Γεώργιος Μπένος βεβαιώνει έγγραφο, το 1713, στο χωριό Νεζερά της Αχαΐας (291:63).

ΜΠΕΡΚΕΤΗΣ (Πόρτο Χέλι). Στρατιώτης Thodaro Barcheti στην Κεφαλονιά, το 1561 (262:97). Πέτρος Μπερκέτης, μελογράφος, αναφέρεται σε κώδικα του 18ου αι., στη Ζάκυνθο (40:61).

ΜΠΙΜΠΗΣ (Άργος 1873, Επίδαυρος, Χέλι). Ένας Antionio Bibi, μακαρίτης το 1543, κατείχε το αξίωμα «Di Cao di Guarda nel Sextier di S. Marco et di Casonier del cason di Frezaria…” (261Q383). “Στ’ Βρύσ’ τ’ς Μπιμπαίοι»: πηγή της Καστάνιανης Ηπείρου, όπου κατοικούσε ο Μπίμπας (283:226).

ΜΠΟΓΑΣ (Άργος) και ΜΠΟΥΓΑΣ. Χωριό Μπουγά και Μπουγιάτι στην Αργολίδα, αλλά και αλλού, που οφείλουν την ονομασία τους ενδεχομένως σε μέλη της οικογένειας Μπούα. Το όνομα Μπούας αναφέρεται από τον Κ. Σάθα, το πρώτον αν δεν κάνω λάθος, το 1406, ως Μαυρίκιος Μπούας Σγουρός (256:ΧΧΙΙ). Έκτοτε το επώνυμο επαναλαμβάνεται συχνά. Dιμων Μπουγαc, το 1642, από επιτύμβιο πλάκα μέσα στον καθολικό της μονής του Αγίου Ιωάννου στο Λιβάδι (Καρυάς), στην Λευκάδα. Τοπωνύμιο «Λάκκα του Μπουγά» στο χωριό Αελιάς Ολυμπίας (313:207). Τοπωνύμιο στο Πραστό Κυνουρίας: «στου κυρ Γεωργάκη Μπουγά», σε έγγραφο της μ. Ρεοντινού, το 1762 (49:213). «Ιωάννης Μπογάς»: υπογράφει σε κατάσταση διανομής λαδιού, στα Ιωάννινα, το 1820 (114:117). Μπουγάς: σε διαθήκη τυ 1638, στη Ζάκυνθο (126:φ55). Διεξοδικότερα με την καταγωγή της οικογένειας Μπούα είχε ασχοληθεί ο Κ. Η. Μπίρης (202:39). Βλέπε και: ExJoannis Coronaei rebus a Mercurio Bua gestis (314:367-370).

ΜΠΟΖΙΚΗΣ (Ερμιόνη). Παλαιά οικογένεια από τη Ζάκυνθο.

ΜΠΟΖΟΝΕΛΟΣ (Άργος, Καρυά κ.α.). Πιθανώτατα πρόκειται περί αναγραμματισμού: ο από την Bologna της Ιταλίας καταγόμενος ή προερχόμενος, ο Μπολονέζος, έγινε Μποζονέλος (229:160).

ΜΠΟΝΑΦΙΝ (Ναύπλιο 1800-1893). Τοπωνύμιο «Μποναφέ» ανάμεσα στα χωριά Πισινώντα και Μουζάκη Ζακύνθου (109:174). Κων/νος Μποναφίς, νοτάριος, απαντάται σε διαθήκη του 1617 στη Ζάκυνθο (126:φ26, 84).

ΜΠΟΝΗΣ (Άργος). «Κώστας Μπόνι» αναφέρεται μεταξύ των οφειλετών στην έκθεση, που υπέβαλαν οι πραγματογνώμονες στις Ενετικές Αρχές, σχετικά με την περιουσία των Μαρουτσαίων στην Άρτα της Ηπείρου, το 1756 (189:63). Ένας Μέτσο Μπόνιος, ιταλικής πιθανόν καταγωγής, αναφέρεται μεταξύ του ανωτέρου προσωπικού της αυλής τυ Αλή πασά (141:33). Ένας Μπόνης, πιθανόν στο Βουκουρέστι, αναφέρεται σε επιστολή του Ι. Νικολόπουλου προς τον αδελφό του Κων/νο, στο Παρίσι (;), το 1818 (92:253). Don Paolo de Bonis: λατίνος κληρικός περί το πρώτο μισό του 17ου αι., στην Κέρκυρα (292:137-9). «Φραγκιάς Μπόνης» αναφέρεται να αγοράζει «ένα κατάλυμα εν Μαράθι Μυκόνου», την 2.4.1676 (233).

ΜΠΟΥΖΑΣ και ΜΠΟΥΖΙΟΣ και ΜΠΟΥΖΟΣ (Κρανίδι, Κιβέρι). Στρατιώτης Stephano Busi μνημονεύεται στις τάξεις του Ενετικού στρατού, το 1541 (261:338). Τοπωνύμιο «ο Μπούζης» στο χωριό Κάτω Κοπάνιτσα (Καρυαί) Τριφυλίας και Σμαρλίνα (Στόμιον) Ολυμπίας. Το «Μπούζι», «του Μπούζη»: το σημερινό χωριό Ελαία Τριφυλία (313:208). «Νικολής Κωνσταντή Μπούζα» αναφέρεται στο 1809 σε έγγραφο του Αρχείου Ύδρας (19:424). Το επώνυμο είναι ίσως Ηπειρωτικό, γιατί αναφέρεται και αλβανός Ταφίλ Μπούζης μετεπαναστατικά (131:241). Τοπωνύμιο «του Βούζη» (Μπούζη;) στην περιοχή Μέρμπακα (Αγ. Τριάδα) Αργολίδας αναφέρεται στο «Υπόμνημα» του Επισκόπου Ναυπλίου και Άργους Λέοντος, το 1144 (12:15).

ΜΠΟΥΚΟΥΡΑΣ (Άργος, Πασά (Ίναχος), Ναύπλιο). Στρατιώτης Γκούμας (Ιάκωβος) Μπούκουρας χρονολογείται από το 1511 (261:338). Τοπωνύμιο «του Μπούκουρα» στο χωριό Ψάρι της Τριφυλίας (313:208). Επώνυμο αναφερόμενο μεταξύ των Φιλικών του χωριού Μαγούλιανα (128:339-42). Χωριό Μπούκουρα στην επαρχία Πατρών (64:450). Και συνθηματική γλώσσα στην Ήπειρο: «τα Μπουκουρέικα» (271). Νικ. Μπούκουρας υπογράφει έγγραφο (τουρκικό), το 1818, στην Αλωνίσταινα (69:367).

ΜΠΟΥΡΛΟΣ (Δερβενάκια). Το «χάνι του Μπούρλου» στα Δερβενάκια. Το επώνυμο γνωστό και από το Αργίτικο δημοτικό: «του Μπουρλού μωρή το σαλβάρι σου κλπ.». Αλβανικό τοπωνύμιο «Laka Mburlu» στο χωριό Μαλίκι (Πολυθέα) Τριφυλίας (313:322). Η λέξη είναι ιταλική και σημαίνει: αστείος.

ΜΩΡΟΣ (Άργος, Κρανίδι). Στρατιώτης Μώρος από την Ναύπακτο, αναφέρεται στο 1563 στα Ενετικά Αρχεία (262:107). Τοπωνύμιο «του Μώρου» στο Σιδερόκαστρο της Τριφυλίας (313:211).

ΝΕΡΟΥΤΣΟΣ (Άργος 1845). Αναφέρεται από τον 15ο αι. (Nerozzo) (88:289-293).

ΝΤΑΝΤΗΣ (Ναύπλιο). Στρατιώτης στον Ενετικό στρατό Ιωάννης Tandi αναγράφεται το 1541 (261:353). Το επώνυμο Tandi αναφέρεται στον κατάλογο των ευγενών από το Ηράκλειο Κρήτης που εγκαταστάθηκαν στην Κέρκυρα τον 17ο αι. (158:452). Georgius T., κρητικός, εγγράφεται στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας το 1638 (238:262).

ΝΤΟΚΟΣ (Κουτσοπόδι, Μύλοι). Ένα επώνυμο που απαντάται σχετικά συχνά στην Αργολίδα, είναι και το Ντόκος. Με κέντρο πιθανόν το Κουτσοπόδι, όπου είναι και πολυαριθμότερο, έχει απλώσει μέχρι τους Μύλους, Κούτσι, Ναύπλιο, και φυσικά και την Αθήνα.

Για την προέλευση αυτής της οικογένειας, ούτε ιστορικά είναι βεβαιωμένο τίποτα, αλλά ούτε και τα μέλη της διέσωσαν κάτι σαν παράδοση. Έτσι, στην αναζήτηση της καταγωγής της, μοιραία θα περιοριστούμε σε εικασίες.

Επειδή τα οικογενειακά επώνυμα δεν παρουσιάζονται τυχαία, αλλά πάντα από κάπου ξεκινούν, μπορούμε να κάνουμε την εξής υπόθεση.

Το επώνυμο Ντόκος, το συναντούμε στην Ήπειρο:

– Ως «Ντόκας», στους αγώνες μεταξύ Λιαλιαταίων και Καραμουραταταίων, περί το 1687 για την «προστασία» του χωριού Διπάλιστα της Ηπείρου, το σημερινό Μολυβδοσκέπαστος.[1]

– Μια Αλεξάνδρα Ντόκου, υπογράφει προικοσύμφωνο το 1803 στα Γιάννενα.[2]

– Το 1820, μνημονεύεται το επώνυμο επίσης στα Γιάννενα.[3]

– Αλλά και τοπωνύμιο στο χωριό Γλανιτσιά της Γορτυνίας.[4]

– Στο Πωγώνι της Ηπείρου.[5]

Οι πληροφορίες αυτές είναι βέβαια λίγες, αλλά μας επιτρέπουν να υποθέσουμε ότι την αναζήτηση για την προέλευση της οικογένειας αυτής θα πρέπει να την αρχίσουμε από την Ήπειρο.

Στην περιοχή αυτή, εμφανίζεται στα μέσα του ΙΔ’ αιώνα, ο από το Benevento της Ιταλίας καταγόμενος Γουλιέλμος Tocco (+1275), ο οποίος θεωρείται και ο γενάρχης της μεγάλης οικογένειας των Tocchi, μέλη της οποίας παρουσιάζονται αργότερα σαν δούκες της Λευκάδας, κόμητες της Κεφαλονιάς, αυθέντες της Βοστίτζας, κύριοι της Ζακύνθου, δεσπόται της Άρτας και των Ιωαννίνων.

Η δραστηριότητα της οικογένειας αυτής θα μας απασχολήσει μόνο από τον Κάρολο Tocco I., και μεταγενέστερα, γιατί ο Κάρολος αυτός, στις αρχές του ΙΕ’ αι., βοηθούμενο από τον αδελφό του Λεονάρδο, επεξέτεινε την κυριαρχία της οικογένειας από το Αργυρόκαστρο της Β. Ηπείρου, μέχρι το Άργος.[6]

Όταν πέθανε ο Κάρολος Ι (4.7.1429), άφησε πέντε γιους νόθους, τον Μέμνωνα, «…έναν Μοραΐτη», ο οποίος το 1458 όταν ο Μωάμεθ ο ΙΙ εισέβαλε στην Πελοπόννησο, εμάζωξε πολλούς Μοραΐτες λέγοντας να αντισταθεί του Σουλτάν Μεχμέτ. Και εδιάβη και εστάθη επάνω εις τόπον λεγόμενον Φλιούνι (Πιθανόν το όρος Πολύφεγγον της Νεμάς», «εισέ τόπον δυνατόν. Και ο Σουλτάνος διέβη και επήρε τον Ταρσό». (Γεω. Θ. Ζώρα, η Άλωσις της Κωνσταντινουπόλεως και η Βασιλεία Μωάμεθ Β’ του Κατακτητού, κατά τον ανέκδοτον ελληνικόν Βαρβερίνον κώδικα 111 της Βατικανής Βιβλιοθήκης, ΕΕΒΣ, ΚΒ’ (1952) σ. 263). Τον Ηρακλή, τον Τούρνο, ένας γιος του οποίου, Τζήρνος ή Κύρνος Τόκκος, αναφέρεται στο κείμενο της ειρήνης που σύνηψαν το 1502 η Βενετία και ο Βαγιαζήτ και μνημονεύεται ως κύριος τόπου στη Λευκάδα (Κ. Σάθας, Τουρκοκρατούμενη Ελλάς, 1869, σ. 68). Έναν άλλο ίσως Αντώνιο, για τον οποίο πάλι ο Κ. Σάθας, ό.π. σ. 58 γράφει: «Ύστερον», μετά την κατάληψη των νήσων Κεφαλληνίας, Ζακύνθου και Λευκάδος υπό των Τούρκων, «Αντώνιος ο Τόκος», βοηθούμενος υπό του βασιλέως της Νεαπόλεως, κατέλαβεν τας δύο πρώτας νήσους. Πλην οι Ενετοί εξαπατήσαντες και τον Σουλτάνον, ευκόλως εγένοντο κύριοι αυτών (1483)». Και τελευταίο τον Ορλάνδο.[7]

Σύμφωνα με τα έθιμα της εποχής, τα παιδιά επειδή ήσαν νόθα, δεν είχαν δικαίωμα στην πατρική κληρονομιά, η οποία περιήλθε στον ανηψιό του Κάρολου, επίσης Κάρολο ΙΙ.

Μικρά κτήματα των πατρικών κτήσεων στην Ακαρνανία παραχωρήθηκαν στον Ηρακλή και στον Τούρνο, οι οποίοι εμφανίζονται αργότερα να συνεχίζουν τις προσπάθειές τους για να τα καταλάβουν (6-79). Στον Μέμνωνα παραχωρήθηκαν κτήματα στο Μοριά, και εμφανίζεται το 1436 ως κύριος της Κερπινής των Καλαβρύτων (7-530).

Για τους άλλους δύο δεν υπάρχουν σαφείς πληροφορίες. Τα ίχνη τους χάνονται μέσα στον Τουρκικό Στρατό που είχε ενσκήψει στον ελληνικό χώρο, και στον οποίον κατέφευγαν τότε όλοι οι δυσαρεστημένοι. Η τελευταία αυτή πληροφορία, ότι ο Μέμνων Τόκκος, τελειώνει την παρουσία του στην ιστορία, σαν αυθέντης της Κερπινής, οδηγεί στην υπόθεση ότι αν υπήρχαν ακόμη στην Κερπινή, αναμνήσεις, παραδόσεις ή υπολείμματα των οικογενειών των Τόκκων, ήταν πολύ πιθανό, να μπορούσε να βρεθεί κάποιος σύνδεσμος ανάμεσα στους Τόκκους της Κεφαλονιάς-Ηπείρου, με τους Ντόκους της Αργολίδας.

Πράγματι, σε μια επίσκεψη, το Πάσχα του 1982, στην Κερπινή των Καλαβρύτων διαπιστώθηκε ότι, στο γειτονικό χωριό, το Ορεινό Βυσοκά, που βρίσκεται όμως μέσα στα όρια της Κερπινής, –σήμερα έχει εγκαταλειφθεί και κάτοικοί του κατέβηκαν στο Βυσοκά (Σκεπαστό)–, σώζονται ακόμη 4 οικογένειες με το επώνυμο Ντόκος.

Βέβαια κανείς δεν ήξερε κάτι για την καταγωγή τους. Αλλά όλοι απέκλεισαν την πιθανότητα να είχαν ανέβει εκεί επάνω, –τον χειμώνα τα χωριά αυτά είναι αποκλεισμένα από τα χιόνια–, από τον Αργολικό κάμπο. Θεώρησαν πιθανότερο, οι Ντόκοι του Άργους να προέρχονται από τους ορεινούς Ντόκους των Καλαβρύτων, όπως άλλωστε συμβαίνει συχνά με τους «χειμαδιώτες», που σιγά-σιγά εγκαθίστανται στον κάμπο, εγκαταλείποντας την ορεινή αλλά σκληρή γενέτειρα.

Η παρουσία αυτή των Ντόκων στην Κερπινή, ίσως είναι μία ένδειξη, πολύ πιθανή κατά τον γράφοντα, για τη συγγένεια Τόκκων και Ντόκων, αλλά βέβαια δεν είναι απόδειξη. Χρειάζονται κι άλλες πληροφορίες, οι οποίες σήμερα δεν υπάρχουν. Γι’ αυτό και η πάρα πάνω υπόθεση, όσο ωραία και αν είναι, παραμένει πάντα υπόθεση (139:70).

ΞΙΑΡΧΟΣ (Καρυά, Κρανίδι). Ένας Conte Xarcho… fuggito de Turchia μνημονεύεται στο στρατόπεδο της Zara, το 1503, στα Ενετικά Αρχεία (260:71, κ.ε.). Οι Ενετοί της Επτανήσου, όταν έλεγα TURCHIA, εννοούσαν και την Ηπειρωτική Ελλάδα. Νικόλαος Έξαρχος, πρωθιερέας, γεννημένος γύρω στα 1730-40, ήταν πρό-παππος του Ι. Λαμπρίδου (133:θ’). Κων/νος Ξάρχος, «εκ χώρας Πραστού», ανακαινίζει την εκκλησία του Αγίου Δημητρίου Ρεοντινού (1689) (49:202). «γηοργουλη και θαναση και επηληπι ξηαρχεοι» βεβαιώνουν σε πωλητήριο έγγραφο του 1812 (69:375).

ΞΥΠΟΛΙΑΣ (Άργος, Λιγουριό Ναύπλιο) και ΞΥΠΟΛΗΤΑΣ (Κρανίδι). Sipolisias Δημήτριος και Θεοδώρα, από την Μονεμβασία, αναφέρονται το 1547 στην Napoli di Romania (261:439).

ΞΥΦΤΕΡΗΣ (Κρανίδι). Στους Ενετικούς καταλόγους, μεταξύ εκείνων που πήραν κάποια αμοιβή για τις υπηρεσίες που πρόσφεραν, αναφέρεται και ο Alessandro Xifiteri da Napoli, το 1545 (261:411).

ΠΑΓΚΑΛΟΣ (Ναύπλιο). Ενετός πρόξενος στην Άρτα το 1765, απαντάται ο από την Κρήτη καταγόμενος Μοσχονάς Πάγκαλος (184:292). Νικόλαος Πάγκαλος στέλνεται στην Τεργέστη και από εκεί στην Πετρούπολη σαν πρεσβευτής της Ύδρας, το 1789 (17:28). «Μάστρο Δούκας Πάγκαλος» σε έγγραφο του 1644, στη Ζάκυνθο (104:11). Οικογένεια Παγγάλων, ενετικής καταγωγής, σημειώνεται στην Τζιά (Κέα) (303:203).

ΠΑΛΑΒΙΤΣΙΝΗΣ (Ναύπλιο). Γενάρχης του Παλλαβιτσίνη της Ελλάδας θεωρείται ο Γουΐδων Παλλαβιτσίνη (1204), μαρκίων της Βοδονίτζης (87:475). Κατόπιν, όμως, εμφανίστηκαν και άλλοι: Alberto Pallavicini, μαρκήσιος της Βοδονίτσας, μνημονεύεται το 1310 (319:280), και το 1570 ο Σφόρτσα Παλαβιτσίνης, βενετός αρχιστράτηγος (299:278). Οικογένεια ΠΑΛΑΒΙΤΣΙΝΟΥ, το 1675, στη Ζάκυνθο (82:505).

ΠΑΝΑΡΙΤΗΣ (Άργος, Ναύπλιο). Εκτός από τα χωριά Παναρίτη της Ναυπλίας, Κορινθίας, Αχαΐας, Βορείου Ηπείρου, υπάρχει και στρατιώτης στα Ενετικά Αρχεία, προ του 1511, με το όνομα Panariti (Πανάρετος;) (260:97).

ΠΑΝΤΟΤΗΣ (Άργος). «Αλεξαντρής Πανδεότης» αναφέρεται δημόσιος νοτάριος σε έγγραφο του ολή (1538), στον Κώδικα της μ. Σπηλιώτισσας Ζακύνθου (126:φ. 2 σελ. β). Στην οικογένεια υπάρχει η παράδοση ότι έχουν έρθει από την Ιταλία.

ΠΑΡΑΒΑΝΤΗΣ (Άργος). Στο χωριό Άκοβο της Μεσσηνίας απαντάται, το 1659, οικογένεια με το παρεμφερές επώνυμο Πραβάντο, μέλη της οποίας υπογράφουν επιστολή προς τον Μοροζίνη (91:245). Θα μπορούσαν, πιθανόν, να συσχετισθούν με τους Παραβάντηδες του Αχλαδόκαμπου και του Άργους. Παράβαντα, επίρρημα στην Κάρπαθο, σημαίνει πλαγίως. (198:300).

ΠΑΣΧΑΛΗΣ (Ερμιόνη). Στρατιώτες με το επώνυμο Πασχάλης απαντώνται στα Ενετικά Αρχεία οι εξής: Zorz P. το 1541 (261:353), Ανάργυρος Π., da Napoli di Romania το 1553 (262:44), Ιωάννης Π., da Thine (Τήνος), επίσης το 1553 (262:36). Πασχάλης απαντάται σε έγγραφο της Κοιν. Ύδρας, το 1806 (18:358).

ΠΑΤΡΙΝΙΟΣ (Ναύπλιο). Ένας Zuane Patrino, Ηπειρώτης, αναφέρεται, από το 1575, στο Μητρώο της Αδελφότητος Αγίου Νικολάου στη Βενετία (189:242). «Πατρινιά χωράφια» στα Λαγκάδια της Γορτυνίας (16). Αναγνώστης Πατριναίος, το 1797, πιθανόν από την Σμύρνη (15:474). «Δημ. Πατρινός με 50 ανθρώπους» αναφέρεται σε έγγραφο της Κοιν. Ύδρας, το 1803 (18:79, 31:232).

ΠΑΧΥΣ (Ναύπλιο). Ιωάννης Παχύς στασιάζει εναντίον του αυτοκράτορα Αλεξίου ΙΙΙ κατά το 1198 (142:520). Ένας Κανάκης Παχύς υπογράφει την «κόποια των υπαρχόντων της Αγίας Μονής» το 1679 (309:256). Ένας Zorzi Pacchi da Ma-Ivasia αναφέρεται στα Κύθηρα τον 13ο αι. (259-:301). Παναγιώτης Παχύς αναγράφεται μεταξύ των «οικοκυραίων» της νήσου Ύδρας (19:40). Παναγιώτης Παχύς αναφέρεται σε επιστολή των προεστών Σπετσών το 1816 (21:255). Τζαννέτος Παχύς αναφέρεται σε «μρικοπαράδοση», το 1706 στη Ζάκυνθο (126:φ88).

ΠΕΒΕΡΕΤΟΣ (Άργος, Δαλαμανάρα). «Ποβερέτου Κεφαλλήνος Λόγος επιφανηματικός κλπ.»: έγγραφο του 18ου αι. (156:471). Ένας Πρέβετος Γεώργιος, από τη Ζάκυνθο, εγκαθίσταται στην Τεργέστη το 1740 (298:371). Το επνμ. αναγράφεται συχνά ως Μπεβερέτος στο υπ’ αριθ. 205/30.7.1841 μισθωτήριο συμβόλαιο του συμ/φου Ναυπλίου Α. Κ. Ελαιώνος.

ΠΕΡΠΙΝΙΑΣ (Ναύπλιο). Περπινιάνης Γεώργιος, δυτικός επίσκοπος Τήνου (1594-1616) (285Α:57). ΠΕΡΠΙΝΙΑΣ Σάντος, αναγράφεται σε συμβόλαιο υπ’ αριθ. 88 22.5.1841, του συμβολαιογράφου Ναυπλίου Αναστ. Κ. Ελαιώνος. Προφανώς ο από το Περπινιάν της Γαλλίας καταγόμενος. Χωριό Πέρπενη στη Λακωνία.

ΠΙΚΟΣ και ΠΙΚΗΣ (Άργος, Ναύπλιο). Αναφέρεται Παναγιώτης Πίκος, φιλικός στη Μολδοβλαχία (1817) (209:69).

ΠΙΠΕΡΟΣ (Άργος, κ.α.). Ο Andreas Piperi cretensis, δηλ. κρητικός, εγγράφεται το 1707 στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας. (237:125).

ΠΙΤΣΑΣ (Επίδαυρος, Κρανίδι, Ναύπλιο, Χέλι). Χωριό στην Αχαΐα. «Ο Πιτσάς»: τοπωνύμιο στο Σιτοχώρι της Τριφυλίας (313:337). «Μήτρος Πιτζάς», το 1806, σε έγγραφο της Κοιν. Ύδρας (18:358). «Λάζαρος Πιτσάς», το 1811, σε έγγραφο της Κοιν. Ύδρας (20:164). Πίτσης, το 1675, «εξ Αργολίδος», αναφέρεται από τον Η. Τσιτσέλη (294:253).

ΠΛΑΤΑΝΙΤΗΣ (Άργος 1869). Βρετός Πλατανίτης da Napoli di Romania απαντάται, το 1557, στον Ενετικό στρατό (262:81). Ομώνυμο χωριό κοντά στο χωριό Μέρμπακα (Αγ. Τριάδα) της Αργολίδας. Αναγνώστης Πλατανίτης αναγράφεται σε κατάσταση της Κοιν. Ύδρας, το 1802 (17:314).

ΠΡΙΦΤΗΣ (Άργος). Πολλοί στρατιώτες στον Ενετικό στρατό ονομάζονταν Prifti (: παπάς) (261:337, 353, 356). Χωριό Πρίφτιανι (Μοναστηράκι) στην Αργολίδα. Χωριό και οπλαρχηγός Πρίφτης στη Σαμαρίνα της Ηπείρου, το 1743 (141:17). Πρίφτης υπογράφει συμβόλαιο αγοραπωλησίας του Αρχείου Νέζου (203).

ΡΑΔΟΣ (Κρανίδι 1884). Χωριό με αυτή την ονομασία, «του Ράδου», βρίσκεται στην επαρχία Ερμιονίδας. Rado: αλβανικό και σλαβικό βαπτιστικό όνομα (: καλός, βλ. και ράδιον), απαντάται στους στρατιώτες Rado Prifti και Rado Renessi, από το 1541 (261:333, 261:358). Ορεινό χωριό της Γορτυνίας.

ΡΑΛΛΗΣ και ΡΑΛΗΣ (Άργος, Ναύπλιο). Η λέξη «Ραλ» είναι αλβανική και σημαίνει: σπάνιος, άτριχος (256:ΧΧVI). Πρώτος με το όνομα αυτό εμφανίζεται στην ιστορία ο Ραούλ ο Λυκοδέρμων, νορμανδικής πιθανόν καταγωγής, κατά τον 11ο αι. Ραούλ Αλέξιος, πρωτοβεστιάριος του Ιωάννου Δούκα Βατάτζη (1222-1254) αναφέρεται από τον Γεώργιο Ακροπολίτη (5:69). Μιχάλης Ράλλης αναφέρεται στα Ενετικά Αρχεία το 1489 (239:162). Βελισάριος Ράλλης αναγράφεται σαν ιδιοκτήτης γαλέρας το 1533 (259:315). Βιβλιογραφία (36:15, 38:139, 37:68, 39:254, 30:217).

ΡΑΧΑΝΙΩΤΗΣ (Άργος, Επίδαυρος, Χέλι (Αραχναίο)). Μήπως το Ραχανιώτης αυτό καλύπτει το Ταρχανειώτης; Γιατί, όπως γράφει ο Κ. Σάθας: «Le poete strathiote (Marulos) quoique s’intitulant Constantinopolitain, il etait originaire de Dume d’Achaïe, sa mere descendait de la célébre maison de Tarchaniotes Argiens seigneurs de Tarchanium (le mont Aracnium des anciens)… » (: Ο Στρατιώτης ποιητής Μάρουλος, παρ’ όλον ότι ετιτλοφορείτο Κωνσταντινουπολίτης, προερχόταν από την Δύμη της Αχαΐας, η μητέρα του καταγόταν από την ένδοξη οικογένεια των Ταρχανειωτών, Αργείων κυρίως του Ταρχανίου, του όρους Αραχναίου των αρχαίων…» (260:IV). Διαμάντε: θυγάτηρ Γεωργίου Τραχανιώτου, μνημονεύεται σε διαθήκη του 1646 στη Ζάκυνθο (106:166). «Στου Ραχανιώτη»: τοπωνύμιο στην περιοχή Χέλι (Αραχναίο) της Αργολίδας. «Ταρχανιώτης (Ραχανιώτης;)», «μέγας δομέστικος Νικηφόρος ο Ταρχανειώτης, στρατιώτης καλός και αγαθός στρατηγός», άντρας της αδελφής του Μιχαήλ VIII του Παλαιολόγου (1261-1283), αναφέρεται από τον Ακροπολίτη (5:60). Φρούραρχος Τζουρουλού επί βασιλείας Ιωάννου Βογάτζη (1222-1254). (255:481). Ταρχάνειον, συνοικισμός παρά τα Κύψελλα της Θράκης, Θεοδοσίου, Μετοχίτου, Πρεσβευτικός, (251:161). Μιχαήλ Μάρουλος Ταρχανειώτης, Έλλην ποιητής των χρόνων της Αναγεννήσεως, (77Α:200-242).

ΡΙΓΚΑΣ (Τολό). Μία Donna Catherina του ποτέ Rigo da Napoli di Romania μνημονεύεται σε έγγραφο των Ενετικών Αρχών, το 1544 (261:394). ΡΙΓΚΑΣ και ΡΗΓΚΑΣ απαντώνται στην περιοχή Τζουμέρκων (136:71).

ΡΟΜΠΟΤΗΣ (Κρανίδι, Ρομπότσης 1874, Ναύπλιο, Πόρτο Χέλι). Ιωάννης Ρομπότης: αναφέρεται το 1262, στο «Πρακτιόν της Αγιωτάτης Επισκοπής Κεφαλληνίας κ.λπ.» (318:27). Ένας Ρομποτής καταφεύγει στην Κεφαλονιά, το 1502 (106:247). Alexio Robotin μνημονεύεται στην Κεφαλονιά, το 1528 (259:278). Ρομπότης: οικογενειακό επώνυμο στην Ήπειρο (131:41). Ρομποτής: οικογενειακό επώνυμο στο χωριό Αθάνα της Λευκάδας. Ρομποτής συμμετέχει στην ανέγερση ναού στον Άγιο Νικόλαο Ιρά (Λευκάδας) προ 300 και πλέον ετών (186:335). Τοπωνύμιο «το Ρομποτό» στο χωριό Καντηλισκέρι, Καλιστήριον (Πλατανόβρυση) Πυλίας (313:244). «Ρομπότα» (η δουλειά) και «ρομποτεύω» (εργάζομαι, σκάβω): στη συνθηματική γλώσσα των «γιοργατζάδων» του Κοσμά (129:67).

ΡΟΥΜΑΝΑΣ (Ναύπλιο). Χωριό στην Τριφυλία Ρουμανού ή Ρωμανού (313:245). Romana: ένδυμα μακρύ, μαύρου χρώματος, που παλαιότερα φορούσαν όλοι οι Ενετοί, στα τελευταία όμως χρόνια της Δημοκρατίας το χρησιμοποιούσαν οι Ενετοί δημόσιοι αντιπρόσωποι σαν ημιεπίσημο ένδυμα (311:582).

ΡΟΥΣΣΟΣ (Άργος, Ναύπλιο). Το επώνυμο απαντάται στη Μάνη από το 1736 (270:86).

ΣΑΒΙΝΗΣ (Άργος). Στρατιώτης Savinas ή Sovina ή Savinos αναφέρεται στα έγγραφα των Ενετικών Αρχείων, το 1539 (261:314). Και Vreto Savino, επίσης το 1539 (261:333). Τοπωνύμιο «του Σαβίνου» στην περιοχή Αγ. Νικόλαος (Κοιλιωμένου) στη Ζάκυνθο.

ΣΑΒΟΓΙΑΣ (Ναύπλιο). Στρατιώτης Manuel Savogia, da Napoli di Romania, απαντάται στα Ενετικά Αρχεία από το 1548 (262:4). Γρηγόριος Θεοδώρου Σαβόγιας από την Κρήτη, ιδρύει, το 1664, το ναό της αγίας Αικατερίνης ή των Τριών Ιεραρχών στο προάστειο Κήποι της Ζακύνθου (104:121). Προφανώς ο εκ Σαβοΐας καταγόμενος. «Ζακύνθιος ποιητής» (254:45).

ΣΑΓΚΑΣ (Ναύπλιο). Στρατιώτης με το επώνυμο Σάγκας απαντάται στον Ενετικό στρατό, το 1481 (259:190).

ΣΑΓΡΕΔΟΣ (Άργος 1853). Πέτρος Sagredo ονομαζόταν ο βενετσιάνος φρούραρχος του Στροβιλίου Ηπείρου, το 1479 (254:214). Από τότε, το επώνυμο απαντάται και σε άλλους Ενετούς αξιωματούχους. Αυγουστής Σαγρέδος: σε έγγραφο του 1623 στη Ζάκυνθο (126:φ87 σελ. β).

ΣΕΡΑΣ (Άργος 1845). Στο Αρχείο συμβολαιογράφου Ντόκου, Τοπωνύμιο στη Ζάκυνθο, το 1689 (126:φ77 σελ. β), και (30:219) – Nicoló Serra hobile Zacinthio το 1784 (814:XXXVI).

ΣΚΑΝΔΑΛΗΣ (Άργος). Ισίδωρος Σκανδάλης, ηρωικός πλοίαρχος στις τάξεις των ιπποτών της Μάλτας (1533-1540) (262:193). Ιωάννης Σκ., Ζακυνθινός, γιος του εν Μεθώνη Σκανδάλη (249:99).

ΣΚΙΑΔΑΣ (Μέρμπακα (Αγ. Τριάδα)). Επώνυμο αναφερόμενο από τον 14ο αι. (314:126, 317:229). Ένας Pietro Γεωργίου Schiada απαντάται σαν στρατιώτης, το 1541 (261:356). Αλβανικό τοπωνύμιο «ráj Skjadá» (: η ράχη του Σκιαδά) στο χωριό Μαλίκι (Πολυθέα) Τριφυλίδας (313:345).

ΣΚΛΗΡΗΣ (Άργος, Καρυά, Ναύπλιο). Ένας Γκιώνης Σκλήρης αναφέρεται σαν στρατιώτης, το 1541 (261:338, 257:LIII). Αλβανικό τοπωνύμιο «ára Skijíra» (: χωράφι του Σκλήρη): στο χωριό Πάνω Ψάρι της Τριφυλίας (313:292). Επώνυμο Σκληρής στην Κέρκυρα το 1611 (197:36). Βυζαντινή οικογένεια Σκλήρη στον δήμο Οινούντος Λακωνίας (72:572). (Σημ. 6).

ΣΚΟΥΡΑΣ (Άργος, Μπερμπάτι (Προσύμνη), Ναύπλιο, Πρίφτιανι (Μοναστηράκι), Χώνικα). Στρατιώτης με το επώνυμο Tonda Scura, από την Μονεμβασία, αναγράφεται στις καταστάσεις του Ενετικού στρατού το 1546 (262:434).

ΣΠΑΘΗΣ (Άργος). Περί το 1388, αναφέρεται από τον Ι. Λαμπρίδη ότι οι Ζαγορίσιοι, βοηθούμενοι από τον Τζασύλο, τοπικό οπλαρχηγό, εξέρχονται κατά του αλβανού λησταντάρτη Σπάθα (Σπάτα;) (131:4). Άνω και Κάτω Σπαθία: περιοχές του Βερατίου, υπαγόμενες πολιτικά στο Ελμπασάν (136:222). Σημαντικός αριθμός Spata αναφέρεται και από τον Κ. Σάθα. «Σπαθής»: νοτάριος σε συμβόλαια των αρχών του 17ου αι. στη Ζάκυνθο (126:φ7).

ΣΠΗΛΙΩΤΗΣ (Κρανίδι, Ναύπλιο). Κατά το 1541, αναφέρονται οι εξής στρατιώτες με το επώνυμο Spilioti: Μιχαήλ, Ιωάννης, Μανουήλ, Νικόλαος και Θεόδωρος (261:355). Το 1820 απαντάται σε κατάσταση επαγγελματιών της νήσου Ύδρας (22:377).

ΣΤΑΪΚΟΣ (Κρανίδι, Ναύπλιο). Αλβανικό τοπωνύμιο (lázi-Stájkose» (: το χέρσο του Στάικου) στα χωριά Κούβελα και Καστρούγκενα (Καρνέικα) Τριφυλίας (313:293). Ανδρέας Στάικος αναφέρεται σαν στρατιώτης στον Ενετικό στρατό, το 1512 (261:105). Στάικος αναφέρεται στους λογαριασμούς του Σταύρου Ιωάννου, στα Ιωάννινα, το 1811 (116:214).

ΣΤΕΦΑΝΗΣ (Άργος). Anagnosti Stefanin, da Napoli di Romania, μνημονεύεται σε έγγραφο των Ενετικών Αρχείων και με χρονολογία 10.11.1548 (262:10).

ΣΤΙΝΗΣ (Κρανίδι 1854). «Strenuissimo et fidel Stratioto da Napoli di Romania Stini Clemente q. Neri et nepote del q. Marin Pizolo, homo virilissimo et strenuissimo κ.λπ (: ο θαρραλέος και πιστός Ναυπλιώτης στρατιώτης Στίνης Κλήμης του ποτέ Neri και ανιψιός του ποτέ Μαρίνου Pizolo, άνθρωπος ανδρειότατος και θαρραλεότατος κ.λπ.): αναφέρεται σε έγγραφο των Ενετικών Αρχών από το 1502 (260:67).

ΣΥΡΓΙΑΝΝΗΣ και ΤΣΙΡΓΙΑΝΝΗΣ (Άργος 1861). Παλαιότερα στο χωριό Γυμνό, σήμερα στο γειτονικό του Λιόντι (Νεμέας). Συργιάννης: διακρίνεται κατά τους εμφυλίους πολέμους (Καντακουζηνός). Βυζαντινός στρατηγός (1399), υποτάσσει τα Ιωάννινα στον Ανδρόνικο Α’ Παλαιολόγο. «Λα Κιάτρα αλ Συργιάννη»: καραούλι στο Δίστρατο, όπου σκοτώθηκε ο κλέφτης Συργιάννης (283:217). Ένας Domenego Surian, da Napoli di Romania, παίρνει σαν ανταμοιβή κάποια θέση στο Antivari, το 1542 (261:371). Το 1599, αναφέρεται ένας Γιάννης Sergiano, επίσης da Napoli di Romania (262:94). Ονομασία μονής στην Αττική: Συριάνη ή Συργιάνη (321:99), σε απόσταση 39’ από την Αθήνα, προς την κατεύθυνση του Υμηττού. Suriano Βερναρδίνος (1580;-1583;), λατίνος αρχιεπίσκοπος Κέρκυρας (292:59). Συργ. Spiridion, αναγράφεται το 1705 στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας (238:278). Συργιάνος ο εκ Συρίας καταγόμενος.

ΣΥΡΜΑΣ (Άργος 1863). Ένας Πέτρος Syrme ή Symi αναφέρεται, το 1471, στα Ενετικά Αρχεία (260:9). Αναγνώστης Σίρμας απαντάται, το 1790, στο χωριό Νεγάδες της Ηπείρου (136:99). Τοπωνύμιο «το ρέμα του Σούρμα» στο χωριό Ποταμιά της Τριφυλίας (313:255). Γιάννης Νικολή Σύρμας αναφέρεται σε κατάσταση, καπεταναίων μικρών πλοίων της Ύδρας, το 1810 (20:130). Νικόλαος Δ. Σίρμας: κατζηλλιέρης Σπετζών, το 1816 (21:300).

ΤΟΣΚΑΣ (Ναύπλιο, Προσύμνη κ.α.). Τόσκας, προφανώς, είναι ο καταγόμενος από την Αλβανική φυλή των Τόσκηδων. Andrea Thoschi: στρατιώτης da Napoli di Romania απαντάται το 1523 (260:130). Ένας Ljamze Glava Tósca αναφέρεται στο χωριό Μολήστι της Ηπείρου, το 1815 (273:44). Χωριό Τόσκα, ακατοίκητο, στην Πρέβεζα (133:154).

ΤΣΙΠΟΚΑΣ (Ναύπλιο). Τοπωνύμιο στην περιοχή του Κοιλιωμένου Ζακύνθου (110:207).

ΦΑΛΙΕΡΟΣ (Άργος). Ένας «ser Zuan Falier conte de Spalato» μνημονεύεται στα Αρχεία της Βενετίας, το 1543 (261:407). Το επώνυμο απαντάται και σε κατάλογο των ευγενών, που εγκατέλειψαν την Κάντια (Ηράκλειο Κρήτης), το 17ο αι. και εγκατεστάθηκαν στην Κέρκυρα (158:452).

ΦΑΝΤΗΣ (Κουτσοπόδι). Το επώνυμο απαντάται τον 18ο αι. σε έγγραφο της μ. Ρεοντινού Κυνουρίας (49:221).

ΦΛΟΚΑΣ (Άργος 1883). Χωριό Φλόκα στην Τριφυλία, Ηλεία, Πάτρα, Μονεμβασία και Ήπειρο. Mathio Floca: στρατιώτης στην Κεφαλονιά, το 1545 (259:282). Κύργιος (Κυριάκος) Φλόκας, κάτοικος Νεοχωρίου Τρίκκης, μνημονεύεται το 1656 (138).

ΦΟΣΚΑΡΙΝΗΣ (Κοφίνι (Νέα Τίρυνθα)). Επώνυμο μεσαιωνικής Ενετικής οικογένειας. Ο αρχαιότερος γνωστός είναι ο Στέφανος Φοσκαρινός ο υπό του Sanuto αναφερόμενος (1207) (201Α:207). Μετά αυτό το επώνυμο αναφέρονται δύο κλάδοι: οι FOSCARINI της Βενετίας, από την πόλη ALTINE, που μετά την καταστροφή της από τους Γότθους κατέφυγαν στα Βενετσιάνικα νησάκια, κατέλαβαν δημοτικά αξιώματα, έγιναν μέλη του Μεγάλου Συμβουλίου, και από το 1297 ονομάστηκαν πατρίκιοι. Ένας Ιάκωβος F., έγινε δόγης το 1762, ένας άλλος Ιάκωβος, στις αρχές του 17ου αι., ήταν Γενικός Διοικητής των ναυτικών δυνάμεων της Βενετίας (Generalissimo di Mare). Στην τελευταία περίοδο της Βενετικής Δημοκρατίας, οι αδελφοί Σεβαστιανός και Νικολό F., ιππότες του Χρυσού Περιδέραιου (stola d’ore) υπηρέτησαν ως πρεσβευταί.

Ο θυρεός των Foscarini ήταν: χρυσός με διαγώνια κυανή ταινία.

Και άλλοι Foscarini, του Lecce, που είναι κλάδος της προηγούμενης οικογένειας μετανάστευσαν στις αρχές του 17ου αι., στο Lecce με επικεφαλής έναν Ιωάννη – Αντώνιο του Καίσαρα Foscarini. Σ’ αυτόν τον κλάδο ανήκει και ένας Νικολό, ο οποίος για πολιτικούς λόγους αναγκάστηκε να εκπατριστεί και εμφανίζεται στην Τσαρική Αυλή. Η Ρωσσική Κυβέρνηση τον στέλνει το 1763 επίτροπό της στην Κέρκυρα. Πιθανόν γυναίκα αυτού του Νικολό Φ. να ήταν και η περίφημη Αδριανή Φ. της οποίας οι έρωτες με τον Καζανόβα προξένησαν σκάνδαλο στην εποχή της. (Ακολουθεί η περιγραφή του θυρεού του) (312:426).

Ο Κ. Σάθας, σχετικά με την οικογένεια F. γράφει: «Μετά την κατάληψη του Ναυπλίου και της Μονεμβασίας από τους Τούρκους, η Σύγκλητος διόρισε έξη Σοφούς (savii) ή Υπουργούς (ministres) για να ασχοληθούν αποκλειστικά με τη συντήρηση και εγκατάσταση σε χριστιανικές χώρες, των ανδρείων Στρατιωτών των ανωτέρω πολιτειών, που προτίμησαν τον εκπατρισμό από τον μουσουλμανικό ζυγό. Τα ονόματα των έξη πρώτων συγκλητικών των αποκαλουμένων sapientes super rebus Naupliensium et Monovasiensium είναι: Antonio Dandolo, Francesco Longo, Aloysio Contarini, Marc Foscarini et Dolfino Dolfini (αναγράφει μόνο πέντε). Αργότερα αυτοί οι σοφοί (λατ. Sapientes) αντικαταστάθηκαν από άλλους ευγενείς» (261:334). Leonardo Foscarini: αναφέρεται Προβλεπτής Ζακύνθου, το 1536 (81:124). Ιάκωβος Foscarini, στην Κρήτη, υποβάλλει έκθεση, το 1577 (315:80). Ιερώνυμος Foscarini: προβλεπτής Ζακύνθου το 1630 (81:126). Αλοΐσιος Φωσκαρίνης: προνοητής Λευκάδας, το 1695 (186:98).

Fr. Foscarini. Προβλεπτής Ζαρνάτας (1699) (119:4). Λουδοβίκος Φορκαρίνης. Ενετός γερουσιαστής και ιστοριογράφος. Συνέγραψε Istoria della Republica Veneta (1722). Γράφει επιστολή προς τον Ιάκωβο Ρατζόνικον (255:6α’).

Johanes Antonius Foscarini (1731-(-)1739): ο τάφος του επιγράφεται: Johannis Antonii Fuscareno – Corcyrae Archiepiscopi – Cineris – Anno MDCCXXXIX (42).

ΦΟΥΝΤΑΣ και ΦΟΥΤΗΣ (Άργος, Ναύπλιο). Στρατιώτης Fudis Lecas Αλβανός από τη Μονεμβασία, αναφέρεται στα Ενετικά Αρχεία, από το 1542 (252:366). Και χωριό Φούτια νότια της Μονεμβασίας).

ΧΑΡΒΟΥΡΗΣ (Ναύπλιο 1841). Marcus Carburi του Διμ., αναγράφεται μεταξύ των φοιτητών του πανεπιστημίου της Πάδοβας το 1745 (237:195).

ΧΑΡΟΣ (Βιβάρι Ναυπλίας). Ο Χάρος Ζένος, με ορμητήριο το Ναύπλιο, επέρχεται κατά της επαρχίας Καλαβρύτων επί κεφαλής στιφών (15000!!) την 27.6.1772 και διαρπάζει το μοναστήρι της Αγίας Λαύρας, αφού υπέβαλε τους μοναχούς σε βασανιστήρια. Εν συνεχεία επιτίθεται και κατά της Κερπινής (75Β:43).

 

Υποσημειώσεις


 

[1] Χρονικά της Ηπείρου θ’ 1 σ. 138.

[2] Συγκούνης Φ., Ανέκδοτος αλληλογραφία των Ζωσιμάδων, Ηπειρωτικά Χρονικά Η’ (1933), 201.

[3] Κυγέας Σ. Β., Ηπειρωτικόν Αρχείον Σταύρου Ιωάννου, Προλεγόμενα, Ηπειρωτικά Χρονικά, 14 (1939), 18.

[4] Γιανναροπούλου Ιωαν., Το περιεχόμενον του κτητορικού κώδικος της παρά την Στεμνίτσαν μονής Ζωοδόχου Πηγής (Χρυσοπηγή), ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΑ Β’. (1978), 153.

[5] Λαμπρίδης Ι., Παγωνιακά, (Αθήνα 1889), 70, ΗΜ. Β’ (Ιωάννινα 1971).

[6] Λούντζης Ε., Περί της πολιτικής καταστάσεως της Επτανήσου επί Ενετών, Αθήναι 1969, σ. 72-73.

[7] Hopf Charles, Chroniques Gréco-Romanes, inedites oú peu connues publiées avec notes et tables généalogiques, εκδ. Σπανού, Αθήναι 1961, 530.

 

Βιβλιογραφία – (από τα άρθρα του Τάκη Μαύρου)


 

 

  • Αβούρης, Σ.Ν.: Σύντομος εκκλησιαστική ιστορία της Σύρου, ΕΕΚΜ. 6 (1967), 589-615.
  • Αδάμης, Μ.Γ.: Κατάλογος των χειρογράφων της βιβλιοθήκης Παναγιώτη Γκριτσάνη, ΕΕΒΣ, ΛΕ’ (1966-67), 313-365.
  • Ακροπολίτης, Γ., Χρονική συγγραφή, Βόννη 1836.
  • Ανδρεάδης, Μ.Χ.: Τινά περί δικαίου και δικαιοσύνης εν Κορινθία κατά τους πρώτους μετεπαναστατικούς χρόνους, Πελοποννησιακά, ΙΑ’ (1975), 172-179.
  • Αντωνακάτου, Ντ. – Μαύρος, Τ.: Ελληνικά μοναστήρια, Πελοπόννησος, 1 (Μονές Αργολίδας), Αθήνα 1976.
  • Των ιδίων: Ελληνικά μοναστήρια, Πελοπόννησος, 2 (Μονές Αρκαδίας), Αθήνα 1979.
  • Απογραφή Αποστολής Maison.
  • Αραβαντινού, Π., Χρονογραφία της Ηπείρου, Α’-Β’ εν Αθήναις 1856. Επανέκδοση Ηλ. Ρίζου.
  • Αρχείον Ιστορικού Λεξικού Ακαδημίας Αθηνών.
  • Αρχείον Κοινότητος Ύδρας, 1776-1832: 1 (1778-1802), εν Πειραιεί 1920.
  • Του ιδίου: 2 (1803-1806), εν Πειραιεί 1921.
  • Του ιδίου: 3 (1807-1809), εν Πειραιεί 1922.
  • Του ιδίου: 4 (1804-1812), εν Πειραιεί 1923.
  • Του ιδίου: 5 (1813-1817), εν Πειραιεί 1924.
  • Του ιδίου: 6 (1818-1821), εν Πειραιεί 1925.
  • Βαγιακάκος, Δ.Β.: Αρχαία και Μεσαιωνικά τοπωνύμια εκ Μάνης, (συμβολή 2α), Πελοποννησιακά, Β’ (1957), 302-334.
  • Του ιδίου: Βυζαντινά ονόματα και επώνυμα εκ Μάνης, Πελοποννησιακά Γ’-Δ’ (1958-59), 185-221.
  • Του ιδίου: Σχεδίασμα περί των τοπωνυμικών και ανθρωπονυμικών σπουδών εν Ελλάδι, 1833-1962, εν Αθήναις 1964.
  • Του ιδίου: Πάτραι – Πάτρα, Πελοποννησιακά, Ι’ (1974), 223-234.
  • Βέης, Ν.Α.: Χαμάραιτοι, Ιστορικόν και γενεαλογικόν σημείωμα, εν Αθήναις 1903.
  • Του ιδίου: Κατάλογος των χειρογράφων κωδίκων της εν Αροανεία μονής των Αγίων Θεοδώρων, Επετηρίς ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ, Γ’ (1906).
  • Του ιδίου: Επετηρίς ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ, Γ’ (1906).
  • Του ιδίου: Κριτική Αντωνίου Χ. Χατζή, Α.Δ.Φ. καθηγητού. Οι Ραούλ, Ραλ, Ράλαι (1080-1800), Βυζαντίς, Β’ (εν Αθήναις 1911-12), 250-255.
  • Του ιδίου: Κατάλογος των ελληνικών χειρογράφων κωδίκων της εν Ζακύνθω Φωσκολιανής Βιβλιοθήκης, ΔΙΕΕ, 8 (1926), 46-65.
  • Βιάζης, Σ.Δ.: Σημειώματα περί των Δυτικών Εκκλησιών, Αρχιεπισκόπων και Επισκόπων Επτανήσων, ΑΡΜΟΝΙΑ (1906).
  • Βλαχογιάννης, Γ.: Άπαντα των Νεοελλήνων κλασσικών. 4. Κλέφτες του Μοριά, Αθήναι, 1966.
  • Βροκίνης, Λ.: Η εν Κέρκυρα αποίκησις. Έργα, Κέρκυρα 1973.
  • Γιανναρόπουλου, Ι.: Δικαιοπρακτικά έγγραφα εκ της μονής Ρεοντινού, Πελοποννησιακά, Η’ (1971), 201-238.
  • Του ιδίου: Το περιεχόμενον του κτητορικού κώδικος της παρά την Στεμνίτσαν Μονής Ζωοδόχου Πηγής (Χρυσοπηγής), Γορτυνιακά Β’ (1978), 385-393.
  • Γριτσόπουλος, Τ.Α.: Η αρχιεπισκοπή Δημητσάνης και Αργυροκάστρου, ΕΕΒΣ, Κ’ (1950), 209-256.
  • Γριτσόπουλος, Τ.Α.: Η κατά την Κυνουρίαν μονή της Λουκούς, Πελοποννησιακά, ΣΤ’ (1963-68), 129-190.
  • Του ιδίου: Στατιστικαί ειδήσεις περί Πελοποννήσου, Πελοποννησιακά, Η’ (1971), 411-459.
  • Δεληγιάννης, Γ.Ν.: Η Ιερά Μονή Ελώνης, ΔΙΕΕ, Ι’ (1925), 86-127.
  • Δημητρακόπουλος, Σ.: Προεπαναστατικά δικαιοπρακτικά έγγραφα Αλωνισταίνης, Γορτυνιακά Β’ (1978), 361-384.
  • Δούκας, Π.Χ.: Η Σπάρτη δια μέσου των αιώνων, Νέα Υόρκη 1922.
  • Δρακάκης, Α.Ο.: Η Σύρος επί Τουρκοκρατίας. Η Δικαιοσύνη και το Δίκαιον. ΕΕΚΜ, 6 (1967), 63-492.
  • 75Β.      Ευαγγελάτος, Χρ. Γ.: Η Αγία Λαύρα, Ιστορία της Ι.Μ., 961-1961, Αθήναι 1981.
  • 77Α.     Ζακυθηνού, Διον.: Μιχαήλ Μάρουλλος Ταρχανιώτης, Έλλην ποιητής των χρόνων της Αναγεννήσεων, ΕΕΒΣ, Ε’ (1928), 200-242.
  • Ζώης, Λ.: Ιστορία της Ζακύνθου, Αθήνα 1955.
  • Του ιδίου: Λεξικόν Λαογραφικόν Ζακύνθου, Αθήναι 1963.
  • Καλομενόπουλος, Ν.: Μεγ. Ελλην. Εγκυκλ., λήμμα «Παλαβιτσίνης», 19, σ. 475.
  • Καμπούρογλου, Δ.: Μνημείο της ιστορίας των Αθηναίων, Α’ (1891).
  • Καραθανάσης, Α.Ε.: Επαναστατικαί κινήσεις στην Πελοπόννησο στα 1659, Πελοποννησιακά, Η’ (1971), σ. 239-260.
  • Καρατζάς, Σ.: Ο Αγαθόφρων Λακεδαιμόνιος και το Παρισινό περιοδικό «Μέλισσα», Πελοποννησιακά, Γ’-Δ’ (1958-59), 241-262.
  • Κατσούρος, Α.Φ.: Ναξιακά δικαιοπρακτικά έγγραφα του 17ου αι., ΕΕΚΜ, 7 (1968), 24-337.
  • Κονόμος, Ντ.: Ναοί και μονές στη Ζάκυνθο, Αθήναι 1964.
  • Του ιδίου: Η Χριστιανική τέχνη στην Κεφαλονιά, Αθήναι 1966.
  • Του ιδίου: Εκκλησίες και Μοναστήρια στη Ζάκυνθο, Αθήναι 1967.
  • Του ιδίου: Ο Μαρτινέγκος, Αθήναι 1976.
  • Του ιδίου: Ζάκυνθος (2ος τόμος), Αθήνα 1979.
  • Κουγέας, Σ.Β.: Ηπειρωτικόν Αρχείον Σταύρου Ιωάννου, Έγγραφα Αλή Πασά, Ηπ. Χρον., 14 (1939), σ. 49-144.
  • Του ιδίου: Έγγραφα Σταύρου Ιωάννου, Ηπ. Χρον., 14 (1939), 145-333.
  • Του ιδίου: Αναφορά των Βοιτυλιωτών προς την Ενετικήν Δημοκρατία (7.4.1690). Σύμμεικτα, Πελοποννησιακά, Β’ (1957), 426-430.
  • Του ιδίου: Η καταγωγή του Παναγιώτη Μπενάκη, Πελοποννησιακά, ΣΤ’ (1968), 1-42.
  • Κουκουλές, Φ.: Εκ των Ελληνικών παπύρων, Βυζαντίς, Β’ (εν Αθήναις 1811-12), σ. 474-503.
  • Κώδικας Μονής Σπηλιώτισσας Ζακύνθου. (Ανέκδοτος).
  • Κωνσταντόπουλος, Τ.: Νέα ονόματα Πελοποννησίων Φιλικών από τα Αρχεία της Τσαρικής Αστυνομίας, Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά, 1965, σ. 339-342.
  • Κωστάκης, Θ.: Οι Γεωργατζάδες του Κοσμά και η γλώσσα τους, Πελοποννησιακά, ΣΤ’ (1963-68), 43-91.
  • Λαμπρίδης, Ι.: Ζαγοριακά (Αθήναι 1870), Ηπειρωτικά Αγαθοεργήματα, Α’ (Ιωάννινα 1971).
  • Του ιδίου: Ζαγοριακά μέρος 2ον (Αθήναι 1889), σ. 1-88, εν Ηπειρωτικά Μελετήματα, Β’ (Ιωάννινα 1971).
  • Του ιδίου: Ηπειρωτικά Αγαθοεργήματα, Ηπειρ. Αγαθοερ. Α’ (Ιωάννινα 1971).
  • Του ιδίου: Μαλακασιακά (Αθήναι 1888), Ηπ. Μελετ., Β’ (Ιωάννινα 1971).
  • Του ιδίου: Περί των εν Ηπείρω Αγαθοεργημάτων (Αθήναι 1880), Ηπειρ. Αγαθ., Α’ (Ιωάννινα 1971).
  • Του ιδίου: Πολιτική εξάρτησις και διοίκησις Μαλακασίου, ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ, 10 (1877), σ. 376-368, εν Ηπειρ. Αγαθ., Α’ (Ιωάννινα 1971).
  • Του ιδίου: Πογωνιακά (Αθήναι 1889), σ. 1-87, εν Ηπειρ. Μελετ., Β’ (Ιωάννινα 1971).
  • Του ιδίου: Ο Τεπελενλή Αλή πασάς, (Αθήναι 1887), σ. 1-84, εν Ηπειρ. Μελετ., Β’ (Ιωάννινα 1971).
  • Λάμπρος, Σπυρ.: Μιχαήλ Ακομινάτου του Χωνιάτου, τα σωζόμενα, τ. Β’ (Αθήναι 1880).
  • Του ιδίου: Εκθέσεις των Βενετών προνοητών της Πελοποννήσου εκ των εν Βενετία Αρχείων, ΔΙΕΕ, 5 (1900), σ. 605-823.
  • Του ιδίου: Τρεις επιστολαί του καρδιναλίου Βησσαρίωνος, Ν.Ε., 5 (1908), σ. 19-38.
  • Του ιδίου: Ναυπλιακόν έγγραφον του οίκου Πουλομάτη, Ν.Ε., 6 (1909), σ. 273-283.
  • Του ιδίου: Ενθυμήσεων, ήτοι χρονικών σημειωμάτων συλλογή πρώτη, Ν.Ε., 7 (1910), σ. 113-313.
  • Του ιδίου: Κατάλογος κωδίκων των εν Αθήναις Βιβλιοθηκών πλην της Εθνικής, Ν.Ε., 7 (1910), σσ. 321-337 και 469-483.
  • Του ιδίου: Κερκυραϊκά έγγραφα ανέκδοτα, Ν.Ε., 7 (1910), σ. 464-468.
  • Του ιδίου: Κατάλογος των Κρητικών οίκων Κερκύρας, Ν.Ε., 10 (1913), σσ. 449-456.
  • Του ιδίου: Σημειώσεις περί της εν Πελοποννήσω Βενετοκρατίας, Ν.Ε., 19 (1925), σ. 90 και 327-334.
  • Του ιδίου: Αι Αθήναι υπό τους Φράγκους, Ν.Ε., 20 (1926), σσ. 67-103.
  • Του ιδίου: Αι Αθήναι υπό τους Φλωρεντινούς, Ν.Ε., 20 (1926), σ. 242-271.
  • Του ιδίου: Έρευναι εν ταις βιβλιοθήκαις και αρχείοις, Ρώμης, Βενετίας, Βουδαπέστης και Βιέννης (επιμέλεια Κ.Ι. Δυοβουνιώτη), Ν.Ε., 20 (1926), 47-54.
  • Λαμπρυνίδης, Μιχ. Γ.: Οι Αλβανοί κατά την κυρίως Ελλάδα και την Πελοπόννησον, εν Αθήναις 1907.
  • Λεγκράν, Α.: Ανέκδοτα έγγραφα περί Ρήγα Βελεστινλή, ΔΙΕΕ, 3 (1831), σ. 587-774.
  • Λούντζης, Ε.: Περί της πολιτικής καταστάσεως της Επτανήσου επί Ενετών, Αθήναι 1969.
  • Λυριτζής, Σ.: Οι εκ Γαργαλιάνων αδελφοί Ανδριανόπουλοι Άνθιμος και Ιωάννης. Πελοποννησιακά, Η’ (1971), σ. 97-124.
  • Μακρυμίχαλος, Σ.Ι.: Τσακώνικα προικοσύμφωνα του 18ου και 19ου αι., Πελοποννησιακά, Η’ (1971), 277-410.
  • Μάραντος, Β.: Κορώνη, Αθήναι 1976.
  • Μάτσης, Νικ.: Ζητήματα εκ του θεσμού της προτιμήσεως εν τω βυζαντινώ δικαίω, ΕΕΒΣ, ΛΣΤ’, σ. 45-54.
  • Μαύρος, Τ.: Συμβολή εις το τοπωνυμικόν της Γορτυνίας, Γορτυνιακά, Β’ (1978), 303-322.
  • Μαχαιράς, Κ.Γ.: Ναοί και μονές Λευκάδος, Αθήναι 1957.
  • Μέρτζιος, Κ.Δ.: Το εν Βενετία Ηπειρωτικόν Αρχείον, Ηπ. Χρον., ΙΙ (1936), 1-341.
  • Του ιδίου: Η επανάστασις Διονυσίου του Φιλοσόφου, Ηπ. Χρον., 13 (1938), σ. 81-90.
  • Του ιδίου: Το εν Βενετία Ηπειρωτικόν Αρχείον, Ηπ. Χρον. 15 (1940), σ. 1-58.
  • Μηνδρινός, Μ.: Τουρκοκρατούμενη Θήρα. Απελευθερωτικά αυτής κινήματα, ΕΕΚΜ, Β’ (1971-73), σ. 718-746.
  • Μιχαηλίδη-Νουάρου, Μιχ. Γ.: Λεξικόν της Καρπαθιακής διαλέκτου, Αθήναι 1972.
  • Μοσχονάς, Ν.Γ.: Πρακτικά συμβουλίου Κοινότητος Κεφαλονιάς, βιβλίο Α’ (1953), Εθνικόν Ίδρυμα Ερευνών, 2 (1979), 276-280.
  • 201Α.    Μουστοξύδου, Ανδρ.: Ελληνομνήμων, (1843-1853), εκδ. Ν. Καραβία, Αθ. 1965.
  • Μπίρης, Κ.Η.: Αρβανίτες οι Δωριείς του νεώτερου Ελληνισμού, Αθήναι 1960.
  • Νέζος, Α.: Αρχείον (ανέκδοτον).
  • Οικονομίδης, Δ.: Ο Φιλικός Γεώργιος Ε. Λεβέντης, Πελοποννησιακά, Β’ (1957), 50-59.
  • Παπακυριάκος, Σ.: Εκ προχείρων ερευνών, ΔΙΕΕ, Ι (Νέα σειρά), τ. 4ον (1926), 146-148.
  • Παπασπύρου, Π.Β.: Λαογραφική συλλογή, Ηπ. Χρον., 4 (1929), σ. 157-175.
  • Πεντόγαλος, Γ.Η.: Λατίνοι επίσκοποι Κεφαλονιάς-Ζακύνθου. Ανάτυπον Δελτίου Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας, 1974.
  • Περίδης, Μ.Π.: Λεξικόν ιταλοελληνικόν, τομ. 2ος, εν Ερμουπόλει Σύρου 1862.
  • Πετρόπουλος, Γ.: Νοταριακαί πράξεις Μυκόνου των ετών 1663-1779, Αθήναι 1960. (Παράρτημα της Επετηρίδος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών).
  • Πεφάνη, Π.: Οι γενιές της Νέδουσας, Αθήναι 1982.
  • Πλουμίδης, Γ.Σ.: Ειδήσεις δια το Βενετοκρατούμενον Ναύπλιον (1440-1540), Πελοποννησιακά, Η’ (1971), 261-275.
  • Του ιδίου: Αι πράξεις εγγραφής των Ελλήνων σπουδαστών του Πανεπιστημίου της Παδούης, μέρος Β’, ΕΕΒΣ, ΛΗ’ (1971), σ. 84-195.
  • Του ιδίου: Αι πράξεις εγγραφής των Ελλήνων σπουδαστών του Πανεπιστημίου της Παδούης, ΕΕΒΣ, ΛΖ’ (1969-70), σ. 260-336.
  • Του ιδίου: Συλλογή εγγράφων Μεθώνης και Κορώνης, Πελοποννησιακά, Ι’ (1974), 155-164.
  • Πυώ, Ρ.: Ο καπετάν Γκίνης, ΔΙΕΕ, 9 (1926), Σ. 534-538.
  • Σάθας, Κ.: Τουρκοκρατούμενη Ελλάδας, Αθήναι 1869.
  • Του ιδίου: Χατζή Σεχρέτη, Βίος Αλή Πασά. Ιστορικαί διατριβαί, εν Αθήναις 1870.
  • Του ιδίου: Βυζαντινά ανέκδοτα, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, Α’.
  • Του ιδίου: Λεοντίου Μαχαιρά, Χρονικόν Κύπρου, Μεσ. Βιβλ. Β’ (1873), σ. 53-409.
  • Του ιδίου: Κρητικαί διαθήκαι, Μεσ. Βιβλ., ΣΤ’ (1877), σ. 654-652.
  • Του ιδίου: Ανωνύμου, Σύνοψις Χρονική, Μεσ. Βιβλ., Ζ’, σ. 1-556.
  • Του ιδίου: Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, τόμος Ι, Paris 1880.
  • Του ιδίου: Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, τόμος IV, Paris 1882.
  • Του ιδίου: Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, τόμος V, Paris 1883.
  • Του ιδίου: Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, τόμος VI, Paris 1884.
  • Του ιδίου: Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, τόμος VII, Paris 1888.
  • Του ιδίου: Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, τόμος VIIΙ, Paris 1888.
  • Του ιδίου: Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας, τόμος IΧ, Paris 1890.
  • Σάρρου, Α.Κ.: Περί μεικτών ναών ορθοδόξων και καθολικών εν Χίω, ΕΕΒΣ, ΙΘ’ (1949), σ. 194-208.
  • Του ιδίου: Ηπειρωτικαί ενθυμήσεις ή χρονικά σημειώματα και επιγραφαί, Ηπ. Χρον. 12 (1937), σ. 104-132.
  • Του ιδίου: Τοπωνυμικόν Ζίτσης και Μονοδενδρίου του Ζαγορίου, Ηπ. Χρον. 12 (1937), σ. 190-204.
  • Σκοπετέας, Σ.Χ.: Η καταγωγή των ζωγράφων Δοξαράδων, Επτανησιακά Φύλλα, περ. Β’, αριθ. 3 (Φεβρουάριος 1954).
  • Σούλης, Χ.Ι.: Τα «Μπουκουρέικα» των Τζουμέρκων, ήτοι περί της συνθηματικής γλώσσης των ραφτάδων των Σχωρετσάνων των Τζουμέρκων, Ηπ. Χρον. 3 (1928), 310-320.
  • Σούρλας, Ε.: Κώστας Γραμματικός, Ηπ. Χρον., 13 (1938), σ. 1-80.
  • Στασινόπουλος, Κ.Α.: Αι πολιορκίαι του Μεσολογγίου, ΔΙΕΕ, 9 (1926), σ. 23-45.
  • Στεργιόπουλος, Κ.Δ.: Συμβολή εις την έρευναν των Ηπειρωτικών τοπωνυμίων, Ηπ. Χρον. 8 (1933), 94-140.
  • Του ιδίου: Τοπωνυμικόν της επαρχίας Κονίτσης, Ηπ. Χρον., 9 (1934), σ. 204-244.
  • 285Α.    Στεφανίδου, Μιχ. Κ.: Περσική και Βυζαντ. βιοτεχνία, ΕΕΒΣ, ΣΤ’ (1929), σ. 284.
  • Σφήκας, Δ.: «Αναμνήσεις» από το Εικοσιένα. Παρουσίαση Ε. Βαγενά, Αρκαδικά, 4 (1977), σ. 9-10.
  • 290Α.    Τζαννετάτος, Κ.: Το Πρακτικόν της Λατινικής Επισκοπής Κεφαλληνίας και η Επιτομή αυτού, Αθήναι 1965.
  • Τριανταφύλλου, Κ.Ν.: Τα τοπωνύμια Καλάβρυτα – Καλάβριτο, Νεζερόν – Νεζερά, Πελοποννησιακά, Ι’ (1974), σ. 61-65.
  • Τσίτσας, Α.Χ.: Η Εκκλησία της Κερκύρας κατά την Λατινοκρατίαν, (1267-1797), Κέρκυρα 1969.
  • Τσιτσέλης, Η.Α.: Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Α’ (1904).
  • Του ιδίου: Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Β’ εν Αθήναις 1960.
  • Φιλήτας, Χ.: Περί του συνοικισμού των Γραικών εν Τεργέστη, ΔΙΕΕ, Ε’ (1897), σ. 370-376.
  • Φουρίκης, Π.: Μικρά συμβολή εις την Ηπειρωτικήν ιστορίαν. Νικόπολις, Πρέβεζα, Ηπ. Χρον., 4 (1929), σ. 263-294.
  • Χαιρέτη, Μ.Κ.: Ανέκδοτα βενετικά έγγραφα περί των Εβραίων εν Κρήτη, ΕΕΒΣ, ΛΓ’ (1964), 163-184.
  • Χαρτοφυλακίδης, Κ.Γ.: Ιστορικά ανάλεκτα Κέας, ΕΕΚΜ, Β’ (1962), 153-233.
  • Χώρας: Η Αγία Μονή Αρείας Ναυπλίου, εν τη εκκλησιαστική και πολιτική ιστορία Ναυπλίου και Άργους, εν Αθήναις 1975.
  • Boerio, G.: Dizionario dei dialeto Veneziano. Venezia 1856.
  • Crollalanza, G.B.: Dizionario storico-blasonico delle famiglie notabili Italiane, Ed. Arnaldo Forni, Bologna 1886.
  • Georgacas, D. and MacDonald, W.A.: Place names of Southwest Peloponnesos, Athens 1967.
  • Hopf Charles: Chroniques Greco-Romanes, inédites ou peu connues publiées avec notes et tables généalogiques, Berlin 1873, επανέκδοσις Σπανού, Αθήναι 1961.
  • Lamansky, N.: Secrets d’etat de Venise, αναφερόμενος υπό Μανούσακα, Μ.Ι.: Βενετικά έγγραφα αναφερόμενα εις την εκκλησιαστική ιστορίαν της Κρήτης του 14ου-16ου αι., ΔΙΕΕ, 15 (1961), σ. 149-233.
  • Lognon, J. et Topping, P.: Documents sur le régime des lettres dans la principauté de Morée au XIV s., Mouton et Cie, Paris MCMLXIX (1969).
  • Miklosich, F. et Miller, I. : Acta de diplomata Graeca medii aevi sacra et profana, V (1887).
  • Miller, W.: Ιστορία της Φραγκοκρατίας στην Ελλάδα, Αθήνα 1960.
  • Pouqueville, F.G.H.L. : Voyage de la Grèce, 2ème ed., tom. 5, Paris 1827.

 

Γιώργος Ρούβαλης

Δρ. Ιστορίας, Πανεπιστήμιο  Paris-X.- Καθηγητής- Συγγραφέας

 

Διαβάστε ακόμη:

 


Στο:Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις, Ενετοκρατία, Ναύπλιο Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Άρθρο, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Βενετσιάνοι Μισθοφόροι, Βενετοκρατία, Επώνυμα, Ενετο, Ιστορία, Μισθοφόροι, Ναύπλιο, Stradioti

1915-2015 – 100 χρόνια από τον Εθνικό Διχασμό

$
0
0

1915-2015, 100 χρόνια από τον Εθνικό Διχασμό: Οι πολιτικές, πολιτειακές, κοινωνικές διαστάσεις των γεγονότων και οι μεταγενέστερες επιδράσεις – Διημερίδα στο Πνευματικό Κέντρο Δήμου Άργους – Μυκηνών


 

1915-2015 - 100 χρόνια από τον Εθνικό Διχασμό

1915-2015 – 100 χρόνια από τον Εθνικό Διχασμό

Ο Σύνδεσμος Φιλολόγων Αργολίδας και ο Σχολικός Σύμβουλος Φιλολόγων Αργολίδας κ. Δημήτριος Γιαννακόπουλος, σε συνεργασία με τον Δήμο Άργους – Μυκηνών, διοργανώνουν το Σαββατοκύριακο 7-8 Νοεμβρίου 2015 στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Άργους – Μυκηνών (Αγίου Κωνσταντίνου 29, Άργος) Διημερίδα με συμμετοχή κορυφαίων Πανεπιστημιακών Καθηγητών και Ειδικών Επιστημόνων, με τίτλο: 1915-2015, 100 χρόνια από τον Εθνικό Διχασμό: Οι πολιτικές, πολιτειακές, κοινωνικές διαστάσεις των γεγονότων και οι μεταγενέστερες επιδράσεις.

Μέσα από τις εισηγήσεις που θα παρουσιαστούν, θα εξεταστεί το φαινόμενο του Εθνικού Διχασμού τόσο σε τοπική διάσταση όσο και στην ευρύτερα ελληνική και ευρωπαϊκή ιστορική συγκυρία και θα διερευνηθούν οι επιδράσεις του και πέρα από τα στενά χρονικά του πλαίσια.

Ο Σύνδεσμος Φιλολόγων Αργολίδας εκτιμά πως για μια ακόμα φορά η αργολική κοινωνία θα αγκαλιάσει την συγκεκριμένη πρωτοβουλία, η οποία καθιστά την Αργολίδα και ειδικότερα το Άργος κέντρο επιστημονικού ενδιαφέροντος. Γίνεται αντιληπτός από όλους ο σημαντικός ρόλος της διαμόρφωσης ιστορικής συνείδησης και κριτικής σκέψης, ειδικά στην τρέχουσα συγκυρία.

Πρόγραμμα Διημερίδας: 1915-2015 – 100 χρόνια από τον Εθνικό Διχασμό


Στο:Ειδήσεις - Πολιτισμός Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Άργος, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Βενιζέλος Ελευθέριος, Διημερίδα, Εθνικός Διχασμός, Ειδήσεις, Ιστορία, Πνευματικό Κέντρο Δήμου Άργους, Πολιτισμός, Σύνδεσμος Φιλολόγων Αργολίδας

O Ε.Λ.Α.Ν. (Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό) και η δράση του στην Ερμιονίδα

$
0
0

O Ε.Λ.Α.Ν. (Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό) και η δράση του στην Ερμιονίδα


 

Σημαντικό ρόλο στον αγώνα της Αντίστασης κατά των Γερμανικών δυνάμεων Κατοχής, στην Πελοπόννησο, έπαιξε και μια ολιγάριθμη αλλά ιδιαίτερα μαχητική ομάδα καταδρομών που ανέπτυξε στην Ερμιονίδα το ΕΑΜ. Πρόκειται για το ΕΛΑΝ, το Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό.

Η ιστορία κάπως επαναλαμβάνεται. Στα ίδια νερά της Ερμιονίδας, πριν 180 χρόνια, ένας άλλος καταδρομέας, ο Λενιδιώτης Ανδρέας Τσακώνης, διαδραμάτισε τον ίδιο ρόλο. Παραμονεύοντας πίσω από τους κάβους της περιοχής, έκανε τη διαδρομή προβληματική σε κάθε τούρκικο καράβι που θα διακινδύνευε να μπει στα νερά του Αργολικού κόλπου. Τέτοια ήταν η δράση του, ώστε οι Τουρκικές αρχές ν’ ασχοληθούν μαζί του, αλλά χωρίς αποτέλεσμα, γιατί η ιστορία, από όσα στοιχεία διασώθηκαν στο Αρχείο της Ύδρας (τόμ. 1, σ. 8081) δεν αναφέρει αν τελικά τον συνέλαβαν.

Ας δούμε, όμως, ποια ήταν η δράση αυτή του ΕΛΑΝ, έτσι όπως την διηγήθηκαν αυτοί που την έζησαν και επέζησαν.

Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Γερμανοί, για να μεταφέρουν τα εφόδια του στρατού τους στην Κρήτη, χρησιμοποιούσαν ελληνικά καΐκια, αρπαγμένα, επιταγμένα ή κατά κάποιον οποιονδήποτε τρόπο αναγκασμένα να εκτελέσουν τις διαταγές τους. Τα φόρτωναν σε κάποιο λιμάνι της Αττικής κι εκείνα, ξεκινώντας το απόγευμα και παραπλέοντας τις ακτές της Πελοποννήσου, προσπαθούσαν ταξιδεύοντας ολοταχώς τη νύχτα να βρίσκονται τα ξημερώματα σε κάποιο λιμάνι της Κρήτης. Το δρομολόγιο αυτό των καϊκιών περνούσε ανάμεσα στον Άη Γιώργη της Ύδρας και το νησάκι Δοκός.

Το 1943, ένας θαρραλέος και ριψοκίνδυνος γεωπόνος, ο Τάσος Κακαβούτης, Γραμματέας του ΕΑΜ Ερμιονίδας, συνέλαβε την ιδέα να οργανώσει μιαν ομάδα καταδρομών και να παρεμποδίσει αυτή τη μεταφορά εφοδίων προς τα στρατεύματα κατοχής της Κρήτης. Την οργάνωση της ομάδας αυτής του ΕΛΑΝ την είχαν αναλάβει και νωρίτερα μερικά παιδιά από την Ερμιόνη, αλλά μέχρι τότε δεν είχαν αναπτύξει καμία δράση. Τότε, στις αρχές του 1944, μια ολιγάριθμη ομάδα ανταρτών αποσπάται από το 6ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ, που είχε την έδρα του στην περιοχή της Στυμφαλίας και στέλνεται στην Ερμιονίδα. Από τα μέλη αυτής της ομάδας δημιουργήθηκε ο βασικός πυρήνας του ΕΛΑΝ.

Ένα από τα μέλη της, ο Παναγιώτης Καραμπίνας από το Φοινίκι της Θεσπρωτίας, γνωστός με το ψευδώνυμο «καπετάν Τζαβέλας», που τον συναντήσαμε στο σπίτι του, στην Παραλία της Ακράτας, μας διηγείται:

«Εγώ, τότε, είχα καταταχτεί στο 6° Σύνταγμα του ΕΛΑΣ και μια μέρα, αρχές του 1944, πήραμε την εντολή να σχηματίσουμε μιαν ομάδα κρούσεως και να κατεβούμε στα Δίδυμα. Είμαστε επτά. Ο Γιώργος ο Λέκας, από το Γκέρμπεσι (Μιδέα) της Αργολίδας, γνωστός με το ψευδώνυμο καπετάν Λευτεριάς, ο Γιάννης Σκινάς ή Τίγρης από το Χαρβάτι (Μυκήνες), ο Τάσος Οικονόμου από τις Λίμνες, ο καπετάν Γιάννης Μοριάς και άλλα δύο παιδιά, που δεν θυμούμαι τα ονόματά τους.

Εκείνες τις ημέρες, θα ’ταν 15 ή 16 του Φλεβάρη 1944, δύο εγγλέζικα αεροπλάνα βομβάρδισαν μέσα στο λιμάνι των Σπετσών τον ¨Κέφαλο¨, ένα καράβι μιας Κακαμπουρίνας από τα Μέθανα, επιταγμένο από τους Γερμανούς και φορτωμένο άλευρα, και το βούλιαξαν. Αλλά, φεύγοντας μετά τον βομβαρδισμό, το ένα από τ’ αεροπλάνα χτύπησε στον φάρο, έχασε το ένα του φτερό και πέφτοντας στη θάλασσα, στη τοποθεσία ¨Γαρύφαλλου¨, βούλιαξε σε 18 οργιές νερό. Είχε πλήρωμα δύο αεροπόρους. Ο ένας πρόλαβε και γλύτωσε με το αλεξίπτωτο. Τον έκρυψε ένας ψαράς, ο Βαγγέλης Οικονόμου ή Παραπόλας, και τον φυγάδεψε κατόπιν στα Δίδυμα. Ο άλλος παρασύρθηκε με το σκάφος στον βυθό. Από τους Γερμανούς στρατιώτες, που αποτελούσαν την φρουρά του καραβιού, δυο σκοτώθηκαν, δυο άλλοι επιβιβάστηκαν σε κάποιο καΐκι και γύρισαν στον Πειραιά, δυο κατέφυγαν στο ξενοδοχείο του Καρδάση, στις Σπέτσες, και ο τελευταίος, εφτά ήσαν όλοι, ο Φριτς, μπήκε σε κάποιο περαστικό καΐκι και πήγε στο Ναύπλιο για να ειδοποιήσει για ό,τι είχε γίνει».

Μόλις φτάσαμε στα Δίδυμα, συνεχίζει την αφήγησή του ο Καπετάν Τζαβέλας, «θα ’ταν 15 ή 16 του Φλεβάρη, έρχεται ο Σμυρλής από τις Σπέτσες και μας είπε για τον βομβαρδισμό, το βυθισμένο αεροπλάνο, το καράβι, τους δυο Γερμανούς, που μένανε στο ξενοδοχείο. Μας είπε ακόμη και για τρία επιταγμένα καΐκια, που ήταν φορτωμένα στο λιμάνι. Αποφασίσαμε να πάμε να πιάσουμε τους Γερμανούς και τα καΐκια και να προσπαθήσουμε να διασώσουμε ό,τι μπορούσαμε από το μισοβυθισμένο καράβι και από το αεροπλάνο. Κατεβήκαμε στο Πόρτο Χέλι, πήραμε ένα καΐκι και περάσαμε στις Σπέτσες. Ο καπετάν Λευτεριάς, ο Σμυρλής κι εγώ. Πήγαμε στο σπίτι του Πασαμήτρου, όπου και μείναμε εκείνη τη βραδιά. Την άλλη μέρα, ο Παντελής Αρμένης, που είχε καφενείο στο Παλιό Λιμάνι και που αργότερα έγινε κουνιάδος μου, μας έφερε σ’ επαφή με τους ναύτες των τριών επιταγμένων καϊκιών, που πρόθυμα δέχτηκαν να μας βοηθήσουν να πάρουμε τα καΐκια. Πράγματι, το βράδυ, ανεβήκαμε στα τρία καΐκια και τα πήγαμε στην Κοιλάδα. Το ένα ήταν οργανωμένο και το αφήσαμε ελεύθερο. Μέσα στ’ άλλα δυο βρήκαμε 75 τηλέφωνα και 350 τσουβάλια με Χριστουγεννιάτικα δέματα για τους Γερμανούς της Κρήτης, γλυκά, τσιγάρα και άλλα τέτοια είδη. Χιλιάδες κουτιά μαρμελάδα, χοιρομέρια, και καμμιά δεκαριά κεφάλια παρμεζάνα, που το καθένα τους ζύγιζε 70-80 κιλά, και που μοιράστηκαν αργότερα στον πληθυσμό. Πολλά προωθήθηκαν για τη Γκούρα της Στυμφαλίας, όπου όπως είπαμε ήταν το Αρχηγείο του ΕΛΑΣ. Οι ναύτες των καϊκιών έμειναν στις τάξεις τού ΕΛΑΣ και μάλιστα δύο απ’ αυτά τα παιδιά κρεμάστηκαν αργότερα στις Σπέτσες.

Τα εφόδια αυτά τα μεταφέραμε από την Κοιλάδα στα Δίδυμα και τα παραδώσαμε στην Οργάνωση. Γυρίσαμε κατόπιν στις Σπέτσες και πήγαμε στον Αρμένη, ο οποίος μας υπέδειξε το ξενοδοχείο όπου έμεναν οι Γερμανοί. Είμαστε έξη. Ο καπετάν Λευτεριάς, ο Σμυρλής, ο Παναγιώτης ο Τρομάρας, ο Δημήτρης ο Κατεμής (Κανάρης), ο Γιάννης ο Σκινάς ή Τίγρης, κι εγώ. Μας είπαν σε ποιο δωμάτιο ήσαν οι Γερμανοί κι άκουγαν ράδιο. Ήταν και κάτι κοριτσόπουλα και χορεύανε. Μπήκαμε ξαφνικά μέσα φωνάζοντας Αλτ. Ο ένας από τους Γερμανούς έκανε μια προσπάθεια να πιάσει μια χειροβομβίδα, που είχε περασμένη στη μπότα του, αλλά ο Τρομάρας, με μια ριπή, τον πρόλαβε και τον σκότωσε. Είναι αλήθεια πως θέλαμε να τον πιάσουμε κι εκείνον ζωντανό, έτσι όμως που ήρθαν τα πράγματα δεν γινόταν αλλιώς. Πήραμε τον οπλισμό τους, είπαμε στους ανθρώπους του ξενοδοχείου να τυλίξουν τον νεκρό σ’ ένα σεντόνι και να τον φουντάρουν στα βαθειά και φύγαμε για τα Δίδυμα, παίρνοντας μαζί μας και τα δυο μυδράλια του καραβιού, που οι Γερμανοί είχαν αφαιρέσει από το μισοβυθισμένο καράβι και είχαν τοποθετήσει για φύλαξη στο καφενείο του Αρμένη.

Την άλλη μέρα, ο Γερμανός ο Φριτς, που είχε πάει στο Ναύπλιο και επέστρεφε στις Σπέτσες, πιάστηκε και οδηγήθηκε κι αυτός στα Δίδυμα».

Εδώ, πρέπει να κάνουμε μια μικρή παρέκκλιση στην αφήγηση του καπετάν Τζαβέλα. Το επεισόδιο αυτό είχε τις συνέπειές του. Ο δήμαρχος Σπετσών, ο Λεκός, κατά μίαν εκδοχή, θορυβημένος από τον φόνο των δυο Γερμανών και φοβούμενος τα αντίποινα που περίμεναν αυτόν και το νησί, πήγε στον Πειραιά, συνοδευόμενος από τον γιατρό τον Κόχυλα. Παρουσιάστηκαν στις Γερμανικές Αρχές και ανέφεραν τα γεγονότα, προσπαθώντας να πείσουν τους Γερμανούς ότι ο ντόπιος πληθυσμός ήταν αμέτοχος σ’ αυτό το επεισόδιο.

Οι Γερμανοί, έχοντας την πληροφορία ότι οι καταδρομείς είχαν τη βάση τους κάπου στην Ερμιονίδα, επάνδρωσαν δυο μεγάλα σιδερένια καΐκια και ανήμερα το Πάσχα του 1944, αποβιβάστηκαν στην Κοιλάδα. Δείρανε, σκοτώσανε, κάψανε κάτι σπίτια στην Ερμιόνη και φύγανε. Η ενέργεια αυτή των Γερμανών θεωρήθηκε ότι ήταν αποτέλεσμα της αναφοράς του Λεκού και του Κόχυλα και παρ’ όλο που ήσαν πρόσωπα αγαπητά σ’ όλους, εκτελέσθηκαν, μαζί με τον Διαμαντόπουλο τον αρχιτέκτονα και τον Κατραμάδο.

Από τότε, ο καπετάν Τζαβέλας και ο Τάσος Κακαβούτης οργάνωσαν συστηματικά το ΕΛΑΝ. Πήραν ένα καΐκι του Παντελή του Μπάμη, ένα τρεχαντήρι καμιά 30αριά τόνων, του βγάλανε το άλμπουρο για να μην διακρίνεται εύκολα από μακριά, βάλανε ένα μυδράλιο στην πλώρη και το προστατέψανε με τσουβάλια με χώμα. Παίρνανε πληροφορίες από τον Τάσο Παπαδάκο, που ήταν γραμματέας στη Μητρόπολη της Ύδρας και διερμηνέας των εκεί Γερμανών. Τους ειδοποιούσε με το τηλέφωνο πόσα καΐκια και πότε επρόκειτο να περάσουν, αν ήταν οπλισμένα κι αν είχαν συνοδεία από Γερμανούς. Στις επιχειρήσεις αυτές λάβαιναν μέρος συνήθως πέντε παιδιά. Ο Μήτσος ο Κρεμύδας, ο Βασίλης ο Λιώσης, ο Σταύρος Χατζησταύρος από το Κρανίδι, ο Παναγιώτης ο Τρομάρας κι ο καπετάν Τζαβέλας. Συνολικά πιάσανε 17-18 καΐκια, απ’ όπου πήρανε πολλά τρόφιμα. Μ’ αυτά, που τα προωθούσαν με ζώα στη Στυμφαλία, ενισχύθηκε σημαντικά ο αγώνας του ΕΛΑΣ στην Πελοπόννησο.

 

Χάρτης των βασικών δρομολογίων υων επίτακτων σκαφων που εφοδίαζαν τις γερμανικές φρουρές την περίοδο 1943-1944. Παπαδόπουλου Α. Δημητρίου, ΕΛΑΝ, Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό 1943-1945, Πολεμικές Σελίδες. Τεύχος 14ο, Αύγουστος – Σεπτέμβριος 2007, σελ. 35.

Χάρτης των βασικών δρομολογίων υων επίτακτων σκαφων που εφοδίαζαν τις γερμανικές φρουρές την περίοδο 1943-1944. Παπαδόπουλου Α. Δημητρίου, ΕΛΑΝ, Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό 1943-1945, Πολεμικές Σελίδες. Τεύχος 14ο, Αύγουστος – Σεπτέμβριος 2007, σελ. 35.

 

Ας ξαναγυρίσουμε όμως στη διήγηση τού καπετάν Τζαβέλα.

 

«Αφού παραδώσαμε τον οπλισμό των Γερμανών και τον αιχμάλωτο στα Δίδυμα, ξαναγυρίσαμε στις Σπέτσες, πήραμε δύτες, ανασύραμε το αεροπλάνο και του βγάλαμε τα πέντε μυδράλια πού είχε. Αυτά δούλευαν με ηλεκτρισμό, αλλά εμείς τα προωθήσαμε στο Τάγμα, όπου και τα μετέτρεψαν και τα έκαναν να δουλεύουν με σκαντάλη.

Εκείνες τις ημέρες, μας έφεραν την πληροφορία ότι στη Σκαμνιά, στη Σέριφο, είχε βουλιάξει ένα βαπόρι και ότι οι επτά Γερμανοί, που ήταν η φρουρά του, είχαν πάρει δύτες, έβγαζαν από το βαπόρι ό,τι μπορούσαν και το πούλαγαν. Αποφασίσαμε με τον Παντελή τον Αρμένη να πάμε να τους πιάσουμε.

Μπήκαμε σ’ ένα γερό καΐκι και πήγαμε στο Λειβάδι στη Σέριφο οι τρεις. Ο Παντελής ο Αρμένης, ο καπετάν Αντρέας, που ήταν καπετάνιος σ’ ένα από τα επιταγμένα καΐκια που είχαμε αράξει στην Κοιλάδα κι εγώ. Βάλαμε τα σήματα του Ερυθρού Σταυρού για να μη μας χτυπήσουν τα αεροπλάνα. Τα αυτόματα τα τυλίξαμε στα πανιά για να μη φαίνονται. Βγήκαμε στο Λειβάδι, το κεντρικό λιμάνι του νησιού, όπου και συνδεθήκαμε και μάθαμε για τους Γερμανούς στη Σκαμνιά. Μένανε σ’ ένα εκκλησάκι που το είχαν οχυρώσει κι επέβλεπαν από ψηλά το βαπόρι. Μάθαμε, ακόμη, ότι στο λιμάνι της Σέριφου ήταν αραγμένο ένα μεγάλο καΐκι του Γκόβερη, γνωστού τότε μεγαλοϊχθυέμπορου του Πειραιά, που αγόραζε ψάρια για τις ανάγκες του Γερμανικού Στρατού. Είχε και μια φρουρά από τρεις Γερμανούς. Τα πυρομαχικά μας δεν ήταν πολλά και δεν μας επέτρεπαν να επιτεθούμε εναντίον των Γερμανών της Σκαμνιάς. Έπειτα, ένας σύνδεσμος που στείλαμε να πάει να ιδεί και να ’ρθει να μας πει τι γινόταν, αργούσε να γυρίσει. Γι’ αυτό καταλήξαμε στην απόφαση να επιτεθούμε στο δεύτερο καΐκι, του Γκόβερη.

Φύγαμε με τα πόδια για το λιμάνι – δεν θυμάμαι πώς λεγόταν – όπου βρισκόταν το καΐκι, φορώντας πέδιλα και φανελάκια για να φαινόμαστε σαν ψαράδες. Τα πιστόλια τα περάσαμε στη ζώνη, μέσα από το παντελόνι. Όταν φτάσαμε στο λιμάνι, όπου ήταν το καΐκι του Γκόβερη, ήταν μεσημέρι. Είδαμε τους δυο από τους τρεις Γερμανούς να κοιμούνται στο προαύλιο ενός καφενείου, αλλά δεν βλέπαμε τον τρίτο κι αυτό μας έκανε να διστάσουμε να τους επιτεθούμε. Ώσπου να ιδούμε πού ήταν ο τρίτος Γερμανός, η ώρα πέρασε και οι δυο Γερμανοί ξύπνησαν και τότε είδαμε ότι ο τρίτος Γερμανός, ένας βαθμοφόρος, ήταν στην ταράτσα του σπιτιού και φύλαγε το καΐκι και τους συντρόφους του που κοιμόντουσαν. Πλησιάσαμε στο καΐκι και είπαμε στους ναύτες πως μάθαμε ότι αγοράζει ψάρια και ότι κι εμείς ψαράδες είμαστε, αλλά ότι το καΐκι μας έχει πάθει βλάβη στο Λειβάδι και τα ψάρια μας θα χαλάγανε και θα τα πετάγαμε. Μας ρώτησαν τι ψάρια ήταν και τι ζητάγαμε και τους απαντήσαμε ότι στη κατάσταση που είμαστε, ελάτε να τα δείτε και δώστε μας ό,τι θέλετε. Προσπαθούσαμε να τους φέρουμε στο καΐκι μας, όπου είχαμε τα αυτόματα. Είπανε ότι θα ’ρθούνε τ’ απόγεμα. Φύγαμε και γυρίσαμε στο Λειβάδι. Στο λιμάνι ήσαν κι άλλα καΐκια. Είπαμε σ’ ένα απ’ αυτά που ετοιμαζόταν να σαλπάρει να περιμένει και να φύγει μόλις ακούσει τη μηχανή του Γκόβερη να έρχεται, και στους άλλους στο λιμάνι να πουν ότι το καΐκι με τα ψάρια έφτιαξε τη μηχανή του και ¨Νάτο, έφυγε¨. Εμείς ανεβήκαμε με τα αυτόματα και κρυφτήκαμε πίσω από κάτι φραγκοσυκιές που ’σαν πάνω από το καΐκι μας και περιμέναμε.

Σε λίγο έφτασε το καΐκι του Γκόβερη με τους τρεις Γερμανούς. Ρώτησαν για το χαλασμένο καΐκι με τα ψάρια. Όταν τους είπαν ότι είχε φύγει, και πραγματικά είδαν ένα καΐκι ν’ απομακρύνεται, κι επειδή ο καιρός είχε αρχίσει να φρεσκάρει, αναγκάστηκαν να περάσουν τη νύχτα στο Λειβάδι και άραξαν δίπλα μας.

Σε λίγο άρχισε να νυχτώνει και μέσα στο μισοσκόταδο είδα τον έναν από τους Γερμανούς, τον βαθμοφόρο, να πηγαίνει να κοιμηθεί στην πρύμνη με τον μηχανικό, ενώ οι άλλοι δυο κατέβηκαν κάτω στην πλώρη, μαζί με τ’ άλλο πλήρωμα.

Αφήσαμε να περάσει η ώρα, να τους πάρει ο ύπνος καλά και σιγά-σιγά βγήκαμε από τις φραγκοσυκιές, ανεβήκαμε στο καΐκι μας και περάσαμε στου Γκόβερη. Εγώ πήγα κατ’ ευθείαν στην πρύμνη, όπου κοιμόταν ο Γερμανός, ενώ οι άλλοι πήγαν στο άνοιγμα της πλώρης. Σκούντησα με το αυτόματο τον Έλληνα μηχανικό, που με νόημα μου έδειξε πού κοιμόταν ο Γερμανός. Τον σκούντησα κι αυτόν και μόλις άνοιξε τα μάτια του και είδε το αυτόματο, είπε έντρομος: ¨Εν τάξει, εν τάξει¨, σηκώνοντας τα χέρια του πάνω από το κεφάλι του. Την ώρα πού γινόντουσαν αυτά, στην πλώρη ο Σμυρλής με τον Αρμένη προσπάθησαν να συλλάβουν τους δυο άλλους Γερμανούς, που κοιμόντουσαν κάτω. Οι Γερμανοί όμως αυτοί αντιστάθηκαν και άρχισαν να πυροβολούν. Είπαμε να τους ρίξουμε μια χειροβομβίδα, αλλά συλλογιστήκαμε το πλήρωμα που θα σκοτωνόταν κι εκείνο μαζί τους. Δέσαμε τότε τον Γερμανό στο κατάρτι και πλησίασα στο άνοιγμα της πλώρης. Το αυτόματό μου, ίσως γιατί τα πυρομαχικά είχαν υγρανθεί, παθαίνει εμπλοκή, και με το πιστόλι πια πυροβόλησα προς το μέρος που, στη λάμψη των πυροβολισμών, νόμιζα πως ήσαν οι Γερμανοί. Αποτέλεσμα ήταν να τραυματίσω τον έναν στο χέρι και τον άλλον στο πόδι. Σταμάτησαν κάθε αντίσταση, τους βγάλαμε έξω και τους δέσαμε τα τραύματά τους. Μετά, τους φέραμε στην Ερμιόνη, μαζί με το καΐκι του Γκόβερη και τους παραδώσαμε στην τοπική οργάνωση».

Αυτή ήταν η ιστορία, που διηγήθηκε ο Παναγιώτης Καραμπίνας, με το πιο απλό ύφος, χωρίς το παραμικρό ίχνος περηφάνιας, λες και διηγιόταν μια ασήμαντη ιστοριούλα. Κι όμως, αυτά τα επεισόδια, παρ’ όλο τον προσωπικό και τοπικό χαρακτήρα τους, πρέπει να σημειωθούν και να μείνουν στην Ιστορία, σαν φωτεινά παραδείγματα θάρρους.

 

Να ιδούμε όμως και τι απέγινε το τμήμα εκείνο του ΕΛΑΝ.

 

«Στις αρχές του καλοκαιριού τού 1944, οι Γερμανοί άρχισαν τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις», συνεχίζει ο καπετάν Τζαβέλας. «Ξεκίνησαν από την περιοχή του Ναυπλίου και χτενίζοντας κυριολεκτικά τη Ναυπλία έφτασαν και στην Ερμιονίδα. Ένα τμήμα του ΕΛΑΣ από το 6ο Σύνταγμα ήταν καταυλισμένο στην Πελεή, ένα χωριό κοντά στα Δίδυμα. Το τμήμα αυτό, πιεζόμενο από τις ανώτερες Γερμανικές δυνάμεις, κατεβαίνει ένα απόγεμα στην Κορακιά, επιβιβάζεται στα καΐκια που όπως είπαμε είχαμε πάρει πριν λίγες μέρες στο λιμάνι των Σπετσών και παρ’ όλο τον κίνδυνο να τους αντιληφθούν οι Γερμανοί καταφέραμε, κατά τη διάρκεια της νύχτας, να περάσουμε στη Σαμπατική της Κυνουρίας, παίρνοντας μαζί μας και την ¨Καταδίωξη¨, έτσι λέγαμε το σκάφος του Γκόβερη, γιατί είχε γερή μηχανή. Τους τραυματίες τους βγάλαμε στο Άστρος. Τα ένοπλα τμήματα μόλις πρόλαβαν να σκορπίσουν στους ελαιώνες της Σαμπατικής και του Λεωνιδίου, γιατί ξημερώνοντας ήρθαν τα αεροπλάνα. Μείναμε καμιά δεκαπενταριά μέρες στην Πλάκα. Τότε μας έκαναν οι Γερμανοί μιαν επίθεση με τορπιλακάτους και γι’ αυτό αναγκαστήκαμε να βουλιάξουμε την ¨Καταδίωξη¨, στον Άη Γιώργη, στα Πούληθρα.

Μαζί μας δεν ήρθαν όλοι, μερικοί έμειναν. Ένας απ’ αυτούς, ο Γιώργος ο Λέκας, ο καπετάν Λευτεριάς, κατέβηκε κι αυτός κάτω στην Κορακιά για να φύγει μαζί με τους άλλους, αλλά την τελευταία στιγμή λέει στον καπετάνιο του τμήματος εκείνου:

– Αποφάσισα να μείνω εδώ και να συνεχίσω από εδώ τον αγώνα.

– Είναι επικίνδυνο αυτό που κάνεις, του λέει ο καπετάνιος, αλλά δεν μπορώ να στο απαγορέψω. Έλα μαζί μας. Πού θα πας; Πού θα κρυφτείς;

– Έχω ανθρώπους να με κρύψουν στις Σπέτσες, είπε και πήδησε στη στεριά.

Έφυγε μέσα στο σκοτάδι, πηγαίνοντας να συναντήσει τον θάνατο. Αργότερα μάθαμε πως κατέφυγε στις Σπέτσες, στο σπίτι του Αρμένη. Στις Σπέτσες είχε καταφύγει ο Πανουργιάς και άλλοι. Αλλά τα πάθη είχαν εξαγριωθεί κι εκεί. Τον πρόδωσαν τον Λέκα, και αναγκάστηκε να πάει να κρυφτεί μέσα στη σπηλιά του ¨Μπεκίρη¨. Αλλά κι εκεί τον βρήκαν. Αντιστάθηκε όσο είχε πυρομαχικά. Ύστερα παραδόθηκε. Έπειτα από έναν άγριο ξυλοδαρμό, μισοζώντανο τον κρέμασαν μαζί μ’ οκτώ άλλους μπροστά στο Ποσειδώνιο, στη Ντάμπια. Αυτόν, τους τρεις Πασαμητραίους, Άγγελο, Γιώργο και τη γυναίκα του, τον Βασίλη Οικονόμου, τον Δημοσθένη Οικονόμου, και τον Μιχάλη Ευσταθίου, τον ταχυδρομικό Γιάννη Τσιρτσίκο, τον Θάνο τον Κοντοβράκη από το Κρανίδι. Εκείνες τις μέρες κρέμασαν και σκότωσαν κι άλλους στις Σπέτσες. Θυμάμαι τον Δημήτρη τον Φαφούτη, τον Κατσαβίδα, τον Κωσταρίδα, τον καπετάν Αντρέα, που ήταν καπετάνιος ενός από τα καΐκια που είχαμε πάρει, όπως είπαμε παραπάνω.

Ο Πανουργιάς κρύφτηκε μέσα σ’ ένα άδειο μνημείο στο νεκροταφείο, αλλά έπειτα από 5-6 ημέρες τον ήβραν κι αυτόν και τον σκότωσαν. Δυο άλλους, τον Κακαβούτη και τον Φώτη τον Στρατάκο, τους περιέθαλψε ο τότε Δεσπότης της Ύδρας, αλλά τους πρόδωσαν. Τους μετέφεραν στο Κρανίδι και τους κρέμασαν στην πλατεία για παραδειγματισμό. Του Στρατάκου του είχαν σπάσει τη σπονδυλική στήλη και δεν μπορούσε να σταθεί όρθιος, γι’ αυτό από το αυτοκίνητο που τους έφερε τον έσερναν μέχρι την κρεμάλα. Οι Γερμανοί παρακολουθούσαν τον απαγχονισμό χωρίς να παίρνουν μέρος. Περιορίστηκαν μόνο να βγάζουν φωτογραφίες.

«Εγώ, με τη γυναίκα μου την Κατίνα, άλλες τέσσερις γυναίκες και οχτώ άντρες», συνεχίζει ο καπετάν Τζαβέλας, «προσπαθήσαμε από το Λεωνίδιο να φτάσουμε στον Χελμό. Κάπου, όμως, κοντά στην Καρυά του Άργους μας πιάσανε. Μας πήγαν και μας φυλάκισαν στην Ακροναυπλία. Από εκεί ελευθερωθήκαμε όταν έφυγαν οι Γερμανοί. Εμείς, όμως, συνεχίσαμε τον αγώνα. Ξαναπήγα πάλι στην Ερμιόνη, βρήκα άλλα παιδιά, τον Χαρίλαο τον Λάμπουρα, έναν Γιάννη, έναν Χρήστο, και άλλους που δεν τους θυμούμαι πια. Πήραμε ένα καΐκι, του Νίκου του Γκλέζου κι αρχίσαμε να περιπολούμε ανάμεσα [στις] Σπέτσες, όπου είχαν συγκεντρωμένους τους άντρες των Ταγμάτων Ασφαλείας, και την Κορακιά. Στα Δεκεμβριανά καταφύγαμε στον Γέρακα της Λακωνίας. Από κει περάσαμε στο Άστρος, όπου και παραδώσαμε τον οπλισμό μας».

«Αυτή ήταν η δράση μου στο ΕΛΑΝ», συνεχίζει ο καπετάν Τζαβέλας. «Αυτά μπόρεσα να κάνω για την πατρίδα μου κι αυτά έκανα. Και γι’ αυτά που έδωσαν 17 χρόνια φυλακή».

Αυτή ήταν, με λίγα λόγια, η σύντομη δράση του ΕΛΑΝ. Λίγο κράτησε, 5-6 μήνες, αλλ’ όταν μια μέρα η ιστορία βάλει τα πράγματα στη θέση τους, το ΕΛΑΝ της Ερμιονίδας θα έχει να παρουσιάσει μερικές από τις ωραιότερες σελίδες της Ελληνικής Αντίστασης.

 

Τάκης Μαύρος


Στο:Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις, Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, Κατοχή Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Άρθρα, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, Ε.Λ.Α.Ν., Ερμιονίδα, Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό, Ιστορία, Κρανίδι, Κατοχή, Πελοπόννησος, Τάσος Κακαβούτης, Τάκης Μαύρος

Το παραμύθι των Γιουσουρούμ

$
0
0

Το παραμύθι των Γιουσουρούμ


 

«Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

 Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Αναδημοσιεύουμε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα» άρθρο του αγαπητού κυρίου Νίκου Βατόπουλου με τίτλο:

«*Το παραμύθι των Γιουσουρούμ».

 

Οι ιστορίες της Αθήνας και των ανθρώπων της είναι αναρίθμητες. Πολλές από αυτές ξεθωριάζουν, λανθάνουν ή λησμονούνται. Άλλες αναφύονται σε κύκλους χρόνου και γίνονται και πάλι ίχνη, και από θραύσματα γίνονται αφηγήσεις. Η περίπτωση της οικογένειας Γιουσουρούμ είναι ένα αθηναϊκό παραμύθι, γοητευτικό όσο και μακρινό, αλλά ταυτόχρονα νωπό, καθημερινό και αληθινό όσο και η κληρονομιά του οικογενειακού ονόματος στην καθομιλουμένη. Πριν από λίγες ημέρες, η Ισραηλιτική Κοινότητα Αθηνών τίμησε ως μεγάλο ευεργέτη της τον κ. Μωυσή (Μωύς) Γιουσουρούμ, ετών 95, ο οποίος επί σειρά δεκαετιών προσέφερε εθελοντικά. Το όνομά του δόθηκε στον αίθριο χώρο της συναγωγής και η δημόσια αυτή εκδήλωση τιμής στάθηκε η αφορμή για να συνταχθεί η ιστορία της οικογενείας Γιουσουρούμ με ερευνητική δουλειά στα αρχεία, με πρωτοβουλία του Εβραϊκού Μουσείου στην Αθήνα και της εβραϊκής κοινότητας.

 

Ομαδική φωτογραφία των οικογενειών Γιουσουρούμ, Χαμπίμπ και Κοέν στο Θησείο, γύρω στο 1914. Στην πίσω γραμμή, τα πέντε παιδιά του Μποχώρ Γιουσουρούμ, Ηλίας (με μούσι και καπέλο), Χαΐμ, Ιάκωβος, Μωυσής, Νώε, με τις συζύγους και τα παιδιά τους, την τρίτη γενιά της οικογένειας. Στο κέντρο η γυναίκα του Νώε, Μαζαλτώβ (το γένος Χαμπίμπ), με τον νεογέννητο Ισαάκ στην αγκαλιά. Φωτογραφικό Αρχείο ΕΜΕ.

Ομαδική φωτογραφία των οικογενειών Γιουσουρούμ, Χαμπίμπ και Κοέν στο Θησείο, γύρω στο 1914. Στην πίσω γραμμή, τα πέντε παιδιά του Μποχώρ Γιουσουρούμ, Ηλίας (με μούσι και καπέλο), Χαΐμ, Ιάκωβος, Μωυσής, Νώε, με τις συζύγους και τα παιδιά τους, την τρίτη γενιά της οικογένειας. Στο κέντρο η γυναίκα του Νώε, Μαζαλτώβ (το γένος Χαμπίμπ), με τον νεογέννητο Ισαάκ στην αγκαλιά. Φωτογραφικό Αρχείο ΕΜΕ.

 

Όλοι γνωρίζουμε τι σημαίνει γιουσουρούμ, λίγοι όμως συνδέουμε την έννοια του παλαιοπωλείου ή του παζαριού με αντίκες με την εβραϊκή οικογένεια Γιουσουρούμ. Ο κ. Μωυσής Γιουσουρούμ είναι απόγονος μιας μακράς σειράς δραστήριων ανθρώπων που επέδρασαν στην εμπορική ζωή της Αθήνας. Στην καρδιά της παλιάς πόλης, εκεί όπου χτυπούσε η καρδιά του εμπορίου, είχε δημιουργηθεί και η πρώτη Συναγωγή της Αθήνας, που στεγαζόταν στο σπίτι των Γιουσουρούμ, Καραϊσκάκη 1 και Ερμού. Εκεί ήταν, στα τέλη του 19ου αιώνα, ο πυρήνας της εβραϊκής κοινότητας της Αθήνας. Εκεί ήταν ο πυρήνας της επιχείρησης των Γιουσουρούμ και εκεί γύρω εκείνοι οι αθηναϊκοί δρόμοι που έσφυζαν από την κίνηση του μικροεμπορίου ήταν γνωστοί ως τα παλιά «εβραίικα». Ήταν το κομμάτι που όριζαν οι Άγιοι Ασώματοι, οι οδοί Σαρρή και Ερμού καθώς και οι πλατείες Αγίου Φιλίππου και Ανεξαρτησίας.

Ο Μωυσής Γιουσουρούμ σε ηλικία περίπου 10 ετών, το έτος 1930. Φωτογραφικό Αρχείο ΕΜΕ.

Ο Μωυσής Γιουσουρούμ σε ηλικία περίπου 10 ετών, το έτος 1930. Φωτογραφικό Αρχείο ΕΜΕ.

Η ιστορία του οικογενειακού δέντρου χάνεται πίσω στον χρόνο και, όπως πολλές εβραϊκές οικογένειες που συνδέθηκαν στους νεότερους χρόνους με την Ελλάδα και εντάχθηκαν στην ελληνική κοινωνία, έτσι και οι Γιουσουρούμ είχαν καταγωγή από την Ισπανία. Ακολούθησαν τον δρόμο προς Ανατολάς όταν το 1492 οι Εβραίοι απελάθηκαν από τον βασιλιά Φερδινάνδο και τη βασίλισσα Ισαβέλα. Οι Γιουσουρούμ αρχικά εγκαταστάθηκαν στη Σμύρνη καθώς η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε ανοίξει τις πύλες της. Η ζωογόνος επίδραση της εβραϊκής παρουσίας σε όλη την εξέλιξη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των χωρών που προέκυψαν από τη σταδιακή διάλυσή της προέρχεται κατά κύριο λόγο από εκείνες τις μετακινήσεις πληθυσμών από την Ιβηρική στην Ανατολή στα τέλη του 15ου αιώνα.

Όταν δημιουργήθηκε το ελληνικό κράτος τον 19ο αιώνα, ένας από τους Γιουσουρούμ, ο Ισαάκ, εγκαθίσταται αρχικά στην τουρκοκρατούμενη Χίο γύρω στο 1830. Στη Χίο, το όνομα γίνεται Γιουσουρούμ (από το αρχικό Γιουσουρούν). Η οικογένεια αργότερα (1860) εγκαθίσταται στην Κύθνο και ο γιος του Ισαάκ, ο Μποχώρ, ράφτης στο επάγγελμα, αποφασίζει το 1863 να εγκατασταθεί στην πρωτεύουσα του ελληνικού βασιλείου, την Αθήνα.

Από εκείνα τα χρόνια που συμπίπτουν με την άνοδο στον θρόνο του Γεωργίου Α΄ χρονολογείται η παρουσία της οικογενείας Γιουσουρούμ στην Αθήνα. Ο Μποχώρ (παππούς του Μωυσή Γιουσουρούμ που τιμήθηκε πρόσφατα) ανοίγει κατάστημα ενδυμάτων στη γωνία Καραϊσκάκη 1 και Ερμού. «Ο παππούς μου εξασκούσε τη ραπτική, αλλά εκείνη την εποχή ο κόσμος δεν είχε πολλά χρήματα, οπότε αγόραζε μεταχειρισμένα», αφηγείται ο εγγονός του, Μωυσής Γιουσουρούμ. «Τα μετέτρεπε και κάθε Κυριακή παρουσίαζε την πραμάτεια του στην πλατεία Αβησσυνίας, στο παζάρι. Όλοι ασχολούνταν με αντίκες. Και καθιερώθηκε η έκφραση: “Πού θα πάμε;”, “Στου Γιουσουρούμ να ψωνίσουμε”».

 

Σχολική ταυτότητα του Μωυσή Γιουσουρούμ, 1937. Μαθητής του Θ’ Γυμνασίου Αθηνών. Φωτογραφικό Αρχείο ΕΜΕ.

Σχολική ταυτότητα του Μωυσή Γιουσουρούμ, 1937. Μαθητής του Θ’ Γυμνασίου Αθηνών. Φωτογραφικό Αρχείο ΕΜΕ.

Ο Μποχώρ, ο παππούς του Μωυσή, ρίζωσε καλά στην Αθήνα και απέκτησε επτά παιδιά. Μετά τον θάνατό του, το 1887, η επιχείρηση επεκτάθηκε από τον πρωτότοκο, Ηλία, και έγινε ο πυρήνας της εβραϊκής κοινότητας στην Αθήνα. Ο νεότερος αδελφός του Ηλία, Νώε, πατέρας του Μωυσή, παντρεμένος με την Αθηναία Εβραία Μαζαλτώβ Χαμπίμπ, ήταν πολύ δραστήριος καθώς η Ελλάδα μετά τους Βαλκανικούς δημιουργούσε πολλές ευκαιρίες. Αρχικά, μετεγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη όπου με τον Αβραάμ Ναχμία άνοιξε εταιρεία εφοδιασμού νοσοκομείων, αλλά η πυρκαγιά του 1917 του άλλαξε τα σχέδια. Ξαναγύρισε στην οδό Ερμού, αυτή τη φορά στον αριθμό 84.

Ο παππούς μου κάθε Κυριακή παρουσίαζε την πραγματεία του στην πλατεία Αβησσυνίας, στο παζάρι. Και καθιερώθηκε η έκφραση: «Πού θα πάμε;». «Στου Γιουσουρούμ να ψωνίσουμε».

Θυμάται ο γιος του, Μωυσής: «Το είχε ανοίξει ο πατέρας μου όταν επέστρεψαν από τη Θεσσαλονίκη, με συνεταίρο έναν έμπορο, τον Σπύρο Κουρούση. Κατά τη διάρκεια αλλά κυρίως μετά τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο πατέρας μου πήγαινε σε όλα τα μέρη που υπήρχαν συμμαχικές δυνάμεις – Γάλλοι και Άγγλοι – και αγόραζε στρατιωτικά είδη, από σκηνές μέχρι στολές, τα έφερνε στην Αθήνα και τα πουλούσε». Ο Νώε Γιουσουρούμ κυνηγούσε τις δημοπρασίες από τη Γαλλία ως την Αίγυπτο για να φέρνει υλικό στο μαγαζί του και το 1924-25 «χτύπησε» ακόμη και τη δημοπρασία για τα οικοδομικά υλικά της κατεδάφισης των Ανακτόρων (σημερινή Βουλή). Έκτισε καινούργιο σπίτι στο Θησείο (Ηρακλειδών 26) και διακόσμησε τα μπαλκόνια του δεύτερου ορόφου με αστέρια του Δαβίδ.

Τα τέσσερα παιδιά του Νώε γεννήθηκαν όλα από το 1920 ως το 1929. Πρωτότοκος ήταν ο Μωυσής που μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο βρέθηκε στη Μάχη της Κρήτης και στη συνέχεια και οι δύο εντάχθηκαν στο ΕΑΜ και πολέμησαν ως αντάρτες. Μετά τον πόλεμο, τα τέσσερα παιδιά του Νώε προσπαθούν να συνεφέρουν την οικογενειακή περιουσία. Από τις νεότερες γενιές των Γιουσουρούμ, ο Μωυσής σπουδάζει οδοντιατρική, ο Ισαάκ πολιτικός μηχανικός ενώ ο Λέων και ο Ιάκωβος ασχολούνται με το σιδηρεμπόριο και ανοίγουν κατάστημα στην Ερμού.

Ο Μωυσής Γιουσουρούμ είναι ζωντανός μάρτυρας μιας μακράς οικογενειακής παράδοσης που συνδέεται με την εμπορική ζωή της Αθήνας και την ενεργό παρουσία της ισραηλιτικής κοινότητας. Το όνομα των Γιουσουρούμ έχει πλέον άλλες αντηχήσεις.

 

* Το άρθρο του κυρίου Νίκου Βατόπουλου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα Καθημερινή, «Τέχνες & Γράμματα», την Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2015.    


Στο:Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις, Ελεύθερο Βήμα Tagged: Antique, Argolikos Arghival Library History and Culture, Άρθρα, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Βατόπουλος Νίκος, Βιογραφίες, Γιουσουρούμ, Εβραίοι, Ελεύθερο Βήμα, Εμπόριο, Παλαιοπωλείο, Συναγωγή της Αθήνας

Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό (ΕΛΑΝ) |Ανεξάρτητη Μοίρα Αργολικού – Ερμιονίδας

$
0
0

Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό (ΕΛΑΝ) | Ανεξάρτητη Μοίρα Αργολικού – Ερμιονίδας


 

Το ελληνικό αντάρτικο κίνημα στη θάλασσα άρχισε να οργανώνεται μεθοδικά από τον Σεπτέμβριο του 1943. Πριν την ίδρυση του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Ναυτικού, οι αντιστασιακές ενέργειες στη θάλασσα εκδηλωνόταν με ενέργειες ιδιωτικών πλοιαρίων που μετέφεραν τρόφιμα και στελέχη ή τμήματα του ΕΛΑΣ. Οι κινήσεις αυτές όμως σταμάτησαν εξαιτίας των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων των κατακτητών τον Μάιο του 1943. Τότε ο ΕΛΑΣ για να αποφύγει τις επιχειρήσεις αυτές συνέπτυξε τις δυνάμεις του στα βουνά. Με τη λήξη των επιχειρήσεων την περίοδο καλοκαιριού – φθινοπώρου του ίδιου έτους, ο ΕΛΑΣ επανήλθε στις θέσεις του για να ξαναρχίσει η λειτουργία του ναυτικού του.

Το ΕΛΑΝ, εμφανίστηκε αρχικά σε μέρη όπου η μορφολογία των ακτών επέτρεπε την κίνηση μικρών και ευέλικτων σκαφών και την απόκρυψή τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι βάσεις αυτές δημιουργήθηκαν σε σημεία που είχαν χρησιμοποιηθεί ή χρησιμοποιούνταν την ίδια εποχή από λαθρέμπορους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα όταν το 1943, ο ΕΛΑΣ, στη περιοχή του Γυβαριού στο Θερμαϊκό κόλπο διαλύει βάση λαθρεμπόρων που λειτουργούσε σε συνεργασία με την Χωροφυλακή.

Από του Γερμανούς επιχειρήθηκαν εκκαθαρίσεις σε τοπικό επίπεδο εναντίον του ΕΛΑΝ αλλά τελικά δεν κατόρθωσαν να περιορίσουν την δυναμική του. Οι πιο σημαντικές από αυτές ήταν μέρος των γενικών επιχειρήσεων των Γερμανών στις περιοχές της ελεύθερης Ελλάδος τον Οκτώβριο του 1943.

Την άνοιξη του 1944, το ΕΛΑΝ αποτελούσε υπολογίσιμη δύναμη που μπορούσε να ολοκληρώσει αποστολές όπως η αιχμαλωσία σκαφών και οι αιφνιδιαστικές επιθέσεις. Ακόμα αναλάμβανε μεταφορών τμημάτων του ΕΛΑΣ πολεμοφοδίων, τροφίμων, εμπορευμάτων και συμμετείχε σε επιχειρήσεις του ΕΛΑΣ. Το προσωπικό του προερχόταν σε μεγάλο βαθμό από ναυτεργάτες και απλούς ψαράδες, αξιωματικούς και ναύτες του Εμπορικού Ναυτικού και σε πολύ μικρότερο βαθμό του Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού.

 

Σκάφη και οπλισμός του ΕΛΑΝ

 

Τα σκάφη που αποτελούσαν το ναυτικό των ανταρτών ήταν κυρίως το τρεχαντήρι και οι παραλλαγές του (μπρατσέρα, πέραμα, τσερνίκι, καΐκι). Τα σκάφη ήταν ταξινομημένα με βάση την ταχύτητά τους και το φορτίο τους σε τρεις κατηγορίες :

  • σε αυτά που είχαν ωφέλιμο φορτίο άνω των 10 τόνων και ταχύτητα άνω των 11,27 χιλιομέτρων
  • σε αυτά που είχαν ωφέλιμο φορτίο κάτω των 10 τόνων και ταχύτητα άνω των 11,27 χιλιομέτρων και
  • σε αυτά που η ταχύτητά τους δεν τους επέτρεπε να χρησιμοποιηθούν παρά μονάχα σαν εμπορικά.

Τα σκάφη της τελευταίας κατηγορίας συγκροτούσαν εφεδρικές μοίρες ενώ τα σκάφη των δύο πρώτων κατηγοριών, χρησιμοποιήθηκαν σε πολεμικές αποστολές όπως επιτήρηση εχθρικών κινήσεων, καταδρομές και αιχμαλωσία και λαφυραγώγηση εχθρικών σκαφών.

National Popular Liberation Navy, 1943-45 The first naval units of the Greek partisans appeared in March-April 1943. After the Italian capitulation in September, the ELAN was set up and the first important stable bases began to appear at various points on the coast. The vessels used by the partisans were small boats armed with captured German guns: caïques, fishing boats and motor launches. They engaged in harrying enemy transport vessels, transporting friendly forces, and escorting and protecting transport vessels. Other craft, not suitable for arming, carried out transport or liaison duties. More than 100 boats with 1,200 men and women served with the Partisan Navy. After a short war against British and Royal Greek forces in December 1944-January 1945, the ELAN was demobilized on 28 February, 1945 and its vessels handed over to the British and Greek naval forces.

Μυτιλήνη 1944. Απελευθέρωση. Ηρωική φωτογράφηση του πληρώματος του καπετάνιου Ευάγγελου Οικονόμου – Ατσαλένιου. Το π/κ «Πέραμα» ανήκει στην 4η Μοίρα Πηλίου Παγασητικού, διακρίνονται τα κωδικά γράμματα που έφεραν όσα σκάφη ταξίδευαν στα Μικρασιατικά παράλια. Παπαδόπουλου Α. Δημήτριου, ΕΛΑΝ, Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό 1943 – 1945, Πολεμικές Σελίδες. Τεύχος 14°, Αύγουστος – Σεπτέμβριος 2007, σελίδα 28.

Οι πετρελαιομηχανές των σκαφών δεν είχαν ηλεκτρική έναυση και για να πάρουν μπροστά έπρεπε να χρησιμοποιηθεί μια βοηθητική συσκευή με το όνομα πυρόφουσκα ή βάλβα σε συνδυασμό με ένα καμινέτο. Με το καμινέτο θέρμαιναν τις φούσκες ώστε να προκληθεί ανάφλεξη του κινητήρα. Οι μηχανές ήταν ελληνικής κατασκευής μονοκύλινδρες χωρίς προβλήματα συντήρησης και οικονομικές. Διέθεταν απλό μηχανισμό που επέτρεπε την κίνηση προς τα εμπρός και το κράτημα της μηχανής. Οι βενζινομηχανές (συνήθως τροποποιημένες μηχανές αυτοκινήτων) δεν ήταν εξυπηρετικές, γιατί είχαν υπερβολικά ευαίσθητο ηλεκτρικό σύστημα, με αποτέλεσμα τις συνεχείς βλάβες και την υπερβολική κατανάλωση.

Τη συντήρηση των σκαφών στις περισσότερες μοίρες του ΕΛΑΝ την είχαν αναλάβει ειδικά συνεργεία. Τα συνεργεία αυτά φρόντιζαν ακόμα και την επισκευή εχθρικών σκαφών που έπεφταν στα χέρια τους. Ωστόσο πολλές ήταν οι φορές που για να αντιμετωπιστούν τεχνικά προβλήματα οι κατά τόπους διοικητές, ζητούσαν τη συνδρομή μεγαλυτέρων σχηματισμών και την μετάταξη ειδικευμένων τεχνιτών από άλλες μονάδες.

Το ΕΛΑΝ δεν είχε την ποιότητα και την ποσότητα του οπλισμού που διέθετε ο ΕΛΑΣ. Στις αρχές μάλιστα συνήθως δεν υπήρχε ούτε ένα πολυβόλο όπλο σε κάθε σκάφος. Έτσι ο κύριος οπλισμός ήταν τσεκούρια, μαχαίρια, γάντζοι και ίσως κάποια κυνηγετικά όπλα. Καλύτερο οπλισμό διέθεταν τα σκάφη που εκτελούσαν αποστολές στα παράλια της Κύπρου και της Μικράς Ασίας διότι είχαν τη δυνατότητα να αγοράζουν εξοπλισμό συνήθως από λαθρέμπορους. Μετά την συνθηκολόγηση της Ιταλίας, οι μονάδες του ΕΛΑΝ άρχισαν να εξοπλίζονται με ιταλικά όπλα είτε από τους αντάρτες που μετέφεραν είτε επίσημα από τις μονάδες του ΕΛΑΣ που ανήκαν. Έτσι υπήρχαν διαφόρων ειδών πιστόλια, ιταλικά και βρετανικά τυφέκια, ιταλικά γερμανικά αμερικανικά και βρετανικά υποπολυβόλα, ιταλικά και βρετανικά οπλοπολυβόλα, ιταλικά και γερμανικά πολυβόλα, ιταλικοί και γερμανικοί όλμοι, πολωνικά, ιταλικά, γερμανικά και βρετανικά αντιαρματικά τυφέκια, ελβετικά και γερμανικά πυροβόλα και ράβδοι δυναμίτη που χρησιμοποιούνταν σαν εκρηκτικά. Γενικά μπορεί να ειπωθεί ότι ο εξοπλισμός ήταν φτωχός και πεπαλαιωμένος.

 

Αποστολή και τακτική του ΕΛΑΝ

 

Η αποστολή των μονάδων του ΕΛΑΝ είχε τους εξής στόχους :

  1. μεταφορά από τα παράλια της Κύπρου και της Μικράς Ασίας εφοδίων
  2. καταδίωξη και σύλληψη επίτακτων από τις δυνάμεις κατοχής πλοίων
  3. συμμετοχή σε επιχειρήσεις του ΕΛΑΣ
  4. μεταφορά τραυματιών και τμημάτων του ΕΛΑΣ
  5. μεταφορά τροφίμων και υλικών του ΕΛΑΣ

Όταν τα σκάφη λάμβαναν μέρος σε συγκρούσεις προσπαθούσαν να δίνουν το μικρότερο δυνατό στόχο και να στρέφουν προς τη πλευρά του αντιπάλου τη καλύτερη εξοπλισμένη πλευρά τους. Όταν τα καταδίωκαν τα γερμανικά σκάφη χρησιμοποιούσαν σαν τέχνασμα το να δίνουν περισσότερο πετρέλαιο στη μηχανή για να βγαίνει πυκνός καπνός ώστε να κρύβεται το σκάφος είτε το βύθισμα του σκάφους και ύστερα την ανέλκυσή του. Ακόμα για να το κρύψουν το πλεύριζαν σε ακτές και το κάλυπταν με κλαδιά της ντόπιας βλάστησης. Για να καλύπτουν τα καυσαέρια της μηχανής έβαζαν πάνω στο καζανάκι της εξάτμισης κοφίνια με υγρά πανιά.

Η ενέδρες των εχθρικών σκαφών γινόντουσαν σε ακτές με βράχους και υφάλους είτε σε κρυφούς όρμους, μεσοπέλαγα, ή σε ακτές όπου τα εχθρικά σκάφη άραζαν. Ωστόσο είναι χαρακτηριστικό ότι μαζί με τα πληρώματα των σκαφών του ΕΛΑΝ δρούσαν και μονάδες του ΕΛΑΣ ή ακόμα και συμμαχικές αποστολές.

 

Χάρτης των βασικών δρομολογίων υων επίτακτων σκαφων που εφοδίαζαν τις γερμανικές φρουρές την περίοδο 1943-1944. Παπαδόπουλου Α. Δημητρίου, ΕΛΑΝ, Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό 1943-1945, Πολεμικές Σελίδες. Τεύχος 14ο, Αύγουστος – Σεπτέμβριος 2007, σελ. 35.

Χάρτης των βασικών δρομολογίων υων επίτακτων σκαφων που εφοδίαζαν τις γερμανικές φρουρές την περίοδο 1943-1944. Παπαδόπουλου Α. Δημητρίου, ΕΛΑΝ, Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό 1943-1945, Πολεμικές Σελίδες. Τεύχος 14ο, Αύγουστος – Σεπτέμβριος 2007, σελ. 35.

 

Διάρθρωση του ΕΛΑΝ

Η Ναυτική Υπηρεσία, αποτελούνταν από πολύ λίγους αξιωματικούς του Εμπορικού και του Πολεμικού Ναυτικού ενώ οι περισσότεροι προέρχονταν από το Στρατό Ξηράς. Ουσιαστικά η δύναμη του ΕΛΑΝ βρισκόταν διάσπαρτη και αντιμετώπιζε πολλές δυσκολίες στην επικοινωνία της με την κεντρική διοίκηση. Για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων, οι κατά τόπους Μοίρες είχαν αυτονομία στο χειρισμό καταστάσεων και στην έκδοση διαταγών.

Στις 3 Ιουλίου του 1944, η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ) ανέλαβε την ανασυγκρότηση του ΕΛΑΝ, διατάσσοντας την ίδρυση Ναυτικής Υπηρεσίας παρά τη Γραμματεία των Στρατιωτικών. Στις 7 Οκτωβρίου 1944 συγκροτήθηκαν οι εξής Μοίρες :

  • 1η Μοίρα Πελοποννήσου – Ζακύνθου
  • 2η Μοίρα Δυτικής Στερεάς – Ιονίων Νήσων
  • 3η Μοίρα Ευβοϊκού – Σαρωνικού – Κορινθιακού
  • 4″ Μοίρα Πηλίου – Παγασητικού
  • 5η Μοίρα Ανατολικής Μακεδονίας – Δυτικής Θράκης
  • 6η Μοίρα Θερμαϊκού – Χαλκιδικής
  • Ανεξάρτητη Μοίρα Αργολικού – Ερμονίδος
  • Ανεξάρτητος Στολίσκος Μαλιακού

Ταυτόχρονα όμως συνέχισαν να δρουν ανεξάρτητα σχηματισμοί του ΕΛΑΝ σε περιοχές που υπάγονταν στους σχηματισμούς του ΕΛΑΣ της περιοχής τους, χωρίς καν η Ναυτική Υπηρεσία να γνωρίζει την ύπαρξή τους μέχρι και την απελευθέρωση. Στις 22 Νοεμβρίου 1944, σχηματίζεται το ΕΛΑΝ Ομάδος Μεραρχιών Μακεδονίας που αποτελείτο από την 5η και 6η Μοίρα. Κατά την απελευθέρωση το ΕΛΑΝ ήταν συγκροτημένο σε έξη Μοίρες και έναν ανεξάρτητο στολίσκο. Αναλυτικά:

  • 1η Μοίρα Πελοποννήσου – Ζακύνθου που υπαγόταν στην III Μεραρχία με δύναμη 110 ανδρών
  • 2η Μοίρα Δυτικής Στερεάς – Ιονίων Νήσων που υπαγόταν στην VIII Μεραρχία με δύναμη 100 ανδρών
  • 3η Μοίρα Ευβοϊκού – Σαρωνικού – Κορινθιακού που υπαγόταν στη I Μεραρχία με δύναμη 300 ανδρών
  • 5Π Μοίρα Ανατολικής Μακεδονίας – Δυτικής Θράκης που υπαγόταν στην XI Μεραρχία με δύναμη 220 ανδρών
  • 6η Μοίρα Θερμαϊκού – Χαλκιδικής που υπαγόταν στην VI Μεραρχία με δύναμη 90 ανδρών
  • Ανεξάρτητος Στολίσκος Μαλιακού που υπαγόταν στην XIII Μεραρχία με δύναμη 200 ανδρών.

Στην αρχή δεν υπήρχε χαρακτηριστική στολή για την αμφίεση του ΕΛΑΝιτών. Οι άνδρες των μονάδων φορούσαν ότι είχαν πρόχειρο και αργότερα πολλές από τις Μοίρες θα υιοθετούσαν σκούρα μπλε στολή που έμοιαζε με εκείνη του Γερμανικού Ναυτικού. Παράλληλα θα φορούσαν στολές Γερμανών, των Βρετανών και του Ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού. Χαρακτηριστικό σήμα δεν υπήρχε ως το 1943.

Κυρίαρχο ήταν το σήμα του ΕΛΑΣ με τις κατά τόπους διαφοροποιήσεις του. Το 1944, με διαταγή της ΠΕΕΑ, καθορίστηκε σαν διακριτικό μαύρος μπερές που έφερε κεντημένο το σήμα του ΕΛΑΝ συνήθως μαζί με το σήμα μιας άγκυρας. Οι αξιωματικοί έφεραν τους αστερίσκους του βαθμούς τους αριστερά από το εθνόσημο. Το έμβλημα ήταν ή μεταλλικό ή κεντημένο, συνήθως στρογγυλό με την άγκυρα στη μέση και τα γράμματα ΕΛΑΝ από πάνω. Όλοι οι άνδρες έφεραν στο στήθος αριστερά κεντητή άγκυρα μεγέθους 7 – 10 εκ, ενώ στις περισσότερες μοίρες συνέχιζαν να φορούν τα σήματα των κατά τόπων σχηματισμών του ΕΛΑΣ που ανήκαν. Σαν σημαία καθορίστηκε η σημαία του Ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού.

Στην αρχή τα πληρώματα που αποτελούσαν τις Μοίρες είχαν ήδη εμπειρία. Στη συνέχεια όμως και ιδιαίτερα από το καλοκαίρι του 1944, ο μεγάλος αριθμός εθελοντών θα αναγκάσουν τις κατά τόπους Μοίρες να συστήσουν σχολές μαθητείας. Οι σχολές είχαν ως στόχο την εκπαίδευση των αντρών και σε αυτές δίδασκαν κυρίως ναυτικοί που είχαν εμπειρία και πολύ λίγοι αξιωματικοί του Βασιλικού και του Εμπορικού Ναυτικού. Πρώτες σχολές συγκρότησαν οι Μοίρες της Μακεδονίας και του Πηλίου και οι περισσότερες λειτούργησαν από το καλοκαίρι το 1944 ως την αποστράτευση του ΕΛΑΝ.

Υγειονομικά οι περισσότερες Μοίρες υποστηρίζονταν από εμπειρικούς ή γιατρούς. Οι ασθενείς νοσηλεύονταν σε σπίτια μελών του ΕAM και τα πιο σοβαρά περιστατικά προωθούνταν στα μεγάλα αστικά κέντρα όπου νοσηλεύονταν σε νοσοκομεία και κλινικές με την φροντίδα πολιτικών οργανώσεων. Τον Ιούλιο του 1944, συνελήφθηκε το πετρελαιοκίνητο π/κ « Άγιος Δημήτριος » που μετατράπηκε από την 6η Μοίρα σε πλωτό νοσοκομείο. Η XI Μεραρχία απόσπασε σε αυτό τον υφηγητή Ιατρικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Ν. Ψύχο, με μια νοσοκόμα και δύο βοηθούς. Με την απελευθέρωση της Καβάλας μετά από παράκληση των αρχών της πόλης ο γιατρός παραχωρήθηκε από την Μοίρα μαζί με ιατροφαρμακευτικό υλικό για τοπικές ανάγκες.

Κατά την πρώτη περίοδο της ύπαρξης του ΕΛΑΝ οι αιχμάλωτοι εκτελούνται. Αργότερα προωθούνται σε κοντινούς σχηματισμούς του ΕΛΑΣ. Η τακτική της εκτέλεσης των αιχμαλώτων θα συνεχιστεί να εφαρμόζεται κατά περίπτωση. Έτσι μέλη της γερμανικής αστυνομίας, GFP, SD και SS εκτελούνται με συνοπτικές διαδικασίες, πάνω στο σκάφος και τα πτώματά τους πετάγονται στη θάλασσα. Αιχμάλωτοι με τεχνικές γνώσεις κρατούνταν στα συνεργεία των Μοιρών. Ελληνικά πληρώματα παρέμειναν για ένα διάστημα σε φυλασσόμενους χώρους και μετά αφήνονταν να επιστρέψουν στους τόπους κατοικίας τους. Το διάστημα αυτό ώστε να γίνει αναγγελία της δήθεν βύθισης του σκάφους τους από τις ραδιοφωνικές εκπομπές της Μέσης Ανατολής ώστε να μη συναντήσουν προβλήματα από τις δυνάμεις κατοχής. Τα περισσότερα πληρώματα εντάσσονταν ωστόσο εθελοντικά στο ΕΛΑΝ προκειμένου να έχουν έστω εποπτεία του σκάφους τους, που στις περισσότερες περιπτώσεις ήταν και το μόνο περιουσιακό τους στοιχείο.

 

Οι επιχειρήσεις κατά του ΕΛΑΝ

 

Οι πρώτες επιχειρήσεις έλαβαν χώρα το καλοκαίρι του 1942, από το Ιταλικό Ναυτικό με τη συνεργασία της Ιταλικής Τελωνοφυλακής στις ακτές της Αιτωλοακαρνανίας και στον Κορινθιακό κόλπο. Τον Μάιο του 1943, θα ακολουθήσουν επιχειρήσεις από τους Ιταλούς στην περιοχή του Πηλίου και τα γύρω χωριά χωρίς όμως αξιόλογα αποτελέσματα. Οι Γερμανοί, ενεπλάκησαν σε αυτές τις επιχειρήσεις με δύο καταδιώξεις στην περιοχή της Σκοπέλου βοηθούμενες από ομάδα Ελλήνων συνεργατών τους από την Σκόπελο.

Μετά την συνθηκολόγηση των Ιταλών, οι Γερμανοί εξαπέλυσαν επιχειρήσεις προκείμενου να αποτρέψουν την διαφυγή ιταλικών υλικών από τα νησιά προς τον ΕΛΑΣ. Την περίοδο 19 Μαρτίου – 4 Απριλίου 1944, οι Γερμανοί με την υποστήριξη τριών πλοίων και τριών αεροπλάνων εξαπέλυσαν επιχειρήσεις κατά του 54ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ, στο Πήλιο και την Ανατολική Θεσσαλία, όπου σημειώθηκαν σποραδικές μάχες με τα σκάφη της Μοίρας υπό την κάλυψη του Συντάγματος.

 

Ανεξάρτητη Μοίρα Αργολικού – Ερμιονίδος

 

Η παρουσία της RAF και των βρετανικών υποβρυχίων καθιστούσε προβληματική την ναυσιπλοΐα μέσω Κυκλάδων για Κρήτη το Γερμανικό Ναυαρχείο επέλεξε ως πιο ασφαλή διαδρομή την πορεία Πειραιάς – Αίγινα – Ύδρα – Σπέτσες – Κύθηρα και από με την κάλυψη της νύχτας Κρήτη. Το ΕΑΜ Ερμιονίδος, αντιλήφθηκε το νέο δρομολόγιο και με πρωτοβουλία του επικεφαλής του Τάσου Κακαβούτη και του 6ου Συντάγματος, οργάνωσε ναυτική δύναμη που είχε σαν αποστολή το κούρσεμα των γερμανικών επίτακτων που τροφοδοτούσαν την Κρήτη με κάθε είδους εφόδια.

Τάσος Γεωργοπαπαδάκος (1911- 1987). Φιλόλογος και συγγραφέας. Κατά την διάρκεια της κατοχής πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ στην Ύδρα. Εκτός των άλλων έγραψε και το: «Μνήμες από την Εθνική Αντίσταση - Η δράση του ΕΛΑΝ Αργολικού», Θεσσαλονίκη 1987. Αρχείο φωτογραφίας: Μιχάλης Ν. Γεωργοπαπαδάκος.

Τάσος Γεωργοπαπαδάκος (1911- 1987). Φιλόλογος και συγγραφέας. Κατά την διάρκεια της κατοχής πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ στην Ύδρα. Εκτός των άλλων έγραψε και το: «Μνήμες από την Εθνική Αντίσταση – Η δράση του ΕΛΑΝ Αργολικού», Θεσσαλονίκη 1987. Αρχείο φωτογραφίας: Μιχάλης Ν. Γεωργοπαπαδάκος.

Έχει προηγηθεί η ιταλική συνθηκολόγηση και η μάχη τμημάτων του 6ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ με την Ιταλική φρουρά του Πόρτο Χέλι, όπου αποκομίζονται άφθονα λάφυρα. Με τμήμα των λαφύρων αυτών θα εξοπλιστεί και το ψαροκάικο του Μπάμπη Παντελή με δύο γερμανικά πολυβόλα και δύο ιταλικά οπλοπολυβόλα. Το δεύτερο σκάφος θα πάρει το όνομα «Κ/2 Φρίτς» από το όνομα του Γερμανού που το χρησιμοποιούσε με υπεύθυνο τον Σταμάτη Σκούρτη. Το τρίτο σκάφος ήταν το καΐκι του Χριστόδουλου Μαλτέζου.

Έτσι στις 25 Σεπτεμβρίου, συγκροτείται το ΕΛΑΝ Αργοσαρωνικού. Ο Κακαβούτης σε συνεργασία με τον Τάσο Παπαδόπουλο διερμηνέα της γερμανικής φρουράς της Ύδρας και γραμματέα της Μητρόπολης, πληροφορούνταν τα δρομολόγια των επιτάκτων και έτσι κανόνιζε τις ενέδρες του. Τα επίτακτα είχαν δεύτερο σταθμό την Ύδρα απ’ όπου απέπλεαν νύχτα για να περάσουν το στενό με προορισμό τις Σπέτσες. Εκεί τους περίμεναν τα σκάφη του ΕΛΑΝ. Αργότερα η διοίκηση της Μοίρας ανατέθηκε στην 3η Μοίρα.

Σημαντικές επιχειρήσεις :

  •  16 Φεβρουαρίου 1944

Δύο Bristol Beaufighter βομβάρδιζαν και βύθισαν στο λιμάνι των Σπετσών γερμανικό επίτακτο. Κατά την αποχώρησή τους το ένα χτύπησε το φτερό του στο φάρο και έπεσε στη θάλασσα. Ο ένας πιλότος πνίγηκε και ο άλλος διασώθηκε από ψαράδες και φυγαδεύτηκε. Το γεγονός μαθεύτηκε από τη δύναμη του ΕΛΑΝ η οποία και αποφάσισε να αιχμαλωτίσει τους Γερμανούς που διασώθηκαν και να πάρει ότι μπορεί από το ναυάγιο. Με νυχτερινή επιχείρηση συλλάβανε τους Γερμανούς και τρία επιταγμένα καΐκια που βρίσκονταν στο λιμάνι, φορτωμένα με εφόδια. Μετέφεραν τους αιχμαλώτους και τα λάφυρα στα Δίδυμα, επέστρεψαν στις Σπέτσες και με δύτες αφαίρεσαν τα πολυβόλα από το βυθισμένο αεροπλάνο.

  •  26 Απριλίου 1944

Εξοπλισμένα σκάφη του ΕΛΑΝ κυρίευσαν 6 γερμανικά επίτακτα ιστιοφόρα και αιχμαλώτισαν τα πληρώματά τους. Λάφυρα 2 πολυβόλα, 10 υποπολυβόλα, 1700 οβίδες πυροβολικού των 7,5 εκατοστών, 2 ασύρματοι, 80 τηλέφωνα εκστρατείας, 4.000 οκάδες σιτάρι, 15.000 οκάδες λάδι 20 βαρέλια ασετιλίνη, 15 βαρέλια αποξηραμένες πατάτες, 80 ντενεκέδες κονσερβοποιημένο λάχανο, χιλιάδες κονσέρβες και 5.000 δέματα και γράμματα από τη Γερμανία με προορισμό διάφορες γερμανικές φρουρές. Με τα τηλέφωνα οργανώθηκε το τηλεφωνικό δίκτυο της Κορινθίας και άλλων περιοχών της Πελοποννήσου. Τα λάφυρα προωθήθηκαν στο 6° Σύνταγμα ΕΛΑΣ που είχε την έδρα στην Γκούρα Φεναιού Κορινθίας με τη βοήθεια του 5ου Λόχου ΕΛΑΣ Κορινθίας.

  •  5-10 Μαΐου 1944

Βενζινόπλοια της Μοίρας συνέλαβαν κατά διαστήματα 6 γερμανικά επίτακτα καΐκια αιχμαλωτίζοντας τους Γερμανούς συνοδούς τους. Τα καΐκια ήταν φορτωμένα με τρόφιμα, λάδι και αλεύρι.

  •  27 Μαΐου 1944

Πρώτη εκκαθαριστική επιχείρηση στη περιοχή. Γερμανικές δυνάμεις στα παράλια της Ερμιονίδος αποβιβάστηκαν και εξόντωσαν το Λιμενικό Φυλάκιο του ΕΛΑΝ στην Ερμιόνη. Την ίδια μέρα ομάδα 22 πεζοναυτών του ΕΛΑΝ αποβιβάστηκαν νύχτα και τα χαράματα επιτέθηκαν στο οχυρωμένο από τους Γερμανούς ύψωμα του Κολιακού. Μετά από δίωρη μάχη και οι δύο πλευρές αποσύρθηκαν χωρίς οι Γερμανοί να επιστρέψουν στις εγκαταστάσεις τους στο ύψωμα, αφού πρώτα πυρπόλησαν το ομώνυμο χωριό. Σύμφωνα με τα γερμανικά αρχεία, οι ΕΛΑΝίτες αποδεκατίστηκαν έχοντας 19 νεκρούς.

  •  28-29 Αυγούστου 1944

Κατά τη διάρκεια εκκαθαριστικών επιχειρήσεων γερμανικές δυνάμεις υποστηριζόμενες από άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας εξαπέλυσαν επιχειρήσεις με ναυτικό αποκλεισμό της Αργολίδας και ενεπλάκησαν με άνδρες του 3ου Τάγματος του 6ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ που επιχειρούν ελιγμό με κατεύθυνση την ορεινή Κορινθία. Όμως οι διαβάσεις είχαν αποκοπεί και έτσι το Τάγμα επέστρεψε στην παραλία της Ερμιόνης. Σε βοήθεια του έσπευσε στολίσκος από σκάφη του ΕΛΑΝ. Επειδή όμως ο Αργολικός ελέγχονταν από γερμανικά περιπολικά αποφασίστηκε η εκκένωση να γίνει νύχτα από το λιμανάκι της Κορακιάς. Το Τάγμα διέφυγε και μετά από ολονύχτια πλεύση αποβιβάστηκε στην απέναντι ακτή της Κυνουρίας ενώ οι τραυματίες προωθήθηκαν στο Άστρος για νοσηλεία.

Επίλογος

Συνοπτικά μέσα στον ενάμιση χρόνο της οργανωμένης λειτουργία του ΕΛΑΝ, είχε πάνω από 80 συγκρούσεις με τον εχθρό στις οποίες κυρίεψε ή βύθισε περίπου 200 σκάφη όλων των κατηγοριών (από βάρκες μέχρι εξοπλισμένα τσιμεντόπλοια) προκαλώντας 350 περίπου νεκρούς στις δυνάμεις κατοχής και συλλαμβάνοντας άλλους τόσους αιχμαλώτους. Από το σώμα αυτό πέρασαν 1.200 περίπου άνδρες και αξιωματικοί οι οποίοι επάνδρωσαν 120 περίπου σκάφη και δεκάδες ναυτικά φυλάκια. Δυστυχώς εξαιτίας των διώξεων που ακολούθησαν τα αμέσως επόμενα χρόνια, δεν είναι δυνατόν να μαθευτεί η ακριβής δράση των Μοιρών και των συμμετεχόντων σε αυτές, αφού διώχθηκαν και εξοντώθηκαν οι περισσότεροι από αυτούς και χάθηκαν πολύτιμα αρχεία και φωτογραφίες. Ωστόσο μπορούμε να πούμε ότι η συνεισφορά του ΕΛΑΝ στον πόλεμο εναντίον των κατακτητών και στην απελευθέρωση της χώρας ήταν πολύτιμη, παρά τις μικρές δυνάμεις που είχε στην διάθεσή του.

 

Κολοβός Γεώργιος

Η δράση του Ελληνικού Ναυτικού (Πολεμικού, Ανταρκτικού και Εμπορικού) κατά την διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, Αθήνα, 2009.

 

Διαβάστε ακόμη:

O Ε.Λ.Α.Ν. (Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό) και η δράση του στην Ερμιονίδα


Στο:Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις, Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Bristol Beaufighter, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Αντίσταση, Ανεξάρτητη Μοίρα Αργολικού - Ερμιονίδας, Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, Ερμιονίδα, ΕΛΑΝ, Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό, Ιστορία, Σπέτσες, Στρατιωτικοί, Σταμάτης Σκούρτης, Navy

Σειρά εκδηλώσεων του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Harvard, «Events Series 2016».

$
0
0

Σειρά εκδηλώσεων του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Harvard, «Events Series 2016»


 

Ξεκινά στις 18 Νοεμβρίου, για πέμπτη συνεχή χρονιά, η σειρά εκδηλώσεων του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Harvard, «Events Series 2016».

Η θεματική της εφετινής σειράς είναι:

«Παγκοσμιοποίηση και τοπικά ιδιώματα: πολιτισμικές
και θεσμικές αλληλεπιδράσεις»

 

Πρόγραμμα Ομιλιών

 Harvard

Harvard

18 Νοεμβρίου 2015, Ναύπλιο
Josiah Ober, Mitsotakis Professor of Political Science and Classics, Stanford University & Leventis Visiting Professor of Classics, University of Edinburgh.
«Η Άνοδος και η Πτώση της Κλασικής Ελλάδας» / «Τhe Rise and Fall of Classical Greece»

16 Δεκεμβρίου 2015, Ναύπλιο
Αχιλλέας Σκόρδας, Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου, Νομική Σχολή Πανεπιστημίου Bristol & Leibniz Fellow, Max Planck Institute for International Law, Heidelberg.
«Η Επιστροφή της Ευρώπης στην Ιστορία: Γεωπολιτική και Διεθνές Δίκαιο»

20 Ιανουαρίου 2016, Ναύπλιο
Μιχαήλ Σ. Ζουμπουλάκης, Καθηγητής, Τμήμα Οικονομικών Επιστημών, Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
«Η οικονομική παγκοσμιοποίηση σε ιστορική προοπτική»

10 Φεβρουαρίου 2016, Άργος
Φαίη Ζήκα, Επίκουρη Καθηγήτρια Φιλοσοφίας και Θεωρίας της Τέχνης, Τμήμα Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης, Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών.
«Οικολογία και οικονομία: Ο κήπος ως κόσμος και μικρόκοσμος»

2 Μαρτίου 2016, Ναύπλιο
Ελένη Παπαδάκη, Καθηγήτρια Αιματολογίας και Διευθύντρια Αιματολογικής Κλινικής ΠΑΓΝΗ, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Κρήτης.
«Η άσκηση της σύγχρονης ιατρικής επιστήμης στις τοπικές κοινωνίες. Ιδιαιτερότητες από την αλληλεπίδραση επιστήμης και παράδοσης»

23 Μαρτίου 2016, Ναύπλιο
Μαρία Καμπούρη-Βαμβούκου, Καθηγήτρια, Τμήμα Αρχιτεκτόνων, Πολυτεχνική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
«Η παγκοσμιότητα του μύθου του Μεγάλου Αλεξάνδρου στον χώρο και τον χρόνο»

6 Απριλίου 2016, Λυγουριό
Ιωάννα Καραμάνου, Επίκουρη Καθηγήτρια Αρχαίας Ελληνικής Τραγωδίας, Τμήμα Θεατρικών Σπουδών, Σχολή Καλών Τεχνών, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου.
«Η τραγωδία ως οικουμενικό αγαθό στον ελληνορωμαϊκό κόσμο»

20 Απριλίου 2016, Ναύπλιο
Γεώργιος Μπαμπινιώτης, πρώην Πρύτανης Πανεπιστημίου Αθηνών, Πρόεδρος
Αρσακείων Σχολείων.
«Μονογλωσσία έναντι γλωσσικής πολυμορφίας»

11 Μαΐου 2016, Κρανίδι 
Δέσποινα Νάζου, Κοινωνική Ανθρωπολόγος (PhD, PostDoc), Επιστημονική Συνεργάτιδα του Πανεπιστημίου Αιγαίου.
«Τουρισμός, παγκοσμιοποίηση και κοινωνική αλλαγή. Οι νησιωτικοί κόσμοι του Νότιου Ανατολικού Αιγαίου τον 21ο αιώνα»

1 Ιουνίου 2016, Ναύπλιο
Ιωάννης Μυλωνόπουλος, Καθηγητής Ελληνικής Τέχνης και Αρχαιολογίας, Τμήμα Ιστορίας της Τέχνης και Αρχαιολογίας, Πανεπιστήμιο Columbia.
«Αρχαία ελληνικά λατρευτικά αγάλματα στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία: Παγκοσμιοποίηση μέσω κλοπής, αντιγραφής και επανάληψης».

Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να επικοινωνήσετε με την Ματίνα Γκόγκα, Συντονίστρια Επικοινωνίας και Ανάπτυξης Προγραμμάτων του ΚΕΣ, στα 27520 47030 και 27520 47040.


Στο:Ειδήσεις - Πολιτισμός Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Events Series 2016, Harvard, παγκοσμιοποίηση, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Διαλέξεις, Ειδήσεις, Κέντρο Ελληνικών Σπουδών, Πολιτισμός

Το τοπωνύμιο Ερμιών ή Ερμιόνη στην ομώνυμη κωμόπολη της Ερμιονίδας – Μυθολογική και επιστημονική προσέγγιση

$
0
0

Το τοπωνύμιο Ερμιών ή Ερμιόνη στην ομώνυμη κωμόπολη της Ερμιονίδας – Μυθολογική και επιστημονική προσέγγιση


 

 

Προσωπογραφία της Ερμιόνης, κόρης του Μενέλαου και της Ωραίας Ελένης, από την έκδοση:  Guillaume Rouillé, «Promptuarii Iconum Insigniorum», Lyon, France 1553.

Προσωπογραφία της Ερμιόνης, κόρης του Μενέλαου και της Ωραίας Ελένης, από την έκδοση:
Guillaume Rouillé, «Promptuarii Iconum Insigniorum», Lyon, France 1553.

Η Ερμιών ή Ερμιόνη είναι μια από τις αρχαιότερες πόλεις στο νοτιοανατολικό άκρο της Αργολίδας και είναι ο μόνος οικισμός, που διασώθηκε από την Αρχαιότητα μέχρι σήμερα στην Ερμιονίδα. Η αρχαία Ερμιών ή Ερμιόνη εμφανίστηκε στο ιστορικό προσκήνιο από την Πρωτοελλαδική περίοδο (2800-2300 π.Χ.) με το πρώτο και σπουδαίο λιμάνι της στον όρμο των Αγίων Αναργύρων, πλησίον του λόφου της Μαγούλας, ενώ από τον 8ο π.Χ. αιώνα περίπου είχε ξεκινήσει η μετεγκατάσταση των Ερμιονέων από το λόφο της Μαγούλας στο ασφαλέστερο ανατολικό τμήμα της χερσονήσου Ποσείδιον ή «Μπίστι».

Σύμφωνα με τη μυθολογική παράδοση ως οικιστής της αρχαίας Ερμιόνης ήταν ο Ερμίων, γιος του Εύρωπα και εγγονός του Φορωνέα βασιλιά και θεμελιωτή του Άργους. Ο τελευταίος ήταν διάδοχος του πρώτου βασιλιά του Άργους Ινάχου. Την ίδρυση και ονομασία της Ερμιόνης δανειζόμαστε από τον περιηγητή Παυσανία, που επισκέφθηκε την περιοχή το 166 μ.Χ. Για τούτο στο βιβλίο του «Ελλάδος Περιήγησις», Κορινθιακά – Λακωνικά (ΙΙ, 34,4-5) διαβάζουμε:

 

«Οικιστήν δε της αρχαίας πόλεως Ερμιονείς γενέσθαι φασίν Ερμίονα Εύρωπος. Τον δέ Εύρωπα (ήν γαρ Φορωνέως) Ηροφάνης ο Τροιζήνιος έφασκεν είναι νόθον’ ου γαρ «αν» ποτέ ες Άργον τον Νιόβης θυγατριδούν όντα Φορωνέως την εν Άργει περιελθείν αρχήν παρόντος Φορωνεί γνησίου παιδός. Εγώ δε, ει και γνήσιον όντα Εύρωπα πρότερον το χρεών ή Φορωνέα επέλαβεν ευ οίδα ως ουκ έμελλεν ο παις αυτώ Νιόβης παιδί οίσεσθαι Διός γε είναι δοκούντι».

 

[Οι Ερμιονείς λένε πως ο οικιστής της αρχαίας πόλης υπήρξε ο Ερμίονας, γιος του Εύρωπα. Ο Εύρωπας που είχε πατέρα τον Φορωνέα (βασιλιά του Άργους), ήταν νόθος κατά τον Ηροφάνη τον Τροιζήνιο, γιατί δε θα περιερχόταν η βασιλεία του Άργους στο γιο της Νιόβης Άργο και εγγονό (δηλ. γιο της κόρης του Φορωνέα), αν ο Φορωνέας είχε γνήσιο γιο. Εγώ είμαι βέβαιος πως και αν ήταν γνήσιος ο Εύρωπας και αν συνέβη να πεθάνει πριν από τον Φορωνέα, δε θα μπορούσε ο γιος του να διεκδικήσει ίσα δικαιώματα με το γιο της Νιόβης, που θεωρούνταν παιδί του Δία].

Ως εκ τούτου, η ιστορική κωμόπολη της Ερμιονίδας ονομάστηκε Ερμιών από τον πρώτο οικιστή Ερμίονα και έχει ρίζα πελασγική κατά τη μυθολογική προσέγγιση, ενώ στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε ταυτόχρονα και το τοπωνύμιο Ερμιόνη.

Στο δεύτερο στάδιο οφείλουμε να διερευνήσουμε το θέμα και από την επιστημονική πλευρά. Ύστερα από λεπτομερή έρευνα καταλήξαμε ότι το τοπωνύμιο Ερμιών ή Ερμιόνη προέρχεται ετυμολογικά από το θέμα της δασυνόμενης λέξης έρμα (λόφος, ύψωμα, βουνό) και το περιεκτικό επίθημα(πρόσφυμα) -ιων, οπότε σχηματίζεται η λέξη Ερμιών (γεν.-ονος) δασυνόμενη, σε αθέματη μορφή, δηλ. χωρίς τη σύνδεση του γραμματικού μορφήματος η στο τέλος ή δημιουργείται παράλληλος και συγγενής σχηματισμός με τη λέξη Ερμιόνη (από το δεύτερο θέμα της γεν. Ερμιόν-ος της ονομασίας Ερμιών) σε θεματική μορφή, δηλ. με τη σύνδεση του γραμματικού μορφήματος η μετά το επίθημα, το οποίο μετατρέπεται συγχρόνως σε περιεκτικό πρόσφυμα ή επίθημα -ιονη.

Συνοπτικά η ονομασία Ερμιών ή Ερμιόνη θεωρείται ο τόπος, που ολόγυρα υπάρχει πλήθος λόφων, ορεινών όγκων, υψωμάτων ή βουνών. Έτσι, λοιπόν, τα δύο επιθήματα -ιονη και -ιων ταυτίζονται.

Βέβαια δε γνωρίζουμε ποιος από τους δύο συγγενείς και παράλληλους σχηματισμούς Ερμιόνη και Ερμιών προηγήθηκε. Το μόνο γνωστό είναι ότι η πρώτη γραπτή μαρτυρία της πόλης με το τοπωνύμιο Ερμιόνη εμφανίζεται στην Ιλιάδα του Ομήρου και μάλιστα στον κατάλογο «των νεών» (των πλοίων) των ελληνικών πόλεων του 8ου π.Χ. αιώνα και όχι τη χρονική περίοδο του 13ου π.Χ. αιώνα [που πραγματοποιήθηκε η Τρωϊκή εκστρατεία]. Με αυτό το σκεπτικό θεωρητικά αποδεχόμαστε ως πρώτο τοπωνυμικό σχηματισμό την ονομασία Ερμιόνη, επειδή κατά τη διερεύνηση της αρχικής ελληνικής γλώσσας των πινακίδων της γραμμικής γραφής Β δεν ευρέθησαν οι δύο συγγενείς τοπωνυμικοί σχηματισμοί, Ερμιόνη και Ερμιών.

Συγκεκριμένα έχει αποκαλυφθεί ότι στα μυκηναϊκά κέντρα της Κρήτης και της Πελοποννήσου, τα πρώτα γραπτά μνημεία ελληνικής γλώσσας είναι οι πινακίδες της γραμμικής Β, μια γραφή, που εντοπίζεται χρονικά από το 1400 π.Χ. με καταληκτική χρονολογική περίοδο τον 13ο αιώνα. Συνάμα είναι αποδεκτό ότι τόσο οι πινακίδες της Κρήτης όσο και της Πύλου γράφτηκαν από τους Μυκηναίους (Αχαιούς) στα Ελληνικά.

Κάποια Άνοιξη στο 1200 π.Χ. το ανάκτορο της Πύλου καταστράφηκε από φωτιά, πιθανότατα από τους Δωριείς, αλλά σώθηκαν 1300 πινακίδες και η σκαπάνη των αρχαιολόγων (1939) τις έφερε στο φως. Μέσα σ’ αυτές τις πινακίδες δεν μαρτυρούνται οι ονομασίες Ερμιών και Ερμιόνη, αλλά ούτε και το τοπωνύμιο Μυκήναι, το βασικό κέντρο του Μυκηναϊκού πολιτισμού, ενώ διασώθηκαν οι ονομασίες Πύλος και Θήβαι. Αυτό δε σημαίνει ότι ήταν ανύπαρκτη κατά τη Μυκηναϊκή εποχή η πόλη των Μυκηνών και η παραθαλάσσια Ερμιών ή Ερμιόνη.

Κατά την άποψη μου και με βάση την ερμηνεία του τοπωνυμίου είχε προηγηθεί ο Πρωτοελλαδικός οικισμός με το τοπωνύμιο Ερμιών και ακολούθησε η παράλληλη ονομασία Ερμιόνη. Είναι ακόμη γνωστό από την έρευνα ότι τα τοπωνύμια εκφέρονται σε γενική και αιτιατική (έρχομαι από… πηγαίνω στο…) και στην αρχαιότητα σε δοτική (εν +δοτική).

Για παράδειγμα η συνήθης χρήση του τοπωνυμίου Ερμιών θα ήταν, εξ Ερμιόνος, εν Ερμιόνι, ες Ερμιόνα και όχι η ονομαστική Ερμιών. Από ένα αρχικό Ερμιών Ερμιόνος και Ερμιόνα είναι αυτονόητο να επικρατήσει το Ερμιόνα, αφού το α αφομοιώθηκε από το η και επικράτησε ο παράλληλος, συγγενής και εύηχος τύπος Ερμιόνη, με το νέο περιεκτικό επίθημα –ιόνη, επειδή υπήρχε η χρήση της αρχαίας κατάληξης –όνη στο σύνηθες λεξιλόγιο, όπως ακριβώς στη λέξη αγχόνη [από το άγχω +ονη, με αναφορά στον Αισχύλο. Σοφοκλή, Ευριπίδη, Αριστοφάνη, Αισχίνη], στη λέξη περόνη [από το πείρω+ονη, με αναφορά στην Ιλιάδα και Οδύσσεια] και στη λέξη σφενδόνη (σφενδ+ονη), στα Λατινικά funda], με αναφορά στην Ιλιάδα, στον Αρχίλοχο, Ευριπίδη, Αριστοφάνη και Θουκυδίδη.

Η Ερμιόνη από τον ορμίσκο του Λιμανιού, 1900. Φωτογραφία από τον ιστότοπο της  Πρωτοβουλίας Ενεργών Πολιτών Ερμιόνης.

Η Ερμιόνη από τον ορμίσκο του Λιμανιού, 1900. Φωτογραφία από τον ιστότοπο της Πρωτοβουλίας Ενεργών Πολιτών Ερμιόνης.

Για την ερμηνευτική προσέγγιση του τοπωνυμίου θα σταθούμε αρχικά στη λέξη έρμα που σημαίνει, το ύψωμα, το λόφο, το βουνό, τον σωρό χωμάτων, ή λίθων («τούμπα»). Έτσι, λοιπόν, το τοπωνύμιον Ερμιών ή Ερμιόνη σχετίζεται με όλους τους λόφους, τα υψώματα, τους ορεινούς όγκους και τα μικρά βουνά, που βρίσκονται όχι μόνο παραπλήσια της Ερμιόνης, αλλά και στον ευρύτερο χώρο της περιοχής.

Συγκεκριμένα, εάν αρχίσουμε από τα βορειοανατολικά της Ερμιόνης συναντούμε την οροσειρά των Αδέρων (από τηνότια πλευρά τους) και τον βραχώδη ωοειδή λόφο του Ηλιοκάστρου, ενώ σε πιο κοντινή απόσταση διακρίνουμε τις βραχώδεις κορυφές του κάστρου της Θερμησίας, το Αλατοβούνι κοντά στη Δάρδιζα (Αχλαδίτσα), το βουνό Κρόθι στα βόρεια του κεντρικού λιμανιού Ερμιόνης, το Μαυροβούνι, (προς το Καταφύκι), το Ασπροβούνι ή Μαλιμπάρδι (στους Αγίους Αποστόλους στην Αυλώνα), το βουνό του Προφήτη Ηλία (Κοκκύγιον στην αρχαιότητα), τον λόφο Πρωνός ή Μύλων δυτικά και πλησίον της Ερμιόνης, τον λόφο της Μαγούλας (όρμο Αγίων Αναργύρων), τον λόφο των Αγίων Θεοδώρων (δυτικά της Μονής των Αγίων Αναργύρων) και τα χερσονησώδη βουνά, Μαυρονήσι στο μυχό της Κάπαρης και Μουζάκι στον όρμο της Κουβέρτας νοτιότερα.

Συμπερασματικά καταλήγουμε ότι το τοπωνύμιο Ερμιών ή Ερμιόνη μπορεί να συσχετιστεί με τους ορεινούς όγκους και τους λόφους, που υψώνονται ολόγυρα της κωμόπολης.

Στη συνέχεια θα προσεγγίσουμε ακροθιγώς το περιεκτικό και τοπωνυμικό πρόσφυμα ή επίθημα -ιών, που δηλώνει μαζί με το θέμα της λέξης έρμα, ικανό αριθμό από βουνά ή λόφους, δηλ. φυσικά και γεωγραφικά στοιχεία γύρω από την Ερμιόνη. Συνάμα με το επίθημα –ιών σχηματίστηκε το συγγενικό και παράλληλο επίθημα -ιόνη (σύμφωνα και με την αρχαία και γνωστή κατάληξη -όνη) χωρίς να είμαστε απόλυτα βέβαιοι, για το ποιο είναι το αρχικό πρόσφυμα ή το νεότερο.

Γενικότερα τονίζουμε ότι η αρχική σημασία των δύο συγγενικών επιθημάτων, σύμφωνα με την έρευνα και μελέτη, είναι «περιεκτική», όταν τονίζεται το επίθημα, όπως στο τοπωνύμιο Ερμιών και Ερμιόνη, ενώ γίνεται κτητική, όταν δεν τονίζεται. Μάλιστα με τη «περιεκτική» σημασία το πρόσφυμα -(ι)ών χρησιμοποιείται σε ορισμένες λέξεις, όπως ελαιών (μέρος με πολλά ελαιόδεντρα) και καλαμών(μέρος με πολλά καλάμια), ενώ οι θεοί, που «ευρύν έχουσιν ουρανόν», ονομάζονται στην αρχαιότητα Ουρανίωνες (Ιλιάς, Α, 570).

Με την κτητική σημασία διακρίνουμε ορισμένα Ελληνικά ονόματα (παρατσούκλια), όπως Στράβων (αυτός που είναι στραβός) και Πλάτων (αυτός που έχει πλατύ μέτωπο), αλλά και μεγεθυντικά (γάστρων, γνάθων, χείλων). Επίσης το ίδιο επίθημα βρίσκουμε και σε τοπωνύμια τόσο σε αθέματη μορφή [Μαραθών, Ελικών, Σικυών, Αυλών, Ερμιών, Κολοφών], όσο και σε θεματική μορφή [Μεθώνη, Κορώνη, Δωδώνη].

Συνάμα το προαναφερόμενο πρόσφυμα χρησιμοποιήθηκε στα πατρωνυμικά επίθετα, όπως γινόταν στις περιεκτικές λέξεις (ανθών, ξενών, παρθενών, ορνιθών). Έτσι, λοιπόν, έχουμε από τα επικά πατρωνυμικά επίθετα του Δία – Κρόνιος – Κρονίδης – Κρονίων (γιος του Κρόνου, ενώ από το Αχιλλεύς – Πηληιάδης – Πηλείδης(γεν.-ου)- -Πηλείων(γεν.-ωνος) – [γιος του Πηλέα]. Με πιο εξειδικευμένη σημασία το πρόσφυμα εμφανίζεται με την περιεκτική σημασία και τις καταλήξεις –ονες και -ανες στην ονομασία διαφόρων Ελληνικών φύλων: Πελαγόνες, Ιάονες – Ίωνες, Μακεδόνες, Χάονες, Ευρυτάνες, Ακαρνάνες.

Υποσημ.: Το επίθημα (ή πρόσφυμα) προστίθεται στο τέλος της ρίζας μιας λέξης ως συνθετικό της για την παραγωγή μιας νέας λέξη.

 

Πηγές


 

  • Hoffmann, «Ετυμολογικόν Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής» (Μετάφραση Αντωνίου Παπανικολάου), Εκδόσεις Παπαδήμας, Αθηνά 2009.
  • Geoffry Horraks, «Greek, Η Ιστορία της Γλώσσας και των Ομιλητών της» (Μετάφραση Μ. Σταύρου και Μ. Τζεβελέκου), Βιβλιοπωλείο Εστίας.
  • Άννας Αναστασιάδη- Συμεωνίδη, «Αντίστροφο Λεξικό», έκδοση Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, 2002.

 

 Ιωάννης Αγγ. Ησαΐας

 «Στην Ερμιόνη άλλοτε και τώρα», περιοδική έκδοση για την ιστορία, την τέχνη, τον πολιτισμό και την κοινωνική ζωή της Ερμιόνης, τεύχος 17, Οκτώβριος, 2015.  

 

Διαβάστε ακόμη:

Η περίφημη αρχαία πορφύρα της Ερμιόνης και η τεχνολογία της

Λάσος Ο Ερμιονεύς (6ος Αιώνας π.χ.)

Ιωάννης Αγγ. Ησαΐας, «Η Ιστορία του Κρανιδίου και των κοινοτήτων Πορτοχελίου, Διδύμων, Φούρνων, Κοιλάδας»

 


Στο:Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις, Αργολίδα, Ερμιονίδα Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Hermione, Άρθρα, Αργολίδα, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Ερμίονας, Ερμιόνη, Ερμιών, Ερμιονίδα, Εύρωπας, Ιστορία, Ιωάννης Αγγ. Ησαΐας, Πελοπόννησος, Τοπωνύμιο, Φορωνέας

Κέντρο Ελληνικών Σπουδών – «Η Άνοδος και η Πτώση της Κλασικής Ελλάδας»

$
0
0

Κέντρο Ελληνικών Σπουδών – «Η Άνοδος και η Πτώση της Κλασικής Ελλάδας»


 

   «Events Series 2016″

«Παγκοσμιοποίηση και τοπικά ιδιώματα: πολιτισμικές

και θεσμικές αλληλεπιδράσεις»

 

Πανεπιστήμιο Harvard Την Τετάρτη, 18 Νοεμβρίου 2015 και ώρα 7.00 μ.μ., στο Κέντρο Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Harvard στο Ναύπλιο (αίθουσα διαλέξεων «Οικογενείας Νίκου Μαζαράκη»), θα δώσει διάλεξη o Josiah Ober, Καθηγητής Πολιτικών Επιστημών και Κλασικών Σπουδών στην έδρα «Κωνσταντίνος Μητσοτάκης» του Πανεπιστημίου Στάνφορντ, και Επισκέπτης Καθηγητής Ελληνικών Σπουδών (με χορηγία του Ιδρύματος Λεβέντη) στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Συνομιλητής του θα είναι ο Νικόλαος Κυριαζής, Καθηγητής, πρώην Πρόεδρος, στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστήμιου Θεσσαλίας & Επισκέπτης Ερευνητής στο Κέντρο Διεθνών Σχέσεων, Πανεπιστήμιο Harvard.

 

Θέμα της ομιλίας, η οποία εντάσσεται στο πλαίσιο της σειράς διαλέξεων και εκδηλώσεων “Events Series 2016” θα είναι:

 

«Η Άνοδος και η Πτώση της Κλασικής Ελλάδας» / «Τhe Rise and Fall of Classical Greece»

 

Η ομιλία θα πραγματοποιηθεί στα αγγλικά, ενώ το υλικό που θα προβληθεί και θα διανεμηθεί θα είναι μεταφρασμένο στα ελληνικά. Το κοινό καλείται να υποβάλει ερωτήσεις στα ελληνικά, εάν επιθυμεί.

 

Σύντομη περίληψη της διάλεξης

Η άνοδος της κλασικής Ελλάδας ήταν πραγματικά αξιοσημείωτη, αλλά δεν ήταν το προϊόν ενός θαύματος. Αντίθετα, η πολιτισμική άνθηση της Ελλάδας ήταν το αποτέλεσμα μιας μοναδικής πολιτικής και οικονομικής ανάπτυξης. Νέες προσεγγίσεις στην μελέτη αρχαίων εγγράφων και αρχαιολογικών μαρτυριών και μία νέα θεωρία αποκεντρωμένης ανάπτυξης εξηγούν «την δόξα που ήτανε Ελλάδα», τις νίκες του Φιλίππου της Μακεδονίας και του Μεγάλου Αλεξάνδρου, και την επιβίωση του ελληνικού πολιτισμού στην Ρωμαϊκή εποχή και πέρα.

 

Βιογραφικό σημείωμα του Josiah Ober

 

Ο Josiah Ober είναι Καθηγητής Πολιτικών Επιστημών και Κλασικών Σπουδών στην έδρα «Κωνσταντίνος Μητσοτάκης» του Πανεπιστημίου Στάνφορντ, και Επισκέπτης Καθηγητής Ελληνικών Σπουδών (με χορηγία του Ιδρύματος Λεβέντη) στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου.

Αντικείμενό του είναι η ιστορία των θεσμών και η πολιτική θεωρία, με έμφαση στην πολιτική σκέψη και πρακτική του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Εκτός από το βιβλίο του «Η Άνοδος και η Πτώση της Κλασικής Ελλάδας» (2015), έχει συγγράψει πολλά βιβλία που έχουν εκδοθεί από τον οίκο Princeton University Press, συμπεριλαμβανομένων των Mass and Elite in Democratic Athens (Μάζα και Ελίτ στη Δημοκρατική Αθήνα – 1989), The Athenian Revolution (Η Αθηναϊκή Επανάσταση – 1996), Political Dissent in Democratic Athens (Πολιτική Διαφωνία στη Δημοκρατική Αθήνα- 2008), και Democracy and Knowledge (Δημοκρατία και Γνώση – 2008).


Στο:Ειδήσεις - Πολιτισμός Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Events Series 2016, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Διάλεξη, Ειδήσεις, Ιστορία, Κέντρο Ελληνικών Σπουδών, Κλασική Ελλάδα, Πολιτισμός, Josiah Ober

Ιερός Ναός Αγίας Ερμιόνης (Ερμιόνη Αργολίδας)

$
0
0

Ιερός Ναός Αγίας Ερμιόνης (Ερμιόνη Αργολίδας)


 

Η Aγία Ερμιόνη*

 

Στις 4 Σεπτεμβρίου στην Ερμιόνη Αρολίδας γιορτάζει το λευκό, λιτό εκκλησάκι στον λόφο των Μύλων, που είναι αφιερωμένο στην παρθενομάρτυρα Αγία Ερμιόνη.

Η Αγία Ερμιόνη η Ανάργυρος και Ιαματική

Η Αγία Ερμιόνη η Ανάργυρος και Ιαματική

Η Αγία Ερμιόνη γεννήθηκε στην Καισάρεια της Παλαιστίνης τον πρώτο αιώνα μ.Χ. κι ήταν μία από τις τέσσερες κόρες του Αποστόλου και Διακόνου Φιλίππου. Είχε την τύχη να γεννηθεί μέσα σε χριστιανικό σπίτι και οι γονείς της, τη δίδαξαν με θέρμη τη χριστιανική διδασκαλία. Γνώρισε από κοντά τους Αποστόλους κι αισθάνθηκε την ανάγκη, να τους βοηθήσει στο ιεραποστολικό τους έργο.

Είχε την ευλογία να έχει το προορατικό χάρισμα κι έγινε γιατρός, που θεράπευε τους αρρώστους με την επίκληση του Αγίου Πνεύματος, χωρίς να παίρνει χρήματα. Η προσωνυμία της είναι «Το ρόδο της Εφέσου», γιατί στην Έφεσο δίδασκε, θεράπευε και βοηθούσε τον συνάνθρωπο. Εκεί η Αγία Ερμιόνη ίδρυσε, οργάνωσε και λειτούργησε με τις τρεις αδελφές της το «Ευτυχίας Πανδοχείον», που περιελάμβανε πτωχοκομείο, πανδοχείο, ιατρείο και γηροκομείο, μια όαση για κάθε πονεμένο και άρρωστο.

Η Αγία έζησε τότε που αυτοκράτορας στη Ρώμη ήταν ο Τραϊανός. Αυτός περνώντας από την Έφεσο, όταν πήγε να πολεμήσει τους Πέρσες, πληροφορήθηκε ότι εκεί ζούσε μια γερόντισσα χριστιανή, που είχε προορατικό χάρισμα. Την κάλεσε κοντά του και της ζήτησε πρώτα με κολακείες και μετά με απειλές να αρνηθεί την πίστη της στον Χριστό. Επειδή αρνήθηκε να υποκύψει, και προφήτευσε ότι αν και θα νικήσει τους Πέρσες, θα πάρει τον θρόνο του ο γαμπρός του ο Αδριανός, ο Τραϊανός διέταξε τους δημίους, να την μαστιγώσουν. Βλέποντας, ωστόσο, την αταραξία της Αγίας, την άφησε ελεύθερη.

Όταν στο θρόνο ανέβηκε ο Αδριανός και πληροφορήθηκε το μεγάλο ιεραποστολικό και φιλανθρωπικό έργο της και την απόφασή της να μην απαρνηθεί τον Χριστιανισμό, διέταξε να την υποβάλουν σε φρικτά βασανιστήρια, από τα οποία η Αγία επεβίωσε, αναγκάζοντας τελικά τον Αδριανό να την αφήσει ελεύθερη.

Η Αγία Ερμιόνη κοιμήθηκε ειρηνικά το 117 μ.Χ. Μετά την εκδημία Της, οι Χριστιανοί της Εφέσου ενταφίασαν το λείψανό Της με τιμές. Ο τάφος Της ανέβλυζε μύρο και ήταν πηγή θαυμάτων.

 

Ελένη Δάκη- Καλαμαρά

 

Ο ιερός ναός της Αγίας Ερμιόνης**


 

 

Στο δυτικό άκρο της Ερμιόνης, ακριβώς στη μέση του λόφου Πρωνός, όπως λεγόταν στην αρχαιότητα ο λόφος των Μύλων, σε ένα όμορφο τοπίο με απεριόριστη θέα, ανάμεσα σε συστάδα πεύκων, δεσπόζει ολόλευκη η μικρή εκκλησία της Αγίας Ερμιόνης. Κτίστηκε με δαπάνη του συμπολίτη μας μακαριστού Μητροπολίτη Σάμου και Ικαρίας Παντελεήμονα Μπαρδάκου, και με θέλησή του αποτελεί ιδιοκτησία και μετόχι της Ι. Μ. Προφήτη Ηλία Βιλίων, του οποίου επίσης είναι ιδρυτής και κτήτορας, όπου μοναχή και αργότερα ηγουμένη ήταν εκεί η αδελφή του Μακρίνα.

Σύμφωνα με μαρτυρίες συμπολιτών μας, που τον γνώριζαν καλά, ο φωτισμένος Ιεράρχης, έτρεφε απεριόριστη αγάπη προς τη γενέτειρά του Ερμιόνη και παρά τη σημαντική ιερατική διαδρομή του μακριά από αυτήν, ποτέ δεν έπαυσε να την επισκέπτεται και να έχει πνευματική επαφή με τους συμπολίτες του. Διακαής πόθος του πάντοτε, ήταν η ανέγερση εκκλησίας αφιερωμένης στην Αγία Ερμιόνη, «Eις Δόξαν Θεού και Τιμήν Αγίας Ερμιόνης», όπως αναγράφει η μαρμάρινη πλάκα στην είσοδο του ναού, ως «αντίδωρο» της ευγνωμοσύνης του στο τόπο, που γεννήθηκε.

Ιερός Ναός Αγίας Ερμιόνης

Ιερός Ναός Αγίας Ερμιόνης

Κατάλληλο χώρο γι’ αυτό θεωρούσε το λόφο των Μύλων. Λόγω ησυχίας και έλλειψης υγρασίας πληρούσε τα κριτήρια, για να υλοποιήσει και το δεύτερο μελλοντικό μεγάλο στόχο του, τη δημιουργία ενός γηροκομείου δίπλα στην εκκλησία, για να στεγάσει τους ηλικιωμένους της Ερμιόνης. Το οικόπεδο 2000 τ.μ. στους Μύλους, που είχε στη κατοχή του, ήταν κοντά σε σπίτια και δεν ήταν κατάλληλο για το σκοπό αυτό. Ωστόσο μετά από άοκνες προσπάθειες και κατάλληλες ενέργειες προς την Κοινότητα Ερμιόνης, επί Προεδρίας Μόδεστου Καρακατσάνη, με ομόφωνη απόφαση του Κ.Σ. ο σεβ. Παντελεήμων κατόρθωσε να ανταλλάξει αυτό με άλλο κοινοτικό χώρο δυτικότερα, δίπλα στην τότε δεξαμενή νερού της Ερμιόνης. Η Νομαρχία συμφώνησε και μετά από 2 χρόνια η παραχώρηση πήρε τη μορφή συμβολαίου. Λέγεται, ότι κατά την αρχαιότητα στο ίδιο σημείο υπήρχε ναός προς τιμή της Θεάς Ήρας.

Την εργολαβία της ανέγερσης του ναού, ανέλαβε ο Πάνος Παπαμιχαήλ (Πήτ), αδελφός του αείμνηστου αεροπόρου Μιχάλη Παπαμιχαήλ. Πολλοί συμπολίτες μας, όπως ο Νότης Παπαφράγκος, ο Νίκος Αραπάκης, ο Αργύρης Μέξης και άλλοι, που ως νέοι τότε εργάστηκαν για το κτίσιμο της Αγίας Ερμιόνης, θυμούνται με συγκίνηση και νοσταλγία τα χρόνια αυτά. Νοιώθουν περήφανοι για τη συμμετοχή τους και τονίζουν τη καθημερινή παρουσία, φροντίδα και πατρική αγάπη του Αρχιαμανδρίτη τότε Παντελεήμονα για το εργατικό προσωπικό και την αγωνία του για την αποπεράτωση του έργου.

Ο αγιασμός για τη τοποθέτηση του θεμέλιου λίθου, όπως φαίνεται σε μαρμάρινη πλάκα δεξιά της εισόδου έγινε στις 4 Σεπτεμβρίου 1966. Το έργο μετά από τρία χρόνια ολοκληρώθηκε και ένας νέος τόπος λατρείας και αγάπης, ένας ιερός χώρος, ο «οίκος» της Αγίας Ερμιόνης είναι γεγονός.

Στην τελετή για τα θυρανοίξια – εγκαίνια του ναού, το Σεπτέμβριο του 1969, πλήθος πιστών της Ερμιόνης ανηφόρησαν προς τους Μύλους, για να θαυμάσουν το ολόλευκο νέο εκκλησάκι, που φάνταζε εντυπωσιακό, για να προσκυνήσουν την εικόνα της Αγίας Ερμιόνης, να ζητήσουν τη χάρη και την ευλογία της και βέβαια να συγχαρούν και να ευχαριστήσουν τον κτήτορα για τη μεγάλη προσφορά του στο τόπο. Σε μια πανηγυρική και κατανυκτική Θεία Λειτουργία, που έγινε χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Ύδρας Σπετσών Αιγίνης και Ερμιονίδας κ.κ. Ιερόθεου και με τη συμμετοχή του Αρχιμανδρίτη Αγαθάγγελου, προϊσταμένου της ενορίας του Αγίου Λουκά Πατησίων, συνοδοιπόρου του Μητροπολίτη μας και των ιερέων της περιοχής, ο κτήτορας με φανερή τη χαρά και τη συγκίνησή του, βλέποντας το όνειρό του να πραγματοποιείται, ευχαρίστησε τον Πρόεδρο και το Κ.Σ. της Κοινότητας Ερμιόνης, για την παραχώρηση – ανταλλαγή του οικοπέδου και αποκάλυψε επίσημα πια, ότι μελλοντικός του στόχος ήταν η ανέγερση Ιδρύματος Ευγηρίας νότια της εκκλησίας.

Ήταν μια πολύ σημαντική ημέρα για αυτόν, για τις αρχές του τόπου, αλλά και για τους πιστούς συμπολίτες μας, ιδιαίτερα εκείνους της περιοχής των Μύλων. Όλοι είχαν τη πεποίθηση, ότι αυτός ο ναός που έβλεπαν μπροστά τους, αν και ήταν μικρός, θα σηματοδοτούσε αιώνια τη σύνδεση της Αγίας Ερμιόνης με το όνομα της πόλης μας.

Το 1968, μετά από προτροπή του π. Παντελεήμονα και πρόταση του τότε Κοινοτικού Συμβουλίου Ερμιόνης, εκδόθηκε το 830/21-11-68 Β.Δ. (ΦΕΚ 289/1068) σύμφωνα με το οποίο, η 4η Σεπτεμβρίου, γιορτή της Αγίας Ερμιόνης, καθορίστηκε ως επίσημη τοπική αργία.

Την ίδια χρονιά, ο Εμποροεπαγγελματικός Σύλλογος της Ερμιόνης ανακήρυξε την Αγία Ερμιόνη ως προστάτιδα των εμπόρων και επαγγελματιών της πόλης και κάθε χρόνο τιμούσε τη μνήμη της με ιδιαίτερη λαμπρότητα. Όλα τα καταστήματα παρέμειναν κλειστά, κανένας επαγγελματίας δεν εργαζόταν και σύσσωμο το Δ.Σ. και τα μέλη του παρευρίσκονταν στον πανηγυρικό εσπερινό και τη Θεία Λειτουργία, όπου τελούσαν και αρτοκλασία.

Μετά από 22 χρόνια (1990), οι Κοινοτικοί Σύμβουλοι Η. Δρούζας, Α. Λεμπέσης, Σ. Κούστας, Κ. Κωστελένος και Π. Μαυρομιχάλη, λαμβάνοντας υπόψη τη μεγάλη ιστορία του Ι. Ν. των Ταξιαρχών, αλλά και τη θρησκευτική παράδοση του τόπου, υπέβαλαν αίτημα στο Κ.Σ. για τροποποίηση του Β.Δ. και τον καθορισμό της 8ης Νοεμβρίου ως επίσημης τοπικής αργίας. Το Κ.Σ. με Πρόεδρο τον Γ. Καρακατσάνη, αφού πήρε την έγκριση των τοπικών φορέων, τη σύμφωνη γνώμη του Μητροπολίτη Υδρας, Σπετσών, Αιγίνης και Ερμιονίδος κκ. Ιερόθεου, αλλά και τη συγκατάθεση του Μητροπολίτη Σάμου και Ικαρίας κ.κ Παντελεήμονα, έκανε τις απαραίτητες ενέργειες και στις 7-7- 1995 το Υπουργείο Εσωτερικών με τροποποίηση του σχετικού Νόμου καταργούσε το Β.Δ. και καθιέρωνε ως επίσημη αργία της Ερμιόνης την 8η Νοεμβρίου, εορτή των Ταξιαρχών. Το γεγονός αυτό, συνέπεσε με την ανακήρυξη της Κοινότητος Ερμιόνης σε Δήμο και στις 8 Νοεμβρίου 1995 στο Μητροπολιτικό Ναό των Παμμεγίστων Ταξιαρχών, γιορτάστηκε για πρώτη φορά πανηγυρικά και με ιδιαίτερη λαμπρότητα.

Ο μακαριστός Μητροπολίτης Παντελεήμων Μπαρδάκος

Ο μακαριστός Μητροπολίτης Παντελεήμων Μπαρδάκος

Στις 13 Ιουλίου 1974, ο Παντελεήμων εκλέγεται Μητροπολίτης Σάμου και Ικαρίας και αφοσιώνεται ολοκληρωτικά στο ύψιστο λειτούργημά του, ως Ποιμενάρχης μιας ακριτικής Μητροπόλης. Οι πολλαπλές του απασχολήσεις δεν του επέτρεψαν να υλοποιήσει το όραμά του δηλαδή την ανέγερση του Γηροκομείου. Ποτέ όμως αυτός δεν έλειψε από τον εορτασμό της Αγίας Ερμιόνης και κάθε χρόνο 3 και 4 Σεπτεμβρίου χοροστατούσε στο πανηγυρικό Εσπερινό και τη Θεία Λειτουργία, μέχρι την 1η Ιουλίου 1995 που κοιμήθηκε. Τα οστά του βρίσκονται σε μαρμάρινο οστεοφυλάκιο στην Ι.Μ. Προφήτη Ηλία Βιλίων.

Εξετάζοντας την αρχιτεκτονική της εκκλησίας παρατηρούμε ότι το σχέδιο της πλησιάζει τη μορφολογία της νησιώτικης εκκλησίας. Είναι μια καμαροσκέπαστη εκκλησία στον τύπο της μονόχωρης Βασιλικής με τρεις εισόδους, μια δυτικά και δύο νότια, με τη μικρότερη να είναι η είσοδος στο Ιερό Βήμα, το οποίο είναι ευδιάκριτο από τη μοναδική κόγχη του, πίσω από την Αγία Τράπεζα. Το καμπαναριό είναι σχετικά ψηλό για τις διαστάσεις της εκκλησίας, μονόλοβο, με μια μικρή καμάρα στη βάση του, χαρακτηριστικό των νησιώτικων καμπαναριών, κυρίως των νησιών του Αργοσαρωνικού και ιδιαίτερα της Ύδρας και των Σπετσών.

Σήμερα, σχεδόν 50 χρόνια μετά, το εκκλησάκι της Αγίας Ερμιόνης, ένα από τα στολίδια της πόλης μας, απλό, καλοδιατηρημένο, νοικοκυρεμένο και πάντα καθαρό εξωτερικά και εσωτερικά, με την καθημερινή σχεδόν φροντίδα της Γιάννας και του Δέδε Κοντόπουλου, στέκει εκεί ψηλά ως πνευματικός φάρος, εκπέμποντας την αγάπη της Αγίας Ερμιόνης ως πέπλο προστασίας πάνω από τη πόλη μας, φωτίζοντας τα βήματα των πιστών.

Αν βρεθείς εκεί, η ομορφιά του τοπίου θα σε αναγκάσει, να σταθείς για λίγο, να αισθανθείς την ιερότητα και την απλότητα της Αγίας Ερμιόνης, να πάρεις την ευλογία της, να νοιώσεις μια απέραντη γαλήνη και να απομακρυνθείς για λίγο από τη ζάλη των καθημερινών εγκόσμιων προβλημάτων. Θα καθίσεις τότε ήρεμος στο παγκάκι, θα απολαύσεις το τοπίο και θα αγναντέψεις την υπέροχη θέα. Βόρεια απλώνεται ο κάμπος της Ερμιόνης με τα περιβόλια και τις ελιές. Νότια ο όρμος Κάπαρι, η Μαγ(κ)ούλα, το Ποδάρι, τα Ευκάλυπτα και πιο πέρα το Μοναστήρι των Αγίων Αναργύρων. Ανατολικά, μπροστά σου απλώνεται το λιμάνι της Ερμιόνης και το Μπίστι, το Κρόθι με τον Άγιο Γεράσιμο και το Μύλο και στο βάθος η Ύδρα και τα Τσελεβίνια. Οι ανθισμένοι θάμνοι, η μυρωδιά του θυμαριού, το κελάηδημα των πουλιών και το αεράκι που, φυσάει σχεδόν μόνιμα, θα σε αναζωογονήσει. Δεν θα θέλεις να φύγεις! Αν

προχωρήσεις προς τα δυτικά, στα πενήντα μέτρα θα δεις την όμορφη πετρόκτιστη εκκλησία του Αγίου Νικοδήμου και σε πέντε λεπτά ένας πανέμορφος χωμάτινος δρόμος ανάμεσα σε πεύκα θα σε βγάλει στην καινούρια δεξαμενή νερού της Ερμιόνης.

Στις 4 Σεπτεμβρίου, η Αγία Ερμιόνη γιορτάζει. Την παραμονή γίνεται πανηγυρικός εσπερινός με αρτοκλασία και ανήμερα Θεία Λειτουργία. Πολλοί πιστοί συμπολίτες μας κάθε ηλικίας, ανηφορίζουν στους Μυλους με ευλάβεια, να προσκυνήσουν την εικόνα της Αγίας, να πάρουν τη χάρη της και να ζητήσουν να θεραπεύσει τις ασθένειές τους, αφού η Αγία Ερμιόνη ήταν και θαυματουργή Ανάργυρη Γιατρός.

Θα μοιραστώ μαζί σας μια ιστορία, που μου διηγήθηκε η μοναχή Ν. της Ιεράς Μονής Προφήτη Ηλία Βιλίων, σε επίσκεψή μου εκεί, που είχε ακούσει από τον μακαριστό Παντελεήμονα και χαρακτήρισε ως θαύμα:

«Μια γυναίκα έπασχε από ανίατη ασθένεια. Οι γιατροί είχαν εξαντλήσει τις δυνατότητες της επιστήμης και η ίδια είχε εναποθέσει πλέον τις ελπίδες της στο Θεό. Ένα βράδυ είδε στον ύπνο της την Αγία Ερμιόνη, σε μια άσπρη εκκλησία, η οποία της ζήτησε να την επισκεφθεί εκεί, στο «σπίτι» της και ως γιατρός θα την θεραπεύσει. Η πίστη και η ελπίδα της φούντωσαν και αμέσως άρχισε να ψάχνει μέρη που βρίσκονται εκκλησίες της Αγίας Ερμιόνης, για να την επισκεφθεί και να ζητήσει τη χάρη της. Όταν έμαθε ότι στην Ερμιόνη Αργολίδος υπάρχει εκκλησία της Αγίας Ερμιόνης, πήρε το καράβι, έφτασε στο λιμάνι, ρώτησε πού είναι η Αγία Ερμιόνη και ανηφόρησε γρήγορα για τους Μύλους. Μόλις έφτασε εκεί, με δέος αντίκρισε την ίδια ακριβώς εκκλησία, που είχε δει στο όνειρό της, κάτασπρη ανάμεσα στα πεύκα, στον ίδιο λόφο, στην ίδια τοποθεσία, στο ίδιο εξωτερικό περιβάλλον. Αυτή τότε συγκινημένη γονάτισε, έκλαψε, προσκύνησε ευλαβικά, ζήτησε τη χάρη της Αγίας και προσευχήθηκε ζητώντας να τη θεραπεύσει. Η Ανάργυρη γιατρός Αγία Ερμιόνη τη δέχθηκε στο σπίτι της και τη γιάτρεψε».

Ο Βασίλης Μέξης, επίσης μου διηγήθηκε μια παρόμοια περίπτωση: «Ένα απόγευμα, που καθόμασταν στο παγκάκι, μας πλησίασε μια άγνωστη κυρία, που συστήθηκε ως καθηγήτρια και μας ρώτησε αν είναι ανοικτή η εκκλησία, για να προσευχηθεί. Στη συζήτηση που είχαμε μαζί της, μας είπε ότι είχε δει στον ύπνο της την Αγία Ερμιόνη, έξω από ένα εκκλησάκι, η οποία της ζήτησε να έλθει στο «σπίτι» της να προσκυνήσει και να πάρει τη χάρη της. Η κυρία που ήταν από την Εύβοια, έψαξε, βρήκε ότι στην Ερμιόνη υπάρχει εκκλησία της Αγίας. Ήλθε και με έκπληξή της, είδε ότι ήταν μπροστά στο ίδιο εκκλησάκι, αυτό ακριβώς που είχε δει στο ύπνο της».

Όσοι κατοικούμε στους Μύλους ή στη περιοχή της Αγίας Ερμιόνης όπως συνηθίζουμε να λέμε τα τελευταία χρόνια, νιώθουμε τυχεροί και ευγνώμονες, που υπάρχει στη γειτονιά μας η εκκλησία της Αγίας Ερμιόνης. Θεωρούμε ότι μας προστατεύει και μαζί με όλους τους συμπολίτες μας, ευχαριστούμε τον Μακαριστό Μητροπολίτη Παντελεήμονα για την ανέγερση αυτού του ναού, που συμβολίζει την αιώνια σύνδεση της Αγίας Ερμιόνης με την πόλη μας.

 

Γεώργιος Ν. Φασιλής

 

Πηγές


 

  • Ιερά Μονή Προφήτη Ηλία- Βίλια Αττικής.
  • «Το Φιλώτι και το ιστορικό εκκλησιαστικό μνημείο της Παναγίας Φιλωτίτισσας», Ιωάννη Ησαία.
  • «Η εν Ερμιόνη Γ’ Εθνοσυνέλευσις», Ιωάννη Μάλλωση.
  • Αρχείο Δημοτικής Κοινότητας Ερμιόνης.
  • Μαρτυρίες Ερμιονιτών.

 

* Ελένη Δάκη- Καλαμαρά

** Γεώργιος Ν. Φασιλής

  «Στην Ερμιόνη άλλοτε και τώρα», περιοδική έκδοση για την ιστορία, την τέχνη, τον πολιτισμό και την κοινωνική ζωή της Ερμιόνης, τεύχος 17, Οκτώβριος, 2015.  

 

Διαβάστε ακόμη:


Στο:Εκκλησιαστική Ιστορία αφορώσα στην Αργολίδα, Ναοί Αργολίδας Tagged: Aγία Ερμιόνη, Argolikos Arghival Library History and Culture, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Ερμιόνη, Εκκλησίες, Εκκλησιαστική Ιστορία, Θρησκεία, Ιερός Ναός Αγίας Ερμιόνης, Ιεροί Ναοί

Ομιλία στο Δαναό με θέμα: «Η ζωή μετά θάνατον»

$
0
0

Ομιλία στο Δαναό με θέμα: «Η ζωή μετά θάνατον»


 

ΣΗΜΑ ΔΑΝΑΟΥΣτα πλαίσια του προγράμματος Διαλέξεων και Συζητήσεων της χειμερινής περιόδου, ο Σύλλογος Αργείων «Ο Δαναός» συνεχίζει τις μετακλήσεις σημαντικών και διακεκριμένων  προσωπικοτήτων, προκειμένου να προσφέρει στους Αργείους την ευκαιρία επικοινωνίας με θέματα που αφορούν στον άνθρωπο και τις πνευματικές του αναζητήσεις.

Την Κυριακή  22 Νοεμβρίου 2015, και  ώρα 6.30 μ.μ. στην αίθουσα διαλέξεων του Συλλόγου Αργείων «ο Δαναός» Αγγελή Μπόμπου 8, στο Άργος,  θα μιλήσει ο κ. Γεώργιος Παπαντωνίου, Συνταξιούχος Καθηγητής, Θεολόγος με θέμα: «Η ζωή μετά θάνατον».

Θα ακολουθήσει συζήτηση.

 

Γεώργιος Παπαντωνίου


 

Γεννήθηκε στο Kεφαλόβρυσο Αργολίδος. O πατέρας του Ιερέας υπηρετούσε εκεί και μετέπειτα στο Κουτσοπόδι Άργους. Τελείωσε το Γυμνάσιο Άργους και εν συνεχεία φοίτησε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Υπηρέτησε ως Έφεδρος στην περιοχή Καστοριάς και με την απόλυσή του εργάστηκε ως Ιδιωτικός Εκπαιδευτικός σε Εκπαιδευτήρια Αθηνών- Γαλλικά Σχολεία και σε νυκτερινές Σχολές εργαζομένων παιδιών. Κύριο έργο του υπήρξε η εκπαίδευση και το Κυριακάτικο κήρυγμα, καθώς και ομιλίες διάφορες με πνευματικό περιεχόμενο.

Έχει συγγράψει δύο βιβλία με θέματα Δογματικής, «Το αναγνωστάρι της πίστης μας» με το περιεχόμενο της Ορθόδοξης πίστης μας συνοπτικά, και «Το Αγιασματάρι της Εκκλησίας», όπου γίνεται λόγος για τη λατρεία και τα μυστήρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ως συνταξιούχος συνεχίζει το πνευματικό έργο στην Εκκλησία, πρόσφατα μάλιστα έχοντας την ευθύνη λειτουργίας των Φιλικών Κύκλων Μελέτης της Αγίας Γραφής, στην Αθήνα, κυρίως, και αλλού.


Στο:Ειδήσεις - Πολιτισμός Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Διαλέξεις, Ειδήσεις, Εκκλησιαστικά, Η ζωή μετά θάνατον, Θρησκεία, Πολιτισμός

Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου – «Ένας κόσμος… συναισθήματα»

$
0
0

Θεατροπαιδαγωγικό πρόγραμμα: «Ένας κόσμος… συναισθήματα»


 

Πανεπιστήμιο ΠελοποννήσουΤο μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Η Δραματική Τέχνη στην Εκπαίδευση και οι Παραστατικές Τέχνες στη δια βίου μάθηση» του τμήματος των Θεατρικών Σπουδών του Ναυπλίου πραγματοποιεί μια ακόμα θεατροπαιδαγωγική δράση. Τίτλος του προγράμματος είναι:

«Ένας κόσμος… συναισθήματα»

και θα πραγματοποιηθεί στις Αγροτικές Φυλακές του Ναυπλίου

την Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2015 και ώρα 3:30 μ.μ.

Στο πρόγραμμα συμμετέχουν 20 κρατούμενοι των φυλακών που προσφέρθηκαν οικειοθελώς.

Στόχος του προγράμματος είναι οι κρατούμενοι να βγουν εκτός της μονότονης κυριακάτικης ρουτίνας, να απασχοληθούν με ό,τι θα τους κάνει να αισθανθούν ζωντανοί, μακριά από την αδράνεια και την απραξία. Με χρωματιστά μολύβια, χαρτιά, μικρά μουσικά όργανα, το σώμα και τη φωνή γεμίζουμε τους τοίχους της φυλακής… συναισθήματα.

Η χαρά, η λύπη, ο φόβος, ο θυμός, η βαρεμάρα, η ευγνωμοσύνη, η αγάπη, το μίσος… είναι γλώσσες παγκόσμιες, χωρίς διακρίσεις. Με οδηγό την τέχνη του δράματος, της ζωγραφικής και της μουσικής επικοινωνούμε με τους κρατούμενους, συν-αισθανόμαστε και ανοίγουμε ένα «παράθυρο» στη φυλακή!

Την ομάδα εμψυχώνουν οι φοιτήτριες: Βασιλική Λεγκριανού και Δήμητρα Ποταμιάνου.


Στο:Ειδήσεις - Πολιτισμός Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Αγροτικές Φυλακές Τίρυνθας, Ειδήσεις, Θέατρο, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Πολιτισμός, University of Peloponnese

Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου – Προβολή του ντοκιμαντέρ «Πνοή Ζωής»

$
0
0

Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου – Προβολή του ντοκιμαντέρ «Πνοή Ζωής»     



Πανεπιστήμιο  ΠελοποννήσουΈνα εξαιρετικά ενδιαφέρον ελληνικό ντοκιμαντέρ με κεντρικούς άξονες τη φυματίωση και τον έρωτα, που ζωντανεύει την ιστορία του πρώτου ορεινού Σανατόριου στην Ελλάδα, με τίτλο «Πνοή Ζωής» σε σκηνοθεσία, Δημήτρη Βερνίκου & Πόλυς Βλάχου, θα προβληθεί την Τετάρτη, 25 Νοεμβρίου 2015 στις 18.00 στην Αίθουσα Λήδας Τασοπούλου στο Ναύπλιο.

Προλογίζει ο Γιάννης Λεοντάρης, Επίκουρος Καθηγητής ΤΘΣ. Θα ακολουθήσει συζήτηση με τους σκηνοθέτες καθώς και με τον Καθηγητή Πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Κωνσταντίνο Γουργουλιάνη.

Πνοή Ζωής

Πνοή Ζωής

Το 1908 ο Πηλιορείτης γιατρός Γεώργιος Καραμάνης υποψιάζεται ότι πάσχει από φυματίωση. Ιδρύει το πρώτο ορεινό Σανατόριο στην Ελλάδα στα Χάνια Πηλίου και αφιερώνει το υπόλοιπο της ζωής του, στη θεραπεία της φυματίωσης. Οι Βαλκανικοί πόλεμοι και στη συνέχεια ο πρώτος παγκόσμιος, μετατρέπουν το Σανατόριο σε κοιτίδα θεραπείας της φυματίωσης.

Το 1919 φτάνει στο Σανατόριο η Άννα Καμπανάρη και αναστατώνει τη ζωή του γιατρού Καραμάνη αλλά και ολόκληρου του Σανατορίου. Ο γιατρός Καραμάνης την παντρεύεται παρά τα 30 χρόνια που τους χωρίζουν. Το Σανατόριο λόγω των επαφών της Άννας με την αθηναϊκή διανόηση, μετατρέπεται σε πόλο έλξης για τον Παλαμά, το Σεφέρη, τον Τσάτσο, τον Σικελιανό. Ο γοητευτικός Άγγελος Σικελιανός θα σαγηνεύσει την Άννα και το Σανατόριο θα γεννήσει έναν μοιραίο έρωτα. Επειδή όμως η φυματίωση είναι μια αρρώστια με ρομαντική θεραπεία, το Σανατόριο έμελλε να γεννήσει κι άλλους έρωτες.

Πνοή Ζωής

Πνοή Ζωής

Με την αποχώρηση των Γερμανών από το Πήλιο, ο γιατρός Καραμάνης έρχεται σε συμφωνία με την Εβραϊκή Φιλανθρωπική Οργάνωση της Αμερικής «JOINT» για τη νοσηλεία φυματικών Εβραίων απ’ όλη την Ελλάδα και από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Γερμανίας. Η θεραπευτική αγωγή και η φροντίδα του γιατρού, δίνουν ζωή στους Εβραίους ασθενείς κι εκείνοι δίνουν ξανά ζωή στο ταλαιπωρημένο από τον πόλεμο Σανατόριο.

Πνοή Ζωής

Πνοή Ζωής

Η Ελληνοεβραία Ντορέττα Μέντα φτάνει στα 24 της, στο Σανατόριο του Πηλίου. Και όπως η ίδια εμπιστεύεται πολύ αργότερα στην κόρη της, στο Σανατόριο πέρασε τις πιο ωραίες στιγμές της ζωής της. Μάλλον ήταν η μαγική δύναμη του βουνού, ίσως και ο πόνος της ασθένειας που έχει ανάγκη τον έρωτα για να τον απαλύνει, αλλά το φαγητό και ο καθαρός αέρας δεν έμελλε να είναι η μοναδική της απόλαυση.

Στο Σανατόριο γνωρίζει τον Γκι. Τον έρωτα της ζωής της. Περνάνε μαζί 6 μήνες γεμάτους όνειρα και σχέδια για το μέλλον. Οι εποχές όμως είναι σκληρές και η μοίρα μάλλον σκληρότερη. Με τον θάνατο του γιατρού Καραμάνης η ζωή του Σανατορίου σβήνει. Για τη Ντορέττα όμως η ζωή επιφυλάσσει εκπλήξεις!!

Είσοδος ελεύθερη


Στο:Ειδήσεις - Πολιτισμός Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Γεώργιος Καραμάνης, Ειδήσεις, Ντοκιμαντέρ, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Πνοή Ζωής, Πολιτισμός, Υγεία, Φυματίωση, University of Peloponnese

Στην Ερμιόνη Άλλοτε και Τώρα – Περιοδική Πολιτιστική Έκδοση

$
0
0

Στην Ερμιόνη Άλλοτε και Τώρα» Περιοδική έκδοση για την ιστορία, την τέχνη, τον πολιτισμό και την κοινωνική ζωή της Ερμιόνης


 

«Στην Ερμιόνη Άλλοτε και Τώρα» Περιοδική έκδοση για την ιστορία, την τέχνη, τον πολιτισμό και την κοινωνική ζωή της Ερμιόνης, μια έκδοσή της Εταιρείας Μελετών Ερμιονίδας. Το τεύχος είναι διαθέσιμο και σε μορφή PDF, από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού.

Εκδόθηκε και κυκλοφορεί το 17ο τεύχος του περιοδικού «Στην Ερμιόνη άλλοτε και τώρα». Σ’ αυτό το τεύχος γίνεται μια προσπάθεια καταγραφής του ονόματος Ερμιόνη από την Μυθολογία μέχρι την Αστρολογία και από τη Ζωγραφική μέχρι την Θεολογία, ας δούμε τη γράφει η συντακτική επιτροπή του περιοδικού, για το θέμα, στο εισαγωγικό της σημείωμα.

 

Εισαγωγικό Σημείωμα της Συντακτικής Επιτροπής

 

Περιοδικό «Στην Ερμιόνη Άλλοτε και Τώρα». Εξώφυλλο:Από τη σπανιότατη έκδοση του βιβλίου (σελ.55) του G. Rouillι «Promptuarii Iconum Insigniorum», (Κατάλογος Χαρακτικών Εικόνων) Lyon, France 1553.

Περιοδικό «Στην Ερμιόνη Άλλοτε και Τώρα». Εξώφυλλο:Από τη σπανιότατη έκδοση του βιβλίου (σελ.55) του G. Rouillι «Promptuarii Iconum Insigniorum», (Κατάλογος Χαρακτικών Εικόνων) Lyon, France 1553.

Όλοι μας, λίγο πολύ, έχουμε ακούσει ότι σύμφωνα με τον περιηγητή και γεωγράφο του 2ου μ.Χ. αιώνα Παυσανία, η Ερμιόνη έχει πάρει το όνομά της από τον Ερμίονα, γιο του Ευρώπου. Θυμίζουμε ότι ο Παυσανίας, στο δεύτερο βιβλίο με τίτλο «Κορινθιακά §34.4», του μνημειώδους έργου του «Ελλάδος περιήγησις», γράφει:

«τὰ μὲν δὴ Μέθανα ἰσθμός ἐστι τῆς Πελοποννήσου: ἐντὸς δὲ τοῦ ἰσθμοῦ τῆς Τροιζηνίων ὅμορός ἐστιν Ἑρμιόνη. οἰκιστὴν δὲ τῆς ἀρχαίας πόλεως Ἑρμιονεῖς γενέσθαι φασὶν Ἑρμίονα Εὔρωπος».

Όποια κι αν είναι η προέλευση του ονόματος της μικρής μας πόλης πιστεύουμε πως θα συμφωνήσετε μαζί μας πως η λέξη Ερμιόνη είναι εύηχη και εύρυθμη. Σε προδιαθέτει θετικά.

Αλήθεια όμως, έχουμε ποτέ αναρωτηθεί πόσες άλλες «Ερμιόνες» μπορεί να υπάρχουν;

Από την Μυθολογία μέχρι την Αστρολογία και από τη Ζωγραφική μέχρι την Θεολογία, το όνομα «Ερμιόνη», μοιάζει να έχει κινήσει κατά καιρούς έντονα το ενδιαφέρον, τόσο των ισχυρών, όσο και των αδύναμων του κόσμου αυτού, ώστε στη διαδρομή των αιώνων να βαφτιστούν με αυτό, εκτός από απλούς ανθρώπους, Μυθικά πρόσωπα, Άγιοι της εκκλησίας, ουράνιοι γαλαξίες, ζώα, ακόμα και πλοία! Το όνομα της Ερμιόνης τιμήθηκε πολύ. Μια προσπάθεια καταγραφής και ανάδειξης όλων αυτών, θα βρείτε στο τεύχος που κρατάτε στα χέρια σας.

Θεωρήσαμε το εγχείρημα αυτό ιδιαιτέρα ενδιαφέρον και προκλητικά πρωτότυπο για όλους μας, ώστε να προσπαθήσουμε να το προσεγγίσουμε από όσες περισσότερες πλευρές μπορούσαμε.

Σας παρουσιάζουμε λοιπόν ένα διαθεματικό σχέδιο εργασίας, ένα project συλλογικής δουλειάς, που αποβλέπει στη διερεύνηση και την παρουσίαση γνώσεων, σχετικών με το όνομα «Ερμιόνη». Έτσι το περιοδικό μας παραμένει ένα ζωντανό και δημιουργικό εργαστήρι, που προωθεί τη συνεργασία όλων, όσων θέλουν να συμβάλουν στις εκδόσεις του.

Το έργο μας δεν ήταν εύκολο. Ακόμα και τώρα, όσοι ασχοληθήκαμε με τη συλλογή του υλικού που είναι τελικά καταχωρημένο στο παρόν τεύχος, δεν είμαστε απολύτως βέβαιοι ότι καταφέραμε να καλύψουμε όλο το εύρος της ερευνητικής μας προσπάθειας. Διατηρούμε πάντως την ελπίδα ότι έχουμε ανταποκριθεί σε ικανοποιητικό βαθμό στον φιλόδοξο στόχο μας και ευελπιστούμε να προκαλέσει το ενδιαφέρον Ερμιονιτών και μη. Αν ωστόσο μας έχει ξεφύγει κάποια/ες Ερμιόνη/ες, ζητούμε την κατανόηση σας και προσβλέπουμε στη συνδρομή σας για την αποκατάστασή της/ους σε επόμενο μας τεύχος.

 

Περιεχόμενα

 

  • Εισαγωγικό σημείωμα
  • Η λαμπροτάτη πόλις των Ερμιονέων – ΛΙΝΟΣ Γ. ΜΠΕΝΑΚΗΣ σελ. 4
  • L’ Hermione «Η φρεγάτα της ελευθερίας» – ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΑΠ. ΓΚΑΤΣΟΣ σελ. 5
  • Η κόρη Ερμιόνη – Από τον Μύθο στην Τέχνη – ΜΥΡΣΙΝΗ Γ. ΣΑΜΑΡΑ σελ. 12
  • Η Ερμιόνη στον …Χάρι Πότερ – ΒΙΚΥ Δ. ΚΟΥΤΡΑΦΟΥΡΗ – ΕΛΕΝΗ ΕΥΑΓ. ΚΟΥΤΣΑΚΗ σελ. 17
  • Η Ερμιόνη στη …Ζωολογία – ΓΙΑΝΝΗ Μ. ΣΠΕΤΣΙΩΤΗΣ σελ. 18
  • Ερμιόνη 121 – ΚΩΝΤΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΙΟΝ. ΤΣΕΦΑΛΑΣ σελ. 19
  • Ερμιόνη (Πάουελ Κρούπκα)- ΗΡΑ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗ – ΒΕΛΛΕ σελ. 19
  • «Ερμιόνη η Γραμματική», Από την Αίγυπτο στο Cambridge… ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΑΠ. ΓΚΑΤΣΟΣ σελ. 20
  • Η Ερμιόνη στον …Μαγικό κύκλο – ΓΙΑΝΝΗ Μ. ΣΠΕΤΣΙΩΤΗΣ – ΤΖΕΝΗ Δ. ΝΤΕΣΤΑΚΟΥ – σελ. 22
  • Το τοπωνύμιο Ερμιών ή Ερμιόνη στην ομώνυμη κωμόπολη της Ερμιονίδας. Μυθολογική και επιστημονική προσέγγιση – ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΓΓ. ΗΣΑΪΑΣ σελ. 24
  • Ερμιόνη – ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ – ΡΗΓΑ σελ. 26
  • Η Αγία Ερμιόνη – ΕΛΕΝΗ ΔΑΚΗ-ΚΑΛΑΜΑΡΑ σελ. 27
  • Ο ιερός ναός της Αγίας Ερμιόνης στην πόλη μας – ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΦΑΣΙΛΗΣ σελ. 28
  • Τοπικές φορεσιές της Ερμιόνης – ΑΝΘΟΥΛΑ ΛΑΖΑΡΙΔΟΥ – ΔΟΥΡΟΥΚΟΥ σελ. 31
  • Η Αγία Ερμιόνη της Χίου… σώζει – ΒΙΒΗ Δ. ΣΚΟΥΡΤΗ σελ. 32
  • Τι θα έγραφε το Λεξικό… σελ. 34
  • Ένας πολύ λυπηρός αιφνίδιος θάνατος. Ευάγγελος Ν. Αθηναίος (1935 – 2015)- ΛΙΝΟΣ Γ. ΜΠΕΝΑΚΗΣ σελ. 35

 Για την ανάγνωση του περιοδικού πατήστε διπλό κλικ στον σύνδεσμο: «Στην Ερμιόνη Άλλοτε και Τώρα»


Στο:Ερμιονίδα, Ειδήσεις - Πολιτισμός Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Hermione, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Βιβλίο, Ερμιόνη, Εταιρεία Μελετών Ερμιονίδας, Ιστορία, Κοινωνία, Περιοδικά, Πολιτισμός, Στην Ερμιόνη άλλοτε και τώρα

Οι Σιωπηλές Συγχορδίες του Ακορντεόν του Πέτρου Λυγίζου

$
0
0

Η ποιητική συλλογή του Πέτρου Λυγίζου «Οι σιωπηλές συγχορδίες του ακορντεόν» παρουσιάζονται στο Βουλευτικό τον Δεκέμβρη


 

Οι σιωπηλές συγχορδίες του ακορντεόν

Οι σιωπηλές συγχορδίες του ακορντεόν

Η ποιητική συλλογή «Οι σιωπηλές συγχορδίες του ακορντεόν», είναι ένα ενιαίο ποιητικό σώμα όπου υμνείται ο έρωτας. Όχι μόνον ο έρωτας με τη στενή του έννοια, αλλά και εκείνη η μορφή της βαθιάς αγάπης που υπερβαίνει κάθε εγωισμό και γίνεται προσφορά, αληθινή και ανιδιοτελής.

Στο ποίημα, λανθάνει η μελαγχολία που προκύπτει από το φόβο ή την πιθανότητα της εγκατάλειψης. Ωστόσο, η μελαγχολική αυτή αίσθηση – σταδιακά – δίνει τη θέση της στην ευεξία που γεννήθηκε από τον θρίαμβο της αγάπης, τόσο μάλιστα που το ποιητικό υποκείμενο βιώνει μιαν (φαινομενικά) ανεξήγητη πληρότητα. Ο Χρόνος και ο Χώρος αποκτούν την υπερφυσική διάσταση που τους αρμόζει, καθώς το ερωτικό συναίσθημα έχει τέτοιο βάθος και ένταση που ξεπερνά τα στενά όρια της καθημερινής εμπειρίας. Έτσι, η αγάπη – παρά την αίσθηση της απώλειας – γίνεται τελικά το απόλυτο όπλο που ενδυναμώνει τον «εγκαταλελειμμένο» ήρωα και τον καθιστά ικανό να συνεχίσει το ρομαντικό ταξίδι του στη ζωή.

Η ποιητική συλλογή του Πέτρου Λυγίζου θα παρουσιαστεί στις 13 Δεκεμβρίου και ώρα 7 το βράδυ, στο Βουλευτικό του Ναυπλίου, από τις φιλολόγους Βασιλική Τράκα και Καλλιόπη Καλποδήμου. Την εκδήλωση που υποστηρίζουν ο ΣΦΑ, η ΕΛΜΕ Αργολίδας, ο ΔΟΠΠΑΤ και η Ένωση Συγγραφέων και Λογοτεχνών Αργολίδας, θα πλαισιώσει η θεατρική ομάδα Προσκήνιο που συντονίζει ο συγγραφέας Κωνσταντινος Σπηλιώτης. Το ποίημα εκδίδεται από τον οίκο «Ανώνυμο Βιβλίο», ενώ την επιμέλεια της έκδοσης είχε η Παναγιώτα Μωυσιάδου.

 

Για την ποιητική συλλογή έγραψαν:

 

Στα χνάρια της Σονάτας του Σεληνόφωτος  του Γιάννη Ρίτσου, Οι Σιωπηλές συγχορδίες του ακορντεόν του ρομαντικού Πέτρου Λυγίζου μας καλούν σε μία φαντασιακή ακροβασία με μουσική υπόκρουση εν είδει παραμυθίας για μία επώδυνη ενηλικίωση που προήλθε από τη συνειδητοποίηση της εγκατάλειψης και της οριστικής απουσίας του έρωτα. Πρόκειται για ένα ωραιότατο ερωτικό ποίημα που ξεχωρίζει για την αγωνιώδη εναλλαγή των προσώπων που προδίδει τις ψυχολογικές μεταπτώσεις του ποιητικού υποκειμένου, το οποίο εν τέλει χάρη στη γραφή οδηγείται σε μία διαφορετική ερμηνεία της ύπαρξής του από εκείνη που αρχικά του είχε υποδειχτεί. Από το εξομολογητικό «εγώ» στο παρακλητικό «εσύ» στο σύντομο ονειροπόλο «εμείς» και έπειτα οριστικά στο αμείλικτο «εγώ» της μοναξιάς και της απώλειας κάθε ψευδαίσθησης, η φωνή του Λυγίζου βρίσκει καταφύγιο στο «σώμα» της ποίησης».

Βασιλική Ράπτη 

Καθηγήτρια Νεοελληνικής Λογοτεχνίας  Πανεπιστημίου Χάρβαρντ

«Οι σιωπηλές συγχορδίες του ακορντεόν» του Πέτρου Λυγίζου θυμίζουν ότι τα ξόρκια του έρωτα απέναντι στον κόσμο των άλλων, ενώ το μελάνι λιγοστεύει σε ασήμαντα χειρόγραφα στον καιρό της μουσικής, ορχηστρώνουν την ενηλικίωση της ματαιότητας και τα ίχνη της λήθης ως αντίδοτο στον αδιάκοπο, μονότονο, ξεδιάντροπο ήλιο. Γερνώ, μα σε πείθω (επιμένει), πως δεν υπάρχει θάνατος.»

Γιώργος Χουλιάρας

Λέκτορας Λογοτεχνίας Πανεπιστημίων Όρεγκον και Νέας Υόρκης –   Αντιπρόεδρος της Εταιρείας Συγγραφέων


Στο:Ειδήσεις - Πολιτισμός Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Βιβλία, Βιβλίο, Βιβλιοπαρουσίαση, Ειδήσεις, Πέτρος Λυγίζος, Ποίηση, Πολιτισμός

Ησαΐας Άγγ. Ιωάννης

$
0
0

Ησαΐας Άγγ. Ιωάννης


                                                                                                                              

Ιωάννης Ησαΐας

Ιωάννης Ησαΐας

Ο Γιάννης Ησαΐας γεννήθηκε στην Ερμιόνη Αργολίδας. Αρχικά φοίτησε στο Δημοτικό Σχολείο Ερμιόνης και στο εξατάξιο Γυμνάσιο Κρανιδίου. Στη συνέχεια σπούδασε στο Πανεπιστήμιο και στα τέλη του 1974 περάτωσε τις σπουδές του στο τμήμα Μεσαιωνικών-Νεοελληνικών και Ιστορικών Σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, ενώ από τον Οκτώβριο του1977 διορίστηκε ως φιλόλογος Καθηγητής σε σχολεία της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Κατά την περίοδο της φοίτησής του στο Πανεπιστήμιο και κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας στον Έβρο (Αλεξανδρούπολη) και μετέπειτα εργάστηκε εθελοντικά ως στέλεχος των μαθητικών κατασκηνώσεων των Ι. Μητροπόλεων Ύδρας, Σπετσών, Αιγίνης, Ερμιονίδας και Αλεξανδρουπόλεως. Κατά το χρονικό διάστημα της εκπαιδευτικής του δραστηριότητας ανέλαβε καίριες θέσεις στα σχολεία και στο Γραφείο Β/θμιας Εκπαίδευσης, που υπηρέτησε. Διετέλεσε Υποδιευθυντής και αναπληρωματικός Διευθυντής στο Λύκειο Ύδρας, Προϊστάμενος Γραμματείας στο 3ο Γραφείο Β/θμιας Εκπαίδευσης Πειραιά (1982-83) και Υποδιευθυντής στο 30ό Γενικό Λύκειο Αθηνών από το 1995 μέχρι το 2007, έτος που διορίστηκε (ύστερα από επιλογή του αρμόδιου διοικητικού οργάνου – ΠΥΣΔΕ) Διευθυντής στο ίδιο Λύκειο στο οποίου υπηρέτησε συνολικά 28 συναπτά έτη, ως καθηγητής, Υποδιευθυντής και Διευθυντής. Το θέρος του 2011 επανεξελέγη Διευθυντής Λυκείου στο 67ο Γενικό Λύκειο Αθηνών (Α΄ Διεύθυνση Δ.Ε.) και συνταξιοδοτήθηκε την 1η Ιουλίου 2013, ύστερα από 36 έτη ευδοκίμου υπηρεσίας.

Κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής του σταδιοδρομίας φοίτησε στη ΣΕΛΜΕ Αθηνών (Σχολή Επιμόρφωσης Καθηγητών) κατά το σχολικό έτος 1989-90, παρακολούθησε το πρόγραμμα κατάρτισης στελεχών – εκπαιδευτικών στα θέματα διαφυλικών σχέσεων και τον Ιούνιο του 1993 ήταν μέλος της ΚΕΓΕ (Κεντρικής Επιτροπής Γενικών Εξετάσεων) του ΥΠΕΠΘ, που συντάσσει τα θέματα των Πανελλαδικών Εξετάσεων. Επιπλέον παρακολούθησε κατά διαστήματα πλήθος σεμιναρίων, που σχετίζονται με την εκπαιδευτική δραστηριότητα και διδασκαλία, ενώ τον Ιούνιο του 1998 συμμετείχε ως εισηγητής ιστορικού θέματος στο Α΄ Διεθνές Συνέδριο Ιστορίας – Αρχαιολογίας του Αργοσαρωνικού στον Πόρο.

Αργότερα ως Υποδιευθυντής και Διευθυντής Λυκείου, συμμετείχε άλλες έξι φορές ως έκτακτο μέλος της Κεντρικής Επιτροπής Πανελλαδικών Εξετάσεων του Υπουργείου Παιδείας σε μαθήματα της ειδικότητάς του, για την επιλογή και σύνταξη των θεμάτων των υποψηφίων για τα ΑΕΙ και ΤΕΙ. Από το έτος 1984 μέχρι την συνταξιοδότησή του εργάστηκε ευσυνείδητα ως βαθμολογητής και αναβαθμολογητής των Γενικών και Πανελλαδικών Εξετάσεων, των μαθητών της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, ενώ ορισμένες φορές είχε επιλεγεί ως μέλος και Συντονιστής Επιτροπών Βαθμολογικών Κέντρων των Πανελλαδικών Εξετάσεων στην Άνω Κυψέλη Αθηνών, στο κτίριο της πρώην Σ.Ε.Λ.Μ.Ε. Αθηνών και στο Γαλάτσι.

Ο Γιάννης Ησαΐας είναι μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» και της Εταιρείας Ελλήνων φιλολόγων, ενώ είναι εγγεγραμμένος και σε τοπικούς συλλόγους ορισμένων επαρχιών (Ερμιόνης και Φιλωτίου Νάξου), που εδρεύουν στην Αττική. Τον Νοέμβριο του 2013 εξελέγη μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου (Γεν. Γραμματέας) του Ερμιονικού Συνδέσμου, που έχει την έδρα του στο «κλεινόν άστυ».

Επιπλέον ενδιαφέρεται και μελετά την τοπική ιστορία της Ερμιονίδας στην Αργολίδα, της Ύδρας, των Σπετσών, της Αίγινας της Τροιζηνίας και της Νάξου, επισκέπτεται συχνά τις σημαντικότερες βιβλιοθήκες των Αθηνών, τα διάφορα Ιστορικά Αρχεία της Αττικής και της Νάξου, συγγράφοντας παράλληλα διάφορα βιβλία, τα οποία προσφέρει μέχρι σήμερα «ως δωρεά» σε αυτοδιοικητικούς   και άλλους κοινωνικούς, πολιτιστικούς και εκκλησιαστικούς φορείς.

Μέσα στα πλαίσια των ενασχολήσεών του για τη συγγραφή βιβλίων, μελετά ιστορικά, λαογραφικά, αρχαιοελληνικά, πολιτιστικά και κοινωνικά θέματα. Άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε τοπικές εφημερίδες και περιοδικά τοπικών συλλόγων (όπως ,στο περιοδικό ΑΡΓΟΚΟΙΛΙΩΤΙΣΣΑ της Νάξου, στα «Ναξιακά Γράμματα» της ομώνυμης [μη κερδοσκοπικής] εταιρείας και στο περιοδικό «Στην Ερμιόνη άλλοτε και τώρα» κ.ά). Μερικές φορές και περιστασιακά παρουσιάζει διαλέξεις με θέματα ιστορικά και επίκαιρα, στα πλαίσια προγραμματισμού πολιτιστικών εκδηλώσεων σωματείων και συλλόγων.

Το 1996 εκδόθηκε από τον Δήμο Ερμιόνης το πρώτο βιβλίο του, με τίτλο «Οδοιπορικό στην Ιστορία και Χωρογραφία του Δήμου Ερμιόνης». Το ιστορικό αυτό πόνημα παρουσιάστηκε πανηγυρικά στο κεντρικό ξενοδοχείο των Αθηνών πρώην Meridien, σήμερα Plazza Hotel, με την ευγενική χορηγία του κ. Βαρδή και της κ. Μαριάννας Βαρδινογιάννη.   Επακολούθησε και δεύτερη παρουσίαση τον Δεκέμβριο του 1996 στην αίθουσα του «Καποδιστριακού» στην Ερμιόνη με την επιμέλεια του Δήμου Ερμιόνης και του Δημάρχου κ. Ανάργυρου Λεμπέση.

Το 2005 τυπώθηκε με δαπάνες του ίδιου Δήμου το νέο ιστορικό βιβλίο με τον τίτλο «Ιστορικές Σελίδες του Δήμου Ερμιόνης και των Δημοτικών Διαμερισμάτων Ηλιοκάστρου και Θερμησίας». Το προαναφερόμενο συγγραφικό έργο παρουσιάστηκε σε περικαλλή αίθουσα του Ελληνογαλλικού Σχολείου SAINT PAUL στον Πειραιά. Στο τέλος της εκδήλωσης ο Δήμαρχος Ερμιόνης Ανάργυρος Λεμπέσης προσέφερε στο συγγραφέα το συμβολικό αναμνηστικό έγχρωμο χαρτογράφημα μιας αρχαίας τριήρους του τοπικού Δήμου, με μια επαινετική και εμπνευσμένη γραπτή αφιέρωση, ως ένδειξη τιμής και επιβράβευσης στον Γιάννη Ησαΐα για το επιτυχές και εξαίρετο συγγραφικό έργο.

Στις 18 Νοεμβρίου 2010, σε αίθουσα του 30ου ΓΕ.Λ. Αθηνών, όπου διακονούσε ως Διευθυντής ,παρουσιάστηκε σε πολυπληθές ακροατήριο το βιβλίο του, «Η νομισματοκοπία της αρχαίας Ερμιόνης», βιβλίο Α΄ (έκδοση του Δήμου Ερμιόνης). Στο πέρας της προαναφερόμενης   μεσημβρινής εκδήλωσης για το βιβλίο παρατέθηκε τιμητικά μικρή δεξίωση   από τη Σχολική Επιτροπή του Σχολικού Συγκροτήματος Βελβενδού 47-Άνω Κυψέλης.

Το έτος 2011 συνέταξε το ιστορικό κείμενο του εκκλησιαστικού Ημερολογίου 2011 της Ι. Μητροπόλεως Παροναξίας, με τίτλο «Το βυζαντινό μνημείο Παναγίας Δροσιανής Νάξου» (τέλη 6ου με αρχές 7ου αιώνα), που αποτελεί συνοπτικότατη απόδοση, του μετέπειτα «εκδοθέντος» ιστορικού πονήματος «Το βυζαντινό μνημείο της Παναγίας Δροσιανής στη Μονή της Νάξου». (Η προαναφερόμενη έκδοση ανήκει στην Ι. Μητρόπολη Παροναξίας).

Στις 6 Αυγούστου 2012 έγινε παρουσίαση του   βιβλίου,   «Το Φιλώτι και το ιστορικό εκκλησιαστικό μνημείο της Παναγίας της Φιλωτίτισσας», στην πλατεία του «Λαχαναριού» στο Φιλώτι Νάξου, ενώπιον των τοπικών εκκλησιαστικών και πολιτικών αρχών και πλήθος κόσμου. Το ανωτέρω βιβλίο εκδόθηκε με δαπάνες του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου του Ενοριακού Ναού Παναγίας της Φιλωτίτισσας Νάξου. Την εκδήλωση έκλεισε με επαινετικά και εμπνευσμένα λόγια ο Μητροπολίτης Παροναξίας κ. Καλλίνικος, που τίμησε τον συγγραφέα με μικρόσχημη     αργυρή εικόνα της Παναγίας σε μορφή εγκολπίου, στηριγμένη σε πλακέτα με βελούδινο φόντο .

Στις 8 Νοεμβρίου 2013 (ημέρα πανηγύρεως «Των Παμμεγίστων Ταξιαρχών» πολιούχων της Ερμιόνης) έγινε η εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου, «Τα νομίσματα της αρχαίας Ερμιόνης και της αρχαίας πόλης των Αλιέων» Βιβλίο Β΄ (έκδοση του «διευρυμένου» Δήμου Ερμιονίδας) στο Πνευματικό Κέντρο «Σχολείο Συγγρού» Ερμιόνης, με την παρουσία των τοπικών παραγόντων, πλήθος κόσμου και του Δημάρχου Ερμιονίδας κ. Καμιζή Δημήτρη.

Την επόμενη ημέρα 9 Νοεμβρίου 2013 σε αίθουσα του νέου Λυκείου Κρανιδίου, πλησίον του χώρου των ανεμόμυλων, παρουσιάστηκε στο ακροατήριο το βιβλίο του, «Η Ιστορία του Κρανιδίου και των Κοινοτήτων Πορτοχελίου, Διδύμων, Φούρνων και Κοιλάδας», (636 σελίδων) έκδοση του Δήμου Ερμιονίδας,   με την παρουσία του Δημάρχου Ερμιονίδας κ. Καμιζή Δημήτρη, των τοπικών πολιτικών αρχών και παραγόντων και πλήθος κόσμου.

Επιπλέον στα τέλη του 2013 εκτυπώθηκε και κυκλοφορήθηκε το νέο πόνημα, «Το βυζαντινό μνημείο της Παναγίας Δροσιανής στη Μονή της Νάξου», από το Δήμο Νάξου και Μικρών Κυκλάδων, ΝΟ.Π.Π.Α.Π.Π.Π.Α. και έγινε παρουσίαση αυτού στις 15 Σεπτεμβρίου 2014 στην αίθουσα του Μουσείου «ΙΑΚΩΒΟΣ ΚΑΜΠΑΝΕΛΛΗΣ» (παλιά Γραφεία ΝΟ.Π.Π.Α.Π.Π.Π.Α) στη Χώρα Νάξου, με την παρουσία του Μητροπολίτη Παροναξίας κ.κ. Καλλινίκου, του Δημάρχου Νάξου και Μικρών Κυκλάδων κ. Μανόλη Μαργαρίτη και άλλων παραγόντων του νησιού.

Ο συγγραφέας είναι παντρεμένος με τη Ναξιώτισσα (από το Φιλώτι) Κατερίνα Μυκωνιάτου και είναι πολύτεκνος με τέσσερα παιδιά.

 

Κατάλογος Συγγραφικού Έργου Ιωάννη Ησαΐα


  • Οδοιπορικό στην ιστορία και χωρογραφία του Δήμου Ερμιόνης, 1996.
  • Ιστορία της Επισκοπής Δαμαλών (Τροιζήνος) και Πεδιάδος, 1998. Ανάτυπο από τον Γ’ τόμο ΑΡΓΟΣΑΡΩΝΙΚΟΣ, Πρακτικά 1ου Διεθνούς Συνεδρίου   Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αργοσαρωνικού, Πόρος, 26-29 Ιουνίου 1998.
  • Ιστορικές σελίδες του Δήμου Ερμιόνης και των Δημοτικών Διαμερισμάτων Ηλιοκάστρου και Θερμησίας, 2005.
  • Η νομισματοκοπία της αρχαίας Ερμιόνης. Ιστορική και ερμηνευτική προσέγγιση, βιβλίο Α’, 2010.
  • Το ιστορικό κείμενο του εκκλησιαστικού Ημερολογίου (αφιερωμένο σε παλαιοχριστιανικό – εκκλησιαστικό μνημείο της Νάξου, τέλη 6ου με αρχές 7ου αιώνα) για το ημερολογιακό έτος 2011 της Ι. Μητροπόλεως Παροναξίας.
  • Το Φιλώτι και το εκκλησιαστικό μνημείο της Παναγίας της Παναγίας της Φιλωτίτισσας, 2012.
  • Εκκλησιαστικά δρώμενα στη Νάξο από το 1836-1843 (μέσα από τις αρχειακές πηγές). Ανάτυπο από τον τιμητικό τόμο Νικηφόρος Μανδηλαράς…μνήμης ένεκεν, 2013.
  • Τα νομίσματα της αρχαίας Ερμιόνης και της πόλης των Αλιέων, Βιβλίο Β’, 2013).
  • Η ιστορία του Κρανιδίου και των κοινοτήτων Πορτοχελίου, Διδύμων, Φούρνων , Κοιλάδας, 2013.
  • Το βυζαντινό μνημείο της Παναγίας Δροσιανής στη Μονή της Νάξου, 2013.
  • Το τοπωνύμιο   Ερμιών ή Ερμιόνη στην ομώνυμη   κωμόπολη της Ερμιονίδας. Μυθολογική και επιστημονική προσέγγιση.   Άρθρο επιστημονικό, δημοσιευμένο στο περιοδικό  «Στην Ερμιόνη άλλοτε και τώρα», περιοδική έκδοση για την ιστορία, την τέχνη, τον πολιτισμό και την κοινωνική ζωή της Ερμιόνης, τεύχος 17, Οκτώβριος, 2015.

 

Ιωάννης Σιδερής

Εκπαιδευτικός


Στο:Ερμιονίδα, Λογοτέχνες - Ιστορικοί, Πρὀσωπα Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Βιογραφίες, Ερμιόνη, Εκπαιδευτικός, Ησαΐας Ιωάννης, Πρόσωπα, Συγγραφέας, Συγγραφείς

Κέντρο Ελληνικών Σπουδών – «Η Επιστροφή της Ευρώπης στην Ιστορία: Γεωπολιτική και Διεθνές Δίκαιο»

$
0
0

Κέντρο Ελληνικών Σπουδών – «Η Επιστροφή της Ευρώπης στην Ιστορία: Γεωπολιτική και Διεθνές Δίκαιο»


 

   «Events Series 2016»

«Παγκοσμιοποίηση και τοπικά ιδιώματα: πολιτισμικές

και θεσμικές αλληλεπιδράσεις»

 

Πανεπιστήμιο Harvard Την Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2015 και ώρα 7.00 μ.μ., στο Κέντρο Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Harvard στο Ναύπλιο (αίθουσα διαλέξεων «Οικογενείας Νίκου Μαζαράκη»), θα δώσει διάλεξη o Αχιλλέας Σκόρδας, Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στη Νομική Σχολή Πανεπιστημίου Bristol & Leibniz Fellow, Max Planck Institute for International Law, Heidelberg. Συνομιλητής του θα είναι ο Ξενοφών Παπαρρηγόπουλος, Αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής, Σχολή Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου & Πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αποφοίτων του Πανεπιστημίου Harvard.

Θέμα της ομιλίας, η οποία εντάσσεται στο πλαίσιο της σειράς διαλέξεων και εκδηλώσεων «Events Series 2016» θα είναι:  «Η Επιστροφή της Ευρώπης στην Ιστορία: Γεωπολιτική και Διεθνές Δίκαιο».

 

Σύντομη περίληψη της διάλεξης

Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η επικράτηση των αρχών του φιλελευθερισμού και η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης δημιούργησαν την προσδοκία ότι η Ευρώπη εισήλθε οριστικά στην εποχή της «διαρκούς ειρήνης», όπως την είχε οραματίσθεί ο Immanuel Kant. Οι εξελίξεις των τελευταίων ετών απέδειξαν ότι το «κανονιστικό όραμα» της Ευρωπαϊκής διακυβέρνησης δεν επαρκεί για την διατήρηση της ειρήνης και ότι είναι αναγκαία η επιστροφή στην Realpolitik. Η εισήγηση θα συζητήσει την Ουκρανική κρίση, το μεταναστευτικό ζήτημα και το φαινόμενο του λεγόμενου «Ισλαμικού κράτους» στο Ιράκ και την Συρία, και θα εξετάσει τον ρόλο του διεθνούς δικαίου και της διπλωματίας στην εξωτερική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών-μελών.

Αχιλλέας Σκόρδας

Ο Αχιλλέας Σκόρδας είναι Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Bristol και Leibniz Fellow στο Ινστιτούτο Max Planck της Χαϊδελβέργης. Σπούδασε στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, και ανακηρύχθηκε διδάκτορας του δικαίου από το Πανεπιστήμιο της Φραγκφούρτης. Υπήρξε επισκέπτης ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Harvard, ενώ δίδαξε στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και υπήρξε επιστημονικός σύμβουλος της Βουλής των Ελλήνων. Η έρευνά του επικεντρώνεται σε ζητήματα σχετικά με την νομιμότητα της χρήση βίας,  το δίκαιο της θάλασσας, την μετανάστευση και το άσυλο, όπως και σε θέματα επίλυσης διεθνών διαφορών.

 


Στο:Ειδήσεις - Πολιτισμός Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, events series, Harvard, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Αχιλλέας Σκόρδας, Διάλεξη, Ειδήσεις, Ιστορία, Κέντρο Ελληνικών Σπουδών, Ξενοφών Παπαρρηγόπουλος, Πολιτισμός

Το Ορφανοτροφείο του Άργους

$
0
0

Το Ορφανοτροφείο του Άργους


 

Προλογικά

 

Όταν έγραφα με τους μαθητές μου τα οδωνύμια του Άργους, εκείνος που με βοήθησε ξεχωριστά ήταν ο μακαριστός π. Ευάγγελος Στασινόπουλος, ο οποίος μου υπέδειξε – συν τοις άλλοις – και ποιος ήταν ο Ιωάννης Λαλουκιώτης.[1]

Στην πορεία του χρόνου έτυχε να γίνω μέλος της Συντακτικής Επιτροπής (Σ.Ε.) του περιοδικού του Δήμου μας (2000). Και θεωρήσαμε σκόπιμο να ασχολούμαστε με τη μικροϊστορία του Άργους, όπως συμβαίνει άλλωστε σε πολλά περιοδικά τοπικού ενδιαφέροντος. Ενδεικτικά μνημονεύω την εργασία του Βασίλη Ζάχου Χριστιανική Ένωση Άργους (ανδρών), [2] την οποία ετοίμασε ο αγαπητός συνάδελφος κατά παράκληση της Σ.Ε. Η πρόταση ανήκε στο μέλος της Σ.Ε. και αγαπητό συνάδελφο Γιώργο Τασσιά.

Πρόθεσή μου ήταν να φιλοξενήσω την εργασία μου για το Ορφανοτροφείο Άργους στο επόμενο τεύχος του περιοδικού, αλλά δυστυχώς αναστέλλεται επ’ αόριστον η επανέκδοσή του για οικονομικούς λόγους. [3] Όμως ο ερευνητικός λόγος, πριν ακόμη πάρει σάρκα και οστά, δεν μπορεί ν’ αναζητεί στέγη… Γι’ αυτό και συνεχίζω.

 

Ο ιδρυτής του Ορφανοτροφείου Ιωάννης Λαλουκιώτης [4]


Ιωάννης και Αρτεμισία Λαλουκιώτη, δεκαετία 1930. Αρχείο: Γηροκομείο Άργους.

Ιωάννης και Αρτεμισία Λαλουκιώτη, δεκαετία 1930. Αρχείο: Γηροκομείο Άργους.

Ο Ιωάννης Λαλουκιώτης γεννήθηκε στο Άργος το 1879 από γονείς αγρότες, τον Νικόλαο και την Ελισάβετ. [5] Ο βιογραφούμενος αποδήμησε στις ΗΠΑ για λίγα χρόνια και επιστρέφοντας ίδρυσε εργοστάσιο υφαντουργίας. Στην αρχή έδινε δουλειά σε γυναίκες, οι οποίες ύφαιναν στα σπίτια τους σε αργαλειούς, που τους κατασκεύαζαν οι τεχνίτες συνήθως εδώ στο Άργος. Στη συνέχεια, σε κτήριο της οδού Ζαΐμη 25, εγκατέστησε σιδερένιους ιστούς, οι οποίοι κινούνταν με ντιζελομηχανή. Αυτό έγινε πριν από τον πόλεμο. Πάντως, τη μεγάλη ανάπτυξη της υφαντουργίας δεν τη γνώρισε λόγω του θανάτου του. Το 1960 περίπου οι σιδερένιοι ιστοί θεωρούνται πια ξεπερασμένοι και ασύμφοροι. Οι παραπάνω αργαλειοί αντικαθίστανται από αυτόματους ηλεκτροκίνητους. [6] Μετά το θάνατο του Ι. Λαλουκιώτη ανέλαβε εξ ολοκλήρου την επιχείρηση ο γαμπρός του Γεώργιος Ρασσιάς (1909 – 1995), ο οποίος κατέφθασε στο Άργος από την Κεφαλονιά, εργάστηκε ως έμπορος – πλασιέ στο εργοστάσιο Λαλουκιώτη, και εκτιμώντας ο τελευταίος τις ικανότητές του, τον έκανε γαμπρό, δίνοντάς του τη θετή κόρη του Έλλη. Ο ίδιος, παντρεμένος με την Αρτεμισία, δεν είχε αποκτήσει παιδιά και είχε υιοθετήσει την ψυχοκόρη  του Έλλη Τσεκούρα. Ο Ιωάννης Λαλουκιώτης πέθανε στις 16 Μαρτίου 1951 σε ηλικία 72 ετών από καρκίνο.[7]

 

Η προσωπικότητα του Ι. Λαλουκιώτη

 

Οικογενειακή φωτογραφία. Αριστερά διακρίνεται ο Ιωάννης Λαλουκιώτης και μπροστά του (λίγο αριστερά) η θετή του κόρη Έλλη.

Οικογενειακή φωτογραφία. Αριστερά διακρίνεται ο Ιωάννης Λαλουκιώτης και μπροστά του (λίγο αριστερά) η θετή του κόρη Έλλη.

Ο Ιωάννης Λαλουκιώτης ήτανε φιλάνθρωπος, ξύπνιος και πολύ εργατικός, αλλά ταυτόχρονα ματαιόδοξος,  και  φιλάργυρος. [8] Η ματαιοδοξία του φαίνεται από το γεγονός ότι μετά το θάνατο της γυναίκας του Αρτεμισίας (1942), επάνω στο μαυσωλείο που δέχτηκε τη σορό της, τοποθέτησε δύο ολόσωμα αγάλματα, το δικό του (δεξιά) και της Αρτεμισίας (αριστερά από το δικό του). Και κάθε βράδυ έπαιρνε ταξί, από το σπίτι του (Ζαΐμη 19) για να επισκεφθεί το μαυσωλείο και να καμαρώσει τα δύο αγάλματα στο κοιμητήρι της Παναγίας. Όμως, συχνά κάποιοι λέρωναν τα αγάλματα, όχι μόνο το δικό του αλλά και της νεκρής Αρτεμισίας. Και ο Ι. Λαλουκιώτης αναρωτιόταν: Μα γιατί τα κάνουν όλα αυτά στον τάφο μου; Δε σκέφτονται ότι πολλές οικογένειες τρώνε ψωμί από το εργοστάσιό μου; Έβαλε τότε κάποιον βιομηχανικό εργάτη από τον Συνοικισμό, τον Γιώργη Β., να προσέχει τον τάφο και τα αγάλματα τη νύχτα, γιατί είχε την υποψία ότι οι δράστες ήτανε οι θαμώνες ενός ταβερνείου (σκυλάδικου) απέναντι από το νεκροταφείο, εκεί όπου βρίσκεται το βενζινάδικο του Λιλή. Το ταβερνείο το είχε ενοικιάσει η γριά Μηλιά και για τους νεαρούς έπαιζε μπουζουκάκι ο μπαρμπα – Διονύσης. Οι νεαροί ερχόντουσαν σε κέφι και οι υποψίες του Ι. Λαλουκιώτη ήταν βάσιμες. Φυσικά, το περιβάλλον γύρω από το ταβερνείο και στο νεκροταφείο ήταν αλλιώτικο. Τα αγάλματα προφανώς θεωρούνταν πρόκληση, τη στιγμή που υπήρχε ανέχεια και πολύ μεγάλη πείνα. Δεν γνωρίζω εάν τα αγάλματα τοποθετήθηκαν λίγο μετά το θάνατο της Αρτεμισίας, δηλαδή επί γερμανικής κατοχής. [9] Δεν μπόρεσα να εκμαιεύσω αυτή τη λεπτομέρεια, αν και κατά τη γνώμη μου δεν πρέπει να είχε σχέση με την απόφαση του Ι. Λαλουκιώτη να ιδρύσει ορφανοτροφείο.

 

Νεκροταφείο Παναγίας, τάφος οικογένειας Ιωάννου Ν. Λαλουκιώτη (+1951). Πάνω σε κιβωτιόσχημη βάση, που καλύπτει τον τάφο, και μπρος σε κατασκευή που μιμείται κλασσική πρόσοψη οικίας (πεσσοί, επιστύλιο) τα ολόσωμα αγάλματα των Αρτεμισίας I. Λαλουκιώτη (1387—1342) και Ιωάννου Ν. Λαλουκιώτη (1832-1351). Ανάμεσα στα δυο αγάλματα κυκλική πλάκα με τις μορφές κατά κρόταφο και σε ελαφρό ανάγλυφο γέροντα με φέσι και γερόντισσας με τσεμπέρι. Υπογραφή: «Ε. ΤΖΩΡΤΖΑΚΗΣ ΕΠΙΟΙΕΙ». (Κώστα Δανούση, Έργα τηνιακών έντεχνων και λαϊκών γλυπτών στα νεκροταφεία της Ελλάδας, Αθήνα 1988). Φωτογραφία: Ηλίας Αντωνάκος, 2015.

Νεκροταφείο Παναγίας, τάφος οικογένειας Ιωάννου Ν. Λαλουκιώτη (+1951). Πάνω σε κιβωτιόσχημη βάση, που καλύπτει τον τάφο, και μπρος σε κατασκευή που μιμείται κλασσική πρόσοψη οικίας (πεσσοί, επιστύλιο) τα ολόσωμα αγάλματα των Αρτεμισίας I. Λαλουκιώτη (1387—1342) και Ιωάννου Ν. Λαλουκιώτη (1832-1351). Ανάμεσα στα δυο αγάλματα κυκλική πλάκα με τις μορφές κατά κρόταφο και σε ελαφρό ανάγλυφο γέροντα με φέσι και γερόντισσας με τσεμπέρι. Υπογραφή: «Ε. ΤΖΩΡΤΖΑΚΗΣ ΕΠΙΟΙΕΙ». (Κώστα Δανούση, Έργα τηνιακών έντεχνων και λαϊκών γλυπτών στα νεκροταφεία της Ελλάδας, Αθήνα 1988). Φωτογραφία: Ηλίας Αντωνάκος, 2015.

 

Έκανα δηλαδή την εξής τολμηρή σκέψη: Μήπως η κακοποίηση των αγαλμάτων ήταν μία ενέργεια των δραστών, οι οποίοι διέκριναν ένα χάσμα ανάμεσα στην πλουτοκρατία και στον πεινασμένο λαό; Εάν αυτή τη σκέψη έκανε και ο Ι. Λαλουκιώτης, μήπως θα έπρεπε να αντιδράσει με μία δαπανηρή αγαθοεργία;

 

Νεκροταφείο Παναγίας, τάφος οικογένειας Ιωάννου Ν. Λαλουκιώτη (+1951), λεπτομέρεια. Φωτογραφία: Ηλίας Αντωνάκος, 2015.

Νεκροταφείο Παναγίας, τάφος οικογένειας Ιωάννου Ν. Λαλουκιώτη (+1951), λεπτομέρεια.
Φωτογραφία: Ηλίας Αντωνάκος, 2015.

 

Η φιλανθρωπία του φαίνεται από πολλά περιστατικά. Μνημονεύω το γεγονός ότι επί γερμανικής κατοχής έδινε στους εργάτες του (που ήταν όλοι σχεδόν από το Συνοικισμό, πολλοί Πόντιοι) ψωμί και κρεμμύδια και ό,τι άλλο είχε. Ήταν πολύ εργατικός, ιδιόρρυθμος και αυστηρός με τους βιομηχανικούς του εργάτες και έβαζε τους δείχτες του ρολογιού πίσω, για να τους ξεγελάει και να δουλεύουν περισσότερο χρόνο. Δεν υπήρχαν τότε ρολόγια χεριού. Σημειωτέον ότι το ορφανοτροφείο έκλεισε λίγο μετά το θάνατό του, γιατί αυτός το συντηρούσε σε τρόφιμα και ρουχισμό.

 

Το Λαλουκιώτικο Ορφανοτροφείο Άργους (1947 – 1952)

Έναρξη – Παύση

Πότε ακριβώς λειτούργησε το ορφανοτροφείο δεν γνωρίζουμε, γιατί είναι γνωστό ότι τα εγκαίνια ενός μεγάλου έργου γίνονται συνήθως αργότερα. Πιθανότατα να λειτούργησε τον Σεπτέμβριο 1947, αλλά τα εγκαίνια έγιναν ανήμερα του Αγ. Πέτρου, 3 Μαΐου 1948, όπως μας πληροφορεί η εφ. «Ασπίς» (30 – 4 -1950): Προ δύο ακριβώς ετών, ήτοι κατά την εορτήν του Πολιούχου μας Αγίου Πέτρου του έτους 1948 μία σεμνή και περίλαμπρος τελετή εχάρισεν εις την Αργολίδα και εις το κοινωνικό σύνολον εν έργον μεγίστης χριστιανικής και κοινωνικής σημασίας.[10] Και έκλεισε τον Ιούνιο 1952, όπως δείχνουν οι σημειώσεις στις φωτογραφίες και όπως μαρτυρούν πολλοί τρόφιμοι του Ορφανοτροφείου, που δέχτηκαν να μου παραχωρήσουν συνέντευξη.[11]

 

Εντοιχισμένη μαρμάρινη πινακίδα στο σημερινό Γηροκομείο. …Υπό την παρακολούθησιν των συγκινητικών βλεμμάτων πάντων των παρευρισκομένων παρέδωκεν (ο Ι. Λαλουκιώτης) τας κλείδας του ιδρύματος εις τον Μητροπολίτην Αργολίδος κ. Χρυσόστομον, ειπών ότι έχει την πεποίθησιν ότι υπό την άγρυπνον παρακολούθησίν του και το πατριωτικόν ενδιαφέρον του, το ίδρυμα τούτο θέλει καταστεί φωλεά χαράς, στοργής και περιθάλψεως εις τα τρυφερά εκείνα της φυλής βλαστάρια, τα οποία τόσον τα κτυπήματα της Μοίρας, όσον και η αστοργία ασυνειδήτων γονέων αφήνουν μακράν πάσης φροντίδος… (Από τα εγκαίνια του Λαλουκιώτειου Ορφανοτροφείου. Εντοιχισμένη μαρμάρινη πινακίδα του σημερινού Γηροκομείου).

Εντοιχισμένη μαρμάρινη πινακίδα στο σημερινό Γηροκομείο.
…Υπό την παρακολούθησιν των συγκινητικών βλεμμάτων πάντων των
παρευρισκομένων παρέδωκεν (ο Ι. Λαλουκιώτης) τας κλείδας του ιδρύματος
εις τον Μητροπολίτην Αργολίδος κ. Χρυσόστομον, ειπών ότι έχει την πεποίθησιν ότι υπό την άγρυπνον παρακολούθησίν του και το πατριωτικόν ενδιαφέρον του, το ίδρυμα τούτο θέλει καταστεί φωλεά χαράς, στοργής και περιθάλψεως εις τα τρυφερά εκείνα της φυλής βλαστάρια, τα οποία τόσον τα κτυπήματα της Μοίρας, όσον και η αστοργία ασυνειδήτων γονέων αφήνουν μακράν πάσης φροντίδος…
(Από τα εγκαίνια του Λαλουκιώτειου Ορφανοτροφείου. Εφ. «Σύνταγμα», φ. 2098/8-5-1948)

 

Το κτήριο

Το ορφανοτροφείο κτίστηκε στην Αγιά Σωτήρα, – ναός της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος- νότια της πόλης του Άργους, δίπλα στο πάρκο του Ελληνοαμερικανικού Συλλόγου, το οποίον και αυτό κατά το πλείστον οφείλεται εις τον ίδιον κ. Ιωάννην Λαλουκιώτην. [12] Σύμφωνα με μαρτυρία Αργείου, εκεί όπου κτίστηκε το Ορφανοτροφείο, υπήρχε τούρκικο νεκροταφείο. Και οι τελευταίοι Τούρκοι πήρανε τα κόκαλα των πεθαμένων τους κατά την αναχώρησή τους. Το οικοδόμημα είχε κάτοψη ορθογώνια παραλληλόγραμμη, όχι Γ, και ήταν τριώροφο από μπετόν αρμέ με εξωτερική σκάλα. Τα παιδιά κοιμούνταν στον 2ο όροφο, ενώ στον 3ο όροφο έμενε καμιά φορά ο δεσπότης (Δεσποτικό). Στο ισόγειο υπήρχαν πλυντήρια, αποθήκες, ιματιοθήκες, λουτρά και τουαλέτες (δεν υπήρχαν τουαλέτες στους κοιτώνες), καθώς επίσης και αίθουσα εστιατορίου, ενώ στον 1ο όροφο υπήρχε αίθουσα υποδοχής «σαλονάκι» και αίθουσα επιστασίας. Τη Στέγην Ορφανών Μητροπόλεως Αργολίδος παρέδωσε ο Ι. Λαλουκιώτης στον Μητροπολίτη Χρυσόστομο Ταβλαδωράκη με πλήρη εξοπλισμό. Το οικοδόμημα με τον εξοπλισμό του στοίχισε στον δωρητή 2000 χρυσές λίρες περίπου.

Το διοικητικό και εκπαιδευτικό προσωπικό του Ορφανοτροφείου.

 

Διευθύντρια του ορφανοτροφείου ήταν η νεαρή τότε Μαγδαληνή Σικαλίδου, η οποία παντρεύτηκε το φθινόπωρο 1952 και έμεινε στην ιστορία του Άργους με το επώνυμο του άνδρα της (Τσιωτάκη). Η Μαγδαληνή Τσιωτάκη, λοιπόν, ανήκε στη Χριστιανική Ένωση Νεανίδων Άργους (ΧΕΝΑ) Αγία Φωτεινή η Σαμαρείτις και ο Σύλλογος της ΧΕΝΑ τη διόρισε Διευθύντρια του ορφανοτροφείου.

 

Αναμνηστική φωτογραφία (1952). 1. Μαγδαληνή Σικαλίδου –Τσιωτάκη, Δ/τρια Ορφανοτροφείου, 2. Μαριγώ Σικαλίδου, μητέρα της Δ/τριας, 3. Δημήτρης Δρίτσας από την Άρια, 4. Ελένη Κιντζίρη, 5. Αδελφή της Ελένης Κιντζίρη.

Αναμνηστική φωτογραφία (1952). 1. Μαγδαληνή Σικαλίδου –Τσιωτάκη, Δ/τρια Ορφανοτροφείου, 2. Μαριγώ Σικαλίδου, μητέρα της Δ/τριας, 3. Δημήτρης Δρίτσας από την Άρια, 4. Ελένη Κιντζίρη, 5. Αδελφή της Ελένης Κιντζίρη.

 

Η μητέρα της Μαγδαληνής Τσιωτάκη κυρα – Μαριγώ Σικαλίδου ήταν η μαγείρισσα του ορφανοτροφείου. Η κυρα – Βάσω, η Βασιλική Παρασκευοπούλου, μοδίστρα στο επάγγελμα, ήταν η πλύστρα. Έπλενε και σιδέρωνε. Η μητέρα της κυρα – Ελένη βοηθούσε κι αυτή όσο μπορούσε. Στο (βοηθητικό;) προσωπικό ήταν ο Δημήτρης Δρίτσας από την Άρια. Εκτελούσε χρέη παιδονόμου και έτρεχε για εξωτερικές δουλειές. Η Ρόζα Τσεκούρα έκανε Γαλλικά στα ορφανά. Επίσης, δίδαξε η Φωτεινή Φίλη, η μετέπειτα σύζυγος του π. Ευάγγελου Στασινόπουλου. Επίσης, υποθέτω πως δίδαξε και η Σταυρούλα Σέρφα. (Δεν μπόρεσα να μιλήσω με την ίδια, αλλά ο άνδρας της Σπύρος Κυριάκου μου είπε: Ξέρω ᾽γω τι έκανε; Πήγαινε στο ορφανοτροφείο, αλλά δεν ξέρω τι έκανε εκεί πέρα. Η Σέρφα Σταυρούλα πέθανε τον Οκτώβριο 2015). Ακόμη, ας μνημονεύσω τη Σοφία Κλησιάρη (1921 -2015), τη γνωστή ράπτρια, η οποία έραβε παντελονάκια με λάστιχο και μπλουζάκια με υφάσματα από το εργοστάσιο Λαλουκιώτη ή με ρετάλια δικά της για τα ορφανά.

Το ορφανοτροφείο διοικείτο από 13μελές Συμβούλιο. Υπήρχαν 12 Σύμβουλοι και ένας ακόμη, ο τότε αρχιμανδρίτης π. Χρυσόστομος Δεληγιαννόπουλος, μετέπειτα Δεσπότης ως Χρυσόστομος Β’. Μερικά ονόματα ήταν ο Νικόλαος Παπανικολάου, φαρμακοποιός, πατέρας του Άγγελου, ο Κωνσταντίνος Μποβόπουλος, καθηγητής καλλιτεχνικών, και ο Γεώργιος Βούλγαρης, έμπορος.[13]

Στην εφ. «Ασπίς» (22 – 4 – 1951) δημοσιεύονται για το Λαλουκιώτειον Εκκλησιαστικόν Ορφανοτροφείον Ι. Μητροπόλεως Αργολίδος δωρεές στη μνήμη Ιωάννου Λαλουκιώτη:

  • Κωνσταντίνος Καραλλής, δρχ. 100.000
  • Δήμος Λεβέντης (Δολλάρια 15), δρχ. 225.000
  • Εμμανουήλ Μαγκολέτσης (Θεσσαλονίκη), δρχ. 100.000
  • Αστέριος Αστεριάδης (Καβάλα), δρχ. 100.000
  • Εμπορικός Σύλλογος Άργους, δρχ. 200.000
  • Ανδρέας Ζέης (Ηράκλειο), δρχ. 200.000
  • Γεώργιος Ρασσιάς (δωρεά που αντιστοιχεί για την επένδυση των ορφανών του ιδρύματος) δρχ. 2.100.000
  • Σύλλογος Βιομηχάνων, δρχ. 500.000

Οι τρόφιμοι ήταν μόνο αγόρια και φοιτούσαν στο 1ο Δημοτικό (Καποδιστριακό) Άργους.

Δε θα ήταν δύσκολο να βρεθούν τα ονόματα όλων των τροφίμων, ίσως από το αρχείο του 1ου Δημοτικού Σχολείου. Όμως, με δυσφορία τους ανάγκαζα να θυμηθούν, γιατί όπως εύκολα διαπίστωνα, δεν ήθελαν να θυμούνται. Ποιο το όφελος για τους παλιούς τρόφιμους;

Όταν αποφοιτούσαν, έπρεπε να δουλέψουν για να ζήσουν. Πολλά παιδιά γίνανε πολύ καλοί τεχνίτες (επιπλοποιοί, υδραυλικοί, ηλεκτρολόγοι). Δύο παιδιά βγήκαν τεχνίτες στο νησί της Λέρου, δύο άλλα παιδιά (αδέλφια, αφοί Τσολάκου) αποδήμησαν στον Καναδά. Φαίνεται πως κάποιος δικός τους άνθρωπος τους έκανε πρόσκληση, αλλά τα ναύλα ήταν υψηλά. Και ήταν ατυχία να μην τους συναντήσω το καλοκαίρι που μας πέρασε, γιατί η πληροφορία μου ήταν πως είχανε έρθει.

Μερικοί από τους τρόφιμους υιοθετήθηκαν στη συνέχεια. Να και μερικές υιοθεσίες, όσες μπόρεσα να επισημάνω: Πέτρος Κοτζιάς, Δημήτρης Λαμπρινός, Μιχάλης Τσαγκαρέλης, Γιάννης Δωρής.

 

Τα πριν

 

Το πρώτο ορφανοτροφείο στεγάστηκε στο 3ο Δημοτικό Σχολείο Άργους [14] στην οδό Γούναρη, λίγο νοτιότερα από το φούρνο του Τσαμπάση, το καλοκαίρι 1943. Ο πατήρ Χρυσόστομος, ο ιεροκήρυκας και αρχιμανδρίτης, ήταν αυτός που το ίδρυσε και η Διεύθυνση του 3ου Δημοτικού παραχώρησε ευγενώς το κτήριο για το σκοπό αυτό. Οι γυναίκες του Άργους φρόντιζαν τα παιδιά, γύρω στα 100, που ήταν ορφανά και απροστάτευτα.

Μετά τη μάχη του Αχλαδόκαμπου, όταν το ΕΑΜ κατέλαβε το Άργος, πήρε εντολή ο μακαριστός Δεληγιαννόπουλος να μεταφέρει το Ορφανοτροφείο στο κτήριο του Γ. Ρούσσου (1944). [15] Το οίκημα του φαρμακοποιού Γ. Ρούσσου κατεδαφίστηκε και στη συνέχεια κτίστηκε η καφετερία του Σπ. Μήλια, στην οδό 28ης Οκτωβρίου 4, που τότε δεν υπήρχε η οδός. Νότια ονομαζόταν πάροδος Καποδιστρίου και βόρια πάρ. Βασ. Γεωργίου Α’. Τα παιδιά υποθέτω πως πηγαινοέρχονται στο ορφανοτροφείο Δεληγιαννόπουλου από τη Βασ. Γεωργίου Α’, γιατί ο ενδιάμεσος χώρος ήτανε χωράφι. Η οδός ονομάστηκε σε οδό 28ης Οκτωβρίου με την αρ.244/1990 Πράξη του Δημοτικού Συμβουλίου.

Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο είναι το εξής: ενώ στο Λαλουκιώτειο Ορφανοτροφείο υπήρχαν μόνο αγόρια, στο Ορφανοτροφείο Δεληγιαννόπουλου οι τρόφιμοι ήταν αγόρια και κορίτσια. Διευθυντής δεν υπήρχε. Εκείνος, ο οποίος εκτελούσε χρέη διευθυντή, ήταν ο τότε ιεροκήρυκας και αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Δεληγιαννόπουλος, η προσφορά του οποίου ήτανε πολύ μεγάλη.

Αρχιμ. Χρυσόστομος Δεληγιαννόπουλος

Αρχιμ. Χρυσόστομος Δεληγιαννόπουλος

Τα παιδιά που φιλοξενούνταν εκεί, στο Ορφανοτροφείο Δεληγιαννόπουλου, [16] ήταν πάρα πολλά, γύρω στα 100 (!), όπως μου είπαν πολλοί τρόφιμοι. Και φοιτούσαν στο 1ο (Καποδιστριακό) Δημοτικό Σχολείο. Έπιναν γάλα σε μορφή σκόνης και έτρωγαν κίτρινο τυρί, κονσέρβες, λουκάνικα και μακαρόνια με….σκουληκάκια. Καθημερινά έπαιρναν ένα καφέ χάπι, προφανώς για να μην αρρωσταίνουν. Και όταν έφτανε ο πατέρας Δεληγιαννόπουλος κατακουρασμένος, οι κοπέλες που πρόσεχαν και φρόντιζαν τα…ζουζούνια, έβγαζαν το άχτι τους, γιατί ο κ. Διευθυντής έβγαζε τη λούρα του και πού σε πονεί και πού σε σφάζει!

Μόνο μια υιοθεσία μπόρεσα να βρω, την υιοθεσία Παρασκευής Λειβαδίτου. Επίσης, μια κοπελίτσα, εννέα ετών τότε, η Μαρίκα Δωρή, όταν είδε το υπέροχο περιβάλλον στο Μοναστήρι του Αγίου Ανδριανού, αποφάσισε να μείνει εκεί. Και ήταν πολύ γνωστή στην Αργοναυπλία, γιατί έμεινε μόνη στο μοναστήρι ύστερα από τόσα χρόνια. Το μοναστικό της όνομα ήτανε Ζωή. Πέθανε το 2014.

 

Το Γηροκομείο Άργους, πρώην Ορφανοτροφείο. Φωτογραφία: Ηλίας Αντωνάκος, 2015.

Το Γηροκομείο Άργους, πρώην Ορφανοτροφείο. Φωτογραφία: Ηλίας Αντωνάκος, 2015.

 

Ο Δήμος Άργους, τιμώντας τον ευεργέτη του, του χάρισε μια οδό, από Τριπόλεως 56 έως Σταδίου, στο σημερινό Γηροκομείο. Το 1981 το άλλοτε Ορφανοτροφείο λειτουργεί ως Γηροκομείο, αφού προστέθηκε και νέα πτέρυγα, η οποία κτίστηκε κυρίως από εθελοντικές προσφορές σε χρήματα και οικοδομικά υλικά. Από το 1953 έως το 1981 γίνονταν διάφορες χριστιανικές εκδηλώσεις ή φιλοξενούνταν παιδιά για θερινές διακοπές. [17]

 

Υποσημειώσεις


 

[1] Γνωριμία με το Άργος (οδοί, πλατείες, προτομές, διατηρητέα μνημεία, έκδ. Δήμου Άργους, 1997, εξαντλημένο. Επανέκδοση με τον τίτλο Άργος το Πολυδίψιον, εκδ. Εκ Προοιμίου, Άργος 2007.

[2] Αργειακή Γη, τχ. 5, σσ. 163 -170.

[3] Στα Διονύσια Άργους (14-5-2015) είπα κατ΄ ιδίαν στον κ. Δήμαρχο: «Ντροπή για το Δήμο μας, να μην μπορούμε να εκδώσουμε την «Αργειακή Γη», μια και ο Δήμαρχός μας επανεξελέγη με τόσα ποσοστά επιτυχίας!» Και αυτός μου απάντησε: «Αφού δεν υπάρχουν λεφτά!» Ήταν η τελευταία μας κουβέντα. Ας μην επεκταθώ σε όσα είχαν προηγηθεί, γιατί δεν είναι το αντικείμενο της εργασίας μου.

Παρεμπιπτόντως, ας μου επιτραπεί να εκφράσω την άποψή μου, ότι πρόθεσή μου ήταν να παραιτηθώ λόγω ηλικίας και για λόγους υγείας και να αναλάβουν κάποιοι νεότεροι και αξιότεροί μου. Το να επιμένεις να κατέχεις μία θέση τόσο σημαντική – ασήμαντη ίσως για τους ιθύνοντες – και μάλιστα ύστερα από….διορισμό, αποτελεί «’Υβριν». Πέραν τούτου, θεωρώ προσωπικά ότι η Σ.Ε. απέτυχε, γιατί στόχο μας ήταν να αποδεσμεύσουμε το περιοδικό του Δήμου από την πολιτική και ο Δήμος να είναι απλώς υποχρεωμένος για την έκδοσή του. Φαίνεται πως το είχαμε επιτύχει λίγο, μια και δεν υπήρξε εκ μέρους της ΚΕΔΑΜ αντίδραση στη σύσταση νέας Συντακτικής Επιτροπής. Αλλά αυτό συνέβη προφανώς όχι από παραχώρηση δικαιωμάτων και απεξάρτηση από την πολιτική, αλλά από αδιαφορία των ιθυνόντων. Λυπάμαι πολύ γι’ αυτή την εξέλιξη. Αφού πρώτα ζητήσω συγγνώμη από τους συγγραφείς και συνεργάτες του περιοδικού μας, ξαναβυθίζομαι στη σιωπή μου.

[4] Απαραίτητη διευκρίνιση. Πριν μπω στο θέμα μου, οφείλω να διευκρινίσω ότι η εργασία μου, καθαρά – θα έλεγα – ερευνητική, καθυστέρησε πολύ για διάφορους λόγους και κυρίως γιατί οι δυσκολίες που αντιμετώπισα ήταν πολλές. Και ενώ έχω δώσει δείγματα καλής γραφής και δεν έχω θίξει ποτέ και κανέναν, – δεν ασχολούμαι για το Άργος πρώτη φορά – αυτοί που θα μπορούσαν να με βοηθήσουν δεν το έκαναν, λες και εγώ θα γινόμουν πλουσιότερος. Η εργασία μου, λοιπόν, που ακολουθεί είναι ελλιπέστατη και αφήνω περιθώρια στον μελλοντικό ερευνητή να τη συνεχίσει και να με διορθώσει, αν χρειαστεί. Ευχαριστώ πάντως όσους μου έδωσαν λιγοστές πληροφορίες για το Ορφανοτροφείο Άργους, – και δεν είναι λίγοι – τα ονόματα των οποίων δεν δημοσιεύονται για λόγους ευνόητους. Την ευθύνη των όσων καταγράφονται παρακάτω την έχω εξ ολοκλήρου εγώ. Επίσης, σχεδόν πέντε χρόνια έψαχνα να εντοπίσω κάποιον φάκελο με το αρχείο του Ορφανοτροφείου. Δυστυχώς, δεν υπάρχει. Και είναι μάταιο να ψάχνει και ο μελλοντικός ερευνητής. Και η εργασία μου βασίστηκε σε συνεντεύξεις.

[5] Από τη Ληξιαρχική Πράξη Θανάτου (Λ.Π.Θ.). Θα έπρεπε οι γονείς του τουλάχιστον να κατάγονται από τον Λάλουκα (πρβλ. Λεβιδιώτης από το Λεβίδι Αρκαδίας, Αλωνιστιώτης από την Αλωνίσταινα, Τριπολιτσιώτης από την Τρίπολη). Πάντως οι Λαλουκιώτηδες κατάγονταν από τα Βίτολα της Σερβίας ή Μοναστήρι (Σκόπια). Βλ. Οδ. Κουμαδωράκη, Στα χνάρια του χθες, εκδ. Εκ Προοιμίου, σ. 203. Η όμορφη πόλη των Βιτόλων ή Μπιτόλων, με τα πολλά και όμορφα παραδοσιακά κτίσματα, απέχει λίγα μόνο χιλιόμετρα από τη Φλώρινα. Και σήμερα πολλοί Βορειοελλαδίτες την επισκέπτονται για ψώνια επειδή είναι φτηνά!

[6] Βλ. Οδ. Κουμαδωράκη, Στα χνάρια του χθες, εκδ. Εκ Προοιμίου σ. 175. Στο βιβλίο αυτό υπάρχει εκτενές αφιέρωμα για την κλωστοϋφαντουργία Άργους και για το εργοστάσιο Λαλουκιώτη – Ρασσιά (σσ. 168-191).

[7] Προφανώς, αυτό εννοεί η «Ασπίς» (22 – 4 -1951), γράφοντας: Ατυχώς όμως η επάρατος νόσος του έκοψε το νήμα της ζωής. Πάντως, στη Λ.Π.Θ. πιστοποιεί ο ιατρός Φ. Πετρόπουλος ότι ο θάνατός του επήλθεν εκ Γριππώδους Βρογχοπνευμονίας.

[8] Όταν εξέφρασα την ανησυχία μου για το αποτέλεσμα της έρευνάς μου σε μια κυρία (φίλη μου), πήρα την εξής αποστομωτική απάντηση: Και λοιπόν; Πού είναι το πρόβλημά σου; Έπρεπε να το περιμένεις. Η γιαγιά μου π.χ. ήταν πολύ τσιγκούνα. Όμως, κατάφερε να φτιάξει διαμερίσματα για όλα τα παιδιά της…

[9] Στη βάση των αγαλμάτων, στο νότιο τμήμα, υπάρχει η επιγραφή Ε. Τζωρτζάκης εποίει, αλλά χωρίς χρονολογία. Για τον Εμμανουήλ Τζωρτζάκη ελάχιστα πράγματα γνωρίζουμε. Πιθανότατα είναι τηνιακής καταγωγής. Στον Πύργο της Τήνου μαρτυρείται οικογένεια Τζωρτζάκηδων με μαρμαρογλυπτική παράδοση και σώζεται μέχρι σήμερα το σπίτι της (θαυμάσια μαρμάρινη πορτοσιά και υπέρθυρο). Φοίτησε στην Α.Σ.Κ.Τ. και έλαβε μέρος στις εκθέσεις του Συνδέσμου Ελλήνων Καλλιτεχνών στα 1916 και 1917. (Κώστα Δανούση, Έργα τηνιακών έντεχνων και λαϊκών γλυπτών στα νεκροταφεία της Ελλάδας, Αθήνα 1988).

[10] Απαραίτητη διευκρίνιση: Ο Σύλλογος «Δαναός» δεν λειτουργούσε τότε. Το σημειώνω αυτό, γιατί όλες οι αρχές παρευρίσκονταν στα εγκαίνια του Ορφανοτροφείου. Ο «Δαναός» ξαναλειτούργησε στις 30 Οκτωβρίου 1949 με ομιλητή τον τότε Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Χρυσόστομο Ταβλαδωράκη, έπειτα από σιγήν εννέα ολοκλήρων ετών, δηλαδή 1940 – 1949. (Από το βιβλίο των ομιλητών του Δαναού).

[11] Ας μου επιτραπεί ένα πικρό σχόλιο: για τα εγκαίνια ασχολήθηκε ο Τύπος, αναφερόμενος με ιδιαίτερη γλαφυρότητα στα εγκαίνια της τελετής, παρόντων όλων των επισήμων. Για την παύση της λειτουργίας δε γίνεται καθόλου λόγος. Γιατί; Δεν υπήρξε «Δελτίο Τύπου» για τις εφημερίδες;

[12] Εφ. «Ασπίς», φ. 480/39 Κυριακή 30 Απρ. 1950.

[13] Μαρτυρία Μαγδαληνής Τσιωτάκη (μέσω τρίτου προσώπου. Η ίδια αρνήθηκε να μου παραχωρήσει συνέντευξη). Θα έλεγα πως κάθε τρόφιμος είχε τη δική του τύχη.

[14] Διονυσίου Χ. Στραβόλεμου, Ο Αργολίδος Χρυσόστομος ο Β’ ( Δεληγιαννόπουλος), βίος και προσφορές του, έκδ. Χριστ. Αδελφότητος Άργους Η «Αγία Μακρίνα», Θεσσ/κη 1985, σ. 148.

[15] ό.π. σ. 148

[16] Η ονομασία του ορφανοτροφείου είναι δική μου.

[17] Οδ. Κουμαδωράκης, Άργος το πολυδίψιον, εκδ. Εκ Προοιμίου, Άργος 2007.

 

Άργος 14 Νοεμβρίου 2015

Οδυσσέας Κουμαδωράκης

 

Διαβάστε ακόμη:


Στο:Άργος, Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Άργος, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Βιογραφίες, Ευεργέτες, Ιωάννης Λαλουκιώτης, Κοινωνία, Ορφανοτροφείο

Η ιστορία του σχολικού βιβλίου – Σχολικά βιβλία και κοινωνικός έλεγχος

$
0
0

Η ιστορία του σχολικού βιβλίου – Σχολικά βιβλία και κοινωνικός έλεγχος


 

 «Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, αποδεχόμενη τις εκατοντάδες προτάσεις των επισκεπτών της και επιθυμώντας να συμβάλλει στην επίκαιρη ενημέρωσή τους, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Διαβάστε στο «Ελεύθερο Βήμα», άρθρο του Φιλόλογου – Συγγραφέα, Αλέξη Τότσικα, με θέμα:

«Η ιστορία του σχολικού βιβλίου – Σχολικά βιβλία και κοινωνικός έλεγχος».

 

Η ιστορία του σχολικού βιβλίου αποτελεί μέρος της εκπαιδευτικής πολιτικής και  παρακολουθεί τις πολιτικές μεταβολές και τις εναλλαγές συντηρητικών και φιλελεύθερων κυβερνήσεων στη χώρα μας. Το σχολικό βιβλίο στη νεότερη Ελλάδα διαμορφώνεται ανάλογα με την επικρατούσα κυβέρνηση και αποτελεί τον καθρέφτη των κοινωνικοπολιτικών τάσεων, που επικρατούν κάθε φορά.

Τα διδακτικά εγχειρίδια αποτελούν εργαλεία μεταβίβασης της γνώσης, αλλά συνήθως γίνονται φορείς ιδεολογίας και μεταδίδουν ιδέες αποδεκτές σε μία συγκεκριμένη εποχή από μία κοινωνία, ενώ παράλληλα προτείνουν πρότυπα κοινωνικής συμπεριφοράς στη νεολαία και συμβάλλουν στη διαμόρφωση κοσμοαντιλήψεων, νοοτροπιών και στάσεων. Ανταγωνιστικές κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, που επιδιώκουν να ορίσουν τις διαδικασίες και τα πρότυπα κοινωνικοποίησης των νέων γενιών και το μέλλον της χώρας, προσπαθούν να ελέγχουν το σχολείο και τις διαδικασίες παραγωγής και διάδοσης των διδακτικών εγχειριδίων. Η δύναμη και η επιρροή, που αποδίδεται στα σχολικά βιβλία, καθιστούν τη σχετική νομοθεσία έναν τομέα άξιο μελέτης στην προσπάθεια να διερευνηθούν οι συγκρούσεις γύρω από την εκπαίδευση και τη γνώση.

 

Σκηνή σχολείου Α΄, 490‐480 π.Χ., Αττική ερυθρόμορφη κύλικα του Δούρι. Ο Δούρις υπήρξε αρχαίος Έλληνας αγγειογράφος που άνθισε στις δύο πρώτες δεκαετίες του 5ου αιώνα π.Χ.. Βερολίνο, Staatliche Museen Preussischer Kulturbesitz, Antikensammlung.

Σκηνή σχολείου Α΄, 490‐480 π.Χ., Αττική ερυθρόμορφη κύλικα του Δούρι. Ο Δούρις υπήρξε αρχαίος Έλληνας αγγειογράφος που άνθισε στις δύο πρώτες δεκαετίες του 5ου αιώνα π.Χ..
Βερολίνο, Staatliche Museen Preussischer Kulturbesitz, Antikensammlung.

 

Τα σχολικά βιβλία είναι δημιουργήματα των τελευταίων αιώνων. Στα σχολεία της αρχαιότητας χρησιμοποιούνταν αυτούσια τα έργα κλασικών, ποιητών και πεζογράφων – κυρίως τα Ομηρικά έπη-, τα οποία αποστήθιζαν οι μαθητές. Τα σχολικά χρόνια ήταν περίπου δέκα συνολικά, αλλά η παιδεία των αρχαίων υπήρξε προνόμιο των εύπορων τάξεων, κάτι που συμβαίνει ως την εποχή μας με συγκαλυμμένο ή απροκάλυπτο τρόπο. Επειδή η διδασκαλία ήταν ιδιωτική, μόνο οι εύποροι είχαν την οικονομική δυνατότητα να συνεχίσουν μετά τη βασική εκπαίδευση των τριών ή τεσσάρων ετών. Όποιος νέος ήθελε να συνεχίσει τις σπουδές του, μπορούσε να παρακολουθήσει την ανώτερη εκπαίδευση σε δημόσια γυμνάσια και ρητορικές ή φιλοσοφικές σχολές (Ακαδημία Πλάτωνα, Περίπατος Αριστοτέλη, ρητορική σχολή Ισοκράτη και άλλες), που άρχισαν να ιδρύονται από τον 5ο π.Χ. Τις ανάγκες για ανώτατη μόρφωση στην κλασική Αθήνα και σε άλλες μεγάλες πόλεις κάλυπταν και οι σοφιστές, οι οποίοι δίδασκαν με αμοιβή όλα τα γνωστικά αντικείμενα: γεωμετρία, φυσική, αστρονομία, ιατρική, τέχνες, ρητορική και φιλοσοφία. Για τον Έλληνα η λέξη εκπαίδευση σήμαινε εκπαίδευση του χαρακτήρα, αρμονική ανάπτυξη του σώματος, του νου και της φαντασίας. Κάθε είδους τεχνική εκπαίδευση αποκλειόταν από τα ελληνικά σχολεία ως βάναυσος και θεωρούσαν τον έμπορο ή τον τεχνίτη ακατάλληλο ως ενεργό πολίτη. (Πλάτων, Νόμοι, 846 D).

 

Σκηνή σχολείου Β΄, 490‐480 π.Χ., Αττική ερυθρόμορφη κύλικα του Δούρι. Ο Δούρις υπήρξε αρχαίος Έλληνας αγγειογράφος που άνθισε στις δύο πρώτες δεκαετίες του 5ου αιώνα π.Χ. Βερολίνο, Staatliche Museen Preussischer Kulturbesitz, Antikensammlung.

Σκηνή σχολείου Β΄, 490‐480 π.Χ., Αττική ερυθρόμορφη κύλικα του Δούρι. Ο Δούρις υπήρξε αρχαίος Έλληνας αγγειογράφος που άνθισε στις δύο πρώτες δεκαετίες του 5ου αιώνα π.Χ. Βερολίνο, Staatliche Museen Preussischer Kulturbesitz, Antikensammlung.

 

 

Ρωμαϊκή εποχή

 

Στη ρωμαϊκή εποχή δεν υπήρχαν δημόσια σχολεία και τα αγόρια διδάσκονταν ανάγνωση και γραφή από τους γονείς τους ή από μορφωμένους σκλάβους, συνήθως ελληνικής καταγωγής, που ονομάζονταν «παιδαγωγοί», ώστε το παιδί να διδαχθεί από νωρίς ελληνικά, τη γλώσσα του πολιτισμού. Η εκπαίδευση και στη ρωμαϊκή εποχή ήταν ιδιωτική υπόθεση και τα παιδιά των πλούσιων οικογενειών διδάσκονταν ανάγνωση, γραφή με ασκήσεις επί μικρών φράσεων με ηθικά αξιώματα και αριθμητική. Ο χαρακτήρας της ρωμαϊκής εκπαίδευσης είχε στόχο τη διάπλαση του χαρακτήρα του παιδιού και την ένταξή του στην κοινωνία. Στις ελληνικές επαρχίες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας η στοιχειώδης εκπαίδευση μέχρι την ηλικία των δεκαέξι ετών αποτελεί χώρο προετοιμασίας για τη δημόσια ζωή και τα μαθήματα γίνονται στην παλαίστρα και στο γυμνάσιο με έμφαση στην άθληση του σώματος.

Στα σχολεία της μέσης εκπαίδευσης διδάσκονταν το ρωμαίο ποιητή Βιργίλιο και τον Έλληνα Όμηρο, τη γραμματική της γλώσσας, την κλίση των ονομάτων, ποίηση και γεωγραφία. Στην ανώτερη εκπαίδευση κύρια μαθήματα είναι η ρητορική τέχνη, οι νόμοι και η φιλοσοφία. Ορισμένοι μαθητές φοιτούσαν σε σχολές ρητορικής με δάσκαλο σχεδόν πάντα Έλληνα, που προετοίμαζε τους νέους για νομική καριέρα και απαιτούσε από τους διδασκομένους να αποστηθίζουν τους ρωμαϊκούς νόμους. Από το 2ο π.Χ αιώνα ήταν απαραίτητη για κάθε Ρωμαίο νέο η εκμάθηση της Ελληνικής γλώσσας. Πολλοί Ρωμαίοι νέοι μεταβαίνουν στην Αθήνα, για να μάθουν την ελληνική γλώσσα και την ελληνική φιλοσοφία, ενώ πολλές πλούσιες οικογένειες Ρωμαίων είχαν τροφούς Ελληνίδες ή Έλληνες δούλους, οι οποίοι βοηθούσαν τα παιδιά τους από μικρή ηλικία στην εκμάθηση της Ελληνικής γλώσσας. Ο Κικέρων και ο Πλίνιος γνώριζαν πάρα πολύ καλά ανάγνωση και γραφή της Ελληνικής. Από τον 3ο π.Χ αιώνα υπάρχουν κάποια δίγλωσσα εγχειρίδια, που ονομάζονται Hermeneumata – Pseudodositheana και δείχνουν πόσο είχε επηρεαστεί η ρωμαϊκή παιδεία από την Ελληνική. Είναι μοναδικό το ιστορικό φαινόμενο ενός λαού, που πολιτικά κατακτημένος και στρατιωτικά εξουθενωμένος κατορθώνει με τη δημιουργική δύναμη του πολιτισμού του να κατακτήσει και να εκπολιτίσει τον κατακτητή του, όπως αναγνώρισε και ο Λατίνος ποιητής Οράτιος με την πασίγνωστη φράση του «Graecia capta ferrum victorem cepit et artes intulit agresti Latio» , δηλ. «Η κατακτημένη Ελλάς κατέκτησε τον σκληρό κατακτητή της και εισήγαγε τις τέχνες στο αγροίκο Λάτιο». Μια χώρα ουσιαστικά υπόδουλη διδάσκει τη φιλοσοφία, τις τέχνες και τα γράμματά της στον κατακτητή της και μέσω αυτού στην ανθρωπότητα και προσφέρει τη γλώσσα της, για να διατυπωθεί και να διαδοθεί μέσω αυτής η διδασκαλία του Χριστιανισμού.

 

Βυζάντιο

Ιωάννου Δαμασκηνού, Οκτώηχος. Βενετία 1852.

Ιωάννου Δαμασκηνού, Οκτώηχος. Βενετία 1852.

Οι Βυζαντινοί έδωσαν μεγάλη σημασία στην εκπαίδευση, αν και η παιδεία δεν ήταν υποχρεωτική ή κρατική και αφορούσε κυρίως παιδιά μεσαίων και ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων. Στα βυζαντινά χρόνια τα σχολεία ήταν εκκλησιαστικά ή ιδιωτικά, στεγάζονταν σε εκκλησιαστικούς χώρους, σε μοναστήρια ή σε ιδιωτικούς χώρους και απευθυνόταν κυρίως σε αγόρια, των οποίων οι οικογένειες μπορούσαν να πληρώσουν τα δίδακτρα. Το βυζαντινό εκπαιδευτικό σύστημα είχε δύο κύκλους σπουδών. Στον πρώτο κύκλο φοιτούσαν παιδιά από την ηλικία των έξι χρονών και στο δεύτερο από την ηλικία των δώδεκα. Το βασικό σχολείο ήταν τετραετούς φοίτησης και οι μαθητές μάθαιναν γραφή και ανάγνωση στις μικρές τάξεις, ενώ στις μεγαλύτερες διδάσκονταν ορθογραφία, γραμματική και αριθμητική. Κατόπιν υπήρχε σχολείο με εξαετή ή οκταετή φοίτηση, όπου οι μαθητές μάθαιναν τη Βίβλο, ψαλμούς, ύμνους, Όμηρο και κλασσικούς αρχαίους συγγραφείς, ρητορική και απαγγελία. Στα δημοτικά σχολεία χρησιμοποιούσαν ως αναγνωστικά τα ιερά βιβλία. Σκοπός τους ήταν διδάσκοντας από μικρή ηλικία στα παιδιά τα Ιερά Γράμματα να εκπαιδεύσουν τους μαθητές, ώστε να γίνουν μέλη της εκκλησίας και να ακολουθούν τις θρησκευτικές τους υποχρεώσεις. Οι δάσκαλοι ήταν αυστηροί και επέμεναν πολύ σε ζητήματα αποστήθισης στίχων από την Οδύσσεια και την Ιλιάδα και από τη Βίβλο. Η Πολιτεία ενδιαφέρθηκε περισσότερο για τη «δευτεροβάθμια» εκπαίδευση, απ’ όπου θα έβγαιναν καταρτισμένα στελέχη, για να υπηρετήσουν τις ανάγκες της διοίκησης του κράτους. Μορφωμένος θεωρούνταν εκείνος που είχε τελειώσει τα δύο αυτά σχολεία στην ηλικία 15-17 χρονών.

Ως γραφική ύλη στην αρχαιότητα χρησιμοποιήθηκε ο πάπυρος. Πάπυρος είναι ένα φυτό, που φυτρώνει μόνο του, μοιάζει με το καλάμι και σκεπάζει μεγάλες εκτάσεις στις όχθες του Νείλου και άλλων ποταμών της Αφρικής και της Συρίας. Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι έκοβαν το φλοιό του κορμού σε λεπτές λωρίδες, τις ένωναν μεταξύ τους και δημιουργούσαν μια εύκαμπτη και επίπεδη επιφάνεια, που τη στέγνωναν και τη βερνίκωναν. Οι λωρίδες τοποθετούνταν κάθετα η μια πλάι στην άλλη και σχημάτιζαν ένα πρώτο στρώμα, πάνω στο οποίο έμπαινε δεύτερο στρώμα από οριζόντιες λωρίδες. Τα φύλλα, που σχηματίζονταν με αυτόν τον τρόπο, συνδέονταν το ένα με το άλλο και σχημάτιζαν ταινίες μήκους πολλών μέτρων, οι οποίες τυλίγονταν σ’ ένα ξύλινο κοντάρι. Πάνω σ’ αυτό έγραφαν οι αρχαίοι κατά στήλες τους λογαριασμούς τους, τις προσευχές τους, τις ιστορίες τους με ένα μυτερό καλάμι βουτηγμένο σε μελάνι. Συνήθως έγραφαν μόνο από τη μια όψη (πάπυροι ανοπισθόγραφοι), σπανιότερα και στις δύο όψεις (πάπυροι οπισθόγραφοι). Το να διαβάσει όμως κάποιος από πάπυρο τυλιγμένο σε σχήμα κυλίνδρου δεν ήταν απλό. Έπρεπε με το ένα χέρι να τον ξετυλίγει και με το άλλο να τον τυλίγει. Γι’ αυτό από το 2ο μ.Χ. αιώνα επινοήθηκε ένας διαφορετικός τρόπος οργάνωσης των γραπτών παπύρων, που θα οδηγούσε στη γέννηση της λέξης Τετράδιο. Οι συγγραφείς συγκέντρωναν κάποια κομμάτια από πάπυρο, τα δίπλωναν στη μέση, τα έραβαν και δημιουργούσαν ένα τεύχος. Έτσι, τα τέσσερα φύλλα παπύρου διπλωμένα και ραμμένα δημιουργούσαν ένα τεύχος με 8 φύλλα. Το τεύχος αυτό με την πάροδο του χρόνου ονομάστηκε τετράδιο (τετράς διά δύο).

Ο «Πάπυρος του Δερβενίου», το αρχαιότερο σωζόμενο αναγνώσιμο «βιβλίο» της Ευρώπης. Διασώζει σε 266 ημιαπανθρακωμένα σπαράγματα, αποσπάσματα του Ιερού Λόγου και την κοσμογονική θεωρία των φιλοσόφων.

Ο «Πάπυρος του Δερβενίου», το αρχαιότερο σωζόμενο αναγνώσιμο «βιβλίο» της Ευρώπης.
Διασώζει σε 266 ημιαπανθρακωμένα σπαράγματα, αποσπάσματα του Ιερού Λόγου και την κοσμογονική θεωρία των φιλοσόφων.

Ο πάπυρος ως υλικό γραφής διαδόθηκε σε όλους τους κατοίκους της Μεσογείου και στην Ελλάδα, με την Αίγυπτο να έχει το μονοπώλιο της παραγωγής και της διακίνησής του, και διατηρήθηκε ως τον 7ο μ. Χ. αιώνα. Ήταν όμως εύθραυστο υλικό και η συχνή χρήση του προκαλούσε βλάβες, ακόμη και την καταστροφή του. Η διατήρησή του ήταν δύσκολη υπόθεση, όταν ήταν εκτεθειμένος στην υγρασία. Ένα ρολό από πάπυρο μπορούσε να διατηρηθεί μέχρι και 300 χρόνια, μόνο αν προφυλαγόταν καλά. Πολλές φορές κείμενα παπύρου αντιγράφονταν σε περγαμηνή, για να σωθούν από την καταστροφή. Τα περισσότερα δείγματα παπύρων βρέθηκαν σε ξηρές περιοχές, χωρίς υγρασία. Πολλοί πάπυροι βρέθηκαν σε άριστη κατάσταση, γιατί προστατεύτηκαν από το ξηρό κλίμα και την άμμο της Αιγύπτου. Άλλοι βρέθηκαν μέσα σε περιτυλίγματα για μούμιες ή κλεισμένοι μέσα σε τάφους. Το μεγαλύτερο μέρος των παπύρων που έχουν βρεθεί είναι γραμμένοι στα ελληνικά, λίγοι στα λατινικά και αρκετοί στην κοπτική, στην αραμαϊκή και στην αραβική. Ο πάπυρος όμως άφησε το όνομά του και στο χαρτί στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες, αφού στην αγγλική το χαρτί ονομάστηκε paper, στα γαλλικά papier, στα γερμανικά das Papier, και με παρόμοιες λέξεις στα δανέζικα και στη Σουηδία σε άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες.

Χειρόγραφο σε περγαμηνή.

Χειρόγραφο σε περγαμηνή.

Τα κείμενα των αρχαίων περνούσαν από γενιά σε γενιά με την αντιγραφή. Ειδικά εκπαιδευμένοι γραφείς, οι βιβλιογράφοι ή κωδικογράφοι, εργάζονταν σε ειδικά   βιβλιογραφικά εργαστήρια για πολλές ημέρες, ώσπου να τελειώσουν ένα βιβλίο. Το 2ο π.Χ. αιώνα η Αλεξάνδρεια είχε δημιουργήσει την εκπληκτική βιβλιοθήκη της με χιλιάδες παπύρους. Μοναδικός ανταγωνιστής της ήταν η βιβλιοθήκη της Περγάμου με εντυπωσιακό αριθμό χειρογράφων σε πάπυρο. Αλλά ο πάπυρος εισαγόταν από την Αίγυπτο και οι Αλεξανδρινοί στη λογική του ανταγωνισμού πήραν την απόφαση να μην προμηθεύουν την Πέργαμο με την αναγκαία πρώτη ύλη γραφής. Τότε οι γραφείς της Μικράς Ασίας επινόησαν την περγαμηνή, που πήρε την ονομασία της από την Πέργαμο, που ήταν το κέντρο παραγωγής και εμπορίας της από τον 4ο μ. Χ. αιώνα. Η περγαμηνή (στα ελληνικά διφθέρα και στα λατινικά membrana ) είναι κατασκευασμένη από δέρματα ζώων, κυρίως μοσχαριού, κατσίκας, αρνιού ή προβατίνας. Η κατασκευή της ξεκίνησε από το βασιλιά της Περγάμου Ευμένη το Β΄(197-158 π.χ.). Ήταν πιο ανθεκτική από τον πάπυρο, ήταν όμως και πιο ακριβή, γιατί έπρεπε να σφάξουν πολλά πρόβατα, για να γίνει ένα βιβλίο με 200 φύλλα, όταν από κάθε δέρμα δημιουργούσαν το πολύ τέσσερα φύλλα. Η εμφάνισή της οδήγησε και στην αντικατάσταση της καλαμένιας γραφίδας από το φτερό χήνας μετά τον 4ο μ.Χ. αιώνα. (Πλίνιος, Φυσική Ιστορία ΧΙΙΙ 11).

Σπάνιο έντυπο ειλητάριο με τη λειτουργία του Ιωάννη του Χρυσόστομου, Βενετία, 1549. Σινά, Μονή Αγίας Αικατερίνης.

Σπάνιο έντυπο ειλητάριο με τη λειτουργία του Ιωάννη του Χρυσόστομου, Βενετία, 1549. Σινά, Μονή Αγίας Αικατερίνης.

Στο Βυζάντιο συναντούμε δύο τύπους βιβλίων, το ειλητάριο και τον κώδικα. Το ειλητάριο ήταν μία μακρόστενη λωρίδα παπύρου, περγαμηνής ή χαρτιού τυλιγμένη γύρω από ένα στρογγυλό ξύλο, τον κοντό (γι’ αυτό ονομαζόταν και κοντάκιο). Ο αναγνώστης ξετύλιγε λίγο – λίγο με το αριστερό χέρι και το ξανατύλιγε με το δεξί. Από τα ρήματα ειλείν και ανελίσσειν, που δηλώνουν αυτή την κίνηση, ο τύπος αυτός του βιβλίου ονομάστηκε ειλητάριο ή ειλητό.

Τα ειλητάρια χρησιμοποιήθηκαν κυρίως από τον 11ο έως τον 15o αι. Στις δύο όψεις τους γράφονταν το κείμενο της Θείας Λειτουργίας, αλλά και διοικητικά έγγραφα και γράμματα. Δεν ήταν όμως κατάλληλα για τη συγγραφή μεγάλων και πολλών κειμένων και οι Βυζαντινοί από τον 3ο αι. μ. Χ. κατασκεύασαν τον κώδικα, έναν τύπο βιβλίου, στο οποίο έγραφαν μεγάλα κείμενα, όπως τη Βίβλο. Ο κώδικας αποτελείται από μεγάλα κομμάτια χαρτιού ή περγαμηνής, διπλωμένα δύο φορές στα δύο. Πολλά τετράδια ραμμένα μαζί στη ράχη αποτελούσαν τον κώδικα. Κώδικας δηλαδή σήμαινε χειρόγραφο βιβλίο με φύλλα.

Το χαρτί εφευρέθηκε από τους Κινέζους και έφτασε στον ελλαδικό χώρο επί Ειρήνης Κομνηνής τον 11ο αιώνα. Το παλαιότερο βυζαντινό έγγραφο από χαρτί θεωρείται το χρυσόβουλο του Κωνσταντίνου Μονομάχου για τη Μονή Μεγίστης Λαύρας και χρονολογείται το 1052. Το βιβλίο ήταν χειροποίητο και προϊόν κοπιώδους εργασίας. Κόστιζε στους βιβλιόφιλους και δύσκολα το αντικαθιστούσαν, αν τύχαινε να φθαρεί.

Συστηματική χρήση των βιβλίων έχουμε μετά την ανακάλυψη της τυπογραφίας το 15ο αιώνα. Η εφεύρεση του επίπεδου πιεστηρίου έγινε στη Μαγεντία (Μάιντς) της Γερμανίας από τον Ιωάννη Γουτεμβέργιο, ο οποίος κατασκεύασε και τα πρώτα κινητά τυπογραφικά στοιχεία και το 1455 τύπωσε το πρώτο βιβλίο, που ήταν η Βίβλος σε λατινική μετάφραση (Βουλγάτα) με 1280 περίπου σελίδες βιβλιοδετημένες σε δύο τόμους και 42 στίχους στις περισσότερες σελίδες. Η ευκολία με την οποία μπορούσαν να παραχθούν βιβλία επέτρεψε να τυπωθούν συγγράμματα αρχαίων Ελλήνων και Ρωμαίων συγγραφέων, που έως τότε αναπαράγονταν μόνο από αντιγραφείς σε μοναστήρια, και σηματοδότησε τη στροφή στην κλασική αρχαιότητα. Το επόμενο μισό του 15ου αι. τυπώθηκαν περισσότερα από 6.000 έργα σε 10 εκατομμύρια αντίτυπα, καθώς ο αριθμός των τυπογράφων σε όλη την Ευρώπη αυξανόταν συνεχώς. Η τυπογραφία ευνόησε τη ραγδαία μετάδοση της γνώσης, την ανταλλαγή απόψεων, ιδεών και πληροφοριών και τη διεύρυνση της πνευματικής καλλιέργειας, που μέχρι τότε ήταν προνόμιο του κλήρου και των αριστοκρατών. Η τυπογραφία βοήθησε πολύ κόσμο να μάθει γραφή και ανάγνωση, γιατί το βιβλίο έγινε φθηνό και προσιτό, και οδήγησε στην πολιτισμική επανάσταση της Αναγέννησης.

Κωνσταντίνου Λασκάρεως, Γραμματική, Μεδιολάνω, 1476, «Επιτομή των Οκτώ του Λόγου Μερών».

Κωνσταντίνου Λασκάρεως, Γραμματική, Μεδιολάνω, 1476, «Επιτομή των Οκτώ του Λόγου Μερών».

Τα πρώτα ελληνικά βιβλία τυπώθηκαν στην Ιταλία με τη βοήθεια ελλήνων λογίων, που διέφυγαν στη Δύση, όταν η Κωνσταντινούπολη έπεσε στα χέρια των Οθωμανών. Το πρώτο χρονολογημένο ελληνικό έντυπο βιβλίο ήταν η «Επιτομὴ των οκτώ του λόγου μερών» του Κωνσταντίνου Λάσκαρι, που τυπώθηκε στο Μιλάνο το 1476. Το 16ο αιώνα εμφανίζονται τα πρώτα αλφαβητάρια στην ελληνική γλώσσα, που τυπώνονται στις ελληνικές παροικίες (Βιέννη, Βενετία, Βούδα, Πέστη, Βουκουρέστι) με χρηματοδότες ευκατάστατους Έλληνες των ελληνικών παροικιών. Ως αλφαβητάρια χρησιμοποιούνταν ακόμα το Ψαλτήρι και η Οκτώηχος. Κυρίαρχο αλφαβητάριο της Τουρκοκρατίας ήταν ένα έντυπο με τον τίτλο «Χρήσιμος παιδαγωγία», που κυκλοφόρησε τους δύο τελευταίους αιώνες της Τουρκοκρατίας (17ο έως 19ο αιώνα).

Κωνσταντίνος Λάσκαρις (1434 - 1501) Έλληνας λόγιος του 15ου αιώνα.

Κωνσταντίνος Λάσκαρις (1434 – 1501) Έλληνας λόγιος του 15ου αιώνα.

Το βιβλίο αυτό τυπώθηκε στη Βενετία το 1641 από το Νικόλαο Γλυκύ και είναι ένα δεκαεξασέλιδο, που είχε ευρεία διάδοση και πραγματοποίησε πολλές εκδόσεις. Τα προεπαναστατικά αλφαβητάρια χρησιμοποιούνται για την εκμάθηση της ανάγνωσης, πριν από την Οκτώηχο και το Ψαλτήρι, και χωρίζονται σε δύο μέρη. Το πρώτο αποτελούνταν από γλωσσικά στοιχεία και το δεύτερο από ποικίλα αναγνώσματα (προσευχές, γνωμικά, παιδικές διηγήσεις, κείμενα θρησκευτικού περιεχομένου κ.ά.). Τα αλφαβητάρια αυτά έχουν έντονη την εκκλησιαστική παράδοση και αποσκοπούν στη θρησκευτική – ηθική διάπλαση των νέων, αφού η παιδεία στην Τουρκοκρατία ήταν υπό την προστασία και την καθοδήγηση της εκκλησίας. Την περίοδο αυτή κυκλοφορούν και τα πρώτα «μαθητάρια», που ήταν χειρόγραφα αναγνωστικά.

 

Πότε «γεννήθηκαν» τα αναγνωστικά;

 

Το «Μέγα Αλφαβητάριο» εκδόθηκε στη Βιέννη το 1771 από τον Μιχαήλ Παπά Γεώργιο του Σιατιστέως, Το αρχαιότερο Νεοελληνικό αλφαβητάριο.

Το «Μέγα Αλφαβητάριο» εκδόθηκε στη Βιέννη το 1771 από τον Μιχαήλ Παπά Γεώργιο του Σιατιστέως, Το αρχαιότερο Νεοελληνικό αλφαβητάριο.

Όσοι πιστεύουν ότι όλα άρχισαν με το «Λόλα να ένα μήλο», αγνοούν ότι όλα ξεκίνησαν με το «Αλφαβητάριον εν ώ περιέχονται τα εικοσιτέσσερα γράμματα» του Μιχαήλ παπα-Γεωργίου του Σιατιστέως, ένα τετράδιο φτιαγμένο από φτηνά φύλλα χαρτιού και ραμμένο στην εξωτερική του πλευρά με κλωστή και βελόνα, που ήταν τυπωμένο «εν Βιέννη της Αυστρίας» το 1771, για να φτάσουμε μέχρι τη σημερινή «Γλώσσα μας» και τα σύγχρονα σχολικά εγχειρίδια. Το σχολικό βιβλίο έχει πορεία περίπου 4 αιώνων και στην ιστορία του αποτυπώνονται όλες οι περιπέτειες του εκπαιδευτικού προσανατολισμού της χώρας μας. Μετά την απελευθέρωση έγινε προσπάθεια για την οργάνωση των σχολείων και τον έλεγχο των σχολικών βιβλίων. Με την είσοδο του 19ου αιώνα κάνουν την εμφάνισή τους τα πρώτα εικονογραφημένα αλφαβητάρια με λιθογραφίες παρμένες από γαλλικά βιβλία της εποχής και σταδιακά η θεματολογία αλλάζει. Το περιεχόμενο των σχολικών βιβλίων περνάει από τα κείμενα της χριστιανικής γραμματείας σε πρόσωπα ήρωες ή θρύλους μιας μακρινής εποχής, όπως ο Οδυσσέας, ο Ροβινσώνας και ο Γεροστάθης.

Αναγνωσματαρίον, Αρσινόης Παπαδοπούλου, 1896.

Αναγνωσματαρίον, Αρσινόης Παπαδοπούλου, 1896.

Από την ίδρυση του ελληνικού κράτους και μέχρι το 1937, που ιδρύθηκε ο ΟΕΣΒ (Οργανισμός Εκδόσεων Σχολικών Βιβλίων) από τον Ιωάννη Μεταξά, συγκρούονται δύο πολιτικές για το σχολικό βιβλίο: του κρατικού μονοπωλίου και του ελεύθερου ανταγωνισμού. Με την έλευση του Όθωνα διατυπώνονται τα πρώτα μέτρα για την εκπαίδευση. Με το διάταγμα της 1ης Απριλίου 1836 «περί βιβλιοπωλείου εν τη βασιλική τυπογραφία» ορίζεται ότι «δια να εισαχθή τρόπος ομοιόμορφος εις την διδασκαλίαν του λαού και να ευρίσκη ο καθείς στοιχειώδη βιβλία καλά …..» τα βιβλία θα εκδίδονται και θα πωλούνται από τη βασιλική τυπογραφία ύστερα από γνωμάτευση διορισμένης συντακτικής επιτροπής. Στα σχολεία χρησιμοποιούνται μόνο αυτά τα βιβλία και καθορίζεται με αυστηρότητα το περιεχόμενό τους , για «να μην εμπεριέχουν διδασκαλίας ή γνώμας επιβλαβείς δια την θρησκείαν ή την ηθικήν και πνευματικήν του ανθρώπου ανάπτυξιν και εκπαίδευσιν». Στο νομοθέτημα αυτό διαγράφεται σαφώς ο ιδεολογικός προσανατολισμός της εκπαιδευτικής πολιτικής και γίνεται φανερή η προσπάθεια άσκησης ελέγχου στο εκπαιδευτικό σύστημα μέσα από τα σχολικά εγχειρίδια. Η προσπάθεια αυτή του κράτους να ασκήσει μονοπωλιακή πολιτική στο σχολικό βιβλίο δημιουργεί αντιπαραθέσεις και διχογνωμίες. Το Διάταγμα αυτό δεν υλοποιήθηκε και δυο χρόνια αργότερα αντικαταστάθηκε με το Βασιλικό Διάταγμα της 28ης 1838, με το οποίο η κυβέρνηση αναγκάστηκε να καταργήσει το βασιλικό βιβλιοπωλείο και άρχισε η φάση του ελεύθερου ανταγωνισμού με δύο εκδοτικούς οίκους (Κορομηλά και Βλαστού)», που κράτησε μέχρι το 1882.

 

Σπυρίδωνος Ζ. Λιβαδά, Ελληνικόν αλφαβητάριον. Εκδοτικός οίκος Αναστασίου Δ. Φέξη, Αθήνα 1903

Σπυρίδωνος Ζ. Λιβαδά, Ελληνικόν αλφαβητάριον. Εκδοτικός οίκος Αναστασίου Δ. Φέξη, Αθήνα 1903

 

Με Βασιλικό Διάταγμα του 1859 (1/9/1859) «περί διαγωνίσματος προς συγγραφήν προσφορωτέρων βιβλίων δια τα δημοτικά σχολεία» προκηρύσσεται από το Υπουργείο Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως ειδικός διαγωνισμός κάθε φορά για τη συγγραφή των σχολικών βιβλίων. Αλλά και ο νόμος αυτός σύντομα έπεσε σε αδράνεια. Το 1867 με το νόμο ΣΜΘ'(24 11 1867) προβλέπεται σύσταση επιτροπής για την κρίση των σχολικών βιβλίων, που και αυτός αδρανοποιείται. Τη δεκαετία 1870-1880 με πρόταση του βουλευτή Κυνουρίας Γ.Α. Βακαλόπουλου «πάντα τα μαθήματα θέλουσι διδάσκεσθαι κατά βιβλία κεκριμένα υπό των εποπτών ως κατάλληλα προς διδασκαλίαν και εγκεκριμένα υπό του Υπουργείου». Ο νόμος του Γ.Α. Βακαλόπουλου ζητά να καταργηθούν και να επανακριθούν όλα τα βιβλία για κάθε διδασκόμενο μάθημα, ακόμα και οι ιστορικοί και γεωγραφικοί πίνακες, οι ιχνογραφίες και οι καλλιγραφίες, και προβλέπει αυστηρές ποινές για τους εκπαιδευτικούς, που θα χρησιμοποιούσαν μη εγκεκριμένα ή κλεψίτυπα βιβλία. Ο εκπαιδευτικός «καταδικάζεται ποινικώς, τιμωρείται με παύσιν και ουδέποτε επανέρχεται εις υπηρεσίαν». Το Υπουργείο «ουδέποτε δύναται να αναστείλη σύστασιν κεκριμένου υπό των εποπτών διδακτικού βιβλίου… αποκλειομένων ανυπερθέτως του λοιπού πάντων των άλλων». Με τη διάταξη αυτή ενισχύεται ο κρατικός έλεγχος των βιβλίων με το ρόλο των εποπτών, που έκαναν τις κρίσεις των βιβλίων, αφού οι επόπτες διορίζονται από το Υπουργείο. Τα «εγκεκριμένα» βιβλία συμπεριλαμβάνονται σ’ έναν κατάλογο, που αποστέλλεται στα σχολεία στην αρχή κάθε σχολικού έτους.

 

Εξώφυλλο τετραδίου. Δημοσιεύεται στο βιβλίο: «Από το κοντύλι στον υπολογιστή», Αθήνα, 2008.

Εξώφυλλο τετραδίου. Δημοσιεύεται στο βιβλίο: «Από το κοντύλι στον υπολογιστή», Αθήνα, 2008.

 

Γεώργιος Θεοτόκης (1844 - 1916). Ως υπουργός Παιδείας στην κυβέρνηση Χαριλάου Τρικούπη υπέβαλε τον Δεκέμβριο του 1889 σειρά μεταρρυθμιστικών νομοσχεδίων. Δεν είναι τα πρώτα στην ιστορία, αλλά είναι τα πρώτα που αντιμετωπίζουν το σύστημα ως ενιαίο σύνολο. Εξάλλου, χωρίς να είναι επαναστατικά, προβλέπουν θεσμικές ρυθμίσεις (όπως το εξάχρονο δημοτικό σχολείο, η μείωση των ωρών διδασκαλίας των Λατινικών, η σύσταση Εκπαιδευτικού Συμβουλίου) οι οποίες θα υλοποιηθούν πολλές δεκαετίες αργότερα. Για τις καινοτομίες των νομοσχεδίων εκδηλώθηκε μεγάλος σάλος και η κυβέρνηση τα απέσυρε. Δημοσιεύεται στο βιβλίο: «Από το κοντύλι στον υπολογιστή», Αθήνα, 2008.

Γεώργιος Θεοτόκης (1844 – 1916). Ως υπουργός Παιδείας στην κυβέρνηση Χαριλάου Τρικούπη υπέβαλε τον Δεκέμβριο του 1889 σειρά μεταρρυθμιστικών νομοσχεδίων. Δεν είναι τα πρώτα στην ιστορία, αλλά είναι τα πρώτα που αντιμετωπίζουν το σύστημα ως ενιαίο σύνολο. Εξάλλου, χωρίς να είναι επαναστατικά, προβλέπουν θεσμικές ρυθμίσεις (όπως το εξάχρονο δημοτικό σχολείο, η μείωση των ωρών διδασκαλίας των Λατινικών, η σύσταση Εκπαιδευτικού Συμβουλίου) οι οποίες θα υλοποιηθούν πολλές δεκαετίες αργότερα. Για τις καινοτομίες των νομοσχεδίων εκδηλώθηκε μεγάλος σάλος και η κυβέρνηση τα απέσυρε. Δημοσιεύεται στο βιβλίο: «Από το κοντύλι στον υπολογιστή», Αθήνα, 2008.

Μετά το 1880 ο κρατικός έλεγχος των διδακτικών βιβλίων έγινε πιο έντονος με πρωτεργάτες τις κυβερνήσεις του Τρικούπη και του Θεοτόκη, που επέβαλαν πολιτική αυστηρού ελέγχου με τη χρήση ομοιόμορφων εγχειριδίων και έλεγχο του περιεχομένου τους, ενώ θεσμοθέτησαν την υποχρεωτική χρήση εγκεκριμένων βιβλίων από ειδικές κριτικές επιτροπές. Η κυβέρνηση Τρικούπη καταργεί την πολιτική του ελεύθερου ανταγωνισμού και προκηρύσσει διαγωνισμό συγγραφής σχολικών βιβλίων κάθε τέσσερα χρόνια. Οι κριτικές επιτροπές, τα μέλη των οποίων καθορίζονται άμεσα από τον υπουργό, εγκρίνουν ένα μόνο βιβλίο για κάθε μάθημα για μια τετραετία, ενώ από το 1893 η διάρκεια της έγκρισης γίνεται τριετία. Εξαίρεση αποτέλεσε ο νόμος του 1895 του δεληγιαννικού κόμματος, που επέτρεψε την ελεύθερη χρήση οποιουδήποτε εγχειριδίου στο γυμνάσιο και την έγκριση πολλών παράλληλα βιβλίων στις κατώτερες βαθμίδες της εκπαίδευσης, ενώ όρισε τη διάρκεια της έγκρισης για μια πενταετία. Η πολιτική του ελεύθερου ανταγωνισμού διαρκεί μέχρι το 1907, οπότε με το νόμο ΓΣΑ’ επανέρχεται ο κρατικός παρεμβατισμός, που ίσχυε πριν το 1895, με το σύστημα έγκρισης ενός μόνο βιβλίου, το οποίο επιλέγεται ανάμεσα από τρία βραβευμένα. Η επιτροπή όμως διατηρεί το δικαίωμα να μεταρρυθμίσει και να συμπληρώσει το εγκρινόμενο βιβλίο από τα άλλα δύο. Με το νόμο αυτό κυκλοφορούν τα πρώτα κρατικά αναγνωστικά και εμφανίζεται το βιβλιόσημο. Ο πρώτος νόμος περί διδακτικών βιβλίων του 20ου αιώνα αυξάνει ακόμα περισσότερο τον κρατικό έλεγχο.

Σταθμό στα εκπαιδευτικά ζητήματα αποτελεί η μεταρρύθμιση του 1917, όταν η κυβέρνηση Βενιζέλου ζήτησε από τον Εκπαιδευτικό Όμιλο να συνεργαστεί μαζί της για την εφαρμογή της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης. Ο Εκπαιδευτικός Όμιλος ήταν ένα σωματείο, που ιδρύθηκε το 1910 στην Αθήνα από λογοτέχνες, εκπαιδευτικούς και πολιτευόμενους με σκοπό την προσπάθεια αναμόρφωσης της ελληνικής εκπαίδευσης και από το 1911 εξέδιδαν μερικά διδακτικά και εκπαιδευτικά βιβλία. Πίστευαν ότι η εκπαίδευση θα βελτιωνόταν με την καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας στη διδασκαλία και την καταπολέμηση του σχολαστικισμού. Οι προσπάθειές τους στηρίχθηκαν στις εργασίες του Μανόλη Τριανταφυλλίδη, του Αλέξανδρου Δελμούζου και του Δημήτριου Γληνού, που ήταν ιδρυτικά μέλη του Εκπαιδευτικού Ομίλου. Ο Δημ. Γληνός ανέλαβε γενικός γραμματέας στο Υπουργείο Παιδείας με επόπτες δημοτικής εκπαίδευσης το Δελμούζο και τον Τριανταφυλλίδη.

Αλέξανδρος Δελμούζος (1880-1956): Ο κατεξοχήν παιδαγωγός της ηγετικής ομάδας του Εκπαιδευτικού Ομίλου (1910-27) και του δημοτικιστικού κινήματος ευρύτερα. Τρεις είναι οι πιο σημαντικές για την εξέλιξη των πραγμάτων δράσεις του: Στο Ανώτερο Δημοτικό Παρθεναγωγείο (Βόλος, 1908-11), στο Μαράσλειο Διδασκαλείο στην Αθήνα (1923-26) και στο Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου στη Θεσσαλονίκη (1934-37). Όταν ο Όμιλος ακολούθησε τον Δημήτρη Γληνό που ζητούσε οι στόχοι της εκπαίδευσης να έχουν πολιτικό προσανατολισμό χωρίς «κανένα όριο προς τα Αριστερά», ο Δελμούζος τον εγκατέλειψε, και θεωρείται τώρα κύριος εκπρόσωπος των αρχών του αστικού εκσυγχρονισμού στα εκπαιδευτικά θέματα. Δημοσιεύεται στο βιβλίο: «Από το κοντύλι στον υπολογιστή», Αθήνα, 2008.

Αλέξανδρος Δελμούζος (1880-1956): Ο κατεξοχήν παιδαγωγός της ηγετικής ομάδας του Εκπαιδευτικού Ομίλου (1910-27) και του δημοτικιστικού κινήματος ευρύτερα. Τρεις είναι οι πιο σημαντικές για την εξέλιξη των πραγμάτων δράσεις του: Στο Ανώτερο Δημοτικό Παρθεναγωγείο (Βόλος, 1908-11), στο Μαράσλειο Διδασκαλείο στην Αθήνα (1923-26) και στο Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου στη Θεσσαλονίκη (1934-37). Όταν ο Όμιλος ακολούθησε τον Δημήτρη Γληνό που ζητούσε οι στόχοι της εκπαίδευσης να έχουν πολιτικό προσανατολισμό χωρίς «κανένα όριο προς τα Αριστερά», ο Δελμούζος τον εγκατέλειψε, και θεωρείται τώρα κύριος εκπρόσωπος των αρχών του αστικού εκσυγχρονισμού στα εκπαιδευτικά θέματα. Δημοσιεύεται στο βιβλίο: «Από το κοντύλι στον υπολογιστή», Αθήνα, 2008.

Η βασική αλλαγή που θεσμοθετήθηκε τότε αφορούσε την καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας στο δημοτικό σχολείο και «γέννησε» το γλωσσικό ζήτημα. Με νομοθετικό διάταγμα καθιερώθηκε η δημοτική γλώσσα στο δημοτικό σχολείο με παράλληλη διδασκαλία της καθαρεύουσας στην Ε’ και Στ΄ Δημοτικού. Οι συγγραφείς των σχολικών βιβλίων έχουν απόλυτη ελευθερία και μόνο τις γενικές οδηγίες του Υπουργείου είναι υποχρεωμένοι να ακολουθούν. Η κρίση των βιβλίων γίνεται κάθε χρόνο από μόνιμο εκπαιδευτικό συμβούλιο, όχι από επιτροπές διορισμένες από τον υπουργό, και ισχύει επ’ αόριστον, ενώ ο αριθμός των εγκεκριμένων βιβλίων είναι απεριόριστος. Τα εγχειρίδια δεν εγκρίνονται βάσει διαγωνισμού, αλλά το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο έχει τη δυνατότητα να εκδίδει οδηγίες και γενικές υποδείξεις για τη σύνταξη τους. Το ίδιο Συμβούλιο, αφού ελέγξει αν το εγχειρίδιο είναι σύμφωνο με τα όσα ορίζει ο νόμος, αποφασίζει κατά πλειοψηφία την παροχή της έγκρισης και μία φορά το χρόνο συντάσσει κατάλογο των εγκεκριμένων βιβλίων, τον οποίο δημοσιεύει στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και στέλνει στα σχολεία. Ο σύλλογος των διδασκόντων κάθε σχολείου, προς το τέλος κάθε χρονιάς ορίζει κατά πλειοψηφία, μετά από εισήγηση του καθηγητή που πρόκειται να διδάξει το σχετικό μάθημα, ποια από τα εγκεκριμένα βιβλία θα εισαχθούν στις τάξεις κατά το επόμενο σχολικό έτος. Από τη στιγμή, που ένα βιβλίο εισάγεται σε μία τάξη, απαγορεύεται να αντικατασταθεί πριν την πάροδο διετίας. Εισάγεται έτσι ένα φιλελεύθερο πνεύμα στο χώρο της νομοθεσίας περί διδακτικών βιβλίων, δίνονται μεγαλύτερα περιθώρια ελευθερίας στους συγγραφείς, δεν επιβάλλεται η χρήση ενός βιβλίου στα σχολεία και μειώνεται η παρέμβαση του Υπουργείου Παιδείας στη διαδικασία παραγωγής και διάδοσης τους.

Δημ. Ανδρεάδη, Α. Δελμούζου κ.ά, Αλφαβητάριο. Αθήνα 1925. (Α΄ έκδοση 1918). «Το Αλφαβητάρι με τον Ήλιο», καρπός της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης του 1917. Εικονογράφηση Κ. Μαλέας.

Δημ. Ανδρεάδη, Α. Δελμούζου κ.ά, Αλφαβητάριο. Αθήνα 1925. (Α΄ έκδοση 1918). «Το Αλφαβητάρι με τον Ήλιο», καρπός της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης του 1917. Εικονογράφηση Κ. Μαλέας.

Ανάμεσα στα νέα αναγνωστικά, που γράφτηκαν και εγκρίθηκαν με βάση αυτό το νόμο, ήταν το «Αλφαβητάρι με τον ήλιο» και τα «Ψηλά Βουνά» του Ζαχαρία Παπαντωνίου. Άλλοι γνωστοί και καταξιωμένοι λογοτέχνες, όπως οι Γρηγόριος Ξενόπουλος, Ανδρέας Καρκαβίτσας, Παύλος Νιρβάνας κ.α., συνδέουν το όνομά τους στο διάστημα αυτό με τη συγγραφή αναγνωστικών και δοκιμάζουν με την πένα τους να διαπλάσουν τις παιδικές αντιλήψεις.

Το «Αλφαβητάρι με τον ήλιο» (ονομασία που του έδωσαν οι μικροί μαθητές) θεωρείται σημαντικός σταθμός στην εξέλιξη των αλφαβηταρίων του 20ού αιώνα. Πρόκειται για ένα από τα δεκατρία αναγνωστικά της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης του 1917-1920 επί κυβέρνησης Ελευθέριου Βενιζέλου. Ήταν δημιούργημα συντακτικής επιτροπής με μέλη τους Α. Δελμούζο, Μ. Τριανταφυλλίδη, Π. Νιρβάνα και Ζ. Παπαντωνίου με εικονογράφηση του Κωνσταντίνου Μαλέα. Είναι προϊόν ελεύθερης δημιουργίας στη δημοτική γλώσσα µε στόχο να διαπλάσει την ψυχή των µμαθητών και να τους εμφυσήσει την αγάπη για τη φύση. Οι εικόνες του είχαν σκοπό «να είναι τα πολυτιμότερα μέσα για να μορφώσουν την παρατηρητικότητα και την καλαισθησία του παιδιού». Τα αλφαβητάρια που εκδόθηκαν από τότε, σχεδόν στο σύνολό τους, έχουν αυτό ως πρότυπο. Τα «Ψηλά Βουνά» με εικόνες του Ρούμπου και σκίτσα του Παπαντωνίου μεταφέρουν ένα νέο πνεύμα αισθητικής αγωγής.

Ο ριζικός γλωσσικός και παιδαγωγικός νεωτερικός αναπροσανατολισμός της κρατικής εκπαιδευτικής πολιτικής την οποία ακολούθησε το υπουργείο Παιδείας από το 1917 ως το 1920 αποτυπώθηκε πλήρως και καθαρά σε δύο διδακτικά βιβλία: Το Αλφαβητάριο (Αλφαβητάρι με τον ήλιο το αποκάλεσαν παιδιά και μεγάλοι), «χυμένο από την ψυχή του Δελμούζου» κατά το χαρακτηρισμό του Μανόλη Τριανταφυλλίδη, και τα Ψηλά βουνά, γραμμένο και εικονογραφημένο από τον Ζαχαρία Παπαντωνίου. Μισόν αιώνα αργότερα, το 1975, ορίστηκε πάλι από το κράτος αναγνωστικό της γ' δημοτικού, ενώ έχει παράλληλα μια αδιάκοπη πορεία ως δημοφιλές ελεύθερο παιδικό ανάγνωσμα. Δημοσιεύεται στο βιβλίο: «Από το κοντύλι στον υπολογιστή», Αθήνα, 2008.

Ο ριζικός γλωσσικός και παιδαγωγικός νεωτερικός αναπροσανατολισμός της κρατικής εκπαιδευτικής πολιτικής την οποία ακολούθησε το υπουργείο Παιδείας από το 1917 ως το 1920 αποτυπώθηκε πλήρως και καθαρά σε δύο διδακτικά βιβλία: Το Αλφαβητάριο (Αλφαβητάρι με τον ήλιο το αποκάλεσαν παιδιά και μεγάλοι), «χυμένο από την ψυχή του Δελμούζου» κατά το χαρακτηρισμό του Μανόλη Τριανταφυλλίδη, και τα Ψηλά βουνά, γραμμένο και εικονογραφημένο από τον Ζαχαρία Παπαντωνίου. Μισόν αιώνα αργότερα, το 1975, ορίστηκε πάλι από το κράτος αναγνωστικό της γ’ δημοτικού, ενώ έχει παράλληλα μια αδιάκοπη πορεία ως δημοφιλές ελεύθερο παιδικό ανάγνωσμα. Δημοσιεύεται στο βιβλίο: «Από το κοντύλι στον υπολογιστή», Αθήνα, 2008.

Ύστερα από δύο βαλκανικούς πολέμους και έναν παγκόσμιο, έναν εσωτερικό διχασμό και μια επαναστατική κυβέρνηση, ωριμάζει η ιδέα της οριστικής αναμόρφωσης της Παιδείας. Η χρυσή εποχή του σχολικού βιβλίου ξεκινά. Τα σχολικά εγχειρίδια εγκαταλείπουν σταδιακά τη θρησκευτική και ηθική διδασκαλία, ο ακαδημαϊσμός υποχωρεί και στρέφονται προς την επιστημονική γνώση και την κριτική σκέψη με στόχο την παίδευση ολόπλευρα καλλιεργημένων ατόμων. Τα νέα βιβλία είναι απαλλαγμένα από το στόμφο και το διδακτισμό των προηγούμενων, ενώ η δημοτική γλώσσα μιλάει στις καρδιές των παιδιών. Στο περιεχόμενό τους πάντως εξακολουθεί να επικρατεί ο ηθικοπλαστικός χαρακτήρας και η κύρια θεματολογία τους ακολουθεί το γνωστό τρίπτυχο «Πατρίς – Θρησκεία – Οικογένεια».

Η πολιτική αλλαγή το Νοέμβριο του 1920 μετά την ήττα του Βενιζέλου ανέκοψε τη φιλελεύθερη πολιτική για το σχολικό βιβλίο. Οι αντίπαλοι του δημοτικισμού καταπολεμούν τα αναγνωστικά της μεταρρύθμισης. Η νέα κυβέρνηση ανέθεσε σε επιτροπή τον έλεγχό τους και τα μέλη της επιτροπής Σακελλαρόπουλος, Σκιάς, Εξαρχόπουλος, Μιχαλόπουλος και Μεγαρεύς αποφάσισαν πως θα έπρεπε να «εκβληθώσι πάραυτα εκ των σχολείων και καώσι τα υπάρχοντα αναγνωστικά ως έργο ψευδούς και κακοβούλου προθέσεως». Η μεταρρύθμιση τερματίστηκε με το νόμο 2678 του 1921, που δεν εφαρμόστηκε όμως, γιατί μεσολάβησε η επανάσταση του 1922, που επανέφερε σε εφαρμογή τους νόμους του 1917-18. Ο νόμος 3180 του 1924 τροποποίησε το σύστημα έγκρισης των σχολικών βιβλίων και εισήγαγε τη δημοτική γλώσσα σε όλες τις τάξεις του δημοτικού σχολείου. Η δικτατορία του Πάγκαλου με διάταγμα του 1926 άλλαξε πάλι το σύστημα έγκρισης και όρισε ότι τα βιβλία δεν πρέπει να περιέχουν ύλη αντίθετη με τη θρησκεία, την πατρίδα, το πολίτευμα και τα χρηστά ήθη, ενώ δεν επιτρέπεται η έγκριση πέραν των δύο αναγνωστικών για κάθε τάξη. Νέος νόμος, ο 3438 του 1927, ορίζει ότι μπορούν να εγκριθούν μέχρι τρία διδακτικά βιβλία για κάθε μάθημα και τάξη και η έγκριση ισχύει για τα βιβλία της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τρία χρόνια και για της μέσης για μία πενταετία. Οι σύλλογοι των διδασκόντων αποφασίζουν για την εισαγωγή των βιβλίων στα σχολεία επιλέγοντας μεταξύ των εγκεκριμένων.

Η πολιτική αυτή ανατρέπεται με τη δημοσίευση νέου νόμου, που ψηφίζεται στα πλαίσια της δεύτερης μεταρρύθμισης της κυβέρνησης Βενιζέλου το 1929. Με τη «μεταρρύθμιση του 1929» τα σχολικά βιβλία διαιρούνται ανάλογα με το σκοπό και τη χρήση τους σε τρεις κατηγορίες:

α) στα διδακτικά βιβλία,

β) στα βοηθήματα και

γ) στα ελεύθερα αναγνώσματα.

Γαλάτειας Καζαντζάκη, Η Μεγάλη Ελλάς. Εκδοτικός οίκος Δημητρίου και Πέτρου Δημητράκου, Αθήνα, 1927.

Γαλάτειας Καζαντζάκη, Η Μεγάλη Ελλάς. Εκδοτικός οίκος Δημητρίου και Πέτρου Δημητράκου, Αθήνα, 1927.

Οι δύο πρώτες κατηγορίες βιβλίων εισάγονται στα σχολεία μόνο εφόσον έχουν εγκριθεί από το Υπουργείο Παιδείας, ενώ για τα ελεύθερα αναγνώσματα αρκεί απλή σύστασή τους. Τα διδακτικά βιβλία με τη σειρά τους διαιρούνται σε αναγνωστικά και εγχειρίδια. Τα αναγνωστικά συντελούν στη γλωσσική και λογοτεχνική μόρφωση, στη θρησκευτική, ηθική και εθνική διαπαιδαγώγηση των παιδιών και πρέπει με τη μορφή και το περιεχόμενο τους να κινούν την αγάπη για το βιβλίο γενικά. Τα εγχειρίδια «αποτελούντα συστηματικάς και εύληπτους συνόψεις των συμπερασμάτων των οικείων επιστημών, χρησιμεύουν ως στήριγμα των μαθητών κατά την εισαγωγήν των εις την ύλην των διαφόρων μαθημάτων και ως βάσις δια την ευμέθοδον καθοδήγησίν των προς περαιτέρω μελέτην και ευρυτέραν έρευναν αυτής». Τα βοηθήματα αποτελούν σημαντικότατα εργαλεία για την πληρέστερη μελέτη της διδασκόμενης ύλης και την αυτενεργό έρευνα των μαθητών, ενώ διευκολύνουν παράλληλα και το έργο των διδασκόντων. Η υιοθέτηση αυτής της πολιτικής τείνει προς την ιδέα του πολλαπλού βιβλίου.

Γεώργιος Παπανδρέου (1888-1968), υπουργός Παιδείας (2 Ιανουαρίου 1930-26 Μαΐου 1932). Έδειξε προσωπικό ενδιαφέρον για την εδραίωση των αρχών στις οποίες στηριζόταν η Μεταρρύθμιση του 1929 και για τη διεύρυνσή τους. Ο Νόμος για τα σχολικά βιβλία (1931) 5045, περιέχει πολλά σημαντικά, όπως η απομάκρυνση από κάθε έννοια (κρατικού) μονοπωλίου: από το υπουργείο εγκρίνονταν περισσότερα βιβλία για κάθε μάθημα και οι σύλλογοι επέλεγαν ένα, ύστερα από αιτιολογημένη εισήγηση των διδασκόντων. Δημοσιεύεται στο βιβλίο: «Από το κοντύλι στον υπολογιστή», Αθήνα, 2008.

Γεώργιος Παπανδρέου (1888-1968), υπουργός Παιδείας (2 Ιανουαρίου 1930-26
Μαΐου 1932). Έδειξε προσωπικό ενδιαφέρον για την εδραίωση των αρχών στις οποίες
στηριζόταν η Μεταρρύθμιση του 1929 και για τη διεύρυνσή τους. Ο Νόμος για τα σχολικά βιβλία (1931) 5045, περιέχει πολλά σημαντικά, όπως η απομάκρυνση από κάθε έννοια (κρατικού) μονοπωλίου: από το υπουργείο εγκρίνονταν περισσότερα βιβλία για κάθε μάθημα και οι σύλλογοι επέλεγαν ένα, ύστερα από αιτιολογημένη εισήγηση των διδασκόντων. Δημοσιεύεται στο βιβλίο: «Από το κοντύλι στον υπολογιστή», Αθήνα, 2008.

Ο νόμος 5045 «περί σχολικών βιβλίων» του 1931, με εισήγηση του τότε υπουργού παιδείας Γεωργίου Παπανδρέου, είναι μοναδικός στην ελληνική εκπαιδευτική ιστορία για τη στάση του απέναντι στη γνώση, στο διδακτικό βιβλίο και στη διαδικασία της μάθησης. Με το νόμο αυτό τόσο ο εκπαιδευτικός όσο και ο μαθητής ενθαρρύνονται να χρησιμοποιήσουν και άλλα διδακτικά και βοηθητικά βιβλία, παράλληλα με το εγχειρίδιο, που συμβουλεύονται καθημερινά. Με τον τρόπο αυτό τους δίνεται η ευκαιρία να διακρίνουν και να σχολιάσουν διάφορες απόψεις πάνω στο ίδιο θέμα, απομυθοποιείται ο τυπωμένος λόγος και βιώνεται το γεγονός ότι για το ίδιο ζήτημα μπορεί να υπάρχουν πολλές και πιθανόν αντικρουόμενες αντιλήψεις. Καταδικάζεται η παθητική αποδοχή και ενθαρρύνεται η ενεργητική και κριτική στάση δασκάλων και μαθητών, που παροτρύνονται να ερευνούν, ώστε να σχηματίζουν δική τους αντίληψη. Αναιρείται έτσι η αυθεντία των διδακτικών βιβλίων και παρέχεται η δυνατότητα κριτικής της παρεχόμενης γνώσης. Το εγχειρίδιο δεν αντιμετωπίζεται ως μοναδική και αλάνθαστη πηγή γνώσης προς απομνημόνευση, αλλά ως όργανο των μαθητών για την περαιτέρω έρευνα και μελέτη τους. Σε κάθε σχολείο δημιουργείται και σχολική βιβλιοθήκη για την οποία αγοράζονται δύο τουλάχιστον αντίτυπα όλων των εγκεκριμένων βιβλίων και κάθε είδους βοηθήματα.

Ο νόμος 5911 του 1937, που θεσμοθετείται από κυβέρνηση του Λαϊκού κόμματος, επαναφέρει το θεσμό της προκήρυξης διαγωνισμού για τη συγγραφή των διδακτικών βιβλίων. Οι προκηρύξεις ορίζουν την ποσότητα και την οικονομία της ύλης και συντάσσονται από κριτικές επιτροπές τις οποίες ορίζει ο υπουργός. Η υποβολή και κρίση των διδακτικών βιβλίων γίνεται ανά διετία και η έγκριση ισχύει επί μία τετραετία. Τα εγχειρίδια που εισάγονται στα σχολεία επιλέγονται βάσει του καταλόγου των εγκεκριμένων βιβλίων, που συντάσσει το Υπουργείο Παιδείας και καταργούνται οι διατάξεις για την αγορά διδακτικών βιβλίων και βοηθημάτων για τις σχολικές βιβλιοθήκες. Επαναφέρει δηλαδή τη συγκεντρωτική πολιτική και αυξάνει τον έλεγχο του υπουργού παιδείας στη διαδικασία συγγραφής και έγκρισης των εγχειριδίων.

Γεωργίου Μέγα κ.ά., Αναγνωστικό. ΟΕΣΒ, Αθήνα, 1939.

Γεωργίου Μέγα κ.ά., Αναγνωστικό. ΟΕΣΒ, Αθήνα, 1939.

Ο νόμος 5911 ίσχυσε ως τη δημοσίευση του αναγκαστικού νόμου 952 του 1937, με τον οποίο ιδρύθηκε ο Οργανισμός Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων (ΟΕΣΒ), που υπάγεται στην εποπτεία του υπουργού παιδείας και έχει σκοπό την έγκριση και διάθεση βιβλίων σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, από τα αναγνωστικά του δημοτικού μέχρι και τα πανεπιστημιακά συγγράμματα. Το Υπουργείο Παιδείας μετά από πρόταση του Ανωτάτου Συμβουλίου Εκπαιδεύσεως δημοσιεύει προκήρυξη για τη συγγραφή διδακτικών βιβλίων, στην οποία ορίζεται το είδος του βιβλίου, η τάξη για την οποία προορίζεται, η ποσότητα και η οικονομία της ύλης, η προθεσμία της υποβολής προς κρίση και το βραβείο που θα απονεμηθεί για κάθε είδος βιβλίου. Τα εγκεκριμένα βιβλία περιέρχονται στην κυριότητα του κράτους, ενώ από το σχολικό έτος 1938-1939 δεν επιτρέπεται η χρήση διδακτικών βιβλίων, που δεν έχουν εγκριθεί σύμφωνα με το νέο νόμο.

Μετά από έναν αιώνα συγκρούσεων και εναλλαγής του κρατικού μονοπωλίου και του ελεύθερου ανταγωνισμού ο αναγκαστικός νόμος 952 αποτελεί μια ακραία προσπάθεια ιδεολογικού ελέγχου της εκπαίδευσης από το κράτος. Εκφράζει τη διάθεση της κυβέρνησης Μεταξά να ελέγξει απόλυτα το περιεχόμενο των βιβλίων που φτάνουν στα χέρια των μαθητών και να τα προσαρμόσει στις δικές της αντιλήψεις περί αγωγής. Πολιτική του Οργανισμού ήταν ο αποκλειστικός έλεγχος της έκδοσης και διάθεσης των σχολικών βιβλίων. Την προηγούμενη εικοσαετία υπήρχε δυνατότητα επιλογής ανάμεσα σε περισσότερα εγκεκριμένα από το εκάστοτε Υπουργείο Παιδείας εγχειρίδια. Από δω και πέρα θα υπήρχε ένα σχολικό βιβλίο για όλα τα σχολεία, πολιτική που εφαρμόζεται ακόμη και σήμερα. Το κράτος διασφάλιζε τον απόλυτο έλεγχο του σχολικού βιβλίου και ακύρωνε το κατοχυρωμένο από το 1917 δικαίωμα των εκπαιδευτικών να επιλέγουν το ανθολόγιο που θα χρησιμοποιήσουν, επαναφέροντας το ένα και μόνο «υποχρεωτικό βιβλίο».

 

Αλφαβητάριο 1935, Συντακτική επιτροπή: Δημ. Ανδρεάδης, Α. Δελμούζος, Π. Νιρβάνας, Ζ. Παπαντωνίου, Μ. Τριανταφυλλίδης, Κ. Μαλέας (εικονογράφηση).

Αλφαβητάριο 1935, Συντακτική επιτροπή: Δημ. Ανδρεάδης, Α. Δελμούζος, Π. Νιρβάνας, Ζ. Παπαντωνίου, Μ. Τριανταφυλλίδης, Κ. Μαλέας (εικονογράφηση).

 

Τα πρώτα «Αναγνώσματα» που εκδόθηκαν από τον ΟΕΣΒ (1938-1939) χρησιμοποιήθηκαν μέχρι το 1950. Το 1954 ο Οργανισμός θα μετονομαστεί σε Οργανισμό Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων (ΟΕΔΒ) και θα συνεχίσει τη λειτουργία του μέχρι το 2012, οπότε καταργήθηκε μαζί με πολλούς άλλους δημόσιους φορείς. Μετά την κατάργηση του Οργανισμού το συντονισμό της έκδοσης και διάθεσης των σχολικών βιβλίων έχει αναλάβει το Ινστιτούτο Τεχνολογίας Υπολογιστών και Εκδόσεων «Διόφαντος», που λειτουργεί με καθεστώς ιδιωτικού δικαίου. Υπολογίζεται ότι ο ΟΕΔΒ εκτύπωσε περίπου 3 δισεκατομμύρια αντίτυπα σχολικών βιβλίων όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης και έγινε ένα από τα πλέον γνώριμα λογότυπα σε όσους παρακολούθησαν μαθήματα στα ελληνικά σχολεία από το 1937. Το 1954 εκδίδονται νέα αναγνωστικά, τα μακροβιότερα στην ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης, που χρησιμοποιήθηκαν μέχρι το 1964.

 

Αλφαβητάριο τα καλά Παιδιά, Επαμεινώνδα Γεραντώνη, εικονογράφηση Κώστα Π. Γραμματόπουλου, πρώτη έκδοση 1949, ΟΕΔΒ.

Αλφαβητάριο τα καλά Παιδιά, Επαμεινώνδα Γεραντώνη, εικονογράφηση Κώστα Π. Γραμματόπουλου, πρώτη έκδοση 1949, ΟΕΔΒ.

 

Η κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου, που σχηματίστηκε μετά τις εκλογές του 1964 με πρωθυπουργό και υπουργό Παιδείας το Γεώργιο Παπανδρέου, υφυπουργό τον Λουκή Ακρίτα και Γενικό Γραμματέα τον Ε.Π. Παπανούτσο, προχώρησε στην ψήφιση του νόμου 4379 «Περί Oργανώσεως και Διοικήσεως της Γενικής Στοιχειώδους και Mέσης Eκπαιδεύσεως», που έμεινε στην ιστορία ως «νόμος της Μεταρρύθμισης Παπανδρέου-Παπανούτσου». Η μεταρρύθμιση αυτή κατοχύρωσε τη «δωρεάν Παιδεία», μείωσε το σχολαστικισμό και την τυπολατρία με την καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας και νέα μαθήματα και βιβλία, όπως η Κοινωνιολογία και τα Στοιχεία της Οικονομικής Επιστήμης, τη διδασκαλία αρχαίων Ελληνικών κειμένων από μετάφραση στο Γυμνάσιο και την ενίσχυση μαθηματικών και φυσικών. Επίσης καταργήθηκαν οι εξετάσεις από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο, η Παιδεία έγινε εννεαετής υποχρεωτική, η Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση χωρίστηκε σε Γυμνάσιο – Λύκειο, ίσχυσε το σύστημα του «Ακαδημαϊκού Απολυτηρίου» για την εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, χωρίς όμως να καταργηθούν οι εισαγωγικές εξετάσεις, και καθιερώθηκαν οι τεχνικό-επαγγελματικές σχολές με στόχο τη δημιουργία εργατικού δυναμικού άξιου να ανταπεξέλθει στις ανάγκες της εποχής. Οι βελτιώσεις και αλλαγές της μεταρρύθμισης αυτής ήταν ριζοσπαστικές για την εποχή με κύριο στόχο τη μόρφωση των παιδιών όλων των κοινωνικών τάξεων και την αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος.

 

Ιστορία Ρωμαϊκή και Μεσαιωνική του Κώστα Καλοκαιρινού, της γ' γυμνασίου. Για τρίτη (ως τότε) φορά (μετά το «να καώσι» του 1921 και τις πυρές του 1936) το 1965 η κυβέρνηση «των Αποστατών» εκδήλωσε την πρόθεση να εξαφανίσει (εκσυγχρονισμένα τώρα, με πολτοποίηση) διδακτικά βιβλία της Μεταρρύθμισης. Κύρια (αλλά όχι μόνη) αφορμή του κατατρεγμού η Ιστορία Ρωμαϊκή και Μεσαιωνική του Κώστα Καλοκαιρινού, της γ' γυμνασίου.

Ιστορία Ρωμαϊκή και Μεσαιωνική του Κώστα Καλοκαιρινού, της γ’ γυμνασίου.
Για τρίτη (ως τότε) φορά (μετά το «να καώσι» του 1921 και τις πυρές του 1936) το 1965 η κυβέρνηση «των Αποστατών» εκδήλωσε την πρόθεση να εξαφανίσει (εκσυγχρονισμένα τώρα, με πολτοποίηση) διδακτικά βιβλία της Μεταρρύθμισης. Κύρια (αλλά όχι μόνη) αφορμή του κατατρεγμού η Ιστορία Ρωμαϊκή και Μεσαιωνική του Κώστα Καλοκαιρινού, της γ’ γυμνασίου.

 

 

Η παραδοσιακή παράσταση του μυθολογικού (αιγυπτιακής προέλευσης) φοίνικα που όταν ένιωθε το τέλος του έφτιαχνε από ξύλα μια φωλιά, η οποία αναφλεγόταν από τις αχτίνες του ήλιου και από τις στάχτες γεννιόταν ύστερα ένας νέος φοίνικας (θεσμοθετημένο από τον Καποδίστρια έμβλημα του κράτους), συμπληρωμένη με φιγούρα φαντάρου, ορίστηκε σύμβολο της «Επανάστασης» της 21ης Απριλίου 1967 και αποτελούσε κατά τη Δικτατορία κύριο στοιχείο της σελίδας του τίτλου όλων των σχολικών βιβλίων. Άλγεβρα, Δ΄ Γυμνασίου, 1969.

Η παραδοσιακή παράσταση του μυθολογικού (αιγυπτιακής προέλευσης) φοίνικα που όταν ένιωθε το τέλος του έφτιαχνε από ξύλα μια φωλιά, η οποία αναφλεγόταν από τις αχτίνες του ήλιου και από τις στάχτες γεννιόταν ύστερα ένας νέος φοίνικας (θεσμοθετημένο από τον Καποδίστρια έμβλημα του κράτους), συμπληρωμένη με φιγούρα φαντάρου, ορίστηκε σύμβολο της «Επανάστασης» της 21ης Απριλίου 1967 και αποτελούσε κατά τη Δικτατορία κύριο στοιχείο της σελίδας του τίτλου όλων των σχολικών βιβλίων.
Άλγεβρα, Δ΄ Γυμνασίου, 1969.

Η δικτατορία του 1967-1974 θα ακυρώσει την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1964 και θα πάρει πολλά αντί-μεταρρυθμιστικά μέτρα, που καταργούσαν εκπαιδευτικές αλλαγές δρομολογημένες από το 1964. Η χούντα των συνταγματαρχών ταυτίστηκε με τη λέξη «λογοκρισία». Απαγόρευσε πολλά βιβλία και συνέταξε μαύρες λίστες συγγραφέων. «Επικίνδυνα» για το καθεστώς βιβλιοπωλεία υποχρεώθηκαν να κλείσουν. Όσα βιβλία ελέγχονταν και λογοκρίνονταν, έφεραν και την αντίστοιχη σφραγίδα «Έχει λογοκριθεί», που πρακτικά μεταφραζόταν σε «εγκρίνεται με όποιες αλλαγές θεωρήσει αναγκαίες ο λογοκριτής».

Μεταξύ των βιβλίων που απαγορεύτηκαν εκείνη την περίοδο ήταν η «Ζωή εν Τάφω» του Στρατή Μυριβήλη και η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, ενώ υπήρξε ρητή διαταγή να μη διδαχθεί ο «Επιτάφιος» του Περικλή στα σχολεία, για να μην τον εκλάβουν οι μαθητές ως έμμεση αποδοκιμασία των μηχανισμών του κράτους. Το σχολικό βιβλίο κακοποιήθηκε. Έγιναν προσθαφαιρέσεις σε βιβλία ιστορίας, καταργήθηκε το μάθημα και το βιβλίο της Αγωγής του Πολίτη κ.ά. Με τον αναγκαστικό νόμο 129/1967 αποσύρονται και αχρηστεύονται όλα τα βιβλία, που είχαν τυπωθεί με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1964. Ο Υπουργός Παιδείας δηλώνει ότι (…), «συνεστήθησαν επιτροπαί και θα αποφανθώμεν εάν τα βιβλία που εξετυπώθηκαν το 1964 προς χρήσιν των μαθητών θα χρησιμοποιηθούν ή θα αποσταλούν προς πολτοποίησιν». Η κακοποίηση του σχολικού βιβλίου αλλάζει μορφή, από την καύση περνάει στην πολτοποίηση. Ξανατυπώνονται και κυκλοφορούν τα βιβλία, που είχαν εκδοθεί πριν από το 1963, με αποτέλεσμα τα παιδιά να πέσουν σε φοβερή γλωσσική σύγχυση και αμηχανία. Σ’ όλη τη διδακτέα ύλη διαχέονται οι εθνικοί σκοποί και οι εθνικιστικές ιδέες, γεγονός που μετατρέπει όλο το αναλυτικό πρόγραμμα σ’ ένα πρόγραμμα «πατριδογνωσίας».

Οι μεταρρυθμίσεις που δεν έγιναν μέχρι το 1974 προετοίμασαν το έδαφος για τις επόμενες. Το Σύνταγμα του 1975 ενσωματώνει σημαντικές ρυθμίσεις για την εκπαίδευση, όπως 9χρονη υποχρεωτική εκπαίδευση, ελευθερία έρευνας, δημοτική γλώσσα κ.λπ. Στην τριετία 1976-1978 θα επιχειρηθεί η πιο συγκροτημένη μεταρρυθμιστική προσπάθεια της συντηρητικής παράταξης τον 20ο αιώνα με τους Ν. 309/76, 576/77 και 815/78. Ο υπουργός Παιδείας Γ. Ράλλης λύνει και τυπικά το γλωσσικό ζήτημα με την καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας στην εκπαίδευση και στη διοίκηση και παύει πλέον να υπάρχει το φαινόμενο της διγλωσσίας, που διήρκεσε 20 περίπου αιώνες και ταλαιπώρησε την ελληνική παιδεία και κοινωνία. Στα  θετικά  της  μεταρρύθμισης  του  1976  περιλαμβάνονται  η  εννιάχρονη  υποχρεωτική  εκπαίδευση,  η  εισαγωγή  της  διδασκαλίας  μεταφρασμένων  κειμένων  της αρχαίας ελληνικής γραμματείας και η καθιέρωση μαθημάτων επιλογής.

Την  περίοδο  1981‐1985 καθιερώνεται  το μονοτονικό σύστημα  (Π.Δ. 297/1982),   συντάσσονται  νέα  αναλυτικά  προγράμματα  πρωτοβάθμιας  και  δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης  και  γράφονται  νέα βιβλία για το δάσκαλο και το μαθητή. Το 1982 το αλφαβητάρι αντικαταστάθηκε από το πρώτο τεύχος της σειράς «Η Γλώσσα μου» και τυπώνεται για πρώτη φορά Γραμματική της Νεοελληνικής Γλώσσας για τους μαθητές, μια επιτομή της Γραμματικής του Μ. Τριανταφυλλίδη.  Ανάμεσα στα νέα βιβλία που εκδόθηκαν για τα σχολεία ήταν τα νέα βιβλία ιστορίας για το Δημοτικό και το Γυμνάσιο και τα «Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας», που αντικατέστησαν τα «Νεοελληνικά Αναγνώσματα» και περιείχαν αποσπάσματα από σύγχρονους νεοέλληνες ποιητές και πεζογράφους. Το 2003  προκηρύσσονται  και  συγγράφονται νέα  βιβλία (βιβλίο  μαθητή,  τετράδιο  εργασιών,  βιβλίο  εκπαιδευτικού)  για  το  Νηπιαγωγείο,  το Δημοτικό  και το Γυμνάσιο, τα οποία διανεμήθηκαν στα σχολεία και χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα.

 

Νεοελληνική Γραμματική του Μανόλη Τριανταφυλλίδη (εκδ. ΟΕΔΒ)

Νεοελληνική Γραμματική του Μανόλη Τριανταφυλλίδη (εκδ. ΟΕΔΒ)

 

Το σχολικό βιβλίο είναι ένα από τα µέσα διδασκαλίας, το κυριότερο ίσως, και υλοποιεί το περιεχόμενο του προγράμματος διδασκαλίας. Τα σχολικά εγχειρίδια περιέχουν συγκεκριμένες πληροφορίες και γνώσεις, αλλά κυρίως, εκφράζουν µε τρόπο έµµεσο αλλά ισχυρό τον ιδεολογικό προσανατολισµό, που είναι επιθυμητός για τους µαθητές και τις μαθήτριες, διαπλάθουν το χαρακτήρα τους και ενδεχομένως δημιουργούν µια ιδεατή πραγματικότητα πολύ διαφορετική από την πραγματικότητα, που αντιλαμβάνεται και βιώνει κάθε μαθητής στην καθημερινή του ζωή. Το σχολικό βιβλίο όμως πρέπει να ανταποκρίνεται στα ενδιαφέροντα των µαθητών και να τα διευρύνει. Τα προβλήματα που παρουσιάζουν τα σχολικά βιβλία δεν μπορούν να επιλυθούν µε τη συγγραφή ενός «καλού» σχολικού βιβλίου. Αντίθετα, μπορούν να θεραπευτούν µε τη συγγραφή πολλών εναλλακτικών σχολικών βιβλίων και εκπαιδευτικών υλικών, που θα προσφέρουν ποικίλη ύλη και θα δίνεται τη δυνατότητα σε εκπαιδευτικούς και μαθητές να επιλέξουν.

Οι νόμοι περί διδακτικών βιβλίων, όπως είδαμε, αλλάζουν σχεδόν κάθε φορά που υπάρχει κυβερνητική αλλαγή με διατάξεις, που αποκαλύπτουν πολύ συχνά πολιτικές και ιδεολογικές συγκρούσεις. Η ίδρυση του Οργανισμού Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων (ΟΕΣΒ) από τη Μεταξική δικτατορία αποτέλεσε την αφετηρία, για να συγκροτούνται επιτροπές «κρατικών δήμιων» του σχολικού βιβλίου. Ο ρόλος που αποδίδεται στα εγχειρίδια και η ιδεολογική τους λειτουργία οδηγεί τις εκάστοτε κυβερνήσεις να λάβουν συγκεκριμένα μέτρα για τον τρόπο συγγραφής, έγκρισης και εισαγωγής τους στα σχολεία. Κάθε φορά που το περιεχόμενό τους εκσυγχρονίζεται ή γίνεται πιο φιλελεύθερο και προοδευτικό, οι συντηρητικές δυνάμεις το υποβάλλουν σε μαρτύρια και βασανιστήρια, γιατί θέλουν το βιβλίο υποταγμένο στην κυρίαρχη ιδεολογία και την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των κυρίαρχων κοινωνικών δυνάμεων. Το σχολικό βιβλίο είναι το τελικό προϊόν μιας πολιτικής επιλογής, που απεικονίζεται στο εκάστοτε αναλυτικό πρόγραμμα. Το περιεχόμενό του δεν απεικονίζει αναγκαστικά την πολιτική, κοινωνική, οικονομική πραγματικότητα, αλλά προσπαθεί να τη διαμορφώσει, μέσα από τους νέους πολίτες που διαπλάθει. Αυτή η διαχρονική «Διάπλασις των παίδων» αποτελεί εργαλείο στα χέρια της εκάστοτε εξουσίας, που επιθυμεί να αναπαράγει τις κοινωνικές και οικονομικές δομές της χώρας και να εδραιώσει το δικό της μοντέλο διακυβέρνησης. Η δικτατορία της 21ης Απριλίου μάλιστα φρόντιζε να φαίνονται και τα σύμβολά της σε όλα τα σχολικά βιβλία. Αλλά τα φανερά σύμβολα είναι ασφαλώς λιγότερο αποτελεσματικά από τα ιδεολογήματα, που, άλλοτε λιγότερο κι άλλοτε περισσότερο φανερά, είναι ενσωματωμένα στα σχολικά βιβλία. Έτσι το βιβλίο γίνεται όργανο ενός κυρίαρχου ιδεολογήματος και μέσο «μετακένωσης» της κυρίαρχης ιδεολογίας με ευρύτατο δίκτυο διανομής.

 

«Αλφαβητάριον», Ι. Κ. Γιαννέλη, Γ. Σακκά, εικονογράφηση Κώστα Π. Γραμματόπουλου, όγδοη έκδοση 1969, ΟΕΔΒ.

«Αλφαβητάριον», Ι. Κ. Γιαννέλη, Γ. Σακκά, εικονογράφηση Κώστα Π. Γραμματόπουλου, όγδοη έκδοση 1969, ΟΕΔΒ.

 

Το σχολείο σήμερα μοιάζει συχνά με χώρο καταναγκαστικού έργου, όπου λείπει η χαρά της μάθησης, της έρευνας, της ανακάλυψης και της δημιουργίας. Ο δάσκαλος περιορίζεται στο ρόλο του απλού διεκπεραιωτή εκπαιδευτικών εντολών και κατευθύνσεων και τρέχει να καλύψει την ύλη του ενός και μοναδικού βιβλίου, που σε πολλές περιπτώσεις δεν το θεωρεί ικανοποιητικό. Δεν έχει την ευχέρεια να χρησιμοποιήσει εναλλακτικό εκπαιδευτικό υλικό, μέσα και νέες τεχνολογίες, δεν έχει επαρκή παιδαγωγική και επιστημονική καθοδήγηση και επιμόρφωση και βιώνει ένα επαγγελματικό περιβάλλον γεμάτο άγχος και αίσθημα απαξίωσης. Στη σημερινή εποχή, που τα σύγχρονα παιδαγωγικά μοντέλα ευαγγελίζονται μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων του εκπαιδευτικού μέσα από πολλές και εναλλακτικές μεθόδους, τα βιβλία, ως εκφραστές ενός αυστηρά καθορισμένου αναλυτικού προγράμματος λειτουργούν περιοριστικά στην ελευθερία αυτή.

 

Τι κάνουν με τα βιβλία οι μαθητές στη διάρκεια της σχολικής χρονιάς;

 

Το υπερφορτωμένο πρόγραμμα και το εξαντλητικό ωράριο περιορίζουν το δημιουργικό και ελεύθερο χρόνο του μαθητή. Η τυπική διαδικασία «διδασκαλίας» και μελέτης του βιβλίου είναι η μηχανική απομνημόνευση και παθητική αποστήθιση, αποκομμένη από οποιαδήποτε άλλη αναλυτική και συνθετική δεξιότητα. Απουσιάζει η κριτική παρέμβαση και η διερευνητική στάση. Αν ξεφυλλίσουμε ένα σχολικό βιβλίο μαθητή στο τέλος της σχολικής χρονιάς, δε θα βρούμε κανένα κριτικό σχόλιο στα περιθώρια. Μόνο υπογραμμίσεις με «φωσφορίζοντα» μαρκαδόρο της «σημαντικής» γνώσης, ημερομηνίες των μαθημάτων, «αξιοποίηση καλλιτεχνικών» δεξιοτήτων των μαθητών στην εικονογράφηση ή στα περιθώριά του, s.o.s.., sosara, sosaci, σταυρούς (+), διαγραφές σελίδων ή παραγράφων και πολλές φορές εντελώς σκισμένες τις «εκτός ύλης» σελίδες. Και στο τέλος της σχολικής χρονιάς οι μαθητές ρίχνουν τα βιβλία στην πυρά!

Τα σχολικά βιβλία κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς χρησιμοποιούνται χωρίς πολλές δυνατότητες ή προϋποθέσεις κριτικής παρέμβασης, για να παραδοθούν από τους μαθητές αβασάνιστα στις «φλόγες της κάθαρσης». Γιατί οι μαθητές καίνε τα βιβλία στο τέλος της σχολικής χρονιάς; Είναι «έθιμο», εκδίκηση, αγανάκτηση, τα καίνε για πλάκα, από συνήθεια, είναι «άγραφος νόμος» ή μήπως τα έχουν «κάψει» νωρίτερα στη συνείδησή τους και η «κάθαρση στις φλόγες» είναι απλώς μια αντιαισθητική τελετουργική επισφράγιση; Ποιοι μαθητές καίνε τα βιβλία; Ποια βιβλία καίνε; Σε ποια σχολεία; Τι μπορούν να τα κάνουν, αν δεν τα κάψουν; Να τα ξαναδιαβάσουν; Να τα επιστρέψουν στο Υπουργείο μια και το κόστος είναι τεράστιο; Τι; Πολύπλοκο το ζήτημα, πολλά τα ερωτήματα.

Τις απαντήσεις, που δε δόθηκαν σε αυτά και παρόμοια ερωτήματα, φαίνεται ότι θα δώσει η τεχνολογία της εποχής μας. Σε παλαιότερες εποχές, που η μέθοδος της διάλεξης ήταν η πιο συνηθισμένη, τα βιβλία ήταν κατάλληλα να ανταποκριθούν στο ρόλο της άκριτης μάθησης. Πριν από εβδομήντα χρόνια το σχολικό βιβλίο ήταν στα χέρια του παιδιού κάτι πρωτόγνωρο, καθώς ελάχιστα ήταν τα βιβλία και οι πηγές γνώσης, που μπορούσε να πιάσει στα χέρια του. Τώρα το τάμπλετ και το έξυπνο κινητό με τις τεχνικές τους δυνατότητες δεν κάνουν το βιβλίο τόσο ελκυστικό στα μάτια των παιδιών. Έχουμε απομακρυνθεί από την εποχή, που το σχολικό βιβλίο αποτελούσε τη μοναδική πηγή πληροφόρησης των μαθητών. Η γενίκευση της χρήσης της τεχνολογίας και η χρήση του διαδικτύου αλλάζουν δραστικά το ρόλο του βιβλίου ως μοναδικής πηγής πληροφόρησης. Σήμερα, άλλωστε, τα σχολικά βιβλία είναι διαθέσιμα και σε ηλεκτρονική μορφή, σε ορισμένες περιπτώσεις εμπλουτισμένα και με επιπλέον ηλεκτρονικό υλικό, ενώ δεν είναι μακριά η εποχή που το βιβλίο θα συνοδεύεται ή θα είναι το ίδιο ένα πολυμέσο, όπου λόγος, εικόνα, ήχος, σύνδεσμοι προς εξωτερικές πηγές και διαδραστικές εφαρμογές θα εμπλουτίζουν το ρόλο του ως μαθησιακού εργαλείου. Σήμερα το κείμενο του βιβλίου οφείλει να είναι αφετηρία για τη γνώση και όχι η ίδια η γνώση για το μαθητή. Το βιβλίο οφείλει να απελευθερώνει τη σκέψη, και όχι να την περιορίζει.

Είναι ίσως καιρός να δυναμώσει η συζήτηση για την κατάργηση του μοναδικού διδακτικού εγχειριδίου και ο εκπαιδευτικός να έχει μεγαλύτερη ευελιξία να προσαρμόσει το μάθημά του στις ανάγκες της συγκεκριμένης τάξης. Το μοντέλο του αυστηρού κεντρικού ελέγχου των βιβλίων έχει δημιουργήσει ένα σύστημα «οργανωμένο» γύρω από το ίδιο το σχολικό βιβλίο, ένα σύστημα άγονο, καθώς τα σχολικά βοηθήματα που κυκλοφορούν είναι προσανατολισμένα στο ένα και μοναδικό βιβλίο. Μια τεράστια βιομηχανία έχει στηθεί με βάση το ένα και μοναδικό βιβλίο, ενώ οι ίδιοι άνθρωποι θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τη γνώση τους για εναλλακτικές προτάσεις στο ίδιο διδακτικό αντικείμενο. Η γνώση δεν έχει σύνορα και μπορεί να μεταδοθεί με πολλούς τρόπους. Τα βιβλία είναι, άλλωστε, εργαλεία για τη γνώση. Το ποια μορφή θα έχουν τα βιβλία λίγη σημασία έχει. Αν θα μοιάζουν με εκείνα τα κιτρινισμένα σχολικά βιβλία, που συνόδευσαν τα παιδικά μας χρόνια, ή αν θα τα ξεφυλλίζουμε σε μια ηλεκτρονική συσκευή. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι το βιβλίο με οποιαδήποτε μορφή πρέπει να είναι απλά το κλειδί για μια πόρτα στη γνώση. Αν πράγματι επιθυμούμε το σχολείο να είναι παράγοντας αλλαγής της κοινωνίας, ίσως είναι ακόμη μεγαλύτερη αναγκαιότητα να αποδεσμευτούμε πλέον από το ένα και μοναδικό διδακτικό βιβλίο και να δώσουμε περισσότερη ελευθερία στην εκπαιδευτική διαδικασία. Μόνο έτσι οι εκπαιδευτικοί, που επηρεάζουν και καθορίζουν τη ζωή των μαθητών τους, θα γίνουν πρότυπα μάθησης, παράδειγμα προς μίμηση, φορείς πολιτισμού και θετικών κοινωνικών σχέσεων.

Σε όλη την διάρκεια της ιστορίας οι άνθρωποι αντιμετώπιζαν με φόβο, ανησυχία και αντίδραση ότι νέο έκανε την εμφάνισή του. Από το έντυπο εγχειρίδιο περάσαμε στο διαδίκτυο και την οθόνη του υπολογιστή. Η ανάπτυξη των ΤΠΕ και η ευρεία διάδοση των ηλεκτρονικών υπολογιστών και συσκευών μικροηλεκτρονικής (tablets, smartphones κ.τ.λ.) δίνουν την ευκαιρία στο ηλεκτρονικό βιβλίο να διεκδικεί μία σημαντική πλέον θέση στη ζωή μας. Η πρόσβαση του μαθητή και του εκπαιδευτικού σε πολλαπλές πηγές μάθησης μπορούν να καταστήσουν το ηλεκτρονικό βιβλίο ποιοτικό εργαλείο για την άντληση πληροφοριών, την κατάκτηση και τη σύνθεση της νέας γνώσης. Σε πρώτη φάση το «ηλεκτρονικό βιβλίο» θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί υποστηρικτικά και παράλληλα με το παραδοσιακό έντυπο βιβλίο τόσο στη σχολική τάξη όσο και στο σπίτι και να δώσει μεγαλύτερη αξία στο παραδοσιακό βιβλίο ενσωματώνοντας διαδραστικά πολυμέσα.

Ανάμεσα στα θετικά αποτελέσματα που έχουν καταγραφεί για τη χρήση του ηλεκτρονικού βιβλίου έως σήμερα αναφέρονται η βελτίωση της επίδοσης και η τόνωση του ενδιαφέροντος των μαθητών για συμμετοχή σε ομαδικές δράσεις με διαδραστική λειτουργία. Συγκριτικό πλεονέκτημα για το ηλεκτρονικό βιβλίο συνιστά επίσης η ευελιξία και η προσαρμοστικότητά του σε ποικίλες μαθησιακές ανάγκες, καθώς κάθε μαθητής έχει πρόσβαση σε αυτό ανεξάρτητα από το κοινωνικό και πολιτισμικό του περιβάλλον, από τις εμπειρίες του, τα ενδιαφέροντά του, τις δυνατότητες ή τις αδυναμίες του. Ειδικότερα για τους μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες η δυνατότητα ακρόασης κειμένου θα επιδράσει θετικά στην κατάκτηση της γνώσης. Το παραδοσιακό βιβλίο μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα σε δυσλεξικούς μαθητές και σε μαθητές με προβλήματα όρασης, ενώ το ηλεκτρονικό βιβλίο καθιστά την πληροφορία ευκολότερα προσβάσιμη στους μαθητές με αναπηρίες.  Είναι απαραίτητο σήμερα να εκμεταλλευτούμε κάθε τρόπο και να αξιοποιούμε κάθε μέσον, για να προάγουμε την κριτική και δημιουργική σκέψη και να ενισχύουμε τις κοινωνικές και πολιτισμικές δεξιότητες, που θα καταστήσουν τους μαθητές ενεργούς πολίτες στην κοινωνία της διά βίου μάθησης.

 

Βιβλιογραφία


 

  • Βεντούρα Λίνα, Η νομοθεσία περί διδακτικών βιβλίων. Μία εστία συγκρούσεων Εκπαιδευτικού Δημοτικισμού και αντιμεταρρυθμιστών (1907-1937), Μνήμων 14, 1992.
  • Γληνός Δ., Ένας άταφος νεκρός. Μελέτες για το εκπαιδευτικό μας σύστημα, Αθήνα 1925.
  • Δημαρά, Α., Η Μεταρρύθμιση που δεν έγινε, τ. Α και Β, Α’ ανατύπωση, Εκδο­τική Ερμής, Αθήνα (1983).
  • Flaceliere Robert, «Ο δημόσιος και ιδιωτικός βίος των αρχαίων Ελλήνων». Παπαδήμας 1985.
  • Κανταρτζή Ευαγγελία, Ένα Ταξίδι στην Ιστορία: Τρεις Αιώνες Σχολικά Βιβλία, www. ekedisy.gr
  • Κανταρτζή Ευαγγελία, Μια Σύντομη Ιστορία των Σχολικών μας Βιβλίων, www. ekedisy.gr
  • Κάτσικας Χρ. – Θεριανός Κων., Ιστορία της Νεοελληνικής Εκπαίδευσης, Σαββάλας, 2004.
  • Marrou Henri, «Ιστορία της εκπαίδευσης κατά την αρχαιότητα», εκδ. Δαίδαλος Ι. Ζαχαρόπουλος, 2009.
  • Μπουζάκη Σήφη, Εκπαιδευτικές Μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα (1974 – 2000) σε Ευρωπαϊκό Πλαίσιο. Συγκλίσεις, Αποκλίσεις, προοπτικές, Gutenberg, 2002.
  • Ράνσιμαν Στήβεν, Βυζαντινός Πολιτισμός, εκδ. Ερμείας, 1978.
  • Τζουμελέας Σ.Γ. – Παναγόπουλος Π.Δ., Η εκπαίδευση μας στα τελευταία εκατό χρόνια. Αθήνα 1933.
  • Τσουκαλάς Κ., Εξάρτηση και Αναπαραγωγή. Ο κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Ελλάδα (1830-1922). Εκδ. θεμέλιο, Αθήνα.

 

Αλέξης Τότσικας

 

Διαβάστε ακόμη:


Στο:Άρθρα - Μελέτες - Εισηγήσεις, Εκπαίδευση, Ελεύθερο Βήμα Tagged: Argolikos Arghival Library History and Culture, Άρθρα, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Αλέξανδρος Δελμούζος, Αλέξης Τότσικας, Βιβλία, Βιβλίο, Γεώργιος Θεοτόκης, Διδακτικά εγχειρίδια, Εκπαίδευση, Εκπαιδευτικός, Ιστορία, Κοινωνικός έλεγχος, Πολιτισμός, Συγγραφέας, Σχολικά βιβλία, School books
Viewing all 1141 articles
Browse latest View live