Quantcast
Channel: Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας &Πολιτισμού – ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΑΡΧΕΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Viewing all 1144 articles
Browse latest View live

Ιερός Ναός Αγίας Τριάδας Πρόνοιας Ναυπλίου

$
0
0

Ιερός Ναός Αγίας Τριάδας Πρόνοιας Ναυπλίου – © Νικόλαος Γραίκος


 

Ο Ιερός ναός της Αγίας Τριάδας Πρόνοιας κτίστηκε τα πρώτα μετα-επαναστατικά χρόνια πιθανότατα το 1836 [1]. Το προάστιο της Πρόνοιας προέκυψε από την προέκταση της πόλης του Ναυπλίου προς τα ανατολικά στην πρώην αραιοκατοικημένη περιοχή βορείως του Παλαμηδίου [2]. Η απόφαση για την επέκταση της πόλεως ήταν του ίδιου του Καποδίστρια ήδη από το 1828 [3]. Ο ίδιος φέρεται να έδωσε και το όνομα του νέου οικισμού [4]. Ο πολεοδομικός σχεδιασμός ανατέθηκε στον Στ. Βούλγαρη [5]. Στόχος της επέκτασης ήταν ο αποφορτισμός της κυρίως πόλης από τα παραπήγματα, που είχαν δημιουργήσει τα πλήθη των προσφύγων, τα οποία συνέρρεαν στην πόλη από διάφορες περιοχές. Γι΄ αυτό και τα πρώτα οικήματα του προαστίου ήταν παραπήγματα, πολλά των οποίων κατεδαφίστηκαν μετά την επιδημία πανούκλας την εποχή εκείνη. Παρά το γεγονός ότι το προάστιο σχεδιάστηκε με κανονική ρυμοτομία, τα οικήματα κτίζονταν αυθαίρετα χωρίς άδεια και η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε μέχρι το τέλος του 1833, οπότε οι Βαυαροί διόρισαν επόπτη μηχανικό για την περιοχή [6]. Φαίνεται ότι η Πρόνοια άρχισε ν΄ αναπτύσσεται μετά τη δεκαετία του 1840. Ο περιηγητής Th. du Moncel που επισκέφθηκε το Ναύπλιο το 1843 θα γράψει για την Πρόνοια ότι μόλις τότε «αρχίζει να αποκτάει μια κάποια σημασία» [7].

Για τον ναό δεν υπάρχει κάποια μονογραφία, μάλιστα ο Λαμπρυνίδης δε τον συμπεριλαμβάνει ανάμεσα στους ενδιαφέροντες του Ναυπλίου [8]. Την παρουσία του ναού αποσιωπούν και οι νεότεροι [9].

Αρχιτεκτονικά ο ναός είναι μονόχωρη βασιλική, μετρίων διαστάσεων με υπερώο στο δυτικό τμήμα. Η οροφή είναι επίπεδη και καμπυλώνει στην ένωσή της με τους πλαϊνούς τοίχους [εικ. Δ. 17] δίνοντας την αίσθηση της ατελούς αψίδας, όπως και στο ναό του Αγίου Νικολάου της πόλης του Ναυπλίου. Εξωτερικά δεν εντυπωσιάζει ούτε προδίδει το πλούσιο εσωτερικό του. Οι πολλές επισκευές και προσθήκες αλλοίωσαν την αρχική του όψη και σήμερα δίνει την εικόνα σύγχρονου ναού κι όχι του 19ου αι.

 

εικ. Δ. 17: Α. Πολίτης (;), θολωτή ουρανία και βόρειος τοίχος, αρχές δεκ. 1900. Ιερός ναός Αγίας Τριάδας Πρόνοιας Ναυπλίου.

 

Η ανέγερσή του στο κέντρο περίπου του προαστίου, σε ξεχωριστό πολεοδομικό τετράγωνο, που περιβάλλεται όμως από στενούς δρόμους, φαίνεται ότι δημιούργησε διάφορα χωροταξικά προβλήματα. Έτσι το 1839 δέκα πολίτες της Πρόνοιας και ενορίτες του ναού υπογράφουν αίτηση προς το Δήμαρχο Ναυπλιέων, ζητώντας την κατεδάφιση όλων των παραπηγμάτων εμπορικού χαρακτήρα που υπήρχαν γύρω από τον ναό και τα οποία εμποδίζουν την ανάδειξη του κτιρίου, αλλά και την τέλεση της Θείας Λειτουργίας [10]. Γενικά οι κάτοικοι του προαστίου έδειχναν διαρκές ενδιαφέρον για το ναό τους κι αυτό φαίνεται από τα αφιερώματα και τις χρηματικές εισφορές σ΄ όλη τη διάρκεια του 19ου αι. [11]

Το εικονογραφικό πρόγραμμα των τοιχογραφιών σχετίζεται άμεσα από τη μονόχωρη διαμόρφωση του εσωτερικού χώρου, που δημιουργεί μεγάλες επιφάνειες στους πλαϊνούς τοίχους και στην οροφή.

Στο χώρο του ιερού οι παραστάσεις είναι όλες νεότερες, αγιογραφημένες τη δεκαετία του 1970, με δυτικότροπη τεχνοτροπία. Ίσως είναι έργα του Ναυπλιώτη αγιογράφου Α. Νόνη, ο οποίος υπογράφει και τις ολόσωμες παραστάσεις αγίων στο δυτικό τμήμα του ναού κάτω από το υπερώο. Στο άνω τμήμα της κόγχης εικονίζεται η Πλατυτέρα πλαισιωμένη από δύο σεβίζοντες αγγέλους και στο κάτω τμήμα έξι ολόσωμοι ιεράρχες.

Η οροφή του μονόχωρου εσωτερικού είναι καλυμμένη από κοσμηματογραφημένη και ζωγραφισμένη ουρανία, η οποία διαιρείται σε τρία διάχωρα [σχέδ. Ε] [εικ. Δ. 17]. Στο ανατολικό εικονογραφείται η Αγία Τριάδα. Ο Υιός (αριστερά) και ο Πατήρ (δεξιά) κάθονται σε αδιόρατους θρόνους και περιστοιχίζονται από νέφη. Στο άνω κεντρικό σημείο της παράστασης μέσα σε τριγωνικό πλαίσιο εικονίζεται το Άγιο Πνεύμα με τη μορφή περιστεράς. Την παράσταση πλαισιώνουν έξι (6) πτερωτές κεφαλές. Οι μορφές είναι προσανατολισμένες προς τ΄ ανατολικά. Η παράσταση αντιγράφει την αντίστοιχη παράσταση του αγιογράφου στον Ν.Α. πεσσό του ναού του Αγίου Γεωργίου. Η κυριότερη διαφορά εντοπίζεται στη στάση του Πατέρα· στην παράσταση του ναού του Αγίου Γεωργίου ο Πατήρ ευλογεί με το δεξί και κρατά σκήπτρο με τ΄ αριστερό, ενώ στην παράσταση του ναού της Αγίας Τριάδας κρατά το σκήπτρο με το δεξί και στ΄ αριστερό κρατά ανοιχτό βιβλίο.

 

Σχέδ. Ε: Η ουρανία του Α. Πολίτη (;) στο ναό της Αγίας Τριάδος Πρόνοιας Ναυπλίου. 1. Η ΑΓΙΑ / ΤΡΙΑΣ, (στα φωτοστέφανα) Ο ΩΝ, (στο ανοιχτό βιβλίο που κρατά ο Υιός) ΠΑΤΕΡ ΑΓΙΕ / ΕΓΩ ΣΕ ΕΔΟ/ΞΑΣΑ ΕΠΙ / ΤΗΣ ΓΗΣ / ΚΑΙ / ΕΦΑΝΕΡΩΣΑ // Σ(ΟΥ) ΤΟ / ΟΝΟΜΑ ΤΟΙΣ / ΑΝΘΡΩΠΟΙΣ, (στο ανοιχτό βιβλίο που κρατά ο Πατήρ) ΚΑΘΟΥ / ΕΚ ΔΕ/ΞΙΩΝ ΜΟΥ Ο/ΠΩΣ ΑΝ / ΘΕΣΩ // ΤΟΥΣ / ΕΧΘΡΟΥΣ / Σ(ΟΥ) ΥΠΟ/ΠΟΔΙΟΝ / ΤΩΝ / ΠΟΔΩΝ / ΣΟΥ. 2. [Παντοκράτωρ]. 3. Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ / ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ. 4. Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ IΩΑΝΝΗΣ. 5. Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΜΑΤΘΑΙΟΣ. 6. Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΛΟΥΚΑΣ. 7. Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΜΑΡΚΟΣ.

 

Στο κεντρικό διάχωρο της ουρανίας σχηματίζεται τετράγωνο πλαίσιο, όπου εντάσσονται στο κέντρο ο Παντοκράτορας και στις τέσσερις γωνίες ισάριθμοι ευαγγελιστές. Ο Παντοκράτορας, με ανατολικό προσανατολισμό, εικονογραφείται σε κυκλικό διάχωρο. Η παράσταση έχει κοινά στοιχεία με την αντίστοιχη παράσταση του Παντοκράτορα στον τρούλο του ναού του Αγίου Γεωργίου. Στις τέσσερις γωνίες σε κυκλικούς δίσκους εικονογραφούνται οι τέσσερις ευαγγελιστές στο συνήθη τύπο με τα σύμβολα μέσα σε νέφη.

Στο δυτικό διάχωρο σε οβάλ πλαίσιο, ανάλογο με το αντίστοιχο της παράστασης της Αγίας Τριάδος, εικονογραφείται ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Στη σύνθεση είναι χαρακτηριστική η ύπαρξη της κουρτίνας δεξιά, πίσω από την Παναγία, και του τοπίου με φοίνικες στο κέντρο της παράστασης.

Στις άνω απολήξεις των πλάγιων τοίχων και στις ευθείες ένωσης με την ουρανία σχηματίζεται κοίλη επιφάνεια, που διατρέχει με μορφή ζώνης το βόρειο και το νότιο τοίχο. Οι ζώνες σε κάθε πλευρά διαιρούνται σε πέντε ορθογώνια διάχωρα, κοσμηματογραφημένα με απλό τρόπο. Στο κέντρο κάθε διάχωρου εικονογραφούνται σε οβάλ πλαίσια οι απόστολοι Παύλος, Ανδρέας, Θωμάς, Σίμων (νότιος τοίχος), Πέτρος, Φίλιππος, Ιάκωβος, Βαρθολομαίος (βόρειος τοίχος), ενώ στο κεντρικό πλαίσιο, που είναι και το μεγαλύτερο, οι παραστάσεις των Εισοδίων της Θεοτόκου (νότιος τοίχος) και του Χριστού να σώζει τον Πέτρο (βόρειος τοίχος).

Στην κάτω ζώνη των κάθετων τοίχων εικονίζονται σε ορθογώνια διάχωρα η Παναγία και ο άγιος Στυλιανός (νότιο τοίχο) και οι Τρεις Ιεράρχες και οι άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη (βόρειος τοίχος). Στο κέντρο της ζώνης και ανάμεσα στα παράθυρα υπάρχουν δύο μεγάλες πολυπρόσωπες συνθέσεις· ο Μυστικός Δείπνος (νότιος τοίχος) και η Σταύρωση (βόρειος τοίχος).

Στο δυτικό τμήμα του ναού και στο χώρο που διαμορφώνεται κάτω από το υπερώο εικονογραφούνται ολόσωμες μορφές αγίων αγιογραφημένες από τον νεότερο αγιογράφο Α. Νόνη.

 

Καμπαναριό Ιερού Ναού Αγίας Τριάδας Πρόνοιας Ναυπλίου, φωτογραφία από τον ιστότοπο: terrabook.

 

Το τέμπλο του ναού είναι κλασικιστικού ύφους, από σκουρόχρωμο ξύλο, με ελάχιστες φυτόμορφες διακοσμήσεις και μεγάλους επίχρυσους ιωνικούς κίονες στην κάτω ζώνη και μικρότερους στο επιστύλιο. Στο άνω μέρος απολήγει σε ενδιαφέρουσα ξυλόγλυπτη και διάτρητη ζώνη με φυτικά μοτίβα και αντιπωτούς δράκοντες, που στηρίζουν τον Εσταυρωμένο και τα Λυπηρά. Ίσως η ζώνη αυτή να είναι κατάλοιπο κάποιου παλαιότερου παραδοσιακότερου ξυλόγλυπτου τέμπλου.

Το εικονογραφικό πρόγραμμα του τέμπλου είναι το απλό συνεπτυγμένο, με δύο ζώνες των δεσποτικών εικόνων και των εικόνων επιστυλίου. Τα ειδοποιά εικονογραφικά στοιχεία του τέμπλου είναι η προέκτασή του προς το νότιο και βόρειο τοίχο κατά μία δεσποτική εικόνα και η τοποθέτηση της εικόνας της Αγίας Τριάδας στην πρώτη θέση αριστερά της Ωραίας Πύλης εκεί όπου συνήθως τοποθετείται ο Ιησούς Χριστός. Η μοναδική αυτή εικονογραφική ιδιαιτερότητα συνδυάζεται με την τοποθέτηση του αγίου Νικολάου δίπλα στην εικόνα της Θεοτόκου στη θέση όπου συνήθως υπάρχει η εικόνα του εφέστιου αγίου. Ίσως ο ναός όταν κτίστηκε να αντικατέστησε κάποιον άλλον προς τιμή του αγίου Νικολάου, όμως για την τεκμηρίωση της υπόθεσης δε διαθέτουμε στοιχεία.

Αναλυτικότερα η κάτω ζώνη αποτελείται από δέκα (10) συνολικά δεσποτικές εικόνες: (από βόρεια προς νότια) άγιος Γεώργιος (1825 [;]),  άγιος Χαράλαμπος (αρχές 20ου αι.), αρχάγγελος Μιχαήλ (θύρα Πρόθεσης, 1855), άγιος Νικόλαος (δεκ. 1830), Μήτηρ Θεού (τέλη 19ου αι.), Αγία Τριάδα (τέλη 19ου αι.), άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος (1841 [;]), αρχάγγελος Γαβριήλ (θύρα Διακονικού, 1855), Σύναξη αρχαγγέλων (1949), άγιοι Απόστολοι (1841) [εικ. Δ. 16].

 

εικ. Δ. 16: Κ. Θεωδορίδης (;), άγιοι Απόστολοι, 1841, Ιερός ναός Αγίας Τριάδας Πρόνοιας Ναυπλίου.

 

Στη ζώνη του επιστυλίου είναι τοποθετημένες είκοσι δύο εικόνες αγιογραφημένες στις αρχές της δεκαετίας του 1840: Γέννηση της Θεοτόκου, Εισόδια της Θεοτόκου, Υπαπαντή, Ευαγγελισμός, Γέννηση, Περιτομή, Βάπτιση, Έγερση του Λαζάρου, Βαϊοφόρος, Άκρα Ταπείνωση, Ιερός Νιπτήρ, Σταύρωση, Ανάσταση, Μεταμόρφωση, Ψηλάφηση του Θωμά, Η συνομιλία Χριστού και Σαμαρείτιδας, Μεσοπεντηκοστή, Το Πιστεύω, Ανάληψη, Πεντηκοστή, Γέννηση του Προδρόμου, Προφήτης Ηλίας.

Ανάμεσα στις δεσποτικές εικόνες και τις εικόνες του επιστυλίου, ως λανθάνουσα τρίτη, ενδιάμεση ζώνη, υπάρχει η παρακάτω μεγαλογράμματη επιγραφή με χρυσά γράμματα, που διατρέχει σε όλο το μήκος το τέμπλο: 1836 ΕΚΤΙΣΘΗ Ο ΝΑΟΣ / ΤΟ ΣΤΕΡΕΩΜΑ ΤΩΝ ΕΠΙ ΣΟΙ ΠΕΠΟΙΘΟΤΩΝ ΣΤΕΡΕΩΣΟΝ ΚΥΡΙΕ ΗΝ ΕΚΤΗΣΩ ΤΩ ΤΙΜΙΩ ΣΟΥ ΑΙΜΑΤΙ / 1866 ΙΟΥΛΙΟΥ 15 ΕΓΙΝΕ ΤΟ ΤΕΜΠΛΟ. Προφανώς η χρονολογία 1866 αναφέρεται στην κατασκευή του ξύλινου τέμπλου κι όχι στην αγιογράφηση των εικόνων, οι οποίες διασώζουν χρονολογίες παλαιότερες αλλά και νεότερες. Στην άνω απόληξη του τέμπλου είναι τοποθετημένος ο Εσταυρωμένος και τα Λυπηρά.

Τις δεσποτικές εικόνες ιστόρησαν διάφοροι ανώνυμοι αγιογράφοι και ο Κ. Θεοδωρίδης (;) (άγιο Νικόλαο, άγιο Ιω. Πρόδρομο, αγίους Αποστόλους) και ο Ιω. Δημάδης (τους αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ στις δύο πλάγιες θύρες). Στο ναό φυλάσσονται επίσης εικόνες του ιερέα Φρεδιανού, του Γρηγορίου Παπαδάκη και μερικών ακόμα ανώνυμων αγιογράφων του 19ου και του 20ου αι.

 

Ιερός Ναός Αγίας Τριάδας Πρόνοιας Ναυπλίου, φωτογραφία από τον ιστότοπο: terrabook.

 

Πίνακες – σχέδια – εικόνες (Καταγραφή 2 Νοεμβρίου 2006)

 

Ι. Τοιχογραφίες

1. Ιερό

α. Πλατυτέρα κόγχης και σεβίζοντες άγγελοι. Άνοιγμα κόγχης 3 μ. Ελαιογραφίες σε προετοιμασμένο υπόστρωμα. Α. Νόνης (;), δεκ. 1970. Επιγραφές: ΠΛΑΤΥΤΕΡΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ. (στο κέντρο κάτω από την Πλατυτέρα) CΤΩΜΕΝ ΚΑΛΩC CΤΩΜΕΝ ΜΕΤΑ ΦΟΒΟΥ.

β. Ιεράρχες (ζώνη κάτω από την Παλτυτέρα). Έξι ολόσωμοι ιεράρχες σε δύο ομάδες. Αριστερή ομάδα: / /Γι/(Ος) // BA/CΙ/ΛΕΙ/(Ος), / /Γι/(Ος) / Ω[ΑΝΝΗΣ] // ΧΡΥ/CO/CTO/M(Ος), / /Γι/(Ος) // ΓΡΗ/ΓΟ/ΡΙΟ/ς. 

  1. Ουρανία

α. Αγία Τριάδα. Οβάλ διάχωρο 2,5 × 1,5 μ. περίπου. Ελαιογραφία σε προετοιμασμένο ύφασμα. Α. Πολίτης (;), αρχές δεκ. 1900. Επιγραφές: (πάνω ) Η ΑΓΙΑ / ΤΡΙΑΣ, (στα φωτοστέφανα) Ο ΩΝ, (στο ανοιχτό βιβλίο που κρατά ο Υιός) ΠΑΤΕΡ ΑΓΙΕ / ΕΓΩ ΣΕ ΕΔΟ/ΞΑΣΑ ΕΠΙ / ΤΗΣ ΓΗΣ / ΚΑΙ / ΕΦΑΝΕΡΩΣΑ // Σ(ΟΥ) ΤΟ / ΟΝΟΜΑ ΤΟΙΣ / ΑΝΘΡΩΠΟΙΣ, (στο ανοιχτό βιβλίο που κρατά ο Πατήρ) ΚΑΘΟΥ / ΕΚ ΔΕ/ΞΙΩΝ ΜΟΥ Ο/ΠΩΣ ΑΝ / ΘΕΣΩ // ΤΟΥΣ / ΕΧΘΡΟΥΣ / Σ(ΟΥ) ΥΠΟ/ΠΟΔΙΟΝ / ΤΩΝ / ΠΟΔΩΝ / ΣΟΥ.

β. Παντοκράτωρ (στο μέσον τετράγωνου πλαισίου της ουρανίας). 2 μ. περ. διάμετρ. Α. Πολίτης(;).

γ. Ευαγγελιστές (στις τέσσερις γωνίες του τετράγωνου κεντρικού πλαισίου). Κυκλικοί δίσκοι 1 μ. διαμέτρ. i. (B.A. γωνία) Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΜΑΤΘΑΙΟΣ. ii. (N.A. γωνία) Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ IΩΑΝΝΗΣ. iii. (Β.Δ. γωνία) Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΜΑΡΚΟΣ. iv. (N.Δ. γωνία) Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΛΟΥΚΑΣ. Α. Πολίτης (;).

δ. Ευαγγελισμός της Θεοτόκου (Στο δυτικό άκρο της ουρανίας σε οβάλ πλαίσιο). Α. Πολίτης (;). Επιγραφή: Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ / ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ.

  1. Άνω ζώνη πλάγιων τοίχων

α. Νότιος τοίχος. (Από ανατολικά προς δυτικά) i. Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΥΛΟΣ. Οβάλ πλαίσιο 2 × 1 μ. περ. Ελαιογραφία σε προετοιμασμένο ύφασμα37. ii. Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ. iii. ΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ. Οβάλ πλαίσιο 2 × 2,5 μ. περ. Ελαιογραφία σε προετοιμασμένο ύφασμα38. iv. Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΘΩΜΑΣ. v. Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΙΜΩΝ.

 β. Βόρειος τοίχος. (Από ανατολικά προς δυτικά) i. Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΕΤΡΟΣ. ii. Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ. iii. Ο ΙΗΣΟΥΣ ΣΩΖΕΙ ΤΟΝ ΠΕΤΡΟΝ. iv. Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ. v. Ο ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ. 

  1. Κάτω ζώνη πλάγιων τοίχων

α. Νότιος τοίχος. (Από ανατολικά προς δυτικά) i. Μ(ΗΤΗ)Ρ / Θ(ΕΟ)Υ. 2,5 × 1,20 περ. Ελαιογραφία σε μουσαμά προσηλωμένου στον τοίχο39. Κάτω αφιέρωση: ΔΑΠΑΝΑΙΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΟΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ / 1911. ii. Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΔΕΙΠΝΟΣ. Διαστάσεις: 2,5 Χ 5 μ. περ. Ελαιογραφία σε μουσαμά προσηλωμένου στον τοίχο40. Κάτω δεξιά αφιέρωση: ΔΑΠΑΝΑΙΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΟΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ. iii. Ο ΑΓΙΟΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ Ο ΠΑΦΛΑΓΩΝ. Κάτω αφιέρωση: ΔΑΠΑΝΑΙΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ Π. ΚΥΡΙΑΚΟΥ 1911.

 β. Βόρειος τοίχος. (Από ανατολικά προς δυτικά) i. ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΑΙ. Κάτω αφιέρωση: ΔΑΠΑΝΑΙΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΟΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ 1911. ii. Η ΣΤΑΥΡΩΣΙΣ / ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ. iii. Ο ΑΓ(ΙΟΣ) ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Κ΄(ΑΙ) Η ΑΓ(ΙΑ) ΕΛΕΝΗ.

 ε. Δυτικό τμήμα (κάτω από το υπερώο). Ολόσωμες μορφές αγίων. α. Νόνης.

 

ΙΙ. Φορητές εικόνες

 1. Εικόνες τέμπλου

 

α. Δεσποτικές

 i. Άγιος Γεώργιος (στην προέκταση του τέμπλου στο βόρειο τοίχο). 73 × 104 εκ. Ελαιογραφία σε προετοιμασμένο ξύλο. Ανώνυμος δυτικότροπος / βυζαντινότροπος της τάσης του Ιωάννη Δημάδη, 1825 (;). Επιγραφές: Ὁ ἍΓΙΟς / ΓΕΡΓΙΟς, (κάτω) Δέησις τν δούλων τοΘεοτν Συνδρομητν τς γίας εκόνος ταύτης καροαμαξιλάδων κ. λοιπν υσεβν χριστιανν 18 ουνίου [18]25.

 ii. Άγιος Χαράλαμπος. 70 × 96 εκ. Ελαιογραφία σε προετοιμασμένο ξύλο. Ανώνυμος δυτικότροπος, αρχές 20ου αι. Επιγραφή: Ὁ ἍΓΙΟC / ΧΑΡΑΛΑΜΠΟς.

 iii. Αρχάγγελος Μιχαήλ (θύρα Πρόθεσης). 59 × 120 εκ. Ελαιογραφία σε προετοιμασμένο ξύλο. Ιωάννης Δημάδης, 1855. Επιγραφές: Ος ΑΡΧΙΣΤΡΑΤΗΓΟς ΜΙΧΑΗΛ, (κάτω αριστερά) Δισυνδρομς Κωνσταντίνου / Γεωργίου γηνε, (κάτω δεξιά) ν Ναυπλίτν α’ Νοεμβρίου αωνε Χειρὶ Ἰω. Δημάδ(ου).

iv. Άγιος Νικόλαος. 68 × 97 εκ. Αυγοτέμπερα σε προετοιμασμένο ξύλο. Η εικόνα φέρει ασημένια επένδυση που αφήνει ακάλυπτο το πρόσωπο του αγίου. Κ. Θεωδορίδης (;), 1839. Επιγραφές: (πάνω στην ασημένια επιφάνεια) Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ, (κάτω σε ασημένιο πλαίσιο) ΔΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ ΤΟΥ ΡΟΥΦΕΤΙΟΥ ΤΩΝ ΜΠΑΚΑΛΗΔΩΝ ΤΗΣ ΠΡΟΝΙΑΣ ΜΝΗΣΘΕΙΗ ΚΥΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΣ ΕΝ ΤΗ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΑUΤΟΥ / 1839 Δεκεμβρίου 5.

v. Μήτηρ Θεού. 68 × 97 εκ. Ελαιογραφία σε προετοιμασμένο ξύλο. Η εικόνα φέρει ασημένια επένδυση που αφήνει ακάλυπτα τα πρόσωπα της Παναγίας και του Χριστού. Ανώνυμος δυτικότροπος (ο ίδιος ζωγράφισε τη εικόνα της Αγίας Τριάδος), τέλη 19ου. Επιγραφές: (πάνω στην ασημένια επιφάνεια) Μ(ΗΤΗ)Ρ / Θ(ΕΟ)Υ, (κάτω σε ασημένιο πλαίσιο) Δαπάνη ωαν. Γιαννοπούλου κατς συζύγου ατοΜαρίας Οκογενείας / Βασιλ. Καρώνια Οκογενείας Δημ. Καρώντα Δαπάνη Κοινότητος Προνοίας, (κάτω δεξιά στην ασημένια επιφάνεια) ργον / Χρήστου Βούλγαρη / θναι 1920.

 vi. Αγία Τριάδα. 68 × 97 εκ. Ελαιογραφία σε προετοιμασμένο ξύλο. Η εικόνα φέρει ασημένια επένδυση που αφήνει ακάλυπτα τα πρόσωπα του Υιού και του Πατρός. Ανώνυμος δυτικότροπος (ο ίδιος ζωγράφισε τη εικόνα της Παναγίας), τέλη 19ου. Επιγραφές: (πάνω στην ασημένια επιφάνεια) Η ΑΓΙΑ / ΤΡΙΑΣ, (κάτω σε ασημένιο πλαίσιο) ΕΡΓΟΝ / ΑΔΕΛ. ΦΡΕΝΤΖΟΥ / ΕΝ ΝΑΥΠΛΙΩ / 1916 / Β. Καμβήσης.

vii. Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. 68 × 97 εκ. Αυγοτέμπερα σε προετοιμασμένο ξύλο. Η εικόνα φέρει ασημένια επένδυση που αφήνει ακάλυπτο το πρόσωπο του αγίου και της αποτμηθείσης κεφαλής. Κ. Θεωδορίδης (;), 1841 (;). Επιγραφές: (πάνω στην ασημένια επιφάνεια) Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ / Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ.

viii. Αρχάγγελος Γαβριήλ (θύρα Διακονικού). 59 × 120 εκ. Ελαιογραφία σε προετοιμασμένο ξύλο. Ιωάννης Δημάδης, 1855. Επιγραφές: ΑΡΧΑΓΓΕΛΟς ΓΑΒΡΙΗΛ, (κάτω αριστερά) Δισυνδρομς Κωνσταντίνου / Γεωργίου γηνε, (κάτω δεξιά) ν Ναυπλίτν α’ Νοεμβρίου αωνε Χειρὶ Ἰω. Δημάδ(ου).

 ix. Σύναξη αρχαγγέλων. 70 × 96 εκ. Ελαιογραφία σε προετοιμασμένο ξύλο. Ανώνυμος δυτικότροπος, 1949. Επιγραφές: Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ / ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ, (κάτω δεξιά) Διοικητικόν Συμβούλιον [ακολουθούν πολλά ονόματα χορηγών] 8 Νοεμβρίου 1949.

 x. Άγιοι Απόστολοι. 73 × 104 εκ. Στην προέκταση του τέμπλου στο νότιο τοίχο. Αυγοτέμπερα σε προετοιμασμένο ξύλο. Κ. Θεωδορίδης (;), 1841. Επιγραφές: ΟΙ ΑΓΙΟΙ / ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ, (κάτω) Δέησις τν δούλων τοΘεο, τν / συνδρομητν τς συντεχνίας τν λιέων / η ψαράδων τν ποίων μνησθείη Κύριος Θες / ν τΒασιλέα Ατο/ 1841 Μαρτίου 20.

 

β. Εικόνες επιστυλίου. i. Γέννηση της Θεοτόκου. 28 × 40 εκ. Αυγοτέμπερα σε προετοιμασμένο ξύλο. Κ. Θεωδορίδης (;), 184141. Σχεδόν όλες οι εικόνες του επιστυλίου φέρουν αφιέρωση: Δέησις [Δισυνδρομς] τοδούλου τοΘεοῦ Ἠλία Λαμπροπούλου 20 Μαρτίου 1841. ii. Εισόδια της Θεοτόκου. iii. Υπαπαντή του Χριστού. iv. Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. v. Γέννηση του Χριστού. vi. Περιτομή του Χριστού. vii. Βάπτιση του Χριστού. viii. Έγερση του Λαζάρου. ix. Βαϊοφόρος. x. Άκρα Ταπείνωση. xi. Η νίψη των ποδιών των μαθητών. xii. Σταύρωση. xiii. Ανάσταση. xiv. Μεταμόρφωση. xv. Ψηλάφηση του Θωμά. xvi. Η συνομιλία Χριστού και Σαμαρείτιδας. xvii. Μεσοπεντηκοστή. xviii. Το Πιστεύω. xix. Ανάληψη. xx. Πεντηκοστή. xxi. Η γέννηση του Προδρόμου. xxii. Προφήτης Ηλίας. 

  1. Εικόνες υπόλοιπου ναού

α. Αγία Τριάδα (στο αριστερό προσκυνητάριο της εισόδου του ναού). 40 × 59 εκ. Αυγοτέμπερα σε προετοιμασμένο ξύλο. Η εικόνα φέρει ασημένια επένδυση που αφήνει ακάλυπτα τα πρόσωπα του Υιού και του Πατρός. Ανώνυμος δυτικότροπος /βυζαντινότροπος, δεκ. 1830 (;). Επιγραφή: (στην ασημένια επιφάνεια) Η ΑΓΙΑ / ΤΡΙΑΣ.

β. Άγιος Φανούριος (στο νότιο τοίχο). 53 × 79 εκ. Ελαιογραφία σε προετοιμασμένο ξύλο. Φρεδιαν[κ]ός ιερεύς, 1901. Επιγραφές: Ο ΑΓΙΟΣ / ΦΑΝΟΥΡΙΟΣ, (κάτω αριστερά επιγραφή με πάνω από τριάντα ονόματα αφιερωτών) […] Φρεδιανός ερες ποίησε / Ναύπλιον ν μηνΑγούστου 1901.

γ. Αγία Βαρβάρα και σκηνές του μαρτυρίου της (στο νότιο τοίχο). 50 × 80 εκ. Αυγοτέμπερα σε προετοιμασμένο ξύλο. Ανώνυμος λαϊκότροπος / δυτικότροπος, μέσα 19ου αι. Επιγραφές: Η ΑΓΙΑ / ΒΑΡΒΑΡΑ, (κάτω αριστερά) Κω _ _ _ _ _ _ Καλλιόπης μμ. / _ _ _ _ _ _ λλένη θ. _ _ _ _ _ (κάτω κέντρο, πολλά ονόματα αφιερωτών μόνο με το μικρό τους όνομα).

δ. Άγιος Δημήτριος (στο υπερώο). 50 × 80 εκ. Ελαιογραφία σε προετοιμασμένο ξύλο. Γρηγόριος Παπαδάκης, 1922. Επιγραφές: Ο ΑΓΙΟΣ / ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ, (κάτω αριστερά) Δαπάνη / ρί_ Τσιροσολέφα ερέως: νέφ. Κατσαλ _ _ Ι. Βασ. / _ _Δημ. Μπάρλα, Νικ. Μερζώτου, ρέστ. _ _ ακ. _ _ Κωνστ. Πανα/γιωτοπούλου, Δημ. Σώκου, Ιωάν, Τσαγκαράκη, Βασιλ. Μερβακίτη, Σ. / Μερβακίτη, Κωνστ. _ _ _ ρμούλη, Δημ. τάδου, Γεωρ. Κουλουρίδου, Δημ. Γεωρ/γ, Νικήτα Μππυγιώτου, Δημ. Μαυραχάλη, Στυλ. Μπόμπου, Απ. Βουλούρη / Γεωργίου Μαυρικίου κ. Στυλ. Βουδούρη, Στράτη Γεωργιάδου, Δημ. / Δρίτσα, ωάν. Μακρ, Σπυρ. Κων _ _ _, Δημ. μμ. Τερζάκη, Γρηγ. Βούλγαρη / Παν. Δριμούρα, Στ. Μπουγιώτου, Γεωρ. Γραμματικοπούλου, να. Κεφαλ/ Εαγ. Δαμιανο, Δημ. Χρ. Μπόμπου, Δημ. Μεντζέκη, Δημ. _ _ Παλαι / _ _ _ _ Δημ.Θεων, Στυλ. Λαπαθιώτου, Παν. Κυμπουρα/πούλου, Βασ. Αγρ _ _ , Βασ. Γεωργίου / ω. Ε_ _ _ _ _, Γεωρ. _ _ _ _ _ Παντ. / Κα΄βουρα, Γεωρ, Κοκκόλα, Νικολ. / γγελετοπούλου___, (κάτω δεξιά) ργον / Γρηγορίου Παπαδάκη / 1922.

ε. Άγιος Ελευθέριος (στο υπερώο). 40 × 65 εκ. Αυγοτέμπερα σε προετοιμασμένο ξύλο. Ανώνυμος βυζαντινότροπος / δυτικότροπος, αρχές 19ου αι. Επιγραφή: Ο ΑΓΙΟΣ / ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ.

στ. Σύναξη Ταξιαρχών (στο υπερώο). 70 × 95 εκ. Αυγοτέμπερα σε προετοιμασμένο ξύλο. Ανώνυμος βυζαντινότροπος / δυτικότροπος, δεκ. 1840. Είναι πολύ πιθανό η αρχική θέσης της εικόνας να ήταν στο τέμπλο και να αντικαταστάθηκε το 1949 από την ομόθεμη σημερινή εικόνα. Επιγραφή: Η ΣΥΝΑΞΙΣ / ΤΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ.

 

 Υποσημειώσεις


 

[1] Βλ. επιγραφή τέμπλου 1836 ΕΚΤΙΣΘΗ Ο ΝΑΟΣ […] και Τζουβές Ματθ. (1987), 167 (παραπ. 23). Στο ΔΑΝ σώζονται έγγραφα (αδημοσίευτα) που αναφέρονται στον ναό τουλάχιστον από το 1838. Για παράδειγμα σώζεται αναφορά του παρέδρου της Προνοίας προς την Αστυνομία Ναυπλίου σχετικά με διάφορα προβλήματα που ανέκυψαν στο εκκλησιαστικό Συμβούλιο του ναού της Αγίας Τριάδος Προνοίας, «Αντίγραφον Χρ. 18 / 21, Εν Προνοία τη 23 / Μαρτίου 1838». Επίσης αναφορά του Δημάρχου Ναυπλίας προς το Δημοτικό Συμβούλιο για να επιληφθεί ζητήματος που προέκυψε με το εκκλησιαστικό Συμβούλιο του ναού της Αγίας Τριάδος Προνοίας, «αρ. πρ. 508.672.679.680.681.875.1083, Εν Ναυπλίω / τη 2 Ιουλίου 1838», ΔΑΝ, φάκελος  1838 / 12.31.   

[2] Ενδεικτικά, βλ. Νουχάκης, Ιω. Εμμ. (1901), Ελληνική Χωρογραφία. Γεωγραφία, Ιστορία, Στατιστική πληθυσμού και αποστάσεων, εν Αθήναις: παρά τω εκδότη Σπ. Κουσουλίνω [έκδοσις τρίτη], 437.

[3] Βλ. Μπίρης Μ. – Αδάμη–Καρδαμίτση Μ. (2001), 58. Βλ. επίσης Αδάμη–Καρδαμίτση Μ. (1994), «Πρόνοια, ο πρώτος προσφυγικός συνοικισμός της ελεύθερης Ελλάδας», Αρχαιολογία 51, Ιούνιος, 35 – 46.

[4] Βλ. Κυριαζής Π. (1976), «Σταμάτης Βούλγαρης: ο αγωνιστής, ο πολεοδόμος, ο άνθρωπος», στο: Πρώτοι Έλληνες τεχνικοί, 158. Καρούζου Σ. (1979), 69.

[5] Κυριαζής Π. (1976), op. cit., 156.

[6] Δωροβίνης, Βασ. Κ. (1985), «Ο σχεδιασμός του Ναυπλίου κατά την καποδιστριακή περίοδο (1828 – 33), 292 – 293. Η ειδική περίπτωση και γενικότερα προβλήματα», στο: Νεοελληνική πόλη, 287 – 296.

[7] Du Moncel Th. (1984), Οδοιπορικό του 1843 από την Αθήνα στο Ναύπλιο, μτφρ. – εισαγ.: Λούβρου Ε., αρχαιολ. επιμ.: Φαράκλας Ν., Αθήνα: Ολκός – Αριάδνη, 170.

[8] Λαμπρυνίδης, Μιχ. Γ. (1898), «Η Ναυπλία από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι των καθ΄ ημάς». Ιστορική μελέτη, Εν Αθήναις: τύποις Εκδοτικής Εταιρείας, 238 – 241. Ούτε και οι γνωστοί περιηγητικοί οδηγοί της εποχής, όπως για παράδειγμα το Γρηγορόπουλος, Μιχ. Σ. (1882), 54 – 59 [για Ναύπλιο].

[9] Για παράδειγμα η Σ. Καρούζου και η Ν. Αντωνακάτου.

[10] Εν Προνοία τη 28 Αυγού(στ)ου 1839,  αρ. 1825ΔΑΝ, φάκελος 1839 / Π 34.

[11] Βλ. για παράδειγμα ενδεικτικούς προϋπολογισμούς και απολογισμούς του ναού στη διάρκεια του 19ου αι. (α) «Το Ταμεῖον τῆς ἐν Προνοίᾳ Ἐκκλησίας ἡ Ἁγία Τριὰς», ΔΑΝ, φάκελος 1852 / Ο. (β) «Προϋπολογισμὸς, ἐσόδων καὶ ἐξόδων τοῦ ἐν Προνοίᾳ Ἱεροῦ Ναοῦ ἡ Ἁγία Τριὰς διὰ τὸ ἕτος 1897 / Ἐν Προνοίᾳ τῇ 22 Νοεμβρίου 1896 / Τὸ  Ἐκκλησιαστικὸν Συμβούλιον», ΔΑΝ, φάκελος 1897 / Ξ 28. (γ) «Ἀπολογισμὸς τῆς Διαχειρίσεως τοῦ ἐν Προνοίᾳ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίας Τριάδος διὰ τὸ ἕτος 1896. /  Ἐν Προνοίᾳ / τὸ ἐκκλησιαστικὸν συμβούλιον», ΔΑΝ, φάκελος 1897 / Ξ 28.

 

Νικόλαος Γραίκος

 Ακαδημαϊκές τάσεις της εκκλησιαστικής ζωγραφικής στην Ελλάδα κατά τον 19 αιώνα – Πολιτισμικά και εικονογραφικά ζητήματα, Θεσσαλονίκη, 2011.


Κείμενα και συμβολισμοί στα επιτύμβια μνημεία γυναικών: Ενδείξεις κοινωνικής και πνευματικής παρουσίας

$
0
0

Κείμενα και συμβολισμοί στα επιτύμβια μνημεία γυναικών: Ενδείξεις κοινωνικής και πνευματικής παρουσίας – © Γεωργία Κ. Κατσαγάνη, Δρ. Κλασικής Φιλολογίας.


 

Στην Ελληνιστική εποχή η υποχώρηση του πολιτειακού συστήματος της πόλης – κράτους και η επικράτηση της μοναρχίας επέφερε αλλαγές και στο κοινωνικό σύστημα. Χαρακτηριστικό της νέας εποχής ήταν η αυξανόμενη ανισότητα στην κατανομή του πλούτου και η εμφάνιση μιας αριστοκρατίας αστών [1]. Ο πλούτος αποτελούσε προϋπόθεση πλέον, για την ανάληψη διάφορων δημόσιων αξιωμάτων τόσο από τους άνδρες όσο και από τις γυναίκες [2].

Όπως οι βασίλισσες και οι ιέρειες της Eλληνιστικής εποχής, έτσι και εύπορες γυναίκες της ανώτερης κοινωνικής τάξης απολάμβαναν δημόσιων τιμών, λόγω ανάληψης πολιτικών αξιωμάτων ή κοινωνικής προσφοράς τους στην πόλη και τους συμπολίτες τους. Τιμές απολάμβαναν, επίσης, και γυναίκες κοινές θνητές, γυναίκες ελεύθερες που κατόρθωσαν να διαμορφώσουν την προσωπική τους ζωή, σύμφωνα με τις απόψεις και τις επιθυμίες τους, που πέτυχαν να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους και έξω από την ιδιωτική σφαίρα του οικογενειακού τους περιβάλλοντος και απέκτησαν, όχι σπάνια, οικονομική ανεξαρτησία και επιρροή στον δημόσιο βίο [3]. Πληροφορίες γι΄ αυτές αντλούμε από επιτύμβιες ή τιμητικές επιγραφές της Ελληνιστικής περιόδου, καθώς και από λογοτεχνικές πηγές (Νέα Κωμωδία, Φιλοσοφία).

Έχοντας υπόψη τα παραπάνω και χωρίς να επιδιώκουμε την εξάντληση του θέματος [4], στην παρούσα μελέτη ασχολούμαστε με τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία της ελληνιστικής Ανατολής, με βάση τους ενεπίγραφους συμβολισμούς της εν ζωή πνευματικής/κοινωνικής παρουσίας της. Χρησιμοποιούμε προς τούτο τρεις επιγραφές: Η πρώτη προέρχεται από τις Σάρδεις (Sardis 7,1 111), ενώ οι δύο επόμενες από το Βυζάντιο (IK Byzantion 128 και IK Byzantion 368).

 

Η επιτύμβια στήλη της Μηνοφίλας (Sardis 7,1 111)

 

Η λευκή μαρμάρινη στήλη με τα γλυπτά σύμβολα, που προέρχεται από τις Σάρδεις, σήμερα βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Κωνσταντινούπολης (αρ. ευρ. 4033).

Στο κυρίως μέρος της στήλης, σε πρώτο πλάνο, παρουσιάζεται μία γυναίκα όρθια και στεφανωμένη. Δίπλα της ένθεν και ένθεν, δύο θεραπαινίδες: Αριστερά της, σε πρώτο πλάνο στέκεται η μία θεραπαινίδα, η οποία κοιτά προς τα δεξιά, τείνοντας προς τα εμπρός τον δεξιό της ώμο και τον βραχίονά της, ενώ ανάμεσα στα χέρια της κρατά ένα κουτί, πιθανότατα, μια πυξίδα. Στα δεξιά της κεντρικής μορφής, η άλλη θεραπαινίδα στην ίδια ικετευτική θέση με αυτή, κρατά στο δεξί της χέρι, εμπρός από τον λαιμό της, πιθανότατα, ένα μικρό αντικείμενο [5].

Πίσω από τη γυναίκα, στα αριστερά της υπάρχει ανάγλυφος κρίνος, ενώ στα δεξιά της ένας κύλινδρος με παπύρους, καθώς και ένα καλάθι για το μαλλί. Από την ανωτέρω περιγραφή της στήλης γίνεται φανερό ότι αυτή έχει τα χαρακτηριστικά των επιτύμβιων στηλών της Σμύρνης [6]. Κατά τον Smith [7] η στήλη της Μηνοφίλας οφείλει σε μεγάλο βαθμό τα χαρακτηριστικά της σε σμυρναϊκά πρότυπα και η γυναίκα που παριστάνεται σε μετωπική στάση αντιστοιχεί στην Pudicitia του τύπου της Saufeia από τη Σμύρνη [8].

Κάτω από αυτά τα αντικείμενα, στα δεξιά της, είναι χαραγμένο ένα κεφαλαίο άλφα. Επάνω από την κυρίως παράσταση, σε ένα επίπεδο τόξο παριστάνονται δύο κλαδιά ελιάς, τοποθετημένα το ένα απέναντι από το άλλο.

Η στήλη καταλήγει σε αέτωμα, στο οποίο υπάρχει ρόδακας. Γύρω από τα ακρωτήρια του αετώματος είναι χαραγμένοι οφιοειδείς δράκοντες· οι επάνω έχουν κατεύθυνση προς τα κάτω ενώ οι κάτω έχουν κατεύθυνση προς τα επάνω.

Η επιγραφή χρονολογείται στον 2ο ή 1ο αι. π.Χ. [9]

 

Η επιτύμβια στήλη της Μηνοφίλας

 

Κάτω από την παράσταση βρίσκεται η έμμετρη επιτύμβια, και με χαρακτηριστικά τιμητικής, επιγραφή.

Ὁ δῆμος Μηνοφίλαν Ἑρμαγένου.

Κομψὰν̣ καὶ χαρίεσσα<ν> πέτρος δείκνυσι· τίς ἐντι,

                μουσῶν̣ μανύει γράμματα, Μηνοφίλαν. —

Τεῦ δ’ ἕν̣εκ’ ἐν στάλᾳ γλυπτὸν κρίνον ἠδὲ καὶ ἄλφα,

                  βύβλος̣ καὶ τάλαρος τοῖς δ’ ἔ<π>ι καὶ στέφανος; —

5                    Ἡ σοφίᾳ<μ> μὲν βίβλος, ὁ δ’ αὖ περὶ κρατὶ φορηθεὶς

                ἀρχὰν̣ μανύει, μουνογόναν δὲ τὸ ἕν,

εὐτά̣κτου δ’ ἀρετᾶς τάλαρος μάνυμα, τὸ δ’ ἄνθος

               τὰν ἀ̣κμὰν δαίμων ἅ̣ντινἐληΐσατο.

Κού[φ]α τοι κόνις ἀμφιπέλοι τοιῇδε θανούσῃ.

10                              Αἴ, ἄγονοι δὲ γονεῖς, τοῖς ἔλιπες δάκρυα.

 

Ο δήμος (ίδρυσε) τη Μηνοφίλα (την κόρη) του Ερμαγένη [10].

(Μια γυναίκα) κομψή και χαριτωμένη παριστάνει ο λίθος. Ποια είναι;

Τα γραπτά των μουσών αποκαλύπτουν τη Μηνοφίλα.

Γιατί είναι σκαλισμένα επάνω στη στήλη ένας κρίνος, το γράμμα άλφα,

ένα βιβλίο, ένα καλάθι για το μαλλί και, επιπλέον, ένα στεφάνι;

Το βιβλίο (μας) δείχνει τη σοφία της, αυτό που φοράει στο κεφάλι της

δηλώνει το αξίωμά της, ο αριθμός ένα ότι ήταν μοναχοπαίδι.

Το καλάθι για το μαλλί είναι σημάδι της μεγάλης αρετής της, το άνθος

μαρτυρεί τα νιάτα της που τα άρπαξε ένας δαίμονας.

Ας είναι ελαφρύ το χώμα που σκεπάζει αυτή τη νεκρή.

Όμως, αλίμονο, οι γονείς σου έμειναν άτεκνοι· σ’ αυτούς άφησες δάκρυα.

 

Ο στίχος που έχει τεθεί ως προμετωπίδα επάνω από το ανάγλυφο, προέρχεται από τις αρχές της πόλης των Σάρδεων. Δηλώνει ότι η Μηνοφίλα, όταν πέθανε, απήλαυσε δημόσιας κηδείας, μια τιμή την οποία επιφύλασσαν οι ελληνικές πόλεις στους επιφανέστερους πολίτες τους [11].

Η Bielman [12] θεωρεί ότι το όνομα Μηνοφίλα έχει, πιθανότατα, νοηματική συνάφεια με τη μητέρα των Μουσών, Μνημοσύνη, την ενσάρκωση της μνήμης. Εμείς θεωρούμε ότι το όνομα Μηνοφίλα είναι θεοφορικό [13], από την ανατολικής προέλευσης θεότητα Μήνη [14], ενώ, κατά τον Coşkun [15] αυτό προέρχεται από τη Φρυγική θεότητα Μην. Κατά τον ίδιο συγγραφέα [16], η δευτερογενής χρήση ενός θεοφορικού ονόματος ως ανθρωπωνυμίου αποφεύχθηκε σε μεγάλο βαθμό στον ελληνικό κόσμο αλλά ήταν δημοφιλές σε μερικές τουλάχιστον θεότητες στη Μ. Ασία.

Το κύριο όνομα Μηνοφίλα απαντά συχνά στην περιοχή της Μ. Ασίας από τον Πόντο έως την Ιωνία, από τον 3ο αι. π.Χ. έως τον 3ο αι. μ.Χ., σπανιότατα στα νησιά του Αιγαίου, στην Πελοπόννησο, στην Αττική, στη Θράκη, στην περιοχή της Μ. Ασίας από την Καρία έως την Κιλικία, και καθόλου στην Κεντρική Ελλάδα. Η μορφή Ἑρμαγένου είναι ασυνήθιστη· θα μπορούσε να είναι ένα λάθος του χαράκτη [17] ή μια διαλεκτική μορφή της λέξης.

Το ανάγλυφο και η έμμετρη επιγραφή ερμηνεύουν το ένα το άλλο και αποτελούν έναν κατάλογο των αρετών της Μηνοφίλας: Το πρώτο υπό μορφή εικόνας, το δεύτερο υπό μορφή κειμένου.

Για το ότι η επιγραφή αποτελεί ένα διαλογικό ποίημα, δεν μπορεί να υπάρξει αμφιβολία, ύστερα από την παρουσία της φράσης τίς ἐντι στον 1ο στίχο και του τεῦ δ’ ἕν̣εκ’ στον 4ο: Συγκεκριμένα, στην 1η ενότητα, μετά τη διατύπωση της θέσης ότι ο λίθος παριστάνει μια κομψή γυναίκα, ο διαβάτης απευθύνεται στη στήλη για το ποια γυναίκα απεικονίζει αυτή, και αυτός λαμβάνει τη σχετική απάντηση. Στη δεύτερη ερώτηση του διαβάτη (2η ενότητα) για τη σημασία των συμβόλων (κρίνος, ἄλφα, βίβλος, τάλαρος, στέφανος) στον λίθο, η απάντηση εμπεριέχει την ερμηνεία τους: σοφία=βίβλος, ὁ . . . περὶ κρατὶ φορηθεὶς = ἀρχὰν̣ [18], μουνογόνα = ἕν (ἄλφα), εὔτακτος ἀρετὴ = τάλαρος, ἄνθος = ἀ̣κμὰν [19].

Στους στίχους 1-9 η αφήγηση είναι τριτοπρόσωπη, διότι παρουσιάζονται αντικειμενικές ειδήσεις, ενώ στον 10 στίχο που εκφράζεται λύπη για τους γονείς της που έχασαν το μοναχοπαίδι τους, η αφήγηση γίνεται σε β΄ ενικό πρόσωπο, για να δηλωθεί αμεσότητα.

Αν και η επιγραφή χρονολογείται στα μέσα περίπου της Ελληνιστικής εποχής, διαπιστώνεται η παρουσία πολλών δωρικών τύπων (κομψὰν̣, ἐντὶ, μανύει, στάλᾳ, ἀρχὰν̣, ἀρετᾶς, τὰν ἀ̣κμὰν, κού[φ]α), με τη χρήση των οποίων επιδιώκεται η δημιουργία μιας άκρως υποβλητικής ατμόσφαιρας και ενός υψηλού και μεγαλοπρεπούς ύφους.

Στην α΄ ενότητα το κομψὰν, το οποίο εξαίρεται ιδιαίτερα, λόγω της θέσης του, υποδηλώνει την εξωτερική εμφάνιση της Μηνοφίλας. Στον 3ο στίχο, στην περιγραφή των συμβόλων της στήλης αναφέρεται η λέξη κρίνος (στ. 3), ενώ στην ερμηνεία των συμβόλων αυτών υπάρχει η λέξη ἄνθος (στ. 6). Το στοιχείο αυτό παραπέμπει στο σχήμα του κύκλου, η περιγραφή δηλ. αρχίζει και τελειώνει με την ίδια λέξη [20]. Η Engelen [21] δίνει μια φιλοσοφική διάσταση στην παρουσία αυτού του λογοτεχνικού σχήματος∙ πιστεύει ότι ο κύκλος οδηγεί στην ιδέα του σύμπαντος, η οποία, στον Πλάτωνα [22] συνδέεται με την έννοια του όλου και ότι η κυκλική διάταξη των συμβόλων της παρούσας επιγραφής έχει δεχτεί επίδραση από τον Μέσο Πλατωνισμό ή τις Νεοπυθαγόρειες αντιλήψεις [23]. Κατά βάση, το ποίημα αυτό δεν περιέχει φιλοσοφικά επιχειρήματα αλλά αποτελεί φιλοσοφική κληρονομιά, η οποία είχε ενσωματωθεί στην κοσμοθεωρία των μορφωμένων κοινωνικών στρωμάτων [24].

Συνεχίζοντας την περιγραφή των συμβόλων της στήλης, βλέπουμε ότι ακολουθεί το πρώτο γράμμα της αλφαβήτου (ἄλφα), που σημαίνει ένα, πρώτο, και δείχνει ότι η Μηνοφίλα υπήρξε μοναχοπαίδι, το οποίο αντιπροσωπεύει τη μοναδικότητα και, όπως το ἕν, και την απαρχή. Η έμφαση στο ἕν δίνεται με τη λέξη μουνογόναν. Και οι δύο λέξεις εκφράζουν το γεγονός ότι η Μηνοφίλα ήταν το μοναδικό παιδί που απέκτησαν οι γονείς της ή που επέζησε [25].

Στους δύο επόμενους στίχους, άξια αναφοράς είναι η διττή γραφή της λ. βύβλος (στ. 4) και βίβλος [26] (στ. 5)· το στοιχείο αυτό υποδεικνύει, πιθανότατα, ότι δεν υπήρχε διαφοροποίηση στη σημασία. Ο Herzog [27] θεωρεί ότι πρόκειται για έναν κύλινδρο παπύρου που εξείχε από σταθερό κάλυμμα, το οποίο εμπρός έκλεινε με έναν χαλαρό ιμάντα. Πρόκειται, προφανώς, για τη διφθέρα, τη φαινόλη, την paenula, τη membrana, το προστατευτικό κάλυμμα δηλαδή από περγαμηνή, τον κύλινδρο παπύρου με τον ιμάντα [28]. Η Bielman [29] περιγράφει το γλυπτό σύμβολο ως κυλίνδρους παπύρων, δεμένους με σχοινί.

Αυτό το σύμβολο μαζί με την ερμηνεία που δίνεται από το ίδιο το κείμενο αποτελούν τα σημαντικότερα στοιχεία του ποιήματος: Το γεγονός ότι το βιβλίο που συμβολίζει τη σοφία [30], εμφανίζεται σε γυναικεία στήλη, καθώς και ο χαρακτηρισμός της νεκρής ως σοφής, μέσω της χρήσης του όρου σοφία [31], μαρτυρούν την εξαιρετική προσωπικότητα της Μηνοφίλας. Η λέξη σοφία αρχικά σήμαινε μόνο την επιδεξιότητα και την επιμέλεια στη χειροτεχνία, έπειτα στη σκέψη του Σόλωνα, έλαβε την έννοια της γνώσης, για να τονιστεί, τελικά, από τον Ξενοφάνη, για πρώτη φορά η σημασία της ως εξέχουσας αρετής, πρβ. Ισοκράτης Πρὸς Δημ. 4, 19 Σοφία γὰρ μόνον τῶν κτημάτων ἀθάνατον  και Πλάτων Πρωτ. 330Α: καὶ μέγιστόν γε ἡ σοφία τῶν μορίων [32].

Η σύνδεση της σοφίας και της γνώσης που προκύπτει από τη μελέτη των βιβλίων είναι κατανοητή, αν αποσαφηνίσει κανείς ότι η μόρφωση που επιτυγχάνεται μέσω της γνώσης και της ενασχόλησης με τις επιστήμες είναι, τουλάχιστον για τον Πλάτωνα [33], μια βαθμίδα για την πρόσβαση στην αλήθεια και την αθανασία.

Έχει, συνεπώς, ιδιαίτερη σημασία για την απόδοση της αθανασίας στη Μηνοφίλα το γεγονός ότι και σε αυτήν αποδίδονται μόρφωση και ιδιαίτερες πνευματικές ικανότητες, μέσω του κυλίνδρου του παπύρου, ο οποίος αντιπροσωπεύει τη σοφία. Όμως, όπως προαναφέραμε, η σοφία την εποχή αυτή αποτελούσε χαρακτηριστικό, κυρίως, μόνο των ανδρών. Επειδή όμως οι γονείς της Μηνοφίλας είχαν μόνο μια κόρη, πιθανώς της παρείχαν ανατροφή, η οποία παρεχόταν μόνο σε άνδρες. Μπορούσε, συνεπώς, η Μηνοφίλα με τον τρόπο αυτό να αποκτήσει, τουλάχιστον, σύμφωνα με τη θεωρία του Πλάτωνα, αθανασία μέσω της μόρφωσης και της κοινωνικής καταξίωσης.

Από την ύπαρξη τον γλυπτού κρίνου στη στήλη και τη λεκτική αναφορά τὸ δ’ ἄνθος τὰν ἀ̣κμὰν γίνεται φανερό ότι η Μηνοφίλα πέθανε νέα. Παρ’ όλα αυτά πρόλαβε να τεθεί στην υπηρεσία της πόλης· είχε μάλιστα εκπληρώσει το δαπανηρό λειτούργημα της στεφανηφόρου [34], και παρά το γεγονός ότι αυτή δεν αποκαλείται στεφανηφόρος στο κείμενο, το μνημείο απεικονίζει το επίσημο στεφάνι που φέρεται από μια στεφανηφόρο [35]. Το γεγονός ότι μέσα σε αυτήν την κοινωνία της εμπιστεύτηκαν ένα τόσο σημαντικό αξίωμα δείχνει την υπεροχή της από την κοινότητά της [36].

Το ότι το λουλούδι πρέπει να παραπέμπει στο νεαρό της ηλικίας της εκλιπούσας, όπως μας πληροφορεί το ποίημα, ανταποκρίνεται πλήρως στην διαδεδομένη τόσο στη λογοτεχνία όσο και στις επιτύμβιες έμμετρες επιγραφές, εικόνα του ανθού της νιότης». πρβ. και το ρόδο ως σύμβολο των νεκρών που άρπαξε ο θάνατος στον Peek (1988 ανατ.) 1595 (Ρώμη 2ος αι. μ.Χ.) και στον Peek W. (1988 ανατ.) 1482 (Μακεδονία 3ος/4ος αι.;). Η μετάφραση του θανάτου μέσω της έννοιας ενός ληστρικού δαίμονα (δαίμων… ἐληίσατο) πρέπει μάλλον να παραπέμπει σε θάνατο υπερβολικά πρόωρο ή αιφνίδιο [37].

Η Μηνοφίλα περιβάλλεται, επίσης, με την ηθική πειθαρχία (εὔτακτος ἀρετὴ) και το οικιακό σύμβολό της, το καλάθι [38] για το μαλλί είναι το σύμβολο της επιμέλειας και του ενάρετου βίου της. Παλαιότερα, βέβαια, το καλάθι για το μαλλί εικονιζόταν στις επιτύμβιες στήλες γυναικών δούλων και θεραπαινίδων, προφανώς για να εκφραστεί η επιμέλειά τους ως προς την εκτέλεση συγκεκριμένης χειρωνακτικής εργασίας· κατά την Ελληνιστική περίοδο όμως χρησιμοποιείται ως σύμβολο του ρόλου της ύπανδρης γυναίκας ως «νοικοκυράς» [39]. Το καλάθι για το μαλλί, ένα παραδοσιακό χαρακτηριστικό, με συχνή την παρουσία του στις στήλες, δεν είναι πλέον, κατά κύριο λόγο, σύμβολο της νοικοκυράς που έκανε την οικιακή της εργασία, αλλά είχε, προφανώς, ευρύτερη σημασία, ως σύμβολο γυναικείας αρετής και υπακοής [40]. Αυτό δεν ισχύει στην περίπτωση της Μηνοφίλας, η οποία πέθανε άγαμη. Ίσως όμως, μέσω του καλαθιού, να γίνεται αναφορά σε συγκεκριμένες γυναικείες αρετές, για τις οποίες η Μηνοφίλα πιθανώς είχε γίνει ξακουστή [41]. Συνεπώς, μπορούμε να συμπεράνουμε, ότι το καλάθι στη στήλη της Μηνοφίλας έχει υποστεί μια αλλαγή στη συμβολική σημασία του και δεν παραπέμπει πλέον αποκλειστικά και μόνο στην επιδεξιότητά της ως προς την οικιακή οικονομία αλλά στην καταξίωσή της [42].

Στη στήλη τονίζεται, επίσης, ότι η συγκεκριμένη κόρη υπήρξε το μοναδικό παιδί των γονέων της και ότι η συνέχεια των γενεών διακόπηκε με τον θάνατό της. Όμως μπορεί οι γονείς της να έχασαν το μοναχοπαίδι τους και συνεπώς να μην μπορούν, πλέον, να καθορίσουν τη συνέχεια των γενεών, ωστόσο η κόρη τους, παρά τον πρόωρο θάνατό της, είναι αθάνατη. Συνεπώς, ο πόθος για απόκτηση σοφίας δεν είναι μόνο μια προσπάθεια για προσωπική ολοκλήρωση αλλά και μια υπέρβαση των ορίων της θνητότητας [43].

Η επιγραφή, επομένως, χρησιμεύει τόσο για να χαρακτηριστεί η Μηνοφίλα ως άτομο όσο και να συντείνει στην αύξηση του κύρους ολόκληρης της οικογένειας, αφού η αθανασία της Μηνοφίλας δεν περιορίζεται μόνο σε αυτή. Σύμφωνα με την αρχαία ελληνική αντίληψη, η συνέχεια των γενεών είναι ένας τρόπος απόκτησης της αθανασίας. Και επειδή οι άνθρωποι δεν κατορθώνουν με δική τους ευθύνη να φθάσουν στο αγαθό και να επιτύχουν την αθανασία, ευρισκόμενοι ενώπιον του μηδενισμού της ύπαρξής τους, που τους απειλεί, προσπαθούν να επιτύχουν την αθανασία με την αναπαραγωγή, αφήνοντας πίσω τους παιδιά για να διαιωνίζεται το είδος τους [44].

Στη στήλη όπως προαναφέραμε, εξαίρεται το γεγονός ότι η Μηνοφίλα υπήρξε το μοναδικό παιδί των γονέων της. Η συνέχεια των γενεών διακόπηκε μεν με τον θάνατο της Μηνοφίλας, αλλά η ιδιαίτερη έμφαση που δίνει η παρούσα επιγραφή στην αθανασία λειτουργεί παρηγορητικά για τους γονείς της Μηνοφίλας [45].

Η επιγραφή όμως, όπως αναφέραμε προηγουμένως, εκτός από τιμητική, είναι και επιτύμβια. Ο στίχος 9 περιλαμβάνει τη γνωστή από την εποχή του Ευριπίδη [47] ευχή, κούφα σοι χθὼν ἐπάνωθε πέσοι, όπου τονίζεται, μέσω της θέσης της, η κεντρική λέξη (κού[φ]α). Η έκφραση κού[φ]α κόνις είναι συνηθισμένη, προκειμένου να αποδώσει την ελαφρότητα του χώματος που τη σκεπάζει.

Την κατακλείδα του ποιήματος αποτελεί η δήλωση ότι η νεκρή άφησε στους επιζώντες γονείς της πόνο και θλίψη, μια έκφραση η οποία ήδη από τους πολύ πρώιμους χρόνους είχε γίνει στερεότυπη. Ενώ αυτό το δεδομένο στα περισσότερα ποιήματα εκφράζεται με τρόπο τυπικό, δηλ. μέσω στερεότυπων εκφράσεων (δάκρυα, πένθος, γόους ἔλιπεν), εδώ η δήλωση αυτή (δάκρυα λείπεις) εξευγενίζεται με ποιητικά και υφολογικά μέσα, όπως το επιφώνημα του πόνου (αἴ), ο τρόπος με τον οποίον ο ποιητής απευθύνεται στους γονείς και το οξύμωρο ἄγονοι δὲ γονεῖς [48]. Με τον τρόπο αυτό ο αναγνώστης θα μπορούσε να συναισθανθεί περισσότερο τους γονείς.

 Για να τονιστεί, λοιπόν, η εξέχουσα προσωπικότητα της Μηνοφίλας και να παραμείνει ανεξίτηλη η μνήμη της στην κοινότητα, ο δήμος των Σάρδεων την τίμησε με δημόσια κηδεία [49]. Αυτή ακριβώς η τιμή είναι που καθιστά την επιγραφή και τιμητική.

 

Η επιτύμβια στήλη της Μούσας (IK Byzantion 128)

 

Στήλη από άσπρο μάρμαρο με ένα τριγωνικό αέτωμα διακοσμημένο με ακρωτήρια. Βρέθηκε στο Βυζάντιο, σήμερα βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Κωνσταντινούπολης (αρ. ευρ. 5029). Στο κέντρο ενός ορθογώνιου ανάγλυφου, μια όρθια γυναίκα, ντυμένη με μακρύ χιτώνα και με το ιμάτιο ανασηκωμένο, ώστε να καλύπτεται το κεφάλι της, στέκεται ενώπιον του θεατή. Το δεξί της χέρι ακουμπά στο στήθος της· με το αριστερό της χέρι κρατάει τις πτυχές του ιματίου της και έναν κύλινδρο. Στα αριστερά της γυναίκας, δύο σκύλοι [50] τείνουν το κεφάλι προς τον κύλινδρο ενώ στα δεξιά της, στέκεται μια μικρή θεραπαινίδα.

Η στήλη και η επιγραφή χρονολογούνται στα τέλη του 2ου ή του 1ου αι. π.Χ.

 

Η επιτύμβια στήλη της Μούσας

 

Κάτω από το ανάγλυφο, βρίσκεται η ακόλουθη επιγραφή.

 

Μοῦσα Ἀγαθοκλέους ἰατρείνη.

 Μούσα του Αγαθοκλή, ιατρός.

 

Το όνομα της εκλιπούσας, Μούσα, έλκει αμέσως την προσοχή. Πιθανότατα, είναι ένα όνομα που δίνει έμφαση στην εκπαίδευση της γυναίκας, αυτό που αργότερα δίνεται από το περιβάλλον της ή υιοθετείται από την ίδια τη γυναίκα [51]. Επρόκειτο, πιθανότατα, για ένα συλλογικό θεωνυμικό, το οποίο ενδεχομένως δόθηκε ως παρωνύμιο σχετιζόμενο με τις ιδιότητες της θανούσας, προκειμένου να δηλωθεί η διάκρισή της στον τομέα της ιατρικής, μιας τέχνης θείας, μιας τέχνης θεόπνευστης. Θα μπορούσε, βέβαια, η εκλιπούσα να φέρει αυτό το προφητικό όνομα από τη γέννησή της.

Το κύριο όνομα Μούσα απαντά σπανιότατα στην Αττική και την Κεντρική Ελλάδα, σπάνια στα νησιά του Αιγαίου, στη Θράκη και στην περιοχή της Μ. Ασίας από την Καρία έως την Κιλικία, συχνά στην Πελοπόννησο και στην περιοχή της Μ. Ασίας από τον Πόντο έως την Ιωνία, από τον 1ο αι. π.Χ. έως τον 3ο αι. μ.Χ.

Το επάγγελμα της εκλιπούσας, ἰατρείνη είναι το θηλυκό γένος του ουσ. ιατρός [52]. Για τη μορφή του ουσιαστικού: τὰ γὰρ διὰ τοῦ ινη μονογενῆ, μὴ γενόμενα ἀπὸ ἐπιθέτων κύρια, ἀποστρέφονται τὴν διὰ τῆς ει διφθόγγου γραφήν· οἷον  Ὠκεανίνηb· Εὐηνίνη· ἰατρίνη, καὶ τὰ ὅμοια [53] και ἰατρίνη= ἰατρὸς γυνὴ παρὰ Γαληνῷ, Ἀλεξάνδρῳ Ἀφροδισιεῖ κ. ἄλλ. [54]. Κατά το LSJ ἰατρ-ίνη [ῑν], ἡ, είναι η μαία. Η λέξη απαντά στις IG II² 4760 κ.α., στον Φλάβιο Ιώσηπο J. Vit. 37, στον Γαληνό 8.414, στον Αλέξανδρο Αφροδισιέα Pr. 2.64, POxy. 1586.12 (iii A.D.). O αττικιστής Αίλιος Διονύσιος [55] αναφέρει ότι δεν είναι ελληνική λέξη. Ο ίδιος χρησιμοποιεί τη λ. ἰατρὸς και για τις γυναίκες [56]. Μεταγενέστερα η γυναίκα ιατρός ονομάζεται ἰατρόμαια [57]. Στον Ησύχιο s.v. μαῖα περὶ τὰς τικτούσας ἰατρός.

Πιθανότατα, μια γυναίκα ιατρός ήταν ειδικευμένη στις γυναικολογικές παθήσεις και τη μαιευτική, αλλά δραστηριοποιούνταν και σε θέματα της γενικής ιατρικής, αφού οι αρχαίες ιατρικές αντιλήψεις υποστήριζαν ότι οι εγκυμοσύνες, οι τοκετοί αλλά και οι γυναικολογικές παθήσεις επηρέαζαν το σύνολο του γυναικείου σώματος. Συνεπώς, ένας (μία) γυναικολόγος της αρχαίας εποχής ήταν σίγουρα ένας γενικός ιατρός που ήταν αφοσιωμένος σε μια, πρωτίστως, γυναικεία πελατεία [58]. Δεν γνωρίζουμε αν οι αρμοδιότητες της γυναίκας ιατρού συνέπιπταν με αυτές της μαίας, διότι οι μαίες, ανήκαν σε μια διαφορετική κατηγορία, αν και συχνά, υπάρχει μια ασάφεια, στο αν ήταν ταυτόχρονα και ιατροί-γυναικολόγοι, όπως θα λέγαμε σήμερα.

Μια επιτύμβια επιγραφή από την Αττική του 4ου αι. π.Χ., αναφέρεται στη Φανοστράτη, που ασκούσε το λειτούργημα της ιατρού και της μαίας. Το λιτό κείμενο της επιγραφής υπαινίσσεται ότι η νεκρή ήταν επιτυχημένη στην άσκηση του επαγγέλματός της και ότι δεν ήταν μια απλή μαία αλλά είχε και γνώσεις ιατρικές. Πληθώρα επιγραφών αποδεικνύουν πόσο σημαντικό ήταν αυτό το αποκλειστικά γυναικείο επάγγελμα: π.χ IG II² 11329 Αττική Ἑρμιόνη χαῖρε, ἀγαθή, σώφρων, ζήσασα καλῶς | ἔτη εἴκοσι πέντε τέχνης μεωτικῆς, Στεφάνου μάγκιπος καὶ | Στεφανίδος ἰατρομέας ἰατρομαίας (MAMA III 292), κ.ά. Υπήρχαν βέβαια και μαίες που ασκούσαν το επάγγελμα ευκαιριακά, όπως μια γυναίκα που αναφέρεται από τον Ευνάπιο, η οποία δεν ολοκλήρωσε το σερβίρισμα ποτών σε κάποιο πανδοχείο, προκειμένου να αναλάβει έναν τοκετό (ΜΑΜΑ ΙΙΙ 604).

Η σχέση μεταξύ του ονόματος Μούσα και του κυλίνδρου που κρατάει η γυναικεία μορφή στο ανάγλυφο δεν θα μπορούσε να είναι τυχαία. Ο κύλινδρος ενισχύει την υποβλητική σημασία του ονόματος καθαυτού, απηχεί τη γνώση και τη σοφία που οι Μούσες μεταβιβάζουν στους θνητούς και, ταυτόχρονα, θεωρούμε ότι υπαινίσσεται τις επαγγελματικές ικανότητες της εκλιπούσας. Πιθανότατα, η Μούσα είχε αποκτήσει ή βελτιώσει τις γνώσεις της, μέσω της ανάγνωσης ιατρικών πραγματειών, έστω και αν φαίνεται ότι η πλειοψηφία των αρχαίων Ελλήνων ιατρών, μάλλον, ακολουθούσε μια πρακτική κατάρτιση παρά μια θεωρητική εκπαίδευση [59]. Ο κύλινδρος λοιπόν που κρατούσε η Μούσα φαίνεται ότι αποτελούσε το εικονογραφικό ισοδύναμο του επιθέτου σοφός που αποδιδόταν σε αρκετούς εκλιπόντες ιατρούς που εξυμνήθηκαν για τις επαγγελματικές τους δεξιότητες. Αποτελεί μαρτυρία του γεγονότος ότι η Μούσα ήταν μια γυναίκα ενδεδυμένη τη σοφία, και αυτή η ιδιότητά της εκφράζεται με τρόπο έμμεσο και οπτικό, με τη βοήθεια του κυλίνδρου.

Γιατί όμως στη στήλη της Μούσας δεν αναγράφηκαν οι όροι σοφία ή σοφός; Βασιζόμενοι στη μέτρια ποιότητα της επιτάφιας στήλης, μπορούμε να βεβαιώσουμε ότι η Μούσα ανήκε στη μεσαία τάξη της πόλης της. Αυτό το στοιχείο τη διαφοροποιεί έντονα από την Μηνοφίλα της προηγούμενης επιγραφής. Αυτό που επιτρεπόταν στην ανώτερη κοινωνική τάξη, δεν επιτρεπόταν απαραίτητα και στις άλλες κοινωνικές τάξεις. Οι κώδικες κοινωνικής συμπεριφοράς σαφώς απαγόρευαν να καταστεί μια γυναίκα –δηλ. ένας πολίτης δεύτερης κατηγορίας– κάτοχος μιας αρετής τόσο ανδρικής και τόσο ευγενούς, όπως η σοφία. Ο κύλινδρος αποτελούσε ένα εύγλωττο μεν, αλλά πολύ πιο διακριτικό εικονογραφικό στοιχείο που δήλωνε τη σοφία της Μούσας [60].

Η συντριπτική πλειοψηφία των γυναικείων επιτύμβιων στηλών μαρτυρεί αυτόν τον έλεγχο, καθώς περιορίζει τα προτερήματα των εκλιπουσών στη σύνεση (σωφροσύνη) ή στην αιδημοσύνη (αἰδώς), υπογραμμίζοντας το πόσο αυτές είχαν υπάρξει «αφοσιωμένες στα καθήκοντά τους» (ἐργάτις, χρηστή) ή «έδειχναν αγάπη στα μέλη της οικογένειά τους» (ἀγαθή, φίλη). Κατά τη Vérilhac, με τον τρόπο αυτό οι Έλληνες προσπαθούσαν να σταματήσουν μια τρέχουσα εξέλιξη, να καθυστερήσουν ή να περιορίσουν την είσοδο των γυναικών στη σφαίρα της δημόσιας ζωής και στους τομείς της ανδρικής δραστηριότητας. Έτσι, λοιπόν, απέφευγαν να αποδώσουν στις εκλιπούσες ένα χαρακτηριστικό ανδρικό όπως η σοφία [61].

 

Η επιτύμβια στήλη της Λυσάνδρας (IK Byzantion 368)

 

Λευκή μαρμάρινη στήλη σε μορφή ναΐσκου, προέρχεται, πιθανότατα, από το Βυζάντιο [62]. Σήμερα βρίσκεται στο Μουσείο J. Paul Getty Malibu, Καλιφόρνια (αρ. ευρ. 75.A.A.49). Το ανάγλυφο παριστάνει μια σκηνή συμποσίου. Ο άνδρας, στα δεξιά, ελαφρά ξαπλωμένος σε ανάκλιντρο, κρατάει με το αριστερό χέρι ένα κύπελλο, ενώ με το άλλο προσπαθεί να τοποθετήσει ένα στεφάνι στο κεφάλι της γυναίκας που βρίσκεται απέναντί του. Αυτή κάθεται σε κλισμό με πλούσια σκαλίσματα [63].

Ένας ανοιχτός πάπυρος, τον οποίο κρατά με το αριστερό της χέρι, είναι τοποθετημένος στα γόνατά της. Εμπρός από το ζευγάρι υπάρχει ένα τραπέζι με φαγητά, ενώ στη δεξιά γωνία παριστάνεται ένας μικρός υπηρέτης σε πένθιμη στάση, και αριστερά ένας μικρός υπηρέτης με ένα καλάθι. Επάνω από το κεφάλι του άντρα, σε ράφι παριστάνονται τέσσερα αντικείμενα: ένα αγγείο, ένας κύλινδρος με παπύρους, δεμένους με ιμάντα και δύο απροσδιόριστης μορφής αντικείμενα.

Η επιγραφή χρονολογείται στα τέλη της Ελληνιστικής περιόδου ή στην αρχή της Ρωμαϊκής (1ος αι. π.Χ. − 1ος αι. μ.Χ.).

 

Η επιτύμβια στήλη της Λυσάνδρας

 

Στο επιστύλιο της στήλης είναι χαραγμένη η παρακάτω επιγραφή.

 

Λ̣υσάνδρα Δώλειος, χαῖρε.

Λυσάνδρα του Δώλειου, γεια σου.

 

Ο λακωνικός χαρακτήρας του κειμένου δεν επιτρέπει να διακρίνουμε με σαφήνεια την προσωπικότητα της εκλιπούσας. Αυτή, εξάλλου, η λακωνικότητα μας προκαλεί έκπληξη, αν τη συγκρίνουμε με τον εικονογραφικό πλούτο της στήλης· σ’ αυτόν ακριβώς τον πλούτο θα πρέπει να στηριχτούμε, για να γνωρίσουμε τη Λυσάνδρα [64] και να προσπαθήσουμε να επιλύσουμε όποια προβλήματα διαπιστώσουμε.

Το πρώτο πρόβλημα είναι η μορφή της γενικής –ειος (Δώλειος), του πατρωνύμου; της Λυσάνδρας, που βεβαιώνεται μεν στο Βυζάντιο από ονομαστική ονόματος σε –ης, αλλά δεν υπάρχει κάποιο άλλο παράδειγμα του ονόματος Δώλης, ούτε μπορεί να είναι το Δόλων [65]. To SEG θεωρεί ότι πρόκειται για παραλλαγή του Θρακικού ονόματος Δόλης/Δούλης [66]. Το όνομα Δώλης δεν απαντά πουθενά στις περιοχές που εξετάζονται από το LGPN. Το όνομα Λυσάνδρα δεν απαντά στην Αττική, στα νησιά του Αιγαίου, την Πελοπόννησο και στην περιοχή της Μ. Ασίας από την Καρία έως την Κιλικία, απαντά σπάνια στην Κεντρική Ελλάδα, ενώ απαντά συχνά στην περιοχή της Μ. Ασίας από τον Πόντο έως την Ιωνία.

Η σκηνή του συμποσίου είναι συχνή στις επιτύμβιες στήλες των ελληνιστικών και αυτοκρατορικών χρόνων, ιδιαίτερη όμως στη συγκεκριμένη στήλη, για δύο λόγους: Η γυναίκα μπαίνει στο προσκήνιο χάρη στον στολισμό του καθίσματός της, το οποίο είναι τοποθετημένο σε πρώτο πλάνο στη σύνθεση, και κατά δεύτερον επειδή παριστάνεται να κρατά έναν κύλινδρο παπύρου [67].

Ο ανοιχτός πάπυρος επάνω στα γόνατα της εκλιπούσας, μας οδηγεί στην εικασία ότι αυτή διακρινόταν στον τομέα της διανόησης. Η σκηνή του συμποσίου εγγράφεται μέσα στο πλαίσιο μιας πλούσιας ιδιωτικής κατοικίας και φαίνεται ότι εξυμνεί, σε τελική ανάλυση, τις προσωπικές αρετές της εκλιπούσας, της σκεπτόμενης κυρίας του σπιτιού που, με τη μόρφωσή της, έδινε χαρά στον σύζυγό της [68].

Ο κύλινδρος ωστόσο δεν επαρκεί από μόνος του για να αποκαλέσουμε τη Λυσάνδρα ποιήτρια. Ωστόσο, η σπανιότητα του κυλίνδρου επάνω σε γυναικείες επιτύμβιες στήλες τον καθιστά ένα εικονογραφικό μοτίβο, το οποίο χρησιμοποιείται σε συγκεκριμένες περιπτώσεις: Από τη στιγμή που τοποθετείται σε γυναικεία χέρια, ο κύλινδρος χαρακτηρίζει την εκλιπούσα ως μεγάλη μορφή της διανόησης, ως γυναίκα εξαιρετικής πνευματικής καλλιέργειας, της οποίας η ζωή διακόπηκε, ίσως, καθώς διάβαζε ιατρικές πραγματείες, φιλοσοφικά κείμενα ή ποιητικά έργα [69].

Σε πολλά μέρη του ελληνιστικού κόσμου οι αυξανόμενες ευκαιρίες για εκπαίδευση των γυναικών και η επικέντρωση του ενδιαφέροντος στο άτομο συνέβαλαν στην ανάδειξη σημαντικών ποιητριών. Μερικές από αυτές ταξίδευαν (poetae vaganti), για να λάβουν μέρος σε εορτές, όπου απήγγελναν τα ποιήματά τους. Μια από αυτές, η Αριστοδάμα, Σμυρναία επική ποιήτρια, τιμήθηκε από την πόλη της Λαμίας, επειδή τη δόξασε με την ποίησή της, καθώς και από την πόλη των Χαλαίων, για τον ίδιο, πιθανώς, λόγο [70]. Άλλες σημαντικές ποιήτριες που περιφέρονταν σε διάφορες πόλεις, παρουσίαζαν την ποίησή τους ή το έργο τους, και τιμήθηκαν από αυτές ήταν η Αλκινόη από το Θρόνιο, πόλη της δυτικής Λοκρίδας, η Γλαύκη από τη Χίο, η Ανύτη από την Τεγέα, η Αριστόδεμις από την Πάφο, η Ηδέα από τις Τράλλεις, η Αριστομάχη από τις Ερυθρές, κ.ά. [71]

Τέλος, η σημασία του στεφανιού της παρούσας στήλης αποκλίνει από τη συνήθη γενική σημασία, αυτήν του χαρακτηριστικού γνωρίσματος ενός λειτουργήματος και πρόκειται, πιθανότατα, για τιμητικό στεφάνι [72].

 

Συμπεράσματα

 

Οι τρεις επιγραφές που εξετάσαμε αναφέρονται σε γυναίκες που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην πνευματική/κοινωνική ζωή της ελληνιστικής Ανατολής· η συμμετοχή σε αυτή δηλώνεται, κατά κύριο λόγο, με γλυπτά σύμβολα.

Ενδιαφέρον προκαλεί το γεγονός ότι και τα τρία αυτά μνημεία προέρχονται από τη Μικρά Ασία, περιοχή γνωστή για την παραχώρηση σημαντικής κοινωνικής θέσης στις γυναίκες. Συνεπώς, δεν είναι τυχαίο ότι οι εικόνες που συσχετίζουν τις γυναίκες και τους κυλίνδρους προέρχονται από αυτή την περιοχή που ευνοούσε περισσότερο τη συμμετοχή των γυναικών στην πνευματική και κοινωνική ζωή.

Πρόκειται για γυναίκες που είχαν τύχει προνομιακής εκπαίδευσης και είχαν απολαύσει εξαιρετικών τιμών. Παρ’ όλα αυτά, η Μούσα και η Λυσάνδρα, της δεύτερης και τρίτης επιγραφής αντίστοιχα δεν χαρακτηρίζονται ως «σοφές». Θα πρέπει λοιπόν να συμπεράνουμε ότι κάποιοι ιδιαίτεροι λόγοι που μας διαφεύγουν, δικαιολογούσαν την, κατ’ εξαίρεση, απόδοση της σοφίας στη Μηνοφίλα.

Αυτό που συμβαίνει γενικά και γίνεται φανερό και εδώ είναι ότι η δημόσια εικόνα των γυναικών ελεγχόταν από τους άνδρες, οι οποίοι, όπως φαίνεται, συνέχιζαν να δίνουν αξία στον παραδοσιακό οικιακό ρόλο των συντρόφων τους, αφού περιόριζαν τα προτερήματα των εκλιπουσών που ανέγραφαν στις στήλες, σε αυτά που αφορούσαν την οικογενειακή ζωή. Με αυτό τον τρόπο προσπαθούσαν να περιορίσουν την είσοδο των γυναικών στη σφαίρα της δημόσιας ζωής και στους τομείς της ανδρικής δραστηριότητας.

 

Υποσημειώσεις


 

[1] Ο Friesen 2004: 325 συνέβαλε σημαντικά στην κοινωνικοοικονομική ανάλυση των περιοχών της Ανατολικής Μεσογείου. Πρότεινε ένα μοντέλο που ονομάζει κλίμακα φτώχειας για να αναλύσει την πρόσβαση στον πλούτο των κατοίκων των πόλεων αυτών. Αυτή η κλίμακα απεικονίζει επτά βαθμίδες πρόσβασης σε οικονομικά αγαθά, που κυμαίνονται από την ανώτερη κοινωνική τάξη έως τους επαίτες. Η κοινωνικοοικονομική κατάσταση διαμορφώθηκε σε μια έντονα ιεραρχική δομή, με το 90% περίπου του πληθυσμού να ζει κοντά στα όρια της φτώχειας. Η ανώτερη κοινωνική τάξη αποτελούσε το 3%, ενώ άλλοι 7% περίπου ήταν επιτυχείς έμποροι ή ιδιοκτήτες μικρών ακινήτων που τους επέτρεπαν να έχουν έσοδα από ενοίκια ή ιδιοκτήτες ειδικευμένων σκλάβων που ανήκαν σε εργαστήρια, και αύξησαν την κερδοφορία των ιδιοκτητών. Οι έμποροι και οι ιδιοκτήτες εργαστηρίων ανήκαν στα μεσαία στρώματα, όπου η επιβίωση δεν ήταν δύσκολη υπόθεση.

[2] Bremen 1996: 193.

[3] Ξενίδου-Schild 2001: 388.

[4] Κριτήρια της έρευνάς μας στην αναζήτηση των επιγραφών της Ελληνιστικής εποχής στη Μ. Ασία ήταν η δήλωση μιας πνευματικής ιδιότητας στο κείμενο και η ύπαρξη γλυπτού κυλίνδρου παπύρου στην επιτύμβια στήλη.

[5] Pfuhl – Möbius 1977: 141 αρ. 418.

[6] Ο Zanker 1995: 212 κ.ε. αναφέρει τα χαρακτηριστικά των ελληνιστικών επιτύμβιων στηλών από τη Σμύρνη: Οι γυναικείες μορφές στέκονται η μία δίπλα στην άλλη, κοιτάζοντας τον θεατή. Πυξίδες, καθρέφτες, αλάβαστρα και χτένες εμφανίζονται σε ένα ράφι ή σε κάποια στήλη στο παρασκήνιο. Η κύρια μορφή δεν ασχολείται με κάποια δραστηριότητα και δεν κρατά κάτι στο χέρι της. Μία, και ουδέποτε περισσότερες από δύο θεραπαινίδες, στέκεται δίπλα στην κύρια μορφή. Ένα ανάγλυφο τιμητικό στεφάνι απεικονίζεται πάνω από τις μορφές, εντός του οποίου υπάρχει η επιγραφή Ὁ δῆμος, ακολουθούμενη, συνήθως, από ένα κύριο όνομα και το πατρώνυμο σε γενική.

[7] Smith 1991: 80, 140.

[8] Τα χαρακτηριστικά του τύπου αυτού είναι: Το αριστερό χέρι της γυναικείας μορφής που λυγίζει στον αγκώνα, ακουμπά στην κοιλιά της και καταλήγει στη δεξιά πλευρά της μέσης. Εκεί στηρίζει ή τουλάχιστο ακουμπά το δεξιό χέρι της, αλλά στη συνέχεια υψώνεται κάθετα ή διαγώνια προς τον αντίστοιχο ή τον αντίθετο ώμο ή προς τον λαιμό. Όσον αφορά τα πόδια, στάσιμο είναι το δεξί σκέλος και άνετο το αριστερό, Μαρκουλίδου 2006: 108.

[9] Verilhac 1985: 89. Οι Pfuhl – Möbius 1977: 141 αρ. 418 χρονολογούν την επιγραφή στα τέλη του 2ου αι. π.Χ. Κατά τον Zanker 1995: 228 οι περισσότερες επιτύμβιες στήλες από τη Σμύρνη χρονολογούνται στο διάστημα 170-100 π.Χ.

[10] Πολλές επιτύμβιες στήλες διασώζουν ένα όνομα και, αρκετά συχνά, το πατρώνυμο ή, στην περίπτωση των γυναικών, το όνομα του συζύγου. Σε πολλές περιπτώσεις καταγράφεται επίσης η εθνικότητα, η πόλη ή η περιοχή γέννησης.

[11] Bielman 2003: 80.

[12] Bielman 2003: 80.

[13] Ο Κλέαρχος (Αθήναιος 448 d-e) υποδιαιρεί τα θεοφορικά ονόματα σε εκείνα που προέρχονται από το όνομα ενός θεού, σε εκείνα που προέρχονται από τα ονόματα περισσoτέρων του ενός θεών, και σε εκείνα που προέρχονται από το όνομα ενός και μόνου θεού, με την προσθήκη ενός επιθήματος σε αυτό, είτε με την προσθήκη ενός στοιχείου-λέξης που φέρει κάποιο νόημα.

[14] Sittig 1911: s.v. Μήνη. Τα θεοφορικά ονόματα επέλεγαν γονείς για τα παιδιά τους, για να τυγχάνουν αυτά της προστασίας της θεότητας της οποίας το όνομα έφεραν.

[15] Coşkun 2011: 155.

[16] Coşkun 2011: 155.

[17] Η εκδοχή αυτή φαίνεται ως η πιθανότερη, διότι στη συγκεκριμένη επιγραφή διαπιστώνονται, με βάση τις προγενέστερες εκδόσεις της, και άλλα λάθη του χαράκτη: χαρίεσσα<ν> (1ος στίχος), <π>ι (3ος στίχος), σοφίᾳ<μ> (4ος στίχος). 

[18] Όταν οι λέξεις βρίσκονται εκτός Έχει διατηρηθεί ο τονισμός του κειμένου.

[19] Pfanner 1989: 176.

[20] Engelen 2000-2002: 109.

[21] Engelen 2000-2002: 111.

[22] Πλάτων Τίμαιος 33b.

[23] Ο Bechtle 1999: 72-73 θεωρεί ότι ο διάλογος του Πλάτωνα Παρμενίδης είχε τόσο μεγάλη σημασία για τους εκπροσώπους του Μέσου Πλατωνισμού και τους Νέο-Πυθαγορείους, ώστε από τον διάλογο αυτόν ανέπτυξαν διεξοδικά τη μεταφυσική ιδέα του ενός ως απαρχή του όλου.

[24] Engelen 2000-2002: 111.

[25] Engelen 2000-2002: 112.

[26] Κατά τον Wilamowitz 1924: 10-11 παρά Merkelbach – Stauber 1998: 04/02/11 πρόκειται για απλογραφία.

[27] Herzog 1936: 340.

[28] Herzog 1936: 340. Το κάλυμμα χρησίμευε για την προστασία των κυλίνδρων, κατά τη φύλαξή τους, και πιο συγκεκριμένα, για συσκευασία ταξιδιού, καθώς το απλό τύλιγμα δεν μπορούσε να προστατέψει τους κυλίνδρους από το «πατίκωμα». Ο τρόπος παράστασης του παπύρου στη στήλη, ίσως δεν είναι τυχαίος, διότι, πιθανότατα, υποδηλώνει ότι η Μηνοφίλα ταξίδευε, δίνοντας διαλέξεις. Σε αυτό συνηγορεί η ανάγλυφη παράσταση του παπύρου στη στήλη της Λυσάνδρας (βλ. παρακάτω), όπου αυτός δεν βρίσκεται σε προστατευτική θήκη αλλά είναι τοποθετημένος ανοιχτός στα γόνατά της, εκτός εάν ο τρόπος παράστασης του παπύρου στη στήλη της Μηνοφίλας αποτελεί «γλυπτική» σύμβαση.

[29] Bielman 2003: 79.

[30] Την εποχή αυτή αναδεικνύεται ένα νέο ηθικό ιδεώδες: Τον ήρωα των αρχαίων χρόνων και τον πολίτη τη κλασικής περιόδου διαδέχεται τώρα ο σοφός πολίτης, Lévêque 2003: 150.

[31] Σχετικά με την παρουσία των λέξεων σοφός/σοφία στις ελληνικές επιτύμβιες επιγραφές, δώδεκα μόνο, από όσο γνωρίζουμε, συσχετίζουν το ουσιαστικό σοφία ή το επίθετο σοφός με γυναίκα και δέκα από αυτές τις δώδεκα περιπτώσεις χρονολογούνται στους αυτοκρατορικούς χρόνους, με τον 3ο αι. μ.Χ. να κυριαρχεί. Αυτό σημαίνει ότι, μεταξύ της αρχαϊκής εποχής και του τέλους της Ελληνιστικής, μόνο δύο γυναίκες θεωρήθηκαν άξιες να κατέχουν τη σοφία. Η μία είναι η Μηνοφίλα της παρούσας επιγραφής. Η άλλη είναι μια ανώνυμη του 4ου αι. π.Χ., Bielman 2003: 85. Η επιτύμβια στήλη της βρίσκεται σήμερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας και φέρει το εξής κείμενο: [το όνομα της νεκρής τ]όδε σῆμα ἀγαθῆς ἢ πᾶσι | [ποθεινὴ] [σ]ωφροσύνης ἀρετ[ῆς εἵνεκα | καὶ] σοφίας, Peek 1988 ανατ. 81, 2 (Αθήνα 4ος αι. π.Χ.).

[32] Richter 1979: 54.

[33] Πλάτων Συμπόσιον 208e-209e.

[34] Στεφανηφόρος ονομαζόταν ο επώνυμος άρχοντας των Σάρδεων πριν από το 133 π.Χ., έτος που ο τελευταίος βασιλιάς του Περγάμου Άτταλος Γ΄ ο Φιλομήτωρ-Ευεργέτης (138-133 π.Χ.), γιος του Ευμένη Β΄, με τη διαθήκη του όρισε τη Ρώμη κληρονόμο του κράτους του Περγάμου. Μετά τη χρονολογία αυτή, ο επώνυμος των Σάρδεων και ο ιερέας της Ρώμης ήταν συν-επώνυμοι. Από επιγραφή (OGIS, 437) όμως, φαίνεται ότι σημειώθηκε μια περίοδος μερικών ετών, κατά την οποία ο στεφανηφόρος και ο ιερέας της Ρώμης υπήρχαν ταυτόχρονα, Troisi 1999: 61. Επίσης, σε επιγραφή των Σάρδεων (Sardis 93) είτε το ίδιο πρόσωπο (Αλέξαρχος), κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους, αλλάζει τίτλο (ἐπὶ ἱερέως της Ῥώμ[ης Ἀλε]ξάρχου . . .ἐπὶ στε[φ]αν[η]φόρ[ου] Ἀλεξάρχου . . .) είτε αυτό συμβαίνει σε δύο διαδοχικά έτη, Sherk 1992: 244 αρ. 160.

Το αξίωμα του στεφανηφόρου ήταν κυρίως ανδρικό αξίωμα, ωστόσο στους μεταγενέστερους χρόνους το αναλάμβαναν και γυναίκες,. Ήταν ετήσιο επώνυμο αξίωμα το οποίο υποχρέωνε αυτούς που το κατείχαν να υποβάλλονται σε τεράστιες δαπάνες προς όφελος της κοινότητας, κυρίως, υπό τη μορφή θυσιών και δημόσιων δείπνων, Bielman 2003: 80. Από αυτό γίνεται σαφές ότι οι στεφανηφόροι έπρεπε να ανήκουν στην ανώτερη κοινωνική τάξη.

[35] Sherk 1992: 244 αρ. 160. Για τα τιμητικά ψηφίσματα που απευθύνονταν σε πολιτικά δραστήριες γυναίκες πβ. Pleket, 1973: 154. Δεν είναι σπάνιες οι αναπαραστάσεις στεφάνων προς στεφανηφόρους, επάνω σε τιμητικές επιγραφές, πρβ. Sauciuc 1911: 161 κ.ε.

[36] Schmitt 1991: 140.

[37] Richter 1979: 55.

[38] Το καλάθι, που ονομαζόταν και τάλαρος, χρησίμευε για τη φύλαξη του μαλλιού. Η κατεργασία του μαλλιού ήταν σχεδόν αποκλειστικά γυναικεία απασχόληση και διεκδικούσε το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας, ενώ «η Ανατολή, όπως η Ελλάδα και η Ρώμη, δεν έδινε σε καμία ιδιότητα μεγαλύτερη αξία για τη νοικοκυρά από την αξία που έδινε στην επιδεξιότητα στο γνέσιμο και την ύφανση»· αυτό αποτελούσε δείκτη αξιολόγησης της επιμέλειας των γυναικών ως νοικοκυρών, Richter 1979: 55.

[39] Schmitt 1991: 140.

[40] Zanker1995: 223.

[41] Στην Μικρά Ασία, περισσότερο συνηθισμένα γλυπτά σύμβολα σε επιγραφές που αναφέρονται σε γυναίκες είναι το καλάθι, η ρόκα και το αδράχτι παρά η χτένα, ο καθρέφτης και το μπουκαλάκι με το άρωμα ή η κοσμηματοθήκη, Vérilhac 1985: 95.

[42] Bielman 2003: 88.

[43] Engelen 2000-2002: 118.

[44] Πλάτων Συμπόσιον 208b.

[45] Engelen 2000-2002: 115.

[46] Schmitt 1991: 138-139.

[47] Ευριπίδης Ἄλκηστις 463.

[48] Richter 1979: 55.

[49] Bielman 2003: 80.

[50] Κατά τη Samama 2003: 414 αρ. 310 υποσ. 26 η παράσταση των σκύλων στη στήλη, δίπλα στην ιατρό Μούσα, πιθανότατα, υπαινίσσεται τη σχέση της Μούσας με τον Ασκληπιό, αφού ο σκύλος ήταν από τα αγαπημένα ζώα του θεού αυτού.

[51] IK Byzantion 128.

[52] Στην Ελληνιστική περίοδο οι γυναίκες άρχισαν να σπουδάζουν και επισήμως την ιατρική επιστήμη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Αγνοδίκη, η πρώτη γυναίκα μαιευτήρας στην Αθήνα, η οποία σπούδασε κοντά στον Ηρόφιλο, πιθανώς, το τελευταίο τέταρτο του 4ου αι. π.Χ., Υγίνος Fabulae 274.10-11, σ. 167.

[53] Cramer 1835: 170-171.

[54] Μαυροφρύδης 1871: 487.

[55] Erbse 1950: 123.

[56] Firatli1964: 175.

[57] Firatli 1964: 176.

[58] Bielman 2003: 98.

[59] Bielman 2003: 97.

[60] Bielman 2003: 99.

[61] Bielman 2003: 89.

[62] IK Byzantion 368.

[63] Ο κλισμός, κατά κανόνα, είναι έπιπλο χωρίς γλυπτό διάκοσμο, του οποίου η χάρη και η ομορφιά βασίζoνται στις αναλογίες και τις γραμμές του. Πρόκειται για αναπαυτικό κάθισμα, πιο απλό από τον θρόνο, αλλά πιο πολυτελές από τον δίφρο.

[64] Bielman 2003: 100.

[65] BE 1989: 41.

[66] SEG 38: 729.

[67] Bielman 2003: 99.

[68] Bielman 2003: 99.

[69] Bielman 2003: 100.

[70] Rutberford 2009: 237-238.

[71] Rutberford 2009: 241-243.

[72] Schmitt 1991: 140.

 

Βιβλιογραφία


 

Ξενόγλωσση

 

  • Bain K. (2014). Women’s socioeconomic status and religious leadership in Asia Minor in the first two centuries C.E. Minneapolis: Fortress Press.
  • Bechtle G. (1999). The anonymous commentary on Plato’s «Parmenides«. Bern: Paul Haupt.
  • Bielman A. (2003). «Une vertu en rouleau ou comment la sagesse vint aux Grecques» στο F. Stolba − A. Bielman – O. Bianchi, Les femmes antiques entre sphère privée et sphère publique. Actes du Diplôme d’Études Avancées, Universités de Lausanne et Neuchâtel. Echo v. 2. Frankfurt am Main: Peter Lang.
  • Bremen R. van (1996). The limits of participation: Women and civic life in the Greek East in the Hellenistic and Roman periods. Amsterdam: J. C. Gieben.
  • Cramer J. A. (1835). Anecdota Graeca e codd. ms. bibliothecarum Oxoniensium, v. 2. Oxonii: E Typographeo Academico.
  • Cumont F. (1942). Recherches sur le symbolisme funéraire des romains. Paris: Librairie Orientaliste Paul Geuthner.
  • Erbse H. (1950). Untersuchungen zu den attizistischen Lexika. Berlin: Akademie-Verlag.
  • Firatli N. (1964). «Les stèles funéraires de Byzance gréco-romaine» στο Bibliothèque Archeologique et Historique d’Instabul, v. XV. Paris: A. Maisonneuve.
  • Friesen S. J. (2004). «Povery in Paulne Studies: Beyond the So-called New Consensus». Journal for the Study of the New Testament 26 αρ. 3, 323-361.
  • Herzog R. (1936). “Catulliana”, Hermes 71, 338-350.
  • IK Byzantion. Lajatar A. (2000). Die Inscriften von Byzantion I. Bonn (Dr. R. Habelt GMBH).
  • Merkelbach R. – Stauber J. (1998). Steinepigramme aus dem griechischen Osten. Band 1. Stuttgart: B.G. Teubner, 1998.
  • Peek W. (1988 ανατ.). Greek Verse Inscriptions. Epigrams on Funerary Stelae and Monuments, with an Index to the First Words of the Epigrams and a Concordance with G. Kaibel Epigrammata etc. [1η έκδ. 1955]. Chicago.
  • Pfanner Μ. (1989). “Ein Relief in der Münchner Glyptothek und Überlengungen zu Einigen Bemerkenswerten Aspekten hellenistischer Grabliefs”. MDAI (A) 104, 165-196.
  • Pfuhl Ε. − Möbius Η. (1977). Die Ostgriechischen Grabreliefs, Textband I. Mainz am Rhein: Von Zabern.
  • Pleket H. W. (1973). Griekse Epigrammen op steen en de «Histoire des Mentalités», στο Handelingen van het XXIX’ Vlaams Filologencongres, 145-159.
  • Pomeroy S. B. (1977). «Technikai kai Mouskai». The Education of Women in the Fourth Century and in the Hellenistic Period. American Journal of Ancient History 2, 51-68.
  • Richter J. (1979). Das Lob der Frau im Vorchristlichen Grabepigramm der Griechen. Innsbruck: Universitätsverlag Wagner.
  • Rose H. I. (1963). Hygini Fabulae. Lugduni Batavorum: in aedibus A.W. Sythoff.
  • Sardis. Buckler, Hepburn W., and Robinson D. M. (1932). Sardis, VII. Greek and Latin Inscriptions, Part I. Leiden.
  • Samama É. (2003). Les médecins dans le monde grec: sources épigraphiques sur la naissance d’un corps medical. Genève: Librairie Droz.http://epigraphy.packhum.org/book/533?location=1223
  • Sauciuc Th. (1911). “Eine Stephanophoreninschrift aus Syros”. MDAI (A) 36, 157-162.
  • Schmitt S. (1991). Hellenistische Grabreliefs: typologische und chronologische Beobachtungen. Köln: Böhlau.
  • Sherk R. (1992). “The eponymous Officials of Greek Cities, IV. The register part III: Thrace, Black Sea Area, Asia Minor”. ZPE 93, 223-272.
  • Sittig E. (1911). De Graecorum nominibus theophoris. Halis Saxonum: M.    Niemeyer.
  • Troisi F. F. (1999). «Menophila di Sardi, stephanephóros» στο Pani M. Epigrafia e territorio. Politica e società. Temi di antichità romane. Bari: Edipuglia, v. V, 59-62.
  • Vérilhac Α. Μ. (1985). «La femme dans le monde méditerranéen» στο Travaux de la Maison de l’Orient αρ. 10, 19.
  • Zanker P. (1995). “The Hellenistic Grave Stelai from Smyrna: Identity and Self-image in the Polis” στο A. Bullock ed., Images and Ideologies.

 

Ελληνόγλωσση/Μεταφρασμένη Βιβλιογραφία

 

  • Fantham E. – Foley H. P. – Kampen N. B. – Pomeroy S. B. – Shapiro H. A. (2004). Οι γυναίκες στον αρχαίο κόσμο, μτφρ. Κ. Μπούρας, επιμ. Ε. Γκαστή [τίτλος πρωτοτύπου Women in the classical world: image and text. New York: Oxford University Press, 1995].
  • Lévêque P. (2003). Ο Ελληνιστικός Κόσμος, μτφρ. Μ. Παπαηλιάδη [τίτλος πρωτ. Le monde hellénistique. Paris: A. Colin 1969].
  • Μαρκουλίδου Α. (2006). Pudicitia (διατρ.).
  • Μαυροφρύδης Δ. (1871). Δοκίμιον ιστορίας της ελληνικής γλώσσης. Εν Σμύρνη: Εκ του Τυπογραφείου της Αμαλθείας.
  • Ξενίδου-Schild B. (2001). Οι Γυναίκες στην Ελληνική Αρχαιότητα. Αθήνα: Ερμής.

 

Γεωργία Κ. Κατσαγάνη

Δρ. Κλασικής Φιλολογίας

 

Διαβάστε ακόμη:

 

Το Λογιστικόν και Ελεγκτικόν Συμβούλιον της Καποδιστριακής Πολιτείας: Η πρώτη Ελληνική Διοικητική Αρχή με σημαντικούς βαθμούς ανεξαρτησίας από την Κεντρική Διοίκηση

$
0
0

Το Λογιστικόν και Ελεγκτικόν Συμβούλιον της Καποδιστριακής Πολιτείας:  Η πρώτη Ελληνική Διοικητική Αρχή με σημαντικούς βαθμούς ανεξαρτησίας από την Κεντρική Διοίκηση – © Θεόδωρος Δεβενές. 


 

 «Η Ελλάς ευρίσκεται εις τον ΙΒ΄ ή τον ΙΓ΄ αιώνα. Και άπασαι αι προσπάθειαι της Κυβερνήσεως ή αν επιθυμείτε του νομοθέτου οφείλουν να τείνουν εις το να την οδηγήσουν εις τον παρόντα αιώνα». 

Καποδίστριας προς Εϋνάρδο – Ναύπλιο, 9/21 Ιουλίου 1831.

 

      «… ωστόσο εμείς δεν θεμελιώνουμε την πόλη αποβλέποντας σε αυτό, πώς δηλαδή μία κοινωνική ομάδα θα είναι ιδιαίτερα ευτυχισμένη, αλλά πώς ολόκληρη η πόλη θα ευτυχεί όσο το δυνατόν περισσότερο».

         Πλάτων, «Πολιτεία» – βιβλίο Δ΄, 419a (μετάφραση: N. M. Σκουτερόπουλος).  

                       

Η καποδιστριακή περίοδος παρουσιάζει εξαιρετικό ερευνητικό ενδιαφέρον, αφού τότε σημειώθηκε η πρώτη σοβαρή προσπάθεια δημιουργίας κράτους δικαίου στον ελληνικό χώρο. Διατυπώθηκαν επίσης και υπηρετήθηκαν στην πράξη, όσο αυτό ήταν δυνατόν, οι βασικές κατευθυντήριες αρχές για την ένταξη των Ελλήνων – μακροπρόθεσμα – στη χορεία των πολιτικά και οικονομικά ανεπτυγμένων εθνών. Η προσπάθεια αυτή, που καταβλήθηκε εκ του μηδενός, αναμετρήθηκε με αντιλήψεις και νοοτροπίες που δεν συμβάδιζαν μεν με την τότε ευρωπαϊκή πραγματικότητα, παρέμεναν όμως πολύ ισχυρές στους κόλπους των ηγετικών στρωμάτων της κοινωνίας. Επιπλέον, έλαβε χώρα εν μέσω πολεμικών επιχειρήσεων (τη διετία 1828-29) και διπλωματικών διεργασιών που απειλούσαν τα ελληνικά δίκαια με οριστικό παραγκωνισμό. Υπενθυμίζεται ότι στο πρωτόκολλο της 6ης Ιουλίου 1827 που είχαν συνυπογράψει Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία και Ρωσία, δεν υπήρχε πρόβλεψη για ανεξάρτητο ελληνικό κράτος.

 

  1. Εισαγωγή

Στη χώρα που έρχεται να κυβερνήσει ο Ιωάννης Καποδίστριας τον Ιανουάριο του 1828, έχει συντελεσθεί δραματική μείωση του πληθυσμού. Οι απώλειες του ενεργού πληθυσμού στις  περιοχές που απετέλεσαν από το 1830 το νέο κράτος, υπερβαίνουν το 1/3. Από τη σύγκριση μεταξύ των στοιχείων του 1828 και αυτόν της προεπαναστατικής περιόδου, προκύπτει ότι ο πληθυσμός Πελοποννήσου, Ευβοίας, Τρικάλων, Ναυπάκτου, Μεσολογγίου, Άρτας και Νήσων (μαζί με Κρήτη, Σάμο και Χίο) έχει μειωθεί συνολικά κατά 38% (1.106.500 κάτοικοι, έναντι 1.791.500).

Από τις περιοχές που προαναφέρονται, ο πληθυσμός ειδικότερα της Πελοποννήσου έχει μειωθεί κατά 20%, του Μεσολογγίου κατά 45% και της Ναυπάκτου κατά 28%. Το οικιστικό κεφάλαιο έχει πλήρως καταστραφεί, ενώ πλήθος προσφύγων έχει σωρευθεί στις ελεύθερες περιοχές χωρίς κάποιο μέσο βιοπορισμού.

Οι μακροχρόνιες εχθροπραξίες έχουν παραλύσει την οικονομική ζωή. Οι κατοχικές τουρκοαιγυπτιακές δυνάμεις από τη μία και οι επαναστατικές δυνάμεις από την άλλη με τις αυθαίρετες συμπεριφορές  των αρχηγών τους προς τους κατοίκους της υπαίθρου, καθιστούν αβέβαιη την κατάληξη κάθε δραστηριότητας.  Τακτικά δημόσια έσοδα δεν υπάρχουν, αφού η διασπάθιση του δημόσιου χρήματος εκ μέρους των προυχόντων είναι συστηματική. Τα έσοδα από τα λιμενικά δικαιώματα έχουν ουσιαστικά μετατραπεί σε ιδιωτικά, ενώ οι δημογεροντίες είναι συχνά εστίες διαφθοράς, τελώντας υπό την προστασία των κατά τόπους ισχυρών. Η ελληνική πειρατεία έχει εξελιχθεί σε μάστιγα της Μεσογείου – μόνο οι Σπέτσες συμμετέχουν με περισσότερα από τριάντα πλοία. Έχουν  μάλιστα συσταθεί και μετοχικές εταιρείες, των οποίων μέλη (μεταξύ άλλων) είναι υπουργοί των επαναστατικών κυβερνήσεων και προεστοί των νησιών, ενώ το ίδιο το δικαστήριο των λειών αποτελείται από πειρατές και συνεταίρους τους. Διάτρητο και το σύστημα μισθοδοσίας και προμηθειών του στρατού: οι οπλαρχηγοί παρουσιάζουν καταστάσεις για 35.000 ενόπλους, ενώ αυτοί δεν υπερβαίνουν τις 15.000.

Ιωάννης Καποδίστριας, Λιθογραφία, ΑΒ ΕΒ Venezia. Lit. Deye.

Εκτεταμένη νόθευση των Εθνικών Λογαριασμών εξάλλου έχει καταγράψει η αρμόδια Επιτροπή, με πόρισμά της προς τη Συνέλευση της Τρoιζήνας (1827). Ακόμη, από τα 50.000.000 και πλέον γρόσια που συγκεντρώθηκαν από τις πολιορκίες και καταλήψεις των εχθρικών φρουρίων, δεν έχει αποδοθεί σχεδόν τίποτα στο Δημόσιο Ταμείο. Τοπικές κοινωνίες επαίρονται ότι η περιοχή τους ποτέ δεν πλήρωσε φόρους, και ούτε θα επιτρέψουν ποτέ να καθιερωθεί γενική φορολόγηση. Η ατμόσφαιρα γενικευμένης ανομίας επισφραγίζεται από την πρακτική των κυβερνήσεων και των πληρεξουσίων του Έθνους να δίνουν προτεραιότητα στη μισθοδοσία βουλευτών και υπαλλήλων. Επιπρόσθετα, η κακή διαχείριση των δύο δανείων της περιόδου 1824-25 έχει αποκλείσει κάθε δυνατότητα δανεισμού από τα ξένα χρηματιστήρια. Τον Ιανουάριο του 1828 η νέα κυβέρνηση αντιμετωπίζει εξωτερικό χρέος 2.800.000 στερλινών και εσωτερικό που ανέρχεται σε 30.000.000 φράγκα περίπου.

Για την αντιμετώπιση της κατάστασης που παρέλαβε, ο Καποδίστριας εφαρμόζει άμεσα πολιτική αυστηρών οικονομιών, συνδυασμένη με την εκμετάλλευση κάθε εσωτερικού πόρου που μπορεί να εντοπισθεί. Εγκαθιδρύει σύστημα προμηθειών στις ένοπλες δυνάμεις, προβαίνει σε παραδειγματική τιμωρία των καταχραστών και επιβάλλει ισότητα στη φορολογία. Ακόμη, πετυχαίνει αναθέρμανση της οικονομικής δραστηριότητας με την εξάλειψη της πειρατείας (από τον πρώτο μήνα κιόλας) και την καταπολέμηση της ληστείας. Στην αναθέρμανση αυτή συντείνει και η προοδευτική επιστροφή των κατοίκων στις εστίες τους, που κατορθώνεται μ΄ ένα συνδυασμό κυβερνητικής πειθούς και οικονομικών κινήτρων. Με την εφαρμογή των πολιτικών αυτών, τα δημόσια έσοδα του πρώτου οικονομικού έτους της διακυβέρνησής του (από Φεβρουάριο 1828 έως και Απρίλιο 1829), είναι αυξημένα κατά 240% σε σχέση με τα κανονικά έσοδα του 1823 (8.539.667 γρόσια έναντι 3.578.200). Στον προϋπολογισμό δε του δεύτερου έτους, εμφανίζονται αυξημένα κατά 81%. Τα στοιχεία αυτά παρουσιάζονται αναλυτικά στην Δ΄ Εθνική Συνέλευση, για πρώτη φορά ενώπιον εθνικών αντιπροσώπων.

Μετά την εδραίωση της «Ελληνικής Πολιτείας», που επιβεβαιώνεται με τα ψηφίσματα της Εθνικής Συνέλευσης, η κυβερνητική δραστηριότητα σταδιακά κλιμακώνεται: Η Διοίκηση ενημερώνει αδιάλειπτα τις δημόσιες υπηρεσίες με εγκυκλίους, παρακολουθεί επισταμένως τα προβλήματα που ανακύπτουν και παρεμβαίνει καίρια για την επίλυσή τους, με υποδείξεις και νεότερες οδηγίες. Από την έρευνα συνάγεται επίσης ότι υπήρχε συνεχής αξιολόγηση του προσωπικού. Η βελτιωτική προσπάθεια αφορά και το σύστημα δημοσιονομικού ελέγχου,  που εμπλουτίζεται με θεσμούς που προκαλούν και σήμερα εντύπωση, όπως ο Γενικός Επιθεωρητής Λιμένων, ο Επιθεωρητής Στρατού και ο Επιθεωρητής Τελωνείων Aργολικού κόλπου. Το σύστημα αυτό αποκτά την κορωνίδα του τον Σεπτέμβριο 1829, με την ίδρυση μίας ιδιαίτερης για τα δεδομένα της εποχής της Αρχής – της πρώτης με σημαντικούς βαθμούς ανεξαρτησίας από την Κεντρική  Διοίκηση στα ελληνικά διοικητικά χρονικά. Ονομάσθηκε Λογιστικόν και Ελεγκτικόν Συμβούλιον.

 

  1. ΤΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΟ ΚΑΙ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

α) Η θέσπιση 

 

Η νέα Αρχή δημοσιονομικού ελέγχου θεσμοθετείται με την αριθ. 14301 Πράξη της Κυβέρνησης (σύμφωνα με το ΛΔ΄ Ψήφισμα της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης), που δημοσιεύεται στην Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος στις 18 Σεπτεμβρίου [1].  Σύμφωνα με την Πράξη αυτή, το Συμβούλιο συγκροτείται από μέλη που διορίζονται από την Κυβέρνηση, ενώ οι λειτουργίες που επιτελεί και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, ορίζονται ως εξής:

  • Δεν υπόκειται στην εξουσία Υπουργού (:«είναι ανεξάρτητον από το Υπουργικόν σώμα»). Αναφορά πεπραγμένων δίνει απευθείας στον Αρχηγό του Κράτους και μόνο σ΄αυτόν.
  • Έχει την αρμοδιότητα αναθεώρησης των δημοσίων οικονομικών από τις 6 Ιανουαρίου 1828 (ημερομηνία έλευσης του Κυβερνήτη στην Ελλάδα) έως το τέλος Σεπτεμβρίου 1829.
  • Εξακολουθεί να έχει την ίδια αρμοδιότητα και για τους λογαριασμούς εσόδων και εξόδων του Κράτους από 1ης Οκτωβρίου 1829 και μετά.
  • Είναι αρμόδιο να διενεργεί τον τελευταίο έλεγχο των λογαριασμών (:«θέλει επαγρυπνεί τελευταίον»), ώστε να αποφεύγονται καταχρήσεις ή σφετερισμοί χρημάτων.
  • Έχει την εξουσία να διενεργεί ή να διατάσσει επιθεωρήσεις και να καλεί τους Υπουργούς για περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τους υποβληθέντες λογαριασμούς των Υπουργείων, ή και για άλλα θέματα της αρμοδιότητας του Συμβουλίου. Η Επιτροπή Οικονομίας και το Γενικό Φροντιστήριο υποχρεούνται να παραδώσουν τα αρχεία τους στο Συμβούλιο.
  • Ενημερώνει κάθε μήνα τον Γενικό Ταμία του Κράτους με λεπτομερή κατάλογο εισερχομένων και εξερχομένων χρηματικών ποσών.
  • Χορηγεί βεβαίωση (:«επίσημο εξοφλητικό») στον κάθε Υπουργό, μετά την θεώρηση των λογαριασμών του Υπουργείου του.
  • Προτείνει μέτρα βελτίωσης των δημοσίων οικονομικών.

Με την ανωτέρω Πράξη ορίζεται ότι οι εργασίες του Συμβουλίου θα ξεκινήσουν την 1η Οκτωβρίου.

Δημοσιεύονται επίσης  στην Γενική Εφημερίδα οι μηνιαίες απολαβές του Προέδρου και των μελών του. Πρόεδρος ορίζεται ο Γεώργιος Σπανιολάκης (μετέπειτα Γενικός Επίτροπος  του Ελεγκτικού Συνεδρίου) και μέλη οι Χ. Οικονομίδης και Κ. Τασσίκας. Από έγγραφο μισθοδοσίας του Συμβουλίου προς την Επιτροπή Οικονομίας, γνωρίζουμε ότι τη σύνθεσή του συμπλήρωναν δύο πάρεδροι και δύο μαθητευόμενοι. Μόνο ένας μικρός αριθμός εγγράφων του Συμβουλίου έχει διασωθεί. Πιθανόν αυτό να οφείλεται στην καταστροφή των αρχείων του Ελεγκτικού Συνεδρίου το 1893 μετά από απόφαση της Διοίκησής του [2], ή, το πιθανότερο, στην μη τήρηση οργανωμένων αρχείων για μεγάλο διάστημα της ύπαρξης του ελληνικού κράτους. Συγκεκριμένα, σε 207 φακέλους των Γενικών Αρχείων του Κράτους (Γ.A.K.) που καλύπτουν την περίοδο Οκτωβρίου 1829 – Σεπτεμβρίου 1831 και περιέχονται στην ψηφιακή συλλογή «Αρχειομνήμων», φυλάσσονται συνολικά 98 έγγραφα του Συμβουλίου.

Τα 52 από αυτά βρίσκονται στα αρχεία της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης (στο εξής: Γ.Γ.Κ.),  και τα 46 στα αρχεία της Επιτροπής Οικονομίας (στο εξής: Ε.Ο.) [3]. Μαζί με έγγραφα που υπογράφονται από τον Καποδίστρια, τον Πρωθυπουργό και Υπουργό Εσωτερικών Ν. Σπηλιάδη (Γραμματεία της Επικρατείας), ή τα μέλη της Επιτροπής Οικονομίας (δηλ. του Υπουργείου Οικονομίας, που διοικούνταν από τριμελή Επιτροπή), συγκροτούν ένα σώμα αξιόπιστων μαρτυριών για την δράση του συλλογικού αυτού οργάνου. Στη συνέχεια  παρατίθεται ένα απάνθισμα του ανευρεθέντος υλικού.

 

β)  Το Χρονικό

1829

 

– 1 Οκτωβρίου: Ο χρονικός προγραμματισμός τηρείται απόλυτα. Με το αριθ. 6 έγγραφό του, τo Συμβούλιο απευθύνει αίτημα προς την Επιτροπή Οικονομίας για την χορήγηση των απαραίτητων ποσοτήτων χαρτιού για τις αναφορές και τα σχέδια εγγράφων που θα συντάσσει. Με το αριθ. 9 έγγραφό του της ίδιας ημέρας, ζητεί από τον Ταμία της Ελλάδος (Ι. Δομπόλης) να του αποστείλει αντίτυπα και αντίγραφα των ψηφισμάτων και των διαταγμάτων με τα οποία ρυθμίζεται η λειτουργία του Γενικού Ταμείου (Ε.Ο.,Φακ.064/434 κ΄007.jpg αντίστοιχα).

– 21 Δεκεμβρίου: Τα πρώτα σοβαρά δείγματα γραφής του Συμβουλίου δίνονται με την αριθ. 28 αναφορά του προς Καποδίστρια, σχετικά  με τους λογαριασμούς δαπανών των προσωρινών Διοικητών Δυτικής Σπάρτης, Λακεδαίμονος και Πραστού, Κορινθίας, Μονεμβασιάς, Αίγινας, καθώς και του Γραμματέα (Υπουργού) των Εξωτερικών. Στους λογαριασμούς των Διοικητών η έρευνα του Συμβουλίου αναδεικνύει πλήθος λαθών, παρατυπιών ή παραλείψεων, όπως: έλλειψη αποδεικτικών εγγράφων για διενεργηθείσες δαπάνες, υπέρβαση του θεσπισμένου ορίου μισθοδοσίας σε ορισμένες περιπτώσεις, μη εγκεκριμένοι διορισμοί προσωπικού, μη επικυρωμένα παραστατικά δαπανών. Ακόμη επισημαίνει ότι, με εξαίρεση την Δημογεροντία Αίγινας, οι υπόλοιπες δεν αναφέρουν τίποτα για τα δικαστικά δικαιώματα των ειρηνοδικείων που έχουν εισπράξει. «Όσον αφορά τον λογαριασμό του Γραμματέα Εξωτερικών, οι επισημάνσεις αντανακλούν το πνεύμα οικονομίας του Κ.: η δαπάνη για την μεταφορά των αρχείων του Υπουργείου κρίνεται υπερβολική, ενώ τονίζεται ότι η Διοίκηση δεν είναι υποχρεωμένη να πληρώνει τα έξοδα «των πραγμάτων των υπαλλήλων». Το Συμβούλιο γνωμοδοτεί να μην εγκριθούν οι δαπάνες αυτές. Όλες οι ανωτέρω παρατηρήσεις, είναι ενδεικτικές για την κατάσταση που κλήθηκε να αντιμετωπίσει ο ελεγκτικός μηχανισμός της εποχής (Γ.Γ.Κ., Φακ.228/251-3.jpg).

 

1830

 

– 15 Ιανουαρίου: Με το αριθ. 919 έγγραφό της, η Γραμματεία της Επικρατείας  εκθέτει στον Καποδίστρια αίτημα του Διευθυντή της Ταχυδρομικής Υπηρεσίας Ύδρας σχετικά με την οικονομική κάλυψή του για δαπάνη που κατέβαλε ο ίδιος, προκειμένου να εξοφληθούν λογαριασμοί του αστυνόμου του νησιού. Το ποσό έχει εκταμιευθεί στο διάστημα 8 Μαΐου – 9 Αυγούστου 1829. Από το έγγραφο συνάγεται ότι το αίτημα έχει απορριφθεί επανειλημμένα από τον  Έκτακτο Επίτροπο Ύδρας λόγω της έλλειψης των σχετικών αποδεικτικών, και ακόμη, ότι η Επιτροπή Οικονομίας έχει κρίνει την ανωτέρω υπόθεση ως ανεπίδεκτη επεξεργασίας. Αφού τονίσει ότι είναι σύνηθες φαινόμενο η απουσία αποδεικτικών παλαιών λογαριασμών, η Γραμματεία παραθέτει την άποψη του Συμβουλίου – προφανώς για να παρακαμφθεί ο σκόπελος: Κρίνοντας με συγκατάβαση το αίτημα το Συμβούλιο γνωμοδοτεί θετικά για τον αιτούντα, με το σκεπτικό ότι: α) το συνολικό χρηματικό ποσό είναι μικρό, και β) προκαλείται δυσανάλογη με το θέμα ζημιά στην κυβέρνηση, όσο το αίτημα αυτό επανέρχεται στο προσκήνιο (Ε.Ο.,Φακ.087/534.jpg.).

– 24 Ιανουαρίου:  Με το αριθ.39 έγγραφό του προς την Επιτροπή Οικονομίας, το Συμβούλιο αναφέρεται στην εξέταση των λογαριασμών του Προσωρινού Διοικητή Ναυπάκτου για την περίοδο Σεπτεμβρίου – Οκτωβρίου 1829. Αναφέρεται ότι, εξετάσθηκε μεν ο λογαριασμός του Οκτωβρίου χωρίς να εντοπισθεί κανένα πρόβλημα, αλλά (ότι) δεν είναι δυνατόν να εξετασθούν τα στοιχεία του Σεπτεμβρίου, επειδή εμπίπτουν στα δημοσιονομικά στοιχεία που έπρεπε να υποβληθούν προς εξέταση το αργότερο έως τα τέλη Σεπτεμβρίου. Ο ανωτέρω χειρισμός εναρμονίζεται – σύμφωνα με το έγγραφο – με τα άρθρα 25 και 29 του ΛΔ΄ Ψηφίσματος (E.O., Φακ.088/620.jpg).

18 Φεβρουαρίου:  Ένα έγγραφο του Συμβουλίου με ιδιαίτερη σημασία, αφού αφορά στην πολύκροτη υπόθεση των δύο δανείων της ανεξαρτησίας (αριθ.56):  Ειδοποιούνται οι διαπραγματευτές των δανείων Ι. Ορλάνδος και Α. Λουριώτης  να παραδώσουν στο Συμβούλιο όσα έγγραφα έχουν στην κατοχή τους σχετικά με την υπόθεση. Η διεξαγωγή της προαναγγελλόμενης έρευνας έχει ορισθεί με την αριθ. 580 διαταγή του Κυβερνήτη.  Ακολούθως, με το αριθ. 59 έγγραφό του (25/2), το Συμβούλιο ενημερώνει τον Κ. ότι έχει ζητήσει από το αρχειοφυλακείο όλα τα σχετικά με τα δύο δάνεια έγγραφα και  ακόμη, ότι από τους δύο εμπλεκομένους έχει απαντήσει μόνο ο Α. Λουριώτης (Γ.Γ.Κ., Φακ.232/487. κ΄ 485.jpg). Οι ημερομηνίες δείχνουν ότι η ενημέρωση είναι άμεση, αφού ο εμπλεκόμενος έχει απαντήσει στις 24/2. Ο ίδιος υπενθυμίζει καταρχήν, ότι οι λογαριασμοί και τα αποδεικτικά των δύο δανείων έχουν διαβιβασθεί προ ετών στις προηγούμενες κυβερνήσεις και μάλιστα έχουν επικυρωθεί από την Εθνική Συνέλευση της Τροιζήνας. Τα κατάστιχα όμως –συνεχίζει- παραμένουν στο Λονδίνο, εξαιτίας της «δεινής θέσεως» στην οποία περιήλθε όταν έσπευσε να δημοσιοποιήσει τις πράξεις της αρμόδιας για τα δάνεια Επιτροπής. Επικαλείται ακόμη την τότε ταραχώδη πολιτική κατάσταση (οπ.π., Φακ.231Β/103.jpg). Από την ροή των γεγονότων που παρατίθεται εδώ, διαφαίνεται η αποφασιστικότητα της Πολιτείας να διαλευκάνει οριστικά την υπόθεση που είχε στερήσει το έθνος από κάθε πρόσβαση στον δανεισμό από τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια.

– 19 Φεβρουαρίου: Ο Καποδίστριας δίνει εντολή στην Επιτροπή Οικονομίας με το έγγραφο αριθ.707, να αποστείλει προς εξέταση στο Συμβούλιο τους λογαριασμούς της Δημογεροντίας Άργους ώστε να «αποδοθεί το δίκαιον κατά χείρα». Ο έλεγχος αποφασίζεται μετά από διαμαρτυρίες των κατοίκων της πόλης εναντίον των δημογερόντων για την διαχείριση που ασκούν. Ο ομαδικός χαρακτήρας της αντίδρασης που διαφαίνεται εδώ, αλλά και η αυστηρή διατύπωση που χρησιμοποιείται στο έγγραφο επαληθεύουν αρνητικές πλευρές των δημογεροντιών ήδη από τα προεπαναστατικά χρόνια. Την επομένη, με το αριθ. 57 έγγραφό του, το Συμβούλιο ζητεί από την Επιτροπή να αποστείλει τους λογαριασμούς της Δημογεροντίας καθώς και όλα τα έγγραφα που σχετίζονται με τα έσοδα και έξοδα της πόλης (Ε.Ο.,Φακ.095/223 κ΄319.jpg. αντίστοιχα). Επανέρχεται δε στις 6 Μαρτίου με το αριθ. 68 έγγραφο, ζητώντας από την Επιτροπή πληρέστερη επεξεργασία των στοιχείων και ενημερώνοντάς την, ότι στο έργο της πρόκειται να την συνδράμει ο ίδιος ο Γραμματέας της Δημογεροντίας (Ε.Ο., Φακ.098/463.jpg.)

– 5 Μαρτίου: Το αριθ. 65 έγγραφο του Συμβουλίου προς τον Καποδίστρια  σχετικά με τους λογαριασμούς της επιτροπής προσόδων Μεγαρίδας. Τονίζεται ότι είναι εκ των πραγμάτων αμφισβητούμενη η ορθότητα των στοιχείων τους αφού αυτή εξαρτάται αποκλειστικά από την ευθύτητα και εντιμότητα των μελών της επιτροπής, και επισημαίνεται, ότι μόνο η επιτόπια έρευνα του Συμβουλίου θα μπορούσε να διασφαλίσει την αξιοπιστία τέτοιων λογαριασμών. Ακολούθως, υποδεικνύεται η απόρριψη της αμοιβής υπηρετικού προσωπικού που είχε χρησιμοποιηθεί από την επιτροπή,  ως μη νόμιμης (Ε.Ο.,Φακ.098/080.jpg).

– 13 Μαρτίου: Το Συμβούλιο ενημερώνει την Επιτροπή Οικονομίας για τα ευρήματα της έρευνας που διεξήγαγε στους λογαριασμούς της αλυκής Πύργου Ηλείας, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής (έγγραφο αριθ.77). Αφού διαπιστώνεται σημαντική διαφορά μεταξύ της ποσότητας αλατιού που παράχθηκε και αυτής που διακινήθηκε, και μετά από μελέτη των εγγράφων που συνταχθεί σχετικά από τον Έκτακτο Επίτροπο Ηλείας, την τοπική Δημογεροντία και το συνεργείο των εργατών που παρέλαβαν το αλάτι, το Συμβούλιο επιρρίπτει την ευθύνη στον επιστάτη της αλυκής. Υπογραμμίζει επίσης ότι δεν μπορεί να γίνει δεκτή η δικαιολογία για την απουσία του κατά το κρίσιμο διάστημα λόγω ασθένειας, αφού ο ίδιος όφειλε να έχει βρει αντικαταστάτη άξιο της εμπιστοσύνης του Εκτάκτου Επιτρόπου και του ιδίου (Ε.Ο., Φακ.099/902-903.jpg).

15 Μαρτίου:  Μία αναφορά-μαρτυρία για την κατάσταση του δημοσιονομικού ελέγχου στις ένοπλες δυνάμεις μέχρι τα τέλη του 1829 (αριθ. 81). Μετά την παύση του Γενικού Φροντιστηρίου και την ίδρυση στη θέση του της ενιαίας Γραμματείας  Στρατιωτικών και Ναυτικών (Νοέμβριος 1829), με κυβερνητική εντολή  παραδίδονται για έλεγχο στο  Συμβούλιο όλα τα έγγραφά του. Οι επισημάνσεις του ελέγχου: α) Έχουν εξαφανισθεί πολλά από τα εισερχόμενα έγγραφα, β) Λείπει το βιβλίο της Γενικής Αποθήκης Υλικού, δηλαδή των πολεμοφοδίων, τροφίμων κλπ., γ) Τα κατάστιχα των λογαριασμών είναι ατελή, αφού το διάστημα Φεβρουαρίου-Οκτωβρίου 1829 δεν έχουν γίνει καθόλου εγγραφές, δ) Ο Ταμίας του Γενικού Φροντιστηρίου, φροντιστές του στρατού Στερεάς και άλλοι υπάλληλοι, δεν έχουν παραδώσει ακόμη λογαριασμούς. Κατόπιν αυτών, το Συμβούλιο δηλώνει ότι αδυνατεί να εκπληρώσει τα ελεγκτικά του χρέη. Επίσης, δεν μπορεί να γνωμοδοτήσει για τις «μερικές απαιτήσεις» που διευθύνονται προς αυτό από κλάδους που υπάγονταν στην πρώην αρμόδια Αρχή (Γ.Γ.Κ., Φακ.234/193-4.jpg).

17 Μαρτίου: Η αριθ. 84 αναφορά του Συμβουλίου προς Καποδίστρια, με την οποία καταγράφεται προληπτική παρέμβασή του για την προστασία του δημόσιου χρήματος. Αφορά την πληρωμή μισθών πολιτικού προσωπικού του στρατεύματος Δυτικής Ελλάδας (υπό τον Ρ. Τσώρτς) για την οποία υπάρχει ήδη κυβερνητική εντολή προς το Γενικό Φροντιστήριο και έχει ορισθεί σχετικά και ο τρόπος της εκταμίευσης: το 1/3 του ποσού να δοθεί άμεσα και τα άλλα 2/3 σε πιο κατάλληλη περίσταση. Το Συμβούλιο ενημερώνει όμως, ότι  στη Ναύπακτο  υπάλληλοι ήδη πληρώθηκαν και το δεύτερο τρίτο του οφειλόμενου ποσού, με πρωτοβουλία του Πληρεξούσιου Τοποτηρητή της Κυβέρνησης (Αυγουστίνος Καποδίστριας). Προς διευκόλυνση δε της Κυβέρνησης και για την αποφυγή οποιουδήποτε νέου λάθους, στο έγγραφο – αναφέρεται ότι – εσωκλείεται  κατάλογος των υπαλλήλων που δικαιούνται μισθό, με ξεχωριστά υπολογισμένες τις απαιτήσεις του καθενός (Γ.Γ.Κ., Φακ.234/416-17.jpg).

– 29 Μαρτίου: Με το αριθ. 104 έγγραφο προς την Επιτροπή Οικονομίας ο Καποδίστριας εγκρίνει, κατόπιν αναφοράς του Συμβουλίου, την καταβολή δεδουλευμένων σε στρατιωτικούς που υπηρέτησαν υπό τις διαταγές του πρώην Αρχιστρατήγου Τσώρτς. Η διατύπωση επιβεβαιώνει τον χαρακτήρα  της Αρχής που αναφέρεται απευθείας στον ανώτατο πολιτειακό παράγοντα: «κατά την προς ημάς, υπ΄αριθ.96 αναφορά του Ελεγκτικού και Λογιστικού Συμβουλίου…»  (Ε.Ο.,Φακ.103/074.jpg).

–  12 Απριλίου: Με το αριθ. 111 έγγραφό του, το Συμβούλιο αναγγέλλει στην Επιτροπή Οικονομίας την άμεση διενέργεια ελέγχου λογαριασμών της Γραμματείας Στρατιωτικών. Το αίτημα έχει υποβληθεί από την Γραμματεία και αφορά μισθούς αξιωματικών μονάδων του Άργους. Ζητείται από την Επιτροπή Οικονομίας να ορίσει τον χρόνο διεξαγωγής του ελέγχου αυτού και ακόμη να ορίσει δικό της εκπρόσωπο στη διαδικασία.  Την ίδια ημέρα ενημερώνει ότι, με εντολή της Κυβέρνησης, τα μέλη του Οικονομίδης και Τασσίκας θα παρευρίσκονται διαδοχικά στις δημοπρασίες των εθνικών προσόδων  (Ε.Ο., Φακ.105/966 και 964.jpg αντίστοιχα).

19 Απριλίου: Η αριθ. 116 αναφορά του Συμβουλίου προς τον Κυβερνήτη, σχετικά με τους λογαριασμούς της επιτροπής προσόδων Βόνιτσας, Ξηρομέρου και Βάλτου. Αφού επισημαίνει λάθη και κρίσιμες παραλείψεις στοιχείων προτείνει την κατάργηση των κατά τόπους τέτοιων επιτροπών, αφού, «το μέγιστον μέρος των προσόδων δαπανάται εις μακροχρονίους και  πoλυαρίθμους μισθούς και εις περιττά έξοδα». Καταλήγει δε με υποδείξεις για τους μισθούς που πρέπει να πληρωθούν σε μέλη της Επιτροπής και σε βοηθητικό προσωπικό, καταλήγοντας σε  συνολική δαπάνη σαφώς μικρότερη από τις απαιτήσεις των εμπλεκομένων  (Ε.Ο.,Φακ.111/152-155.jpg).

21 Απριλίου: Ομοίως, η αριθ.120 αναφορά σχετικά με το αίτημα του οπλαρχηγού Γ. Πεσλή για την μισθοδοσία 110 ατάκτων στρατιωτών που έχει υπό τις διαταγές του. Παραθέτοντας το ιστορικό της υπόθεσης καταρχήν, το Συμβούλιο αναφέρει την ύπαρξη σχετικής αλληλογραφίας μεταξύ Γραμματείας της Κυβέρνησης, Γενικού Φροντιστηρίου και Φροντιστηρίου Δυτικής Ελλάδας, χωρίς να βρίσκεται όμως καταχωρημένη κάπου τελική απάντηση για το θέμα. Εξετάζοντας δε τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του, αποφαίνεται ότι το ανωτέρω στρατιωτικό σώμα δεν δικαιούται μισθό, αφού είναι από αυτά που συγκεντρώνονται και διαλύονται όποτε θέλουν. Η γνωμοδότηση αυτή συνιστά σημαντική πληροφορία για τη συνέπεια της κυβερνητικής πολιτικής, αφού αποδεικνύει την ύπαρξη συγκεκριμένων προϋποθέσεων στη μισθοδοσία και των μη τακτικών σωμάτων. Σημειώνεται ότι η συνέχιση της χρηματοδότησής τους έχει αποφασισθεί από  τον Κυβερνήτη ήδη από το 1828, με το σκεπτικό ότι μόνον με αυτό τον τρόπο θα αποτρεπόταν ληστρική δράση εκ μέρους τους  (Γ.Γ.Κ., Φακ.237Α/488.jpg).

–  28 Απριλίου: Με το αριθ. 267 έγγραφό της, η Γραμματεία Στρατιωτικών ζητεί από το Συμβούλιο την συνδρομή του για σοβαρό ζήτημα που έχει εγερθεί σχετικά με την μισθοδοσία των ευζωνικών ταγμάτων Μεγάρων, κατά το διάστημα Μαρτίου – Οκτωβρίου 1829. Όπως τονίζεται στο έγγραφο, ο αρχηγός των ανωτέρω σωμάτων ισχυρίζεται ότι οι μισθοί αυτοί δεν καταβλήθηκαν. Το θέμα ανάγεται στην περίοδο λειτουργίας του Γενικού Φροντιστηρίου  (πριν την ίδρυση του Συμβουλίου) και τα σχετικά έγγραφα βρίσκονται ήδη στην κατοχή του Συμβουλίου (Ε.Ο.,Φακ.108/264.jpg).

3 Μαΐου: Έγγραφο του Κυβερνήτη (αριθ.1302) προς την Επιτροπή Οικονομίας, αναφορικά με την εξέταση των λογαριασμών του Εκτάκτου Επιτρόπου Ανατολικής Ελλάδας. Ο ίδιος τονίζει ότι κρίνονται επαρκείς οι εξηγήσεις του Επιτρόπου για το θέμα της υπέρβασης δαπανών που έχει προκύψει, και επιτρέπει να πιστωθεί τελικά ο λογαριασμός του Επιτρόπου με το ανάλογο ποσό. Επίσης, δίνει εντολή στην Επιτροπή να αποστείλει στο Συμβούλιο και το δικό του έγγραφο μαζί με την αιτιολογική αναφορά δαπανών του ανωτέρω αξιωματούχου (Ε.Ο.,Φακ.111/492.jpg).

3 Μαΐου: Ο Κυβερνήτης αποστέλλει την προαναφερόμενη έκθεση του Συμβουλίου για την επιτροπή προσόδων Βόνιτσας κ.λπ. στην Επιτροπή Οικονομίας, με το αριθ. 1300 έγγραφο. Εγκρίνει την εισήγηση του Συμβουλίου για χορήγηση μισθού μόνο οκτώ μηνών στα μέλη της επιτροπής προσόδων και αυστηρά υπό τον όρο ότι θα παρουσιάσουν τις σχετικές αποδείξεις. Αλλιώς – τονίζει – να μην αμειφθούν καθόλου. Ακόμη, ότι δεν θα πρέπει να λάβουν μισθό όσοι εκ των υπαλλήλων δεν συμπεριλαμβάνονται στους σχετικούς καταλόγους της Επιτροπής Οικονομίας (Ε.Ο.,Φακ.111/150.jpg).

8 Μαΐου: Έγγραφο του Συμβουλίου (αριθ. 144) προς την Γραμματεία των Στρατιωτικών, αναφορικά με οικονομικές απαιτήσεις του στρατηγού Γιατράκου από το Δημόσιο κατόπιν δαπανών που κατέβαλε ο ίδιος για έργα στο φρούριο Μυστρά. Όπως προκύπτει από την εξέταση των σχετικών λογαριασμών του πρώην Εκτάκτου Επιτρόπου της περιοχής Μάνης:  α) Ο Επίτροπος δεν αναφέρει την ύπαρξη χρέους προς τον στρατηγό (500 γρόσια) παρά το γεγονός ότι έχει καταχωρηθεί πληρωμή πολλαπλάσιου ποσού προς αυτόν (3500 γρόσια), και β) Το ανωτέρω καταβληθέν ποσό έχει συμπεριληφθεί στο σύνολο των εξόδων χωρίς να υπάρχει γι΄αυτό σχετική εντολή της Κυβέρνησης. Για την οριστική επίλυση του ζητήματος το Συμβούλιο ζητεί τον αριθμό της εντολής, και ακόμη, εφιστά την προσοχή της Γραμματείας Στρατιωτικών σε νέα έγγραφα που ήδη έχει αποστείλει ο πρώην Επίτροπος Μάνης (Ε.Ο.,Φακ.111/698.jpg).

13 Μαΐου: Η αριθ. 147 αναφορά του Συμβουλίου προς Καποδίστρια, αναφορικά με τον έλεγχο των λογαριασμών του Νοσοκομείου Ναυπλίου. Αντικείμενο του ελέγχου ήταν οι δαπάνες που έγιναν με πρωτοβουλία του χειρουργού του Νοσοκομείου για την βελτίωση των συνθηκών υγιεινής στο κτήριο. Το Συμβούλιο εγκρίνει την κάλυψη των δαπανών με μία έξυπνη συλλογιστική: με δεδομένη την έλλειψη αποδεικτικών εγγράφων, υπολόγισε την δαπάνη ανά νοσηλευόμενο. Συνυπολογίζοντας τα έξοδα «της τροφής, της περιποιήσεως, ιατρικών και μισθού των δουλευτών» κρίνει το τελικό αποτέλεσμα ως ιδιαίτερα οικονομικό (30 λεπτά του φοίνικα ανά άτομο). Επιπροσθέτως, αναφέρεται ότι το Συμβούλιο φρόντισε και έλαβε ακριβείς – και ιδιαίτερα εγκωμιαστικές-πληροφορίες για την ποιότητα των εργασιών που εκτελέσθηκαν, από τον Διοικητή του Νοσοκομείου και από εκπρόσωπο επιτροπής που είχε συσταθεί για το θέμα των δαπανών. Προτείνεται ακόμη η σύσταση τριμελούς επιτροπής επιστασίας του Νοσοκομείου, που θα συγκροτηθεί από προβεβλημένα μέλη της τοπικής κοινωνίας με υπόδειξη του Διοικητή Ναυπλίου και της Δημογεροντίας. Ως δυνητικό καθήκον της επιτροπής    προτείνεται και η εκπόνηση Οργανισμού του Νοσοκομείου (Γ.Γ.Κ., Φακ.239/541-542.jpg).

14 Μαΐου:  Αναφορά του Συμβουλίου αριθ.149 προς Καποδίστρια, σχετικά με τον έλεγχο των λογαριασμών της επιτροπής για τις προσόδους Σαλώνων, Λοιδωρικίου και Μαλανδρίνου. Η αναφορά αυτή είναι χαρακτηριστική της ανοιχτής σκέψης και της ευρύτητας των κριτηρίων του Συμβουλίου: α) Εκφράζοντας διαφορετική άποψη από την Επιτροπή Οικονομίας,  το Συμβούλιο θεωρεί ότι τα έξοδα της επιτροπής προσόδων για τα οποία δεν προσκομίσθηκαν αποδεικτικά είναι λίγα – για τόσο μικρά ποσά δεν δίνονται αποδεικτικά, σημειώνει. Προσθέτει επίσης ότι τα έξοδα της επιτροπής κρίνονται λίγα και στην περίπτωση που συγκριθούν με αυτά άλλων επιτροπών προσόδων, β) Εγκρίνει επίσης την χρησιμοποίηση ενός υπηρέτη στη διάρκεια των εργασιών, αν και δεν υπήρχε η σχετική άδεια της Επιτροπής Οικονομίας γι΄αυτό.  Η χρησιμοποίησή του κρίνεται δίκαιη, επειδή η επιτροπή δεν είχε ούτε γραμματέα, ούτε κάποιον άλλο υπάλληλο στη διάθεσή της, γ) Εγκρίνει τέλος την χορήγηση υψηλότερου μηνιαίου μισθού στα μέλη αυτής ειδικά της επιτροπής προσόδων λόγω της παραγωγικότητάς της (450 γρόσια έναντι 400), υπενθυμίζοντας σχετικά το αριθ.11855 διάταγμα της Κυβέρνησης, που συνδέει το ύψος του μισθού με το ποσό που αποδίδει στην Κυβέρνηση η κάθε επιτροπή. Την επομένη ο Κυβερνήτης ενημερώνει την Επιτροπή Οικονομίας με το αριθ.1425 έγγραφο, ότι εγκρίνονται απόλυτα οι παρατηρήσεις του Συμβουλίου για τους ανωτέρω λογαριασμούς και προβαίνει στις σχετικές εντολές (Ε.Ο., Φακ.114/373-374, & 114/371.jpg αντίστοιχα).

16 Μαΐου: Το κύρος του Συμβουλίου επιβεβαιώνεται με ευθεία  παρέμβασή του στον τρόπο δουλειάς  της Κεντρικής Διοίκησης.  Με το αριθ. 151 έγγραφό του συγκεκριμένα ενημερώνει τον Κυβερνήτη, ότι, παραδόθηκαν μεν στο Αρχειοφυλακείο αρχεία της Επιτροπής Οικονομίας, η αταξία όμως που τα χαρακτηρίζει και η έλλειψη παραστατικών δεν επιτρέπουν σοβαρή επεξεργασία των λογαριασμών εκ μέρους του (Φακ.Ε.Ο.114/608.jpg). Στις σοβαρές αιτιάσεις του Συμβουλίου επιχειρεί να απαντήσει στις 21 Μαΐου η Επιτροπή με το αριθ. 3256 έγγραφό της.  Αφού παραθέτει σε αυτό ένα χρονικό των ενεργειών της κατά το εξεταζόμενο διάστημα του 1829 και παρά την προσπάθειά της να υποτιμήσει τη σημασία των επισημάνσεων («…διότι δεν ευρίσκει, λέγει, εις αυτά τον ανήκοντα Ισολογισμόν…») καταλήγει με την ομολογία ότι πράγματι δεν έχει συνταχθεί γενικός ισολογισμός – προτίθεται όμως να τον συντάξει άμεσα. Ο επίλογος γράφεται από τον Πρωθυπουργό Σπηλιάδη, που την επομένη (22/5) διαβιβάζει στο Συμβούλιο τον γενικό ισολογισμό που τελικά συνέταξε αυθημερόν η Επιτροπή Οικονομίας (Γ.Γ.Κ., Φακ.240/504-506 κ΄ 240/638.jpg. αντίστοιχα).

17 Μαΐου: Η αριθ. 152 αναφορά του Συμβουλίου προς τον Κυβερνήτη, σχετικά με τους λογαριασμούς της επιτροπής προσόδων Λειβαδιάς, Ταλαντίου και Μενδενίτσας. Το Συμβούλιο γνωμοδοτεί: α) Να απορριφθεί ο προτεινόμενος από την επιτροπή προσόδων μισθός ενός υπηρέτη, με το σκεπτικό, αφενός ότι δεν είχε εγκριθεί η πρόσληψή του από την Οικονομική Υπηρεσία και αφετέρου, ότι την δική του εργασία θα μπορούσαν να παράσχουν οι τρείς ιπποκόμοι που είχαν προσληφθεί, β) Να μην εγκριθούν οι προτεινόμενοι μισθοί των γραμματέων της επιτροπής, αφού δεν δικαιολογείται η υπέρβαση (κατά 223 γρόσια συνολικά) του ύψους των μισθών που είχαν ήδη εγκριθεί, γ) Να μην εγκριθεί η καταβολή μισθών 11 μηνών και 13 ημερών που ζητούν τα μέλη της επιτροπής προσόδων, αφού δεν μπορεί να αιτιολογηθεί επαρκώς ότι όλο αυτό το διάστημα τους ήταν απαραίτητο για την διεκπεραίωση των εργασιών τους. Αναπτύσσοντας σκεπτικό βασισμένο στα διαθέσιμα στοιχεία ολοκλήρωσης των εργασιών κατά τους προηγούμενους μήνες, το Συμβούλιο εισηγείται την καταβολή μισθών μόνο 9 μηνών στα μέλη της επιτροπής, και δ) Να χορηγηθεί μισθός στους τρείς υπηρέτες των επιστατών, ανάλογος με τα δικαιολογητικά που βρέθηκαν στους λογαριασμούς. Συγκεκριμένα, κάνοντας πιο προσεκτική καταμέτρηση των σχετικών ποσών απ΄ότι η Επιτροπή Οικονομίας, υπολογίζει το συνολικό ποσό των μισθών τους μεγαλύτερο κατά 100 γρόσια συνολικά (Ε.Ο., Φακ.115/109-111.jpg).

21 Ιουνίου: Το έγγραφο αριθ. 189 του Συμβουλίου, σχετικά με τους λογαριασμούς της επιτροπής για τις εθνικές προσόδους Καρπενησίου και Κραβάρων για το έτος 1829. Ο έλεγχος έχει ζητηθεί από την Επιτροπή Οικονομίας. Μεταξύ των παρατηρήσεων του Συμβουλίου, είναι και: α) Υπάρχει λάθος στον  υπολογισμό της δεκάτης σε ποσότητες μεταξιού, β) Ενώ ένας από τους επιστάτες τιμωρήθηκε (για σφετερισμό ή για ποινή, όπως αναφέρεται) με πρόστιμο 2.000 γροσίων περίπου, δεν φαίνεται στους λογαριασμούς η ομολογία που έχει εκδοθεί σχετικά, και γ) Δεν βρίσκονται αποδεικτικά για τα έξοδα δύο εκ των μελών της επιτροπής προσόδων. Υποδεικνύεται στην Επιτροπή Οικονομίας να ζητήσει τα έγγραφα αυτά, ή, εναλλακτικά, να ζητήσει λεπτομερέστερη ενημέρωση για τα έξοδα (Ε.Ο., Φακ.123/201-202).

5 Ιουλίου: Το αριθ. 1876 έγγραφο του Κυβερνήτη προς την Επιτροπή Οικονομίας, αναφορικά με τον χειρισμό γραμματίων που είχαν εκδοθεί στο όνομα αξιωματικών του στρατού και έχουν περιπέσει σε αχρηστία. Η Επιτροπή καλείται να έλθει σε συνεννόηση με την Γραμματεία Στρατιωτικών και Ναυτικών και το Λογιστικό και Ελεγκτικό Συμβούλιο, ώστε, αφού πρώτα καταχωρισθούν τα στοιχεία για τα ήδη διαμοιρασθέντα γραμμάτια, τα υπόλοιπα να καούν με την παρουσία εκπροσώπων όλων των εμπλεκομένων Αρχών (:«τα υπόλοιπα θέλετε καύση όλοι ομού»). Δίνεται ακόμη εντολή για πίστωση του κάθε λογαριασμού με συγκεκριμένη ποσότητα φοινίκων (Ε.Ο.Φακ.126/732.jpg). Για  καύση γραμματίων πληροφορεί και έγγραφο της Επιτροπής Οικονομίας, της 31/5 (αριθ.3506). Αναφέρεται ότι παρέστησαν – εκτός των μελών της Επιτροπής – ο Γραμματέας των Ναυτικών και ο Πρόεδρος του Συμβουλίου (Γ.Γ.Κ., Φακ.241/881.jpg).

8 Ιουλίου: Με το αριθ. 197 έγγραφο προς την Επιτροπή Οικονομίας, το Συμβούλιο ενημερώνει για το θέμα των λογαριασμών του πρώην Εκτάκτου Επιτρόπου Αργολίδας (πρώτα) και Βορείων Κυκλάδων, Νικόλαο Καλλέργη. Ο έλεγχος διενεργείται κατόπιν αίτησης του ίδιου του Καλλέργη, πριν αναλάβει τη νέα του διοικητική θέση. Το Συμβούλιο διαμηνύει στην Επιτροπή ότι ο έλεγχος δεν είναι δυνατόν να γίνει λόγω μη αποστολής ακόμη των σχετικών στοιχείων. Για να μην υπάρξει όμως καθυστέρηση στην ανάληψη των νέων καθηκόντων του αιτούντος, το Συμβούλιο προτείνει στην Επιτροπή να αποστείλει καταρχήν βεβαίωση-μαζί με τα στοιχεία-ότι οι λογαριασμοί δεν παρουσιάζουν λάθη και κατόπιν θα ακολουθήσει η ενδελεχής εξέτασή τους (Ε.Ο., Φακ.127/293.jpg).

24 Ιουλίου: Η αριθ. 212 αναφορά του Συμβουλίου προς τον Κυβερνήτη για τη διαφορά που προέκυψε μεταξύ της Γραμματείας Ναυτικών και του γαλλικού εμπορικού οίκου «Βαρρύ-Δερβιώ». Η υπόθεση αυτή έλαβε χώρα την περίοδο Αυγούστου – Νοεμβρίου 1829 με εκατέρωθεν αποστολές εγγράφων για το θέμα. Από την αναφορά του Συμβουλίου προκύπτουν τα εξής: 1) Η Γραμματεία Ναυτικών συνήψε  συμφωνία με τον γαλλικό οίκο για την πώληση ποσότητας ορειχάλκου στη Γαλλία και για τον εφοδιασμό του ελληνικού Δημοσίου με μόλυβδο, πυρίτιδα, χαλκό, χαρτί για φυσίκια και άλλα είδη, 2) Αφού πραγματοποιήθηκαν οι σχετικές εμπορικές πράξεις, η Γραμματεία Ναυτικών ανακοίνωσε τη διαφωνία της για διάφορες πτυχές τους απαιτώντας επιστροφή χρημάτων. Τα επίμαχα ζητήματα ήταν: α) το ύψος της προμήθειας για την πώληση των μεγάλων κομματιών ορειχάλκου και για την αγορά των ειδών που είχε ζητήσει το ελληνικό Δημόσιο, καθώς και αυτής που υπολογίσθηκε πάνω στις προβλέψεις του συμβεβλημένου οίκου, β) το ύψος και η αιτιολόγηση των διαφόρων εξόδων που απαιτήθηκαν, όπως για την επιδιόρθωση της κορβέτας που είχε σταλεί, γ) η διενέργεια της πώλησης του ορειχάλκου με δημοπρασία (αντί να γίνει απευθείας), και δ) η ποιότητα του χαρτιού για φυσίκια.  Εξετάζοντας αναλυτικά τα σημεία ένα προς ένα σε μακροσκελές έγγραφό του, το Συμβούλιο κρίνει αβάσιμες τις απαιτήσεις του ελληνικού Δημοσίου. Μοναδική εξαίρεση θεωρεί το θέμα του χαρτιού για φυσίκια, για το οποίο προτείνει αιρετοκρισία. Προσθέτει όμως, ότι η Γραμματεία των Ναυτικών θα πρέπει να αποδείξει ότι το χαρτί αυτό ήταν πράγματι  ακατάλληλης ποιότητας και ότι δεν υπήρξε αλλοίωσή του στη διάρκεια του ταξιδιού (Ε.Ο.,Φακ.136/911-915.jpg). Μετά την γνωμοδότηση του Συμβουλίου, ο Υπουργός των Ναυτικών Βιάρος Καποδίστριας καταθέτει μεν τη δυσαρέσκειά του με το αριθ.613 έγγραφό του προς την Κυβέρνηση (15/8), αποδέχεται όμως ότι δεν έχει άλλα περιθώρια υπεράσπισης των απόψεών του. Για την ειδικότερη υπόθεση που παραπέμπεται σε αιρετοκρισία, προτείνει ως ένα εκ των κριτών τον γερουσιαστή Αντωνόπουλο και για Επίτροπο του Δημοσίου, τον Δημόσιο Συνήγορο Ράλλη (Γ.Γ.Κ., Φακ.249/093-95.jpg).

– 20 Αυγούστου: Το αριθ. 227 έγγραφο του Συμβουλίου προς την Επιτροπή Οικονομίας, με το οποίο εντοπίζεται σημαντική διαφορά μεταξύ του ποσού με το οποίο η Επιτροπή είχε χρεώσει την πρώην ενιαία Γραμματεία Στρατιωτικών και Ναυτικών και του ποσού που η ίδια η Γραμματεία είχε πιστώσει στον λογαριασμό της, από την σύσταση μέχρι την παύση της (σ.σ.: δηλ. έως 30-4-1830). Κρίνεται απαραίτητη η αποστολή πληρέστερων στοιχείων εκ μέρους της Επιτροπής,  προκειμένου να καταστεί δυνατή η επεξεργασία των στοιχείων (Ε.Ο., Φακ.137/432.jpg).

 

1831

 

– 9 Ιανουαρίου: Το αριθ. 8167 έγγραφο της Επιτροπής Οικονομίας προς Κ.,  αναφορικά με την γνωμοδότηση του Συμβουλίου για λογαριασμούς της επιτροπής προσόδων Ζυγού, Βλυχού και Βενέτικου. Από το έγγραφο προκύπτουν τα εξής: α) Ο Έκτακτος Επίτροπος Δυτικής Ελλάδας έχει υποβάλει έκθεση για την δραστηριότητα της ανωτέρω επιτροπής, κατηγορώντας την για κατάχρηση δημοσίου χρήματος, β) Το Λογιστικό και Ελεγκτικό Συμβούλιο γνωμοδοτεί υπέρ της επιτροπής και μάλιστα με απόλυτο τρόπο: «…αναιρούν άρθρον προς άρθρον τας παρατηρήσεις του Εκτάκτου Επιτρόπου». Η απόφανση αυτή του Συμβουλίου είναι χαρακτηριστική του ρόλου του για την εμπέδωση κλίματος δικαιοσύνης στον δημοσιονομικό έλεγχο (Γ.Γ.Κ., Φακ. 259/288-89.jpg). 

12 Ιανουαρίου: Το αριθ. 283 έγγραφο του Συμβουλίου προς την  Επιτροπή Οικονομίας με συμπεράσματα από την εξέταση υποθέσεων του Τμήματος Αρκαδίας. Οι υποθέσεις αυτές είναι οι κάτωθι: α) Λανθασμένες χρεώσεις και πιστώσεις ποσών στους λογαριασμούς των  Εκτάκτων Επιτρόπων Αρκαδίας και Αργολίδας. Εντοπίζεται η πηγή των λαθών (ο ταμίας του Γενικού Φροντιστηρίου) και υποδεικνύονται οι κατάλληλοι χειρισμοί για την διόρθωσή τους. Προκειμένου να εξαχθούν τα συμπεράσματα για την ανωτέρω υπόθεση, εξετάζονται και έγγραφα του Ιουλίου 1829, δηλ. πριν την ίδρυση του Συμβουλίου, β) Η μισθοδοσία των αστυνόμων Καρύταινας και Φαναρίου Αρκαδίας ως τα τέλη 1828, ως προς τη νομιμότητά της. Παρά το γεγονός ότι δεν ανευρίσκεται έγγραφο της Διοίκησης που να επικυρώνει την πρόσληψή τους, το Συμβούλιο αποφαίνεται θετικά, χρησιμοποιώντας ως τεκμήριο φύλλο της Γενικής Εφημερίδας στo οποίο αναγράφονται τα ονόματα των δύο ανωτέρω ως υπηρετούντων στο Σώμα, γ) Η νομιμότητα της μισθοδοσίας αστυνόμου της Τρίπολης. Το Συμβούλιο γνωμοδοτεί θετικά, συνεξετάζοντας πληροφορίες από τρία έγγραφα: κυβερνητικό διάταγμα, έγγραφο του Εκτάκτου Επιτρόπου Αρκαδίας και έγγραφο της Επιτροπής Οικονομίας, και δ) Η μισθοδοσία δύο επιστατών αποθηκών, για την οποία επίσης τεκμηριώνεται  θετική γνωμοδότηση (Ε.Ο., Φακ.177/899-902.jpg).

16 Ιανουαρίου: Με το αριθ.2948 έγγραφό του προς Επιτροπή Οικονομίας ο Καποδίστριας εγκρίνει την παρουσία εκπροσώπων της Γερουσίας και του Λογιστικού και Ελεγκτικού Συμβουλίου στη δημοπρασία των ετήσιων εθνικών προσόδων που θα διεξαχθεί στο Ναύπλιο. Η σχετική πρόταση έχει κατατεθεί από την ανωτέρω Επιτροπή (Ε.Ο., Φακ.171/042.jpg).

– 18 Ιανουαρίου: Ο Καποδίστριας δίνει εντολή στην Επιτροπή Οικονομίας (με το αριθ.2997 έγγραφο) να αποστείλει τους λογαριασμούς της επιτροπής προσόδων Ζυγού, Βλυχού κλπ. στον Διοικητή Ναυπάκτου, προκειμένου να αποδειχθεί αν πράγματι έλαβαν χώρα τα όσα καταμαρτυρούνται στα μέλη της για κατάχρηση δημόσιου χρήματος. Η εξέταση της υπόθεσης ορίζεται να γίνει σύμφωνα με  σχετικές οδηγίες της Γραμματείας Δικαιοσύνης.  Όπως αναφέρεται, η διεξαγωγή της έρευνας διατάσσεται επειδή οι εμπλεκόμενοι στην υπόθεση δεν κατάφεραν να αποδείξουν την αθωότητά τους κατά τους ελέγχους που διενεργήθηκαν από τον Έκτακτο Επίτροπο Δυτικής Ελλάδας και το Συμβούλιο (Ε.Ο., Φακ.172/ 115.jpg).

28 Ιανουαρίου: Το Συμβούλιο εξετάζει υπόθεση πολίτη από την Ύδρα (Γ. Γκιώνης) που έχει εγείρει απαίτηση κατά του Δημοσίου ύψους 26.205 δίστηλων, από εποχή προγενέστερων κυβερνήσεων. Σύμφωνα με το αριθ. 3077 έγγραφο του Κυβερνήτη προς την Επιτροπή Οικονομίας, ο Πρόεδρος του Συμβουλίου γνωμοδοτεί ότι το ποσό που πράγματι χρωστά το Δημόσιο στον πολίτη είναι σημαντικό μικρότερο (10.803 δίστηλα). Από την εξέταση της υπόθεσης έχουν ζητήσει την εξαίρεσή τους τα άλλα δύο μέλη της Αρχής, επειδή έχουν συμμετάσχει στο παρελθόν σε Επιτροπή διερεύνησης της ίδιας υπόθεσης (εν μέσω άλλων). Μετά την θετική για το Δημόσιο γνωμάτευση, ο Καποδίστριας δίνει εντολή να χορηγείται στον ενδιαφερόμενο μηνιαία ενίσχυση 50 δίστηλων για τις σπουδές του αδελφού του στην Ευρώπη. Στην προκείμενη περίπτωση η Κυβέρνηση αντισταθμίζει τη ζημιά που έχει προκληθεί από τις φημισμένες για την (τουλάχιστον) ανευθυνότητά τους στα δημοσιονομικά, επαναστατικές κυβερνήσεις  (Ε.Ο., Φακ.175/540-1.jpg). 

31 Ιανουαρίου: Με το αριθ.296 έγγραφό του, το Συμβούλιο ενημερώνει την Επιτροπή Οικονομίας ότι ολοκληρώθηκε ο έλεγχος των δαπανών για την ανέγερση του Κεντρικού Σχολείου Αίγινας και του Εθνικού Τυπογραφείου, και ότι όλα έχουν καλώς. Οι λογαριασμοί είχαν σταλεί από την Γραμματεία Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως (Ε.Ο., Φακ.176/511.jpg).

 3 Φεβρουαρίου: Ο Καποδίστριας απαντά στο αριθ.8720 έγγραφο της Επιτροπής Οικονομίας αναφορικά με  λογαριασμούς του Εκτάκτου Επιτρόπου Αρκαδίας. Εγκρίνοντας απολύτως την αναφορά που του έχει ήδη υποβάλει το Συμβούλιο δίνει εντολή να καλυφθούν μόνον τα κονδύλια που έχουν θεωρηθεί από το Συμβούλιο νόμιμα, ενώ τα υπόλοιπα να καταχωρηθούν εις βάρος του Επιτρόπου αφού δεν υπάρχουν τα σχετικά αποδεικτικά (Ε.Ο., Φακ.177/403.jpg).

5 Φεβρουαρίου: Ένα πολύ ιδιαίτερο έγγραφο (αριθ.367): Το Συμβούλιο επισημαίνει στην Επιτροπή Οικονομίας ότι μέλος του (Χ. Οικονομίδης) παρεμποδίσθηκε κατά την άσκηση των καθηκόντων του από μέλος της Επιτροπής, κατά τη διάρκεια της δημοπρασίας των εθνικών προσόδων και της εκποίησης των φθαρτών κτημάτων. Το περιστατικό συνέβη όταν το ανωτέρω μέλος του Συμβουλίου ζήτησε κατάλογο των δημοπρατηθέντων στις 4 & 5 Φεβρουαρίου. Το Συμβούλιο δηλώνει άγνοια των λόγων που προκάλεσαν την συμπεριφορά αυτή και ζητεί από την Επιτροπή να αποστείλει τα στοιχεία για το επίμαχο διάστημα, υπενθυμίζοντας ότι η συμμετοχή του εκπροσώπου του στη δημοπρασία ορίσθηκε με κυβερνητική εντολή. Από το έγγραφο δεν προκύπτει ενημέρωση του Κυβερνήτη για το γεγονός (Ε.Ο., Φακ.177/195.jpg).

8 Φεβρουαρίου:  Το αριθ. 4661 έγγραφο της Γραμματείας της Επικρατείας  προς την Επιτροπή Οικονομίας, με το οποίο δίνεται εντολή να αποσταλούν οι λογαριασμοί του Εκτάκτου Επιτρόπου Αχαΐας στο Συμβούλιο και να υπάρξει κατόπιν σχετική αναφορά με τα πορίσματα της έρευνας (Ε.Ο., Φακ.179/114.jpg).

–  13 Μαρτίου: Σε εφαρμογή του ΚΔ΄ Ψηφίσματος, με το αριθ. 3382 έγγραφο του Καποδίστρια προς την Επιτροπή Οικονομίας ορίζονται μέτρα μετεγκατάστασης, στέγασης και οικονομικής στήριξης των προσφύγων από την Κρήτη.  Επιβάλλεται έκτακτη εισφορά 40 λεπτών στους κατοίκους της επικράτειας για την υλοποίηση των μέτρων αυτών, ενώ το έργο της συλλογής των χρημάτων  ανατίθεται σε Επιτροπή, αποτελούμενη από 2 Γερουσιαστές και τον Υπουργό Ναυτικών. Όσον αφορά ειδικότερα στον τρόπο διάθεσης του ανωτέρω ποσού, ορίζεται ότι η Επιτροπή θα παραδώσει τον απολογισμό των πεπραγμένων της στο Λογιστικό και Ελεγκτικό Συμβούλιο  (Ε.Ο., Φακ.220/575.jpg).

15 Ιουνίου: Το Συμβούλιο (έγγραφο αριθ. 343) αναφέρει προς την Επιτροπή Οικονομίας ότι βρέθηκε σημαντική απόκλιση μεταξύ των στοιχείων της Επιτροπής και αυτών της Γραμματείας Ναυτικών, σχετικά  με το συνολικό ποσό που χορηγήθηκε στη Γραμματεία το διάστημα Ιανουαρίου-Απριλίου. Ακολούθως δίνει εντολή  στην Επιτροπή  να εντοπίσει τις αιτίες της απόκλισης αυτής (75.000 φοίνικες περίπου-στο έγγραφο είναι υπολογισμένη με ακρίβεια) και να στείλει ακολούθως τα στοιχεία εκ νέου, προκειμένου να συνταχθεί ο ισολογισμός του Υπουργείου Ναυτικών (Ε.Ο., Φακ.206/181.jpg).

16 Ιουνίου: Υποβάλλει ξαφνικά την παραίτησή του ο πρόεδρος του Συμβουλίου Γεώργιος Σπανιολάκης, επικαλούμενος οικογενειακούς λόγους. Την επομένη ενημερώνεται ότι γίνεται δεκτή από τον Κυβερνήτη η παραίτησή του, αλλά με  δυσαρέσκεια ( η επιστολή υπογράφεται από τον Σπηλιάδη). Η παραίτηση ενός άξιου συνεργάτη της Κυβέρνησης την συγκεκριμένη στιγμή αποτελεί σοβαρό πλήγμα γι΄αυτήν, αφού έχουν εκδηλωθεί από τις αρχές της χρονιάς στασιαστικές κινήσεις της αντιπολίτευσης και αποσκιρτήσεις στελεχών του κρατικού μηχανισμού  (Γ.Γ.Κ., Φακ.269/042.jpg).

30 Ιουνίου: Δημοσιεύεται ο «Οργανισμός των Χαρτονομισμάτων» με υπογραφή Καποδίστρια, όπου κομβικός προβλέπεται ο ρόλος του Συμβουλίου (έγγραφο αριθ.3944). Σύμφωνα με τον Οργανισμό, τα χαρτονομίσματα που θα εκδίδονται κάθε φορά θα αποστέλλονται στο Συμβούλιο δεμένα σε ειδικά βιβλία. Εξαιρείται ποσότητα ίση με το 1/30 του συνόλου, που θα αποστέλλεται στην Επιτροπή Οικονομίας (με τελικό αποδέκτη το Γενικό Ταμείο, για τις τρέχουσες ανάγκες). Το Συμβούλιο και η Επιτροπή Οικονομίας ορίζονται ως οι Αρχές με αποκλειστικό δικαίωμα πρόσβασης στην ποσότητα του νέου χρήματος, αφού μόνο αυτές θα έχουν κλειδί του κιβωτίου όπου θα φυλάσσονται τα χαρτονομίσματα  (Ε.Ο., Φακ.208/338.jpg).

– 29 Ιουλίου: Το Συμβούλιο ενημερώνει τον Καποδίστρια για τον ισολογισμό της Επιτροπής Αποκατάστασης των Κρητών προσφύγων. Στον ισολογισμό συμπεριλαμβάνονται οι συνεισφορές, το δάνειο 15.000 φοινίκων που χορήγησε η Κυβέρνηση στην Επιτροπή και τα παραστατικά για την διανομή των χρημάτων στους διεσπαρμένους στην Επικράτεια Κρήτες. Μετά την παραβολή των λογαριασμών με τα στοιχεία των συνεισφορών και της διανομής των χρημάτων που διενήργησε, το Συμβούλιο βεβαιώνει ότι όλα έχουν καλώς (Γ.Γ.Κ, Φακ.271/773-4.jpg).

30 Ιουλίου: Το Συμβούλιο εξετάζει υπόθεση για ένα θεσμό-πρότυπο της Καποδιστριακής Πολιτείας. Με το αριθ.369 έγγραφό του, ενημερώνει την Επιτροπή Οικονομίας ότι ολοκληρώθηκε η εξέταση των λογαριασμών του Προτύπου Αγροκηπίου Τίρυνθας  και  (ότι) απεστάλη το τελικό πόρισμα στον Κυβερνήτη. Η έρευνα έλαβε χώρα μετά τις κατηγορίες που διατυπώθηκαν εναντίον του Διευθυντή του Γρηγορίου Παλαιολόγου, για κακή διαχείριση των οικονομικών του ιδρύματος (Ε.Ο.,Φακ.214/454.jpg). Ο Παλαιολόγος ήταν ιδιαίτερα γνωστός στον Κυβερνήτη, αφού ο ίδιος ο Καποδίστριας παρακολουθούσε την πρόοδό του στα χρόνια των σπουδών του στη Γαλλία, ενώ αργότερα τον ενθάρρυνε συνεχώς στο έργο του.  Μετά τις καταγγελίες αυτές και μέχρι την πλήρη διαλεύκανσή τους, ο Κυβερνήτης έδωσε εντολή για την συγκρότηση Διοικούσας Επιτροπής, ενώ έθεσε τον πρώην Διευθυντή υπό τις άμεσες διαταγές της Επιτροπής. Η συγκρότηση της Επιτροπής και η απρόσκοπτη διεξαγωγή της έρευνας του Συμβουλίου μπορούν να θεωρηθούν αποδείξεις της καποδιστριακής «απροσωποληψίας» στην άσκηση Διοίκησης [4] .

– 4 Αυγούστου: Σημαντικό για τον ρόλο του Συμβουλίου είναι και το αριθ. 49 έγγραφο προς την Επιτροπή Οικονομίας, με υπογραφή Καποδίστρια. Αφορά την  εξόφληση των οφειλών της Ελληνικής Πολιτείας προς τον πρώην Αρχιστράτηγο  Ρ. Τσώρτς (R. Church), αυστηρά για την περίοδο μετά την έλευση του Κυβερνήτη.  Όπως αναφέρεται στο έγγραφο, ο υπολογισμός του ποσού (24.186 φοίνικες) έγινε μετά από σχετική αναφορά της Γραμματείας Στρατιωτικών, που βασίσθηκε σε έκθεση του Λογιστικού και Ελεγκτικού Συμβουλίου. Επισημαίνονται στην περίπτωση αυτή: α) Η εντιμότητα και η αξιοπιστία της Ελληνικής Πολιτείας. Σημειώνεται ότι ο Άγγλος αξιωματικός παραιτήθηκε ενώπιον της Δ΄ Εθνικής Συνέλευσης με επεισοδιακό τρόπο, ασκώντας πολιτική κριτική στον Καποδίστρια και αποδοκιμαζόμενος έντονα από τους πληρεξουσίους του Έθνους, β) Η αρμονική συνεργασία τεσσάρων Αρχών (Κυβερνήτης, δύο Υπουργεία και Συμβούλιο). Το έγγραφο σκιαγραφεί μία Διοίκηση που κινείται με ακρίβεια μηχανής, χωρίς προβλήματα επικάλυψης αρμοδιοτήτων ή δυσχέρειες επικοινωνίας μεταξύ των εκπροσώπων της, και γ) Η άρνηση του Κυβερνήτη να επιβαρύνει το δημόσιο ταμείο με δαπάνες που δεν είχε εγκρίνει ο ίδιος. Ομοίως, το 1828 είχε αρνηθεί να καταβάλει στην εξόριστη Δημογεροντία Χίου μισθούς και άλλες δαπάνες για την αποτυχημένη εκστρατεία στη Χίο, που είχε αποφασισθεί πριν την έλευσή του και βρισκόταν σε εξέλιξη όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του (Ε.Ο., Φακ.215/684 jpg.)

– 22 Αυγούστου: Η αριθ. 4286 εγκύκλιος με υπογραφή Καποδίστρια, για τη δράση  Μυστικής Εταιρείας με σκοπό την ανατροπή της κυβέρνησης. Με τη σειρά που αναφέρονται, οι αποδέκτες του εγγράφου είναι οι εξής: οι Γραμματείς (Υπουργοί) της Κυβέρνησης, η Επιτροπή Οικονομίας, ο Γραμματέας της Γερουσίας, το Λογιστικό και Ελεγκτικό Συμβούλιο και οι κατά την επικράτεια Έκτακτοι Επίτροποι, Διοικητές και Τοποτηρητές. Συνημμένα αποστέλλεται αποδεικτικό υλικό για την διείσδυση της οργάνωσης στις τάξεις της Διοίκησης. Θεσμοθετείται ο όρκος πίστης των δημοσίων υπαλλήλων στο πολίτευμα και αποστέλλεται σχετικό υπόδειγμά του. Τον όρκο καλούνται να υπογράψουν πρώτοι οι αποδέκτες, ως επικεφαλής της Διοίκησης. Ορίζεται ακόμη ότι θα απολύονται οι υπάλληλοι που αρνούνται να υπογράψουν (Ε.Ο., Φακ.218/117.jpg). 

– 29 Αυγούστου: Το αριθ. 382 έγγραφο του Συμβουλίου προς Επιτροπή Οικονομίας, για την μισθοδοσία του Αυγούστου και την κάλυψη των δαπανών  αποστολής δύο στελεχών του στον Πόρο (Ε.Ο.,Φακ.221/259-261.jpg). Η αποστολή αυτή διενεργήθηκε μετά από αίτημα της Γραμματείας Ναυτικών προς τον Καποδίστρια στις 16/5, με σκοπό την επιθεώρηση του εκεί υλικού (Γ.Γ.Κ., Φακ.266/997-8.jpg). Στο έγγραφο υπάρχει συνημμένη αναφορά του παρέδρου του Συμβουλίου Κ. Λουριώτη, που συμμετείχε σε αυτήν και ενημερώνει πληρέστερα για τον σκοπό της: ήταν η εξέταση των λογαριασμών του Ναυστάθμου και η επιθεώρηση των αποθηκών. Επισημαίνεται εδώ η επιλογή  της Γραμματείας των Ναυτικών, επιβεβαιωτική της εμπιστοσύνης που έχει εμπνεύσει το Συμβούλιο στην υπόλοιπη Διοίκηση. Υπογραμμίζεται ακόμη το αδιατάρακτο της λειτουργίας της Διοίκησης, αφού τα έγγραφα αυτά συντάσσονται μέσα σε πολεμικό κλίμα: την 1η Αυγούστου έχει κορυφωθεί στον Πόρο η εξέγερση της αντιπολίτευσης με την ανατίναξη πλοίων του εθνικού πολεμικού στόλου από Υδραίους, ενώ ακολούθησε και εισβολή των κυβερνητικών δυνάμεων στο νησί.  

                                  

Επίλογος

 

«Διά της οργανώσεως ταύτης κατέστη δυνατόν να υπάρξει εν Ελλάδι κράτος αληθινόν, αλλά συνάμα και πρωτοπόρον δια την εποχήν, αναπτύξαν δράσιν πολυσχιδήν και γόνιμον δια την υπηρέτησιν και προαγωγήν του λαού, δια την εδραίωσιν και ανάπτυξιν του εθνικού πολιτισμού, δια την οικονομικήν και κοινωνικήν ανάπλασιν της χώρας». Αυτά έγραφε το 1954 ο κορυφαίος ιστορικός Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος για το έργο του Καποδίστρια. Η θέσπιση και το έργο του Λογιστικού και Ελεγκτικού Συμβουλίου επαληθεύει απόλυτα τον πρωτοποριακό χαρακτήρα της «Ελληνικής Πολιτείας» της εποχής.

Μέσα από τις αναφορές του Συμβουλίου και τα έγγραφα του Καποδίστρια που παρατέθηκαν, ξεδιπλώνεται μία «βεντάλια» χαρακτηριστικών και δεξιοτήτων που δυνητικά αποτελούν οδηγό για την Διοίκηση οποιασδήποτε εποχής: επαρκής γνώση του  Νόμου και εγρήγορση για την εφαρμογή του, συνεχής ενημερότητα, ευρύτητα πνεύματος και οξυδέρκεια, εντιμότητα,  αμεροληψία,  συγκατάβαση και επιείκεια. Και μία τελευταία παρατήρηση: Το Λογιστικό και Ελεγκτικό Συμβούλιο θεσμοθετήθηκε μόλις 6 ημέρες μετά  την ιστορική μάχη της Πέτρας Βοιωτίας (η τελευταία του Αγώνα) και 5 μήνες πριν την αναγνώριση της Ελλάδας ως ανεξάρτητου κράτους. Και μία Διοίκηση που τολμάει να κάνει πράξη τα οράματά της μέσα σε τέτοιες συνθήκες, αφήνει στους επιγόνους μία πολύτιμη παρακαταθήκη-την πιο πολύτιμη απ΄όλες: την ευψυχία της.

 

Υποσημειώσεις


[1] «Γενική Εφημερίς της Ελλάδος του 1829 έτους», εκ της Εθνικής Τυπογραφίας, φύλλο 63 έτους Δ΄, Δ.Ν.Καραβίας, Αθήνα, MCMXCIII, σσ.256-25.

[2] Κατσάπης K., «Ένας ανεμοδείκτης της Ιστορίας», παρουσίαση της έκδοσης «100 χρόνια Γενικά Αρχεία του Κράτους» , εφημ. «Τα Νέα», 18-6-2017.

[3] Yπάρχουν ακόμη 13 φάκελοι της Γ.Γ.Κ. της ίδιας περιόδου, που δεν έχουν ψηφιοποιηθεί.

[4]  «…Αλλά η κυβέρνησις άλλως δεν δύναται να εκπληρώση τα χρέη της και να κρατήση την ευταξίαν ειμή διά δικαιοσύνης και απροσωποληψίας ακριβεστάτης και ατενούς». (Επιστολαί’, τ. Α΄, σελ. 314, anemi.lib.uok.gr). Όσο για την υπόθεση Παλαιολόγου, τελικά δεν προέκυψαν στοιχεία εις βάρος του.

 

Βιβλιογραφία που χρησιμοποιήθηκε στην Εισαγωγή


 

  • Ανδρεάδης, Α., «Εθνικά δάνεια και ελληνική δημοσία οικονομία», 1925/2010, Δ. Ν. Καραβίας.
  • Δαφνής, Κ. (επιμ)., «Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια», τ.Z΄, 1986, (σε ψηφιακή μορφή).
  • Δεσποτόπουλος, Α., «Η δημοσιονομική  πολιτική του Ιωάννη Καποδίστρια», στο: «Ιστορία του ελληνικού έθνους»’, τ. ΣΤ΄, σσ. 99-105, Σεφερλής, 1957.
  • Δημητριάδου, Μ., «Τα Οικονομικά του Αγώνα», Παπαζήσης, 2014.
  • Ευαγγελίδης Τ., «Ιστορία του Ιωάννου Καποδιστρίου», 1893/2005, Μάτι, Κατερίνη.
  • Ιδρωμένος, Α.Μ., «Ιωάννης Καποδίστριας, Κυβερνήτης της Ελλάδος», 1900/1994, Ρηγόπουλος , Θεσσαλονίκη.
  • Μακκάς, Λ., «Η εν τοις δημοσίοις οικονομικοίς δράσις του Καποδιστρίου», 1910, Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Πανεπιστημίου Κρήτης «Ανέμη»’ – anemi.lib.uok.gr.
  • Prokesch-Osten, A., «Ιστορία της Επαναστάσεως των Ελλήνων κατά του Οθωμανικού Κράτους», τ.1ος, Αθηνά, 1868, anemi.lib.uok.gr.
  • Σπηλιάδης, Ν., «Απομνημονεύματα», τ.4ος, τεύχος 1ο , (επιμ: Χριστόπουλος Π.), 1972.

 

Θεόδωρος Δεβενές*

Αθήνα,  Δεκέμβριος 2017.

* Ο Θεόδωρος Δεβενές εργάζεται στο Υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης, από το 1998. Είναι απόφοιτος της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ι΄ εκπαιδευτική σειρά) και κάτοχος τίτλου μεταπτυχιακών σπουδών Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης (Πάντειο Πανεπιστήμιο). Τα ερευνητικά και συγγραφικά του ενδιαφέροντα εκτείνονται στα πεδία της Ιστορίας, της Πολιτικής Οικονομίας και της Διοικητικής Επιστήμης.

Έχει δημοσιεύσει άρθρα στα περιοδικά «Επιθεώρηση Εργασιακών Σχέσεων», «Διοικητική Ενημέρωση» και «Δημόσιος Τομέας».

Ορισμένοι τίτλοι, ενδεικτικά: «Η Κοινωνική Διάσταση της Ανάπτυξης: Μία Αναδρομή στο έργο του Amartya Sen», «Καινοτομία και Ανάπτυξη», «η Γήρανση του Πληθυσμού και οι δυνατότητες απασχόλησης στην Τρίτη Ηλικία», « Αυτεπάγγελτη Αναζήτηση Πιστοποιητικών: Μία κριτική αποτίμηση», «Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών: το θεσμικό πλαίσιο και η λειτουργία τους».

Ο μύθος της αρπαγής της Ευρώπης

$
0
0

Ο μύθος της αρπαγής της Ευρώπης


 

Η  Αρπαγή της Ευρώπης

  

Αρπαγή της Ευρώπης. Μετόπη από τον ναό της Ήρας στον Σελινούντα, 6ος αι. π.Χ. Παλέρμο, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.

Η Ελλάδα ανήκει στην Ευρώπη. Και η Ευρώπη είναι μια από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη, εκείνη με την πιο μεγάλη ιστορία και τον πιο ιστορικό πολιτισμό. Οι περισσότερες χώρες της Ευρώπης ανήκουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση και έχουν για νόμισμά τους το Ευρώ. Η λέξη «Ευρώπη» δεν είναι μόνο ελληνική, αλλά πέρασε και σε άλλες γλώσσες με λατινικούς χαρακτήρες: Europe στην Αγγλική και Γαλλική, Europa στη Γερμανική, Ιταλική και Ισπανική και έδωσε το όνομά της στη μικρότερη σε μέγεθος ήπειρο του πλανήτη. Τη  λέξη Ευρώπη τη συναντάμε σε πολλά παράγωγα, όπως ευρωπαίος, ευρωπαϊκός, ευρωπαϊστί, και σε σύνθετα όπως ευρωκεντρικός, ευρωσκεπτικιστής και ευρωσκεπτικισμός, Ινδοευρωπαϊκός, Ευρασία, Μεσευρώπη κ.α.

Η ενοποίηση των χωρών της Ευρώπης δείχνει ότι οι λαοί της, οι ευρωπαίοι, πιστεύουν ότι έχουν κοινή κληρονομιά και κοινές βάσεις στον πολιτισμό τους. Η πεποίθηση αυτή στηρίζεται στις μυθολογικές ρίζες της Ευρώπης και τη  σχέση της με τον Ελληνικό πολιτισμό και έχει αφετηρία ένα μύθο από την εποχή της αρχαίας Ελλάδας.  Το μύθο της αρπαγής της πριγκίπισσας Ευρώπης, που την είχε απαγάγει ο Δίας, σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία.

Ο μύθος της Ευρώπης διαδραματίζεται στη Μεσόγειο, κέντρο του αρχαίου κόσμου και κοιτίδα του πολιτισμού μας. Τη λεκάνη του νερού, στην οποία κυκλοφόρησαν Αιγύπτιοι, Φοίνικες, Έλληνες, Καρχηδόνιοι, Ρωμαίοι, Γαλάτες, Άραβες, Ιουδαίοι και Οθωμανοί. Τη θάλασσα  όπου οι δρόμοι εμπόρων, ταξιδιωτών και πειρατών διασταυρώθηκαν, αλλά έφερε και σε επαφή καλλιτέχνες και φιλοσόφους. Την οδό των πρώτων αποίκων και των τελευταίων μεταναστών. Τη θάλασσα που ενώνει, αλλά και το σύνορο που χωρίζει τους κόσμους της Ανατολής με τους κόσμους της δύσης.

 

Ο μύθος της Ευρώπης

 

Αρπαγή της Ευρώπης, Peter Paul Rubens, 1636, Museo Nacional del Prado.

Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία στα πολύ-πολύ παλιά χρόνια, όταν η ήπειρος όπου βρίσκεται η Ελλάδα δεν είχε πάρει ακόμη όνομα,  στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, κάπου στην Αίγυπτο, ενώθηκε ο Ποσειδώνας με τη Λιβύη και γεννήθηκαν δυο παιδιά, το Βήλο και τον Αγήνορα. Ο Βήλος έμεινε στην Αφρική, πήρε γυναίκα μια κόρη του Νείλου και απόκτησε δυο γιους, τον Αίγυπτο και τον Δαναό. Ο Αγήνορας τράβηξε κατά την Ασία και έκανε το βασίλειο του κάτω από τα παράλια της Μ. Ασίας, στην περιοχή της Φοινίκης με πρωτεύουσα την Τύρο ή τη Σιδώνα. Εκεί ο γιος του ο Φοίνικας παντρεύτηκε την Τηλέφασσα και γέννησε τέσσερα παιδιά. Τρεις γιους, τον Κάδμο, τον Φοίνικα και τον Κίλικα, και μια θυγατέρα. την Ευρώπη. Η Ευρώπη καθώς μεγάλωσε έγινε πανέμορφη και όλος ο κόσμος μιλούσε γι’ αυτήν. Η ομορφιά και η χάρη της ήταν τόσο μεγάλη, που τη ζήλευε και η Αφροδίτη, ενώ ο ίδιος ο Δίας την ερωτεύτηκε και βάλθηκε να την αποκτήσει εφαρμόζοντας με πολλή πονηριά ένα τολμηρό σχέδιο, που έβαλε με το νου του.

Ένα βράδυ, που η πεντάμορφη Ευρώπη κοιμόταν, είδε λίγο πριν το χάραμα ένα πολύ παράξενο όνειρο. Ονειρεύτηκε πως βρισκόταν σε ένα μέρος και παρουσιάστηκαν μπροστά της με τη μορφή  γυναικών δύο ήπειροι και φιλονικούσαν ποια θα την έπαιρνε δική της. Τη μια γυναίκα – ήπειρο τη γνώρισε, ήταν η Ασία, η ήπειρος όπου κατοικούσε. Την άλλη όμως δεν τη γνώριζε, ήταν άγνωστη. Ήταν μια στεριά, που δεν είχε όνομα και βρισκόταν στην απέναντι πλευρά της θάλασσας. «Η όμορφη κόρη Ευρώπη είναι δική μου», ισχυριζόταν η Ασία, «γιατί εγώ τη γέννησα, την έχω αναθρέψει». Η άλλη ήπειρος, η άγνωστη, την τράβαγε με βία με τα δυνατά της χέρια και απαντούσε: «Ήταν δική σου μέχρι τώρα, αλλά είναι θέλημα του Δία να την πάρω εγώ, να γίνει δικιά μου πια η Ευρώπη» [1].

Η Ευρώπη ξύπνησε ταραγμένη από τ’ όνειρο και με χτυποκάρδι κάθισε πολλή ώρα σιωπηλή. Είχε ακόμα μπρος στα ανοιχτά πια μάτια της τις δυο γυναίκες που είδε και αναρωτιόταν: «τί όνειρο ήταν αυτό που είδα σαν να ᾽μουν ξύπνια; Ποιός θεός έστειλε τέτοιο όνειρο σ᾽ εμένα και με ξετίναξε με τρόμο από το στρώμα; Και ποιά είναι η ξένη που είδα εγώ στον ύπνο μου; Η καρδιά μου πόσο την πόθησε, κι αυτή με πόση αγάπη, αλήθεια, μ᾽ αγκάλιασε, με κοίταξε, σα να ᾽μουνα παιδί της! Δώστε, θεοί μου, να βγει σε καλό τ᾽ όνειρό μου».

Όταν συνήλθε από την ταραχή, σηκώθηκε και προσκάλεσε τις φίλες της, συνομήλικες και αρχοντοπούλες όλες, συντρόφισσές της στο χορό και στα παιχνίδια,  να πάνε να παίξουν σ’ ένα ολάνθιστο λιβάδι στη ακρογιαλιά και να μαζέψουν όμορφα λουλούδια. Τρέξανε γρήγορα εκείνες κρατώντας η καθεμιά ένα καλάθι για άνθη και τράβηξαν για το παραθαλάσσιο λιβάδι, όπου μαζεύονταν συχνά, για να χαρούν τα λουλούδια και το βούισμα των κυμάτων. Η Ευρώπη κρατούσε ένα χρυσό πανέρι, θαύμα, έργο λαμπρό του Ήφαιστου, που το είχε χαρίσει ο θεός στη γιαγιά της, τη Λιβύη, κι εκείνη το έδωσε στην Τηλέφασσα και η Τηλέφασσα το χάρισε στην κόρη της Ευρώπη.

Πήγαν λοιπόν όλες μαζί στα ολάνθιστα λιβάδια. Εκεί τα κορίτσια κολύμπησαν στο δροσερό νερό και μετά άρχισαν τα τρεχαλητά πάνω στη χλόη και μάζευαν όμορφα ανοιξιάτικα αγριολούλουδα, που τα έριχναν στα καλαμένια καλάθια τους, τα στολισμένα με πολύχρωμες κορδέλες κι άνθη. Μυρωδάτα ζουμπούλια, άσπρα σαν το χιόνι, μενεξεδιές βιολέτες, κόκκινους σαν το αίμα κρόκους, νάρκισσους στο χρώμα του ήλιου, και στη μέση η πριγκίπισσα Ευρώπη διάλεγε με προσοχή μόνο ευωδιαστά τριαντάφυλλα, κατακόκκινα σαν τη φωτιά, που τα έβαζε στο χρυσό καλάθι της, και άστραφτε σαν τη θεά Αφροδίτη από την ομορφιά της μέσα στα λουλούδια.

Όταν την αντίκρισε ο γιος του Κρόνου, ο Δίας, την ερωτεύτηκε τρελά. Τα βέλη του έρωτα, που δαμάζουν ανθρώπους και θεούς, πλήγωσαν την καρδιά του. Και, για να ξεφύγει την οργή της Ήρας της ζηλιάρας, άλλαξε τη θεϊκή μορφή του και μεταμορφώθηκε σε ταύρο. Όχι σαν τους ταύρους, που μπορεί να βρει κανείς σε ένα συνηθισμένο κτήμα ή σε κάποιο λιβάδι της γης. Ήταν ένας ταύρος με απίστευτη ομορφιά, με τρίχωμα χιονάτο, κέρατα γυαλιστερά, με μια βούλα σαν ασήμι καταμεσής στο κούτελο και με μάτια που έλαμπαν από έρωτα. Ξεπρόβαλε ουρανοκατέβατος ανάμεσά τους και ήταν τόσο ήμερος! Άφηνε τα κορίτσια να τον χαϊδολογούν και να του κρεμάνε γιρλάντες από λουλούδια στο λαιμό και στα κέρατα, ενώ εκείνος μουγκάνιζε χαρούμενα, τρίβοντας το μαλλιαρό κορμί του πάνω στα πόδια τους.

 

Αρπαγή της Ευρώπης, 1727, Noel-Nicolas Coype, λάδι σε καμβά, Philadelphia Museum of Art.Gallerix.ru

 

Τα κορίτσια ενθουσιάστηκαν και έτρεξαν ν᾽ αγγίξουν το υπέροχο αυτό ζώο και πιο πολύ απ’ όλες η Ευρώπη, που  στάθηκε μπροστά της και της έγλειφε το λαιμό. Εκείνη  γοητευμένη χάιδεψε απαλά – απαλά τον ταύρο και τον φίλησε στο μέτωπο. Έβγαλε κείνος ένα ήμερο μουγκανητό, στάθηκε γονατιστός μπροστά στην κόρη, γύρισε το σβέρκο του, την κοίταξε και οι ματιές του της έδειξαν την πλάτη του. Εκείνη τότε μίλησε στις κοπελιές και είπε: «Ελάτε, φίλες μου, να παίξουμε μ’ αυτό το όμορφο ζώο, που είναι τόσο ήμερο κι ευγενικό. Ελάτε ν΄ ανεβούμε στην πλάτη του, που θα τη στρώσει κι όλες μας θα μας δεχτεί επάνω στο κορμί του». Και πρώτη – πρώτη ανέβηκε στη ράχη του, για να την πάει βόλτα.

Μα ξαφνικά δίνει έναν πήδο ο ταύρος και άρχισε να μουγκανίζει ακόμα πιο χαρούμενα και να περπατάει ήσυχα τριγύρω με το κορίτσι στη ράχη του, μέχρι που έφτασε στην ακροθαλασσιά. Στάθηκε εκεί για μια στιγμή και ξαφνικά πήδηξε κατά μπρος κι άρχισε να τρέχει πάνω στη θάλασσα προς το πέλαγος. Η Ευρώπη τρομοκρατημένη άρχισε να φωνάζει δυνατά προς τις φίλες της, ν’ απλώνει τα χέρια και να τις παρακαλεί να τη σώσουν. Οι φίλες της την άκουσαν κι έτρεξαν στην ακτή, μα δεν μπορούσαν πια να κάνουν τίποτα για να τη γλιτώσουν.

Αρπαγή της Ευρώπης. Palumba, Giovanni Battista, 1500-1510, χαρακτικό Λονδίνο, Βρετανικό Μουσείο, 1869.

Ο ταύρος απομακρυνόταν από την ακτή βαδίζοντας με τις οπλές του πάνω στα κύματα σαν δελφίνι. Η θάλασσα γαλήνεψε, τα δελφίνια πηδούσαν γύρω από το θεϊκό ταύρο, οι Νηρηίδες χόρευαν, οι Τρίτωνες φυσούσαν μέσα σε μεγάλες κοχύλες και μαζεμένοι γύρω του τραγούδι γάμου λέγανε. Κρατούσε γερά με το ένα χέρι τα κέρατα του ζώου και έσφιγγε το κορμί της πάνω στη ράχη του για να μην πέσει. Με το άλλο χέρι ανασήκωνε το πορφυρό της φόρεμα, για να μη σέρνεται και το βρέχει ο αφρός της θάλασσας, κι εκείνο φούσκωσε πάνω στους ώμους της σαν άρμενο και έκανε το βάρος της πιο ελαφρύ.

Η Ευρώπη είδε με τρόμο πως η ακτή ήταν πια πολύ μακριά και έβαλε τα κλάματα. «Καλέ κι ευγενικέ μου ταύρε,  πού με πας, ποιός είσαι;» ψέλλισε ανάμεσα στα δάκρυα της.  «Δεν είσαι ζώο σαν τα άλλα, είμαι σίγουρη. Δεν περπατάνε στη στεριά δελφίνια, ούτε οι ταύροι στο πέλαγος, όπως εσύ που ατρόμητος πηδάς και τρέχεις πάνω στα κύματα  κι είναι κουπιά οι οπλές σου. Έτσι όπως πας,  θαρρώ, και στον ουρανό θ᾽ ανέβεις και θα πετάς εκεί ψηλά σαν τα γοργόφτερα όρνια. Αν τυχόν είσαι θεός, σε ικετεύω, πες μου τι θέλεις από μένα.  Έχουμε φύγει τόσο μακριά από την ακτή και τώρα μ’ έχει κυριέψει τρόμος σαν σκέφτομαι πως θα πέσει το σκοτάδι και θα είμαι μακριά από το σπίτι μου».

Ο ταύρος τότε της απάντησε ευγενικά με ανδρική φωνή: «Μη φοβάσαι, ομορφούλα μου, της θάλασσας το κύμα. Ο Δίας ο ίδιος είμαι εγώ, κι ας έχω αυτή την όψη. Ο έρωτάς σου μ᾽ έσπρωξε με τη μορφή του ταύρου να κάμω τόσο δρόμο στη θάλασσα. Και θα σε πάω στην Κρήτη, όπου θα ζήσεις ευτυχισμένη και δοξασμένων γιων μητέρα θα σε κάμω, που βασιλιάδες θα γινούν με σκήπτρο αυτοί στον κόσμο. Κι ακόμα περισσότερο, η ήπειρος στην οποία ανήκει η Κρήτη θα πάρει τ’ όνομα σου».

Έτσι ο Δίας πέτυχε το σκοπό του και όλα έγιναν όπως τα είπε ο πατέρας των θεών. Αφού πέρασαν πάνω από πολλά βουνά, λαγκάδια και θάλασσες έφτασαν στην Κρήτη, στον τόπο που πιο πολύ απ’ όλους είχε δικό του ο Δίας, γιατί σ’ αυτόν τον τόπο ο μεγάλος θεός είχε γεννηθεί και είχε μεγαλώσει. Όταν το ταξίδι τέλειωσε, ο ταύρος ακούμπησε την Ευρώπη μαλακά στην ακτή της Κρήτης κι από κει την οδήγησε σ’ ένα παλάτι, όπου έγινε βασίλισσα και έζησε ζωή ευτυχισμένη. Οι Ώρες είχαν ετοιμάσει το νυφικό κρεβάτι , όπου ο ερωτευμένος πατέρας των θεών και των ανθρώπων έσμιξε με την πεντάμορφη θνητή. Καρπός αυτού του θεϊκού έρωτα ήταν τρεις γιοι, ο Μίνωας, ο Ροδάμανθυς και ο Σαρπηδόνας.

Στο μεταξύ ο πατέρας της Ευρώπης λυπήθηκε βαθιά, όταν άκουσε πως ένας ταύρος άρπαξε την κόρη του και εξαφανίστηκε μαζί της στην απέραντη θάλασσα. Κάλεσε τους τρεις γιους του, τον Φοίνικα, τον Κίλικα και τον Κάδμο, και τους είπε: «Θέλω να ταξιδέψετε μέχρι την άκρη του κόσμου, αν χρειαστεί, και να μου φέρετε πίσω την Ευρώπη. Αν δεν τη βρείτε, να μην επιστρέψετε. Δεν θέλω να ξαναδώ κανέναν σας μπροστά μου χωρίς την αδελφή σας ή έστω μια είδηση γι’ αυτή». Έτσι τα τρία παλικάρια του Αγήνορα κίνησαν από τον τόπο τους και πήραν το καθένα δικό του δρόμο. Δεν μπόρεσαν όμως να βρουν την αδελφή τους πουθενά και δεν είχαν το κουράγιο να ξαναγυρίσουν στον πατέρα τους. Έτσι  καθένας απ’ αυτούς εγκαταστάθηκε στο χώρο που τον έφεραν οι περιπλανήσεις του: ο Φοίνικας στη χώρα που από αυτόν ονομάστηκε Φοινίκη, ο Κίλικας στη χώρα που πήρε το όνομα Κιλικία και ο Κάδμος στην Καδμεία, μια πόλη που έχτισε ο ίδιος και αργότερα την είπαν Θήβα [2].

Η Ευρώπη παράμεινε σε όλη τη ζωή της στην Κρήτη και η φήμη των γιων της, που ήταν μεγαλοδύναμοι και σοφοί, απλώθηκε σ’ όλο τον κόσμο. Αφού ο Δίας χάρηκε την αγάπη και την ομορφιά της Ευρώπης, την εγκατέλειψε και πήγε στον Όλυμπο, για να γίνει βασιλιάς θνητών και αθανάτων.  Στην Κρήτη τότε βασίλευε ο  Αστερίων, ο οποίος πήρε για δεύτερο σύζυγό του την Ευρώπη και υιοθέτησε τα παιδιά που είχε αποκτήσει εκείνη από το Δία, γιατί ο ίδιος δεν είχε γιο, για να αφήσει ως διάδοχο. Τα ανέθρεψε όπως τους ταίριαζε και όταν γέρασε τους άφησε το βασίλειό του. Έτσι ο Μίνωας, μετά το θάνατο του Αστερίωνα, έγινε βασιλιάς της Κνωσού, της μεγαλύτερης πόλης της Κρήτης, και κατάφερε να ενώσει όλες τις πόλεις της Κρήτης, που τις κυβέρνησε δίκαια και έφτιαξε τον πρώτο Ευρωπαϊκό Πολιτισμό, το μινωικό πολιτισμό. Μάλιστα, επειδή ήταν πολύ δίκαιος, λένε πως όταν πέθανε έγινε Κριτής του Άδη.

Λένε ακόμα ότι, όταν ο Δίας άφησε την Ευρώπη για να πάει στον Όλυμπο, ο μεγάλος θεός πρόσφερε στην αγαπημένη του τρία μοναδικά δώρα: έναν χάλκινο φτερωτό γίγαντα, τον Τάλω, που προστάτευε όχι μόνο την αγαπημένη του Ευρώπη, αλλά ολόκληρη την Κρήτη, ένα χρυσό σκύλο, το Λαίλαπα, που κανένα θήραμα δεν μπορούσε να του ξεφύγει, και μια φαρέτρα με βέλη, που ποτέ τους δεν αστοχούσαν. Όταν πέθανε η Ευρώπη, την τίμησαν θεοί κι άνθρωποι και προς τιμή της έδωσαν το όνομά της στην ήπειρο που εγκαταστάθηκε. Από την Ευρώπη, λοιπόν, πήρε το όνομά της η ήπειρος που βρίσκεται πάνω από την Κρήτη και λέγεται Ευρώπη.

 

Τι συμβολίζει ο μύθος της Ευρώπης

 

Αρπαγή της Ευρώπης.

Ο μύθος του Δία και της Ευρώπης αναφέρεται στις μυθολογικές ρίζες της Ευρώπης σε σχέση με τον Ελληνικό πολιτισμό, κρύβει, πιθανότατα, ιστορικές πληροφορίες για τις σχέσεις της Κρήτης με την Ανατολή και εξηγεί γιατί στο νησί της Κρήτης, το πιο κοντινό στη Μικρά Ασία, τη Συρία, την αρχαία Φοινίκη και την Αίγυπτο έχει την αρχή του ο πρώτος πολιτισμός της Ευρώπης.

Η Ευρώπη ήταν εγγονή της Ιούς, της όμορφης ιέρειας της Ήρας, που η καταγωγή της κρατούσε από το Άργος. Και τις δύο τις ερωτεύτηκε ο Δίας, ο πατέρας των θεών και των ανθρώπων. Την προγιαγιά της Ευρώπης, την πανέμορφή Ιώ, τη μεταμόρφωσε σε αγελάδα ο πατέρας των θεών και, αφού περιπλανήθηκε πολύ, διέτρεξε την ακτή του Ιονίου πελάγους (που εξαιτίας της πήρε το όνομά του), έφθασε στην Ιλλυρία, διέσχισε όλη την Σκυθία, πέρασε τη θάλασσα στα στενά του Βόσπορου (βοός + πόρος  = «πέρασμα της αγελάδας»), πλανήθηκε για πολύ καιρό στην Ασία και κατέληξε στην Αίγυπτο.

Κάποια χρόνια αργότερα η δισέγγονη της Ιούς, η πανέμορφη Ευρώπη, φτάνει από τη Φοινίκη στην Κρήτη πάνω στους ώμους ενός ταύρου. Και τα αδέρφια της Ευρώπης κυριαρχούν αντίστοιχα στην Κιλικία, τη Φοινίκη και στη Θήβα της Βοιωτίας. Δημιουργούνται έτσι οι δεσμοί που συνδέουν τον πολιτισμό της Ανατολής με τον πολιτισμό της Κρήτης και της ηπειρωτικής Ελλάδας. Ποια ιστορικά γεγονότα κρύβονται πίσω από αυτές τις μυθολογικές αφηγήσεις;

Ένας από τους παλαιότερους πολιτισμούς της Ευρώπης αναπτύχθηκε στις Κυκλάδες κατά την 3η και 2η χιλιετία π.Χ., δηλαδή την Εποχή του Χαλκού. Σε αυτό συνέβαλε το ήπιο κλίμα τους και κυρίως η ιδιαίτερα προνομιακή γεωγραφική τους θέση. Ουσιαστικά, τα νησιά των Κυκλάδων αποτελούν ένα είδος φυσικής γέφυρας ανάμεσα στην Ευρώπη και στην Ασία. Στη 2η χιλιετία π.Χ. οι Κυκλάδες έχουν επαφές με την ηπειρωτική Ελλάδα αρχικά και με την Κρήτη και μαζί με τα προϊόντα της Εγγύς Ανατολής μεταφέρουν στην Ευρώπη ιδέες, τεχνικές γνώσεις και θρησκευτικές αντιλήψεις. Ο πιο σημαντικός κυκλαδικός οικισμός είναι το Ακρωτήρι στη Θήρα, όπου ο αρχαιολόγος καθηγητής Σπύρος Μαρινάτος θα ανακαλύψει 3.500 χρόνια αργότερα  το θαυμάσιο πολιτισμό  της  περιοχής.

Οι περιπέτειες της Ιούς τοποθετούνται ιστορικά στο 16ο αιώνα π.Χ. Τον αιώνα αυτό οι πολιτισμοί του Αιγαίου και της Κρήτης, που  αριθμούν χιλιετηρίδες ύπαρξης, καταστρέφονται από σεισμό και καταποντισμούς, πιθανότατα  από έκρηξη  του ηφαιστείου της  Θήρας,  στο κέντρο του Αιγαίου, με τεράστια  παλιρροϊκά  κύματα,  που φτάνουν  μέχρι τη  Φοινίκη, την   Ιουδαία και την  Αίγυπτο. Είναι  ο σεισμός  – κατακλυσμός του Νώε.

Για να αντιμετωπίσουν αυτές τις δυσκολίες οι κάτοικοι του Αιγαίου, αναζητούν λύσεις και δημιουργούν συναλλαγές  με γειτονικούς λαούς και πολιτισμούς του Ιονίου πελάγους, της Μαύρης θάλασσας και της νοτιοανατολικής Μεσογείου. Συνδέονται δηλαδή με τις περιοχές, στις οποίες ο μύθος τοποθετεί τις περιπλανήσεις της Ιούς.

 

Η Ευρώπη και ο ταύρος, λάδι σε μουσαμά, Guido Rhenus, Dulwich Picture Gallery.

 

Ιστορικοί της αρχαιότητας μάλιστα, που προσπάθησαν να ερμηνεύσουν το μύθο, υποστήριξαν πως την Ιώ είχαν απαγάγει και είχαν οδηγήσει στην Αίγυπτο Φοίνικες πειρατές ή ήταν ερωμένη του καπετάνιου κάποιου φοινικικού πλοίου και έφυγε μαζί του με τη θέληση της. Στην Αίγυπτο την αγόρασε ο βασιλιάς της χώρας και έστειλε ως αποζημίωση στον πατέρα της, τον  Ίναχο έναν ταύρο. Όταν έφεραν όμως τον ταύρο στην Ελλάδα, ο Ίναχος ήταν νεκρός και οι πρέσβεις τον έδωσαν στους κατοίκους της χώρας, που δεν είχαν ξαναδεί ποτέ ταύρο.

Την Ιώ την καλοδέχτηκαν στην Αίγυπτο και έφερε στον κόσμο τον  Έπαφο, το γιο που είχε από το Δία, γενάρχη ενός πολυάριθμου γένους, στο οποίο περιλαμβάνονται και οι Δαναΐδες. Τα εγγόνια της Ιούς κυριάρχησαν στις κυριότερες χώρες της ανατολικής Μεσογείου, ο Βήλος στην Αίγυπτο και ο Αγήνορας στη Φοινίκη. Είναι προφανές ότι πίσω από τα πρόσωπα του μύθου κρύβονται οι σχέσεις επιγαμίας, που δημιουργήθηκαν στην Αίγυπτο ανάμεσα στους ντόπιους κατοίκους και τους «συγγενείς» της Ιούς, που μετακινήθηκαν εκεί.

Λίγα χρόνια αργότερα, το 1500 π.Χ., πολύ πριν από τα Τρωικά, πολλοί αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν ότι ξέσπασαν στην Αίγυπτο λοιμώδεις ασθένειες (οι 7 πληγές του Φαραώ, σύμφωνα με την Αγία Γραφή). Οι ντόπιοι απέδωσαν τις ασθένειες στους ασεβείς αλλόφυλους, που ζούσαν στην Αίγυπτο, οι οποίοι φεύγουν μετανάστες σε άλλα μέρη, για να αποφύγουν την οργή των ντόπιων. Οι Εβραίοι με αρχηγό το Μωυσή πήγαν δια ξηράς στην Ιουδαία. Οι Δαναοί με πλοία και με αρχηγό το Δαναό  πήγαν μέσω Ρόδου στο Άργος. Οι Φοίνικες με αρχηγό τον Αγήνορα έφυγαν από τη Θήβα της Αιγύπτου, απ΄όπου και η ονομασία Θηβαίοι, και πήγανε στη Φοινίκη της Ασίας, απέναντι από την Κύπρο. Από εκεί οι Κρήτες έκλεψαν την Ευρώπη, τη μάνα του Μίνωα, και ένα μέρος τους με αρχηγό τον Κάδμο πέρασε σε πολλά ελληνικά νησιά στο Αιγαίο και έφτασε στη Βοιωτία, όπου έκτισαν πόλη, που ονομάστηκε Καδμεία από το όνομα του Κάδμου ή Θήβα από το όνομα της πόλης της Αιγύπτου απ΄ όπου έφυγαν μετανάστες.

Η αρπαγή της Ευρώπης απεικονίζεται στο κέρμα των 2 ευρώ. Η αρπαγή της πριγκίπισσας Ευρώπης από τη Φοινίκη της Ασίας από το Δία που την ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα και την άρπαξε παίρνοντας μορφή ταύρου. Καρπός του έρωτα ήταν ο Μίνωας στην Κρήτη.

Η απαγωγή της Ευρώπης είναι πραγματικό γεγονός, όπως πραγματικά πρόσωπα είναι και ο Μίνωας, ο Κάδμος και τα άλλα πρόσωπα του μύθου. Ο Όμηρος  αναφέρει ότι ο  Μίνωας έζησε τρεις γενιές πριν από τον Τρωικό πόλεμο [3]. Σύμφωνα με Πάριο χρονικό (τρεις μεγάλες πλάκες από μάρμαρο Πάρου, όπου οι αρχαίοι έγραφαν τις κυριότερες ημερομηνίες) ο Μίνωας Α’ βασίλευε το  έτος 1470 π.Χ.,  ο Κάδμος ήρθε με Φοίνικες στη Βοιωτία το έτος 1255 και ο  Δαναός με Αιγύπτιους στο Άργος  το έτος 1247 [4].

Το μόνο που δεν είναι αλήθεια είναι ότι την απαγωγή της Ευρώπης την έκανε ο Δίας μεταμορφωμένος σε ταύρο, αλλά ο βασιλιάς των Δωριέων της Κρήτης Αστέριος. Ο λόγος για τον οποίο ειπώθηκε ότι την απαγωγή την έκανε ο Δίας  ήταν άλλος για τους Έλληνες και άλλος για τους Φοίνικες. Αρκετοί αρχαίοι συγγραφείς  (ο Αρριανός, ο Διόδωρος, ο Στράβων κ.α.)  υποστηρίζουν ότι ο Μίνωας και οι άλλοι μεγάλοι αρχαίοι νομοθέτες προσποιούνταν  ότι παίρνουν τους νόμους τους από το θεό ή έλεγαν ότι ήταν γιοι θεού,   προκειμένου οι άνθρωποι να θεωρούν ως θείες εντολές τους νόμους τους. Και οι Φοίνικες, για να δικαιολογήσουν την παρουσία τους στην Ελλάδα, ισχυρίζονταν ότι ο Κάδμος, ο γιος του βασιλιά της Φοινίκης Αγήνορα και αδελφός της Ευρώπης, ήρθε στην Ελλάδα με στρατό ψάχνοντας για την Ευρώπη. Επειδή δεν τη βρήκε, από ντροπή δεν ξαναγύρισε πίσω και έκτισε τη Θήβα της Βοιωτίας [5].

Ο Ηρόδοτος είδε την αρπαγή της Ευρώπης ως ένα ακόμα επεισόδιο των αρχαίων πολέμων, που προκαλούνταν εξαιτίας των απαγωγών των γυναικών, και αναφέρει ότι οι λόγιοι των Περσών του είπαν πως Φοίνικες, φτασμένοι από τη θάλασσα που ονομάζεται Ερυθρά, άρχισαν μακρινά ταξίδια μεταφέροντας εμπορεύματα αιγυπτιακά και ασσυριακά σε άλλα λιμάνια και προπαντός στο Άργος. Έτσι έφτασε η Ιώ στην Αίγυπτο και αυτό έγινε η αρχή για τα αδικήματα που ακολούθησαν. Γιατί αργότερα κάποιοι από τους Έλληνες πάτησαν πόδι στην Τύρο της Φοινίκης και άρπαξαν τη θυγατέρα του βασιλιά την Ευρώπη. Ένας Έλληνας βασιλιάς της Κρήτης, που δε θυμούνταν  το όνομά του (βασιλιάς της Κρήτης τότε ήταν ο Αστέριος, γιος του Τέκταμου και εγγονός του Δώρου του Έλληνα) πήγε μαζί με άλλους Κρήτες και απήγαγε την κόρη του βασιλιά της Φοινίκης, την Ευρώπη. «Μία σου και µία µου» δηλαδή. Επειδή φοίνικες έμποροι από την Τύρο είχαν απαγάγει την Ιώ, κόρη του βασιλέα του Άργους, οι Κρήτες έπλευσαν στη Φοινίκη και απήγαγαν µε τη σειρά τους την κόρη του βασιλέα της Τύρου [6].

 

Αρπαγή της Ευρώπης

 

Και τι συμβολίζει ο ταύρος, που εμφανίζεται στις μετακινήσεις της Ιούς από το Άργος στην Αίγυπτο και της Ευρώπης από τη Φοινίκη στην Κρήτη; Ο ταύρος – τον βρίσκουμε σε κεντρικό ρόλο σε όλους τους μύθους  της Κρήτης και άλλων περιοχών της Ελλάδας-, που κουβαλάει στη ράχη του την Ευρώπη, δεν είναι άλλος από τον ωκεανό, που σηκώνει στις πλάτες του τη στεριά [7]. Οπωσδήποτε όμως συνδέεται και με το βασικό ρόλο του στη γεωργική παραγωγή της Ανατολής, αφού με τους ταύρους όργωναν τα χωράφια, για να παράγουν προϊόντα απαραίτητα για την επιβίωση και το εμπόριο. Αν πιστέψουμε μάλιστα την εκδοχή του μύθου ότι οι Αργείοι δεν είχαν ξαναδεί ποτέ ταύρο, φαίνεται ότι η χρησιμοποίησή του στη γεωργική παραγωγή ξεκίνησε από την Ανατολή και αργότερα πέρασε στην Ελλάδα.

Χαρακτηριστικά είναι και τα δώρα, που έκανε ο Δίας στην αγαπημένη του Ευρώπη, πριν φύγει για τον Όλυμπο. Ο χάλκινος γίγαντας Τάλω, που προστάτευε ολόκληρη την Κρήτη, ο χρυσός σκύλος Λαίλαπας, που κανένα θήραμα δεν του ξέφευγε, και η φαρέτρα με βέλη, που ποτέ τους δεν αστοχούσαν.

Ο Τάλως ήταν ένα γιγάντιο χάλκινο δημιούργημα του Ήφαιστου. Είχε όμως ένα αδύναμο σημείο στο σώμα του. Διέθετε μία και μοναδική φλέβα, η οποία ξεκινούσε από το λαιμό και κατέληγε στον αστράγαλό του, όπου ένα χάλκινο καρφί ή βίδα έκλεινε την έξοδό της. Μέσα στη φλέβα του Τάλω κυλούσε ο ιχώρ, δηλαδή «το αίμα των αθανάτων», θείο υγρό που τον καθιστούσε αθάνατο, επειδή είχε τη δυνατότητα να αναζωογονεί το σώμα του [8]. Από άλλους ο Τάλως παρουσιάζεται με φτερά που συμβολίζουν την ταχύτητα με την οποία έτρεχε γύρω από το νησί. Η Ευρώπη τον χάρισε στο Μίνωα. Όταν όμως πέρασαν από την Κρήτη οι Αργοναύτες, ο πατέρας του Φιλοκτήτη, ο Ποίας, τόξευσε το χάλκινο καρφί στη φτέρνα του Τάλω, το έβγαλε από τη θέση του, χύθηκε ο ιχώρ και ο Τάλως πέθανε [9]. Ο Πλάτωνας τον θεωρεί υπαρκτό πρόσωπο, αδελφό του Ροδάμανθυ, και αναφέρει πως ο Τάλως ήταν μια πανίσχυρη μηχανή αποτροπής βίας, που μετατρέπονταν σε πολεμική μηχανή, όταν αυτό ήταν αναγκαίο. Εκτελούσε όμως και χρέη δικαστή περιφερόμενος σε πόλεις και χωριά, φέροντας μαζί του τους νόμους του Μίνωα γραμμένους σε χάλκινες πλάκες. Είχε καθήκον να επισκέπτεται τα χωριά της Κρήτης και να εφαρμόζει το νόμο. Αναχωρούσε από τη βάση του στη Φαιστό και γύριζε τις ακτές του νησιού τρεις φορές την ημέρα και  έδιωχνε τα εχθρικά καράβια πετώντας τους πέτρες. Αν οι εχθροί είχαν αποβιβαστεί, τους έκαιγε με την ανάσα του ή τους αγκάλιαζε σφιχτά πάνω στο πυρακτωμένο χάλκινο σώμα του και τους έκαιγε [10].

Ο χάλκινος ήρωας Τάλως συμβολίζει την τεχνολογική εξέλιξη στον τομέα της μεταλλουργίας στα προϊστορικά-μινωικά χρόνια. Είχαν φτάσει σε τόσο υψηλό επίπεδο, ώστε έφτιαξαν με τη φαντασία τους έναν χάλκινο υπερήρωα να τους προστατεύει. Συμβολίζει επίσης τη ναυτική ισχύ της Μινωικής Κρήτης. Ο Μίνωας ήταν ο  πρώτος στον κόσμο που συγκρότησε πολεμικό ναυτικό και μ’ αυτό εδίωξε από τις Κυκλάδες τους  ληστές και τους πειρατές Κάρες και Φοίνικες και τις εποίκησε με μόνιμους κατοίκους που έφερε από την Κρήτη με αποτέλεσμα από τη μια ο Μίνωας να γίνει ο πρώτος θαλασσοκράτορας και από την άλλη να ελευθερωθούν οι θαλάσσιοι διάδρομοι και έτσι οι Έλληνες  να μπορούν να επικοινωνούν μεταξύ τους, να ασχοληθούν με ναυτικές εργασίες και να πλουτίσουν. Η Κρήτη έγινε η µεγαλύτερη ναυτική δύναµη, πασίγνωστη για τα περίφηµα πλοία της, που  µετέφεραν ανθρώπους, αγαθά και πολιτισµό στις χώρες που κατέπλεαν [11].

Η άλλη πολύ σημαντική ιδιότητα του Τάλω, αυτή του λειτουργού της δικαιοσύνης, υποδηλώνει τη σπουδαιότητα που απέδιδαν στην αρχαία Κρήτη στο θεσμό της δικαιοσύνης. Ο Μίνωας με τον αδελφό του Ραδάμανθυ είναι οι πρώτοι που δημιούργησαν αξιόλογη πολιτεία. Ένωσαν σε ενιαίο σύνολο όλες τις πόλεις – φυλές της Κρήτης, τους αυτόχθονες με τους μετανάστες (Δωριείς, Αχαιούς και Πελασγούς) και καθιέρωσαν πρωτόγνωρους για την εποχή θεσμούς για σωστή διακυβέρνηση. Θεσμοθετήθηκαν για πρώτη φορά σύνταγμα, βουλή,  βουλευτές, κοινά συσσίτια κλπ. Την Κρητική Πολιτεία  αντέγραψαν αργότερα πρώτα οι Σπαρτιάτες με το νομοθέτη Λυκούργο, μετά οι Αθηναίοι με το Σόλωνα και τέλος οι Ρωμαίοι με το νομοθέτη Νουμά. Αυτά όλα ήταν και η αιτία για την οποία Μίνωας και Ραδάμανθυς μετά θάνατο ανακηρύχθηκαν ισόθεοι και κριτές του Άδη. Οι νόμοι τους μάλιστα θεωρούνταν θεϊκοί, αφού ο Μίνωας τους έπαιρνε από τον πατέρα του το Δία, και επομένως η τήρησή τους ήταν απαραίτητη [12]. Ο χρυσός σκύλος Λαίλαπας και η φαρέτρα με τα βέλη, που δεν αστοχούσαν ποτέ, συμβολίζουν την αγάπη των Κρητών για το κυνήγι, αλλά και την υπερηφάνειά τους για τις ξεχωριστές ικανότητες της ονομαστής κυνηγητικής ράτσας σκύλων, που οι αρχαίο συγγραφείς ονόμαζαν «διάπονους», ακούραστους δηλαδή στο τρέξιμο, και «πάριππους», επειδή έτρεχαν με άνεση δίπλα στα γοργοπόδαρα άλογα. Τα στοιχεία αυτά υποδηλώνουν παράλληλα τη μεταβατική περίοδο ανάμεσα στην οικονομία του κυνηγιού, όπου οι άνθρωποι στήριζαν τη ζωή τους στα θηράματα,  και την οικονομία της γεωργίας, όταν στηρίχτηκαν στην καλλιέργεια της γης με τη βοήθεια φυσικά του ταύρου, που μετέφερε και την Ευρώπη στην Κρήτη.

 

Η Ευρώπη και ο Δίας μεταμορφωμένος σε ταύρο πριν την μεταφέρει στην Κρήτη. Τοιχογραφία στην Πομπηία. Museo Archeologico Nazionale di Napoli.

 

Η αρπαγή της Ευρώπης αποτυπώνει το σύνδεσμο μεταξύ της αρχαίας Αιγύπτου και της αρχαίας Ελλάδας. Η Φοινίκη ανήκε στη σφαίρα επιρροής των φαραώ της Αιγύπτου. Ο ∆ίας μεταφέροντας την Ευρώπη από τις ακτές της Φοινίκης στην Κρήτη μετέφερε τους καρπούς των αρχαίων ασιατικών πολιτισµών της Ανατολής στις νέες νησιωτικές αποικίες του Αιγαίου. Ο αδελφός της Ευρώπης Κάδµος, που περιπλανήθηκε σε ολόκληρο τον κόσµο προκειμένου να τη βρει, θεωρείται πως έφερε το αλφάβητο στην Ελλάδα, το φοινικικό αλφάβητο.

Οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν τη λέξη «Ευρώπη» ως ονοµασία για την επικράτειά τους δυτικά του Αιγαίου, προκειµένου να τη διακρίνουν από τις παλαιότερες κτήσεις τους στη Μικρά Ασία. Η περιπέτειά της οδήγησε στη θεµελίωση ενός νέου πολιτισµού, που θα έφερε τελικά το όνοµά της και θα εξαπλωνόταν σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή χερσόνησο. Ο  μύθος απαθανατίστηκε σε ελληνικούς αµφορείς και σε τοιχογραφίες της Πομπηίας και ενέπνευσε πολλούς καλλιτέχνες σε πιο σύγχρονες εποχές, όπως τον Τισιανό, τον Ρέµπραντ, τον Ρούµπενς, τον Βερονέζε και τον Κλωντ Λορραίν.

 

Υποσημειώσεις


 

[1] Ο ποιητής Μόσχος από τις Συρακούσες  στο επύλλιον «Ευρώπη» αφηγείται σε 166 δακτυλικούς εξάμετρους  με τρόπο αριστοτεχνικό τον μύθο της αρπαγής της Ευρώπης από το Δία.

[2] Οβιδίου, Μεταµορφώσεις,  τόµ. Β΄, στ. 862 κ.ε., µτφρ. A.D. Melville, Οξφόρδη 1986.

[3] Ομήρου, Ιλιάδα Ν. 445 – 455 και  Ξ 321-322.

[4] Διόδωρος Σικελιώτης, βίβλος Μ, Απόσπασμα 3, βίβλος 1, 23-24 και 28-29.

[5] Αρριανός, Αλεξάνδρου Ανάβασις 2, 29.

[6] Ηρόδοτος Α, 2 – 5.

[7] Ι. Θ. Κακριδής,  ελληνική μυθολογία, οι Ήρωες, σελ. 261. Εκδ. ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ 1986.

[8] Απολλώνιος  Ρόδιος, Αργοναυτικά Δ, 1638 – 1670.

[9] Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη 1,9. εκδ. ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, 2002.

[10] Πλάτων, Μένων – Κλειτοφών – Μίνως, εκδ. ΚΑΚΤΟΣ, 1993, 318 – 320.

[11] Θουκυδίδη, Ιστορία, Ι,4.

[12] ΚΡΑΣΑΝΑΚΗΣ Α., Ναυτική Ιστορία Ελληνικού Έθνους, Αθήνα 2008. NORMAN DAVIES, Ιστορία της  Ευρώπης, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 2009.

 

Αλέξης Τότσικας

«Μύθος και Ιστορία», υπό έκδοση.

 

Διαβάστε ακόμη:

Το Ναύπλιο και η αγροτική του ενδοχώρα τον 19ο αιώνα

$
0
0

Το Ναύπλιο και η αγροτική του ενδοχώρα τον 19ο αιώνα – Εύη Καρούζου, Ναυπλιακά Ανάλεκτα VIΙI, Πρακτικά Επιστημονικού Συμποσίου, «150 Χρόνια Ναυπλιακή Επανάσταση» Ναύπλιο, 2013.


 

Αν στηριχθεί κάποιος μόνο στα στατιστικά στοιχεία που αφορούν στην πόλη του Ναυπλίου τον 19ο αιώνα – πληθυσμιακά ή οικονομικά –, τότε είναι πολύ πιθανό να σχηματίσει την εικόνα μιας πόλης που βρίσκεται σε στασιμότητα ή ακόμη και σε παρακμή. Όμως, όσο και αν θέλουμε να εστιάσουμε στην πόλη και τους ανθρώπους της, η πόλη δεν υπάρχει χωρίς την ενδοχώρα της, ακόμη και αν η ενδοχώρα αυτή βρίσκεται πολλά χιλιόμετρα μακριά από τις παρυφές της πόλης.

Μια πόλη χαρακτηρίζεται ως κεντρικό σημείο ενός τόπου, εφόσον είναι σε θέση να προσφέρει στον πληθυσμό της ευρύτερης περιοχής μια σειρά από αγαθά και υπηρεσίες που δεν μπορεί να προσφέρει καμία άλλη πληθυσμιακή συγκέντρωση στην ίδια περιοχή, σε κόστος το οποίο δεν πρέπει να ξεπερνάει ένα συγκεκριμένο ύψος και να γίνεται ασύμφορο για τον δέκτη των υπηρεσιών. Το Ναύπλιο πληροί αυτές τις προδιαγραφές σε ό,τι αφορά στις διοικητικές και δικαστικές υπηρεσίες. Για παράδειγμα, το γεγονός ότι το Ναύπλιο είναι έδρα Εφετείου, στο οποίο υπάγονται τα Πρωτοδικεία Ναυπλίου, Τρι­πόλεως, Σπάρτης, Καλαμών και Κυπαρισσίας, προσδιορίζει την κίνηση του πληθυσμού, ακόμη και των πιο απομακρυσμένων περιοχών, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να επισκεφθεί το Ναύπλιο, ακόμη και αν για όλες τις υπόλοιπες συναλλαγές του καταφεύγει σε πλησιέστερες πληθυσμιακές συγκεντρώσεις. Επομένως, για να μελετήσουμε καλύτερα το Ναύπλιο είναι αναγκαίο να δού­με την ενδοχώρα του ή, πιο σωστά τις ενδοχώρες του. Η διοικητική ενδοχώ­ρα της πόλης είναι λίγο-πολύ αυτονόητη, παρόλο που οι μετατοπίσεις της υποδηλώνουν την προσπάθεια προσαρμογής της διοίκησης στα δεδομένα που δημιουργούν οι άλλες ενδοχώρες της πόλης. Εκείνο με το οποίο είναι αναγκαίο να ξεκινήσουμε, είναι να προσδιορίσουμε δημογραφικά την ενδοχώρα της πόλης και, ακολούθως, να εξετάσουμε ποιο είναι το πληθυσμιακό μέγεθος της Επαρχίας Ναυπλίας, ποιον πληθυσμό, δηλαδή, πρέπει να εξυπηρετήσουν οι υπηρεσίες του Ναυπλίου. Στη συνέχεια, θα πρέπει να προσδιορίσουμε την οικονομική φυσιογνωμία αυτής της ενδοχώρας.

Το 1851 ο Ιάκωβος Ρίζος Ραγκαβής αναφέρει στα Ελληνικά του ότι η Επαρχία Ναυπλίας αποτελείται από 4 Δήμους: Ναυπλίας, Νέας Επιδαύρου, Μινώας και Μηδείας. Το μεγαλύτερο τμήμα του Δήμου Ναυπλίας και μέ­ρος του Δήμου Μηδείας βρίσκονται στην αργολική πεδιάδα, ενώ τα υπόλοιπα χωριά είναι ημιορεινά ή ορεινά.

Πέρασμα στο Κατσίγκρι, Chr. Wordsworth, 1839.

Ο πολυπληθέστερος Δήμος είναι εκείνος των Ναυπλιέων, αφού περιλαμβάνει τη μοναδική πόλη της Επαρχίας αλλά και αρκετά χωριά του κάμπου. Ακολουθεί ο Δήμος Μηδείας, ο οποίος επίσης έχει πολλά χωριά στον κά­μπο, ενώ ο Δήμος Επιδαύρου, με πολύ λιγότερα χωριά, οφείλει τη δυναμική του στην παρουσία της Νέας Επιδαύρου και του Λυγουριού. Τέλος, ο Δήμος Μινώας, με μοναδικό οικισμό αρχικά το Τολό, παρουσιάζει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον ως χώρος μελλοντικής εγκατάστασης ορεινών πληθυσμών. Στη στατιστική αυτή εικόνα του 1851 τις εντυπώσεις κερδίζει η πόλη λόγω του πληθυσμού της. Η εικόνα αυτή θα κλονιστεί, αν δούμε τις τάσεις που εμφανίζουν όλες οι πληθυσμιακές συγκεντρώσεις της Επαρχίας μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα. Έτσι, λοιπόν, βλέπουμε στον Πίνακα 2 ότι η Επαρχία παρουσιάζει σημαντική αύξηση του πληθυσμού της, η οποία όμως δεν σχετίζεται με την πόλη του Ναυπλίου που βλέπει τον πληθυσμό της να παραμένει στάσιμος. Ειδικότερα στον Δήμο Ναυπλιέων, η αύξηση εντοπίζεται στα χωριά του Δήμου.

Ας δούμε τώρα τη σύνθεση του πληθυσμού των Δήμων: όλοι οι Δήμοι παρουσιάζουν ενδιαφέρον με εξαίρεση τον Δήμο Μηδείας. Ο Δήμος Ναυπλιέων έχει ποσοστό ετεροδημοτών 57,5% επί του πληθυσμού του και έρχεται τρίτος, μετά τον Δήμο της Ερμούπολης (79,7%) και τον Δήμο της Αθήνας (64,7%) σε αριθμό ετεροδημοτών. Ο Δήμος Επιδαυρίων έχει ποσοστό ετεροδημοτών που ανέρχεται στο 24,8%, ο Δήμος Μηδείας 0,4%, ενώ ο Δήμος Μινώας έρχεται πρώτος στο Βασίλειο με ποσοστό ετεροδημοτών που ανέρχεται στο 37,7%.3 Το μεγάλο ποσοστό ετεροδημοτών του Δήμου Ναυπλιέων μπορεί να δικαιολογηθεί από την παρουσία στρατιωτικών και δημόσιων υπαλλήλων στην πόλη του Ναυ­πλίου. Ίσως όμως αυτό δεν είναι αρκετό. Αν δούμε τα χωριά του ίδιου Δήμου, παρατηρούμε ότι υπάρχουν οικισμοί που – μέσα σε λιγότερο από 30 χρόνια – σχεδόν διπλασιάζουν τον πληθυσμό τους: Τζαφέραγα, Χαϊδάρι, Κούτσι, Μερζές και έπονται το Σπαϊτζίκο και το Κατσίγκρι. Επομένως, μπορούμε να υποθέσουμε ότι η ημινομαδική κτηνοτροφία που υπάρχει στην περιοχή, προερχόμενη από την Αρκαδία, ευθύνεται για τη διόγκωση του πληθυσμού στην περιοχή, φαινόμενο που σιγά-σιγά θα πάρει τη μορφή μόνιμων οικισμών με νέα ονόματα.

Αυτή η υπόθεση ενισχύεται, αν δούμε τον Δήμο Μινώας. Αυτός ο Δήμος μέσα σε λίγα χρόνια υπερδιπλασιάζει τον πληθυσμό του, χωρίς όμως να παρουσιάζει σταθερούς μόνιμους οικισμούς, γεγονός που σημαίνει ότι ο δεύτερος οικισμός που εμφανίζεται μετά το Τολό, τα Ίρια, δεν έχει ακόμη παγιωθεί και αποτελεί χώρο περιοδικής εγκατάστασης κτηνοτρόφων. Φαίνεται ότι ο αρχικός πληθυσμός προσφύγων που εγκαταστάθηκε στα Ίρια και στην Κά­ντια, δεν εδραιώθηκε άμεσα ως μόνιμος πληθυσμός με μόνιμη, κυρίως γεωργική, απασχόληση. Το 1841, το επαρχιακό συμβούλιο Ναυπλίας αναφέρει ότι για τη βοσκή των μεγάλων ζώων της επαρχίας, δηλαδή κυρίως των αροτριώ­ντων ζώων, επαρκούν 1.300 στρέμματα γης, τα οποία κατανέμονται ως εξής: 500 στρ. για τον Δήμο Μηδείας, 500 για τον Δήμο Τίρυνθας και Ασίνης, 250 για τον Δήμο Επιδαύρου και μόνο 50 για τον Δήμο Μινώας. Η χαμηλή ζήτηση για τις βοσκές των αροτριώντων ζώων σημαίνει ότι στον Δήμο Μινώας το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού που εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της χρονιάς, δεν είναι μόνιμα εγκατεστημένο και δεν ασκεί συστηματικά τη γεωργία.

Τα δεδομένα αυτά δείχνουν ότι ο πληθυσμός της Επαρχίας είναι μια κινούμενη άμμος· δεν επηρεάζεται μόνο από τη φυσική κίνηση (γεννήσεις – θάνατοι) αλλά και από μετακινήσεις που δημιουργούν μία μεταβλητή ενδοχώρα που προσκολλάται ή απομακρύνεται από το διοικητικό της κέντρο, το Ναύπλιο. Οι οικονομικές δραστηριότητες αυτού του πληθυσμού σε συνάρτηση με τη διοικητική φυσιογνωμία της περιοχής ενισχύουν αυτή την εικόνα του μεταβλητού τοπίου…

Για την ανάγνωση ολόκληρης της ανακοίνωσης πατήστε διπλό κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο: Το Ναύπλιο και η αγροτική του ενδοχώρα τον 19ο αιώνα

Οι μοιραίες φράσεις του Χαρίλαου Τρικούπη

$
0
0

Οι μοιραίες φράσεις του Χαρίλαου Τρικούπη


 

Μια κορυφαία πολιτική προσωπικότητα του 19ου αιώνα και από τους σημαντικότερους πολιτικούς της νεώτερης Ελλάδας, που διετέλεσε επτά φορές πρωθυπουργός και συνέδεσε το όνομά του με την προσπάθεια εκσυγχρονισμού της χώρας, έμεινε στην ιστορία για 3 φράσεις: «Τις πταίει», «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» και «ανθ’ ημών Γουλιμής». Ο Χαρίλαος Τρικούπης.

Γεννήθηκε στο Ναύπλιο το 1832 και ήταν γιος του πολιτικού και ιστορικού της επανάστασης του 1821 Σπυρίδωνα Τρικούπη και της Αικατερίνης Μαυροκορδάτου, αδελφής του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου. Το σπίτι των Τρικούπηδων παραμένει μέχρι σήμερα αναξιοποίητο στο Άργος στην οδό Δαναού, απέναντι από το Μπουσουλοπούλειο Γυμνάσιο.

Χαρίλαος Τρικούπης

Ο Τρικούπης υπηρέτησε στο Διπλωματικό Σώμα από το 1853 έως το 1864. Το 1863 ήταν επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας, που διαπραγματεύτηκε τη συνθήκη προσάρτησης των Ιονίων Νήσων στην Ελλάδα, η οποία υπογράφηκε στις 16 Μαρτίου 1864.

Το 1865 εξελέγη βουλευτής Μεσολογγίου και σε ηλικία μόλις 33 ετών ο πρωθυπουργός Κουμουνδούρος του εμπιστεύθηκε το κρίσιμο Υπουργείο Εξωτερικών σε μια δύσκολη περίοδο, καθώς είχε ξεσπάσει η Κρητική Επανάσταση. Ως νέος Υπουργός Εξωτερικών δεν επισκέφθηκε πρώτος τους ξένους πρεσβευτές στην Αθήνα, αλλά απαίτησε να τον επισκεφθούν αυτοί πρώτοι. Έτσι διαμόρφωσε μία εθιμοτυπία, που ισχύει μέχρι σήμερα. Η κυβέρνηση Κουμουνδούρου όμως κατέρρευσε, λόγω του Κρητικού Ζητήματος, και ο Τρικούπης προχώρησε στη δημιουργία νέου κόμματος, το «Πέμπτο Κόμμα».

Στις αρχές της πολιτικής του σταδιοδρομίας, στις 29 Ιουνίου του 1874, έγραψε στην εφημερίδα «Καιροί» ένα σαρκαστικό άρθρο με τον τίτλο «Τις πταίει». Σε αυτό ο Τρικούπης καταγγέλλει το πολιτικό σύστημα της εποχής και δείχνει ως υπεύθυνο για την πολιτική κρίση του τόπου το βασιλιά Γεώργιο Α΄ για τον τρόπο που ασκεί τις εξουσίες του, παρακάμπτοντας το κοινοβούλιο, με το διορισμό Υπουργών από τη μειοψηφία. Προτείνει ο ανώτατος άρχοντας να διορίζει ως πρωθυπουργό τον αρχηγό του πλειοψηφούντος κόμματος, που θα έχει τη στήριξη της Βουλής. Ως τότε ίσχυε η λεγόμενη «θεωρία του κηπουρού»: Ο Βασιλιάς μπορούσε να διορίσει πρωθυπουργό όποιον ήθελε, ακόμα και τον κηπουρό του.

Έτσι καθιερώθηκε η αρχή της δεδηλωμένης, που είναι όρος του Συνταγματικού Δικαίου και ορίζει ότι η κυβέρνηση οφείλει να έχει τη «δεδηλωμένη» της Βουλής και να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή, ενώ η τελευταία διατηρεί το δικαίωμά της να άρει την εμπιστοσύνη της με ψήφο δυσπιστίας ύστερα από πρόταση μομφής. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται η δημοκρατική νομιμοποίηση της κυβέρνησης, η οποία  δεν εκλέγεται απευθείας από το λαό, αλλά διορίζεται από τον ανώτατο άρχοντα της χώρας.

Ο Χαρ. Τρικούπης κατέληγε στο συμπέρασμα πως «δεν πταίει το Έθνος» και ότι αλλού ήταν «το κακόν», υπονοώντας την κατάπτωση των θεσμών, την έλλειψη σεβασμού στη λαϊκή θέληση και τους διεφθαρμένους πολιτικούς.

Το άρθρο του Τρικούπη, που χαρακτήριζε τις εκλογές νόθες, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις και υποδαύλιζε επαναστατική κινητοποίηση εναντίον του βασιλιά, οδήγησε στην ποινική του δίωξη και την προφυλάκισή του, αλλά αποφυλακίστηκε 4 μέρες αργότερα. Αυτό τον καθιέρωσε στη λαϊκή συνείδηση ως ηγέτη και του έδωσε τη δυνατότητα να κυβερνήσει τον τόπο. Στις 27 Απριλίου 1875, ο Χαρίλαος Τρικούπης γίνεται για πρώτη φορά πρωθυπουργός.

Τα επόμενα 20 χρόνια θα είναι ο κυρίαρχος στο πολιτικό σκηνικό, εκπροσωπώντας την ανερχόμενη αστική τάξη. Μεγάλοι του αντίπαλοι ήταν αρχικά ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος και στη συνέχεια ο «λαϊκιστής» Θεόδωρος Δηλιγιάννης, που εκπροσωπούσαν τα «παλιά τζάκια». Ο Χαρίλαος Τρικούπης θα παραμείνει στο τιμόνι της χώρας για περίπου 11 χρόνια, γεγονός που τον καθιστά έναν από τους μακροβιότερους πρωθυπουργούς της Ελλάδας.

Κατά τη διάρκεια της εξουσίας του θα θέσει σε εφαρμογή ένα ευρύ μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα στους τομείς της γεωργίας, της φορολογίας και της άμυνας, καθώς και ένα πολυδάπανο πρόγραμμα έργων υποδομής, με το οποίο, μεταξύ άλλων, ο Τρικούπης πρόλαβε, πριν πτωχεύσει η χώρα, να διευρύνει τον πορθμό του Ευρίπου, να αποξηράνει τη λίμνη Κωπαΐδα, να γεμίσει την Αθήνα σημαντικά κτίρια υπό την επίβλεψη του Ερνέστου Τσίλερ, να κατασκευάσει 2.500 χιλιόμετρα εθνικών, επαρχιακών και δημοτικών οδών και να δημιουργήσει από το μηδέν ένα πλήρες σιδηροδρομικό δίκτυο σε όλη την Ελλάδα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ το 1882 υπήρχαν σε λειτουργία μόνο 9 περίπου χιλιόμετρα σιδηροδρομικής γραμμής, που συνέδεαν την Αθήνα (Θησείο) με τον Πειραιά, το 1893 λειτουργούσαν 914 χιλιόμετρα σιδηροδρομικών γραμμών και άλλα 490 ήταν υπό κατασκευή. Κατάφερε επίσης να διανοίξει τη διώρυγα της Κορίνθου και να παραγγείλει τρία θωρηκτά πολεμικά πλοία (Ύδρα, Σπέτσαι και Ψαρά). Τέλος κατάργησε το φόρο της δεκάτης στα δημητριακά προϊόντα, αναδιοργάνωσε την αστυνομία, την αγροφυλακή και τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και θέσπισε τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων.

 

Διώρυγα της Κορίνθου, 1902. Library of Congress.

 

Ισθμός της Κορίνθου, 1906. Library of Congress.

 

Χαρακτηριστικό της προοδευτικότητάς του είναι το παράτολμο για την εποχή του όραμά του για τη ζεύξη του Ρίου-Αντιρρίου, ιδέα που υλοποιήθηκε πάνω από έναν αιώνα αργότερα με την κατασκευή της Γέφυρας Ρίου-Αντιρρίου, στην οποία δόθηκε το όνομά του στις 25 Μαΐου 2007.

Για το πρόγραμμα αυτό εκσυγχρονισμού της χώρας ο Τρικούπης θα συνάψει έξι συνολικά δάνεια:

  •   Το 1879 δάνειο ύψους 60 εκ. φράγκων με επιτόκιο 8,19%, για να καλυφθεί η αναγκαστική κυκλοφορία χρήματος.
  •   Το 1881 δάνειο ύψους 120 εκατ. φράγκων με επιτόκιο 7,35%, για να καλυφθούν οι επείγουσες ανάγκες της χώρας.
  •   Το 1884 δάνειο ύψους 100 εκατ. φράγκων με επιτόκιο 7,16%, για τη κατασκευή των σιδηροδρόμων.
  •   Το 1887 δάνειο ύψους 135 εκατ. Φράγκων με επιτόκιο 6%, για την αγορά στρατιωτικού εξοπλισμού και την εξυπηρέτηση προηγούμενων δανείων.
  •   Το 1889 δάνειο ύψους 155 εκ. με επιτόκιο 5,75%, για την αποπληρωμή των σιδηροδρομικών εταιριών.
  •   Το 1890-91 δάνειο ύψους 89 εκατ. με επιτόκιο 5,7%, για τη κατασκευή του σιδηροδρόμου Πειραιά – Λάρισας.

Από το συνολικό ονομαστικό ποσό των 643.000.000 εκατ. χρυσών φράγκων θα εισπραχθούν μόνο 463 εκατ. Για τα νέα και τα παλαιά δάνεια θα καταβληθούν τη δεκαετία 1880-1890 τοκοχρεολύσια ύψους 455.000.000 χρυσών φράγκων!

Τα δάνεια επενδύθηκαν στα  σημαντικά έργα υποδομής, αλλά η οικονομική πολιτική του Τρικούπη ταυτίστηκε γρήγορα με τη διαφθορά. Οι απόψεις του υπέρ της παρέμβασης του ιδιωτικού κεφαλαίου και ο ρόλος των ομογενών στα οικονομικά του κράτους δημιούργησαν την έντονη δυσαρέσκεια της αντιπολίτευσης του Θ. Δηλιγιάννη. Η ανάθεση σε ξένη εταιρεία του έργου της αποξήρανσης της Κωπαΐδας και η συμμετοχή ελλήνων ομογενών σε αυτή την επιχείρηση ενίσχυσαν τη λαϊκή δυσαρέσκεια.

Στις εκλογές του 1890 ο Τρικούπης θα πληρώσει την πολιτική των φόρων. Θα τον διαδεχθεί ο Δηλιγιάννης και θα επιχειρηθεί η πολιτική εξόντωσή του με την παραπομπή σε Ειδικό Δικαστήριο «ως σπαταλήσαντα το δημόσιο χρήμα»! Η πρόταση θα απορριφθεί από την πλειοψηφία των βουλευτών, αλλά το έργο του θα διακοπεί και η Δηλιγιαννική φαυλοκρατία θα οδηγήσει τη χώρα από το κακό στο χειρότερο. Ο λαός θα διορθώσει το λάθος του 1890 και στις εκλογές του 1892 θα δώσει στον Τρικούπη ισχυρή πλειοψηφία. Τα δημόσια οικονομικά όμως είναι σε αδιέξοδο και τα ελληνικά χρεόγραφα σε κατρακύλα. Ο Τρικούπης καταφεύγει σε νέους φόρους, που αυξάνουν τη λαϊκή αντίδραση.

Οι ξένοι κεφαλαιούχοι είναι «πρόθυμοι» να προσφέρουν νέα δάνεια με στόχο να ελέγξουν απόλυτα την οικονομία και τη χώρα. Ανταγωνίζονται μάλιστα οι Άγγλοι, οι Γάλλοι και οι Αμερικανοί και στέλνουν, αντίστοιχα, στην Ελλάδα για έλεγχο των δημοσιονομικών τον λόρδο Εδουάρδο Λω, τον οικονομικό επιθεωρητή Ρου και τον τραπεζίτη Μόργκαν!

Ο Τρικούπης θα ζητήσει από τους Άγγλους δάνειο 3.500.000 στερλινών για να στηρίξει τα ελληνικά χρεόγραφα. Η συμφωνία προβλέπει την κύρωσή της με βασιλικό διάταγμα. Μετά την αντίδραση της αντιπολίτευσης και ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ αρνείται.

Η χρεοκοπία ουσιαστικά είχε επέλθει πριν Τρικούπης αναλάβει για τελευταία φορά την πρωθυπουργία στις 30 Οκτωβρίου του 1893. Εμφανιζόμενος στη Βουλή δε θα διστάσει να καταθέσει την αλήθεια και δεν θα τα παρατήσει. «Η Ελλάς προώρισται να ζήσει και θα ζήσει» θα πει και θα προσπαθήσει να πετύχει διακανονισμό με τους δανειστές. Εκείνοι θα ζητήσουν τον έλεγχο όλων των κρατικών εσόδων. Ο Τρικούπης αρνείται θεωρώντας ότι στην ουσία θα υποθηκευόταν η ανεξαρτησία της χώρας. Είχαν όμως συμμάχους τα Ανάκτορα και την αντιπολίτευση, που υποκίνησαν μεγάλες διαδηλώσεις με σύνθημα κατά της πληρωμής των φόρων! Στις διαδηλώσεις μάλιστα εμφανίστηκε έφιππος και ο διάδοχος του θρόνου!

Η πρωτόγονη οικονομία της εποχής δε θα αντέξει το φιλόδοξο πρόγραμμα του Τρικούπη. Ο ίδιος θα προκαλέσει μεγάλη δυσαρέσκεια στο λαό, λόγω της φορολογικής του πολιτικής. «Φορομπήκτης» και «Πετρέλαιος» ήταν δύο από τα προσωνύμια που του «κόλλησε» ο Τύπος. Τελικά, η χώρα δεν θα μπορέσει να αποπληρώσει τα δυσβάστακτα χρέη της. Η Βουλή κηρύσσει χρεοστάσιο το 1893 και ο Τρικούπης, συνοψίζοντας το οικονομικό δράμα της Ελλάδας, αναφωνεί στις 10 Δεκεμβρίου: «Δυστυχώς Επτωχεύσαμεν!»

Τα επόμενα χρόνια η χώρα θα τεθεί υπό Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο, που θα εισπράττει για λογαριασμό των δανειστών τους φόρους των ειδών μονοπωλίου (αλάτι, σπίρτα, πετρέλαιο, παιγνιόχαρτα, τσιγαρόχαρτο και σμύριδα). Ο ΔΟΕ θα καταργηθεί ύστερα από 80 χρόνια, το 1978 με την είσοδο της Ελλάδας στην ΕΟΚ!

Στις εκλογές της 16ης Απριλίου 1895 το κόμμα του Τρικούπη παθαίνει πανωλεθρία και ο ίδιος αποτυγχάνει να εκλεγεί βουλευτής Μεσολογγίου. Χάνει την έδρα για 4 ψήφους από τον άσημο γιατρό της περιοχής Μιλτιάδη Γουλιμή. Αποχωρεί από την πολιτική γεμάτος πίκρα, με την κλασσική φράση «Ανθ’ ημών Γουλιμής… Καληνύχτα σας!».

Αποφασίζει να εγκαταλείψει και την πολιτική και την Ελλάδα. Μια Ελλάδα, που πλέον έχει εισέλθει σε πολιτικό χάος. Σε κάποιον πολιτικό του φίλο είπε: «Αποχώρησα από την πολιτική και αποχωρώ και από την πατρίδα μου. Συνταξιούχος πια με μόνη σύνταξή μου τις αναμνήσεις μου. Δεν θα επανέλθω πλέον ποτέ».

Ο φωτογράφος Σόλωνας Βάθης, φωτογραφίζει τον Τρικούπη στο ατελιέ του στο Παρίσι.

Φεύγει αυτοεξόριστος και αρχίζει μια ζωή πόνου και μοναξιάς στα ξένα αρχικά σε μικρά χωριά της Νότιας Ιταλίας, άγνωστος και ξένος μεταξύ ξένων. Φτάνει στη Γένοβα, όπου τον αναγνωρίζουν και δέχεται επισκέψεις του Έλληνα Προξένου και αρκετών Ελλήνων της παροικίας. Όμως, γράφει στην αδελφή του Σοφία, …Με ενοχλούν αυτές οι επισκέψεις….Θα αναζητήσω την ηρεμία μου και πάλι στα μικρά χωριά…

Εγκαταλείπει τη Γένοβα και πάει στην κωμόπολη Νέρβι, ένα γραφικό χωριό με 800 κατοίκους, όπου αφιερώνει το χρόνο του σε μακρινούς περιπάτους και στη συγγραφή των απομνημονευμάτων του.  Εκεί μια γρίπη θα τον καθηλώσει στο κρεβάτι και ο Τρικούπης αναχωρεί με προορισμό τις Κάννες, που τις προτίμησε για το εύκρατο κλίμα τους και για τη δυνατότητα ικανοποιητικής ιατρικής περίθαλψης. Καταλύει στο ξενοδοχείο Gray et Albion, αλλά την επομένη προσβάλλεται από οξεία αρθριτική εκδήλωση και παραμένει στο κρεβάτι, από το οποίο δε θα σηκωθεί ποτέ. Το πρωί της 24ης Μαρτίου 1896 ξυπνάει με οιδήματα στα πόδια. Ο Χαρίλαος Τρικούπης προαισθάνεται το θάνατό του και την ίδια ημέρα δίνει εντολή να καταστρέψουν το αρχείο του. Έτσι χάθηκαν πολύτιμα στοιχεία από τη ζωή και την πολιτική δράση του. Το μεσημέρι της 28ης Μαρτίου θα φτάσουν στις Κάννες η αδελφή του Σοφία με τον ανιψιό του Κωνσταντίνο. Την επομένη 29η το οίδημα ανεβαίνει προς την καρδιά, η κατάστασή του επιδεινώνεται ώρα με την ώρα και το πρωί της 30ης Μαρτίου μόλις καταφέρνει να ψελλίσει στην αδελφή του. «Αισθάνομαι ότι αποθνήσκω. Αποθνήσκω εις ξένης γην». Και συμπληρώνει την τελευταία του επιθυμία. «Επιθυμώ να ταφώ εις την γην της πατρίδος μου. Εις την γην των Αθηνών. Θέλησίς μου είναι να μην αποδοθούν τιμαί. Δεν επιθυμώ λόγους».

Στις 30 Μαρτίου του 1896 ο μεγάλος πολιτικός της Ελλάδας, ένας άνθρωπος που άφησε τη σφραγίδα του στον ελληνικό πολιτικό χώρο, αφήνει στις Κάννες την τελευταία του πνοή. Από αυτή τη στιγμή θα αρχίσει η οδύσσεια του νεκρού Τρικούπη. Μια οδύσσεια με την οποία η πατρίδα του θέλησε να τον πληρώσει.

Ο Έλληνας πρόξενος στη Μασσαλία τηλεγραφεί στην Αθήνα τον θάνατό του. Ο πρωθυπουργός Θεοδ. Δηλιγιάννης βρίσκεται σε χοροεσπερίδα, όταν λαβαίνει το τηλεγράφημα, ενώ η Αθήνα και όλη η Ελλάδα ζει το παραλήρημα της προετοιμασίας των Ολυμπιακών Αγώνων του 1896, οι οποίοι θα αρχίσουν σε λίγες μέρες. Έτσι ο Δηλιγιάννης θεωρεί σωστό να μην ανακοινώσει τίποτε και μόνο την επομένη 31 Μαρτίου θα δώσει στο δημοσιογραφικό όργανο του κόμματός του, την ΠΡΩΙΑ, λίγες  λέξεις. «Απεβίωσεν εν Κάνναις Γαλλίας ο πρώην πρωθυπουργός της Ελλάδος Χαρ. Τρικούπης».

Το πένθος για τον αναμορφωτή της Ελλάδας ήταν ανύπαρκτο. Ο νεκρός του Χαρ. Τρικούπη ταριχευμένος περιμένει στις Κάνες την πατρίδα του να τον παραλάβει. Όμως η πατρίδα δεν δείχνει καμιά προθυμία. Στην Αθήνα τα στελέχη του κόμματός του συστήνουν μια Επιτροπή, η οποία ζητά από την κυβέρνηση του Δηλιγιάννη την αποστολή ενός πολεμικού σκάφους για τη μεταφορά του νεκρού. Η κυβέρνηση αρνείται πεισματικά με τη δικαιολογία ότι τα πλοία του στόλου δεν προορίζονται για τη μεταφορά νεκρών! Δέχεται μόνο να αναλάβει τα έξοδα για να μεταφερθεί ο νεκρός με το πλοίο της γραμμής. Στο νεκρό πρωθυπουργό, που έβγαλε από την αφάνεια το πολεμικό ναυτικό και το αναμόρφωσε, η πατρίδα αρνείται να  παραχωρήσει ένα πλοίο, για να επιστρέψει νεκρός και να ταφεί στα χώματά της.

Ο νεκρός του Τρικούπη μεταφέρεται από τις Κάνες στη Μασσαλία με μια θαλαμηγό, που προσέφερε κάποιος Γάλλος, και από εκεί με το πλοίο της γραμμής  στις 8 Απριλίου φτάνει στην Ελλάδα. Εν τω μεταξύ στην Αθήνα από την 6η Απριλίου του 1896 έχουν αρχίσει οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες και κανείς δεν δίνει σημασία σε μια άμαξα, που από τον Πειραιά ανεβαίνει προς την Αθήνα φορτωμένη με ένα φέρετρο. Η σωρός του Έλληνα πολιτικού μεταφέρεται και τοποθετείται στο ιστορικό οίκημα των Τρικούπηδων, στην οδό Ακαδημίας. Η ταφή του θα γίνει το απόγευμα της 11ης Απριλίου, χωρίς να ακουστεί κανένας επικήδειος. Η τελευταία επιθυμία του Τρικούπη έγινε σεβαστή.

Μετά το θάνατο του Χ. Τρικούπη ακολούθησε ο καταστροφικός ελληνο-τουρκικός πόλεμος του 1897. Η κατάληξη αυτού του πολέμου ήταν ο Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος (ΔΟΕ), που επέβαλαν με το δάνειο 150 εκατ. φράγκων το 1897 οι ξένοι και ντόπιοι πιστωτές της Ελλάδας, οι λεγόμενοι «ομολογιούχοι», τις συνέπειες του οποίου πληρώνουμε ακόμη σήμερα.

Οι ιστορικές φράσεις του Τρικούπη παραμένουν δυστυχώς επίκαιρες και μπορούν σήμερα να συνοψίσουν το πρόβλημα της χώρας: «Η Ελλάς προώρισται να ζήσει και θα ζήσει», παρότι «δυστυχώς επτωχεύσαμεν», αλλά «Τις πταίει»;

 

Αλέξης Τότσικας

Δεύτερη Ανάγνωση, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Άργος, Απρίλιος 2013.

 

Διαβάστε ακόμη:

Ελληνική λαϊκή παράδοση

$
0
0

Ελληνική λαϊκή παράδοση


 

«Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Διαβάστε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα», ένα νοσταλγικό  άρθρο του Φιλόλογου – Συγγραφέα, Αλέξη Τότσικα με τίτλο: «Ελληνική λαϊκή παράδοση».

 

Μια φορά κι ένα καιρό ο κόσμος ήταν μικρός. Άπλωνες το μάτι σου ίσαμε πέρα. Όσον τόπο έπιανες, τόσος ήταν ο κόσμος. Σαράντα  χιλιόμετρα με τη νταλίκα, μιας μέρας δρόμο, το λέγανε ταξίδι. Εκατό – διακόσια χιλιόμετρα, έφευγαν σε τόπο ξένο, μακρινό. Έμπαινες σε καΐκι που άνοιγε τα πανιά του στη θάλασσα; Τότε πια ήταν ξενιτιά, αποδημία. Οι νοικοκυραίοι μέναν στον τόπο που γεννήθηκαν κι είχαν ξεχωριστό κομμάτι γης, για να τους θάψουν σαν θάρχονταν κάποτε η σειρά τους. Μικρός ο κόσμος, λίγοι οι άνθρωποι, λίγα τα νιτερέσια. Κατέβαινε ο κάθε νοικοκύρης στην πιάτσα, μίλαγε με τους συντοπίτες, τον ήξεραν, τους χαιρετούσε, τον καλημέριζαν.  – Καλημέρα, η ώρα η καλή.

Παραδοσιακή μέθοδος μαζέματος της σοδειάς των δημητριακών στην πεδιάδα του Άργους. Στο βάθος η Ακρόπολη της Λάρισας (1901).

Εκείνη την εποχή οι άνθρωποι δε βιάζονταν, δεν έτρεχαν. Τίποτα βίαιο δε σημάδευε τη μέρα  τους. Η ζωή αργοκυλούσε πάντα η ίδια. Ξέραν πότε θα φρεσκάρει το μελτέμι, περίμεναν τη βροχή, ξεχώριζαν τη θολούρα που φέρνει το χιόνι, προετοιμάζονταν. Έσπερναν, θέριζαν, έσκαβαν, πότιζαν, πάντα τα ίδια πράματα, στα ίδια χωράφια, κάτω από τον ίδιο ήλιο, κοντά στα ίδια δένδρα, που είχαν κληρονομήσει απ’ τους γονιούς τους.

Άμα σε κουβέντιαζε άνθρωπος, έπρεπε να τον κοιτάζεις στα μάτια, αν δεν ήθελες να το πάρει για προσβολή και περιφρόνηση. Να φουμάρει νέος μπροστά σε ηλικιωμένο, δε γινόταν. Κι όταν κάθονταν οι γέροι, οι νέοι στέκονταν, κι ας είχε καρέκλες αδειανές. Τη σειρά που είχαν μάθει από τους γονιούς τους, την κρατούσαν όταν έκαναν δικό τους σπιτικό και την παράδιναν κληρονομιά στα παιδιά τους.

Όταν σόδιαζαν, οι νοικοκυρές βοηθούσαν η μια την άλλη να  πήξουν τον τραχανά, να τον πλάσουν στο σοφρά, πάνω στο χασεδένιο τραπεζομάντιλο πλυμένο στο λουλάκι, να τον κάνουν χάχλες. Έστριβαν το κριθαράκι, έκοβαν τις χυλοπίτες. Στίβαζαν τα κούτσουρα για το τζάκι, την πυρήνα για το μαγκάλι, τα κάρβουνα και το δαδί για τη φωτιά. Μέσα στο μεγάλο πιθάρι με το λάδι έβαζαν τα κεφαλάκια το τυρί για το χειμώνα. Στο κατώι κρέμονταν αρμαθιές τα κρεμμύδια και τα σκόρδα. Κάτω απ’ τον καναπέ στην τραπεζαρία αποθήκευαν τα «χειμωνιάτικα», τα πράσινα  καρπούζια και τα κίτρινα πεπόνια. Στο νταβάνι κρέμονταν σειρές τα κόκκινα ρόδια, και τα κυδώνια. Στους μπακιρένιους τεντζερέδες, που έλαμπαν σαν καθρέφτες πάνω στα ράφια, είχαν πατημένα τα ξερά σύκα. Σκέτα για τα παιδιά, ζεματιστά ψιλόφλουδα για τους μεγάλους, γεμιστά με καρύδι, σουσάμι και κανέλα για τους ξένους.

Άμα χτυπούσε την πόρτα τους ο χειμώνας, ήταν έτοιμοι να τον καλοδεχτούν. Άμα χτυπούσε ζητιάνος, δεν έπρεπε να τον αφήσουν να φύγει μ’ αδειανά τα χέρια. Έστρωναν το τραπέζι στα σπιτικά τους με την καμπάνα της εκκλησίας το μεσημέρι, κάθονταν όλοι μαζί, έκαναν το σταυρό τους. Έπιανε ο νοικοκύρης το ζυμωτό σπιτίσιο καρβέλι, το σταύρωνε τρεις φορές με το μαχαίρι, έκοβε, κρατούσε ο ίδιος τη γωνιά τη  ροδοψημένη και μοίραζε στους άλλους τις πλατιές φέτες. Έτρωγαν αργά, χωρίς πολλές κουβέντες και χάχανα και, άμα τελείωναν, έκαναν πάλι το σταυρό τους. Οι μικροί περίμεναν να σηκωθεί πρώτα ο πατέρας και δεν παρατούσαν το τραπέζι, αν δε δίπλωνα την πετσέτα, που είχαν δέσει στο λαιμό τους.

Οι σκόλες τους ήταν μετρημένες, οι διασκεδάσεις τους το ίδιο, πότε σε βαφτίσια, πότε σε γάμο. Τα λιγοστά τους μαγέρικα ζούσαν απ’ τους μετρημένους εργένηδες και τους ταξιδιώτες. Στους καφενέδες σύχναζαν τα τζόβενα. Οι σοβαροί άνθρωποι ήξεραν μια-μια τις πέτρες που διάβαιναν απ’ το σπίτι στο μαγαζί και απ’ το μαγαζί στο σπίτι. Είχαν το στασίδι τους στην εκκλησιά. Μάθαιναν τα τραγούδια απ’ τους μεγάλους, όταν ήταν μικροί, και τα παράδιναν στα παιδιά τους. Είχαν εκείνο τον καιρό οι άνθρωποι επιθυμίες ελάχιστες, βλέψεις λιγότερες, αγωνίες σχεδόν καθόλου.

Το μόνο ξαφνικό που ερχόταν στη ζωή τους ήταν η αρρώστια και ο θάνατος. Τα φοβόντουσαν, γιατί δε μπορούσαν, δεν ήξεραν να τα προλάβουν. Κι όταν ερχόταν ο θάνατος τους έβρισκε έτοιμους, προετοιμασμένους. Νήστευαν και στη μικρή και στη μεγάλη Σαρακοστή, μεταλάβαιναν τα Χριστούγεννα και το Μεγάλο Σάββατο, μην τους βρει το ξαφνικό και δε τους προλάβει ο παπάς. Το είχαν για μεγάλη αμαρτία. Η ζωή έσερνε τα πόδια της αργά και οι πατημασιές της φαίνονταν χρόνια και τις έδειχναν από γενιά σε γενιά. Η πατατούκα  με την  εγγλέζικη τσόχα και την άσπρη αρνίσια προβιά από μέσα για φόδρα, έπεφτε κληρονομιά από πατέρα σε γιο. Και στις λάμπες του πετρελαίου μόνο το φυτίλι άλλαζαν και σπάνια το γυαλί, σαν παραπλήθαιναν τα τσιγαρόχαρτα, που κολλούσαν στη φούσκα του, για να συγκρατούν τα πολλά ραγίσματα.

Μακάριοι άνθρωποι, μακάρια χρόνια. Είχαν  χοντρά μουστάκια οι άνδρες. Πάνω στα δικά τους έπαιρναν όρκο, τα ξένα τα φτύναν  και τα βλαστημούσαν. Οι αγρότες ξεκινούσαν για τη δουλειά με την ανατολή και γύριζαν με τη δύση του ήλιου. Μόνο τ’ αγιολόι έβαζε ορόσημα στο χρόνο. Με δυο γιορτές, του αγίου Δημητρίου και του αγίου Γεωργίου, υποδιαιρούν το έτος σε χειμώνα και καλοκαίρι. Με γιορτές πάλι- «του αγίου Αντωνίου», «ανήμερα της Υπαπαντής», «ξημερώνοντας τ’ αϊ- Χαραλάμπους» – συνδέουν την ανάμνηση του καλού ή του κακού που τους έτυχε.

Η φύση είναι το περιβάλλον των ανθρώπων εκείνου του καιρού. Οι παλιοί άνθρωποι δεν είναι φυσιολάτρες. Είναι ένα μέρος από τη φύση. Στη μικρή κοινότητα η επικοινωνία με τον έξω κόσμο είναι περιορισμένη και η μάθηση φτωχή. Ο κόσμος όμως της φαντασίας είναι πλούσιος. Οι άνθρωποι είναι πολύ καλοί ή πολύ κακοί, σαραντάπηχοι ή τοσοδούληδες. Παράξενα πλάσματα φωλιάζουν στις σκοτεινές γωνιές του σπιτιού, στο στάβλο, στον αχυρώνα. Οι άνθρωποι εκείνου του καιρού έχουν απαντήσεις σε όλες τις απορίες τους. Ερμηνεύουν τον κόσμο με παραμύθια, γιατρεύουν τις αρρώστιες με μαγικά. Κι αν κάτι δεν καταλάβουν, πάντα υπάρχει στο χωριό μια γριά σοφή, που θυμάται τα παλιά, εξηγεί τα τωρινά και προμαντεύει το μέλλον.

Οι παλιοί νοικοκυραίοι ήταν ευχαριστημένοι από τον κόσμο που γνώριζαν. Συγκρατούσαν λίγα πράματα από το παρελθόν με τις διηγήσεις που άκουγαν, όπως συγκρατούν τα παιδιά τα παραμύθια. Άκουγαν απ’ τους διαβασμένους  ιστορίες  για το γένος, για ένα κομμάτι πατρίδα που λεφτερώθηκε το 21 κι ύστερα περπάτησαν τα χρόνια, έγιναν πόλεμοι μεγάλοι και μικροί, γέμισε ο κόσμος φωτιές, χαλάσματα, σκοτωμένους, πήγε κάμποσο πίσω ο Τούρκος, λεφτερώθηκαν οι  σκλάβοι, μεγάλωσε η πατρίδα, άλλαξε η ζωή.

Μετά ο κόσμος πλήθυνε, δε γνωρίζονταν πιά  όλοι μεταξύ τους, χάθηκαν οι νταλίκες και πήραν τη θέση τους τα αυτοκίνητα. Οι αποστάσεις μίκραιναν. Οι άνθρωποι όχι μόνο  έτρεχαν, μα βρήκαν τον τρόπο να μιλούν από πολύ μακριά ο ένας στον άλλο, χωρίς να κοιτάζονται στα μάτια. Οι πολλοί άρχισαν να ψαλιδίζουν τα μουστάκια τους, άλλαξαν ρούχα, φόρεσαν φράγκικα, μείναν λιγοστά τα σαλβάρια και οι τσόχινες βράκες.  Μέρα με την ημέρα όλα άλλαζαν. Κάθε φορά ο κόσμος έβγαινε όλο και πιο πολύ από συνήθειες αποχτημένες, από παραδόσεις που τις κρατούσαν τόσες γενιές.  Τον παλιό τον κόσμο τον περνούσε με μεγάλα βήματα ο καινούργιος,  βιαστικός και ασυγκίνητος και τον έσερνε στην περιοχή των αναμνήσεων.

Όμως αυτόν τον κόσμο, που δεν πρόλαβαν οι νέοι, τον παρατηρούμε στις εκδηλώσεις του λαού, τον διακρίνουμε στην παραδοσιακή μας αρχιτεκτονική. Παλιά σπίτια, κάστρα, γεφύρια, εκκλησίες, καλντερίμια, μύλοι, περιστερώνες, ξωκλήσια, προσκυνητάρια και άλλες κατασκευές δείχνουν την ευαισθησία και την ποιητική φαντασία του παλιού δημιουργού-τεχνίτη.

Τα παραδοσιακά αυτά στοιχεία, που συνθέτουν την εθνική πολιτιστική μας ταυτότητα, ανέλαβε να συγκεντρώσει και να συστηματοποιήσει η επιστήμη της Λαογραφίας. Αντικείμενο της Λαογραφίας είναι ο λαός. Αλλά ποιος λαός; Αυτός  που έχει διατηρήσει την  παράδοση, έχει υποστεί δηλαδή τις λιγότερες ξενικές επιδράσεις, ο λαός της υπαίθρου, που διατηρεί γνήσια στοιχεία της εθνικής ταυτότητας.

Τι είναι όμως η παράδοση;

Κάθε γενιά ανθρώπων αισθάνεται τον κόσμο με το δικό της τρόπο, προσπαθεί να τον γνωρίσει, στοχάζεται, επινοεί και πράττει. Τη γνώση και τα έργα της τα παραδίδει στην επόμενη. Εκείνη, με τη σειρά της, πάνω στη συγκομιδή που κληρονόμησε, προσθέτει τη δική της. Όλος αυτός ο πλούτος είναι η παράδοση.

Οι γνώσεις, οι σκέψεις, τα αισθήματα και τα έργα των ανθρώπων συχνά παραδίδονται με την υπογραφή και με τη σφραγίδα μιας προσωπικότητας. Γνωστοί καλλιτέχνες, φιλόσοφοι, προφήτες και ποιητές ανήκουν σ’ αυτό το είδος της παράδοσης, που λέγεται λόγια παράδοση.

Άλλο πράγμα είναι η λαϊκή παράδοση. Και σ’ αυτήν υπάρχει ο δημιουργός, που πρώτος εμπνέεται το έργο, αλλά αυτός ταυτίζεται με την κοινωνία. Στο έργο του δεν εκφράζει προσωπικές εμπειρίες, αλλά τη γενική αντίληψή του για τον κόσμο ή την κοινωνική ομάδα, όπου ανήκει. Δεν επινοεί νέα θέματα, δεν έχει προσωπικό ύφος, δεν επιδιώκει την πρωτοτυπία, χωρίς, βέβαια, αυτό να σημαίνει πως δεν υπάρχουν παραλλαγές σε κοινά θέματα.

Το έργο του λαϊκού πολιτισμού είναι ομαδικό, εκφράζει κοινές αντιλήψεις και περνάει στη χρήση των πολλών, που το προσαρμόζουν στο κοινό αίσθημα. Στο λαϊκό πολιτισμό, η ποίηση, οι τέχνες, η σοφία δεν είναι προνόμιο λίγων, αλλά κατόρθωμα και κτήμα όλων.

Η νεοελληνική λαϊκή παράδοση έχει τις ρίζες της στα αρχαία  χρόνια. Τα έθιμα, τα διακοσμητικά μοτίβα, τα ποιητικά θέματα, οι μύθοι, περνώντας από γενιά σε γενιά και αλλάζοντας αδιάκοπα, ζουν μέχρι σήμερα, καθορίζουν τους Έλληνες και συνδέουν τους τωρινούς με τους παλαιότερους και τους αρχαίους. Ο χωρισμός, η άτυχη αγάπη, ο αταίριαστος γάμος, ο θάνατος, τα οικογενειακά δράματα δεν έλειψαν ποτέ από τη ζωή των ανθρώπων. Μόνο που ο κόσμος ο παλιός ξέρει πως όλα αυτά είναι μέσα στ’ ανθρώπινα. Τα δέχεται και τα αντέχει. Η πίστη στις αξίες – τιμή, ευσέβεια, ανδρεία – και στις ίδιες μυθικές δοξασίες ενώνει  τους ανθρώπους μέσα στην οικογένεια και στην κοινότητα. Η καθημερινή συναναστροφή δημιουργεί οικειότητα.  Οι άνθρωποι αισθάνονται μαζί στις καλές και στις δύσκολες ώρες, κι ενάντιοι στον εχθρό. Ζουν και πεθαίνουν στον τόπο που γεννήθηκαν, εκτός αν ο γάμος, η φτώχια ή τα εμπορικά ταξίδια τους στείλουν στην ξενιτιά. Αλλά κι εκεί ο άνθρωπος δεν αλλάζει. Κόσμος είναι ο τόπος του, η νοσταλγία εμπνέει  τα τραγούδια του. Τα μηνύματα πάνε κι έρχονται με τα πουλιά, με τον αέρα, με τον ήλιο, με το φεγγάρι, με τους διαβάτες.

Άργος, σε πρώτο πλάνο Γεωργοί στις καθημερινές ασχολίες τους, στο βάθος το
φρούριο Λάρισα του Άργους και κάτω η Ιερά Μονή Παναγίας της Κατακεκρυμμένης ή Πορτοκαλούσας. Φωτογραφία του Ελβετού Φρεντερίκ Μπουασονά (Frederic Boissonnas), περίπου το 1903.

Ο κόσμος που περιγράψαμε δεν υπάρχει πια. Ποιο σημερινό ελληνόπουλο κάτω των 30 γνωρίζει το αγκωνάρι και την αστράχα του σπιτιού ή το σοφρά, το σαγάνι, την τάβλα, το τσανάκι και τη μάσια; Ποιο νέο κορίτσι ξέρει τι ήταν το μπαούλο με το γιούκο της γιαγιάς και πώς ήταν ντυμένη με τη μπελαρίνα, το γιουρντί κα το τσεμπέρι της;  Ποιο παιδί γνωρίζει τι χρησίμευε το καντάρι, το τραβηχτό, ο ντορβάς και η σβάρνα, τι ήταν το τουλούμι, το τεζάχι, το τροκάνι, το ταγάρι, το κακάβι, η καρδάρα, το καλαπόδι, πώς ήταν το χειρόβολο και το ντουγένι, τι έκαναν στο αλώνι, τι μετέφεραν με τη νάκα; Πόσες απ’ αυτές τις λέξεις θεωρούν ελληνικές και ποιες νομίζουν ξένες;

Όλα αυτά βρίσκονται τώρα στα βιβλία ή στα μουσεία, τα φυλάμε για κειμήλια ή στολίζουμε μ’ αυτά τα σπίτια μας. Οι λαϊκοί χοροί και τα τραγούδια διδάσκονται στα σχολεία. Ελάχιστα στοιχεία του λαϊκού πολιτισμού απομένουν ζωντανά, σε περιοχές απομονωμένες κι έχουν τη σημασία μουσειακού υλικού, που πρέπει να περισυλλεγεί σαν από μια πηγή που στερεύει.

Το γεγονός, βέβαια, ότι ένα αντικείμενο μπαίνει στο μουσείο δηλώνει ότι έπαψε να έχει ζωντανή παρουσία. Ωστόσο συχνά τα μουσειακά αντικείμενα ξαναβγαίνουν στη ζωή και διεκδικούν μια νέα λειτουργική αναγνώριση. Πρόκειται για τα φαινόμενα της «επιβίωσης» και της «αναβίωσης», δυο όροι που τους χρησιμοποίησε ο Δημήτρης Γληνός και για τους αρχαίους Έλληνες.

Επιβίωση είναι το αυτόματο πέρασμα του χτες στο σήμερα, η άμεση μετάγγιση μορφών ζωής από ψυχή σε ψυχή, από στόμα σε στόμα, από πατέρα σε παιδί, από γενιά σε γενιά. Είναι το αυτοσχέδιο τραγούδι στη διονυσιακή γιορτή της αρχαιότητας και στο σημερινό πανηγύρι, το αυθόρμητο μοιρολόι της πονεμένης μάνας του 1821, του 1950, αλλά και του 2000. Είναι το παραδοσιακό φαγητό της γιαγιάς, που το ανακαλύπτει η εγγονή και το βρίσκει «πολύ ενδιαφέρον», το σπίτι του παππού στο χωριό, που πρέπει να μην το αλλάξουμε καθόλου, η χειροποίητη ψάθινη καρέκλα, το παλιό κόσμημα που το βρίσκουμε πολύ της μόδας και κάθε μορφή σύγχρονου φολκλορισμού, που περιλαμβάνει βέβαια και τη ζήτηση παραδοσιακών αντικειμένων χειροτεχνίας. Μια τάση αυθόρμητη, που τη διακρίνουμε σε κάθε εποχή.

Αναβίωση είναι το συνειδητό ξαναζωντάνεμα του παλιού. Στρέφεται σε στοιχεία που ο καιρός τα ξεμάκρυνε από την ιστορική μνήμη και  παρουσιάζεται σαν ανάγκη που εξυπηρετεί τα συμφέροντα κάποιων κοινωνικών ομάδων. Έχει όμως κάθε φορά και ένα ομαδικό ή μαζικό αντίκρισμα. Παράδειγμα αναβίωσης είναι η μαζική και βιομηχανική αναπαραγωγή παλαιών αντικειμένων, που ανταποκρίνεται στη ζωηρή ζήτηση ντόπιων και ξένων αστικών κύκλων (νεόπλουτων και τουριστών): Χωριάτικο τζάκι μέσα στο σπίτι μας, δυο παλιά κιούπια στην αυλή μας, το σεντούκι της γιαγιάς για διακοσμητικό, κουρτίνες κεντητές με το βελονάκι, παραδοσιακά πήλινα βάζα και ένα αντίγραφο κολοκοτρωναίικης κουμπούρας κρεμασμένη στον τοίχο αποτελούν απαραίτητα στοιχεία πολλών νοικοκυριών σήμερα, που τα διατηρούν για να μη χάσουν την επαφή με το παρελθόν, τις ρίζες, την ιστορία τους.

Το φαινόμενο της αναβίωσης, όμως, παρατηρείται και συστηματικά σε διάφορους τομείς του πολιτισμού μας κάθε εποχή, όπως και στις μέρες μας:

Έτσι οι οργανοπαίχτες στα μέσα της δεκαετίας του 60 άρχισαν να αντικαθιστούν τα παλαιά λαϊκά όργανα με νέα δυτικά και βιομηχανικά. Όσοι έπαιζαν  λαούτο το γύρισαν στην κιθάρα, τη λαουτοκιθάρα, που την κούρδιζαν σαν λαούτο. Άλλοι αντικατέστησαν το ούτι ή το μαντολίνο με το μπουζούκι, το ντέφι ή το νταούλι με τη τζαζ, και οι ζουρνατζήδες άλλαξαν το ζουρνά με το κλαρίνο, που έχει πιο μεγάλες μουσικές δυνατότητες. Με τέτοιους συνδυασμούς εκτελούσαν ευρωπαϊκούς χορούς, αλλά και σύγχρονα ελαφρά τραγούδια, ενώ, αν χρειαζόταν, το γύριζαν στα δημοτικά τραγούδια και τους λαϊκούς χορούς.

Οι παραδοσιακοί χοροί με τη σειρά τους αναβιώνουν τα τελευταία χρόνια στο κλίμα του φολκλορισμού. Κάθε χωριό οργανώνει, ιδίως μετά το 1974, εκδηλώσεις, όπου κυρίαρχη θέση κατέχουν οι τοπικοί παραδοσιακοί χοροί. Η έκταση μάλιστα του φαινομένου έθεσε και θέμα αυθεντικότητας, κατά πόσο δηλαδή οι χοροί αυτοί εκτελούνται με τρόπο που δηλώνει σεβασμό και γνώση της γνήσιας παράδοσης. Ο χορός, βέβαια, δεν είναι αντικείμενο, ένα δραπάνι ή ένα κύπελλο, που περνάει από γενιά σε γενιά κι από χέρι σε χέρι, χωρίς ν’ αλλάξει μορφή και χρήση. Ο χορός είναι κάτι που γίνεται, εξελίσσεται και αλλάζει ταυτισμένος κάθε φορά με το σώμα κάθε ανθρώπου, τις απαιτήσεις της εποχής, την ιδιοσυγκρασία της στιγμής. Γι’ αυτό και αναγνωρίζουμε πολλές παραλλαγές και αμέτρητο πλήθος χορευτικών σχημάτων.

Ο παραδοσιακός χορός προκάλεσε και την επανεμφάνιση της παραδοσιακής ενδυμασίας.  Οι εκατοντάδες χορευτικές ομάδες και συγκροτήματα έπρεπε ασφαλώς να ντυθούν ανάλογα. Έτσι λοιπόν η παραγωγή παραδοσιακών ενδυμασιών εξελίχτηκε τα τελευταία χρόνια σε έναν από τους πιο ανθηρούς κλάδους της βιομηχανίας λαϊκής τέχνης. Στην αγορά μάλιστα βγαίνουν κατά καιρούς και εξαρτήματα ή μοτίβα παρμένα ή εμπνευσμένα από την παράδοση. Σύγχρονοι έλληνες «μοντελίστ» έγιναν μεσάζοντες, που μετέφεραν την ελληνική ενδυματολογική παράδοση στους ξένους μόδιστρους και σε οίκους μόδας.

Από τα μικρότερα εξαρτήματα ιδιαίτερη ζήτηση είχαν τα μαντίλια, οι τσεβρέδες, κοσμήματα από ασήμι και χρυσάφι, αλυσίδες διακοσμητικές, ζώνες αργυροποίκιλτες, δαχτυλίδια με χρωματιστές πέτρες, αλλά και το νεοελληνικό πλεκτό, για το οποίο ένα γυναικείο περιοδικό έγραψε πρόσφατα με ενθουσιασμό: «Το πλεκτό μας ντύνει την Ευρώπη»!

Αν το ασήμι και το χρυσάφι υπηρέτησαν την πολυτέλεια, το σίδερο, το ατσάλι, ο χαλκός, ο μπρούτζος, ο τσίγκος και το καλάι κάλυψαν αμέτρητες πρακτικές ανάγκες. Ο τενεκές (λευκοσίδηρος) χρησιμοποιήθηκε πλατιά κατά το 19ο αιώνα. Από τα χρόνια της τουρκοκρατίας και μέχρι πριν μερικές δεκαετίες σε κάθε χωριό υπήρχε και κάποιο μεταλλοτεχνικό εργαστήρι, αν όχι για κατασκευή, τουλάχιστον για συντήρηση και επισκευή σκευών και εργαλείων.

Παραγωγοί όλων αυτών των αντικειμένων ήταν οι σιδεράδες, οι κοινωνικά υποβαθμισμένοι «γύφτοι». Από τα χέρια και το καμίνι τους έβγαιναν εργαλεία και σκεύη (υνία, καζάνια, φτυάρια, μαχαίρια, δοχεία, στεφάνια σιδερένια), εξαρτήματα οικοδομών (σιδεριές για παράθυρα, κλειδαριές, μάγγανα, ρόπτρα) και πολλά άλλα. Χρειάστηκε να φτάσουμε στη φολκλοριστική αφύπνιση ή μόδα των ημερών μας, για να προσέξουμε την τεχνική ευαισθησία αυτών των ανθρώπων και τα έργα τους. Σήμερα τα «κεντημένα σίδερα» των αστικών μπαλκονιών αποτελούν έναν από τους πιο φιλόδοξους στόχους των συλλεκτών και ολοένα συχνότερα αναπαράγονται βιομηχανικά, για να κοσμήσουν σπίτια ευκατάστατων αστών και να αποκαταστήσουν έτσι το πνευματικό κύρος των φτωχών σιδεράδων, των χαλκιάδων.

Δίπλα στις κατασκευές αυτές εξίσου σημαντικά είναι και τα ξύλινα σκεύη και εργαλεία (κανάτια, σκάφες, πινακωτές, ξυλόφτιαρα, ξυλάλετρα, αγκλίτσες, ξυλοβάρελα κ.α.), αλλά και έπιπλα, που το 18ο και 19ο αιώνα αναπαράγονται με απόλυτο σεβασμό στην παράδοση. Σήμερα υπάρχουν αξιόλογοι ξυλογλύπτες, που δουλεύουν με ευαισθησία τόσο το κοσμικό έπιπλο (τραπέζια, καναπέδες, καρέκλες), όσο και το εκκλησιαστικό (τέμπλα, προσκυνητάρια, στασίδια κ.α.).

Η λαϊκή κεραμική, τέλος, με τη μακραίωνη ελληνική παράδοσή της επιβίωσε ως τις μέρες μας και δημιούργησε μια σύγχρονη σχολή κεραμιστών, που, με αφετηρία  τη λαϊκή παράδοση, αναπαράγουν ποικιλία αντικειμένων με αισθητική λειτουργία, αλλά και χρηστικά, παλεύοντας ν’ αντιμετωπίσουν το πανταχού παρόν πλαστικό.

Ο 20ος αιώνας όμως έφερε ριζικές ανακατατάξεις στον τομέα της παράδοσης. Απογύμνωσε τις δημιουργίες από τη γοητεία του μύθου, αφαίρεσε το ποιητικό στοιχείο, αλλοίωσε τη γνησιότητα, άφησε τις δυτικές επιδράσεις να εισχωρήσουν στη διάθεση του λαϊκού τεχνίτη. Υπάρχουν και σήμερα, βέβαια, ξυλογλύπτες, ζωγράφοι, κεραμιστές, αγγειοπλάστες, κεντήστρες και υφάντρες, που αγωνίζονται να κρατήσουν (και να κρατηθούν από) την παράδοση, να πλάσουν πάνω στον πηλό, το μουσαμά ή το ξύλο, το μεράκι της καρδιάς, τα όνειρα της φαντασίας τους.

Η πραγματικότητα όμως τους επηρεάζει, το παλιό μεράκι χάθηκε, η τέχνη βιομηχανοποιήθηκε και υπηρετεί τη λογική του κέρδους. Οι φολκλορικές εκδηλώσεις συχνά οργανώνονται για την τέρψη του τουριστών και την άγρα συναλλάγματος. Στα καταστήματα Greek art βρίσκουμε παραδοσιακά αντικείμενα και είδη λαϊκής τέχνης φτιαγμένα στο Χογκ- Κογκ ή στην Ταϊβάν. Φαινόμενο αστείο και συνάμα προσβλητικό. Πολλές φορές η λαϊκή τέχνη γίνεται μόδα και περνάει στη ζωή μας ως γραφικό και αξιοπερίεργο. Ό,τι γίνεται όμως μόδα, γρήγορα παλιώνει και χάνεται.

Σωστό είναι να δώσουμε στο παρελθόν μια θέση δημιουργική, για να μην παίζει το ρόλο του ζητιάνου στη σύγχρονη ζωή. «Ένα μέλλον για το παρελθόν μας» ήταν το 1975 το σύνθημα του Συμβουλίου της Ευρώπης. Είναι κρίμα να βλέπει κανείς δείγματα λαϊκής τέχνης να καταστρέφονται απροστάτευτα, πλακόστρωτες πλατείες στα χωριά να τσιμεντώνονται, εθνικά μνημεία να βεβηλώνονται, παραδοσιακά στοιχεία να διακωμωδούνται.

Χρειάζεται μια αναδιαπαιδαγώγηση του λαού με τις πραγματικές λαϊκές αξίες.  Και το μεγάλο μερίδιο αυτής της ευθύνης πέφτει στην παιδεία. Στα σχολεία πρέπει να ξεκινήσει μια νέα σταυροφορία για τη διάσωση και τη διάδοση του λαϊκού πολιτισμού. Να γνωρίσουν τα νέα παιδιά την παράδοσή μας, να βιώσουν τα στοιχεία της, να τα κατανοήσουν και να τ’ αγαπήσουν.

Μπαίνοντας στον 21ο αιώνα, ανοίξαμε μια νέα σελίδα στη ζωή μας. Από τo 10ο αιώνα π.Χ., τη γεωργική επανάσταση δηλ. της προϊστορικής εποχής, όταν διαμορφώθηκαν οι πρώτες κοινωνίες, μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα μ.Χ. – το 1950 – οι άνθρωποι αγωνίζονταν για την επιβίωση και την αυτάρκειά τους. Μέχρι το 1950 οι γονείς μιας 7μελούς οικογένειας ζούσαν με την αγωνία να εξασφαλίσουν το ψωμί για τα παιδιά τους και να μην τους πεθάνει κανένα παιδί από πείνα.

Τα 50 τελευταία χρόνια του 20ου αιώνα (1950-2000) χαρακτηρίστηκαν από μια μαζική υστερία παραγωγής και κατανάλωσης. Όραμα και στόχος κάθε ανθρώπου έγινε η ποσότητα. Τα φτωχόσπιτα, όπου στιβάζονταν 7 παιδιά στο στρώμα, έγιναν  πεντάρια διαμερίσματα με κουζίνα εντοιχισμένη με πάσο, 3 τηλεοράσεις, 2-3 τουαλέτες, παρτέρια, βεράντες και κήπο. Τα σπίτια γέμισαν πλαστικά άνθη, καπλαμάδες και δερματίνες. Στις γειτονιές πληθαίνουν οι αλυσίδες καταστημάτων μόδας, τεχνολογίας και καταναλωτικών αγαθών, τα υπερκαταστήματα τροφίμων και τα κέντρα ψυχαγωγίας για κάθε ηλικία και γούστο.

Μόνο που στη «Μέκκα» του σύγχρονου καπιταλισμού τα δωμάτια στο σπίτι είναι πέντε, αλλά τα παιδιά είναι δύο! Τα πεινασμένα παιδιά της δεκαετίας του 60, σήμερα κάνουν ειδικές δίαιτες αδυνατίσματος, που τις πληρώνουν μάλιστα ακριβά! Πενήντα χρόνια πριν εκατοντάδες νεαροί στοιβαγμένοι με απάθεια σ’ ένα σκοτεινό χώρο με πνιγηρή ατμόσφαιρα θα λέγαμε ότι βρίσκονται σε αμπάρι πλοίου που ταξιδεύει για το αμερικανικό όνειρο ή για την Αυστραλία. Δε θα φανταζόμασταν ότι πρόκειται για βραδινή έξοδο των παιδιών μας σε σύγχρονο club! Και το χωριάτικο κοτόπουλο με  χυλοπίτες από το κοτέτσι της γιαγιάς στη Λάρισα ήταν το πιο απλό και φτηνό φαγητό. Σήμερα έγινε σπάνιο και δυσεύρετο ως οικολογικό προϊόν και κοστίζει πολύ ακριβά! Ορισμένοι καχύποπτοι, τέλος, είπαν ότι ακόμα και οι νομικές διαδικασίας για τη λύση του γάμου απλοποιήθηκαν, για να αυξηθούν τα διαζύγια, να πολλαπλασιαστούν οι δεύτεροι και τρίτοι γάμοι, τα διπλά και τριπλά νοικοκυριά με τα αντίστοιχα καταναλωτικά αγαθά. Ούτε ο Όργουελ δεν το είχε φανταστεί!

Τι μας φέρνει ο 21ος αιώνας; Έναν άνεμο ποιοτικής διαφοροποίησης! Από δω και πέρα ζητούμενο θα είναι η ποιότητα. Λιγότερα και καλύτερα. Καλύτερα και απλούστερα. Απλούστερα και φυσικότερα.  Φυσικότερα και ωραιότερα. Ωραιότερα και λιγότερα. Η κραυγή του ζώου που δεν περπατάει, δεν αναπνέει οξυγόνο, δεν τρέφεται φυσικά, δε μεγαλώνει στο βιολογικό του κύκλο, δεν αναπαράγεται φυσιολογικά, δε ζει αρμονικά με το περιβάλλον του, ακούγεται δυνατή και απειλητική. Άτομα, κοινωνικές ομάδες και κινήματα αναζητούν πλέον την επανασύνδεσή τους με τη φύση. Και οι επιλογές τους γίνονται όλο και πιο ποιοτικές, αφαιρετικές και επιλεκτικές.

Η λαϊκή παράδοση και ο γνήσιος λαϊκός πολιτισμός αποτελεί τη μεγάλη δεξαμενή της ποιότητας. Εκεί βρίσκουμε κάθε φορά τις ρίζες μας. Τα στοιχεία που μας συνδέουν με το φυσικό μας χώρο, τις πραγματικές μας ανάγκες, την ιστορική μας μοίρα. Είναι η πολύτιμη περιουσία που κληρονομήσαμε από τους παππούδες μας και πρέπει να κληροδοτήσουμε στα παιδιά μας. Όσο πιο αληθινά, φυσικά και γνήσια μπορούμε. Για να ανακαλύψουν κι εκείνα με τη σειρά τους την ποιότητα σ’ έναν κόσμο αλλοτριωμένο πολιτισμικά, σε μια κοινωνία που αναζητάει ένα νέο στίγμα. Την κοινωνία της παγκοσμιοποίησης.

Όσοι δεν αντιληφθούν αυτές τις αλλαγές, θα μείνουν ουραγοί στο περιθώριο. Εκείνοι που δεν μπορούν να τις συλλάβουν, θα τις βιώσουν καθυστερημένα ή αρνητικά. Οι υποψιασμένοι θα τις ζήσουν και, κυρίως, θα τις συνδιαμορφώσουν αντλώντας από τον πλούτο της λαϊκής παράδοσης. Γιατί μόνο το παρελθόν μπορεί να μας δείξει το μέλλον.

 

Αλέξης Τότσικας

Δεύτερη Ανάγνωση, Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού, Άργος, Απρίλιος 2013.

Ομιλία στο Δαναό με θέμα: «Γιατί η οικονομική και πολιτική κρίση είναι στην πραγματικότητα ηθική»

$
0
0

Ομιλία στο Δαναό με θέμα: «Γιατί η οικονομική και πολιτική κρίση είναι στην πραγματικότητα ηθική»


 

Στα πλαίσια του προγράμματος Διαλέξεων και Συζητήσεων της χειμερινής περιόδου, ο Σύλλογος Αργείων «Ο Δαναός»  συνεχίζει τις μετακλήσεις σημαντικών και διακεκριμένων  προσωπικοτήτων, προκειμένου να προσφέρει στους Αργείους την ευκαιρία επικοινωνίας με θέματα που αφορούν στον άνθρωπο και τις πνευματικές του αναζητήσεις.

Την Κυριακή  4 Μαρτίου 2018, και  ώρα 6   μ.μ. στην αίθουσα διαλέξεων του Συλλόγου Αργείων «ο Δαναός» Αγγελή Μπόμπου 8, στο Άργος,  θα μιλήσει:

 

ο κ. Ευάγγελος Πρωτοπαπαδάκης

Επίκουρος Καθηγητής Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών,

 με θέμα: «Γιατί η οικονομική και πολιτική κρίση είναι στην πραγματικότητα ηθική».

 

Θα ακολουθήσει συζήτηση.

 

Ευάγγελος Πρωτοπαπαδάκης

 

Ο Ευάγγελος Πρωτοπαπαδάκης είναι Επίκουρος Καθηγητής Εφαρμοσμένης Ηθικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Διευθυντής του Εργαστηρίου Εφαρμοσμένης Φιλοσοφίας του Ε.Κ.Π.Α., Μέλος της Επιτροπής Βιοηθικής και Δεοντολογίας του Ε.Κ.Π.Α., επί Κεφαλής του Ελληνικού Κλιμακίου της Έδρας Βιοηθικής της UNESCO (Haifa) και Μέλος της Επιτροπής Βιοηθικής του Ελληνικού Ινστιτούτου Παστέρ.

Έχει διδάξει ως Επισκέπτης Καθηγητής στα Πανεπιστήμιο του Αννόβερο της Γερμανίας και του Νόβι Σαντ της Σερβίας. Έχει δημοσιεύσει τέσσερις μονογραφίες στην ελληνική, και έχει επιμεληθεί την έκδοση επτά συλλογικών έργων: δύο στην αγγλική, ενός στην σερβική, και τεσσάρων στην ελληνική.

Περισσότερα από εξήντα άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε ελληνικά και διεθνή επιστημονικά περιοδικά, συλλογικούς τόμους και πρακτικά συνεδρίων. Είναι μέλος διαφόρων φιλοσοφικών εταιρειών της ημεδαπής και της αλλοδαπής.


Η προέλευση του ονόματος Άργος

$
0
0

Η προέλευση του ονόματος ΆργοςΑπόστολος Β. Χατζηστέρης


 

Προσεγγίσεις στις πιθανές προελεύσεις και ερμηνείες της λέξης Άργος. Η διαχρονικότητα και η εμβέλεια διασποράς της ονομασίας.

 

Α. Εισαγωγή

 

«Βραχύ μοι στόμα πάντ’ αναγήσασθ’ όσων Αργείων έχει τέμενος μοίραν εσθλών…»

 «Ωστόσο η πνοή μου είναι αδύναμη όλες τις δόξες του Άργους ν’ αριθμήσω…»

(Πίνδαρος, Νεμ. 10,4)

 

Η γλώσσα που τελικά επικράτησε και μιλήθηκε στην αργειακή πεδιάδα κατά τα αρχαία ιστορικά χρόνια ήταν το ενιαίο και οργανωμένο γλωσσικό προϊόν που προέκυψε μετά τη διαχρονική φθορά της πελασγικής διαλέκτου. Τη γλώσσα αυτή έφεραν μαζί τους και χρησιμοποίησαν οι πρώτοι «γραμματισμένοι» επισκέπτες – και μετά μόνιμοι κάτοικοι- της πεδιάδας: οι Πελασγοί. [1]

Η βαθμιαία αλλοίωση της πλούσιας, σε λεξιλόγιο και εκφράσεις, ντόπιας πελασγικής γλώσσας ξεκίνησε αμέσως μετά την εμφάνιση στον κάμπο των «επικυρίαρχων» ελληνικών φίλων: [2] των Πρωτοαργείων (2300-2250 π.Χ.), των Δαναών (γύρω στο 2100 π.Χ.) και των Δωριέων (μετά το 1300 π.Χ.).

Η συνεχής «απορρόφηση» και παγίωση άφθονων λεκτικών στοιχείων και συντακτικών δομών, που ανήκαν στη γλώσσα των νεοφερμένων πρωτοελληνικών πληθυσμών, [3] «ανάγκασε» την πελασγική να «υποκύψει» και διαχρονικά να καταλήξει στην ομιλούμενη ελληνική ιδιότυπη αργείτικη διάλεκτο του 5ου π.Χ. αι.

Παράλληλα με την είσοδο των ελληνικών γλωσσικών όρων παρεισέφρησαν και «φώλιασαν» μέσα στη μάνα πελασγική και πολλά «γλωσσήματα» της σημιτικής – κυρίως της φοινικικής διαλέκτου. Ήταν το αποτέλεσμα της συχνότατης επαφής [4] – εμπορικής επικοινωνίας – του Άργους, με τους αναπτυγμένους, γλωσσικά και πολιτιστικά, ναυτικούς λαούς της ανατολικής Μεσογείου.

Έτσι, ήταν αρκετά δύσκολη η εργασία της ανακάλυψης των ορθών ριζών και ερμηνειών πολλών λέξεων, κυρίως τοπωνυμίων, της σημερινής ελληνικής γλώσσας και αρκετών της αρχαίας, χωρίς τη συνδρομή της πελασγικής ή ακόμα των σημιτικών. Δυστυχώς, η πρώτη είναι σήμερα νεκρή γλώσσα και οι άλλες δυσνόητες και δύσχρηστες για τους πολλούς. Χρειάζεται, λοιπόν, καλή διάθεση και καρτερία από τους αναγνώστες, όταν κάποιος – ειδικός στα θέματα – προσπαθώντας να εξηγήσει την προέλευση γεωγραφικών ονομάτων που συναντιούνται στην αργείτικη πεδιάδα, χρησιμοποιήσει άγνωστες ρίζες της λησμονημένης πελασγικής, μιας πανέμορφης γλώσσας, καλά κρυμμένης μέσα στον πλούσιο κόσμο του λεξιλογίου της σημερινής ελληνικής.

Τυπικό παράδειγμα αποτελούν οι λέξεις: Άργος, Αργώ, αργός, άργος κ.ά., που έχουν την ίδια φωνητική ή μορφολογική ομοιότητα «σημαίνοντος», αλλά διαφέρουν αισθητά στη σημασία (διαφορά «σημαινομένου»). Το ιδιότυπο αυτό γλωσσικό φαινόμενο, ειδικά για την προηγούμενη ομάδα λέξεων, έχει τις αρχές του στην ευρεία πελασγική γλώσσα [5] και στις δυσδιάκριτες γραμματικές διαφορές ορισμένων λεκτικών ριζών της.

Η δομή του κειμένου της μελέτης αρχίζει με την παράθεση αρχαίων τόπων και κύριων ονομάτων που συγκροτούν μια πλήρη συλλογή λέξεων μονών ή διπλών, στην αναφορά των οποίων απαντιέται το όνομα Άργος.

Ύστερα «ο καπετάνιος ανοίγεται σε βαθύ και ταραγμένο πέλαγος», όπως μπορεί να περιγράφει μια δυσχερής προσπάθεια προσέγγισης, διαλογής και παρουσίασης της γλωσσολογικής ερμηνείας άγνωστων λεκτικών ριζών της πελασγικής, από τις οποίες προέρχεται πλήθος συναφών λέξεων, ομόηχων και ομοιότυπων με το μόρφωμα ΑΡΓΟΣ, αλλά εντελώς διαφορετικής προέλευσης και σημασίας.

Στη συνέχεια της μελέτης «ο καπετάνιος ξαναγυρίζει στο απάνεμο, γαληνεμένο και οικείο λιμάνι», καθώς παρατίθενται όλες οι γραπτές μαρτυρίες, διαλεγμένες με προσοχή μέσα από την πλουσιοπάροχη σε πληροφορίες αρχαία ελληνική γραμματολογία, στις οποίες διαιωνίζεται η λέξη Άργος. Η ενότητα αυτή θα αποτελέσει το πιο ενδιαφέρον και ευχάριστο κομμάτι της εργασίας. Αμέσως θα γίνει αντιληπτή η εμβέλεια διάχυσης της φήμης του μυθικού ονόματος και διάδοσης της δόξας των ηρωικών τέκνων του δικού μας Άργους αυτής της δόξας που έφτασε, μυθοπλασμένη και χιλιοτραγουδισμένη, στα παράλια της Μικρασίας και μετασχηματίστηκε πάνω στη γραφίδα του χαρισματικού Ομήρου σε γραπτό ποιητικό λόγο και ειδικότερα στην Ε ραψωδία (Διομήδεια) της Ιλιάδας.

Στο τελείωμα της έρευνας θα εφαρμόσουμε την αρχή του εκλεκτικισμού. Θα διαλέξουμε δηλαδή ως πιθανότερη ερμηνεία, για το όνομα της περιοχής που κατοικούμε σήμερα, την πιο ταιριαστή ιδεατή συναρμογή με τη φυσική τοπογραφική θέση της πανάρχαιας πόλης: αυτής που χαρακτηρίστηκε σαν το «Ήρας θεοπρεπές δώμα» [6] και στολίστηκε με τόσα άλλα επίθετα, το ξακουστό ΑΡΓΟΣ.

Σκοπός αυτών των ερευνών είναι ένας και μόνος: η ενημέρωση των κατοίκων και φίλων της πόλης του Άργους για καθετί που αφορά την προϊστορία και ιστορία της. Ειδικότερα αυτή η μελέτη στοχεύει στην άντληση πληροφοριών, μυθικών ή ιστορικών, μέσα από ένα λαβύρινθο αναζήτησης της πιθανότερης προέλευσης του ονόματος ΑΡΓΟΣ.

 

Φανταστική απεικόνιση του Άργους. Άποψη του Άργους με την ακρόπολή του τη Λάρισα και τον ποταμό Ίναχο με το πολύτοξο γεφύρι. Ανιστόρητη χαλκογραφία, Johann Friedrich Gronovius,17ος αιώνας.

 

Β. Η συλλογή

  1. Οι τόποι

 

«Το δε Άργος τούτον τον χρόνον προείχε άπασι των εν τη νύν Ελλάδι καλεσμένη χώρη» [7]

 «Αυτά τα χρόνια το Άργος ήταν η πρώτη πόλη από εκείνες που βρίσκονται σήμερα στον τόπο, ο οποίος ονομάζεται Ελλάδα.»

 (Ηρόδοτος, Κλειώ ΑΙ)

 

Αγγίζοντας το τελείωμα του 17ου αιώνα, η ακμή του προϊστορικού Άργους έφθασε στην κορύφωσή της. Στα χρόνια αυτά, που ο μύθος ήθελε να βασιλεύει ο τελευταίος Ιναχίδης βασιλιάς Γελάνορας, η φήμη του ονόματος της πόλης επεκτάθηκε σε ολόκληρο τον τότε γνωστό ελλαδικό ηπειρωτικό χώρο, λες και όλη η Ελλάδα ήταν μια επικράτεια με μητρόπολη το Άργος. Για την εποχή αυτή οι σύγχρονοι ιστορικοί – ερευνητές επιμένουν ότι πρέπει να επικράτησε γεωγραφική σύγχυση, από τους αρχαίους ιστορικούς της κλασικής εποχής, ως προς την πιστοποίηση και τον εντοπισμό αρκετών πόλεων και τοποθεσιών που είχαν άμεση σχέση με το μυθικό Άργος. Η αιτία ήταν ότι η ονομασία έχασε την εντοπισμένη γεωγραφική σημασία της και σήμαινε οποιοδήποτε σημείο από το Ταίναρο μέχρι τη Μακεδονία. Η φήμη εντάθηκε τόσο, ώστε κατάφερε να «διασχίσει» ανέγγιχτη ακόμα και αυτή την ένδοξη μυθική εποχή των γειτονικών Μυκηνών.

Ενισχύθηκε πάλι τη γεωμετρική εποχή, από τους Αργείους Δωριείς και «ταξίδεψε» αλώβητη στο περιβάλλον της Μικρασίας. Εκεί ο φωτισμένος νους των Ιώνων ποιητών έπλασε τα ενθυμήματα της αργειακής παράδοσης και από προφορικό λόγο τα διαμόρφωσε σε γραπτά αιώνια αριστουργήματα.

Την ίδια σχεδόν εποχή του 8ου π.Χ. αιώνα, η «χρυσή» εποχή του Φείδωνα και η εκτεταμένη επικράτεια του Άργους με τα ασαφή σύνορά της επέτειναν τη γεωγραφική σύγχυση. Έτσι είναι εντελώς φυσιολογικό το γεγονός ότι τα μισά σχεδόν έργα των κλασικών του 5ου π.Χ. αιώνα περιέχουν στις υποθέσεις τους «έργα και ημέρες» από τα μυθικά αριστουργήματα των μυθοπλαστών Αργείων Δωριέων. Λίγο αργότερα, η «σκαπάνη» του Μ. Αλεξάνδρου αποκάλυψε ομώνυμες με το Άργος πόλεις στις εσχατιές της Περσίας.

Η πληθώρα των τόπων, που σαν γεωγραφικοί όροι περιέχουν τη λέξη Άργος, συγκεντρώνεται σε μια συλλογή, όπου καταγράφονται με συντομία δύο πληροφορίες: ο εντοπισμός της περιοχής και η πιθανή χρονολογία πρώτης αναφοράς της. Είναι αμέσως φανερή η δύναμη ακτινοβολίας του ονόματος στα πέρατα, σχεδόν, του γνωστού τότε αρχαίου κόσμου.

  1. Η μητρόπολη της Αργολίδας. Μυθικά χρόνια.
  2. Αμφιλοχικόν Άργος, η μητρόπολη της ευρύτερης Αιτωλίας. Μυθική αποικία.
  3. Αχαϊκόν Άργος, ολόκληρο το κράτος του Αγαμέμνονα ή το σύνολο της αχαϊκής Πελοποννήσου. Ομηρικά χρόνια.
  4. Πελασγικόν Άργος, το κράτος του Αχιλλέα ή ολόκληρη η πεδινή Θεσσαλία. Ομηρικά χρόνια.
  5. Πόλη στο νησί Νίσυρο. Αποικία του 9ου π.Χ. αιώνα.
  6. Άργος των Πελασγών, πόλη στο νησί Κάλυμνος. Αποικία του 9ου π.Χ. αιώνα.
  7. Ίππιον Άργος, πόλη της Απουλίας του Λατίου (Ιταλία). Αποικία του 9ου π.Χ. αιώνα.
  8. Πόλη στο νησί των Φαιάκων. Αποικία του 9ου π.Χ. αιώνα.
  9. 0ρεστικόν Άργος, μητρόπολη της μακεδονικής Ορεστείας, 7ος αι. π.Χ.
  10. Πόλη της Κιλικίας (Μ. Ασία). Αποικία του 6ου π.Χ. αιώνα.
  11. Πόλη της Καρίας (Μ. Ασία). Αποικία του 6ου π.Χ. αιώνα.
  12. Πόλη της Τροιζηνίας. Αποικία του 6ου π.Χ. αιώνα.
  13. Ορεινό φρούριο της Καππαδοκίας (εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου), 4ος π.Χ. αιώνας.
  14. Αρκετές πόλεις στις εσχατιές της εκστρατείας του Μ. Αλεξάνδρου (γραπτές αναφορές των ιστοριογράφων που τον ακολούθησαν), 4ος π.Χ. αιώνας.
  15. Πόλη της Λοκρίδας. Αποικία, αβέβαιης χρονολόγησης.

  

  1. Τα κύρια ονόματα

 

«…Χάριτες,… Άργος υμνείτε. Φλέγεται δ’ αρεταίς μυρίαις, έργων θρασέων ένεκεν…» [8]

 «…Υμνείστε, ω Χάριτες, το Άργος. Δόξα άσβηστη καταυγάζει, χάρις στα κατορθώματα των μυριάδων πάντολμων τέκνων του…»

(Πίνδαρος, Νεμ. 10,2)

 

Στην εκτενέστατη μυθοπλασία και μυθογραφία, όπου συγκεντρώνεται ο πλούτος των παραδόσεων της Αργείας γης, συναντιούνται αρκετά κύρια ονόματα της ίδιας φωνητικής απόδοσης με τη λέξη Άργος αλλά με διαφορετική σημασία. Τα πρόσωπα αυτά πρωταγωνιστούν στα ανθολογήματα των μύθων που πλάστηκαν και διατηρήθηκαν από τους αγαθούς κατοίκους του αργειακού κάμπου, πριν ο ορθός λόγος τιθασεύσει τις υπέρμετρες φαντασιώσεις τους.

Η ταξινόμηση που ακολουθεί καταγράφει τα πρόσωπα αυτά και τα εκλεκτότερα μυθολογήματα που σχετίζονται με την παραμυθένια παρουσία τους. Η ετυμολόγηση των ονομάτων είναι κύριο θέμα έρευνας της επόμενης ενότητας.

α) Ο μυθικός βασιλιάς Άργος, ο τέταρτος στη σειρά του γένους των Ιναχιδών και ευεργέτης του λαού του Άργους. «Εκόμισε» από την εξωτική Αφρική το σπόρο του σταριού. «Εδίδαξε» το ψήσιμο του ψωμιού, το ημέρωμα των άγριων αλόγων των φερμένων από τη γη της Θεσσαλίας, τη συστηματοποίηση της κτηνοτροφίας και την τέχνη παρασκευής των προϊόντων της.

Η εποχή του «κατοπτρίζει» τη χρυσή εποχή της ακμής του μεσοελλαδικού Άργους και την αρχή της εμπορικο-πολιτιστικής σύνδεσής του με τους προηγμένους ναυτικούς λαούς της σημιτικής Ανατολής.

β) Ο Πανόπτης Άργος, ο μυθικός και ταγμένος φύλακας της Ιώς, της μο­ναχοθυγατέρας του μελαψού βασιλιά – θεού Ινάχου. Ανθρωπόμορφο, μελανό – δερμο τέρας, με χίλια φωτεινά μάτια, ακολουθούσε πιστά και παντού την κόρη, παρατηρώντας τα πάντα.

Η ανεξάντλητη απλοϊκή φαντασία των μυθοπλαστών κατοίκων της πλούσιας αργείτικης πεδιάδας «ζωγράφισε» τον τετράμορφο Πανόπτη Άργο πανομοιότυπο με το σκοτεινιασμένο ουράνιο θόλο τον γεμάτο αστροήλιους. Ο έναστρος ουρανός πάντα «προστατεύει» και «ορίζει» τη μηνιαία τροχιά και τις φάσεις της ποικιλόμορφης Ιώς, της φεγγαροθεάς των προϊστορικών Αργείων. Φαίνεται ότι ο μύθος του Πανόπτη Άργου «αντιφεγγίζει» κάποιες εμπειρικές αστρονομικές παρατηρήσεις των Αργείων αστρομαντών εκείνης της μυθικής εποχής.

γ) Ο Βουκόλος Άργος, ο απλοϊκός και αγαθός, προϊστορικός κάτοικος του κάμπου, που καταγινόταν με τις αγροτικές και κτηνοτροφικές φροντίδες. Ήταν, φαίνεται, το άλλο όνομα του γηγενή, του αυτόχθονα, που ζούσε έξω από το συνοικισμό του προϊστορικού Άργους, στα βοσκοτόπια της πεδιάδας.

Το όνομα αντιπροσωπεύει τον πληθυσμό του προελληνικού φύλου των Πελασγών που διαβιούσε στην ύπαιθρο, απομονωμένο και παραγκωνισμένο από τις οργανωμένες ομάδες των πρωτοελλήνων Αργείων. Αυτών που διεύρυναν τους οικισμούς στην πλούσια πεδιάδα και συστηματοποίησαν, με τους δικούς τους κανόνες, την πρωτοελληνική αργείτικη κοινωνία.

δ) Ο ναυπηγός Άργος, ο ξυλουργός κατασκευαστής της ταχύπλοης Αργώς. Μυθικός Αργείος θαλασσομαραγκός, έτρεξε στο κάλεσμα του Θεσσαλού πρίγκιπα Ιάσονα, σκαρώνοντας το πανάλαφρο πλεούμενο που πήγε και γύρισε τους Αργοναύτες από τη μακρινή μαυροθαλασσίτικη Κολχίδα.

Ο πρωτομάστορας Άργος εκπροσωπεί τους φημισμένους Αργείους τεχνίτες κι εργάτες της θάλασσας και την αξεπέραστη γνώση τους στη ναυπηγική τέχνη. Συγχρόνως αποκαλύπτει τα μυστικά της ευδοκίμησης του θαλάσσιου εμπορίου στο μεσοελλαδικό Άργος, που δεν ήταν άλλα από τον ικανότατο στόλο των ελαφρών πλοιαρίων και τις παράτολμες μετακινήσεις του στους εμπορικούς σταθμούς – λιμάνια των νησιών του Αιγαίου και των ακτών της Ανατολής. Εκεί οι Αργείτες εμποροκαπετάνιοι αντάλλασσαν τα φυσικά προϊόντα της πλούσιας αργειακής πεδιάδας και τα χειροτεχνήματα των στοιχειωδών βιοτεχνιών της πόλης και γύριζαν πίσω με τα αμπάρια γεμάτα με όλων των ειδών τα πολιτιστικά αγαθά της εξωτικής χώρας του Λεβάντε.

ε) Ο τετράποδος Άργος, ο μυθικός λευκόθωρος και ταχύτατος σκύλος του Οδυσσέα. Η καταγωγή του ονόματος και η προκύπτουσα σημασία του παρατίθενται στην επόμενη ενότητα.

 

Φανταστική απεικόνιση της πόλης του Άργους, Nicolas Gerbel, 1545.

 

Γ. Οι πιθανές προελεύσεις και ερμηνείες 

  1. Οι πελασγικές ρίζες

 

«Δαναός ο πεντήκοντα θυγατέρων πατήρ ελθών εις Άργος, ώκισ’ Ινάχου πό­λιν, Πελασγιώτας δ’ ωνομασμένους το πριν Δαναούς καλείσθαι νόμον έθηκαν Ελλάδα… [9]

 «Ο Δαναός, ο πατέρας με τις πενήντα κόρες, φτάνοντας στο Άργος παρέμεινε στην πόλη του Ινάχου, γι’ αυτούς, μάλιστα, που τους ονόμαζαν Πελασγούς λένε ότι εφάρμοσαν κανόνες (νόμους) στην Ελλάδα, προτού φανούν οι Δαναοί (οι Πρωτοαργείοι Έλληνες)…»

 (Στράβων Γεωγραφικά 2,21)

 

Η εργασία αναζήτησης των πιθανών προελεύσεων του ονόματος ΑΡΓΟΣ ήταν ορθό να αρχίσει από ρίζες λέξεων της μητρικής πελασγικής γλώσσας. Η επίπονη και επίμονη έρευνα αποκάλυψε διαχρονικές αλλοιώσεις κάποιων πρότυπων – αρχέγονων – ριζών, που προκάλεσαν λεκτικές διασπορές -μορφήματα- και διάφορες καταληκτικές σημασίες, αλλά και συνυπάρξεις εννοιών.

Το αποτέλεσμα της μακρόχρονης μελέτης ήταν, απρόσμενα, ανώτερο από το αναμενόμενο. Αναδύθηκαν και διαχωρίστηκαν όλα τα παρακλάδια – διασπορές – της λέξης που σχημάτισαν τις συλλογές των γεωγραφικών όρων και κύριων ονομάτων και καταχωρήθηκαν στην προηγούμενη ενότητα.

Οι παραλλαγές των ριζών που αναφέρονται, αριθμημένες, στη συνέχεια του κειμένου είναι απαλλαγμένες από πρόσθετα δυσνόητα γλωσσολογικά – σημασιολογικά στοιχεία. Υπάρχει μόνο μια μικρή επέκταση στα συμπεράσματα που προέκυψαν, που όλα όμως σχετίζονται με το κύριο θέμα της μελέτης. Οι επεξηγήσεις ήταν αναγκαίες, ώστε να καταφανεί η μοναδική ικανότητα της ζωντανής ελληνικής γλώσσας να παραλαμβάνει έτοιμη την πρώτη γλωσσική ύλη, να μεταπλάθει, μετασχηματίζει και ενδύει μία και μοναδική ρίζα με τόσους τρόπους, που να προκύπτουν διάφορες λέξεις με χωριστές και ευδιάκριτες έννοιες, χωρίς αοριστίες και αμφιβολίες στην έκφραση και γραφή τους.

  1. Από τη ρίζα «άργκι-ου» = έδρα βασιλιά, πρωτεύουσα χώρας, μητρόπολη, προέρχεται το όνομα «Άργος», που δόθηκε στις μεγαλύτερες σε πληθυσμό και όνομα πόλεις ξεχωριστών τόπων και επικρατειών στον ελλαδικό χώρο (Αμφιλοχικό, Ορεστικό κ.α.), αλλά και έξω απ’ αυτόν (Άργος στην Καρία, Κιλικία κ.α.). Την ίδια καταγωγή έχει και το όνομα του Άργου, του μυθικού βασιλιά της πανάρχαιας μητρόπολης της Αργολίδας.
  2. Από τη ρίζα «άρκ-ου» = αγρυπνώ, ξενυχτώ, κρατάω ανοιχτά τα μάτια, προέρχεται το όνομα του «Πανόπτη Άργου», του φύλακα της Ιώς, με τα μύρια μάτια, αλλά και το όνομα «Αργειφόντης» που δόθηκε στο θεό Ερμή, όταν σκότωσε τον Άργο τον Πανοραματικό (Πανόπτη) και απάλλαξε την Ιώ.
  3. Από τη ρίζα «Ηάρκ-ου» = αεικίνητος, ταχύς, ευέλικτος, ζωηρός, προέρχεται το όνομα του «Άργου», του πιστού σκύλου του Οδυσσέα, καθώς και η ονομασία της ταχύπλοης και ανάλαφρης «Αργώς» των Αργοναυτών.

Από την ίδια ρίζα προέρχεται και η λέξη «αργός», που στην αρχαία ελληνική σήμαινε το ζωηρόχρωμο, λαμπρό, στιλπνό, λευκόθωρο, άσπρο. Από εδώ προέρχεται η λέξη «άργυρος», μέταλλο ανοιχτόχρωμο, ακτινοβόλο, σχεδόν λευκό, αλλά και το ρήμα «αργαίνω» που στην αρχαία ελληνική σήμαινε λευκαίνω, ασπρίζω. Πρόσφατα, σε έγκυρο λεξικό, καταχωρήθηκε η άποψη ότι η ονομασία του προϊστορικού οικισμού του Άργους οφειλόταν στη «λευκή» απόχρωση που έπαιρνε ο κάμπος από τα απλωμένα στάχια τον καιρό του θερισμού. Το στοιχείο αυτό έρχεται σε αντίθεση με το πανέμορφο επίθετο «πολύπορος» (ξανθοκόκκι­νος), που δόθηκε στην πεδιάδα τα αρχαία χρόνια, δανεισμένο από το χρώμα των μεστωμένων σιταγρών (Ιλιάδα Ρ 756 και Αισχύλος, Ικετ. 555).

Οι προηγούμενες – φαινομενικά ξεχωριστές – έννοιες των λέξεων «ταχύς» και «λαμπρός» είναι πρακτικά συναφείς. Αρκεί να ανατρέξουμε στο γνωστό οπτικό φαινόμενο, όπου ένα σώμα ταχύτατα κινούμενο «φαίνεται» κα ξανοίγει το χρώμα του και στιγμιαία να απαστράπτει με συνεχή και έντονη οπτική εντύπωση.

      4. Από τη ρίζα «Fάργ-ου» = ευρύς χώρος, ομαλός τόπος, πεδιάδα, (οι ρηματικοί τύποι πλαταίνω, εκτείνομαι, ευρύνω, εξομαλύνω) προέρχεται το ρήμα της αρχαίας ελληνικής «ορέγω»* που σήμαινε την ευρεία πεδιάδα, την εκτεταμένη πεδινή χώρα.

Από την ίδια ρίζα προέρχεται και το επίθετο «άργος», που στην αρχαία ελληνική σήμαινε ο πεδινός, ο ομαλός, ώστε μερικοί ερευνητές να το σχετίζουν με τη λέξη «αγρός» ή «αγρότης». Εδώ ακριβώς εντοπίζεται και η θέση της σημασίας που είχε το κύριο όνομα του Βουκόλου Άργου, δηλαδή του αγρότη, του γεωργοκτηνοτρόφου.

  1. Από τη ρίζα «όργκι-ου»= αλιεύς, θαλασσινός, ασχολούμενος με τη ναυτιλία, προέρχεται ο «Άργος» ο ναυπηγός και επιβάτης της «Αργώς» των Αργοναυ­τών και «εκπρόσωπος» των ναυτικών – κατασκευαστών του ευκίνητου αργείτικου εμπορικού στόλου των μεσοελλαδικών χρόνων με τα λιγόβαρα σκαριά.

*=εκτείνω. Επίσης και ο γεωγραφικός όρος Φρυγία

 

  1. Η διχοστασία της ερμηνείας κάποιων γεωγραφικών επιθέτων.

 

«Άργος, άειδε θεά πολυδίψιον ένθεν άνακτες…»[10]

 «Τραγούδα θεά το πολυδιψασμένο Άργος, απ’ όπου βασιλιάδες (ξεκίνησαν)…»

(Αισχύλος, Επτά επί Θήβας 35)

 

Η ερμηνεία των περισσότερων γεωγραφικών επιθέτων που συνοδεύουν τη λέξη ΑΡΓΟΣ φαίνεται να συμφωνεί με την περίπτωση Γ(1), που αναπτύχθηκε στην προηγούμενη ενότητα. Όμως, οι γραπτές μαρτυρίες της αρχαίας ελληνικής γραμματολογίας περιέχουν ορισμένα από αυτά που προκάλεσαν διάσταση απόψεων σχετικά με τον εντοπισμό και το γεωγραφικό προσδιορισμό των συγκεκριμένων τόπων, στους οποίους αναφέρονται. Μετά το πεδίο της αναζήτησης και διασάφησης ακολουθεί η παράθεση των σπουδαιότερων περιπτώσεων και οι διάφορες απόψεις που διατυπώθηκαν για καθεμιά.

α) Η πανελλαδική διασπορά της φήμης του Άργους, όπως έφτασε στην Ιωνία, φαίνεται ότι παρέσυρε ακόμα και τον πολυταξιδεμένο Όμηρο. Ο εμπνευσμένος ποιητής, σε αρκετά σημεία των επών του, εκθειάζει το Άργος και το αναγορεύει σε μητρόπολη ολόκληρης της ελληνικής επικράτειας, τους Αργείους μάλιστα σε αντιπροσώπους της ελληνικής φυλής. Δικαιολογημένα, λοιπόν, η παράδοση τον ήθελε να κατάγεται από το Άργος ή τουλάχιστον να επισκέφθηκε τα χώματά του. Θαμπωμένος από το φως και τη δόξα της πόλης, παραδέχτηκε σε πολλά σημεία του κειμένου των επών ότι οι έννοιες Άργος και Ελλάδα ήταν ταυτόσημες γεωγραφικά και εθνολογικά.

Αξιοσημείωτο στοιχείο είναι ότι η λέξη ΑΡΓΌΣ καταμετρήθηκε εκατοντάδες φορές, ενώ η λέξη Ελλάδα μόνο δύο (οι Έλληνες αναφέρονται ως θεσσαλικά φύλα). Έτσι, όταν αναφέρεται η λέξη, παράλληλα αναδύεται το πρόβλημα προσδιορισμού του τόπου που υπονοείται γεωγραφικά. Η δυσκολία είναι εντονότερη, όταν το κείμενο δεν ακολουθείται από συνοδευτικά επικουρικά στοιχεία άμεσου εντοπισμού του τόπου. Το φαινόμενο επαναλαμβάνεται πάμπολλες φορές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, από τα πιο εντυπωσιακά, είναι το παρακάτω. Στην Οδύσσεια (α 282-384) η Πηνελόπη υπενθυμίζει προς τον ποιητή και υμνωδό Φήμιο: «η δόξα του Οδυσσέα είναι απέραντη, απλωμένη στην Ελλάδα και μέσα στο Άργος». Οι ομηριστές φιλόλογοι, μετά από πολλές διαβουλεύσεις, δέχτηκαν ότι ο όρος Άργος δήλωνε ολόκληρη την Πελοπόννησο, οπότε Ελλάδα ήταν ο υπόλοιπος ελλαδικός χώρος.

β) Στην Ιλιάδα αναφέρεται ο γεωγραφικός όρος «Πελασγικόν Άργος»: «… όσσοι το Πελασγικόν Άργος έναιον:.. [11] …των αύ πεντήκοντα νεών ήν αρχός Αχιλλεύς»… [12]

Ο εντοπισμός της τοποθεσίας, που όριζε αυτός ο όρος, προκάλεσε ατέλειωτες συζητήσεις μεταξύ των φιλολόγων ομηριστών. Μερικοί δέχτηκαν την εξήγηση Γ(1)1, οπότε το Πελασγικό Άργος πρέπει να σήμαινε την πρωτεύουσα, την έδρα των Πελασγών που είχαν αρχηγό – ηγεμόνα τον Αχαιό Αχιλλέα, κάποια πόλη δηλαδή της Θεσσαλίας, ίσως κοντά στη σημερινή Λάρισα.

Άλλοι προτίμησαν την ερμηνεία Γ(1)4 ως λογικότερη, οπότε ο όρος παρέπεμπε στη θεσσαλική πεδιάδα ή σε ολόκληρη την αχαϊκή πεδινή επικράτεια του Αχιλλέα κάπως νοτιότερα της Θεσσαλίας.

Οι υπόλοιποι θεώρησαν τον όρο δανεικό, προερχόμενο από το Άργος της Πελοποννήσου. Στήριξαν την άποψή τους στο γεγονός ότι εκτός του Ομήρου και ο τραγικός Ευριπίδης, πολύ αργότερα στην τραγωδία «Φοίνισσαι», [13] ανέφερε το όνομα με σαφή υπόδειξη την πατρίδα των «Εφτά Πολέμαρχων», το Άργος: «Άργος ώ Πελασγικόν, δειμένω τάν σάν αλκάν και το θεόθεν… [14]». (Ευριπ. Φοίνισσαι 256-257).

Μία άλλη αναφορά του όρου «Πελασγικόν Άργος» περιέχεται σε αυθόρμητο(;) χαρακτηρισμό – απάντηση που χρησμοδότησε το μαντείο των Δελφών, ο οποίος τοποθετούσε στην πρώτη θέση την πολεμικότητα των Αργείων:

«Γαίης μέν πάσης τό Πελασγικόν Άργος άμεινον…» [15] (Πυθία)

Στο επίθετο αναγνωρίζεται αναμφίβολα το δωρικό Άργος της Πελοποννήσου.

 Τέλος, ο Στράβων, προσδιορίζοντας τους τόπους κατοικίας των Πελασγών στον ελλαδικό χώρο, πήρε ξεκάθαρη θέση στον εντοπισμό του «Πελασγικού Άργους» και καθόρισε ότι: «…και το Πελασγικόν Άργος ή Θετταλία λέγεται, το μεταξύ των εκβολών τού Πηνειού και των Θερμοπυλών, έως της ορεινής της κατά Πίνδον…» (Στράβων, Γεωγραφικά 2,21).

γ) Στο περιεχόμενο των ομηρικών επών συναντιέται και ο όρος «Αχαϊκόν Άργος». [16] Φαίνεται ότι ο χαρισματικός ποιητής υποχρεώθηκε να «επινοήσει» αυτό το επίθετο για διάκριση από το «Πελασγικόν», μιας και ο εντοπισμός της τοποθεσίας είναι εντελώς διαφορετικός. Με τον όρο «Αχαϊκόν Άργος» ο Όμηρος εννοεί τη μυκηναϊκή επικράτεια του βασιλιά Αγαμέμνονα ή ολόκληρη την αχαϊκή Πελοπόννησο.

 Ο Διονύσιος Αλικαρνασσεύς (1ος π.Χ. -1ος μ.Χ. αι.) μιμήθηκε τον Όμηρο, καθώς αναφέροντας τον όρο Αχαϊκό Άργος εδήλωνε ολόκληρη την Πελοπόννησο. Όμως, συγχέοντας τα πράγματα, όρισε τη γη του Πέλοπα ως κοιτίδα των αρχέγονων προελλήνων Πελασγών: «…ούτοι αυτόχθονες όντες ώκησαν το πρώτον το Αχαϊκόν Άργος … μετέπειτα δε Θεσσαλίαν … πολλής και αγαθής χώρας κρατήσαντες…» (Διον. Αλικαρν., Ρωμαϊκή Αρχαιολογία α 11-26)

δ) Πολύ σπάνια συναντιέται και το επίθετο «Αργόλας», [17] που σήμαινε τον Αργείο στρατιώτη ή ολόκληρο τον αργειακό στρατό.

ε) Μοναδική πληροφορία για τη γραφή του ονόματος Άργος εκτός της επικράτειάς του μας παρέδωσε ο Στράβων. [18] Περιδιαβαίνοντας τα μέρη της Στερεάς Ελλάδας, συνάντησε στη Λοκρίδα τη Φαρυγεία, αργειακή αποικία. Συγκεκριμένα έγραψε (1ος αι. π.Χ.): «…καλείται δε νυν Φαρύγαι ίδρυται δ’ αυτόθι Ήρας Φαρυγαίας ιερόν από τής έν Φαρύγαις τής Αργείας καί δή καί αποικοί φασιν είναι τών Αργείων». [19]

Γίνεται λοιπόν φανερό ότι παλαιότερα (6ος π.Χ. αι.) η λέξη Άργος γραφόταν ως «Fάργ-ος» και η αργεία Ήρα «Fαργ-εία». Στα κατοπινά χρόνια η μορφή αυτή καταργήθηκε στη μητρόπολη, καθώς η εξέλιξη της γραφής συνεχίστηκε, για να καταλήξει στην ιδιωματική αργείτικη γραφή του 4ος π.Χ. αι. Όμως, στις αποικίες οι μεταλλαγές στο γράψιμο ήταν σχεδόν μηδενικές, ακόμα και μέχρι τα χρόνια του Στράβωνα αι. π.Χ.).

 

Δ. Η ολοκλήρωση

Η εκλογή

 

«…Αργείος ανακαλούμενος…»[20]

  «…Αργείος ονομαζόμενος (καταγόμενος από το Άργος)…»

 (Σοφοκλής, Ηλέκτρα 683)

 

Το τελείωμα της επίμονης αναζήτησης και του μακρόχρονου στοχασμού για το ξεδιάλεγμα των ορθών ριζών και ερμηνειών της λέξης ΑΡΓΟΣ, αποκάλυψε ένα δαιδαλώδες δημιούργημα απόψεων και συμπερασμάτων, ένα πολύπλοκο λεκτικό κατασκεύασμα. Διαφορετικές μορφές γραφών και γλωσσικών προελεύσεων, πάντα διανθισμένων με ελκυστικές ερμηνείες και εξωτικές προσεγγίσεις.

Η ερώτηση είναι αυθόρμητη: «Ποια απ’ όλες τις ερμηνείες ταιριάζει για το δικό μας Άργος;» Η απόκριση είναι μοναδική και απρόβλεπτη:«Όλες!» Αναλύοντας τις συνθήκες ίδρυσης του προϊστορικού συνοικισμού και ακολουθώντας τη διαιώνιση της μυθικής και ιστορικής πορείας της πανάρχαιας πόλης, διαπιστώνουμε ότι σχεδόν όλες οι απόψεις συνδυάζονται και συναρμόζονται με κάποιο ή κάποια από τα μυθιστορικά γεγονότα στη μακραίωνη ύπαρξή της. Οι ελάχιστες που παρεκκλίνουν ανταποκρίνονται ακριβώς στις μορφές της φυσικογεωλογικής τοποθεσίας της.

Περιορίζοντας τη γενικότητα της ερώτησης, η μετατροπή της είναι ριζική: «Ποια περίπτωση αξιολογείται ως πιθανότερη;» Το μοναδικό σίγουρο βοήθημα και μέσο επιλογής είναι το αλάνθαστο κριτήριο που παρέχει η παρατήρηση του επικρατέστερου γεωγραφικού γνωρίσματος του γύρω χώρου. Απ’ όλες τις αισθήσεις η όραση είναι εκείνη που καθοδηγεί και καθορίζει με βεβαιότητα. Είναι αυτή που διεγείρει, στο μεγαλύτερο βαθμό, το μηχανισμό της νόησης και τον αναγκάζει να καταλήξει στην ολοκλήρωση της γνώσης: ΑΡΓΟΣ = ΠΕΔΙΑΔΑ. Τελική επιλογή η περίπτωση Γ(1)4.

Πράγματι το εντυπωσιακότερο γεωλογικό στοιχείο στον περιβάλλοντα χώρο του διαχρονικού Άργους ήταν και είναι η πανέμορφη πεδιάδα του, αυτή που ο χαρισματικός Μικρασιάτης ποιητής στόλισε με τον επινοηματικό χαρακτηρισμό: «ούθαρ αρούρης», [21] δηλαδή «μαστάρι της γης» (ζωοδότρα γη).

 

Υποσημειώσεις


 

[1] Το ινδοευρωπαϊκό φύλο των Πελασγών πρωτομπήκε στην αργειακή πεδιάδα γύρω στο 2800 π.Χ., με τελευταίο σταθμό και αρχή διασποράς στον ελληνικό χώρο τον κάμπο της σημερινής Θεσσαλίας. Ήταν λαός συγγενής των πρωτο­ελληνικών φύλων.

[2] Χατζηστέρης Α., «Τα προ των Αχαιών Ελληνικά Φύλα στην Αργειακή Πεδιάδα» Μελέτη υ.έ., ΑΡΓΟΣ 2003.

[3] Οι Αχαιοί – ινδοευρωπαϊκό ελληνικό φύλλο – άρχισαν, πολύ αραιά στην αρχή, να εμφανίζονται στον κάμπο μετά το 1900 π.Χ., διαβαίνοντας τα βόρεια στενά και δύσβατα περάσματα του όρους Τρητού και εγκαταστάθηκαν στα ΒΑ της πεδιάδας. Εκεί, θεληματικά απομονωμένοι, τελειοποίησαν την ελληνική «μυκηναϊκή» γλώσσα, την οποία, από το 1550 π.Χ. περίπου, άρχισαν να αποτυπώνουν στις «οικονομικο-απογραφικές» πήλινες πινακίδες της Γραμμικής Β γραφής τους. Το γειτονικά «άσπονδο» Άργος φαίνεται ότι δεν επηρεάστηκε γλωσσικά από τους «νεόκοπους» πολιτιστικά Μυκηναίους, ακόμα και στα χρόνια της «πολύχρυσης Μυκήνης». Την εποχή αυτή στο Άργος μιλιόταν ένα παρεφθαρμένο κατάλοιπο της πελασγικής, ενισχυμένο έντονα με άφθονα στοιχεία της πρωτοελληνικής γλώσσας.

[4] Οι επαφές του Άργους και των λαών του Λεβάντ(ε) άρχισαν με την αρχή της 2ης π.Χ. χιλιετίας. Οι εμπορικές και πολιτιστικές ανταλλαγές κορυφώθηκαν γύρω στο 1700 π.Χ.

[5] Περισσότερες λεπτομέρειες: Ελευθεριάδης Ν.Π. «Η Πελασγική Ελλάς», ΑΘΗΝΑΙ 1931.

[6] Πίνδαρος, Νεμ. 10,2 Ο πολυταξιδεμένος στο Άργος λυρικός ποιητής (522-442 π.Χ.) «χαρίζει» στην πόλη ομορφοπλασμένα κοσμητικά επίθετα, τονίζοντας τη θεόσταλτη αγάπη της προστάτιδάς της Ήρας. Χαρακτηρίζει την πόλη ως κατοικία της θεάς, εννοώντας το ναό του Ηραίου, όπου η Ήρα λατρευόταν με τελετές αντάξιες της θεϊκής καταγωγής της.

[7] Ο Ηρόδοτος (485 – μετά το 425 π.Χ.) εγκωμιάζει το Άργος και τη φήμη του, αναπολώντας τα χρόνια της ύστερης μεσοελλαδικής εποχής (1750-1600 π.Χ.), όταν η πόλη έφτασε σε μεγάλο βαθμό ανάπτυξης. Η περιεκτική σε μυθοπλασίες αργειακή παράδοση μας πληροφορεί ότι η καταγωγή των περισσότερων ηγεμόνων των ελληνικών πόλεων, καθώς και πολλών των εκτός της Ελλάδας λαών, ήταν την εποχή αυτή από το Άργος. Η πρώιμη σχέση της πόλης προς όλες τις κατευθύνσεις, με τους ηγεμόνες ολόκληρου του γνωστού κόσμου της μέσης χαλκοκρατίας, συνηγορεί με την άποψη ότι το Άργος κατείχε την πρώτη θέση μεταξύ των πόλεων της Ελλάδας και ήταν πολύ σημαντική διεθνώς.

[8] Ο μέγας λυρικός ποιητής Πίνδαρος (522-442 π.Χ.) εξυμνεί τα παράτολμα κατορθώματα των τέκνων του Άργους και ειδικότερα του αθλητή της πάλης Θεαίου, που νίκησε στους αγώνες των Νεμεών. Χρονολογία, γύρω στο 500 π.Χ. Τόπος, το Άργος. Την εποχή αυτή πολλά ονόματα επιφανών Ελλήνων ανήκαν σε Αργείους διασκορπισμένους μακριά από τον τόπο καταγωγής τους.

[9] Ο ιστορικός και γεωγράφος Στράβων (65 π.Χ.-23μ.Χ.) «προσεγγίζει» την προϊστορία της αργειακής γης, μνημονεύοντας ως πρώτους κατοίκους της τους Πελασγούς. Προσδιορίζει, μάλιστα, το χρόνο κατοίκησης με ακρίβεια, συγκρίνοντάς τον με τη μεταγενέστερη εποχή άφιξης των Δαναών (Πρωτοαργείων). Η φράση «νόμον έθηκαν Ελλάδα» περιέχει σύντομο όσο και περιεκτικό νόημα, που μπορεί να συνοψιστεί σε κάποιο τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας των κοινωνικών δομών μιας πρωτόγονης συνάθροισης ατόμων στην αργειακή πεδιάδα (αρχές Πρωτοελλαδικής εποχής, 2800 π.Χ. περίπου).

[10] Ο άγνωστος ποιητής του χαμένου έπους της «θηβαϊδας» (8ος π.Χ. αι.) «παροτρύνει» τη θεά να τραγουδήσει για το πολυδιψασμένο Άργος και τους εφτά στρατηγούς της, που ξεκίνησαν ενάντια στην εφτάπορτη Θήβα. Ο τραγικός Αισχύλος (525 – 456 π.Χ.) «ενσωμάτωσε» το απόσπασμα αυτό στο έργο του «Επτά επί Θήβας». Το συγκεκριμένο επίθετο «πολυδίψιον» σίγουρα αναφέρεται στο δικό μας Άργος. Υπάρχουν όμως επίθετα, κυρίως γεωγραφικά, που προηγούνται ή ακολουθούν τη λέξη, χωρίς να «εντοπίζουν» την Αργολίδα.

[11] Ιλιάδα, Β 681. «όσοι κατοικούσαν το Πελασγικό Άργος.»

[12] Ιλιάδα, Β 685. Εδώ εντάσσεται η πληροφορία της διάθεσης πενήντα καραβιών από την επικράτεια του Αχιλλέα για τη μεταφορά του στρατού στα μικρασιατικά παράλια της Τροίας: «…τούτων βέβαια των πενήντα καραβιών ήταν επικεφαλής ο Αχιλλεύς…».

[13] O Ευριπίδης (485-406 π.Χ.) έγραψε την τραγωδία το 408 π.Χ.

[14] Η υπέροχη μετάφραση του κειμένου: «Ω Άργος των Πελασγών, φοβάμαι τη δύναμή σου και την εύνοια των θεών (που έχεις)». Οι υπερασπιστές της εφτάπυλης Θήβας ομολογούν έντρομοι το δέος που αισθάνονται μπροστά στη θεά του πάνοπλου αργειακού στρατού των εφτά στρατηγών, που είναι στρατοπεδευμένος στον κάμπο, λίγο πιο έξω από τα θεόρατα τείχη της Καδμείας πόλης.

[15] «Απ’ όλες τις πόλεις της γης (Ελλάδας) το Άργος των Πελασγών (είναι) το καλύτερο (πολεμικότερο)». Μετά την τελική επικράτηση των Δωριέων στην Πελοπόννησο (γύρω στο 1100 π.Χ.) η ονομασία «Πελασγικό Άργος» φαίνεται ότι εξακολουθούσε να διατηρείται ανέπαφη, ακόμα και στα μετέπειτα ιστορικά χρόνια. Οι δωρικές πελοποννησιακές πόλεις Άργος, Κόρινθος, Λακεδαίμων, Μεγαρίς κ.ά. συναγωνίζονταν σε πολεμικότητα, κύριο χαρακτηριστικό τους. Κάποτε οι Μεγαρείς, γύρω στο 530 π.Χ. μετά από μια νικηφόρα μάχη ενάντια στους Αθηναίους, ρώτησαν την Πυθία: «Τίνες κρείττονες είεν των Ελλήνων;» Τότε πήραν την προηγούμενη απάντηση – όχι χρησμό διφορούμενο – που κατέτασσε πρώτο το Άργος και μετά τη Λακεδαίμονα. Όσον αφορά τους Μεγαρείς, η κατάληξη του κειμένου ήταν απρόβλεπτη: «…υμείς δ’ ώ Μεγαρήες, ουδέ τρίτοι, ουδέ τέταρτοι, ουδέ δυωδεκαταίοι ούτ’ έν λόγω ούτ’ εν αριθμώ».

[16] Ιλιάς I 141 και I 283

[17] «Πυραίθει στρατός Αργόλας» (Ευριπίδης, Ρήσος 41 και Αριστοφάνης, Αποσπ. 284) δηλαδή: «Ανάβει φωτιές ο στρατός των Αργείων». Μερικοί ομηριστές εξέφρασαν την άποψη ότι με το επίθετο «Αργόλας» ο Ευριπίδης μιμήθηκε τον Όμηρο και την συνήθειά του να περιλαμβάνει ολόκληρο τον ελληνικό στρατό μέσα στη γενικότερη έννοια της λέξης. Ο Ρήσος ήταν βασιλεύς των Θρακών, σύμμαχος των Τρώων.

[18] Στράβων Γεωγραφικά 4,26

[19] «…τώρα δε (η πόλη) ονομάζεται Φαρυγεία. Εδώ ιδρύθηκε ναός αφιερωμένος στη Φαρυγεία Ήρα, όπως με το ναό της Φαρυγείας στο Άργος Μάλιστα (οι κάτοικοι) λένε ότι είναι άποικοι των Αργείων».

Η γλωσσολογική μετάλλαξη – διερεύνηση της λέξης «αργεία» σε «Φαρυγεία» έχει δυσνόητη εξήγηση και παραλείπεται. Μέχρι τις μέρες μας η θέση της αρχαίας Φαρυγείας δεν έχει εντοπισθεί με σιγουριά, ώστε οι χρονολογήσεις που ενδιαφέρουν να είναι απόλυτα ακριβείς.

[20] Ο Ορέστης συστήνεται στην αδελφή του Ηλέκτρα και αυτή τον αναγνωρίζει. Από μικρή παιδούλα τον περίμενε να γυρίσει στο παλάτι και να εκδικηθεί τους δολοφόνους του πατέρα τους. Στα χρόνια του Σοφοκλή (496-406 π.Χ.) το ένδοξο όνομα της «πολύχρυσης Μυκήνης» μισοξεχάστηκε. Οι ποιητές της εποχής αναγνώριζαν ως Αργείους ακόμα και γνήσια τέκνα των Μυκηνών. Το Άργος του 5ου π.Χ. αι. ήταν μια αναγνωρισμένη από όλους τους Έλληνες ισχυρή δωρική πόλη με μεγάλη επικράτεια, σε αντίθεση με τις Μυκήνες που αποτελούσαν μικρή κώμη.

[21] Ιλιάς I 243.

 

Ενδεικτική βιβλιογραφία


 

Α’ Ελληνική

  • Δορμπαράκης Π., «Λεξικό Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας», Αθήναι 1971.
  • Ελευθεριάδης Ν. Π., «Η Πελασγική Ελλάς», Αθήναι 1931.
  • Κακριδής I., «Ελληνική Μυθολογία», Τόμοι II, III, IV Αθήνα 1986.
  • Κιουπκκλής Κ., «Οι Δωριείς, οι Πελασγοί Αρκάδες, ο Ηρόδοτος», Περιοδικό Ιστορία. Απρίλιος 1973.
  • Μπαμπινιώτης Γ., «Λεξικό Ν. Ελληνικής Γλώσσας», Αθήνα 1997.
  • Μυλωνάς Γ., «Η Νεολιθική Εποχή εν Ελλάδι», Αθήναι 1928.
  • Συριόπουλος Κ. Θ., «Η Προϊστορία της Πελοποννήσου», Αθήναι 1964.
  • Συριόπουλος Κ. Θ., «Οι Μεταβατικοί Χρόνοι από τη Μυκηναϊκή εις την Αρχαϊκή Περίοδο», Αθήναι 1983.
  • Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία (52 τόμοι), Εκδ. ΠΑΠΥΡΟΣ, Αθήνα 1995.
  • Liddel Η. – Scott R., «Μέγα λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης», Αθήναι 1970.

 

 ΒΞένη

 

  • Allen T.W., «Argos in Homer», G. Q 1909 81-90.
  • Caskey J. L., «The early Helladic Period in the Argolid», Hesperia 26. 1960.
  • Cooldstream J. N., «Geometric Greece», London 1977.
  • Crossland R. A., «Immigrants from the North», Cambridge 1967.
  • Desporough V. R., «The last Mycenaeans and their Successors», Oxford 1964.
  • Georgiev P., «Greek Indoeuropeans Toponyms with Greek Origin», Oxford 1972.
  • Gimbutas M., «The beginning of the Bronze Age in Europe and the Indoeuropeans», (3500-2500 b.C.) Ox­ford 1973,
  • Hall H., «The Civilization of Greece in the Bronze Age», London 1928.
  • Huxley G., «Argos et les Derniers Temenides», Paris 1958.
  • Hoffmann J. B., «Ετυμολογικό Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας», Αθήναι 1970.
  • Kelly Th., «A History of Argos to 500 b.C.», University of Minneapolis 1976.
  • Lichinson O., «The origins of the Mycenaean Civilization», Coteborg 1977.
  • Myres J. L., «Who were the Greeks», Berkeley 1930.
  • Musti D., «Le Origin! dei Greci Dorie Modo Egeo», Roma 1985.
  • Sakellariou M.,
  1. «Dialectes et Ethne Grecs a l’ Age du Bronze», Thessalonica 1973.
  2. «Pelasqes et Autres Peuples Indo – Europeens en Grece a l’ Age du Bronze», Thessalonika 1975.
  3. « Peuples Prehelleniques d’ Origine Inoeuropeanne » Athens 1977
  • Tomlinson F. A., «Argos and the Argolid», London 1972.
  • Van Windekens A. J., «Le pelasqique», Amsterdam 1952.
  • Zerner K., «The Beginning of the Middle Helladic Period at Lerna», N. Carolina 1978.

 

Απόστολος Β. Χατζηστέρης

 Άργος, Ιούνιος 2004

Αργειακή Γη, Επιστημονική και λογοτεχνική έκδοση του Πνευματικού Κέντρου Δήμου Άργους, τεύχος 2, Δεκέμβριος, 2004.

 

Διαβάστε ακόμη:

«Λυρική» Αντιγόνη: Αρχαία λύρα, χορός και ο λόγος του Σοφοκλή στην Αίθουσα «Μέγας Αλέξανδρος» στο Άργος

$
0
0

«Λυρική» Αντιγόνη: Αρχαία λύρα, χορός και ο λόγος του Σοφοκλή στην Αίθουσα «Μέγας Αλέξανδρος» στο Άργος


 

Αντιγόνη, λάδι σε καμβά, έργου του Frederic Leighton, 1882, ιδιωτική συλλογή.

Η κορυφαία τραγωδία του Σοφοκλή «Αντιγόνη», με μια λυρική ματιά και με τη συνοδεία αρχαίας λύρας θα παρουσιαστεί το Σάββατο 10 Μαρτίου στις 8:30  το βράδυ στην Αίθουσα «Μέγας Αλέξανδρος» στο Άργος.

Το μουσικό τοπίο για το λόγο του Σοφοκλή θα αποτελέσει η αρχαία ελληνική λύρα, ένα μουσικό όργανο που σιώπησε για 1.600 χρόνια και αναβιώνει στα χέρια του συνθέτη, Νίκου Ξανθούλη.

Ο Νίκος Ξανθούλης, επιστημονικός συνεργάτης της Ακαδημίας Αθηνών, καλλιτεχνικός σύμβουλος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και αντεπιστέλλον μέλος του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Αμερικής, έχει αποσπάσει δύο φορές τη διάκριση «Kress Lectureship» για την έρευνά του στην αρχαία ελληνική μουσική. Τα τελευταία πέντε χρόνια έχει αφιερωθεί στη μελέτη της αρχαίας ελληνικής λύρας, για την οποία έγραψε το πρώτο σολιστικό έργο έπειτα από 1.600 χρόνια σιωπής, το «Κοντσέρτο για αρχαία λύρα και συμφωνική ορχήστρα» που παρουσίασε το 2015 στην Πολωνία και το Βερολίνο.

Στην παράσταση της «Λυρικής Αντιγόνης» ο Νίκος Ξανθούλης έχει γράψει τη μουσική, συνοδεύει με την αρχαία λύρα του τα χορικά και τους μονολόγους, τραγουδάει και ερμηνεύει τους ρόλους του φύλακα, του Αίμονα και του αγγέλου. Τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Νικόλας Ταρατόρης, ο οποίος ενσαρκώνει και το ρόλο του Κρέοντα.

Η «Λυρική Αντιγόνη» θα παρουσιαστεί σε μορφή αναλογίου.

Την Αντιγόνη υποδύεται η Δώρα Γιαννίτση, που το 2014 βραβεύτηκε με το πρώτο βραβείο γυναικείου ρόλου «Romashka» του θεάτρου «Luna «Theater»» για την ερμηνεία της στο ρόλο της Αντιγόνης στη Μόσχα.

Επίσης, η χορεύτρια που ειδικεύθηκε στον αρχαίο χορό, Θάλεια- Μαρί Παπαδοπούλου, χορεύει, τραγουδάει και ερμηνεύει την Ισμήνη. Η μετάφραση είναι του Ανδρέα Χ. Ζούλα. Τέλος, την παράσταση συμπληρώνει προβολή βίντεο και σλάιντς, δημιουργώντας ένα αποτέλεσμα τόσο κλασικό όσο και μοντέρνο, λιτό όσο και περίπλοκο.

Την εκδήλωση διοργανώνουν, ο Δήμος Άργους Μυκηνών και η Κοινωφελής Επιχείρηση Δήμου Άργους Μυκηνών.

 

Μετά – Στοιχεία για το 2017 | 20ο Φεστιβάλ ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης

$
0
0

Μετά – Στοιχεία για το 2017 | 20ο  Φεστιβάλ ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης


 

Το ντοκιμαντέρ του Αργολιδέα σκηνοθέτη Γιώργου Χρ. Ζέρβα, «Μετά – Στοιχεία για το 2017» προβάλλεται στην αίθουσα «Φρίντα Λίαππα», το Σάββατο 10 στις 18:00 και την Κυριακή 11 Μαρτίου στις  15:30, στα πλαίσια του 20ου Φεστιβάλ ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.

Μετά το σοκ των μνημονίων διαφαίνεται πως η ελληνική κοινωνία επιχειρεί να ξεπεράσει τον παλιό εαυτό της. Αναστοχάζεται το παρελθόν προσβλέποντας σε μια νέα πνευματικότητα της καθημερινής ζωής όπου η αλληλεγγύη παίζει καθοριστικό ρόλο. Ο ένας ψάχνει τον άλλο για να πάρει και να δώσει όσα ξέρει και μπορεί, για να ανοιχτεί συνεργατικά σε καινούρια εργασιακά εγχειρήματα, για να συνταξιδέψει φιλικά, ερωτικά… Με βάση τις ραδιοφωνικές διαδικτυακές εκπομπές ενός δικτύου αλληλεγγύης ανοιγόμαστε σε χαρακτηριστικά πρόσωπα, πράξεις, γεγονότα του 2017.

 

Afterwards – data for 2017

 

[…] Τι σχέση έχουν μια ναυαγοσώστρια που μαθαίνει κολύμπι στους πρόσφυγες, δυο τυφλοί που επικοινωνούν με τη γλυπτική στο Φάρο τυφλών, το στήσιμο του πρωτοσέλιδου μιας μεγάλης συνεταιριστικής εφημερίδας, ένας Σύρος ψάλτης – μουσικός, μια κογκολέζικη γιορτή στη Λέσβο, μια αγγελία αναζήτησης συντρόφου…; Αυτά, μαζί με αρκετά άλλα, αποτελούν τις ψηφίδες του μωσαϊκού μιας εκδοχής της σημερινής ελληνικής κοινωνίας όπου κυριαρχεί η αλληλεγγύη, η ανάγκη ανάπτυξης της συνεργασίας, ο αναστοχασμός της ζωής μας με τη διεκδίκηση μιας πιο πνευματικής καθημερινότητας. Όμως παράλληλα διαφαίνεται και η μοναξιά των ανθρώπων που εναγώνια αναζητούν σύντροφο ή φίλο καθώς φαντασιώνονται το αλλού. Ένας ολόκληρος κόσμος που παλεύει να κοιτάξει μπροστά…

 

 

Σκηνοθεσία: Γιώργος Χρ. Ζέρβας

Σενάριο: Γιώργος Χρ. Ζέρβας, Βαγγέλης Παπαδάκης

Διεύθυνση φωτογραφίας: Γιάννης Παναγιωτάκης

Μοντάζ: Γιώργος Χρ. Ζέρβας, Γιώργος Παυλούδης

Ήχος: Γιώργος Πόταγας, Νίκος Κεφαλογιάννης

Μουσική: Κωνσταντίνος Τσιώλης

Παραγωγή: Γιώργος Ζέρβας Film Productions

Συμπαραγωγή: Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου

Χώρα Παραγωγής: Ελλάδα

Έτος Παραγωγής: 2018

Διάρκεια: 82′

 

Διαχείριση εντάσεων στις σχέσεις Ελλάδας- Τουρκιάς

$
0
0

Διαχείριση εντάσεων στις σχέσεις Ελλάδας- Τουρκιάς – «Απάντηση» με ψυχραιμία, μετριοπάθεια και νηφαλιότητα: Το «κλειδί» σταθερότητας


 

«Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Φιλοξενούμε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα» άρθρο του Δρ. Στέλιου Αλειφαντή, διευθυντή του Κέντρου Ανάλυσης Διεθνών Συγκρούσεων, γραμμένο το 2009  αλλά (δυστυχώς) πάντα επίκαιρο με θέμα:

«Διαχείριση εντάσεων στις σχέσεις Ελλάδας- Τουρκιάς – «Απάντηση» με ψυχραιμία, μετριοπάθεια και νηφαλιότητα: Το «κλειδί» σταθερότητας».

 

Η πολιτική των εντάσεων που ακολουθεί συστηματικά η Τουρκία για την επίτευξη των στόχων της αντιμετωπίζεται από την Ελλάδα στο πλαίσιο μιας πολιτικής αντιδράσεων απέναντι στις συγκεκριμένες προκλήσεις.

Φυσικά το «πολιτικό μήνυμα» συγκεκριμένων διεκδικήσεων που «μεταφέρουν» οι τουρκικές προκλήσεις είναι εύγλωττο, όπως άλλωστε και η γενικότερη στρατηγική επιλογή τους, που είναι η ανατροπή του status quo στο Αιγαίο, όπως αυτό καλύπτεται από τις διεθνείς συνθήκες και το διεθνές δίκαιο. Τόσο η διάγνωση της γενικής στρατηγικής επιδίωξης όσο και η ανάσχεση (διπλωματική και επιχειρησιακή) των επιμέρους τουρκικών προκλήσεων της εκάστοτε…συγκυρίας θα εξακολουθήσει να είναι ατελέσφορη για δύο συγκεκριμένους λόγους.

Ο πρώτος αφορά την ουσιαστική διάκριση ανάμεσα στη διαχείριση των εντάσεων και στη διαχείριση των κρίσεων.

Ο δεύτερος έχει σχέση με τη διακρίβωση του ρόλου της πρόκλησης εντάσεων ως εκδήλωσης συγκεκριμένης και οροθετημένης πολιτικής στρατηγικής.

Επομένως απουσιάζει από τους ελληνικούς προβληματισμούς ένας ενδιάμεσος «χώρος σχεδίασης και δράσης» ανάμεσα στο ευρύτερο στρατηγικό επίπεδο και στην τακτική αντιμετώπιση της συγκυρίας. Σε αυτόν τον ενδιάμεσο χώρο αναφοράς η πρόκληση εντάσεων δεν είναι υιοθέτηση μιας διαρκούς πρακτικής για την προώθηση του στρατηγικού στόχου της ανατροπής του status quo στο Αιγαίο ούτε ασύνδετες προκλήσεις για τη διατήρηση της πίεσης στην Ελλάδα και της εκπλήρωσης των κάθε φορά επιμέρους διπλωματικών στόχων της Άγκυρας.

Η πρόκληση εντάσεων, τα ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά τους, συνδέονται με την προσπάθεια υλοποίησης συγκεκριμένης και οροθετημένης πολιτικής στρατηγικής, που επιμερίζεται σε διακριτές επιδιώξεις και έχει εύρος χρόνου. Χωρίς να διακρίνουμε τη διαχείριση των εντάσεων και τη διαχείριση των κρίσεων, είναι εξαιρετικά δύσκολο να εστιάσουμε στη διαμόρφωση σταθεροποιητικών πολιτικών των διμερών σχέσεων με τη γειτονική Τουρκία που θα έχουν μια συνεπή και συνεκτική ελληνική πολιτική αποκλιμάκωσης των εντάσεων. Αν δεν ενταχθεί η πρόκληση εντάσεων στην εκάστοτε πολιτική στρατηγική της άλλης πλευράς, το αποτέλεσμα θα είναι η ανακολουθία επιδιώξεων και μέσων στην αντιμετώπιση των προκλήσεων, που θα οδηγεί είτε σε ανοχή και ενθάρρυνση των προκλήσεων είτε σε ατελέσφορες και επικίνδυνες κλιμακώσεις. Η αναγωγή της πολιτικής στρατηγικής, είτε στους διπλωματικούς ή στρατιωτικούς τακτικισμούς είτε στις γενικότητες στρατηγικού επεκτατισμού, δημιουργεί περισσότερη σύγχυση στην αντιμετώπιση των προκλήσεων.

Παράλληλα, η ατελέσφορη διαχείριση των προκλήσεων και πολύ περισσότερο η διεύρυνση των ποιοτικών χαρακτηριστικών των εντάσεων, η πρόκληση ελεγχομένων κρίσεων και η τυχόν διπλωματική ενίσχυση των διεκδικήσεων της άλλης πλευράς έχει ως αποτέλεσμα η σύγχυση να δημιουργείται σε ορισμένους πολιτικούς κύκλους σχετικά με το περιεχόμενο της ελληνικής εθνικής στρατηγικής. Η διαχείριση των εντάσεων απαιτεί ψυχραιμία και μετριοπάθεια, βασίζεται όμως σε νηφαλιότητα και επεξεργασμένες αντιλήψεις που κατανοούν σε βάθος τις προκλήσεις της συγκυρίας και τη συνδέουν με την εκάστοτε πολιτική στρατηγική και τους ευρύτερους στρατηγικούς στόχους της άλλης πλευράς για την ανατροπή του statusquo στο Αιγαίο.

 

Κίνδυνος θερμού επεισοδίου

 

Ελλάδα- Τουρκιά

Η έξαρση των τουρκικών προκλήσεων στο Αιγαίο ενέχει πλέον τον σοβαρό κίνδυνο διολίσθησης σε «επεισόδια» που δύναται να επιδεινώσουν τις σχέσεις Ελλάδος – Τουρκίας. Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις στον κρίσιμο τομέα της εθνικής ασφάλειας βρίσκονται αρκετά χρόνια τώρα σε οριακό επίπεδο και ο μοναδικός λόγος που δεν έχουν διολισθήσει σε «συγκρουσιακές καταστάσεις» είναι η αυτοσυγκράτηση που συστηματικά επιδεικνύει η ελληνική πλευρά σε διπλωματικό και επιχειρησιακό επίπεδο.

Η Αθήνα αποφεύγει συστηματικά να ανεβάσει τους τόνους στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και έχει επιδείξει μια πρακτική που αγγίζει τα όρια της «ανοχής» σε διπλωματικό και επιχειρησιακό επίπεδο. Στο πρώτο επίπεδο, βεβαίως, το υπουργείο Εξωτερικών προβαίνει, κάθε φορά, σε διαφόρων τύπων διαβήματα προς την Άγκυρα και προς διεθνείς παράγοντες, υπογραμμίζοντας την ανησυχία της Ελλάδας για τις τουρκικές επιλογές. Αποφεύγει όμως συστηματικά να υπογραμμίσει διεθνώς αυτό για το οποίο υπάρχει καθολική συναίνεση κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, ότι δηλαδή υφίσταται τουρκική στρατιωτική απειλή κατά της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας και σοβαρός κίνδυνος διεθνούς κρίσης λόγω των τουρκικών στρατιωτικών προκλήσεων. Σε επιχειρησιακό επίπεδο, επίσης, η αυτοσυγκράτηση περιορίζεται στην ανάσχεση μόνο των εξαιρετικά προκλητικών ενεργειών, η οποία – για παράδειγμα – εκφράζεται με την υιοθέτηση μιας πρακτικής των λεγομένων «επιλεκτικών αναχαιτίσεων» στις περιπτώσεις παραβιάσεων του εθνικού εναέριου χώρου και παραβάσεων του FIR Αθηνών.

Οι ελληνικές αντιδράσεις στην πρόσφατη έξαρση των τουρκικών προκλήσεων φαίνεται να έχουν προβληματίσει έντονα την Αθήνα για το κατά πόσο παραγωγικοί αποδεικνύονται οι μέχρι σήμερα χειρισμοί απέναντι στη συστηματική τουρκική πρακτική στο Αιγαίο. Η διπλωματική «γλώσσα» που χρησιμοποιείται στο όνομα της «μη όξυνσης» του διμερούς πολιτικού κλίματος ενδέχεται διεθνώς να υποβαθμίζει τον αποσταθεροποιητικό ρόλο, σε βάρος της ελληνικής ασφάλειας, των τουρκικών ενεργειών σε μια «συνήθη» αλλά πάντως ελεγχόμενη κατάσταση με «τεχνικά» κατά βάση χαρακτηριστικά ρουτίνας.

Παράλληλα, οι επιχειρησιακές επιλογές ενδεχομένως να συνδράμουν στην «παγίωση» μιας απρόσκοπτης και χωρίς ρίσκο στρατιωτικής δραστηριότητας εμπεδώνοντας στην άλλη πλευρά φρόνημα αυτοπεποίθησης και «ελευθερίας κινήσεων» ακόμη και στο επίπεδο του ένστολου προσωπικού και δημιουργώντας την εντύπωση στους διεθνείς παράγοντες ότι η αποκλιμάκωση των εντάσεων στο Αιγαίο εξυπηρετείται πρωτίστως από την ελληνική αντίδραση παρά από τον περιορισμό και την άρση των στρατιωτικών προκλήσεων της άλλης πλευράς. Οι προβληματισμοί αυτοί έχουν αναδείξει για άλλη μια φορά την ανάγκη μιας συνεκτικής, ευέλικτης και αποτελεσματικής στρατηγικής διαχείρισης των εντάσεων στην κατεύθυνση της διαφύλαξης της σταθερότητας της εθνικής ασφάλειας και των διμερών σχέσεων.

Η κυβερνητική αυτή επιλογή της «αυτοσυγκράτησης» στους χειρισμούς εδράζεται στη θεώρηση ότι η πορεία των ευρωτουρκικών σχέσεων ως ενταξιακή διαδικασία είναι πολυσύνθετη και μακροπρόθεσμη. Θεωρείται όμως ότι η διαδικασία αυτή έχει ως θεμελιακό χαρακτηριστικό το ότι μετασχηματίζει την τουρκική πραγματικότητα και επομένως ενισχύει τη βαθμιαία εγκατάλειψη των τουρκικών αναχρονιστικών εδαφικών διεκδικήσεων στο Αιγαίο υπέρ μιας γνήσιας εταιρικής σχέσης δύο μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Αθήνα δεν αναμένει ότι η διαδικασία αυτή θα είναι αυτόματη και ευθύγραμμη και ότι δεν θα διακρίνεται από έλλειψη εμποδίων και πισωγυρίσματα.

Ωστόσο η Ελλάδα εύλογα αναμένει να υπάρχει μια ύφεση στις τουρκικές πρακτικές και μια ενίσχυση της συνεργασίας, έστω και στο επίπεδο των Μέτρων Μείωσης της Έντασης (ΜΜΕ) ή των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ). Στους τομείς αυτούς, το διμερές θεσμικό πλαίσιο για την υλοποίηση των δεσμεύσεων που έχουν αναλάβει οι δύο πλευρές βάζοντας την υπογραφή τους σε επίσημες συμφωνίες είτε για ΜΟΕ είτε για ΜΜΕ υφίσταται εδώ και χρόνια, ωστόσο η Άγκυρα συστηματικά δεν το εφαρμόζει. Αντίθετα, ιδιαίτερα μετά το 2004, στην Αθήνα φαίνεται να εμπεδώνεται η εκτίμηση ότι η Άγκυρα αντιλαμβάνεται την ενταξιακή πορεία της επιλεκτικά. Επιχειρεί συστηματικά να αποσυνδέσει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις από την πορεία των ευρωτουρκικών διαπραγματεύσεων.

 

Το μετέωρο βήμα της Άγκυρας

 

Η Τουρκία αποσκοπεί να μετατρέψει τα συλλογικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ρόλο «αντικειμενικού» επιδιαιτητή των λεγόμενων «διαφορών» μεταξύ της Τουρκίας, ενός υποψήφιου μέλους και της Ελλάδας, ενός κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε κυρίαρχους πολιτικά κύκλους της Άγκυρας φαίνεται ότι υπάρχει η αντίληψη άλλο Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλο Ελλάδα ή Κυπριακή Δημοκρατία. Πρόκειται για μία αντίληψη που κατανοεί την Ευρωπαϊκή Ένωση όχι ως διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης αλλά ως έναν «διεθνή οργανισμό», όπως το ΝΑΤΟ, το Συμβούλιο της Ευρώπης, ο ΟΟΣΑ κ.ά.

Η αντίληψη αυτή δεν είναι μόνο ορατή σε ζητήματα ασφάλειας, όπως αυτά που αντιμετωπίζουν η Ελλάδα και η Κύπρος, αλλά και σε κρίσιμα θέματα τουρκικής εσωτερικής πολιτικής όπως ο ρόλος του στρατού στο πολιτικό σύστημα της χώρας, ο εκδημοκρατισμός, οι παρακρατικοί μηχανισμοί, τα μειονοτικά, αλλά και προβλήματα που στην περίπτωση της γειτονικής χώρας αφορούν πολλά εκατομμύρια πολιτών διαφορετικών εθνοτήτων (Κούρδοι, Τσερκέζοι, Αλεβίτες, κ.ά.), τα ανθρώπινα δικαιώματα, η λειτουργία της Δικαιοσύνης κ.λπ.

Σημαντικό τμήμα της κυρίαρχης πολιτικής ελίτ της Τουρκίας δείχνει να παραγνωρίζει ότι η τουρκική ένταξη είναι «πράξη προσχώρησης» στην Ε.Ε. με μοναδική παραχώρηση ορισμένες μεταβατικές διατάξεις. Επομένως, ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της Τουρκίας οφείλει να εμπεριέχει κρίσιμα ποιοτικά χαρακτηριστικά, που να συνδέονται με ενοποιητικές διαδικασίες και να επιβάλλουν καθοριστικές μεταβολές στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική της με κριτήριο το σύνθετο και πολυδιάστατο πλέγμα πολιτικών αντιλήψεων, θεσμικών μεταβολών και πρακτικών ρυθμίσεων, που έχει αποκληθεί «κοινοτικό κεκτημένο». Η ενσωμάτωση του κοινοτικού κεκτημένου στο νομικό και πολιτειακό σύστημα της Τουρκίας συναντά εδώ και καιρό σημαντικές αντιστάσεις, και εναπόκειται στην πολιτική βούληση της πολιτικής ελίτ και του εκλογικού σώματος της Τουρκίας να ξεπεραστούν.

Οι ευρωπαϊστές της Τουρκίας χρειάζονται την Ελλάδα αλλά και την Κύπρο προκειμένου να κρατήσουν ανοικτή την ενταξιακή προοπτική της χώρας τους, αλλά αυτοί δεν είναι σήμερα η κυρίαρχη δύναμη στο πολιτικό σκηνικό της γείτονος. Το περιχαρακωμένο «βαθύ κράτος» της Τουρκίας και οι πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις που συντηρούνται από αυτό όχι μόνο δεν έχουν ανάγκη την Ελλάδα αλλά θα προτιμούσαν μια ευρωπαϊκή ενταξιακή πορεία που δεν θα έθιγε τη θέση και τις επιδιώξεις τους. Επομένως, αυτές οι δυνάμεις επιμένουν να αντιλαμβάνονται την Ευρωπαϊκή Ένωση όχι ως διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης αλλά ως έναν «διεθνή οργανισμό» και να διεξάγουν ένα «ανατολίτικο παζάρι» προκειμένου να διατηρήσουν τον ρόλο τους στα τουρκικά πράγματα εκσυγχρονίζοντας τη λειτουργία τους, στον βαθμό που τούτο είναι εφικτό ώστε αυτή η λειτουργία να προσαρμοστεί στις συνθήκες είτε πλήρους ένταξης της Τουρκίας είτε μιας «ειδικής εταιρικής σχέσης» με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Μια τέτοια τουρκική δυνατότητα διερευνάται συστηματικά στην περίπτωση εφαρμογής των συμβατικών δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η Άγκυρα απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση με βάση το Πρωτόκολλο της Τελωνειακής Ένωσης. Η άρνηση εφαρμογής του αναφορικά με ένα μόνο κράτος  – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την Κυπριακή Δημοκρατία, αποτελεί για την Άγκυρα «πρακτική-πιλότο» που θα κρίνει τον ρεαλισμό αυτής της τουρκικής επιλογής να διασπάσει την κοινοτική συνοχή μεταξύ των μελών ακόμη και στο πεδίο των συμβατικών δεσμεύσεων. Μέχρι στιγμής όλα δείχνουν ότι τα θεσμικά περιθώρια ευελιξίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης να «αναβληθεί» η οριστική συμμόρφωση της Τουρκίας στις συμβατικές υποχρεώσεις της εξαντλούνται ολοένα και περισσότερο. Στο ζήτημα αυτό, για την κυρίαρχη τουρκική στρατιωτικοπολιτική ελίτ πλησιάζει η «ώρα της αλήθειας» και πιθανόν να συνιστά μια σοβαρή ένδειξη ότι οι εσωτερικές συνθήκες στην Τουρκία δεν ευνοούν την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η πολιτική της έντασης στο Αιγαίο, ακόμη και στη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής το 2004, όπου η τοποθέτηση της Ελλάδος θα έκρινε αν θα δοθεί στην Τουρκία το καθεστώς της υποψήφιας προς ένταξη χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δημιούργησε σοβαρούς προβληματισμούς στην ελληνική κυβέρνηση. Η κατάσταση αυτή όμως δεν στάθηκε ικανή να αμφισβητήσει τη στρατηγική επιλογή του 1999 να συνδεθούν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις με την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, έστω και σε μεσοπρόθεσμη προοπτική μετά την κυβερνητική επιλογή της εγκατάλειψης της βραχυπρόθεσμης επιλογής για την κοινοτική θέσπιση ενός «οδικού χάρτη» (roadmap) προόδου των διμερών σχέσεων και των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Τόσο η στρατηγική επιλογή του Ελσίνκι (1999) όσο και η συνακόλουθη διαχείριση των ευρωτουρκικών σχέσεων αποτέλεσε αντικείμενο έντονων προβληματισμών της ελληνικής πολιτικής ελίτ. Οι κυβερνήσεις Κώστα Καραμανλή συνέχισαν σταθερά να στηρίζουν την πολιτική του Ελσίνκι (1999) αναπτύσσοντας τη διμερή συνεργασία με την Τουρκία σε κάθε τομέα όπου υπήρχε γόνιμο έδαφος, όπως η στρατηγική συνεργασία στον τομέα των αγωγών ενέργειας.

Σε διπλωματικό επίπεδο, η ανάπτυξη προσωπικών σχέσεων Καραμανλή – Ερντογάν άνοιξε ένα κανάλι άμεσης επικοινωνίας ανάμεσα στους δύο ηγέτες, χωρίς ωστόσο, πέραν της αρχικής ευφορίας της επίσημης επίσκεψης του Τούρκου πρωθυπουργού στην Αθήνα, να αποδώσει καρπούς σε ό,τι αφορά τη μείωση των τουρκικών προκλήσεων στο Αιγαίο. Αντίθετα, η όποια διακύμανση στην έξαρση των εντάσεων φαίνεται ότι υπαγορεύθηκε από εκτιμήσεις και σχεδιασμούς του τουρκικού διπλωματικοστρατιωτικού κατεστημένου ως χειρισμοί της εκάστοτε συγκυρίας των ελληνοτουρκικών σχέσεων, που αποσκοπούν στην κατοχύρωση των τουρκικών διεκδικήσεων και στην αποσύνδεση των διμερών σχέσεων από τις ευρωτουρκικές σχέσεις.

Παράλληλες εντατικές προσπάθειες της Άγκυρας σε διεθνείς οργανισμούς (όπως για παράδειγμα ο ICAO ή ΙΜΟ) να φθείρουν τις ελληνικές δικαιοδοσίες, η δραστηριότητα του τουρκικού προξενείου στην Δυτική Θράκη αλλά κυρίως η κατά καιρούς εξαιρετικά προκλητικές παραβιάσεις και παραβάσεις στο Αιγαίο, ακόμη και σε περιόδους διμερών επαφών (π.χ. επίσκεψη Μολυβιάτη στην Άγκυρα) ή δραστηριοτήτων υψηλών προσώπων (όπως του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Κ. Παπούλια στο Αγαθονήσι) που ενέχουν τον χαρακτήρα προσωπικής αποδυνάμωσής τους, δημιουργούν την εντύπωση ότι ο κύκλος της «μετα-Ελσίνκι εποχής» κλείνει, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά διπλωματικούς και επιχειρησιακούς χειρισμούς στα ζητήματα εθνικής ασφάλειας.

 

Η διαχείριση των εντάσεων

 

Η ελληνική διπλωματία κινδυνεύει να υπερκερασθεί από την τουρκική αν η Αθήνα υποτιμήσει τον στρατηγικό ορίζοντα που διέπει την τουρκική διπλωματική τακτική. Η τουρκική στρατηγική πρόκληση δεν μπορεί να απαντηθεί παρά μόνο με ανάλογες ελληνικές στρατηγικές επιλογές. Από τη σκοπιά της Άγκυρας, η τουρκική πρακτική δεν συνιστά μεταβολή. Αντίθετα συνιστά «συνήθη» πρακτική, καθώς η Τουρκία εμφανίζεται να είναι συνεπής στην πολιτική στρατηγική της και στους διπλωματικούς και στρατιωτικούς χειρισμούς που την υλοποιούν. Η άσκηση στρατιωτικής πίεσης στο Αιγαίο εναντίον της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας εξακολουθεί να είναι μία σταθερά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η διακηρυγμένη τουρκική επιδίωξη της αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας και των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων συνεχίζει να έχει σημαντικές επιπτώσεις.

Σε διεθνές επίπεδο παγιώνει μια θεώρηση του ζητήματος όχι ως τουρκική διεκδίκηση αλλά ως ύπαρξη μιας «γκρίζας ζώνης» σε ό,τι αφορά ελληνική κυριαρχία. Σε διπλωματικό επίπεδο επιχειρεί να ακυρώσει ή να φθείρει τις ελληνικές θέσεις. Για παράδειγμα, στην περίπτωση εφαρμογής του Πρωτοκόλλου Τελωνειακής Ένωσης Ε.Ε. – Τουρκίας, όταν ο μεταρρυθμιστής Ταγίπ Ερντογάν δηλώνει ότι «αν είναι να διακοπούν οι διαπραγματεύσεις με την Ε.Ε., επειδή δεν υποχωρούμε στο θέμα του πρόσθετου πρωτοκόλλου, ας διακοπούν», ουσιαστικά πιέζει διπλωματικά τους Ευρωπαίους εταίρους προς μία κατεύθυνση αντίθετη με τις ελληνικές επιδιώξεις και, εφόσον δεν υπάρχει κατάλληλη ελληνική απόκριση προς τους εταίρους μας, η πίεση θα μεταφέρεται πάντοτε στην ελληνική πλευρά.

Κινδυνεύει να ανακοπεί άμεσα ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της Τουρκίας και μάλιστα λόγω του Πρωτοκόλλου Τελωνειακής Ένωσης; Κανείς έγκυρος αναλυτής στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό δεν ισχυρίζεται κάτι τέτοιο, παρά τις αναμφισβήτητες δυσκολίες να υπάρξει αλλαγή πλεύσης του τουρκικού καθεστώτος ή του Ερντογάν να το επιβάλει. Αλλά πάλι, αν η Τουρκία δεν μπορεί να μετασχηματιστεί για την αποδοχή του κοινοτικού κεκτημένου, τότε ποιο είναι το ζητούμενο της ενταξιακής πορείας της τόσο για την Ευρωπαϊκή Ένωση όσο, ειδικότερα, και για το ελληνικό πρόβλημα ασφάλειας; Πέραν όμως αυτών, στην ελληνική εσωτερική πολιτική προσπαθεί να ευνοήσει το «άνοιγμα» μιας διαδικασίας αναθεώρησης της μετά το 1974 εθνικής στρατηγικής στην κατεύθυνση «συμβιβαστικών» λύσεων που βασίζονται στην παραχώρηση ελληνικής κυριαρχίας.

Με άλλα λόγια, στο εσωτερικό πολιτικό πλαίσιο η Άγκυρα κινείται προς μια εντελώς αντίστροφη κατεύθυνση επηρεασμού των εξελίξεων από αυτήν που η Ελλάδα επιχειρεί στις εσωτερικές εξελίξεις της Τουρκίας, μέσω της στήριξης που παρέχει στην τουρκική υποψηφιότητα για ένταξη στην Ε.Ε., θεωρούμενης ως διαδικασία «ευρωπαϊκού μετασχηματισμού» της Τουρκίας και, άρα, μεσοπρόθεσμα, άρσης των τουρκικών εδαφικών διεκδικήσεων.

Έχουν συσσωρευθεί σημαντικές ενδείξεις ότι η ελληνική πολιτική στρατηγική κινδυνεύει να υπερκερασθεί από την τουρκική, ακριβώς επειδή βασίζεται σε όρους και προϋποθέσεις που οδηγούνται σε εξάντληση. Αυτό δεν σημαίνει ότι η ελληνική εθνική στρατηγική οφείλει να αναθεωρηθεί, όπως ορισμένοι πολιτικοί κύκλοι διατείνονται.

Η εθνική στρατηγική οφείλει να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες και το όχημα αυτής της αναπροσαρμογής δεν είναι η αναθεώρηση του περιεχομένου της αλλά μια επεξεργασμένη πολιτική στρατηγική που να την υπηρετεί και να ανταποκρίνεται στις νέες συνθήκες. Από τη σκοπιά της διατύπωσης προτεραιοτήτων και πολιτικής στρατηγικής, ο προσδιορισμός των παραμέτρων αυτών συνδέεται άμεσα με την ύπαρξη της σχετικής πολιτικής βούλησης.

 

Η μετάβαση σε μία νέα στρατηγική

 

Η προώθηση της σταθερότητας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, με δεδομένες τις θέσεις των δύο πλευρών και του διεθνούς παράγοντα, είναι ζήτημα εσωτερικών και διεθνών συσχετισμών που σε τελική ανάλυση αποκρυσταλλώνουν αυτές τις θέσεις. Οι εσωτερικοί συσχετισμοί, όπως προσδιορίζονται στο ευρύτερο πολιτικό και κοινωνικό εθνικό πλαίσιό τους, καθορίζουν κυρίως τις προτεραιότητες πολιτικής και τις εσωτερικές δυνατότητες και αντοχές για την προώθησή τους. Το κύριο ζητούμενο είναι η διατύπωση μιας πολιτικής στρατηγικής που έχει τη ρεαλιστική δυνατότητα δημιουργίας πλεονεκτικών διεθνών ερεισμάτων για την επίτευξη των στόχων της και αυτό κρίνεται μόνο από τα αποτελέσματά της σε προσδιορισμένο χρονικό ορίζοντα.

Η προσπάθεια να ξεφύγει ολόκληρο το πλέγμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων σε Αιγαίο και Κύπρο από τον αναχρονισμό των εδαφικών διεκδικήσεων και της κατοχής δεν μπορεί παρά να είναι πολυδιάστατη. Να ευνοεί, να διευρύνει και να αξιοποιεί την ανάπτυξη σχέσεων εμπιστοσύνης και συνεργασίας με την Τουρκία.

Ταυτόχρονα όμως, η στήριξη της ελληνικής επιλογής να επικρατήσουν στη γειτονική χώρα πολιτικές δυνάμεις που υποστηρίζουν μια γνήσια εταιρική σχέση και την άρση των διεκδικήσεων, βασίζεται στην επιτυχή ανάσχεση και αποτροπή των τουρκικών προκλήσεων σε Αιγαίο, Δυτική Θράκη και Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό είναι το πλαίσιο που θέτει η επαρκώς διατυπωμένη εθνική στρατηγική, που αδιάλειπτα από το 1974 συνιστά το σταθερό πλαίσιο διαμόρφωσης της εκάστοτε πολιτικής στρατηγικής όλων των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων. Κυβερνήσεις που, παρά τις όποιες ατυχείς στιγμές τους, λάθη και παραλείψεις τους, παρέμειναν – άσχετα από τους λόγους – προσηλωμένες στις επιταγές της εθνικής στρατηγικής.

Επίκεντρο μιας ανανεωμένης πολιτικής στρατηγικής είναι η καθοριστική μεταβολή, με βάση πάντα το διεθνές δίκαιο, των διμερών όρων πάνω στις οποίες η Τουρκία βασίζει την πολιτική στρατηγική πρόκλησης εντάσεων στο Αιγαίο. Η ενδυνάμωση της ελληνικής παρέμβασης σε κάθε διεθνές δικαιακό θεσμικό περιβάλλον και η πρακτική στήριξή της σε επιχειρησιακό επίπεδο με κατάλληλη, ευέλικτη και στοχευμένη διαχείριση των εντάσεων, που να επιβάλλει στην άλλη πλευρά την αποκλιμάκωση των εντάσεων. Η πρόκληση εντάσεων δεν πρόκειται να σταματήσει αν οι εσωτερικές πολιτικές δυνάμεις στην Τουρκία που τις συντηρούν δεν μεταβάλουν πολιτική.

Οι προκλήσεις αυτές μπορούν, όμως, να καταστούν ατελέσφορες και αναχρονιστικές εφόσον δεν μεταβάλλουν το status quo στο Αιγαίο προς όφελος των τουρκικών διεκδικήσεων. Ωστόσο, καμιά εποικοδομητική πολιτική στρατηγική δεν μπορεί να έχει προοπτική αν δεν εδράζεται σε μια ευρύτερη θεώρηση της Τουρκίας και σε εκείνες τις εσωτερικές και διεθνείς διαστάσεις που αναιρούν την τουρκική αναθεωρητική πολιτική και την εντάσσουν σε ένα περιβάλλον σταθερότητας, αμοιβαίας ασφάλειας και εξισορρόπησης θεμιτών συμφερόντων. Παρά την πολιτική κυριαρχία των «καθεστωτικών δυνάμεων» υπάρχει μια κοινωνική και πολιτική δυναμική που διατρέχει την τουρκική κοινωνία και πολιτική στην κατεύθυνση του εκδημοκρατισμού. Οι εξελίξεις στη γείτονα χώρα, που διατρέχουν σε βάθος την τουρκική κοινωνία, οικονομία και πολιτική, διέπονται από αντιθέσεις και αντιφάσεις και συνεχίζουν, σε ορισμένες τουλάχιστον εκφάνσεις, να είναι απρόβλεπτες.

 

Στέλιος Αλειφαντής

 * Ο Δρ. Στέλιος Αλειφαντής είναι συγγραφέας πέντε βιβλίων και 70 δημοσιεύσεων, ενώ έχει συμμετάσχει σε αρκετές συλλογικές ακαδημαϊκές εκδόσεις. Το συγγραφικό έργο του καλύπτει ζητήματα που αφορούν την Διεθνή Πολιτική, την Περιφερειακή ασφάλεια, την Ελληνική Εξωτερική Πολιτική & Άμυνα, την Μελέτη Περιοχών (Area Studies), καθώς και την Διαχείριση Κρίσεων και την Επίλυση Συγκρούσεων.

Από το 1989 μέχρι σήμερα έχει διδάξει μαθήματα Διεθνών Σχέσεων και Διαχείριση Κρίσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο ως Λέκτορας και Επίκουρος Καθηγητής, ενώ στο Αιγαίο Πανεπιστήμιο ως Επίκουρος Καθηγητής και Πανεπιστήμιο Πειραιά ως Αναπληρωτής Καθηγητής (Π.Δ. 407/80).

* Οι επισημάνσεις στο κείμενο έγιναν από την Αργολική Βιβλιοθήκη

 

Ο μύθος της αρπαγής της Περσεφόνης

$
0
0

Ο μύθος της αρπαγής της Περσεφόνης


 

Ένας  από τους βασικότερους μύθους της αρχαιοελληνικής μυθολογίας, αλλά και ένας από τους πλέον αρχέγονους μύθους της ανθρωπότητας αναφέρεται στην αρπαγή της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα, το θεό του Κάτω Κόσμου. Ο μύθος της αρπαγής πρωτοεμφανίζεται στη Θεογονία του Ησιόδου, ενώ το θέμα πραγματεύεται και ο Ομηρικός Ύμνος στη Δήμητρα. Η Περσεφόνη ήταν κόρη της θεάς Δήμητρας. Πατέρας της ήταν ο Δίας [Ζεύς] και σύζυγός της ο Άδης, ο οποίος την πήρε στον κάτω κόσμο για την ομορφιά της μια μέρα που η ίδια μάζευε άνθη στην περιοχή της Νύσας συντροφιά με τις Ωκεανίδες νύμφες. Ο πατέρας της, ο Δίας, αντιμετώπισε την αρπαγή της κόρης του με χαρακτηριστική απάθεια, ενώ η μητέρα της, η Δήμητρα, την αναζήτησε απεγνωσμένα και τη ζήτησε πίσω. Η δυσφορία της Δήμητρας, στο διάστημα που αναζητούσε και δεν εύρισκε την κόρη της, έφερε στον πληθυσμό γεωργικό μαρασμό με αποτέλεσμα να κινητοποιηθεί ο Δίας, που έστειλε τον Ερμή και κατέληξε σε τελική συμφωνία με τον Πλούτωνα η Περσεφόνη να παραμένει έξι μήνες στη γη/μητέρα της και έξι μήνες στον κάτω κόσμο/Άδη.

Ο μύθος της αρπαγής πρωτοεμφανίζεται στη Θεογονία του Ησιόδου, ενώ υπήρχε μια παλαιότερη αναπαράσταση μιας θεάς, που μπορεί να ταυτισθεί με την Περσεφόνη, σε ένα διακοσμημένο πιάτο από την Παλαιο-Παλατιακή περίοδο στη Φαιστό. Ωστόσο, την αφήγηση αυτή δεν τη συναντάμε μόνο στην ελληνική μυθολογία, αλλά και οι Σουμέριοι και οι συριακοί μύθοι έχουν ένα περιστατικό αρπαγής της κόρης ή της θεάς της γονιμότητας και βλάστησης, της Ιννάνα ή Ιστάρ, που δεν ήταν άλλη από την Αστάρτη.

 

Δήμητρα και Περσεφόνη

 

H αρπαγή της Περσεφόνης, Jean Francois De Troy, 1735, λάδι σε καμβά. Stroganov Palace Museum, Leningrad, Russia.

Η Περσεφόνη ήταν κόρη της Δήμητρας και του Δία. Η Δήμητρα, κόρη του Κρόνου και της Ρέας, είναι η θεά της γονιμότητας, προστάτιδα της γεωργίας και των καλλιεργειών και γενικότερα η θεά της βλάστησης και συνήθως απεικονίζεται να κρατάει κάποιο στάχυ και σε ορισμένες περιπτώσει δάδα. Από νωρίς έγινε στόχος πολλών θεών για την ομορφιά της. Η Δήμητρα όμως ήταν απόμακρη και ακατάδεκτη και αντιστεκόταν σε κάθε φιλόδοξο, που προσπαθούσε να την αποπλανήσει. Πρώτος ο Δίας ήταν αυτός που κατάφερε με τέχνασμα να την εξαπατήσει και να σμίξει μαζί της. Ο Πατέρας των Θεών, γνωστός για τις ερωτοτροπίες του, αποφάσισε να αποπλανήσει και την απόμακρη θεά, που αδιαφορούσε για τους άντρες. Έτσι μεταμορφώθηκε σε ταύρο και σαγήνευσε τη Δήμητρα, η οποία έμεινε έγκυος. Εννιά μήνες αργότερα γεννήθηκε ένα κοριτσάκι, που ονομάστηκε Περσεφόνη. Η Δήμητρα αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στην πολύ αγαπημένη κόρη της, που όσο μεγάλωνε, μεγάλωνε και η ομορφιά της. Έγινε τόσο όμορφη που, όταν την είδε ο Πλούτωνας, θεός του Άδη, την ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα και αποφάσισε να την κλέψει.

Μια μέρα η νεαρή Περσεφόνη, κόρη της Θεάς Δήμητρας, έπαιζε και μάζευε λουλούδια παρέα με την Αθηνά, την Άρτεμη και τις Ωκεανίδες νύμφες σ’ ένα ανθισμένο λιβάδι του Νύσιου πεδίου. Η πεδιάδα αυτή ήταν μία πανέμορφη, καταπράσινη περιοχή με πλούσια βλάστηση, πάνω σε λόφο, κοντά στις Συρακούσες της Σικελίας. Το δάσος αντηχούσε χαρούμενα τραγούδια και ο ήχος από τα νερά των πηγών γινόταν ένα με τα γέλια των κοριτσιών.

Κάποια στιγμή η Περσεφόνη μαζί με μια από τις φίλες της, την Κυάνη, είδε μακριά έναν ανθισμένο λευκοκίτρινο νάρκισσο και θαμπώθηκε από τη θέα και την πανέμορφη μυρωδιά του. Αυτός ο νάρκισσος ήταν το ωραιότερο και το πιο ευωδιαστό άνθος ανάμεσα στα υπέροχα ρόδα, τους κρόκους, τους υάκινθους και τις ίριδες, που υπήρχαν στην περιοχή. «Τι όμορφος!» είπε στην Κυάνη. «Θα τον πλέξω στο στεφάνι μου!» Οι άλλες κοπέλες πλησίασαν το άνθος με χορευτικά παιχνιδίσματα μεθυσμένες από την ομορφιά της φύσης. Χωρίς δεύτερη σκέψη η Περσεφόνη άπλωσε το χέρι της για να τον κάνει δικό της [1].

Μα, αλίμονο, προτού προλάβει η Περσεφόνη να κόψει το άνθος, άνοιξε η γη! Η ομορφιά της κόρης θάμπωσε τον  Άδη (Πλούτωνα), το σκοτεινό θεό, που είχε ήδη αποφασίσει να την κάνει βασίλισσά του και την παρακολουθούσε. Ξαφνικά, λοιπόν, ακούγεται ένας δυνατός κρότος, σείεται όλη η γη και δημιουργείται ένα ρήγμα βαθύ, που έσκισε τη γη στα δυο μέχρι τα μουχλιασμένα τάρταρα του Άδη. Και μέσα από το ρήγμα εμφανίζεται ένα χρυσό άρμα, που το έσερναν αθάνατα άλογα! Οδηγός ήταν ο Πλούτωνας, που με το ένα χέρι κρατούσε τα χαλινάρια των αλόγων και με το άλλο άρπαξε την πανέμορφη κοπέλα. Ο φοβερός θεός του κάτω κόσμου με γρήγορες κινήσεις τραβάει την Περσεφόνη, παρά τις προσπάθειες της Κυάνης να την κρατήσει. Έτσι ο Πλούτων πήρε την Περσεφόνη στο χρυσό άρμα του και κίνησαν για το Βασίλειο του Κάτω Κόσμου! [2]

 

Η Αθηνά κι ο Άρης ζητάνε από τον Άδη να μην απαγάγει την Περσεφόνη. Peter Paul Rubens, μεταξύ 1636-1638, λάδι σε καμβά, Museo Nacional del Prado.

 

Στο δάσος τα γέλια των Νυμφών έγιναν θρήνοι, που με την ηχώ τους τρομάζανε τα ζώα του δάσους και διώχνανε τα πουλιά. Η Κυάνη δεν έχασε καιρό. Όσο έβλεπε τον Πλούτωνα με την Περσεφόνη να απομακρύνονται, τόσο γοργότερα έτρεχε, μην τους χάσει από τα μάτια της. Καθώς το άρμα ξεμάκραινε βιαστικά, σχημάτιζε πάνω στο χώμα ένα χάσμα. «Κουράγιο», μονολόγησε η Κυάνη. «Τουλάχιστον δε θα χάσω τ’ αχνάρια τους!». Κι όλο έτρεχε, ως που ο Πλούτωνας σχίζοντας τη γη κατέβηκε στο βασίλειό του παίρνοντας μαζί την Περσεφόνη.

Η αφοσιωμένη Κυάνη παρέμεινε έξω στο σημείο εκείνο κλαίγοντας, που δεν μπόρεσε να βοηθήσει τη φίλη της. Τα δάκρυά της κυλούσαν μέσα στο χάσμα, που είχε σχηματίσει το Άρμα του Πλούτωνα. Οι Θεοί τη λυπήθηκαν και τα μετέτρεψαν σε πηγή. Η πηγή ονομάστηκε «Κυάνη» και στη Σικελία λατρεύτηκε για πολλούς αιώνες. Ο θρυλικός Ηρακλής μάλιστα, όταν μετά τούς άθλους του επισκέφτηκε τη Σικελία, καθιέρωσε τη λατρεία της και δίδαξε στους κατοίκους πώς να τελούν λαμπρές τελετές και εορτές με θυσία στα νερά της Κυάνης. Και οι Νύμφες, για να ξεκουράσουν τον Ηρακλή από το πολύκοπο ταξίδι του, γέμισαν τη Σικελία ιαματικές πηγές.

 

Ο Πλούτωνας αρπάζει την Περσεφόνη και η Κυάνη θρηνεί. Girardon, François (εκδότης), χαλκογραφία. Λονδίνο, Βρετανικό Μουσείο.

 

Η Περσεφόνη, τη στιγμή που χανόταν στην άβυσσο πάνω στο άρμα του Πλούτωνα, έβγαλε μεγάλη κραυγή από μέσα της καλώντας τον πατέρα της Δια, το γιο του Κρόνου. Αλλά για κακή της τύχη αυτός είχε αλλού στραμμένη την προσοχή του. Κανένας θνητός δεν είδε, παρά μόνο η θεά Εκάτη άκουσε την κραυγή, αλλά δεν αναγνώρισε τον απαγωγέα, γιατί το κεφάλι του καλυπτόταν από σκιές της νύχτας [3]. Μόνο ο Ήλιος, που τα βλέπει όλα από ψηλά, είδε καλά το περιστατικό.

Ένας μικρός απόηχος όμως από την κραυγή της Περσεφόνης αντήχησε στα βουνά και από τα βάθη των ωκεανών, εξοστρακίστηκε και έφτασε μέχρι τον Όλυμπο, όπου βρίσκονταν η μητέρα της.  Η Δήμητρα την άκουσε και η αγωνία έσφιξε την καρδιά της. Τρέχει, αλλά δε βρίσκει την Περσεφόνη! Αμέσως η θεά, φανερά τρομαγμένη και γεμάτη μητρική ανησυχία, ορμάει σαν γεράκι από τα παλάτια των θεών και αρχίζει να την αναζητά σε γη και θάλασσα [4].

 

Η αρπαγή της Περσεφόνης, Niccolò dell’ Abbate.

 

Λένε πως εννιά μέρες και εννιά νύχτες, χωρίς να φάει, χωρίς να πιει, χωρίς να πλυθεί και να στολιστεί, η θεά περιπλανιόταν στον κόσμο κρατώντας δάδες στα χέρια της! Έψαχνε στη γη και τον ουρανό, διέσχιζε τα λαγκάδια και τις ρεματιές, δίπλα στις όχθες των ποταμών και των θαλασσών, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Νηστική και ανήσυχη δεν έτρωγε αμβροσία, ούτε ξεδιψούσε με νέκταρ, δε λουζόταν, δεν μιλούσε σε κανέναν και μεταμορφωμένη σε μαυροντυμένη γριά αναζητούσε την Περσεφόνη με το πένθος φανερό σε κάθε της βήμα. Τη δέκατη μέρα η Δήμητρα συναντά την Εκάτη, που είχε ακούσει τη φωνή, αλλά κι εκείνη δεν μπορούσε να της δώσει πληροφορίες και να της εξηγήσει αυτό που έγινε. Η Δήμητρα τότε, συνοδευόμενη από την Εκάτη, πήγε στο γιο του Υπερίωνα, τον Ήλιο που βλέπει τα πάντα, και τον παρεκάλεσε να την πληροφορήσει τι απέγινε η θυγατέρα της [5].

Πράγματι ο Ήλιος, που έβλεπε τα πάντα από τον ουρανό, λυπήθηκε τη θεά και της είπε πού βρισκόταν η κόρη της. Ότι ο Άδης, δηλαδή ο αδελφός της, γιος της ίδιας μάνας, άρπαξε τη κόρη της με τη συγκατάθεση του Δία. Και η Δήμητρα οργίστηκε τόσο με το Δία, ο οποίος επέτρεψε την αρπαγή της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα, και αποφάσισε να μην ξανανέβει στον ουρανό, αλλά να μείνει στη γη και να παραιτηθεί από τα θεϊκά της καθήκοντα, μέχρι που να της ξαναδώσουν την κόρη της! Από τη λύπη και την οργή της δεν άφηνε τη γη να ξανανθίσει και οι καλλιέργειες άρχισαν να μαραζώνουν. Και δεν επέστρεψε στον Όλυμπο. Μεταμορφωμένη σε γριά, για να μην την αναγνωρίσουν, πήγαινε σε πόλεις και χωριά ρωτώντας μήπως είδε κανείς την μονάκριβη κόρη της. Περπατούσε μέρα-νύχτα, μα κανείς δεν είχε δει, κανείς δεν είχε ακούσει τίποτα.

 

Πλούτωνας και Περσεφόνη. Θεοί των νεκρών, αλλά και της ζωοδότρας γης.
Λοκρικός πίνακας, 470 – 460 π.Χ. Ρήγιο Καλαβρίας, Museo Nazionale.

 

Μια μέρα, μετά από μεγάλη περιπλάνηση, η Δήμητρα με τη μορφή γερόντισσας έφτασε αποκαρδιωμένη στην Ελευσίνα. Πρώτα κάθισε για να ξεκουραστεί σε μια πέτρα, που από τότε πήρε το όνομα «Αγέλαστη πέτρα», κάτω από τη σκιά μιας ελιάς, κοντά σε ένα πηγάδι [6]. Αυτό το πηγάδι, κατά τον Παυσανία ονομαζόταν «παρθένιο φρέαρ» και ήταν τόπος συνάθροισης για τις παρθένες της πόλης. Στο πηγάδι αυτό κατέφθασαν μετά από λίγο οι τέσσερις  θυγατέρες του βασιλιά της Ελευσίνας Κελεού, η Καλλιδίκη, η Κλεισιδίκη, η Δημώ και η Καλλιθόη, η μεγαλύτερη απ’ όλες, για να γεμίσουν με νερό τις χάλκινες υδρίες τους. Όταν πλησίασαν και είδαν την ταλαιπωρημένη γριά, οι τέσσερις αρχοντοπούλες αισθάνθηκαν συμπάθεια και σεβασμό και τη ρώτησαν ποιά είναι, πότε ήρθε και γιατί έμενε δίπλα από το πηγάδι και δεν πήγαινε στην πόλη, για να φιλοξενηθεί στο παλάτι του πατέρα τους Κελεού.

Η θεά  έκρυψε την ταυτότητά της και αποκρίθηκε πως ονομαζόταν Δως και καταγόταν από την Κρήτη. Τους είπε ότι είχε αιχμαλωτισθεί από ληστές στο λιμάνι της Κνωσσού και ότι μετά από εννέα ημέρες κατάφερε να δραπετεύσει, μόλις το πλοίο των ληστών έφτασε στο Θωρικό, όπου είχε αράξει. Στη συνέχεια, κοιτώντας στα μάτια τις κόρες του βασιλιά, τις παρακάλεσε να τη συστήσουν σε κάποιο σπίτι της Ελευσίνας, για να υπηρετεί όπως αρμόζει σε μια γυναίκα της ηλικίας της, και δήλωσε ότι ήταν σε κατάσταση να αναθρέψει και μικρά παιδιά, αν κάποιος ήθελε να της εμπιστευθεί το παιδί του.

Τα άκουσαν αυτά οι θυγατέρες του Κελεού και η ωραιότερη από αυτές, η Καλλιδίκη, της είπε ότι στην Ελευσίνα  ζούσαν έξι άρχοντες της πόλης, που ήταν οι Κελεός, Δόλιχος, Εύμολπος, Πολύξενος, Δίοκλος και Τριπτόλεμος και ίσως κάποιος απ’ αυτούς τη χρειαζόταν για υπηρέτρια. Όλες μαζί κατόπιν την παρακάλεσαν να παραμείνει δίπλα από το πηγάδι, ώσπου να αναγγείλουν την είδηση στη μητέρα τους, τη Μετάνειρα, η οποία ήταν πιθανό να τη δεχτεί στην υπηρεσία της και να της αναθέσει την ανατροφή του νεογέννητου παιδιού της, του Δημοφώντα.

Πράγματι, η Δήμητρα περίμενε και μετά από λίγο οι θυγατέρες του Κελεού επέστρεψαν τρέχοντας, για να την παραλάβουν. Την καλέσανε στο παλάτι του βασιλιά πατέρα τους, όπου την καλοδέχτηκε το βασιλικό ζεύγος, ο ξακουστός Κελεός και η γυναίκα του, η Μετάνειρα.

Εκείνη τις ακολούθησε και, μόλις μπήκε η θεά στο σπίτι, τα πάντα στο παλάτι πλημμύρισαν από Φως. Η Μετάνειρα καθόταν στον θρόνο της και, μόλις αντίκρισε τη θεά, σηκώθηκε και της προσέφερε τη θέση της, αλλά η Δήμητρα αρνήθηκε. Η θλίψη είχε χαράξει βαθιά το πρόσωπό της. Μια από τις γυναίκες, που υπηρετούσαν τη βασίλισσα και ονομάζονταν Ιάμβη, της πρόσφερε τότε ένα σκαμνί σκεπασμένο με λευκή προβιά σαν ασήμι, για να καθίσει, και κατάφερε να φέρει πάλι πίσω ένα ελαφρύ χαμόγελο στα χείλη της θεάς λέγοντάς της αστεία και κάνοντας κωμικές χειρονομίες. Δε δέχθηκε όμως το ποτήρι με κόκκινο κρασί που της πρόσφερε η Μετάνειρα λέγοντας ότι δεν της επιτρέπεται να πίνει κρασί και ζήτησε να της δοθεί ο «κυκεών», ένα περίεργο θρεπτικό ρόφημα από κριθάλευρο, νερό και μέντα, με το οποίο η θεά έβαλε τέρμα στη μακροχρόνια αποχή της από τροφή και ποτό [7].

 

Η αρπαγή της Περσεφόνης, 1589, Hans von Aachen, Brukenthal National Museum.

 

Η μητέρα του μικρού Δημοφώντα είδε με συμπάθεια τη μεταμορφωμένη θεά και της ανάθεσε την ανατροφή του γιου της. Η Δήμητρα ένιωσε υποχρέωση προς τη βασιλική οικογένεια και ανέλαβε την ανατροφή του νεαρού Δημοφώντα.  Δεν τον έτρεφε όμως με γάλα, όπως τρέφονταν τα άλλα βρέφη, αλλά τον μεγάλωνε σαν να ήταν θεός! Κάθε βράδυ μύρωνε το μικρό παιδί με αμβροσία, φύσαγε πάνω στο παιδί πνοές θεϊκές και τη νύχτα κρυφά το περνούσε πάνω από τη φωτιά, σαν δαυλό, με σκοπό να καταστρέψει τις θνητές σάρκες του και να το κάνει αθάνατο [8].

Και πράγματι ο μικρός Δημοφώντας αναπτύσσονταν ταχύτατα και έφτασε να μοιάζει με θεό, πράγμα που παραξένεψε τους γονείς του. Αλλά το έργο της αθανασίας του Δημοφώντα, όπως και στη περίπτωση ενός άλλου ήρωα, του Αχιλλέα, δεν πρόλαβε να ολοκληρωθεί. Η μητέρα του, η Μετάνειρα, παραμονεύοντας ένα βράδυ είδε έντρομη τη θεά να κρατά τον γιο της πάνω από τη φωτιά και νόμισε ότι προσπαθεί να τον κάψει! Τρομαγμένη τότε μπήκε στο δωμάτιο και φώναξε: «Γιε μου, η ξένη αφήνει εσένα στη φωτιά να χαθείς και μένα να βυθιστώ στη θλίψη». Και γεμάτη έκπληξη ρώτησε κατόπιν τη Δήμητρα-τροφό ποια είναι [9].

 Αμέσως η μαυροντυμένη Θεά από καλοσυνάτη γριούλα πήρε την αληθινή μορφή της και μεταμορφώθηκε σε πανίσχυρη θεά. Ένα εκτυφλωτικό φως την περιέβαλλε προδίδοντας τη θεία δύναμή της και θυμωμένη είπε στην άναυδη Μετάνειρα: «… Άνθρωποι ανίδεοι και μωροί, τη μοίρα που σας πέφτει, καλή αν είναι ή κακή, δεν τη μαντεύετε!… Δόξα θα χάριζα άφθαρτη στο λατρεμένο σου το γιο, αθάνατο και αγέραστο θα σου τον είχα κάνει… Αλλά τώρα πια του θανάτου τη μοίρα να γλιτώσει δεν μπορεί στ’ αλήθεια. Μα θα του δοθεί άφθαρτη δόξα και τιμές, αφού στα γόνατά μου κάθισε και στην αγκαλιά μου έγειρε ν’ αποκοιμηθεί… Η τιμημένη Δήμητρα είμαι εγώ, θεών και ανθρώπων η χαρά το πιο τρανό χάρισμα. ΝΑΙ! … Είμαι η Θεά Δήμητρα!» [10]

Αφού αποκαλύφτηκε η θεά, απαιτεί από τον Κελεό να της κτίσει ένα ναό κάτω από την Ακρόπολη και πάνω από το φρεάτιο του Καλλιχόρου. Ο βασιλιάς Κελεός έφτιαξε το ναό στην τοποθεσία που του υπέδειξε η Δήμητρα. Εκεί αποσύρθηκε η θεά αποφεύγοντας κάθε σχέση με τον κόσμο. Κάθε μέρα έκλαιγε για την τύχη της κόρης της και δεν άφηνε κανένα φυτό να φυτρώσει πάνω στη γη. Μάταια οι άνθρωποι καλλιεργούσαν και έσπερναν. Ήρθε μία εποχή ξηρασίας και λοιμοί μάστιζαν τους ανθρώπους. Η γη έπαψε να βλασταίνει και κινδύνεψε να αφανισθεί το ανθρώπινο γένος από την πείνα και να στερηθούν οι θεοί τις θυσίες, τις οποίες ως τότε τους πρόσφεραν οι άνθρωποι.

 

Η αρπαγή της Περσεφόνης, λάδι σε χαλκό, αποδίδετε στον Jan Brueghel τον πρεσβύτερο, και στον Hendrick van Balen, ιδιωτική συλλογή.

 

Ο Δίας, φανερά δυσαρεστημένος από την τραγική εξέλιξη, στέλνει τον ένα μετά τον άλλο όλους τους Ολύμπιους να παρακαλέσουν τη Δήμητρα να αλλάξει τη γνώμη της και να επιστρέψει στον Όλυμπο κοντά στους άλλους θεούς. Μα η Δήμητρα ήταν ανένδοτη σε Θεούς και ανθρώπους. Αρνείται με πείσμα και τους λέει ότι με κανένα τρόπο δε θα πεισθεί, αν δεν πάρει πίσω την Περσεφόνη, την αρπαγμένη κόρης της [11]. Ο Δίας παρακινημένος από τις ικεσίες των ανθρώπων που πεινούσαν διέταξε τον Πλούτωνα να ελευθερώσει την Περσεφόνη και στέλνει στον Άδη τον Ερμή να φέρει πίσω στη Δήμητρα την κόρη της, για να πάψει την οργή της. O Ερμής φτάνει στο βασίλειο των νεκρών και ζητάει από τον Πλούτωνα να επιτρέψει την επιστροφή της Περσεφόνης στη μητέρα της.

Ο θεός του Κάτω Κόσμου προσποιείται ότι υπακούει στις διαταγές του Δία και αφήνει την Περσεφόνη να επιστρέψει στη μητέρα της. Πριν την αφήσει όμως να ανέβει από τον Άδη στη γη, της έδωσε να φάει σπόρους ροδιάς, ώστε να εξασφαλίσει την επιστροφή της σε αυτόν [12]. Ο Πλούτωνας γνώριζε ότι, αν η κοπέλα κατανάλωνε τροφή στον Κάτω Κόσμο, θα δενόταν μαζί του και δεν θα μπορούσε να φύγει. Η Περσεφόνη έφαγε τα σπόρια και επισφράγισε τη μοίρα της. Έπειτα ο βασιλιάς του κάτω κόσμου δίνει το άρμα του στον Ερμή να ανεβάσει την Περσεφόνη στα παλάτια του Κελεού. Έτσι η Περσεφόνη πάνω στο άρμα του Πλούτωνα, που το οδηγούσε ο Ερμής, διένυσε γρήγορα το διάστημα μέχρι την Ελευσίνα και παρουσιάστηκε στη μητέρα της.

 

Η Αρπαγή της Περσεφόνης – 17ος αιώνας. Εθνική Πινακοθήκη της Σλοβενίας

 

Η Δήμητρα δέχτηκε την κόρη στο ναό της, αλλά η χαρά της δεν κράτησε πολύ. Διότι η Δήμητρα ρώτησε την Περσεφόνη, αν είχε φάει κάτι πριν αναχωρήσει από τον Άδη, και πληροφορήθηκε ότι η κόρη της είχε αναγκασθεί να φάει ρόδι πριν επιστρέψει στον επάνω κόσμο [13]. Κατάλαβε τότε ότι δε θα μπορούσε να την κρατήσει για πάντα κοντά της και έγινε έξαλλη. Για να την ηρεμήσει ο Δίας πρότεινε ένα συμβιβασμό. Για κάθε σπόρο που έφαγε η Περσεφόνη θα έμενε και ένα μήνα στον Άδη. Με την επέμβαση και της Ρέας συμφώνησαν οι θεοί να μένει η Περσεφόνη το ένα τρίτο του έτους στο σύζυγό της Πλούτωνα και τα άλλα δύο τρίτα μεταξύ των Ολυμπίων θεών και της μητέρας της. Η θεά δέχθηκε την πρόταση και άφησε πάλι τα φυτά και τα δένδρα να ανθίσουν ως ένδειξη ικανοποίησης για την επιστροφή της Περσεφόνης [14].

 

Η αρπαγή της Περσεφόνης, Hendrik van Balen I (1575–1632) και Jan Brueghel the elder (1568–1625). Brighton and Hove Museums and Art Galleries.

 

Όταν βγήκε η Δήμητρα από το ναό, η γη καλύφθηκε με χλόη και άνθη και άρχισε να παράγει καρπούς. Πριν αναχωρήσει και πάλι για τον Όλυμπο η Δήμητρα, από βαθιά ευγνωμοσύνη στους Ελευσίνιους για τη φιλοξενία τους, δίδαξε στα μέλη των τεσσάρων βασιλικών οικογενειών, τον Τριπτόλεμο, τον Εύμολπο, το Διοκλή, και τον Κελεό, με ποιο τρόπο επιθυμούσε να τελείται η λατρεία της στην Ελευσίνα. Η θεά αξίωσε να τελούν κάθε χρόνο με απόλυτη μυστικότητα προς τιμήν της μέσα στο ναό, τον οποίο έκτισαν γι’ αυτό το σκοπό, τα μυστήρια της λατρείας της και σαν αντάλλαγμα τους υποσχέθηκε αιώνια ευημερία στην πόλη. Έτσι καθιερώθηκαν τα «Ελευσίνια Μυστήρια», που δεν επιτρεπόταν με κανένα τρόπο να φανερώνονται στους αμύητους. Στη γιορτή αυτή συμμετείχε και η Εκάτη, που από την αρχή είχε βοηθήσει τη Δήμητρα στην ανεύρεση της Περσεφόνης.

Οι θεές της Ελευσίνας Δήμητρα και Περσεφόνη εικονίζονται σε μυστηριακή τελετή. Η Δήμητρα αριστερά παραδίδει στον νέο Τριπτόλεμο στάχυα για να διαδώσει την καλλιέργειά τους στον κόσμο. Δεξιά η Περσεφόνη. Ανάγλυφο. Γύρω στα 440 – 430 π. Χ. Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.

Η Δήμητρα επέστρεψε στον Όλυμπο, αλλά δεν ξεπέρασε ποτέ το χαμό της κόρη της. Από τότε τους μήνες, που η Περσεφόνη βρισκόταν στον Άδη, η Δήμητρα πενθούσε και μαζί της πενθούσε και η φύση. Η Δήμητρα δεν επέτρεπε σε κανέναν ανθό να ξεπροβάλει δείχνοντας  έτσι τον καημό της για την απουσία της κόρης της. Τα δέντρα έχαναν το φύλλωμά τους, οι καλλιέργειες ασθενούσαν και βαρύς χειμώνας έπεφτε στη γη. Την περίοδο, που η Περσεφόνη ανέβαινε στον επάνω κόσμο και επέστρεφε στη μητέρα της, η χαρά της Δήμητρας πρασίνιζε τη γη και όλα τα φυτά ήταν ανθισμένα και καρποφορούσαν.

Ο Τριπτόλεμος ανέλαβε να μεταφέρει στους ανθρώπους τη γνώση σχετικά με τη καλλιέργεια της γης, τη σπορά, το θερισμό του σίτου και την παρασκευή του άρτου[15]. Το πρώτο σημείο που έσπειραν τα δημητριακά ήταν το ονομαζόμενο Ράριο πεδίο έξω από τα Μέγαρα. Ο Ράρος ήταν παππούς ή πατέρας του Τριπτόλεμου. Εκεί στο κτήμα του Ράρου υπήρξε και το πρώτο ιερό αλώνι με βωμό αφιερωμένο στον Τριπτόλεμο, όπου κατασκεύαζαν τους πλακούντες, οι οποίοι στη συνέχεια αφιερώνονταν στους θεούς των μυστηρίων. Μετά το Ράριο σπάρθηκε και το Θριάσιο πεδίο στην Ελευσίνα. Έτσι η Δήμητρα βοήθησε τους ανθρώπους να κατανοήσουν την αξία της ήμερης τροφής, που τόσο είχε να κάνει με τον πολιτισμό και την υλική ευημερία τους.

 

Τι συμβολίζει η αρπαγή της Περσεφόνης

 

Οι ερμηνείες του μύθου είναι πολλές. Σύμφωνα με τους Στωϊκούς πρόκειται για την εναλλαγή των εποχών ανάμεσα στην ξηρασία και την καρποφορία. Έκδηλος  παραμένει ο συμβολισμός της αναγέννησης των γενεών και η αιωνιότητα της ζωής με την εναλλαγή του παλαιού και του καινούργιου, όπως τουλάχιστον εμφανιζόταν στα Ελευσίνια μυστήρια. Για την εξέλιξη των πολιτισμών η Περσεφόνη με τα γονικά της πρότυπα χρωματίζει κοινωνιολογικά την αντιπαλότητα Μητριαρχίας και Πατριαρχίας, ενώ σε ένα περισσότερο λαϊκό πλαίσιο, ο μύθος συμβολίζει τον αποχωρισμό της νεαρής κόρης από τη μητέρα της μετά το γάμο.

 

H αρπαγή της Περσεφόνης, Peter Paul Rubens, 1614-1615, λάδι σε καμβά, Petit Palais.

 

Η Περσεφόνη ήταν μια αρχαία χθόνια θεότητα των αγροτικών κοινωνιών. Ο μύθος της αρπαγής πρωτοεμφανίζεται στη Θεογονία του Ησιόδου, ενώ το θέμα πραγματεύεται και ο Ομηρικός Ύμνος στη Δήμητρα. Το μέρος της αρπαγής είναι διαφορετικό σε κάθε τοπική λατρεία. Οι παραδόσεις τοποθετούν την απαγωγή της Περσεφόνης πότε στην Ελευσίνα, στις όχθες του Κηφισού, πότε στην Αρκαδία, στους πρόποδες της Κυλλήνης, όπου και έδειχναν κάποια σπηλιά, που τη θεωρούσαν ως μία από τις εισόδους του Κάτω Κόσμου, πότε στην Κρήτη, κοντά στην Κνωσό, ενώ άλλοι λένε ότι το Νύσιο πεδίο, όπου ο Πλούτωνας άρπαξε την κόρη της Δήμητρας Περσεφόνη, τοποθετείται στο Νομό Σερρών  ή κοντά στα Μέγαρα. Ο Ομηρικός  Ύμνος στη Δήμητρα κάνει λόγο πολύ ακαθόριστα για την πεδιάδα της Μύσας, που στην Ελληνική Μυθολογία είναι ένα μυθικό βουνό, το μέρος που γεννήθηκε ο θεός Διόνυσος, χωρίς γεωγραφική υπόσταση, μια άγνωστη τοποθεσία. Η έλλειψη προσδιορισμού του τόπου της αρπαγής της Περσεφόνης πιθανόν υποδεικνύει ότι κάποια μαγική μακρινή χώρα είχε επινοηθεί στο απώτατο παρελθόν, για να εξηγήσει το φυσικό κύκλο της ζωής [16].

 

Frederick Leighton, «Η επιστροφή της Περσεφόνης», λάδι σε καμβά, 1891, Leeds Art Gallery.

 

Μια από τις πιο αποδεκτές θεωρίες είναι ότι η αρπαγή της Περσεφόνης αποτυπώνει τη φυσική θεωρία του αγροτικού κύκλου, τη βλάστηση και την καρποφορία. Η Δήμητρα είναι η μητέρα γη [γη + μήτηρ. < γα, παραλλαγή του δωρικού τύπου δα + μήτρα =  μητέρα της γης]. Η Κόρη της Περσεφόνη, που έφαγε σπόρους ροδιού και πρέπει να ξαναγυρίζει στον Άδη, ταυτίζεται με τα δημητριακά. Η απαγωγή της είναι η αλληγορία του κύκλου της ευφορίας της φύσης. Ο μύθος της αρπαγής της Περσεφόνης είναι συμβολικός. Η Κόρη, που την παίρνει μέσα της η γη, ξαναβγαίνει την άνοιξη. Είναι κατά κάποιο τρόπο η ίδια η άνοιξη που έρχεται να ανθίσει τη γη, να την καρπίσει, να την κάνει χαρούμενη. Έτσι όμως και μπει το φθινόπωρο, η γη μαραίνεται και η Κόρη φεύγει από τη μάνα της τη γη και μπαίνει στο μυστηριώδη τόπο του τίποτα, στην καταστροφή. Η κάθοδος της Κόρης στον Κάτω κόσμο κάθε φθινόπωρο ταυτίζεται με την απουσία των καρπών, οι οποίοι αναφύονται την άνοιξη με την άνοδό της. Η Κόρη κατεβαίνει στον Κάτω κόσμο κάθε φθινόπωρο, όπως οι σπόροι της παλιάς συγκομιδής σπέρνονται στους αγρούς και μπαίνουν στο χώμα με τη σπορά.  Την Άνοιξη ξαναφυτρώνουν και βγαίνουν ξανά από το υπέδαφος πάνω στη γη. Η «Κόρη» ανεβαίνει και ενώνεται πάλι με τη μητέρα της Δήμητρα, γιατί ο παλιός σπόρος ενώνεται με το νέο βλαστό [17].

Οι  σπόροι του ροδιού, που προσφέρει στην Περσεφόνη ο Πλούτων, θεός του κάτω κόσμου, συμβολίζουν τους σπόρους του σιταριού, που αποθηκεύονταν σε υπόγεια σιλό ή πιθάρια. Τα σπόρια του ροδιού κλεισμένα μέσα στο κέλυφος, όπως το σιτάρι στα πιθάρια, είναι σύμβολα αφθονίας. Τους καλοκαιρινούς μήνες η «Κόρη» βρίσκεται στο βασίλειο του Άδη, όπως το σιτάρι στα σιλό και τα πιθάρια. Η απουσία της Κόρης ταυτίζεται με τη φύλαξή των σπόρων. Η επιστροφή (άνοδος) της Περσεφόνης γιορταζόταν με τη σπορά του φθινοπώρου. Τέλος, από τον ίδιο θεό του κάτω κόσμου, τον Πλούτωνα, ετυμολογείται και ο πλούτος και το φρούτο του, το ρόδι, είναι σύμβολο διττό. Είναι σύμβολο γονιμότητας και ευτυχίας και από το μύθο της Περσεφόνης κληρονομήσαμε και εμείς τη συνήθεια να σπάμε το ρόδι την Πρωτοχρονιά στο κατώφλι του σπιτιού και οι νύφες στο κατώφλι του νέου τους σπιτιού για γούρι, πλούτο κι ευτυχία. Αλλά είναι και σύμβολο του κάτω κόσμου, γι’ αυτό σήμερα κόλλυβα δε λογίζονται χωρίς ρόδι μέσα, που συμβολίζουν και το αίμα.

Ο μύθος της αρπαγής της «Κόρης» της Δήμητρας είναι και αλληγορικός – όπως και οι περισσότεροι μύθοι – και προέρχεται από την ιδέα ότι ο Άδης αρπάζει τις ψυχές των νεκρών σαν τη λεία του και τις μεταφέρει στο βασίλειο του Κάτω Κόσμου. Η βιαιότητα της αρπαγής μας σοκάρει. Μοιάζει αφύσικο μια τέτοια κόρη να δίνεται ως γυναίκα στο θεό του Άδη και, κυρίως, μοιάζει απάνθρωπη η αρπαγή της. Η άγρια και αφύσικη αρπαγή είναι το κυριότερο στοιχείο αυτής της πλούσιας σε νοήματα και στοχασμούς σύνθεσης, που στριφογυρίζει στον καμβά μιας γεωργικής, αγροτικής σκέψης, του πρώτου κόσμου δηλαδή, και παραπέμπει στην αναγκαιότητα και την αποκρουστική εικόνα του θανάτου. Ναι, ο θάνατος είναι η βίαιη αρπαγή της ζωής. Η ιδέα αυτή εμφανίζεται έντονη και στις Ελληνικές λαϊκές παραδόσεις. Ο Χάροντας εμφανίζεται με το άλογό του και μεταφέρει το νεκρό στον κάτω κόσμο. Και η τέχνη με τη μυθολογία συνθέτουν και αναλαμβάνουν να αντιμετωπίσουν το παράλογο του οριστικού τέλους της ζωής ή να παρηγορήσουν με την ελπίδα της αναγέννησης.

 

Περσεφόνη – Arthur Hacker (1858–1919), Torre Abbey Historic House and Gardens, England.

 

Υπάρχει όμως και η ανθρωπολογική διάσταση. Ο αποχωρισμός της θυγατέρας από τη μητέρα της κατά το γάμο. Ο γάμος και ο θάνατος είναι κυρίαρχος μέσα στο μύθο. Ο τραυματικός χωρισμός της μητέρας από τη νεαρή κόρη είναι επώδυνος, φέρνει θλίψη, λύπη και θυμό, αλλά τελικά οδηγεί στη συμφιλίωση. Ο γάμος και ο χωρισμός από τη μητέρα προκαλεί θυμό για τον άνδρα, που κλέβει την κόρη και τη στερεί από τη μητέρα της. Στο τέλος όμως η συμφιλίωση έρχεται ανάμεσα στη μάνα, την κόρη και τον άντρα της, η ζωή συνεχίζεται και με αυτό τον τρόπο διαιωνίζεται το γένος των ανθρώπων από τους απογόνους κάθε γάμου. Η ένωση της Κόρης με τη μάνα της αποτελεί και σύμβολο της αιωνιότητας της ανθρώπινης ζωής, που πηγάζει από τις γενεές που ξεπηδούν η μία από την άλλη. Ο γάμος και ο τραυματικός χωρισμός της μητέρας από τη νεαρή κόρη της είναι ο θάνατος, που προκαλεί μεγάλη θλίψη στους ανθρώπους. Δεν οδηγεί όμως στον αφανισμό του ανθρώπινου γένους. Όπως η κόρη ξαναγυρίζει στη μητέρα της, έτσι και η ζωή επανέρχεται, όταν η μια γενιά διαδέχεται την άλλη [18].

 

Η αρπαγή της Περσεφόνης, Gian Lorenzo Bernini, 1622, Πινακοθήκη Μποργκέζε, Ρώμη.

 

Η απεικόνιση της αρπαγής της Περσεφόνης είναι συχνό νεκρικό θέμα, που συμβολίζει τη ζωή και το θάνατο, την αναγέννηση, και έχει σχέση με τις αντιλήψεις για τη μεταθανάτια ζωή. Έχει πανελλαδικό συμβολισμό, αλλά το συναντάμε ακόμα και στην Κάτω Ιταλία σε ταφικά μεγάλα ερυθρόμορφα αγγεία, σε σαρκοφάγους εκτός Ελλάδας ( Ρώμη, Βατικανό) και σε τάφους, κυρίως ως μαρμάρινο επικάλυμμα. Η παλαιότερη αναπαράσταση μιας θεάς, που μπορεί να ταυτισθεί με την Περσεφόνη που βγαίνει από το έδαφος, είναι ένα διακοσμημένο πιάτο από τη Φαιστό. Η θεά έχει μια μορφή που μοιάζει με λαχανικό και συνοδεύεται από κοπέλες, που χορεύουν ανάμεσα σε ανθισμένα λουλούδια.

Δύο από τους μακεδονικούς τάφους της Βεργίνας, που και οι δύο ανήκουν σε γυναίκες, φέρουν αναπαραστάσεις της αρπαγής της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα σε τοιχογραφίες υψηλής τέχνης. Η πρώτη τοιχογραφία, που θεωρείται μοναδικό επίτευγμα της αρχαίας ζωγραφικής τέχνης, εντοπίζεται στον «τάφο Ι» στις Αιγές, δίπλα σε εκείνον που αποδίδεται στον Φίλιππο Β’. Ένας κιβωτιόσχημος τάφος, όπου οι αρχαιολόγοι θεωρούν πως έχει ταφεί η Νικησίπολη, μια από τις συζύγους του Φίλιππου και μητέρα της Θεσσαλονίκης. Η τοιχογραφία βρίσκεται στο εσωτερικό του τάφου και παρουσιάζει τον Πλούτωνα να αρπάζει την Περσεφόνη πάνω στο άρμα του, ενώ ο καλλιτέχνης απεικόνισε και τη μητέρα της, τη θεά Δήμητρα, και τις τρεις Μοίρες. Προπορεύεται ο Ερμής Ψυχοπομπός.

 

Η τοιχογραφία με την αρπαγή της Περσεφόνης έχει βρεθεί σε έναν κιβωτιόσχημο τάφο στις Αιγές, με διαστάσεις 3Χ4,5 μ., που χρονολογείται γύρω στο 350 π.Χ. και ο οποίος ανήκε σε μια νεαρή γυναίκα, περίπου 25 χρόνων, που πρέπει να πέθανε στη γέννα και θάφτηκε εδώ μαζί με το βρέφος της. Μάλιστα, εικάζεται ότι είναι μία από τις επτά συζύγους του Φιλίππου Β’, πιθανότατα η Νικησίπολις από τις Φερές, η μητέρα της Θεσσαλονίκης.

 

Η άλλη αναπαράσταση της αρπαγής της Περσεφόνης από τους μακεδονικούς τάφους εντοπίστηκε στον τάφο της Ευρυδίκης, μητέρας του Φιλίππου Β’, και κοσμεί την πλάτη του μοναδικού θρόνου, που ανακαλύφθηκε μέσα σε αυτόν. Στο ερεισίνωτο του θρόνου βλέπουμε το τέθριππο του Πλούτωνα και την Περσεφόνη. Η τοιχογραφία είναι «αμφάς» καθώς βλέπουμε το άρμα από μπροστά, ενώ τα πρόσωπα και τα σώματα των μορφών δεν αποκαλύπτουν κάποια ιδιαίτερη κίνηση. Αντίθετα απεικονίζονται εν κινήσει τέσσερα άλογα, δύο άσπρα και δύο καφέ.

 

Ο «τάφος της Περσεφόνης» με το μοναδικό μαρμάρινο θρόνο. Ο τάφος αποδίδεται στη μητέρα του Φιλίππου Ευρυδίκη, γι’ αυτό και ονομάζεται επίσης «τάφος της Ευριδίκης».

 

Ζωγραφική παράσταση του Πλούτωνα και της Περσεφόνης σε τέθριππο πάνω στο θρόνο.

 

Η αρπαγή της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα αποκαλύφθηκε και στον τύμβο Καστά της Αμφίπολης σε ένα μοναδικής ομορφιάς ψηφιδωτό δάπεδο, το οποίο έχει φτιαχτεί από μικρά βότσαλα σε λευκό, μαύρο, γκρίζο, μπλε, κόκκινο και κίτρινο χρώμα [19]. Απεικονίζει ένα άρμα σε κίνηση με δύο λευκά άλογα, που οδηγείται από γενειοφόρο άνδρα με στεφάνι δάφνης στο κεφάλι καθώς και το θεό Ερμή, ο οποίος είναι ο ψυχοπομπός. Πλάι στο γενειοφόρο άντρα απεικονίζεται μια γυναικεία νεανική μορφή, με κόκκινους ανεμίζοντες βοστρύχους, η οποία φοράει λευκό χιτώνα, που συγκρατείται με κόκκινη λεπτή ταινία στο ύψους του στήθους, και κόσμημα στον καρπό του αριστερού της χεριού, που είναι υψωμένο προς τα πάνω. Το ψηφιδωτό είναι μεγέθους 4,5 x 3 και αναπαριστά την αρπαγή της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα παρουσία του ψυχοπομπού Ερμή. Είναι η πρώτη φορά που η παράσταση της αρπαγής της Περσεφόνης βρίσκεται σε ένα μακεδονικό ταφικό μνημείο με μορφή ψηφιδωτού.

 

Το ψηφιδωτό του δευτέρου θαλάμου με τη σκηνή της αρπαγής της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα.

 

Όποια και εάν είναι πραγματικά η ερμηνεία του μύθου, είναι γεγονός ότι η Περσεφόνη έχει συνδέσει το όνομά της άρρηκτα με τη Γεωργία και την ευφορία της ανά τους αιώνες. Οι άνθρωποι ερμηνεύοντας το σχετικό μύθο, πίστευαν ότι όσο καιρό η Περσεφόνη παραμένει στον Κάτω Κόσμο και η Δήμητρα θρηνεί και οδύρεται για την «Κόρη» της, νεκρώνεται η φύση και διακόπτεται η παραγωγή των σιτηρών. Η σπορά των σιτηρών τον Οκτώβριο και η εμφάνιση της νέας βλάστησης της φύσης, μετά τις πρώτες φθινοπωρινές βροχές, συνδυάστηκαν με την επιστροφή της Κόρης στον Επάνω Κόσμο και τον εξευμενισμό της Μητέρας Δήμητρας, της θεάς των δημητριακών, η οποία από τη χαρά της για την επιστροφή της «Κόρης» της, θα επιτρέψει τον κανονικό ρυθμό της φύσης και θα συμβάλλει στη βελτίωση των μεθόδων καλλιέργειας των σιτηρών και συγχρόνως στη βελτίωση των συνθηκών ζωής των ανθρώπων, θεσμοθετώντας τη λατρεία της στην Ελευσίνα.

 

Υποσημειώσεις


 

[1] Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τομ. Β, σελ. 106-107.

[2] Ομηρικός Ύμνος στη Δήμητρα, στιχ. 15 κ.ε.

[3] Ομηρικός Ύμνος στη Δήμητρα, στιχ. 22 κ.ε.

[4] Ομηρικός Ύμνος στη Δήμητρα, στιχ. 33 κ.ε.

[5] Ομηρικός Ύμνος στη Δήμητρα, στιχ. 62 κ.ε.

[6] Απολλοδώρου, Βιβλιοθήκη, 1,29.

[7] Ομηρικός Ύμνος στη Δήμητρα, στιχ. 197 κ.ε.

[8] Απολλοδώρου, Βιβλιοθήκη, 1, 31.

[9] Ομηρικός Ύμνος στη Δήμητρα, στιχ. 248 κ.ε.

[10] Ομηρικός Ύμνος στη Δήμητρα, στιχ. 256 κ.ε.

[11] Ομηρικός Ύμνος στη Δήμητρα, στιχ. 321 κ.ε.

[12] Απολλοδώρου, Βιβλιοθήκη, 1, 33.

[13] Ομηρικός Ύμνος στη Δήμητρα, στιχ. 393 κ.ε.

[14] Ομηρικός Ύμνος στη Δήμητρα, στιχ. 460 κ.ε.

[15] Παυσανία, Ελλάδος Περιήγησις, 7,18,2 και 8,4,1.

[16] Κακριδής Ιω. Ελληνική Μυθολογία, οι Θεοί, σελ. 137.

[17] Κακριδής Ιω. Ελληνική Μυθολογία, οι Θεοί, σελ. 137-138.

[18] Nilsson M., Η Αρχαία Ελληνική Θρησκεία, σελ. 51-54.

[19] Το Βήμα, εφημερίδα, 16/10/2014.

 

Αλέξης Τότσικας

 

Διαβάστε ακόμη:

Τρίτη και 13

$
0
0

Τρίτη και 13 


 

Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού 

«Τρίτη και 13» γράφει σήμερα το ημερολόγιο και πολλοί είναι αυτοί που έχουν ήδη κανονίσει να μην βγουν καν από το σπίτι, υπό τον φόβο κάποιου ατυχήματος καθώς θεωρείται η πιο γρουσούζικη ημέρα του χρόνου.

Γνωρίζετε γιατί;

Διαβάστε σήμερα στο «Ελεύθερο Βήμα», άρθρο του Φιλόλογου – Συγγραφέα, Αλέξη Τότσικα με τίτλο: «Τρίτη και 13»

 

Εδώ και χιλιάδες χρόνια ο άνθρωπος έχει χαρακτηρίσει ορισμένα πράγματα και γεγονότα ως καλή ή κακή τύχη. Όσο κι αν προσπαθούμε να ξεφύγουμε από τις προλήψεις και δεισιδαιμονίες, πιάνουμε καμιά φορά τον εαυτό μας να πιστεύει κάποιες από αυτές. Τέτοια πρόληψη είναι και η «τρισκαιδεκαφοβία», όπως ονομάζεται ο φόβος για τον αριθμό 13, που θεωρείται ως γρουσούζικος από την πρώιμη αρχαιότητα. Ο φόβος αυτός συνδυάστηκε αργότερα με τις αποφράδες ημέρες, την Τρίτη και την Παρασκευή, και γεννήθηκαν σωρεία προλήψεων, που «ταλανίζουν» το νου μας μέχρι και σήμερα.

Δεν υπάρχει πύλη B13 στο Διεθνές Αεροδρόμιο Ο’Χέαρ (ORD) του Σικάγου.

Οι σχετικές με το 13 προλήψεις δημιουργήθηκαν με την ανακάλυψη του δωδεκαδικού συστήματος, σύμφωνα με το οποίο το 12 είναι ο τέλειος, ο ιδανικός αριθμός. Μην ξεχνάμε ότι 12 ήταν οι μαθητές του Ιησού, 12 τα Ευαγγέλια, 12 οι άθλοι του Ηρακλή, 12 οι θεοί του Ολύμπου, 12 τα ζώδια, 12 οι ώρες της μέρας και της νύχτας, 12 οι μήνες του χρόνου! Ο αριθμός 13 κατηγορείται ότι σέρνει πίσω του γκαντεμιά και κακοδαιμονίες, γιατί σπάει την αρμονία του «τέλειου» αριθμού 12. Με την προσθήκη ενός αριθμού σ’ αυτό το ιερό 12 σχηματιζόταν η αρχή ενός νέου κύκλου. Το συμβολικό αυτό άλμα προς το καινούριο, το «άγνωστο», που αντιπροσώπευε ο αριθμός 13, προκάλεσε ανησυχία στους ανθρώπους και έτσι άρχισαν να του αποδίδουν ευθύνες για τα ατυχή συμβάντα.

Στους Σκανδιναβούς υπάρχει ένας μύθος για τους 12 θεούς, που είχαν οργανώσει ένα γλέντι και αμέλησαν να καλέσουν τον Λόκι – θεό της πονηριάς – ο οποίος όρμησε ακάλεστος και έκανε ένα κόλπο, που κατέληξε στο θάνατο, ενός από τους άλλους θεούς. Σε αντίστοιχο ελληνικό μύθο οι 12 ολύμπιοι θεοί σε μια ανάλογη γιορτή δεν κάλεσαν τη θεά της διχόνοιας, την Έριδα. Σε πείσμα τους εκείνη έριξε ένα χρυσό μήλο ανάμεσά τους, το οποίο είχε την επιγραφή «στην ομορφότερη». Συμφώνα με το μύθο, η φιλονικία ανάμεσα στις θεές για το βραβείο οδήγησε τελικά στην κήρυξη του Τρωικού πολέμου.

Σε αεροσκάφος λείπει η σειρά καθισμάτων με το νούμερο 13.

Σύμφωνα με άλλη δοξασία η κακοτυχία, που κουβαλάει ο αριθμός 13, προήλθε από μια απεικόνιση του Μυστικού Δείπνου και έχει σχέση με τους συνδαιτυμόνες στο Μυστικό Δείπνο, που ήταν 12 μαθητές και ο Ιησούς. Ο 13ος συνδαιτυμόνας σ’ αυτό το προφητικό δείπνο του Πάσχα ήταν ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, που όπως όλοι γνωρίζουμε πολύ καλά πρόδωσε το Δάσκαλό του και όταν μετάνιωσε κρεμάστηκε!  Η λαογραφική παράδοση από το άλλο μέρος υποστηρίζει ότι το 13 συνδέεται με το δυσοίωνο εμβόλιμο 13ο μήνα του έτους, που προέκυπτε από τη διαφορά του σεληνιακού με το ηλιακό έτος και με το πέρασμα των χρόνων απορροφήθηκε με την προσθήκη μίας ημέρας στο Φεβρουάριο κάθε τέσσερα έτη.

Γενικότερα το 13 δεν είναι τίποτε παραπάνω από ένα απλό νούμερο, δύο ψηφία σε μια ακολουθία. Θεωρείται όμως  «κακός» αριθμός απλά, επειδή είναι μία μονάδα πάνω απ’ το δώδεκα, το οποίο είναι δημοφιλές σε πολλούς πολιτισμούς. Όταν μία ομάδα δεκατριών αντικειμένων διαιρεθεί στα δύο, στα τρία, στα τέσσερα ή στα έξι, πάντα ένα αντικείμενο περισσεύει και αυτό είναι το «κακό»!

Ο κώδικας του Χαμουραμπί, που γράφτηκε στη Μεσοποταμία περίπου το 1686 π.Χ., παραλείπει τον αριθμό 13, πράγμα που σημαίνει ότι η πρόληψη υπήρχε πολύ πριν τη Χριστιανική εποχή. Ο Φίλιππος Β’ της Μακεδονίας λέγεται πως πέθανε αφότου τοποθέτησε το άγαλμά του δίπλα σε αυτά των δώδεκα θεών του Ολύμπου. Υπάρχουν 13 πανσέληνοι στο ημερολόγιο των 365 ημερών. Το 13ο κεφάλαιο της Αποκάλυψης αναφέρεται στο θηρίο και τον Αντίχριστο, τα δύο δημιουργήματα του Διαβόλου. Στα ξενοδοχεία σπάνια υπάρχει δωμάτιο με το νούμερο 13 και κάποια παραλείπουν τον 13ο όροφο. Οι δημοτικές υπηρεσίες κάποιων πόλεων δεν αριθμούν ποτέ κάποιο κτίσμα με το 13 και ορισμένοι οικοδεσπότες αποφεύγουν συγκεντρώσεις με 13 καλεσμένους. Στη Θεσσαλονίκη δεν υπάρχει λεωφορείο με το νούμερο 13!

 

Ο τυχερός χάρακας, ονομάζεται έτσι επειδή δεν έχει τον αριθμό 13, είναι κατασκευασμένος από χάλυβα και έχει ένα κείμενο στο πίσω μέρος σχετικά με το φόβο του αριθμού 13, που ονομάζεται «τρισκαιδεκαφοβία».

 

Μόνο τα τελευταία χρόνια σημαντικά γεγονότα συνδέονται με τον αριθμό 13 και θεωρούνται διάσημα 13άρια: Την Πέμπτη 13 Μαΐου 1927 σημειώθηκε η «έναρξη» του οικονομικού «κραχ» στην Αμερική. Η αποστολή «Απόλλων 13» της NASA με προορισμό το Φεγγάρι εκτοξεύθηκε στις 13:13, ενώ μετά από τα σοβαρά προβλήματα που παρουσιάστηκαν, η αποστολή διακόπηκε στις 13 Απριλίου. Στις 13 Σεπτεμβρίου 1986 έγινε σεισμός μεγέθους 6,5 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ και ισοπέδωσε την Καλαμάτα. Στις 13 Αυγούστου 2002 με τζόκερ τον αριθμό 13 ένας παίκτης από την Κοζάνη κέρδισε πάνω από ένα εκατομμύριο ευρώ, ενώ είχε δώσει 13 ευρώ για το τυχερό δελτίο. Στις 13 Απριλίου 2003 χάνουν τη ζωή τους στα Τέμπη 21 μαθητές, όταν νταλίκα διεμβολίζει το λεωφορείο που τους μετέφερε. Στις 13 Αυγούστου 2004 έγινε η τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας.

Οι προκαταλήψεις για τον αριθμό 13 του ελληνικού λαού, που από τα βάθη της αρχαιότητας είχε μία ιδιαίτερη αγάπη για τις προλήψεις και τις δεισιδαιμονίες, «ήρθαν και έδεσαν» με την Άλωση της Πόλης. Τρίτη 29 Μαΐου 1453 η Κωνσταντινούπολη πέφτει στα χέρια των Οθωμανών Τούρκων και οι Έλληνες διανύουν μία πορεία δουλείας εκατοντάδων ετών, μία περίοδο σκότους για τον Ελληνισμό, η οποία κράτησε περίπου τέσσερις αιώνες. Και ποια σχέση έχει η άλωση της Πόλης με τον αριθμό 13; Εάν προσθέσουμε τους αριθμούς του 1453 (1+4+5+3) βγάζουν άθροισμα… 13! Τρίτη και 13 επίσης καταγράφεται ένα ακόμη ιστορικό στοιχείο που ενισχύει τον συσχετισμό. Την Τρίτη 13 Απριλίου 1204 είχε αλωθεί η Κωνσταντινούπολη από τους Σταυροφόρους της Δ’ σταυροφορίας. Να γιατί Τρίτη και 13 είναι η μέρα που οι προληπτικοί – και όχι μόνο – κάνουν το σταυρό τους και απεύχονται να βρεθούν αντιμέτωποι με αναποδιές αυτή την αποφράδα μέρα. Μετά την άλωση μάλιστα της Κωνσταντινούπολης δεν γίνονταν ποτέ γιορτές την Τρίτη, ενώ όλα τα σπίτια ήταν κλειστά και δε δέχονταν επισκέπτες στην ανάμνηση αυτού του οδυνηρού γεγονότος.

Η Τρίτη και 13, λοιπόν, έχει καθιερωθεί να θεωρείται γρουσούζικη και έχει συνδεθεί με την κακοτυχία εδώ και πολλούς αιώνες. Στην Ιταλία, βέβαια, «κακός» θεωρείται ο αριθμός 17. Όταν γραφεί με το ρωμαϊκό σύστημα αρίθμησης σαν XVII, μπορεί να αναγραμματιστεί σε VIXI, που στα Λατινικά σημαίνει «έζησα», δηλ. η ζωή μου τελείωσε. Γι’ αυτό στην Ιταλία δεν είναι σπάνιο να βρει κανείς κτίρια που δεν έχουν 17ο όροφο ή ξενοδοχεία που δεν έχουν δωμάτιο 17. Ο εθνικός αερομεταφορέας της Ιταλίας, η Alitalia, δεν έχει σειρά 17 στα καθίσματα των αεροπλάνων της και το ίδιο συμβαίνει και με τη γερμανική εταιρία Germanwings, που πετά σε πολλές Ιταλικές πόλεις. Και η αυτοκινητοβιομηχανία Ρενώ πούλησε στην Ιταλία το μοντέλο της «R17» σαν «R177»!

Κουμπιά ανελκυστήρα που δείχνουν τον 13ο όροφο να λείπει.

Με την Τρίτη να θεωρείται αποφράδα μέρα και το 13 «γκαντέμικος» αριθμός, ο συνδυασμός των δύο δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο από το υπέρτατο κακό. Να αναφέρουμε πάντως πως σε αντίθεση με Έλληνες και Ισπανούς, οι υπόλοιποι λαοί θεωρούν κακότυχο συνδυασμό το «Παρασκευή και 13». Η Παρασκευή και 13 θεωρείται άτυχη μέρα από τους καθολικούς. Πολλοί θεωρούν πως ο μύθος γεννήθηκε με την απόφαση του Πάπα να εκδώσει διάταγμα για τη σύλληψη και θανάτωση των ναϊτών ιπποτών. Το διάταγμα εκδόθηκε σε συνεννόηση με το βασιλιά της Γαλλίας Φίλιππου του Δ΄ τον Ωραίο στις 13 Οκτώβρη, ημέρα Παρασκευή, και άρχισαν οι διωγμοί των Ναϊτών Ιπποτών. Επίσης την ίδια μέρα θεωρείται πως η Εύα έδωσε το μήλο της πτώσης στην Αδάμ. Παρασκευή ξεκίνησε ο κατακλυσμός του Νώε. Παρασκευή σταυρώθηκε ο Χριστός, μιας και στα ρωμαϊκά χρόνια αυτή τη μέρα γίνονταν οι εκτελέσεις. Παρασκευή προκλήθηκε η σύγχυση στον Πύργο της Βαβέλ και με την Παρασκευή συνδέονται πολλά γεγονότα στην Παλαιά Διαθήκη!

Εδώ και πάρα πολλούς αιώνες η Παρασκευή και 13 είναι ημέρα συνυφασμένη με τους χειρότερους αστικούς μύθους και τη δεισιδαιμονία στις αγγλοσαξωνικές χώρες, τις ισπανόφωνες και τη Γερμανία. Βρετανοί επιστήμονες μάλιστα πραγματοποίησαν έρευνα με τίτλο: «Πόσο κακή για την υγεία σου, είναι η Παρασκευή και 13;». Η έρευνα δημοσιεύθηκε το 1993 στο επιστημονικό περιοδικό Medical Journal και είχε στόχο ν’ αποτυπώσει τη σχέση μεταξύ της υγείας, της συμπεριφοράς και της δεισιδαιμονίας σχετικά με την Παρασκευή και 13 στην Αγγλία. Οι ερευνητές συνέκριναν τα ποσοστά των ατυχημάτων με αυτοκίνητο σε δύο διαφορετικές ημέρες – Παρασκευή 6 του μηνός και Παρασκευή και 13 – σε μία περίοδο μερικών χρόνων. Η διαπίστωση των επιστημόνων ήταν πως την ημέρα εκείνη, μειώνονταν ο αριθμός των ατόμων, που επέλεγαν το αυτοκίνητο για τις μετακινήσεις τους. Ο αριθμός όμως των εισαγωγών στα νοσοκομεία εξαιτίας αυτοκινητιστικών δυστυχημάτων ήταν σαφώς μεγαλύτερος. Συμπέρασμα της επιστημονικής ομάδας ήταν: «Η Παρασκευή και 13 είναι μία άτυχη μέρα για ορισμένους. Ο κίνδυνος εισαγωγής στο νοσοκομείο από αυτοκινητιστικό δυστύχημα μπορεί να είναι αυξημένος έως και 52%, για αυτό συνιστούμε να μείνετε στο σπίτι».

13 Μαρτίου 2018 είναι η 72η ημέρα του έτους 2018 στο Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Η επόμενη Τρίτη 13 Μαρτίου είναι το 2029, σε 11 χρόνια!

Όλα αυτά βέβαια βασίζονται σε προλήψεις, που χάνονται στα βάθη των αιώνων. Προλήψεις που σήμερα άλλοι φαίνεται να τις αποδέχονται και άλλοι τις αντιμετωπίζουν με δυσπιστία ή ακόμη και με χιούμορ. Μερικές ακούγονται γελοίες, άλλες ίσως κάπως πιο ρεαλιστικές, είναι όλα θέμα απόψεων. Το σίγουρο είναι πάντως ότι όταν πιστεύουμε κάτι με πάθος, τελικά το δημιουργούμε. Χαρακτηριστική είναι μια έρευνα του βρετανικού Πανεπιστημίου του Χέρτφορντσαϊρ. Ο καθηγητής Ψυχολογίας Ρίτσαρντ Γουάισμαν μελέτησε 2.068 ανθρώπους και διαπίστωσε ότι ένας στους τέσσερις, ο οποίος και αντιμετωπίζει με φόβο την Παρασκευή, είναι πιο στρεσαρισμένος την ημέρα αυτή και επομένως πιο επιρρεπής στα ατυχήματα. Είναι η δύναμη της «αυτοεκπληρούμενης προφητείας».

Ζούμε σε μία εποχή, όπου η επιστήμη γνώρισε μίαν εκπληκτική πρόοδο και έγιναν πραγματικότητα ανακαλύψεις και κατακτήσεις, που πριν δύο-τρεις αιώνες φαίνονταν αδιανόητες και άλλαξαν σε σημαντικό βαθμό τη ζωή των ανθρώπων. Κι ενώ περίμενε κανείς η πρόοδος αυτή να οδηγούσε στην απελευθέρωση του ανθρώπου από τις προλήψεις, δεισιδαιμονίες, θρησκοληψίες και πρωτογονισμούς του παρελθόντος, η κατάσταση δε φαίνεται να άλλαξε σημαντικά. Ο σύγχρονος άνθρωπος καυχιέται για τις κατακτήσεις του, αλλά παραμένει δέσμιος των πρωτόγονων καταβολών του με προλήψεις και δεισιδαιμονίες να τον βασανίζουν. Σε κάθε του βήμα διαβλέπει κινδύνους, ταλαιπωρίες, αποτυχίες, ασθένειες, θανάτους, με αποτέλεσμα να χάνει την ηρεμία του.

Φυσικά, οι δεισιδαιμονίες δεν επηρεάζουν όλους τους ανθρώπους, καθώς έχουν να κάνουν με την αντίληψη τους, την σχέση τους με το εξωπραγματικό και κυρίως με την παιδεία του καθενός. Πολλοί τις πιστεύουν, ενώ άλλοι τις χλευάζουν. Ό,τι και να είναι, πάντως, δεν παύουν να αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της πολιτιστικής μας παράδοσης, που δεν θα πρέπει να χαθούν αφού, άσχετα αν τις πιστεύουμε ή αν μοιάζουν αφελείς, με αυτές μεγαλώσαμε και δεν θα ήταν παράλογο να τις μεταδώσουμε και στα παιδιά μας.

Σε τελική ανάλυση δηλαδή, όλα είναι στο μυαλό μας. Και όπως είχε πει και ο Oscar Wilde «η δεισιδαιμονία είναι το στοιχείο που χρωματίζει τη σκέψη και τη φαντασία, είναι ο εχθρός της κοινής λογικής». Γι’ αυτό, λοιπόν, μην αγχώνεστε, όταν είναι Τρίτη και 13 ή Παρασκευή και 13. Όλα θα κυλήσουν καλά. Καμία γρουσουζιά και καμία ατυχία δεν πρόκειται να σας συμβεί, όλα είναι μια προκατάληψη! Όπως και να ‘χει, εσείς μην πτοείστε και μην χαλάτε τη διάθεση σας. Πού ξέρετε, μπορεί να είναι η τυχερή σας μέρα και να πιάσετε το… δεκατριάρι… Πόσο χειρότερα δηλαδή μπορεί να γίνουν τα πράγματα;

 

Αλέξης Τότσικας

Η Μακεδονία και η παραποίησή της από τους Σκοπιανούς

$
0
0

Η Μακεδονία και η παραποίησή της από τους Σκοπιανούς – Αλεξάνδρα Ροζοκόκη, Διευθύντρια Ερευνών στην Ακαδημία Αθηνών 


 

 

Ελεύθερο Βήμα»

Από την Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού.

Η Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, δημιούργησε ένα νέο χώρο, το «Ελεύθερο Βήμα», όπου οι αναγνώστες της θα έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούν σκέψεις, απόψεις, θέσεις, επιστημονικά άρθρα ή εργασίες αλλά και σχολιασμούς επίκαιρων γεγονότων.

Διαβάστε στο «Ελεύθερο Βήμα» ένα επίκαιρο άρθρο για το Μακεδονικό ζήτημα της Δρ. Αλεξάνδρας Ροζοκόκη, Διευθύντριας Ερευνών στην Ακαδημία Αθηνών, με θέμα:

«Η Μακεδονία και η παραποίησή της από τους Σκοπιανούς».

 

Γενάρχης και επώνυμος ήρωας των Μακεδόνων ήταν ο Μακεδών. Σύμφωνα με τον Ησίοδο (απ. 7 M.- W.) ο Μακεδών ήταν γιος του Δία και της κόρης του Δευκαλίωνα Θυίας, αδελφός του Μάγνητα, επώνυμου της Μαγνησίας. Στενότατος συγγενής του Μακεδόνα (θείος ή παππούς) ήταν ο Έλλην, επώνυμος των Ελλήνων· πρώτα ξαδέλφια ή θείοι του Μακεδόνα ήταν οι γιοι του Έλληνα: Αίολος, Δώρος και Ξούθος (= ο πατέρας του Ίωνα), οι οποίοι υπήρξαν πρόγονοι των τριών μεγάλων αρχαιοελληνικών φύλων, δηλ. των Αιολέων, Δωριέων και Ιώνων αντίστοιχα (Ησίοδ. απ. 9 M.-W., Θουκ. 1.3.2, Σχόλ. εις Πίνδ. Ολ. 9.68).

Ως γιοι του Μακεδόνα μαρτυρούνται μεταξύ άλλων ο Πίερος, ο Άμαθος κι ο Ευρωπός, επώνυμοι των μακεδονικών πόλεων/περιοχών της Πιερίας, Ημαθίας κι Ευρωπού (Σχόλ. εις Όμ. Ιλ. Ξ 226, Στέφ. Βυζ. λ. Ευρωπός).

Η μακεδονική ήταν μία από τις βορειοδυτικές αρχαίες ελληνικές διαλέκτους, κυρίως δωρικού χαρακτήρα και με κάποια θεσσαλικά στοιχεία. Κατά τα τέλη του 5ου/αρχές του 4ου αι. π.Χ. ορίστηκε η αττική διάλεκτος ως επίσημη γλώσσα του μακεδονικού βασιλείου. Λόγω γειτνίασης με μη ελληνικά φύλα παρεισέφρησαν στη μακεδονική ιλλυρικά, θρακικά, κ.ά. στοιχεία.

Κοιτίδα των Μακεδόνων θεωρείται η περιοχή βόρεια κι ανατολικά του Ολύμπου. Με αφετηρία την πρωτεύουσά τους Αιγές άρχισαν από τον 7ο αι. π.Χ. και μετά να εξαπλώνονται ώσπου τον 4ο αι. π.Χ. το καθαυτό μακεδονικό κράτος εκτεινόταν από την Οχρίδα μέχρι τον Νέστο και βόρεια του Κουμάνοβο μέχρι τον Πλαταμώνα.

Έχει υποστηριχθεί ελληνική ρίζα για το εθνικό όνομα Μακεδόνες λόγω συγγένειας με το επίθετο μακεδνός = «μακρύς, ψηλός» (πρβλ. μήκ-ος, μάκ-ρος). Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (1.56, 8.43) οι Δωριείς ήταν ανέκαθεν ελληνικό φύλο· αρχικά κατοικούσαν στη Φθιώτιδα με βασιλιά τον Δευκαλίωνα, αργότερα εγκαταστάθηκαν μεταξύ Όσσας και Ολύμπου με βασιλιά τον γιο τού Έλληνα Δώρο, και τέλος στην Πίνδο όπου έλαβαν την επωνυμία Μακεδνοί. Από την Πίνδο οι Δωριείς μετακινήθηκαν πάλι προς τα κάτω: εγκαταστάθηκαν μεταξύ Οίτης και Παρνασσού, τέλος στην Πελοπόννησο. Με βάση τα παραπάνω, Μακεδνοί /Μακεδόνες σημαίνει είτε «υψηλόσωμοι» είτε «κάτοικοι των υψηλών/ορεινών περιοχών». Δύο άλλα ισότιμα ονόματα για Μακεδονία, Μακεδών είναι αντίστοιχα Μακετία και Μακέτης, τα οποία προτιμούσαν να χρησιμοποιούν οι Ρωμαίοι ποιητές των αυτοκρατορικών χρόνων προκειμένου να επιδεικνύουν την υψηλή μόρφωσή τους.

Όλοι οι Μακεδόνες βασιλείς περ. από τα μέσα του 7ου αι. π.Χ. μέχρι την κατάκτηση της χώρας από τους Ρωμαίους (168 π.Χ.) ήταν Έλληνες. Πιο συγκεκριμένα: η δυναστεία των Αργεαδών που βασίλευσε από τ’ αρχαϊκά χρόνια μέχρι το 310 π.Χ., διεκδικούσε καταγωγή από τους Τημενίδες του πελοποννησιακού Άργους (υπενθυμίζω ότι οι Τημενίδες ήταν απόγονοι του Ηρακλή, Ηρόδ. 8.137-9, Θουκ. 2.99). Στη δυναστεία των Αργεαδών ανήκει ο Φίλιππος Β΄ κι ο γιος του Αλέξανδρος Γ΄, ο οποίος από την πλευρά της μητέρας του Ολυμπιάδας είχε καταγωγή από τον Αιγινήτη ήρωα Αιακό. Επομένως ο Μ. Αλέξανδρος μπορούσε να καυχηθεί ότι από τον πατέρα του ήταν απόγονος του Ηρακλή και από τη μητέρα του απόγονος του Αχιλλέα. Μετά τους Αργεάδες η εξουσία πέρασε για σύντομο διάστημα στους Αντιπατρίδες κι εν συνεχεία για μεγαλύτερο διάστημα στους Αντιγονίδες. Εάν πιστέψουμε τον μύθο ότι ιδρυτής του βασιλικού οίκου της Μακεδονίας υπήρξε ο Τημενίδης Κάρανος (Διόδ. Σικ. 7.15-7, Σχόλ. εις Κλήμ. Προτρ. 2.11), τότε η χρονική αφετηρία για τη δυναστεία των Αργεαδών μετατίθεται έναν αιώνα πιο πίσω, δηλ. περ. τον 8ο αι. π.Χ. Οι αριστοκράτες που πλαισίωναν τη βασιλική οικογένεια, οι σύμβουλοι/εταίροι, κ.λπ. ήταν επίσης ελληνικής καταγωγής. Οι Μακεδόνες ηγέτες ήταν πρωτίστως βασιλείς των Ελλήνων Μακεδόνων. Καθώς όμως το βασίλειο της Μακεδονίας εξαπλωνόταν, ενσωμάτωνε είτε με τη βία είτε με τη διπλωματία και μη ελληνικά έθνη.

Οι Μακεδόνες βασιλείς προσκαλούσαν Έλληνες ποιητές, φιλοσόφους ή καλλιτέχνες για τόνωση του πολιτισμού· γνωρίζουμε π.χ. ότι ο τραγικός Ευριπίδης κι ο ζωγράφος Ζεύξης προσκλήθηκαν στην Πέλλα ενώ ο Αριστοτέλης υπηρέτησε ως παιδαγωγός του νεαρού Αλεξάνδρου. Με τις κατακτήσεις του ο Μ. Αλέξανδρος διέδωσε τον ελληνικό πολιτισμό και την ελληνική γλώσσα. Ο Πλούταρχος μαρτυρεί ότι ο Αλέξανδρος επέλεξε 30.000 αγόρια Περσών για να μάθουν να μιλούν ελληνικά και να χρησιμοποιούν τα μακεδονικά όπλα (Αλέξ. 47.3). Ο Αρριανός λέει ότι μετά την Ινδία κάθε τμήμα πεζικού απετελείτο από 4 Μακεδόνες και 12 Πέρσες (Ανάβ. 7.23.3-4).

 

Ο Μέγας Αλέξανδρος νικά το Δαρείο στη μάχη της Ισσού. Ψηφιδωτή διακόσμηση στο πάτωμα της «exedra» της οικίας του Πάν στην Πομπηία. Εθνικό Μουσείο Νεάπολης. Επιλογή εικόνας: Αργολική Βιβλιοθήκη.

 

Η Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (Π.Γ.Δ.Μ.) βρίσκεται στην περιοχή η οποία ονομαζόταν κατά την αρχαιότητα Παιονία. Πρώτος ο Όμηρος αναφέρει τους Παίονες στην Ιλιάδα, παρουσιάζοντάς τους ως συμμάχους των Τρώων (Β 848-50). Οι αρχηγοί των Παιόνων, Πυραίχμης και Αστεροπαίος, φέρουν ελληνικά ή εξελληνισμένα ονόματα. Όταν ο Πάτροκλος σκοτώνει τον Πυραίχμη και ο Αχιλλέας τον Αστεροπαίο, οι υπόλοιποι Παίονες, βλέποντας τους αρχηγούς τους νεκρούς, πανικοβάλλονται και το βάζουν στα πόδια (Π 284-93, Φ 179-82, 200-11). Αξίζει να σταθούμε για λίγο στη σκηνή μονομαχίας μεταξύ Αχιλλέα και Αστεροπαίου (Φ 139 κ.ε.): προτού αναμετρηθούν, ο Αχιλλέας εντυπωσιασμένος από την τόλμη του αντιπάλου να σταθεί απέναντί του και να πολεμήσει, τον ρωτά ποιος είναι κι από πού κατάγεται. Ο Αστεροπαίος απαντά με θάρρος και υπερηφάνεια ότι κατάγεται από τον Αξιό, πλατύ ποτάμι που κυλά τα πανέμορφα νερά του πάνω στη γη. Ο Αστεροπαίος ήταν επιδέξιος να εκσφενδονίζει δόρατα και με τα δύο χέρια. Το πρώτο δόρυ που ρίχνει, προσκρούει πάνω στην ασπίδα του Αχιλλέα· το δεύτερο, προτού πέσει στη γη γρατσουνίζει τον πήχυ του δεξιού χεριού του Αχιλλέα. Ενώ κυλά το αίμα από την πληγή, ο Αχιλλέας εκσφενδονίζει το δικό του δόρυ αλλ’ αστοχεί· ακολούθως ορμά με το σπαθί και σκοτώνει τον αντίπαλο. Καθώς αφαιρεί τα όπλα από τον νεκρό Αστεροπαίο, ο Αχιλλέας καυχιέται: «Έτσι να κείσαι· είναι δύσκολο να τα βάζει κανείς με τους απογόνους του Δία, κι ας είναι απόγονος ποταμού. Έλεγες ότι η γενιά σου κρατά από πλατύ ποτάμι. Όμως εγώ καυχιέμαι ότι η δική μου κρατά απ’ τον μεγάλο Δία. Με γέννησε άνδρας που βασιλεύει σε πολλούς Μυρμιδόνες, ο Πηλέας, ο γιος του Αιακού· κι ο Αιακός ήταν γιος του Δία. Όσο είναι ο Δίας ισχυρότερος από τα ποτάμια που χύνονται στη θάλασσα, άλλο τόσο πιο ισχυρή είναι η γενιά του Δία απ’ τη γενιά ενός ποταμού».

Οι ίδιοι οι Παίονες ισχυρίζονταν ότι ήταν άποικοι των Τευκρών οι οποίοι είχαν έλθει από την Τροία (Ηρόδ. 5.13)· γι’ αυτό στον τρωικό πόλεμο βοήθησαν τους Τρώες. Νεώτεροι μελετητές κατατάσσουν τους Παίονες σε λαό ιλλυρικής ή θρακο-ιλλυρικής καταγωγής. Σύμφωνα μ’ έναν μύθο που παραδίδει ο Παυσανίας (5.1,4-5,8) ο Παίων ήταν μαζί με τον Επειό και τον Αιτωλό γιοι του Ενδυμίωνα. Όταν ο πατέρας τους θέλησε να κληροδοτήσει το βασίλειό του, υπέβαλε τους γιους του σε αγώνα δρόμου. Νικητής ανεδείχθη ο Επειός ο οποίος έλαβε το βασίλειο της Ήλιδας. Στενοχωρημένος ο Παίων σηκώθηκε κι έφυγε όσο πιο βόρεια μπορούσε ώσπου εγκαταστάθηκε στη χώρα πέρα από τον Αξιό, δίνοντας τ’ όνομά του σ’ αυτήν. Ο Αιτωλός έμεινε αρχικά στην Ήλιδα, αργότερα όμως μετά τη διάπραξη ενός ακούσιου φόνου αναγκάστηκε να ξενιτευθεί στην περιοχή όπου έδωσε τ’ όνομά του, δηλ. στην Αιτωλία. Ο παραπάνω μύθος υποδεικνύει εγκατάσταση Ελλήνων σε παιονικές περιοχές.

Οι Παίονες επεδίωκαν πάντοτε να κατέχουν μέρη της παραλιακής Μακεδονίας· επομένως οι Αργεάδες για να επεκτείνουν το κράτος τους ήταν υποχρεωμένοι να τους εκδιώκουν όσο γινόταν βορειότερα, πέρα στα βουνά. Ο Στράβων (7 απ. 20, 23a) μαρτυρεί την εκ θεμελίων καταστροφή της παιονικής Αμυδώνας (σημ. Αξιοχώρι) από τους Αργεάδες. Το 356 π.Χ. ο Φίλιππος μ’ αιφνιδιαστική επίθεση διέλυσε συνασπισμό Παιόνων, Ιλλυριών και Θρακών αναγκάζοντάς τους σε υποταγή (Διόδ. 16.22.3). Ο Δημοσθένης (1.23) περιγράφει τη θέση των Παιόνων και Ιλλυριέων ως υποδούλων στο κράτος του Φιλίππου ο οποίος (σύμφωνα με τον Αθηναίο ρήτορα) είχε τη φήμη σκληρού δυνάστη. Στο εκστρατευτικό σώμα του Μ. Αλεξάνδρου οι Παίονες συμμετείχαν υποχρεωτικά με μια ομάδα ιππικού (Αρριαν. Ανάβ. 1.14.1, 2.9.2). Ο Πλούταρχος (Αλέξ. 39) μνημονεύει το εξής περιστατικό για ν’ αποδείξει τη γενναιοδωρία και φιλοφροσύνη που έδειχνε ο Αλέξανδρος σ’ όσους πολεμούσαν γι’ αυτόν. Όταν ο βασιλιάς των Παιόνων σκότωσε έναν εχθρό, έκοψε το κεφάλι του και το έδειξε στον Αλέξανδρο με τα εξής λόγια: «Αυτό, βασιλιά, στη χώρα μου αμείβεται με χρυσό κύπελλο». Τότε ο Αλέξανδρος γέλασε και του είπε: «Σίγουρα άδειο· όμως εγώ θα σου χαρίσω ένα τέτοιο κύπελλο γεμάτο από ανόθευτο οίνο, κάνοντας πρόποση στην υγειά σου». Την εποχή των Διαδόχων κι Επιγόνων η Παιονία εξακολουθούσε να προβληματίζει τους Μακεδόνες βασιλείς οι οποίοι για να έχουν διαφυλαγμένα τα βόρεια σύνορά τους από εχθρικές επιδρομές, είτε ενσωμάτωναν τη χώρα ή νότια τμήματά της στο κράτος τους (περ. 227 π.Χ.) είτε καταλάμβαναν μεγάλες παιονικές πόλεις (217 π.Χ., Πολύβ. 5.97). Τέλος, σε κρίσιμες μάχες των Μακεδόνων εναντίον των Ρωμαίων συμμετείχαν Θράκες, μισθοφόροι και Παίονες στον μακεδονικό στρατό (171 π.Χ., Πλούτ. Αιμ. 18.3, Λίβ. 42.51). Από τα παραπάνω συνάγεται ότι οι σχέσεις μεταξύ Μακεδόνων και Παιόνων ήταν κυρίως εχθρικές· όσες φορές συμπορεύθηκαν το επέβαλε κάποια ανάγκη (υποταγή ή αντιμετώπιση κοινού κινδύνου). Καθ’ όλη τη διάρκεια της αρχαιότητας οι Παίονες ουδέποτε άλλαξαν το εθνικό όνομά τους μ’ αυτό των Μακεδόνων. Οι αρχαίοι ιστορικοί (Ηρόδοτος, Θουκυδίδης, Ξενοφών, Πολύβιος, Λίβιος, κ.ά.π.) τους αποκαλούν αμετάβλητα Παίονες και τους ξεχωρίζουν από τους Μακεδόνες.

Στις μέρες μας ο όρος Μακεδονία καλύπτει μια φυσική γεωγραφική περιοχή των Βαλκανίων, από την οποία η μισή περίπου έκταση ανήκει στην Ελλάδα ενώ η υπόλοιπη μισή έχει μοιραστεί μεταξύ Π.Γ.Δ.Μ., Βουλγαρίας και Αλβανίας. Με το να προπαγανδίζει η Π.Γ.Δ.Μ. ως όνομα του κράτους της τη φράση «Δημοκρατία της Μακεδονίας», ουσιαστικά ανάγει έναν γεωγραφικό όρο σε εθνικό. Όταν ο νυν Υπουργός Εξωτερικών της Π.Γ.Δ.Μ. διακηρύττει ότι είναι «Μακεδόνας» και ότι μιλά τη «μακεδονική» η οποία αποτελεί μέρος των σλαβικών γλωσσών, τότε εδώ διαπράττεται μεγάλο λάθος και ριζική αλλοίωση. Και είναι πραγματικά λυπηρό το γεγονός πόσο έχει εξαπλωθεί αυτό το λάθος αφού αρκετές χώρες στον πλανήτη έχουν αναγνωρίσει την Π.Γ.Δ.Μ. ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας»!

Απ’ όσα έχουν προαναφερθεί, οι λέξεις Μακεδών, Μακεδόνες, Μακεδονία, μακεδονικός φέρουν μια ιστορία που ανάγεται μέχρι τον 8ο αι. π.Χ. και σαφώς πλάστηκαν από Έλληνες για Έλληνες. Η μακεδονική ως αρχαία ελληνική διάλεκτος ουδόλως μπορεί να συσχετιστεί με τις σλαβικές γλώσσες (υπενθυμίζω ότι η επίσημη γλώσσα της Π.Γ.Δ.Μ. είναι σλαβική, συγγενής προς τη βουλγαρική). Οι σλαβικής καταγωγής κάτοικοι της Π.Γ.Δ.Μ. προπαγανδίζουν την καταγωγή τους από την αρχαία Μακεδονία, οικειοποιούνται σύμβολα όπως τον Ήλιο της Βεργίνας και βασιλείς όπως τον Φίλιππο ή τον Αλέξανδρο. Μόνο που οι αρχαίοι Μακεδόνες βασιλείς ήταν Έλληνες· η δε συμπεριφορά τους προς μη ελληνικά έθνη που είχαν προσαρτήσει στο κράτος τους, ήταν αυτή του ηγεμόνα προς υποτελείς.

Η αρχή του προβλήματος βρίσκεται σ’ ενέργειες που διέπραξε ο στρατάρχης Τίτο την επαύριο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, όταν διαχώρισε από τη Σερβία την περιοχή που από το 1929 ονομαζόταν Vardar Banovina (= Επαρχία του Βαρδάρη, σημ. Π.Γ.Δ.Μ.) και την προβίβασε σε μία από τις έξι σοσιαλιστικές δημοκρατίες που αποτέλεσαν το ομόσπονδο γιουγκοσλαβικό κράτος. Ο Τίτο μετονόμασε τη Vardar Banovina αρχικά σε «Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας» κι αργότερα σε «Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας». Μ’ αυτές τις ενέργειες ήθελε να δημιουργήσει προϋποθέσεις για να μπορεί η Γιουγκοσλαβία να εγείρει εδαφικές αξιώσεις στην ελληνική Μακεδονία και ν’ αποκτήσει την πολυπόθητη έξοδο στο Αιγαίο. Οι βλέψεις του Τίτο αποκαλύφτηκαν όταν ο ίδιος ανήγγειλε δημόσια το 1944 ότι στόχος του ήταν «να επανενώσει όλα τα τμήματα της Μακεδονίας που διασπάστηκαν το 1912 και 1913 από βαλκάνιους ιμπεριαλιστές».

Τον Δεκέμβριο του 1944 ο τότε Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών Edward R. Stettinius σε τηλεγράφημά του προς διπλωματικούς και προξενικούς αξιωματούχους των ΗΠΑ έγραφε: «η (αμερικανική) Κυβέρνηση θεωρεί ότι αναφορές του τύπου “μακεδονικό έθνος”, “μακεδονική Πατρίδα”, “μακεδονική εθνική συνείδηση” αποτελούν αδικαιολόγητη δημαγωγία που δεν αντιπροσωπεύει καμία εθνική ή πολιτική πραγματικότητα και βλέπει σ’ αυτές την αναγέννηση ενός πιθανού μανδύα που υποκρύπτει επιθετικές βλέψεις εναντίον της Ελλάδας». Απομένει να δειχθεί ότι οι ΗΠΑ παραμένουν σταθερές στη θέση που εξέφρασε ο Stettinius. Η Ελλάδα προσχώρησε στο ΝΑΤΟ το 1952 και συνεχώς αποδεικνύει πόσο φίλη και σύμμαχος χώρα των ΗΠΑ είναι.

Ο πληθυσμός της Π.Γ.Δ.Μ. αποτελείται περίπου από 1.300.000 Σλάβους, 510.000 Αλβανούς, 78.000 Τούρκους, 54.000 Ρομά, 36.000 Σέρβους, 17.000 Βόσνιους, 9.500 Βλάχους, κ.ά. Αναρωτιέμαι πόσοι από τους παραπάνω αισθάνονται πραγματικά ότι τους αντιπροσωπεύει η φράση «Δημοκρατία της Μακεδονίας» ως επίσημη ονομασία του κράτους στο οποίο ζουν κι εργάζονται. Κατά πόσον οι μειονότητες της χώρας αποδέχονται ως εθνικό σύμβολο τη σημερινή επίσημη σημαία η οποία αποτελεί ακαλαίσθητη μίμηση του Ήλιου της Βεργίνας· τα έντονα χρώματά της λειτουργούν επιθετικά, ενώ ο τρόπος με τον οποίο εξακτινώνονται οι οκτώ πλατιές ακτίνες του ήλιου υποδηλώνουν ιμπεριαλιστικές διαθέσεις.

Είναι ωραία τα έργα που απορρέουν από μια καλή γειτονία! Η οικονομική παρουσία της Ελλάδας στην Π.Γ.Δ.Μ. θεωρείται σημαντική καθώς έχει συμβάλει ουσιαστικά στην ανάπτυξη της γειτονικής χώρας με δημιουργία θέσεων εργασίας, κατασκευή υποδομών, κ.ά. Όμως, φιλικές σχέσεις και αγαστή συνεργασία δεν μπορούν να οικοδομηθούν όταν ένας εκ των γειτόνων επιμένει να υποδύεται μια ξένη εθνική ταυτότητα που ουδόλως τού ανήκει. Με λογής-λογής καπηλείες και παραχαράξεις δεν κτίζονται γερές συνεργασίες. Όπως η Ελλάδα έχει τη Μακεδονία ως περιφέρεια (Κεντρική, Δυτική και Ανατολική), όπως η Βουλγαρία έχει τη Μακεδονία του Πιρίν επίσης ως περιφέρεια, έτσι και οι γείτονες κάτοικοι της Π.Γ.Δ.Μ., για λόγους καθαρά γεωγραφικούς, μπορούν να ονομάσουν έναν δήμο ή μία περιφέρεια του κράτους τους σε παιονική/μακεδονική. Περισσότερα δεν δικαιούνται.

 

Αλεξάνδρα Ροζοκόκη

Διευθύντρια Ερευνών στην Ακαδημία Αθηνών

* Οι επισημάνσεις στο κείμενο έγιναν από την Αργολική Βιβλιοθήκη

Σχετικά θέματα:

 


Ομιλία στο Δαναό με θέμα: «Πλευρές της Ελληνικής Επανάστασης που διαμόρφωσαν το μέλλον του Νεότερου Ελληνισμού»

$
0
0

Ομιλία στο Δαναό με θέμα: «Πλευρές της Ελληνικής Επανάστασης που διαμόρφωσαν το μέλλον του Νεότερου Ελληνισμού»


 

Στα πλαίσια του προγράμματος Διαλέξεων και Συζητήσεων της χειμερινής περιόδου, ο Σύλλογος Αργείων «Ο Δαναός» συνεχίζει τις μετακλήσεις σημαντικών και διακεκριμένων  προσωπικοτήτων, προκειμένου να προσφέρει στους Αργείους την ευκαιρία επικοινωνίας με θέματα που αφορούν στον άνθρωπο και τις πνευματικές του αναζητήσεις.

Την Κυριακή  18 Μαρτίου 2018, και  ώρα 7.30   μ.μ. στην αίθουσα διαλέξεων του Συλλόγου Αργείων «ο Δαναός» Αγγελή Μπόμπου 8, στο Άργος,  θα μιλήσει:

 

η κ. Μαρία Ευθυμίου

Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Ιστορίας Πανεπιστημίου Αθηνών,

με θέμα: «Πλευρές της Ελληνικής Επανάστασης που διαμόρφωσαν το μέλλον του Νεότερου Ελληνισμού».

 

Θα ακολουθήσει συζήτηση.

 

Μαρία Ευθυμίου


 

Γεννήθηκε στη Λάρισα. Σπούδασε στο Τμήμα Ιστορίας  και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών  (ΕΚΠΑ).   Ολοκλήρωσε τους κύκλους των μεταπτυχιακών της σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης, στο Παρίσι. Έχει διδαχθεί επτά ξένες γλώσσες.

Η ιστορικός Μαρία Ευθυμίου.

Από το 1981 ανήκει στο διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό του ΕΚΠΑ. Στην παρούσα φάση, κατέχει τον τίτλο της Αναπληρώτριας Καθηγήτριας. Από τη θέση αυτή, έχει διδάξει, επί 36 χρόνια, χιλιάδες φοιτητές, και εποπτεύσει δεκάδες σεμιναριακές και μεταπτυχιακές εργασίες και διδακτορικά. Έχει εκπροσωπήσει την Ελλάδα σε επιτροπές ιστορίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχει παρουσιάσει επιστημονικές ανακοινώσεις σε πολυάριθμα διεθνή συνέδρια Ιστορίας. Έχει μετάσχει σε πολλές ατομικές και ομαδικές εκπαιδευτικές δράσεις σε επίπεδο δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Έχει συμμετάσχει στο εγχείρημα του Mathesis, των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης, με έξι ενότητες ελληνικής και παγκόσμιας ιστορίας ( mathesis.cup.gr).

Κατά την ενδεκαετία 2006-2017, δίδαξε στο ευρύ κοινό – δωρεάν, σχεδόν καθημερινά, σε εσπερινή βάση, επί περίπου 2.300 ώρες – σε ολόκληρη την Ελλάδα (σε δήμους, βιβλιοθήκες, σχολεία, πολιτιστικά κέντρα, καθώς και σε φυλακές και κέντρα απεξάρτησης), κύκλους Παγκόσμιας και Ελληνικής Ιστορίας. Τα μαθήματα αυτά παρακολούθησαν δεκάδες χιλιάδες άτομα. Την άνοιξη του 2016 – στο πλαίσιο συνεργασίας του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών και του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών – δίδαξε στο Μέγαρο έναν κύκλο 19 τρίωρων μαθημάτων παγκόσμιας Ιστορίας. Τα μαθήματα αυτά βρίσκονται ηλεκτρονικά αποθηκευμένα στη θέση Blod.gr Μαρία Ευθυμίου.

Έχει συγγράψει και επιμεληθεί τρία βιβλία Ιστορίας, ενώ έχουν δημοσιευθεί σε συλλογικούς τόμους, περιοδικά Ιστορίας, πρακτικά συνεδρίων Ιστορίας και ένθετα Ιστορίας περί τις εβδομήντα μελέτες, επιστημονικές συμβολές και άρθρα της.

Ο ημερήσιος τύπος έχει, κατά καιρούς φιλοξενήσει παρεμβάσεις και τοποθετήσεις της σε σχέση με θέματα πανεπιστημιακά και κοινωνικά. Έχει αποδώσει στα ελληνικά ποιήματά της  Raquel Angel- Nagler, σε τέσσερα βιβλία ποίησης που έχουν εκδοθεί από τις εκδόσεις Σιμίλη. Κατά το έτος 2013 τιμήθηκε με  το «Βραβείο Εξαίρετης Πανεπιστημιακής Διδασκαλίας εις μνήμην Β. Ξανθόπουλου- Στ. Πνευματικού».

Είναι μητέρα δύο υπέροχων γιών, του Γιωργή και του Ρήγα Χατζηλάκου, και γιαγιά της Μάγιας και της ΄Ελενας. Είχε την ευλογία να είναι θυγατέρα δύο ακέραιων ανθρώπων, της Χριστίνας και του Δημήτρη Ευθυμίου, αδελφή ενός αγαπημένου αδελφού, του Πέτρου, μαθήτρια ενός σπουδαίου πανεπιστημιακού δασκάλου και ιστορικού, του Βασ. Βλ. Σφυρόερα.

Τέλος, έχει την τιμή να συγκαταλέγεται στον κύκλο των φίλων δεκάδων ζεστών, ουσιαστικών, αυθεντικών, ταλαντούχων, δημιουργικών, δοτικών και φωτεινών ανθρώπων- φίλων, συγγενών, συνορειβατών, συγκωπηλατών, συγχορευτών, συντραγουδιστών, συνοραματιστών, συν-συζητητών, συναδέλφων.

Κιβέρι – Μύλοι – Σκαφιδάκι

$
0
0

Κιβέρι – Μύλοι – Σκαφιδάκι


 

Κατά τη Β’ Βενετοκρατία στην Πελοπόννησο οι κυρίαρχοι της χώρας για να υποβοηθήσουν την πολιτική διαχείριση της κτήσης τους και συγχρόνως να καταστήσουν αποδοτικότερη την οικονομική εκμετάλλευση του τόπου, επιχείρησαν επανειλημμένες γενικές απογραφές του πληθυσμού της. Γνωρίζουμε ότι πραγματοποίησαν τέσσερις τουλάχιστον απογραφές [1] και η πιο πετυχημένη από αυτές υπήρξε εκείνη που έφερε σε πέρας το 1700 ο Γενικός Προνοητής Πελοποννήσου (Provveditor General dell’ Armi in Regno di Morea) Φραγκίσκος Grimani.

H απογραφή αυτή, που συγκέντρωσε τα δημογραφικά στοιχεία όλων των οικισμών της Πελοποννήσου – εκτός ίσως από ελάχιστες περιπτώσεις – απόκειται στο Κρατικό Αρχείο της Βενετίας και δημοσιεύτηκε από τον Βασίλη Παναγιωτόπουλο στο σημαντικότατο βιβλίο του Πληθυσμός και οικισμοί της Πελοποννήσου 13ος-18ος αιώνας [2]. Ο συγγραφέας του έργου, εξετάζοντας ανάμεσα στα άλλα τη διοικητική διαίρεση της Πελοποννήσου στα τέλη του 17ου αιώνα και μάλιστα σε συσχετισμό με τα στοιχεία της απογραφής του 1700, παρατήρησε [3] ότι το χωριό Κιβέρι και η εδαφική περιοχή του, που κανονικά θα έπρεπε να περιλαμβάνεται στην επαρχία ή territorio – εφεξής τεριτόριο – του Άργους, φερόταν στην απογραφή να ανήκει στο τεριτόριο του Ναυπλίου, παρόλο που βρισκόταν απέναντι από αυτό, δηλαδή στην άλλη πλευρά του αργολικού κόλπου και έτσι δεν υπήρχε εδαφική επαφή και συνέχεια μεταξύ των δύο περιοχών – του Ναυπλίου και του Κιβερίου – αφού ανάμεσά τους παρεμβαλλόταν εκείνη του Άρ­γους.

Ο Παναγιωτόπουλος θεώρησε ότι το γεγονός αυτό αποτελούσε εξαίρεση στον κανόνα της εδαφικής συνέχειας σε κάθε τεριτόριο, την οποία, όπως γράφει, είχαν καθιερώσει οι Βενετοί στη διοικητική οργάνωση της νέας τους κτήσης [4]. Διατύπωσε μάλιστα την άποψη πως δεν γνωρίζουμε από πότε χρονολογείται το γεγονός και ότι πρέπει «να ανάγεται σε ένα μακρινό παρελθόν, που μόνο η εξακρίβωση της ιστορίας του θα μπορούσε να μας φωτίσει». Ο Παναγιωτόπουλος πιστεύει ότι δεν έχουμε να κάνουμε με κάποιο σύγχρονο της απογραφής θύλακο φεουδαλικού χαρακτήρα  – σωστά βέβαια αφού βρισκόμαστε στις αρχές του 18ου αιώνα – χωρίς να αποκλείει τη σύνδεση του γεγονότος με την Α’ Τουρκοκρατία, ενώ θεωρεί επίσης πολύ πιθανό να έχει σχέση με τη Φραγκοκρατία, οπότε θα ήταν προφανής η φεουδαλική του προέλευση.

Πέρα όμως από τις υποθέσεις αυτές, που δεν δίνουν απάντηση στο ζήτημα, ο ίδιος πρότεινε μία καταρχήν ερμηνεία γράφοντας ότι: «η μικρή αυτή περιοχή, το Κιβέρι, πλούσια σε χειμάρρους που κινούσαν ένα σημαντικό αριθμό αλευρόμυλων, θεωρείτο ζωτική για τον ανεφοδιασμό του Ναυπλίου, της πρωτεύουσας της χώρας, και γι’ αυτό ήταν προσαρτημένη στο δικό τον territorio» [5].

Η ερμηνεία αυτή δεν μας φαίνεται αρκετά πειστική, επειδή δεν νομίζουμε ότι η χρησιμότητα των μύλων θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα τη διοικητική απόσπαση μιας εδαφικής περιοχής – εν προκειμένω του Κιβερίου – από ένα τεριτόριο και την προσάρτησή της σε άλλο. Η χρησιμοποίηση της περιοχής αυτής και των μύλων της, έστω και με τρόπο αποκλειστικό, ήταν δυνατόν να επιτευ­χθεί απρόσκοπτα και χωρίς να ληφθούν ιδιαίτερα διοικητικά μέτρα από την ανώτατη διοίκηση της Πελοποννήσου, που είχε την έδρα της στο πλησιέστατο Ναύπλιο. Σε κάτι τέτοιο θα υποβοηθούσε μάλιστα και το γεγονός ότι στο Άργος και την περιοχή του, την ίδια εποχή (γύρω στα 1700), λειτουργούσαν τριάντα αλευρόμυλοι (οι περισσότεροι από αυτούς στο Κεφαλάρι), που θα μπορούσαν να καλύψουν άνετα τις ανάγκες σε αλεσμένα σιτηρά ολόκληρης της επαρχίας του Άργους, έναντι των εννέα μόλις μύλων της περιοχής του Κιβερίου, που χρησίμευαν για να αλέθουν τα σιτηρά του Ναυπλίου [6].

Ας προσθέσουμε ότι στην άποψή μας συνηγορεί και η έλλειψη σχετικής μαρτυρίας των πηγών, οι οποίες στην πλειονότητά τους δεν αναφέρουν ότι κατά τη Β’ Βενετοκρατία αποσπάστηκε από την επαρχία του Άργους η περιοχή του Κιβερίου και προσαρτήθηκε σ’ εκείνη του Ναυπλίου. Στην πραγματικότητα μόνο η απογραφή Grimani του 1700 υπαινίσσεται ένα τέτοιο γεγονός [7]. Αντίθετα, όλες οι άλλες σύγχρονες μαρτυρίες των πηγών εντάσσουν το Κιβέρι στο τεριτόριο του Άργους: πρώτα-πρώτα στο συνοπτικό κτηματολόγιο (catastico ordinario) του Άργους του 1700, τόσο στο τοπογραφικό του σχεδίασμα (disegno), όσο και στην αναγραφή των οικισμών του, παρουσιάζουν το Κιβέρι να ανήκει στην επαρχία του Άργους [8]. Το ίδιο συμβαίνει και στην απογραφή του 1702-1703 των Συνδίκων Εξεταστών στην Ανατολή (Sindici Inquisitori in Levante), στοιχεία της οποίας διασώζονται στη δεύτερη έκδοση του έργου του Pier’ Antonio Pacifico του έτους 1704, [9] προερχόμενα από τον Βενετό τοπογράφο Giust’ Emilio Alberghetti [10]. Ας προσθέσουμε ακόμη ότι το αδημοσίευτο αναλυτικό κτηματο­λόγιο (catastico particolare) του βενετικού τεριτόριου του Ναυπλίου του έτους 1704 κε. δεν περιλαμβάνει σ’ αυτό την περιοχή του Κιβερίου [11]. Εξάλλου, σε δημοσιευμένο έγγραφο από την ίδια περίοδο της Β’ Βενετοκρατίας, που έχει σχέση με την εκκλησιαστική περιουσία της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Πελοπόννησο αναφέρεται και το Κιβέρι Απάνου και Κάτου, χωρίς όμως να διευκρινίζεται ρητά αν ανήκει στο τεριτόριο του Άργους ή του Ναυπλίου. Ωστόσο το έγγραφο αυτό βρίσκεται καταχωρημένο μαζί με τις αναγραφές όλων εκείνων των χωριών που ανήκαν στο τεριτόριο του Άργους [12]. Τέλος, ας σημειώσουμε ότι σε δημοσιευμένο χειρόγραφο της βιβλιοθήκης Querini-Stampalia της Βενετίας, που φαίνεται να έχει και αυτό στενή σχέση με τον τοπογράφο G.E. Alberghetti, υπάρχει έμμεση αναφορά ότι το Κιβέρι ανήκε στην επαρχία του Άργους, αφού επισημαίνεται εκεί ότι στη νοτιότερη περιοχή της πεδιάδας και του τεριτόριου του Άργους υπήρχαν μύλοι ή οι Μύλοι, που αναμφίβολα ήταν εκείνοι του Κιβερίου [13].

Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι όλες σχεδόν οι πηγές της Β’ Βενετοκρατίας εντάσσουν το Κιβέρι στο Άργος και μόνο η γενική απογραφή της Πελοπόν­νησου του 1700 το τοποθετεί στο τεριτόριο του Ναυπλίου, θα πρέπει να δεχτεί κανείς πως αυτή η περιορισμένη έστω ασυμφωνία μας οδηγεί στην άποψη ότι στις αντιλήψεις και τη σκέψη των ανθρώπων που οργάνωσαν και διεκπεραίωσαν την απογραφή Grimani, θα πρέπει να έπαιξαν ρόλο κάποια πραγματικά ιστορικά συμβάντα που τους υποχρέωσαν να θεωρήσουν ως ορθή την ένταξη της περιοχής του Κιβερίου στην επαρχία του Ναυπλίου.

Ποια είναι όμως τα συμβάντα αυτά και σε ποια εποχή αναφέρονται; Για να τα εξιχνιάσουμε, θα πρέπει να μεταφερθούμε χρονολογικά προς τα πίσω και να εξετάσουμε την πολιτική ιστορία της Α’ Βενετοκρατίας γενικότερα στην Πελοπόννησο και ειδικότερα στην περιοχή του Κιβερίου.

Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Εξετάζοντας το σύστημα των κτήσεων της Βενετίας στον πελοποννησιακό χώρο κατά την Α’ Βενετοκρατία, διαπιστώνουμε ότι το Άργος με το Κιβέρι και το Ναύπλιο με το Θερμίσι περιήλθαν το 1388 στους Βενετούς με αγορά από τη Μαρία dEnghien, χήρα του Βενετού ευγενούς Πέτρου Corner. Ωστόσο, το Άργος και το Κιβέρι κυριεύτηκαν από τους Βενετούς οριστικά το 1394, επειδή, μόλις έγιναν γνωστές οι προθέσεις τους να δεχτούν την παραχώρηση της Αργολίδας, ο δεσπότης Θεόδωρος Παλαιολόγος έσπευσε να τα καταλάβει [14]. Φυσικά, τη μεγαλύτερη σημασία και πολιτική βαρύτητα είχε το Ναύπλιο [15] ως σημαντικό λιμάνι, την οποία δεν είχε το μεσόγειο και αγροτικού χαρακτήρα Άργος.

Πραγματικά, το Ναύπλιο στις βενετικές κτήσεις της Αργολίδας ήταν για το βενετικό κράτος σημαντικότατο έρεισμα τόσο από πολιτικής όσο και οικονομικής άποψης. Παράλληλα, όμως, όλες αυτές οι κτήσεις αποτελούσαν μία ενιαία και συνεχόμενη εδαφική περιοχή και έτσι μία επιμέρους μικρότερη περιοχή, όπως εκείνη του Κιβερίου, που βέβαια υπαγόταν στο Άργος και στη διοίκησή του [16], δεν είχε λόγο να αποσπασθεί διοικητικά και να εξαρτηθεί απευθείας από το Ναύπλιο, έστω και για κάποια καίρια χρησιμότητά της. Και τόσο περισσότερο μάλιστα, αφού το Κιβέρι με το κάστρο του (για το οποίο θα αναφερθούμε παρακάτω) ήταν αναγκαίο στη διοίκηση του Άργους, για να καλύπτει και να υπερασπίζεται τη νοτιοδυτική περιοχή του αργολικού κάμπου.

Όλα αυτά, όμως, είχαν κάποια ιδιαίτερη σημασία ως τον πρώτο βενετοτουρκικό πόλεμο του 1463-1479, οπότε οι επιτυχίες των τουρκικών όπλων προκάλεσαν τον ακρωτηριασμό της ενιαίας και αδιάσπαστης ως τότε εδαφικής περιοχής των βενετικών κτήσεων της Αργολίδας. Αυτό το αντιλαμβανόμαστε από τους όρους της συνθήκης ειρήνης του 1479 μεταξύ των δύο εμπολέμων, καθώς και από τις επιμέρους διορθωτικές ρυθμίσεις που ακολούθησαν στα αμέσως επόμενα χρόνια μεταξύ Βενετών και Τούρκων. Το Άργος περιήλθε στους Τούρκους και χαράχτηκαν τα σύνορα των εδαφικών περιοχών του τουρκοκρατούμενου Άργους και του βενετοκρατούμενου Ναυπλίου με τη διανομή ανάμεσά τους του αργολικού κάμπου, [17] ενώ αναγνωρίστηκε στους Βενετούς η κυριότητα του Ναυπλίου και παράλληλα σε αντιστάθμισμα της απώλειας του Άργους, αποδόθηκαν σ’ αυτούς ή παρέμειναν στα χέρια τους άλλες μικρότερες περιοχές στην Αργολίδα και την Ερμιονίδα που διέθεταν μικρά φρούρια, ακέραια ή κατεστραμμένα. Έτσι συνεχίστηκε η κυριαρχία της Βενετίας στο Θερμίσι, στο Καστρί και στο Κιβέρι [18]. Εδώ θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι το Θερμίσι είχε κάστρο και παρόμοια το κοντινό του Καστρί, όπως επίσης και το Κιβέρι, που βέβαια δεν συνέπιπτε με τον σημερινό ομώνυμο οικισμό, αλλά ούτε και με το Πάνω ή το Κάτω Κιβέρι της Β’ Βενετοκρατίας.

 

Τμήμα χάρτη της Αργολιδοκορινθίας του Αντώνη Μηλιαράκη,1886.

 

Πραγματικά, το μεσαιωνικό κάστρο του Κιβερίου και κάποιος οικισμός γύρω από αυτό, όπως μαρτυρούν τα ερείπια του, [19] βρίσκονταν πάνω στον επιβλητικό βραχώδη λόφο ύψους 179 μέτρων, που δεσπόζει στην περιοχή της αρχαίας Λέρνας [20]. Σ’ αυτήν την περιοχή τα νεότερα χρόνια αναπτύχθηκε ο οικισμός των Μύλων με τα άφθονα αναβλύζοντα νερά, που κινούσαν τους υπάρχοντες εκεί νερόμυλους, ενώ παράλληλα τροφοδοτούσαν από την αρχαιότητα και τα έλη της Λέρνας [21]. Το κάστρο που κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας είχε το όνομα Chaméres ή Chamires, [22] κάποια χρονική στιγμή καταστράφηκε [23] και ο οικισμός μετακινήθηκε νοτιότερα προς την παράλια πεδιάδα, η οποία εκτείνεται ανάμεσα στους Μύλους και το σημερινό Κιβέρι. Ο νέος αυτός οικισμός, όπως και η πεδιάδα, τέθηκαν υπό τον έλεγχο Τούρκου αξιωματούχου ή γαιοκτήμονα, όπως μας επιτρέπει να υποθέσουμε η ύπαρξη ερειπίων πύργου τουρκικής κατασκευής που διασώζονται πάνω σε χαμηλό λόφο ύψους 74 μέτρων και σε απόσταση πεντακοσίων περίπου μέτρων νότια από το κάστρο του Κιβερίου [24]. Ωστόσο, κατά την περίοδο της Α’ Τουρκοκρατίας έχουμε και μία δεύτερη (και τελευταία ;) μετατόπιση του Κιβερίου ακόμη νοτιότερα, δηλαδή στο πιο νότιο σημείο της πεδιάδας και στους πρόποδες του βουνού όπου βρίσκεται σήμερα, χωρίς όμως να εξαλειφθεί αμέσως ο προηγούμενος οικισμός. Έτσι, την εποχή της Β’ Βενετοκρατίας συνυπάρχουν οι μεταγενέστεροι οικισμοί που όπως είδαμε στις πηγές αναφέρονται ως Κιβέρι Απάνω και Κάτου ή Civeri Pano-Catu. Η συνύπαρξη αυτή συνεχίζεται ως τους πρώτους μετεπαναστατικούς χρόνους, οπότε έχουμε μαρτυρία σε πηγή του 1830, όπου υπονοείται ότι υπάρχουν δύο «Κιβέρια» [25]. Ωστόσο, προς τα τέλη του 19ου αιώνα ο Αντώνιος Μηλιαράκης θεωρεί ότι ένα από τα δύο έχει παύσει πλέον να υπάρχει και καθορίζει τη θέση του ως «Παλαιοκιβέρι» [26]. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι αυτό δεν είναι άλλο από τον δεύτερο χρονολογικά οικισμό ή Πάνω Κιβέρι της Β’ Βενετοκρατίας, ενώ το Κάτω Κιβέρι συμπίπτει με τον τρίτο οικισμό, δηλαδή το σημερινό παραθαλάσσιο Κιβέρι.

 

Πύργος Κιβερίου ή Πύργος Βασιλοπούλας. Φωτογραφία: Ηλίας Αντωνάκος.
Ο πύργος αυτός ονομάζεται από τους κατοίκους της περιοχής «πύργος της βασιλοπούλας» επειδή κατά την τοπική παράδοση σε παλαιότατα χρόνια ζούσε σ’ αυτόν μία βασιλοπούλα με εξαίρετη ομορφιά (ή κατ’ άλλους με ανυπόφορη ασχήμια), η οποία είχε κατασκευάσει μία υπόγεια δίοδο από τον πύργο της ως τη θάλασσα, για να κατεβαίνει και να κάνει απαρατήρητη το μπάνιο της.

 

Πύργος Κιβερίου ή Πύργος Βασιλοπούλας. Φωτογραφία: Ηλίας Αντωνάκος.

 

Ας επιστρέψουμε, όμως, στα γεγονότα του α’ βενετοτουρκικού πολέμου. Όπως σημειώσαμε, οι Τούρκοι παρέδωσαν στους Βενετούς το 1481 το κάστρο του Κιβερίου που ήταν πια κατεστραμμένο, με τον όρο όμως να μην το επανοικοδομήσουν, αλλά να περιλάβουν στην εδαφική του περιοχή και τους υπάρχοντες εκεί μύλους [27]. Έτσι λοιπόν η περιοχή που περιλάμβανε το κατεστραμμένο κάστρο του Κιβερίου, τους μύλους και ίσως τον μεταφερμένο νοτιότερα του κάστρου οικισμό, αποκόπηκε από το Άργος – του οποίου άλλοτε αποτελούσε σημαντικό εξάρτημα – και κατ’ αυτόν τον τρόπο το Κιβέρι συνδέθηκε αναγκαστικά με το Ναύπλιο και αποτέλεσε από το 1481 τμήμα των εδαφών του. Η εξαρτημένη αυτή σχέση διατηρήθηκε ως τον τρίτο βενετοτουρκικό πόλεμο που άρχισε το 1537 και η εν λόγω περιοχή περιήλθε τελικά στους Τούρκους πριν από το 1540, [28] χρονιά που χάθηκε για τους Βενετούς το Ναύπλιο και η Μονεμβασία. Είναι προφανέστατο ότι αυτό ακριβώς το γεγονός δημιούργησε αργότερα, κατά τη Β’ Βενετοκρατία, την αμφιβολία σ’ εκείνους που διεκπεραίωσαν την απογραφή του 1700 μήπως το Κιβέρι και η εδαφική του περιοχή με τους μύλους έπρεπε να υπαχθεί στο τεριτόριο του Ναυπλίου και όχι του Άργους. [29] Φυσικά η σχετική αμφιβολία παρουσιάζεται μία μόνο φορά, ενώ μετά το 1700, όπως είδαμε, σ’ όλες τις άλλες απογραφές και κτηματογραφήσεις των Βενετών το Κιβέρι παρουσιάζεται χωρίς αμφισβήτηση να ανήκει στο τεριτόριο του Άργους. Ωστόσο, παρόλα αυτά φαίνεται ότι ποτέ δεν εξαλείφτηκε εντελώς από τη συνείδηση των ανθρώπων της Αργολίδας η άποψη ότι το Κιβέρι κατά κάποιο τρόπο ανήκε στο Ναύπλιο. Αυτό οφειλόταν όχι μόνο στην παλαιά άμεση πολιτική εξάρτηση του Κιβερίου από το Ναύπλιο, αλλά και στο γεγονός ότι πάντοτε τα σιτηρά του Ναυπλίου αλέθονταν στους μύλους του Κιβερίου, όπως θα δούμε και παρακάτω. Είναι πολύ ενδεικτικό ότι ως τη σύγχρονή μας εποχή ή τουλάχιστον ως τα τέλη του 19ου αιώνα, αν όχι ως σήμερα, οι μύλοι αυτοί αποκαλούνταν ανεπίσημα «μύλοι τον Ναυπλίου», ενώ «μύλοι του Άργους» ονομάζονταν εκείνοι του Κεφαλαρίου [30].

Σ’ αυτό το σημείο θα θέλαμε να προσθέσουμε και κάποιες άλλες μαρτυρίες από τις πηγές της Β’ Βενετοκρατίας, που αναφέρονται στις ιδιαίτερες σχέσεις του Ναυπλίου με την περιοχή του Κιβερίου, καθώς και στη χρησιμότητα και τις εξυπηρετήσεις που είχε τη δυνατότητα να προσφέρει η περιοχή αυτή στην πρωτεύουσα (όπως π.χ. ήταν η άλεση των σιτηρών κ.ά.), ασχέτως αν διοικητικά υπαγόταν στο Άργος.

Ας δούμε όμως τις σχετικές ειδήσεις των πηγών. Πρώτα-πρώτα στο συνοπτικό κτηματολόγιο (catastico ordinario) για το τεριτόριο του Άργους, που έχουμε ήδη αναφέρει, παρατίθενται τα παρακάτω στοιχεία σχετικά με το κάστρο του Κιβερίου, για το οποίο αν και ο συντάκτης του κτηματολογίου δεν χρησιμοποιεί μια τέτοια ονομασία, ωστόσο δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται γι’ αυτό το κάστρο. Αναφέρονται λοιπόν σε μετάφραση τα εξής: «Υπάρχει και ένα άλλο κάστρο που λέγεται Αναζήρι [31]και από πολλούς Παλαιό Άργος ή Κάστρο της Ελένης [32] για το οποίο δεν αντιλήφθηκα ότι έχουμε να κάνουμε με κάτι το αρχαίο αλλά με νεότερο κτίσμα. Βρίσκεται πάνω σ’ ένα λόφο αρκετά υψηλό και σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα. Κάτω από αυτόν το λόφο αναβλύζει νερό πολύ καλό και υγιεινό και σε τόσο μεγάλη αφθονία, ώστε κάνει να γυρίζουν διάφοροι μύλοι που υπάρχουν στην παραλία και είναι χρησιμότατοι στην πόλη του Ναυπλίου, η οποία μεταφέρει εκεί τα σιτηρά της δια θαλάσσης με βάρκες και με τον ίδιο τρόπο τα επαναφέρει στην πόλη αλεσμένα» [33].

Ας προσθέσουμε εδώ ότι με αυτή την αμφίδρομη μεταφορά σιτηρών και αλεύρων ανάμεσα στο Ναύπλιο και τους μύλους του Κιβερίου συνδέεται και μια άλλη διαδικασία εκμετάλλευσης των μύλων αυτών από μέρους του βενετικού Δημοσίου. Κατά τη Β’ Βενετοκρατία το κράτος, για να εξοικονομήσει χρηματικούς πόρους, προχωρούσε ανάμεσα στα άλλα και στην εκμίσθωση και εκχώρηση σε ιδιώτες ορισμένων αποκλειστικών δικαιωμάτων, όπως εκείνο της λειτουργίας εστιατορίων(osterie), της αλιείας ψαριών και χελιών στα διάφορα ιχθυοτροφεία της χώρας ή μέσα στο λιμάνι του Ναυπλίου ή ακόμη του μονοπωλιακού εφοδιασμού με διάφορα προϊόντα και κυρίως τρόφιμα των μεγάλων αστικών κέντρων της Πελοποννήσου κ.ά. Ανάμεσα σε όλα αυτά περιλαμβανόταν και η εκμίσθωση σε ιδιώτες του αποκλειστικού δικαιώματος της θαλάσσιας μεταφοράς προσώπων και πραγμάτων από το Ναύπλιο προς τους μύλους του Κιβερίου και αντίστροφα, όπως επίσης και του δικαιώματος της μεταφοράς σιτηρών από το λιμάνι αυτό προς τους μύλους και αλεύρων από τους μύλους προς το λιμάνι. Μάλιστα, ο ανάδοχος της ενοικίασης μίσθωνε και το αποκλειστικό δικαίωμα της πώλησης καφέ και τροφίμων στην περιοχή των μύλων του Κιβερίου και του Άργους, καθώς και της αλιείας χελιών στην περιοχή που εκτείνεται από το Κιβέρι ως τα Μαύρα Λιθάρια [34].

Εξάλλου, δεν χρησιμοποιούνταν μόνο οι μύλοι του Κιβερίου για την άλεση των σιτηρών του Ναυπλίου αλλά και οι λεγόμενοι μύλοι του Zefer ή Zafer Aga [35] ενώ παρόμοια οι Βενετοί εκμίσθωναν και το αποκλειστικό δικαίωμα της μεταφοράς των σιτηρών από την πόλη του Ναυπλίου προς τους εν λόγω μύλους. Όλες, όμως, αυτές οι ειδήσεις περί εκμίσθωσης από την κεντρική διοίκηση του Ναυπλίου κάποιων αποκλειστικών δικαιωμάτων που είχαν σχέση με τη λειτουργία των μύλων, κυρίως του Κιβερίου, μας υποχρεώνουν να δεχθούμε την άποψη ότι πραγματικά οι μύλοι αυτοί ανήκαν στο βενετικό Δημόσιο, οπότε ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα επέτεινε ακόμη περισσότερο τη γενικότερη εντύπωση ότι όχι μόνο οι μύλοι ανήκαν στο Ναύπλιο αλλά συνεκδοχικά και όλη η περιοχή του Κιβερίου. Όπως είδαμε ονομάζονταν και «μύλοι τον Ναυπλίου».

Πραγματικά, είναι γεγονός ότι αν οι εν λόγω μύλοι κατά την προηγούμενη περίοδο της A’ Τουρκοκρατίας δεν ανήκαν σε χριστιανούς, όπως είναι και το πιο πιθανό, τότε κατά τη βενετική περίοδο θα πέρασαν αναμφίβολα στην κυριότητα του βενετικού Δημοσίου, οπότε θα ήταν αυτονόητη και η διαχείριση των συναφών ζητημάτων από μέρους της κεντρικής βενετικής διοίκησης του Ναυπλίου. Σ’ αυτό το σημείο είναι πολύ ενδεικτικό ότι στη νεότερη εποχή οι μύλοι του Κιβερίου ονομάζονταν και «αφεντικοί μύλοι».

Μία ακόμη παράμετρος, που ενίσχυε την άποψη ότι οι μύλοι του Κιβερίου κατά την περίοδο της Β’ Βενετοκρατίας είχαν στενή σχέση με το Ναύπλιο και την κεντρική βενετική διοίκηση που είχε την έδρα της εκεί, συνδεόταν με τη χρησιμότητα που, πέρα από τη χρήση των μύλων για την άλεση των σιτηρών, είχαν για τους Βενετούς τα άφθονα και υγιεινά αναβλύζοντα νερά της περιοχής. Έτσι, από το χειρόγραφο της βιβλιοθήκης Querini-Stampalia, που έχουμε ήδη αναφέρει, πληροφορούμαστε ότι στη νοτιότερη πλευρά της πεδιάδας του Άργους υπήρχαν οι Μύλοι, όπου υδρευόταν ολόκληρη η ναυτική Αρμάδα των Βενετών [36].

 

O οικισμός των Μύλων

 

Εξάλλου, ένα άλλο μικρό ζήτημα δημιουργείται με τη χρήση του όρου «μύλοι του Κιβερίου», επειδή τίθεται το ερώτημα αν οι μύλοι αυτοί ήταν του Κιβερίου ή των Μύλων, δηλαδή με άλλα λόγια πότε δημιουργήθηκε και έγινε αυθύπαρκτος ως ιδιαίτερο χωριό ο οικισμός των Μύλων; Για να απαντήσουμε, θα πρέπει να καταφύγουμε και πάλι στη μαρτυρία των πηγών. Έτσι διαπιστώνουμε ότι στην απογραφή Grimani του 1700, οι Μύλοι δεν περιλαμβάνονται ανάμεσα στα χωριά του Άργους αλλά ούτε και κανενός άλλου τεριτόριου. Παρόμοια, δεν αναφέρονται ούτε στο συνοπτικό κτηματολόγιο (catastico ordinario) του Άργους του 1700, για το οποίο έγινε ήδη λόγος.

 

Σκαρίφημα της περιοχής. Δημοσιεύεται στο Λαμπρόπουλος Δ. «Η Λέρνα», σελ. 41.

 

Στη σχεδόν σύγχρονη απογραφή της εκκλησιαστικής περιουσίας της Πελοποννήσου δεν συναντούμε οικισμό των Μύλων, αλλά έχουμε αναγραφή μόνο των χωριών Απάνου και Κάτου [37] Κιβέ­ρι όπως παρόμοια συμβαίνει και στην απογραφή Grimani (:Civeri Pano-Catu). Στην περιγραφή της Πελοποννήσου από τον Alessandro Pini του έτους 1703, που ήδη αναφέραμε, γίνεται λόγος για μύλους και όχι για το χωριό των Μύλων, καθώς και για τα ερείπια του Πύργου της Ελένης, δηλαδή για τα ερείπια του κάστρου του Κιβερίου και σημειώνεται εκεί ότι το πιο κοντινό χωριό σ’ αυτά είναι το Κιβέρι [38]. Οι ειδήσεις αυτές μας οδηγούν στη σκέψη ότι ο Pini αναφέρεται στον χρονολογικά δεύτερο οικισμό του Κιβερίου (μετά την καταστροφή του κάστρου) που πρέπει να ταυτιστεί με το Πάνω Κιβέρι της απογραφής Grimani. Εφόσον λοιπόν, μιλώντας για το πιο κοντινό χωριό στο κάστρο ο Pini δεν σημειώνει ως τέτοιο τους Μύλους αλλά το σχετικά πιο απομακρυσμένο Πάνω Κιβέρι, είναι λογικό να υποθέσουμε ότι τότε υπήρχαν οι μύλοι αλλά δεν υπήρχε ακόμη συγκροτημένος οικισμός των Μύλων.

Ωστόσο, οι Μύλοι παρουσιάζονται την ίδια εποχή ως οικισμός αλλά μόνο στη δεύτερη έκδοση του έργου του Pacifico το 1704 και μάλιστα στο τμήμα του βιβλίου που ανήκει στον Βενετό τοπογράφο G. E. Alberghetti, όπως ήδη έχουμε επισημάνει. Εκεί σημειώνονται οι Μύλοι ως χωριό του τεριτόριου του Άργους παράλληλα με το Κιβέρι [39].

Όλα αυτά τα στοιχεία που παραθέσαμε μας επιτρέπουν να υποθέσουμε ότι τουλάχιστον ως το 1703 περίπου δεν είχε ακόμη συγκροτηθεί ο οικισμός των Μύλων ή υπήρχε αλλά δεν είχε αποσπασθεί από το Κιβέρι.

 

Σκαφιδάκι

 

Πριν κλείσουμε τη μικρή αυτή εργασία, ας μας επιτραπεί να κάνουμε λόγο για ένα ακόμη φαινόμενο που παρατηρείται στην απογραφή του 1700 και είναι παρόμοιο με την περίπτωση του Κιβερίου. Πρόκειται δηλαδή για την ένταξη στο τεριτόριο του Ναυπλίου ενός ακόμη χωριού που κανονικά ανήκε στο τεριτόριο του Άργους, χωρίς ωστόσο η παρατυπία αυτή να επισύρει κάποια παρατήρηση τουλάχιστον από μέρους του εκδότη της απογραφής. Έχουμε λοιπόν να κάνουμε με το χωριό Σκαφιδάκι, που σήμερα είναι γειτονικό στα χωριά Κιβέρι και Μύλοι και ανήκει στο δήμο Λέρνας της επαρχίας Άργους. Την εποχή της Β’ Βενετοκρατίας τα πράγματα παρουσιάζονται κάπως πιο σύνθετα, όπως μας πληροφορούν οι σχετικές ειδήσεις των πηγών.

Σε έγγραφο του 1696 της λεγόμενης εκκλησιαστικής απογραφής αναφέρονται δύο Σκαφιδάκια. Το ένα από αυτά απογράφεται μαζί με την κεντρική ενορία του Αγίου Πέτρου της πόλης του Άργους και το άλλο αναφέρεται ως χωριό πάλι μέσα στο τεριτόριο του Άργους και απογράφεται μαζί με τα ορεινά ή ορεινότερα ή πιο εσωτερικά χωριά Απάνω Μπέλεσι, Κάτω Μπέλεσι, Αχλαδόκαμπος, Τουρνίκι, Μπούα, Καπαρέλι, Νεοχώρι, Καρέα, Μαλεβός, Μάζι και Βρούστι, τα οποία σύμφωνα με το έγγραφο αυτό ήταν «τα χωριά που εφημερεύει ο επίσκοπος» [40]. Στο catastico ordinario του Άργους του έτους 1700 έχουμε και πάλι αναφορά σε δύο Σκαφιδάκια [41]. Από αυτά το ένα παρουσιάζεται ως «ζευγολατιό» [42] που απογράφεται μαζί με το «borgo d’Argos», δηλαδή με την εδαφική περιοχή της πόλης του Άργους (ή πιο σωστά με τον εκτός του φρουρίου οικισμό του Άργους), ενώ το άλλο ονομάζεται Panu ή Apanu Scafidachi και κτηματογραφείται μαζί με τα χωριά Turnichi, Bua και Criovrissi καθώς και Civeri, όλα στο τεριτόριο του Άργους. Τα πράγματα αλλάζουν στην απογραφή Grimani του 1700, όπως ακριβώς είδαμε να συμβαίνει και με το Κιβέρι. Έχουμε δηλαδή και πάλι δύο Σκαφιδάκια, όπου όμως το ένα απογράφεται στο τεριτόριο του Ναυπλίου ως Calo Scafidachi μαζί με το Civeri Pavolata (=Civeri Pano-Cato), και το άλλο απλώς ως Scafidachi που παραμένει στο τεριτόριο του Άργους [43]. Το ίδιο επαναλαμβάνεται και στην απογραφή του 1702-1703 των Συνδίκων Εξεταστών στην Ανατολή, όπου αναγράφεται το Cato Scafidachi στο τεριτόριο του Ναυπλίου και το Scafidachi στο τεριτόριο του Άργους (μαζί με τα χωριά Turnichi, Sdiva, Masi, Carea, Vrusti) [44]. Θα προσθέσουμε τέλος ότι στο βενετικό αναλυτικό κτηματολόγιο του τεριτόριου του Ναυπλίου, που όπως σημειώσαμε διασώζεται στην Ακαδημία Αθηνών, [45] δεν αναγράφεται στην εδαφική περιοχή αυτού του τεριτόριου κανένας οικισμός με την ονομασία Scafidachi (με ή χωρίς προσδιορισμό Pano ή Cato) όπως είδαμε ανάλογα να συμβαίνει και με το Κιβέρι.

 

Χάρτης Νομού Αργολίδας

 

Συνδυάζοντας τις πιο πάνω ειδήσεις θα μπορούσαμε να προχωρήσουμε στις εξής διαπιστώσεις: στην περίοδο της Β’ Βενετοκρατίας υπήρχαν πραγματικά στο τεριτόριο του Άργους δύο οικισμοί με το όνομα Σκαφιδάκι, δηλαδή το Πάνω και το Κάτω Σκαφιδάκι. Το τελευταίο κατά την προηγούμενη περίοδο της Τουρκοκρατίας ήταν κατά τα φαινόμενα τσιφλίκι (ζευγολατειό) Τούρκου γαιοκτήμονα του Άργους και ενδεχομένως ήταν γι’ αυτό το λόγο προσαρτημένο στην εδαφική περιοχή της πόλης. Κατά πάσα πιθανότητα, η ιδιαίτερη εδαφική περιοχή του ζευγολατειού αυτού πρέπει να συμπίπτει πάνω -κάτω με εκείνη του σημερινού πεδινού χωριού Σκαφιδάκι. Το Πάνω Σκαφιδάκι, όμως, ήταν κατά τα φαινόμενα ορεινό χωριό στο τεριτόριο επίσης του Άργους. Στις απογραφές και στις κτηματογραφήσεις των Βενετών τοποθετείται στις ορεινές αργολικές περιοχές μαζί με τα χωριά Κρύα Βρύση, Μπούα, Τουρνίκι κ.ά. Έτσι, τόσο το Κάτω όσο και το Πάνω Σκαφιδάκι ανήκαν πάντοτε στην επαρχία του Άργους και οι βενετικές μαρτυρίες ότι κατά τη Β’ Βενετοκρατία το Κάτω Σκαφιδάκι εντασσόταν στο τεριτόριο του Ναυπλίου και όχι σ’ εκείνο του Άργους, οφείλονται προφανώς στα ίδια αίτια που ίσχυσαν και στην περίπτωση του Κιβερίου: ίσως το γειτονικό σ’ αυτό [Κάτω] Σκαφιδάκι θεωρήθηκε από εκείνους που διεκπεραίωσαν τις δύο βενετικές απογραφές του 1700 και 1702-1703 ότι περιλαμβανόταν μαζί με το Πάνω και Κάτω Κιβέρι και τους μύλους στην ίδια περιοχή που άλλοτε, κατά την A’  Βενετοκρατία, είχε προσαρτηθεί στο Ναύπλιο και έπρεπε τάχα να συμπεριληφθεί πάλι στη δική του επαρχία.

Τέλος, ας προσθέσουμε ακόμη ότι αργότερα και πριν από την έλευση της Γαλλικής Επιστημονικής Αποστολής στην Πελοπόννησο (Expédition scientifique de Marèe 1829-1830) το Πάνω Σκαφιδάκι φαίνεται ότι είχε ήδη ερημωθεί και έτσι πρέπει να το ταυτίσουμε με το Palaeo-Skaphidaki, που χωρίς αριθμό κατοίκων περιλαμβάνεται στον στατιστικό πίνακα της Expédition για τον πληθυσμό της Πελοποννήσου (Tableau statistique de la Morée), καθώς επίσης και στον Άτλαντα της Expédition, όπου χαρτογραφείται στη ΒΑ πλευρά του όρους Κτενιάς μαζί με τα χωριά Τουρνίκι και Μπούα [46]. Ο Αντώνιος Μηλιαράκης στο χάρτη του της Αργολίδας και Κορινθίας τοποθετεί και αυτός το Παλαιοσκαφιδάκι στη ΒΑ πλευρά του όρους Κτενιάς, ενώ δυτικότερά του βρίσκονται τα χωριά Κρύα Βρύση, Μπούγα, Τουρνίκι και άλλα που περιλαμβάνονταν στον άλλοτε δήμο Υσιών [47].

Από όσα εκθέσαμε ως τώρα, νομίζουμε ότι έγινε φανερό πως η περιοχή του Κιβερίου – που περιλάμβανε και την εδαφική περιοχή των σημερινών Μύλων και ενδεχομένως και εκείνη του σημερινού χωριού Σκαφιδάκι – παρά την κατά καιρούς ιδιαίτερη πολιτική και οικονομική σημασία της για το Ναύπλιο, δεν αποσπάστηκε ποτέ κατά τη Β’ Βενετοκρατία από την επαρχία του Άργους, του οποίου υπήρξε πάντοτε σημαντικότατο εξάρτημα. Η εντύπωση, την οποία σχημάτισε η πολιτική διοίκηση της Πελοποννήσου κατά τη Βενετοκρατία ότι ανήκε στο Ναύπλιο, δεν είχε σχέση με τη Φραγκοκρατία και τη φεουδαρχική οργάνωση της χώρας ούτε και με την A’ Τουρκοκρατία και τις τιμαριωτικές σχέσεις των Τούρκων κυριάρχων, αλλά οφειλόταν στις πολιτικές τύχες του Κιβερίου κατά την περίοδο της Α’ Βενετοκρατίας.

 

Υποσημειώσεις


[1] Οι απογραφές αυτές είναι: α) του Γενικού Προνοητή Ιάκωβου Corner το 1689, β) του Γενικού Προνοητή Φραγκίσκου Grimani το 1700, γ) των Συνδίκων Εξεταστών στην Ανατολή (Sindici Inquisitori in Levante) το 1702-1703 και δ) των Γενικών Προνοητών Μάρκου και Αντώνιου Loredan στο διάστημα 1708-1714.

[2] Β. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ, Πληθυσμός και οικισμοί της Πελοποννήσου/13ος-18ος αιώνας, Αθήνα 1985.

[3] Ό.π., σ.166.

[4] Ωστόσο, είναι συζητήσιμο αν ήταν οι Βενετοί που καθιέρωσαν κάποιον τέτοιον κανόνα, αφού τα όρια των τεριτορίων στη βενετική Πελοπόννησο ακολούθησαν πιστά εκείνα των τουρκικών καζάδων. Επιπροσθέτως, οι Βενετοί δεν αποκατέστησαν ούτε και το φαινόμενο της εδαφικής διάσπασης αν υπήρχε κάτι τέτοιο στα εδάφη κάποιου προηγούμενου τουρκικού καζά. Έτσι έχουμε την περίπτωση της εδαφικής διάσπασης, ενός τεριτόριου, την οποία συναντούμε στην επαρχία της Βοστίτσας, όπου η περιοχή της Ακράτας ήταν αποκομμένη και δεν είχε εδαφική επαφή με το υπόλοιπο τεριτόριο, επειδή ήδη από την εποχή της Τουρκοκρατίας ανάμεσά τους παρεμβάλλονταν ορεινότερα εδάφη των Καλαβρύτων, που έφταναν ως τη θάλασσα στην περιοχή της Κακής Σκάλας της σημερινής Αιγιαλείας. Η εδαφική συνέχεια στην επαρχία αυτή αποκαταστάθηκε μόλις το 1944. Κ. ΝΤΟΚΟΣ- Γ. ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ, Το βενετικό κτηματολόγιο της Βοστίτσας, Αθήνα 1993, σ.LXXIV.

[5] Β. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ, ό.π. θα πρέπει ωστόσο να παρατηρήσουμε ότι δεν είναι ακριβές ότι οι χείμαρροι κινούσαν τους μύλους του Κιβερίου εκείνης της εποχής, αλλά άφθονα πηγαία νερά.

[6] ΕΥΤΥΧΙΑ ΛΙΑΤΑ, Αργεία γη, Αθήνα 2003, σ.118-119. Πρβλ. στο ίδιο, σ.105.

[7] Β.ΠΑΝΑΠΩΤ0Π0ΥΛ0Σ, ό.π., σ.235. Μάλιστα σ’ αυτή την απογραφή των οικισμών του Ναυπλίου το Κιβέρι εκδίδεται κατά τη δημοσίευση του εγγράφου εσφαλμένα ως Civeri Pavolata. To ορθό είναι Civeri Pano- Catu.

[8] ΕΥΤ. ΛΙΑΤΑ, ό.π., σ.25-26,111-113,117,119.

[9] P.A.PACIFIC0, Breve descrizzione corografica del Peloponneso ó Morea, Βενετία 1704, σ.115 κε.

[10] Κ. ΝΤΟΚΟΣ, Breve descrittione del Regno di Morea, Εώα και Εσπερία 1(1993)90 κε., 101 κε. Βιογραφικά στοιχεία για τον G.E.Alberghetti βλ. Β.Ε.FERRARI, Giust’Emilio Alberghetti, λήμμα στο Dizionario Biografico degli Italiani, Roma 1960, t.1, σ.629-630. Πρβλ. E.G.L.PINZELLI, Les forteresses de Moree: projets de restaurations et de damantelements durant la seconde periode venitienne (1687-1715), θησαυρίσματα 30(2000)405.

[11] Βλ. χειρόγραφο με τίτλο Catastico particolare dogni villa, e luoco del territorio di Romania fatto dordine delllllustrissimo et Eccellentissimo Signor Antonio Nani Provveditor General dellArml in Regno στο Κέντρο Ερεύνης του Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών. Πρβλ. ΕΥΤΥΧΙΑ ΛΙΑΤΑ, Το Ναύπλιο και η ενδοχώρα του από τον 17ο στον 18ο αιώνα, Αθήνα 2002.

[12] Κ.ΝΤ0Κ0Σ, Η εν Πελοποννήσω εκκλησιαστική περιουσία κατά την περίοδον της Β’ Βενετοκρατίας, Byzantlnischneugriechische Jahrbucher 21(1971-1972) 76.

[13] Κ. ΝΤΟΚΟΣ, Breve descrittione, ό.π., σ.121.

[14] Β.ΠΑΝΑΓΙΩΤ0Π0ΥΛ0Σ, ό.π. σ.20. Πρβλ Μ. ΛΑΜΠΡΙΝΙΔΗΣ, Η Ναυπλία από των αρχαιότατων χρόνων μέχρι των καθ’ ημάς, Αθήνα 1950 (β’ έκδοση), σ.54 κε. Α.ΒΟΝ, La Morée franque, Παρίσι 1969, σ.263,275. FR.THIRIET, La Romanie vénitienne au Moyen Age. Παρίσι 1959, σ. 359.R.CESSI, Venezia e l’acquisto di Nauplia e d’Argo, Nuovo Archivio Veneto, nuova serie, 30(1915)153,155-156. Μαζί με το θερμίσι περιήλθε στοάς Βενετούς και το πολύ κοντινό του Καστρί της Ερμιονίδας, δηλ. η αρχαία και σημερινή Ερμιόνη. Πρβλ.FR.MIKLOSICH- JOS.MUELLER, Acta et diplomate graeca, Βιέννη 1865, τ.ΙΙΙ, σ.304. FR.THIRIET, Régestes des déliberations du Senat de Venise concernant la Romanie. Παρίσι 1959, τ.2, αριθ. 744,748,843,861.

[15] Την εποχή που αγοράστηκε η Αργολίδα η βενετική Γερουσία πίστευε ότι in dictis paribus et in toto duchamine non eat aliqua terra nec aliquod castrum pro defensione navigiorum, nisi terra Neapolis, que est etiam potens ad armandum duas galeas”. To απόσπασμα στον R.CESSI, ό.π.,σ.152.

[16] Ο διοικητής του Άργους έφερε τον τίτλο του Podest, ενώ εκείνος του Ναυπλίου ονομαζόταν Podest e Capetanio. CH.HOPF, Chroniques gréco-romanes inédites ou peu connues, Βερολίνο 1843, σ.382-384.

[17] FR. MIKLOSICH et JOS.MUELLER, ό.π., σ.295-298 (έγγραφο από 25 Ιαν.1479), σ.301-302 (έγγραφο από 17 Μαρτ.1480), σ.302-306 (έγγραφο από 14 Ιουλ.1480) και σ.308-309 (έγγραφο από 31 Απρ.1481).

[18] Ό.π., σ.304: «…Τα γαρ άλλα περίχωρα του ειρημένου Ναυπλίου ήγουν θερμισίου και Καστρίου και Τζιβερίου και αι αλυκαί αυτών, ει εξ αρχής Ναυπλίου ήσαν μεινάτωσαν κατά την αρχαίαν τάξιν..»

[19] Α. Β0Ν, ό.π., σ.494. Πρβλ. W.E.McLEOD, Kiveri and Thermisi, Hesperia 31(1962) 382 κε.

[20] W. EMcLEOD, ό.π., σ.382-386. A.BON, ό.π.

[21] W. E. McLE0D, ό.π .α.382. A.BON, ό.π. Πρβλ. Α. ΜΗΛΙΑΡΑΚΗΣ, Γεωγραφία πολιτική νέα και αρχαία του νομού Αργολίδος και Κορινθίας μετά γεωγραφικού πίνακος του νομού, Αθήνα 1886, σ.41, όπου σημειώνεται: «Παρά το χωρίον τούτο των Μύλων κείται η Λέρνα ως ποταμάς ή έλος…Αυτόθι δ’εκ κεφαλαρίου παρά την οδόν κειμένου, αναβλύζει αφθονώτατον ύδωρ εκ πολλών στομάτων εξ ου σχηματίζεται μικρά λίμνη, η αρχαία Αλκυονία, αμετρήτου βάθους κατά το λέγειν των κατοίκων. Το κεφαλάριον τούτο πιθανώτατα είναι η πηγή Αμυμώνη των αρχαίων» Επίσης σ.44: «…Δια του ονάματος τούτου [Λέρνα ή Λέρνη] οι αρχαίοι ωνάμαζον την ελώδη και πολύρρυτον θέσιν των Μύλων». Πρβλ. Ν.Η.ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ – Γ.ΓΑΓΑΝΗΣ, Η Αργολική πεδιός, Αθήνα 1938, σ.15.

[22] Α. ΒΟΝ, ό.π. W. EMcLEOD, ό.π.σ.383.

[23]Α. ΒΟΝ, ό.π. Η καταστροφή αυτή θα πρέπει να σημειώθηκε είτε την εποχή της βενετικής κατάκτησης του 1388-1394, είτε κατά τον πρώτο βενετοτουρκικό πόλεμο όπως είναι και το πιθανότερο.

[24] W.E.McLEOD, ό.π., σ.390-392. Α.ΒΟΝ, ό.π., σ.494, σημ.4. Ο πύργος αυτός ονομάζεται από τους κατοίκους της περιοχής «πύργος της βασιλοπούλας» επειδή κατά την τοπική παράδοση σε παλαιότατα χρόνια ζούσε σ’ αυτόν μία βασιλοπούλα με εξαίρετη ομορφιά (ή κατ’ άλλους με ανυπόφορη ασχήμια), η οποία είχε κατασκευάσει μία υπόγεια δίοδο από τον πύργο της ως τη θάλασσα, για να κατεβαίνει και να κάνει απαρατήρητη το μπάνιο της. W.EMcLEOD, ό.π., σ.390.

[25] ΙΩΑΝΝΑ ΓΙΑΝΝΑΡΟΠΟΥΛΟΥ, Κατάλογοι κωμοπόλεων και χωρίων των επαρχιών Ναυπλίας και Κάτω Ναχαγιέ, Πελοποννησιακά 13(1978-1979)122. Πρβλ. ΕVΙ KAROUZOU, Cultures niaraicheres dans la Méditerranée. Les transformations de la plaine et de la societé argoliques (δακτυλογρ. διδακτορική διατριβή), Φλωρεντία 1995, σ.26, σημ.20.

[26] Α. ΜΗΛΙΑΡΑΚΗΣ, ό.π. , σ.41. Στο χάρτη της Αργολιδοκορινθίας, που έχει καταστρώσει, τοποθετεί το Παλαιοκιβέρι στα μέσα περίπου της απόστασης ανάμεσα στο Κιβέρι και στους Μύλους, στις εκβολές του Κωλοσούρτη και σε κάποια απόσταση από τη θάλασσα. Πρβλ. ΕVΙ KAROUZOU, ó.π.

[27] FR. MIKL0SICH et JOS.MUELLER, ό.π, σ.308-309 (έγγραφο από 31 Απρ. 1481): «περί δε του Θερμιτζίου και της αλυκής αυτού και Καστριτζίου μέστωσαν τη αυθεντία των Βενετιών αυτά δηλονότι τα ειρημένα κάστρη έστω δε τόπος αυτοίς …όσον αναγκαίως χρήζουσι II σ.309 II το δε Τζιβέριν, όπερ εστί κεχαλασμένον, έστω μεν τη αυθεντία των Βενετιών, μη κτισθήτω δε, ομοίως και όσοι μύλοι ευρεθώσιν εις την περιοχήν αυτού ήτις μέλλει γενήσεσθαι έστωσαν και αυτοί της αυθεντίας των Βενετιών…».

[28] W.Ε. ΜcLEOD, ό.π., σ.382.

[29] Βέβαια η ανώτατη βενετική διοίκηση της Πελοποννήσου είχε τη δυνατότητα να πληροφορηθεί την παλαιό εξάρτηση του Κιβερίου από το Ναύπλιο μέσω των κεντρικών βενετικών αρχείων, όπως π.χ. από τα αποκείμενα σ’ αυτό βιβλία των Commemoriali κ.ά. Ενδεχομένως τα σχετικά στοιχεία περιλαμβάνονταν και στις εντολές διοίκησης (commissioni) που παραδίδονταν στους ανώτατους επαρχιακούς Βενετούς διοικητές, όταν αναχωρούσαν από τη Βενετία, για να αναλάβουν το αξίωμά τους.

[30] Α. ΜΗΛΙΑΡΑΚΗΣ, ό.π., σ.41.

[31] Με το όνομα αυτό κατά την Β’ Βενετοκρατία συναντούμε ένα χωριό στην Ανδρούσα και ένα στην Καρύταινα Β. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ, ό.π., σ.257,261,297,300,344,359. Με το ίδιο όνομα Αναζήρι φέρεται και μικροσυνοικισμός του Δήμου Άργους, Βλ. σχετικό λήμμα στη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Πυρσός».

 [32] Πρβλ.W.E.McLEOD, ό.π., σ. 382-383. Σε άλλη δημοσιευμένη πηγή της Β’ Βενετοκρατίας του έτους 1703, το κάστρο του Κιβερίου ονομάζεται Torre di Elena, δηλαδή Πύργος της Ελένης, ενώ παρόμοια χαρακτηρίζονται και τα ερείπια της Γλαρέντζας στην Ηλεία. Α. ΜΑΛΛΙΑΡΗΣ, Alessandro Pini ανέκδοτη περιγραφή της Πελοποννήσου (1703), Βενετία 1997, σ.47, 64.0 W.E. McLEOD μας πληροφορεί ότι συνηθιζόταν στον ελληνικό χώρο να αποδίδεται σε διάφορα παλαιόκαστρα η ονομασία κάστρο της Ελένης [του Μενελάου] ή της [Αγίας] Ελένης. Ο ΙΔΙΟΣ, ό.π., σ.383 και σημ.23, όπου και σχετική βιβλιογραφία.

[33] ΕΥΤ. ΔΙΑΤΑ, Αργεία γη, ό.π. σ.108: «Vi e altro castello detto Anasiri e da molti Argos Vechio over castel di Elena, nel qualle non ho trovato cosa alcuna d’anticho ma esser fabrica moderna, questo e situato sopra una collina assai eminente et in pocha distanza dal mare sotto della qualle scaturisce acqua in tal abbondanza che ta girare diversi mollini sitti alla spiaggia dell’mare, et e acqua tanto buona e salubre, quali riescono comodissimi alia Cittá di Napoli di Romania conducendossi il formento per acqua con barche e riconducendo in cittá la farina con le stesse».

[34] Κ. ΝΤ0Κ0Σ – Γ. ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ, Το κτηματολόγιο, ό.π., σ.XIV, σημ.6.

[35] Το χωριό Τζαφέραγα ήταν ένα από τα Δρεπανοχώρια. Στην εδαφική του περιοχή κατά τη Β’ Βενετοκρατία περιλαμβανόταν ο οικισμός Παλαιόκαστρο και τα ζευγολατειά (δηλ. τα πρώην τουρκικά τσιφλίκια) Σπαί και Λούζι. Τη νεότερη εποχή μετονομάστηκε σε Ασίνη και σήμερα αποτελεί το δημοτικό διαμέρισμα Ασίνης του Δήμου Ασίνης, που έχει έδρα τον οικισμό του Δρεπάνου. Κ. ΝΤΟΚΟΣ, Η εν Πελοποννήσω εκκλησ. περιουσία, ό.π., σ.85-86. Πρβλ. Αναλυτικό κτηματολόγιο (Catastico particolare) του τεριτόριου του Ναυπλίου που φυλάσσεται στο Κέντρο Ερεύνης του Μεσαίων, και Ν. Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών.

[36] Κ. ΝΤΟΚΟΣ, Breve descrittione, ά.π., σ.121: «si vede in questo territorio la Campagna detta d’ArgosNella parte piu avanzata verso Mezzo-Giorno della medesima v’esistono li Molini dove tutta l’Armata Navale si serve d’acqua». Πρβλ. κάτι ανάλογο στη νεότερη εποχή, όταν «συχνά επίτηδες καταπλέοντας στο Ναύπλιον υδρεύονται [στους Μύλους] οι αγγλικοί στόλοι».Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Πυρσός», λήμμα Μύλοι.

[37] Κ. ΝΤΟΚΟΣ, Η εν Πελοποννήσω εκκλησ. περιουσία, ό.π., σ.76.

[38] Α. ΜΑΛΛΙΑΡΗΣ, Alessandro Pini, ό.π, σ.47 «Dopo di Napoli di Romania si possono, passato il mare dall’ altra parte, osservare le rovine della citta di Tyrea verso i molinl; adesso quelle rovine le chiamano la Torre di Elena; la villa vicina si chiama Civeri…»

[39] Κ. ΝΤ0Κ0Σ, Breve descritlione, ó.n, σ.103. Or «Molini» που φαίνεται να αναφέρονται ως χωριό στο χειρόγραφο της Querini-Stampalia χρονολογούνται στην ίδια ακριβώς εποχή. Ό.π., σ.121.

[40] Κ. ΝΤΟΚΟΣ, Η εν Πελοποννήσω εκκλησ. περιουσία, ό.π, σ.75-76,77-78. Ο επίσκοπος αυτός κανονικά θα πρέπει να ήταν ο Άργους και Ναυπλίου. Ωστόσο, δεν αποκλείεται να πρόκειται για άλλον αρχιερέα προερχόμενο από τουρκοκρατούμενη περιοχή, ο οποίος εκείνη την εποχή να είχε καταφύγει στην «απελευθερωμένη» βενετική Πελοπόννησο και οι Βενετοί, όπως έπραξαν σε αρκετές άλλες περιπτώσεις, να του είχαν ίσως παραχωρήσει χαριστικά κάποια μονή και κτηματικά αγαθά ή μισθό και την άδεια να προΐσταται στη μονή ή να εφημερεύει σε ναό ή ναούς της πόλης ή της υπαίθρου. Κ. ΝΤΟΚΟΣ, Οι πελοποννησιακές πόλεις και η μεταστοιχείωση του πληθυσμού τους κατά τη Β’ Βενετοκρατία. Το παράδειγμα της Τριπολιτσάς, Εώα και Εσπέρια 5(2001-2003) 105- 106.

[41] ΕΥΤ. ΛΙΑΤΑ, Αργεία γη, ό.π., σ.25,26,117.

[42] Στα ελληνικά είναι η αντίστοιχη ονομασία για το τουρκικά τσιφλίκι (ciftlik).

[43] Β. ΠΑΝΑΓΙΟΤΟΠΟΥΛΟΣ, ό.π., σ.235,245.

[44] Κ.ΝΤ0Κ0Σ, Breve descrittione, ό.π., σ.103

[45] Βλ. πιο πάνω.

[46] BORY DE SAINT-VINCENT, Expédition scientifique de Morée,t.ll.tére partie, Géographie, Παρίσι 1834, σ.65, 66 (:κατατάσσονται στο Άργος Scaphidaki και Myli), σ.84, 85 (Kiveri, Tourniki, Palaeo- Scaphidaki στο Ναύπλιο). Πρβλ. Expédition scientifique de Morée, Atlas, 1831-1835, Carte de la Morée, Παρίσι 1835. M.E.PUILLON-BOBLAYE, Recherches géographiques sur les ruines de la Morée faisant suite aux travaux de la Comission scientifique de Morée, Παρίσι 1835, σ.46-47, όπου το Παλαιοσκαφιδάκι τοποθετείται κοντά στα ερείπια των αρχαίων Κεγχρεών, στο δρόμο Άργους – Τεγέας πριν από τη στροφή του για να κατέβει προς τον Αχλαδόκαμπο. Πρβλ. EVI KAR0UZ0U, ό.π., σ.26, σημ.20. Η τοποθέτηση των χωριών Παλαιοσκαφιδάκι και Τουρνίκι στο Ναύπλιο οφείλεται προφανώς σε λανθασμένες και συγκεχυμένες πληροφορίες των εντοπίων ,στις οποίες βασίστηκαν οι συντάκτες του πιο πάνω στατιστικού πίνακα. Πρβλ, ΒΟRΥ DE SAINT-VINCENT, ό.π.

[47] Α. ΜΗΛΙΑΡΑΚΗΣ, ό.π. σ.58. Ο Δήμος περιελάμβανε τα εξής χωριά: Αχλαδάκαμπος (πρωτεύουσα), Ανδρίτσα, Κρύα Βρύση, Μπούγα και Τουρνίκι Πρβλ. στο ίδιο βιβλίο το χάρτη εκτός κειμένου του νομού Αργολίδας και Κορινθίας.

 

Κωνσταντίνος Ντόκος

Καθηγητής της Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας

 

Αργειακή Γη, Επιστημονική και λογοτεχνική έκδοση του Πνευματικού Κέντρου Δήμου Άργους, τεύχος 2, Δεκέμβριος, 2004.

Κέντρο Ελληνικών Σπουδών – Ιστορικό παράδοξο: οι θρησκευτικές καταβολές του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού»

$
0
0

Κέντρο Ελληνικών Σπουδών – Ιστορικό παράδοξο: οι θρησκευτικές καταβολές του  Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού»


 

Την Τετάρτη 21 Μαρτίου 2018 και ώρα 7.00 μ.μ., στην αίθουσα του Βουλευτικού στο Ναύπλιο  θα δώσει διάλεξη η Μαρία Δ. Ευθυμίου, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Ιστορίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών με θέμα: «Ιστορικό παράδοξο: οι θρησκευτικές καταβολές του  Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού».

 

Σύντομη περίληψη της διάλεξης 

Μαρία Δ. Ευθυμίου. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO.

Στην ανακοίνωση αυτή υποστηρίζεται ότι το κίνημα της Θρησκευτικής Μεταρρύθμισης του 16ου αιώνα – και, κυρίως, η καλβινιστική οπτική των πραγμάτων – βρίσκεται στη βάση των στοχασμών και διακυβευμάτων του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού του 18ου αιώνα. Η μεγάλη συμμετοχή καλβινιστικών ομάδων στην πρωτοπόρα Αγγλική Επανάσταση του 17ου αιώνα και ο δυναμισμός άγγλων στοχαστών του τέλους του 17ου αιώνα στους προβληματισμούς περί την κοινωνία και τη λειτουργία της αποδεικνύουν την διαδρομή σκέψεων και ωριμάνσεων που άνθισαν, στη συνέχεια, στον αμερικανικό, γαλλικό και αγγλικό 18ο αιώνα.

 

Μαρία Ευθυμίου

Η Μαρία Ευθυμίου γεννήθηκε το 1955 στη Λάρισα. Σπούδασε Ιστορία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης, από το οποίο έλαβε και τον τίτλο της διδάκτορος της Ιστορίας. Από το 1981 διδάσκει στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών θέματα από την Ιστορία του Ελληνισμού κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας καθώς και Παγκόσμια Ιστορία. Έχει διδαχθεί επτά ξένες γλώσσες. Το 2013 έλαβε το «Βραβείο Εξαίρετης Πανεπιστημιακής Διδασκαλίας εις μνήμην Β. Ξανθόπουλου -Στ. Πνευματικού».

Γιορτάζοντας το έθνος: Εθνικές Επέτειοι στην Ελλάδα τον 19° αιώνα

$
0
0

Γιορτάζοντας το έθνος: Εθνικές Επέτειοι στην Ελλάδα τον 19° αιώνα –  Χριστίνα Κουλούρη στο: «Αθέατες όψεις της ιστορίας. Κείμενα αφιερωμένα στον Γιάνη Γιανουλόπουλο», Αθήνα, Ασίνη, 2012.


 

 

Την εορτήν της 25 Μαρτίου οφείλει

να τελή μετ’ ενθουσιασμού ουχί η Ελληνική

πολιτεία, αλλ’ η Ελληνική κοινωνία·

ουχί ο υπάλληλος, αλλ’ ο πολίτης.

 

εφ. Εθνικόν Πνεύμα, 1873

 

Στις 25 Μαρτίου 1838, εικοσιένας κανονιοβολισμοί ανήγγειλαν στους κατοίκους της Αθήνας ότι γιόρταζαν την πρώτη τους εθνική γιορτή, βάσει του Β. Διατάγματος που είχε εκδοθεί λίγες μέρες πριν. Ο βασιλιάς Όθων και η βασίλισσα Αμαλία έφθασαν με άμαξα από το παλάτι στην εκκλησία της Αγίας Ειρήνης, όπου παρακολούθησαν τη δοξολογία μαζί με τις πολιτικές και στρατιωτικές αρχές της χώρας, τους ξένους διπλωμάτες, όλες τις συντεχνίες και πλήθος λαού. Στους δρόμους από όπου πέρασε η βασιλική πομπή είχε πα­ραταχθεί η ένοπλη φρουρά της πόλης, ενώ πλήθος κόσμου ζητωκραύγαζε. Φωταψίες στην Ακρόπολη, στα δημόσια κτήρια και στα σπίτια έδιναν τον γι­ορταστικό τόνο, ενώ τη μεγαλύτερη εντύπωση την έκανε ένας μεγάλος σταυρός που σχημάτιζαν φανάρια πάνω στη μία πλευρά του Λυκαβηττού. Στην πλατεία του παλατιού, ο Δήμος Αθηναίων είχε στήσει ένα «τρόπαιο» γύρω από το οποίο χόρευαν και πανηγύριζαν. Παρ’ όλο που η εθνική επέτειος είχε καθιερωθεί «κατά κοινήν του έθνους ευχήν», η εορταστική διάθεση σκιαζόταν από τον πολιτικό αναβρασμό. Γράφει η εφημερίδα Αθηνά:

Και πόσην επισημότητα ήθελε δώσει η εορτή αύτη εις την Ελλάδα και εις όλον τον φωτισμένον κόσμον, εάν, μαζή με τον Ευαγγελισμόν της Θεοτόκου, της φανερώσεως τον απ’ αιώνος μυστηρίου, της εθνεγέρσεώς μας και τα λοιπά, επανηγυρίζετο και η καθίδρυσης του συντάγματός μας, η στερέωσις της ελευθερίας μας αυτής εις την κοινωνίαν μας. 

Ο Όθωνας (1815-1867), πρίγκιπας της Βαυαρίας και βασιλιάς της Ελλάδας 1832-1862, με ελληνική εθνική φορεσιά, φέροντας στο στήθος του το Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Σωτήρος, έργου του Ernst Wilhelm Rietschel, 1850.

Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν μέχρι το 1843, ο εορτασμός της 25ης Μαρτίου δεν θα είναι ομόψυχος αλλά, αντίθετα, θα αποτελέσει αντικείμενο αντίπαλων εορτασμών και αντιπολιτευτικών εκδηλώσεων. Ήδη, την επόμενη χρονιά από την καθιέρωσή της, το 1839. η μέρα της εθνικής επετείου θα παρέλθει «σκυθρωπή, κατηφής, ατερπής, άσημος, σιωπηλή». Μέχρι το 1843 αντιοθωνική μερίδα θέλησε να οικειοποιηθεί την εθνική επέτειο διοργανώνοντας ιδιωτικούς εορτασμούς με φωταψίες σπιτιών, μνημόσυνα για τους νεκρούς αγωνιστές του 21, συμπόσια και μουσικές, με κορύφωση τη δίκη των πρωτεργατών ενός παρόμοιου εθνικού αντι-εορτασμού το 1841.

Συνεπώς, από τη στιγμή της καθιέρωσής της, η επέτειος της 25ης Μαρτίου υπήρξε αντικείμενο πολιτικής διεκδίκησης και αντίπαλων ερμηνειών. Παρ’ όλο που η επιλογή της ημερομηνίας είχε, όπως φαίνεται, την κοινωνική συναίνεση, ο εορτασμός της δεν ήταν συναινετικός. Ούτε όμως υπήρχε συναίνεση ως προς την ερμηνεία του ιστορικού γεγονότος που εορταζόταν, της Ελληνικής Επανάστασης.

Στο παρόν άρθρο θα επιχειρήσω να διατυπώσω κάποιες γενικές υποθέσεις σχετικά με τις εθνικές επετείους στο ελληνικό κράτος τον 19ο αιώνα (1830-1875) τους συμβολισμούς και τους τρόπους εορτασμού τους, τις αντιτιθέμενες ερμηνείες τους και τις πολιτικές τους χρήσεις, με συγκριτικές αναφορές σε άλλα ευρωπαϊκά παραδείγματα. Δεν πρόκειται για τα πορίσματα μιας εξαντλητικής έρευνας, αλλά για την απόπειρα μιας πρώτης ανάλυσης στοιχείων που έχω συλλέξει μέχρι σήμερα με στόχο, στο μέλλον, μια άλλη δημοσίευση που θα καλύπτει μεγαλύτερο χρονικό εύρος και άλλες πτυχές των επετειακών εορτασμών.

Η θεσμοθέτηση εθνικών επετείων αλλά και η ίδια η έννοια της εθνικής επετείου συνδέονται με την ανάδυση του εθνικισμού και τη δημιουργία των εθνών – κρατών από τα τέλη του 18ου και στη διάρκεια του 19ου αιώνα. Μνημονεύουν ιστορικά γεγονότα που αντιστοιχούν σε στιγμές – κλειδιά της εθνικής βιογραφίας και «φωτίζουν τον τρόπο με τον οποίο φανταζόμαστε, διαμορφώνουμε και κινητοποιούμε την εθνική ταυτότητα». Οι εθνικές επέτειοι είναι μια ευκαιρία για κωδικοποίηση της εθνικής ταυτότητας μέσω της γλώσσας των συμβόλων και της θεατρικής αναπαράστασης. Πρώτο σύμβολο των επετείων είναι η ίδια η ημερομηνία που επιλέγεται, εφόσον η επιλογή του γεγονότος στο οποίο παραπέμπει έχει ως στόχο να υπογραμμίσει συγκεκριμένα στοιχεία της εθνικής ταυτότητας και εθνικές αξίες. Η εθνική επέτειος έχει πρωτίστως ιστορικό περιεχόμενο αλλά εορτάζεται μια επιλεκτική και επεξεργασμένη εκδοχή της ιστορίας.

Διάταγμα για την καθιέρωση της 25ης Μαρτίου ως Εθνικής Εορτής.

Παρά την ιδιαίτερη σχέση που αναπτύσσει ο εθνικισμός με την ιστορία και τη συνέχεια του έθνους που αυτή υποστηρίζει, η ανάγκη για μνημόνευση ιστορικών στιγμών προέρχεται από την επιθυμία της ριζικής τομής με το παρελθόν, της έμφασης στο «νέο» έναντι του «παλιού» και από τη βούληση να εορταστεί το «νέο ξεκίνημα». Η στάση αυτή είναι κοινή στην Αμερικανική και τη Γαλλική Επανάσταση, αλλά μόνο οι γάλλοι επαναστάτες εισήγαγαν την «πρώτη πραγματικά εθνική γιορτή μνήμης», γιορτάζοντας στις 14 Ιουλίου 1790 την πρώτη επέτειο της πτώσης της Βαστίλης.

Τα γεγονότα που γιορτάζονται με τις εθνικές επετείους ποικίλλουν σε ολόκληρο τον κόσμο: μέρες απελευθέρωσης, ίδρυσης του κράτους, ψήφισης του συντάγματος, μέρες κατάκτησης, αλλά ακόμη και ήττες ή μέρες πένθους. Εθνική επέτειος της Νορβηγίας είναι η 17η Μαΐου, μέρα σύνταξης του Συντάγματος το 1814 και όχι η μέρα της Ανεξαρτησίας το 1905. Αντίθετα, στη Σουηδία, η 6η Ιουνίου που γιορταζόταν ανεπίσημα από το 1893 ως η μέρα της στέψης του Γουσταύου Α’ (γνωστού ως Γουσταύου Βάζα) το 1523, έγινε επίσημη εθνική επέτειος μόλις το 2005.

Εξίσου ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα γεγονότα που δεν γιορτάζονται, η επιλογή δηλαδή της αποσιώπησης ενός σημαντικού ιστορικού γεγονότος για την εθνική μνήμη. Οι σιωπές αυτές παραπέμπουν συνήθως σε τραυματικά και κυρίως σε διχαστικά γεγονότα, που υπονομεύουν την ενοποιητική λειτουργία που οφείλει να επιτελεί μια εθνική επέτειος. Η λήθη, συνεπώς, συνιστά συστατικό στοιχείο της εθνικής ενότητας, εξίσου σημαντικό με τη μνήμη.

Ήδη το 1882, ο Ερνέστ Ρενάν, στην περίφημη ομιλία του στη Σορβόννη με τίτλο «Τί είναι έθνος;», έλεγε χαρακτηριστικά:

Η λήθη, και θα έλεγα ακόμα η ιστορική πλάνη, είναι ουσιαστικός παράγοντας της δημιουργίας του έθνους και, σε αυτή τη βάση, η πρόοδος των ιστορικών σπουδών συνιστά συχνά κίνδυνο για την εθνότητα.

Σύμφωνα με τη διατύπωση του Ρενάν, η ανακάλυψη της ιστορικής αλήθειας μπορεί να απειλήσει την ίδια την ύπαρξη του έθνους εφόσον η επιβίωση του έθνους εξαρτάται σε ένα σημαντικό βαθμό από την καλλιέργεια «θελκτικών μύθων».

Η ουσία ενός έθνους έγκειται στο ότι όλα τα άτομα έχουν πολλά κοινά πράγματα, καθώς επίσης ότι όλοι έχουν λησμονήσει πολλά πράγματα.

Ως παραδείγματα αναγκαίας λήθης για τους Γάλλους προβάλλει ο Ρενάν τη νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου και τις σφαγές του Midi τον 13ο αιώνα, γεγονότα δηλαδή που εκλαμβάνονται ως «αδελφοκτόνοι πόλεμοι». Αναλογικά, εμφύλιοι πόλεμοι, σκοτεινές σελίδες της ιστορίας, γεγονότα των οποίων η υπόμνηση δημιουργεί αισθήματα ντροπής ή ενοχής οφείλουν να διαγράφονται από την εθνική ομογενοποιημένη μνήμη. Η ανάμνηση – εξ ορισμού επιλεκτική – συνοδεύεται λοιπόν από την παράλληλη διαδικασία της λήθης, η οποία συχνά παίρνει τη μορφή της επίσημης λογοκρισίας της δυσάρεστης μνήμης. Είναι αυτό που ο Πολ Κόνερτον ονομάζει «οργανωμένη λήθη».

Τέλος, υπάρχουν κράτη χωρίς εθνικές επετείους. Δεν υπάρχει για παράδειγμα εθνική γιορτή στη Μ. Βρετανία, σε έντονη αντίθεση προς τη γειτονική της Γαλλία αλλά και προς την ιρλανδική παγκόσμια γιορτή της Si Patrick’s Day, η οποία γιορτάζεται ως εθνική γιορτή στις 17 Μαρτίου από την ιρλανδική διασπορά, επιβεβαιώνοντας την ιρλανδική εθνική ταυτότητα. Οι διαφορές αυτές έχουν ερμηνευτεί με πολλούς τρόπους. Ο Πίτερ Μπερκ υποστηρίζει ότι η ιστορία ξεχνιέται από τους νικητές αλλά όχι από τους ηττημένους, φέρνοντας το παράδειγμα της «δομικής αμνησίας» των Άγγλων και της υπερτροφίας της μνήμης των Ιρλανδών. Επομένως, δεν υπάρχει η ίδια ανάγκη για επετειακή μνημόνευση του εθνικού παρελθόντος. Σύμφωνα με τον Τζον Γκίλις εξάλλου, «τόποι μνήμης» δημιουργούνται στις συγκυρίες όπου υπάρχει ρήξη με το παρελθόν, έστω και κατασκευασμένη. Οι Βρετανοί, που δίνουν έμφαση στη συνέχεια της ιστορίας τους, δεν θεσμοθέτησαν εθνικές επετείους με πατριωτικό περιεχόμενο – ενδεχομένως και γιατί οι πιθανές ημερομηνίες μπορούσαν να λειτουργήσουν διχαστικά ανάμεσα στις διαφορετικές εθνοτικές ομάδες που συγκροτούν τη «βρετανικότητα».

Ανεξάρτητα πάντως από τα κριτήρια επιλογής – ή απόρριψης – μιας εθνικής επετείου, η καθιέρωσή της εξαρτάται από μια κεντρική πολιτική απόφαση. Ο ρόλος του κράτους είναι καθοριστικός, εφόσον, αυτό ορίζει τις εθνικές αργίες (επιδιώκοντας τη μαζική συμμετοχή), αυτό καθορίζει συνήθως το τυπικό της τελετής και ενδεχομένως αυτό χρηματοδοτεί τις σχετικές εορταστικές εκδηλώσεις. Στην πραγματικότητα, από τον 19° αιώνα, οι εθνικές γιορτές δε λειτούργησαν μόνο ως μέσο για την παραγωγή και αναπαραγωγή εθνικών ταυτοτήτων αλλά και για τη νομιμοποίηση της πολιτικής εξουσίας. Επρόκειτο για «πολιτική τελετουργία» με την έννοια ότι εκεί σκηνοθετούνταν και εορταζόταν η πολιτική δύναμη…

Για την ανάγνωση ολόκληρης της μελέτης της κυρίας Χριστίνας Κουλούρη  πατήστε διπλό κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο: Γιορτάζοντας το έθνος – Εθνικές Επέτειοι στην Ελλάδα τον 19° αιώνα

 

Κίτσος Τζαβέλας (1800 ή 1801 -1855)

$
0
0

Κίτσος (Κυριάκος) Τζαβέλας (1800 ή 1801 1855)


 

Αγωνιστής του 1821 και πρωθυπουργός, δευτερότοκος γιος του Φώτου Τζαβέλα και εγγονός του Λάμπρου Τζαβέλα και της Μόσχως. Γεννήθηκε στο Σούλι. Μεγάλωσε στην Κέρκυρα όπου κατέφυγε η οικογένειά του όταν καταλήφθηκε το Σούλι το 1803 από τον Αλή Πασά. Ανακηρύχτηκε καπετάνιος – αρχηγός, σε ηλικία μόλις 19 χρονών. Μετά την κήρυξη της Επανάστασης το 1821 έλαβε μέρος σε πολλές και σημαντικές μάχες: Βραχώρι, Πλάκα, Μεσολόγγι, Καρπενήσι, Καλιακούδα, Άμπιανη και Δίστομο. Κατά την πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου το 1822 πολέμησε στο πλευρό του Μάρκου Μπότσαρη μαζί με 35 Σουλιώτες. Στις 7 Αυγούστου 1825 μπήκε στο πολιορκημένο Μεσολόγγι και όταν ο Κιουταχής απείλησε το μικρό νησί Κλείσοβα το Μάρτιο του 1826 ο Τζαβέλας έσπευσε με λίγους άνδρες να ενισχύσει την άμυνά του.

 

Κίτσος Τζαβέλας. Λιθογραφία. Σχέδιο του Καρλ Κράτσαϊζεν.

 

Τζαβέλας Κίτσος, λιθογραφία.

 

Κίτσος Τζαβέλλας

 

Πρωταγωνίστησε κατά την Έξοδο του Μεσολογγίου επικεφαλής 2.500 ανδρών, από τους οποίους σώθηκαν μόνο 1.300 και κατέφυγε στα Σάλωνα (Άμφισσα). Το 1827, πολέμησε στην Αττική με τον Γ. Καραϊσκάκη, μετά το θάνατο του οποίου διορίστηκε αρχηγός του στρατοπέδου στον Πειραιά.  Υπήρξε πιστός στον Καποδίστρια. Διατέλεσε υπουργός Στρατιωτικών στην κυβέρνηση Κωλέττη το 1843 και πρωθυπουργός (1847- 48). Τον επόμενο χρόνο έγινε υπουργός Στρατιωτικών και το 1853 πήρε τον τίτλο του αντιστράτηγου. Ανέλαβε την ηγεσία των επιχειρήσεων στην Ήπειρο κατά τον αγώνα των αλύτρωτων περιοχών το 1854 και πέθανε τον επόμενο χρόνο στην Αθήνα.

 

Πηγή


  • Ελευθεροτυπία, Περιοδικό Ιστορικά, «Η έξοδος του Μεσολογγίου», τεύχος 180, 10 Απριλίου 2003.

 

Viewing all 1144 articles
Browse latest View live